Quantcast
Channel: Ιστορία – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 636

Ναύπλιο – Σύντομο ιστορικό και αρχαιολογικό σημείωμα

$
0
0

Ναύπλιο – Σύντομο ιστορικό και αρχαιολογικό σημείωμα – Αναστασία Βασιλείου, Δρ αρχαιολόγος


 

Αρχαιότητα

 

Σύμφωνα με τη μυθολογία, η πόλη οφείλει το όνομά της στον ιδρυτή της Ναύπλιο, γιο του Ποσειδώνα και της Αμυμώνης.

Τα πρώτα ίχνη ζωής, που ανάγονται στην προϊστορική εποχή, έχουν αποκαλυφθεί σε διάφορα σημεία της πόλης, όπως στο κάστρο της Ακροναυπλίας, στο λόφο του Παλαμηδίου, στην περιοχή της Ευαγγελίστριας, στα Κουτσούρια και στην Καραθώνα. Η ύπαρξη οργανωμένου οικισμού εντοπίζεται στο κάστρο της Ακροναυπλίας γύρω στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., οπότε και χρονολογείται η πρώτη φάση των τειχών του.

Όταν επισκέφθηκε την πόλη ο Παυσανίας, τον 2ο αιώνα μ.Χ., τη βρήκε έρημη. Αναφέρει ερείπια τειχών και την ύπαρξη ιερού του Ποσειδώνα.

 

Πρωτοβυζαντινή και Μεσοβυζαντινή εποχή (4ος – αρχές 13ου αι.)

 

Στους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους το Ναύπλιο παραμένει μικρή πόλη, η οποία διοικητικά ανήκε στην επαρχία Αχαΐας και εκκλησιαστικά στην επισκοπή Άργους. Από τα τέλη του 8ου/αρχές του 9ου αιώνα η περιοχή ανήκε στο θέμα Πελοποννήσου με έδρα την Κόρινθο και από τον 11o αιώνα στο θέμα Ελλάδος με έδρα τη Θήβα.

Λέων Σγουρός, προσωπογραφία η οποία κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου «Λέων Σγουρός – Έπος», του Κώστα Μ. Σταμάτη, εκδόσεις «Λεξίτυπον», 2011.

Από τον 11o αιώνα η πόλη αρχίζει να αναδεικνύεται ως εμπορικό κέντρο. Δεν είναι τυχαίο ότι το Ναύπλιο συμπεριλήφθηκε στις πόλεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας όπου οι Βενετοί είχαν αποκτήσει το προνόμιο της ελεύθερης εμπορίας. Στα τέλη του 12ου αιώνα εξέχουσα για την ιστορία της πόλης υπήρξε η μορφή του Λέοντα Σγουρού, τοπικού άρχοντα του Ναυπλίου από το 1200 περίπου. Ο Λέων Σγουρός θέλοντας να επεκτείνει την εξουσία του έφτασε μέχρι τη Λάρισα το 1204. Την προέλασή του ανέκοψαν οι Σταυροφόροι, στη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας, οι οποίοι κατέλαβαν τελικά όλες τις περιοχές που είχε κατακτήσει, μαζί με το Ναύπλιο.

Στη βυζαντινή εποχή, η κατοίκηση εντοπίζεται κυρίως στην Ακροναυπλία, στο κάστρο αλλά και στη βόρεια κλιτύ της, στην περιοχή του Ψαρομαχαλά. Σημαντικό κατάλοιπο της εποχής αποτελεί η εκκλησία που ήταν πιθανώς αφιερωμένη στους αγίους Θεοδώρους και σήμερα σώζεται μόνο η θεμελίωση και το κατώτερο τμήμα της τοιχοποιίας της. Η συγκεκριμένη εκκλησία που άλλοτε δέσποζε σε κεντρική θέση της Ακροναυπλίας πιθανώς συνδέεται με τον οίκο των Σγουρών. Στο κάστρο έχει βρεθεί επίσης αξιόλογη εφυαλωμένη κεραμική, κυρίως του 12ου αιώνα και εξής.

 

Φραγκοκρατία (1210-1388)

 

 Μετά την κατάκτηση της Αργολίδας από τους Σταυροφόρους, η περιοχή παραχωρήθηκε το 1212 ως φέουδο από τον Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο στον κύρη των Αθηνών Όθωνα de Ιa Roche και προσαρτήθηκε στο Δουκάτο των Αθηνών. Εκκλησιαστικά η Αργολίδα υπαγόταν στη λατινική επισκοπή Άργους.

Οι Φράγκοι χώρισαν με εγκάρσιο τείχος (διατείχισμα) το κάστρο της Ακροναυπλίας σε δύο τμήματα: στο λεγόμενο Φράγκικο κάστρο (Castello deί Franchι) στο κεντρικό/κεντροανατολικό τμήμα της χερσονήσου που προοριζόταν για διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο και ως τόπος κατοικίας των Φράγκων αξιωματούχων, και στο Ρωμέικο κάστρο (Castello deί Greci) στο κεντρικό και δυτικό τμήμα της χερσονήσου που προοριζόταν για τους Έλληνες.

 

Το καστέλο των Φράγκων, Venezianische Festungsbaukunst in Griechenland. Zum Ausbau der Festung Nauplia, από το περιοδικό “architectura, Journal of the History of Architecture”, Deutscher Kunstverlag Munchen Berlin, 1988.

 

Σημαντικό κατάλοιπο της περιόδου της Φραγκοκρατίας στην πόλη, αποτελεί η ανατολική πύλη του κάστρου της Ακροναυπλίας, γνωστή ως «Διαβατικό», που κοσμείται με μοναδικές τοιχογραφίες του όψιμου 13ου/πρώιμου 14ου αιώνα, οι οποίες συνδυάζουν βυζαντινά και δυτικά στοιχεία.

 

Α’ Βενετοκρατία (1388-1540)

 

Τον Δεκέμβριο του 1388, η Μαρία d’Enghien, κόμισσα του Lecce και τελευταία εκπρόσωπος των Φράγκων κυριάρχων, παραχώρησε την Αργολίδα στους Βενετούς. Παρ’ ότι ταραχώδης, η περίοδος της πρώτης βενετοκρατίας υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική για την πόλη, καθώς οι Βενετοί, αντιλαμβανόμενοι τη στρατηγική της θέση, προχώρησαν σε μια σειρά οχυρωματικών έργων και υποδομών, που κατέστησαν το Ναύπλιο σπουδαίο αστικό κέντρο της εποχής.

Κυριότερο έργο τους, όσον αφορά την εξέλιξη της πόλης, αποτελεί η επέκτασή της βορείως του κάστρου της Ακροναυπλίας με τη δημιουργία της λεγόμενης κάτω πόλης, που ταυτίζεται με το σημερινό ιστορικό κέντρο.

Η επέκταση έγινε με τεχνητές προσχώσεις και θεμελιώσεις σε ξύλινους πασσάλους στα σημεία όπου το έδαφος ήταν ελώδες. Η κάτω πόλη ενισχύθηκε με τείχη και προμαχώνες. Τα τείχη ξεκινούσαν και κατέληγαν στο κάστρο της Ακροναυπλίας.

Το ανατολικό τείχος ξεκινούσε από τη βορειοανατολική γωνία του κάστρου των Τόρων και έφτανε βόρεια ως τη σημερινή Πλατεία Καποδίστρια. Στο νότιο τμήμα του, που προστατευόταν από τάφρο, βρισκόταν η Πύλη της Ξηράς, που αποτελούσε τη μοναδική είσοδο της κάτω πόλης από τη στεριά, ενώ η βορειοανατολική γωνία του προστατευόταν από κυκλικό γωνιακό πύργο, γνωστό ως Contarina. Κατόπιν τα τείχη ακολουθούσαν δυτική πορεία κατά μήκος της σημερινής οδού Αμαλίας διαμορφώνοντας γωνία στη συμβολή της Αμαλίας με την Κωλέττη, μπροστά από το νεοκλασικό κτήριο της Alpha Bank, με βόρεια κατεύθυνση κατά μήκος της Κωλέττη. Στο ύψος περίπου της αυλόθυρας της Δημόσιας Βιβλιοθήκης «Ο Παλαμήδης» το τείχος διαμόρφωνε καμπύλη και στρεφόταν και πάλι προς τα δυτικά περίπου μέχρι την προκυμαία. Στη συνέχεια κατευθυνόταν νότια/νοτιοδυτικά μέχρι τον προμαχώνα «των Πέντε Αδελφών» και ακολούθως νότια, ώσπου ενωνόταν με τα τείχη του Ρωμέικου κάστρου της Ακροναυπλίας.

Άλλα σπουδαία έργα αυτής της περιόδου είναι η ενίσχυση του ανατολικού άκρου του κάστρου της Ακροναυπλίας με τη δημιουργία του λεγόμενου Κάστρου των Τόρων ( Castel Toro), αλλά και η οχύρωση της βραχονησίδας στην είσοδο του λιμανιού της πόλης, που έχει μείνει γνωστή με την τουρκική ονομασία Μπούρτζι.

 

Σχεδιαστική αναπαράσταση του καστέλο της θάλασσας (Μπούρτζι), Venezianische Festungsbaukunst in Griechenland. Zum Ausbau der Festung Nauplia, από το περιοδικό “architectura, Journal of the History of Architecture”, Deutscher Kunstverlag Munchen Berlin, 1988.

 

Α’ Τουρκοκρατία (1540-1686)

 

Το 1540, ύστερα από τρίχρονη πολιορκία, η πόλη παραδόθηκε στους Τούρκους και ακολούθησε η πρώτη τουρκοκρατία του Ναυπλίου. Την περίοδο αυτή η πόλη φαίνεται πως απολάμβανε πολλών προνομίων, ενώ αποτελούσε έδρα του Τούρκου διοικητή της Πελοποννήσου, Μόρα πασά. Μάλιστα, το τουρκικό διοικητήριο πιθανολογείται ότι βρισκόταν στη σημερινή Πλατεία Συντάγματος.

Την εποχή αυτή ονομαστοί αγιογράφοι από το Ναύπλιο, οι Μόσχοι και οι Κακαβάδες, φιλοτέχνησαν εκκλησίες της Πελοποννήσου.

Αξιόλογο μνημείο της εποχής είναι το οθωμανικό τέμενος της Πλατείας Συντάγματος, που έχει μείνει γνωστό ως «Τριανόν».

 

Β’ Βενετοκρατία (1686-1715)

 

Το 1686, στο πλαίσιο της εκστρατείας του Francesco Morosini, η πόλη καταλήφθηκε εκ νέου από τους Βενετούς, για σύντομο όμως διάστημα, ως το 1715. Το Ναύπλιο απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα αυτή την εποχή ως πρωτεύουσα του βασιλείου του Μορέως ( Regno di Morea) και οι Βενετοί προχώρησαν σε μια σειρά σημαντικών οχυρωματικών έργων, με πιο σπουδαίο την οχύρωση του λόφου του Παλαμηδιού με ισχυρότατο φρούριο.

 

Ναύπλιο – Napoli de Romanie, σχέδιο του François Dubuisson, 1698.

 

Πρόκειται για ένα επίτευγμα της βενετσιάνικης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, τόσο από πλευράς χρόνου κατασκευής του, μόλις σε τρία χρόνια από το 1711 ως το 1714, όσο και από πλευράς αρχιτεκτονικής. Το φρούριο βασιζόταν σε σύστημα αυτοτελών προμαχώνων, ούτως ώστε σε περίπτωση κατάληψης ενός προμαχώνα, η άμυνα να συνεχίζεται από τους υπόλοιπους.

 

Σκαρίφημα των Οχυρώσεων του Παλαμηδίου

 

Άλλο οχυρωματικό έργο αποτελούσε η αναδιαμόρφωση του ανατολικού τείχους της κάτω πόλης με την κατασκευή της Πύλης της Ξηράς σε νέα θέση (πλησίον της παλαιάς), η οποία προστατευόταν πλέον από τους νεόδμητους μεγάλους προμαχώνες San Antonio ή Grimani στα νότια και San Marco ή Dolfin, στη θέση του πύργου Contarina, στα βόρεια. Άλλος μεγάλος προμαχώνας που κατασκευάστηκε αυτή την εποχή ήταν ο San Sebastiano ή Mocenigo, στην πλευρά της θάλασσας.

 

Η ενετική Πύλη του Ναυπλίου (η Πύλη της Ξηράς – εξωτερική όψη), τέλος 19ου αιώνα. Έργο του John Fulleylove (1845-1908), Άγγλου αρχιτέκτονα, ζωγράφου και εικονογράφου ταξιδιωτικών βιβλίων. British Museum.

 

Το 1713 κατασκευάστηκε με μέριμνα του Προβλεπτή του Στόλου, Agostino Sagredo, η γνωστή ως Πύλη Σαγρέδου, στη βορειοανατολική πλευρά του Ρωμέικου κάστρου, για την άμεση πρόσβαση των στρατιωτών από την κάτω πόλη στην Ακροναυπλία. Στη δεύτερη βενετοκρατία κατασκευάστηκε επίσης η κατεδαφισμένη σήμερα δεξαμενή της παραλίας (la grande cisterna).

Σημαντικό κτήριο της εποχής είναι η Αποθήκη του Στόλου, το σημερινό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην Πλατεία Συντάγματος, το οποίο χρονολογείται το 1713 και οικοδομήθηκε και αυτό με μέριμνα του Agostino Sagredo. Στον Βενετό προβλεπτή του στόλου οφείλεται και η ανέγερση της αρχικής εκκλησίας του Αγίου Νικολάου.

Με την πάροδο του χρόνου οι προσχώσεις στην κάτω πόλη συνεχίζονταν και εκτός του βόρειου τείχους προκειμένου να αυξηθεί η οικιστική ζώνη. Έτσι διαμορφώθηκε σταδιακά εκτός του βόρειου τείχους, μεταξύ των οδών Αμαλίας και Μπουμπουλίνας στον άξονα Ν-Β και της οδού Σοφρώνη μέχρι την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στον άξονα Α-Δ, μία βιοτεχνική και οικιστική ζώνη, η οποία αποτέλεσε οργανωμένο προάστιο στην εποχή του Όθωνα, γνωστό ως «Συνοικία του Γιαλού».

Το 1702 ανεγέρθηκε η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα με χορηγία της Ναυπλιακής Αδελφότητας Ορθοδόξων Ελλήνων.

 

Β’ Τουρκοκρατία (1715-1822)

 

Το 1715, ύστερα από προδοσία, το Ναύπλιο καταλήφθηκε και πάλι από τους Τούρκους και έκτοτε ξεκινά η σκληρότερη δεύτερη τουρκοκρατία. Μετά και τη μεταφορά της έδρας του πασά της Πελοποννήσου στην Τριπολιτσά, η πόλη έχασε την αίγλη της. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ορισμένοι περιηγητές που επισκέφθηκαν το Ναύπλιο, το περιγράφουν με μελανά χρώματα. Οι χριστιανοί που κατοικούσαν στην πόλη εκκλησιάζονταν στον εκτός των τειχών ναό των Αγίων Πάντων στην Πρόνοια και από το 1779/1780 τους επιτρεπόταν ο εκκλησιασμός στο ναό της Αγίας Σοφίας στην περιοχή του Ψαρομαχαλά.

Την εποχή αυτή οικοδομήθηκαν ορισμένα πολύ σημαντικά κτίσματα, όπως το τέμενος του Αγά πασά (το μετέπειτα Βουλευτικό), ο μεντρεσές/τουρκικό ιεροδιδασκαλείο πίσω από το Βουλευτικό και το οθωμανικό τέμενος που στεγάζει από την εποχή του Όθωνα την καθολική εκκλησία, γνωστή ως Φραγκοκκλησιά.

 

Η πλατεία Πλατάνου ( Συντάγματος) με το Σεράι του Μορά Πασά και το Βουλευτικό, σχέδιο σε μολύβι, L. Lange, 1834.

 

Την περίοδο αυτή χρονολογούνται και ορισμένες κρήνες, όπως οι κρήνες της οδού Καποδιστρίου (η μία στην πλατεία Αγίου Σπυρίδωνα και η άλλη απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα).

 

Μετά την απελευθέρωση (1822 κ.ε.)

 

Το 1822, το Ναύπλιο απελευθερώθηκε από τους Έλληνες με την κατάληψη του Παλαμηδίου με αιφνιδιασμό υπό την αρχηγία του Στάικου Σταϊκόπουλου.

Η πόλη έφτασε στο απόγειο της ακμής της όταν το 1827 επελέγη ως πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το 1828 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος κυβέρνησε υποδειγματικά το ελληνικό κράτος ως το 1831. Τον Σεπτέμβριο του συγκεκριμένου έτους, έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, έλαβε χώρα ένα από τα πιο μελανά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας· η δολοφονία του κυβερνήτη από τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη.

Στη διακυβέρνησή του ο Καποδίστριας μερίμνησε για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης στην πόλη, ιδρύοντας τον πρώτο οργανωμένο προσφυγικό οικισμό της νεότερης Ελλάδας, την Πρόνοια, για τη στέγαση του πλήθους των προσφύγων που είχαν κατακλύσει το Ναύπλιο.

 

Άποψη του Ναυπλίου από τη πλευρά της Πρόνοιας – Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ), 1833.

 

Επί Καποδίστρια καταργήθηκαν οι στεγασμένοι εξώστες, τα λεγόμενα «σαχνισιά», προκειμένου η πόλη να εξευρωπαϊστεί. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκε και ο μέχρι και σήμερα ονομαζόμενος «Μεγάλος Δρόμος», η σημερινή οδός Βασιλέως Κωνσταντίνου, που οδηγούσε από το Κυβερνείο στην Πλατεία Συντάγματος. Μέχρι τότε ο κεντρικός δρόμος της πόλης ήταν η οδός Παπανικολάου/Καποδιστρίου.

Αξίζει να μνημονευθεί και το Κυβερνείο, που οικοδομήθηκε το 1829, προκειμένου να στεγάσει τα γραφεία της νεοσύστατης ελληνικής κυβέρνησης και την οικία του κυβερνήτη. Το κτήριο καταλάμβανε σε πλάτος το τμήμα μεταξύ του Μεγάλου Δρόμου και της οδού Αμαλίας και καταστράφηκε ολοσχερώς σε πυρκαγιά το 1929.

 

Φωτογραφία του Κυβερνείου κατά την πρώτη εικοσαετία του 20ου αιώνα από τον Παν. Μαζαράκη (1886- 1972), γραμματέα της Εισαγγελίας Εφετών Ναυπλίου. Δεξιά το κτίριο του οπλοστασίου.

 

Το 1833 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο ο νεαρός Όθωνας, ο οποίος κυβέρνησε από την πόλη μέσω Αντιβασιλείας ως τον Σεπτέμβριο του 1834, οπότε αποφασίστηκε η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα. Έκτοτε το Ναύπλιο μετατράπηκε σταδιακά σε μια τυπική επαρχιακή πόλη.

Το 1862, η πόλη βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο των γεγονότων με την εξέγερση κατά του Όθωνα, που έμεινε γνωστή ως «Ναυπλιακά».

Από το 1866 ξεκίνησε η συστηματική κατεδάφιση των τειχών και των προμαχώνων της κάτω πόλης, που ολοκληρώθηκε το 1932. Ο μοναδικός προμαχώνας που σώθηκε από την οχύρωση της κάτω πόλης είναι τα «Πέντε Αδέλφια».

 

O προμαχώνας των «Πέντε Αδελφών», A. Haubenschmid, 1833-1834, Βαυαρικό Πολεμικό Μουσείο (Ingolstadt Bayerisches Armeemuseum).

 

Το 1962, χάρη στις ενέργειες της τότε Εφόρου Αρχαιοτήτων, Ευαγγελίας Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη, εκδόθηκε μια απόφαση-σταθμός για την εξέλιξη της πόλης, με την οποία η παλαιά πόλη του Ναυπλίου χαρακτηρίστηκε ως αρχαιολογικός χώρος και ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Βάσει αυτής της απόφασης, η παλαιά πόλη διέσωσε τον μνημειακό της πλούτο, αποτελώντας μία από τις λίγες περιπτώσεις διατηρητέων ιστορικών κέντρων στον ελλαδικό χώρο.

 

Βασικοί «σταθμοί» στην ιστορία του Ναυπλίου

 

1210-1388 Φραγκοκρατία

1388-1540 Α’ Βενετοκρατία

1540-1686 Α’ Τουρκοκρατία

1686-1715 Β’ Βενετοκρατία

1715-1822 Β’ Τουρκοκρατία

1822 Απελευθέρωση Ναυπλίου

1827-1834 Το Ναύπλιο πρωτεύουσα της Ελλάδας

1831 Δολοφονία Ιωάννη Καποδίστρια

1833 Αποβιβάζεται στο Ναύπλιο ο Όθωνας

1834 Μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα

1862 Ναυπλιακή Επανάσταση

1962 Η παλαιά πόλη Ναυπλίου χαρακτηρίζεται αρχαιολογικός χώρος και ιστορικό διατηρητέο μνημείο

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία


  • 150 χρόνια Ναυπλιακή Επανάσταση, 1 Φεβρουαρίου – 8 Απριλίου 1862, Επιστημονικό Συμπόσιο, Ναύπλιο, 12-14 Οκτωβρίου 2012, επιστ. επιμ. Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης και Μαρία Βελιώτη-Γεωργοπούλου, Ναύπλιο 2013.
  • Αθανασούλης Δημήτριος, Αναστασία Βασιλείου και Κωνσταντίνος Μπουντούρης, «Ανιχνεύοντας τα οχυρωματικά έργα των Βενετών στο Ναύπλιο: η ανασκαφική έρευνα στο βόρειο τείχος της κάτω πόλης», Ίδια η μνήμη γινάμενη παρόν… Το Αρχαιολογικό Έργο των Εφορειών Αρχαιοτήτων κατά τη χρονική περίοδο 2011- 2019, Αθήνα, 25-28 Νοεμβρίου 2019.
  • Andrews Kevin, Castles of the Morea, αναθεωρημένη έκδοση, Princeton, N.J. 2006 (1η έκδ. 1953) σ. 90-105 (μετάφραση στην ελληνική από τον Κώστα Δανούση στα Ναυπλιακά Ανάλεκτα 1 (1992] 0. 7-22).
  • Αντωνακάτου Ντιάνα, Ναύπλιο ’88, Αθήνα 1988.
  • Βλαχοπούλου Φωτεινή Θ., Λέων Σγουρός. Ο βίος και η πολιτεία του βυζαvτιvού άρχοντα της βορειοανατολικής Πελοποννήσου στις αρχές του 13ου αιώνα, Αθήνα 2002.
  • Bon Antoine, La Moree franque. Recherches historiques, topographiques et archeologiques sur la principaute d’Achaie (1205-1430), Paris 1969, σ. 492-494, 676-677.
  • Γεωργόπουλος Δημήτρης Χ., Ναύπλιο: «Εκτός των τειχών», Αίθουσα Τέχνης Ναυπλίου – Μαρία Γκούμα, Ναύπλιο 2006.
  • Γιαγκάκη Αναστασία Γ., Εφυαλωμένη κεραμική από τη θέση «Άγιοι Θεόδωροι» στην Ακροναυπλία (110ς-17ος αι.), Αθήνα 2012.
  • Γριτσόπουλος Τάσος Αθ., «Αγιογραφικά εργαστήρια Ναυπλίου. Μόσχοι και Κακαβάδες», Πρακτικά του Γ’ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών, Ναύπλιο, 18-20 Φεβρουαρίου 2005, Αθήνα 2006, σ. 33-120.
  • Δεϊλάκη Ευαγγελία, «Ακροναυπλία – Ανασκαφικαί έρευναι εις περιοχήν Ναυπλίας», Αρχαιολογικόν Δελτίον 28 (1973) Β1-Χρονικά, σ. 87-93.
  • Δημακόπουλος Ιορδάνης, «Η Πύλη της Ξηράς των ενετικών οχυρώσεων του Ναυπλίου», Πρακτικά του Δ’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990, Αθήνα 1992-1993, τόμ. Β’, σ. 297-323.
  • Δωροβίνης Βασίλης Κ., «Συμβολές στην ιστορία της κτιριοδομίας της καποδιστριακής εποχής. Κατασκευές κτιρίων στο Ναύπλιο. Η κατοικία του Καποδίστρια και το ‘Παλάτιον’ ή ‘Κυβερνείον’», Αρχαιολογία & Τέχνες 43 (1992) σ. 62-67.
  • Δωροβίνης Βασίλης Κ., «Συμβολές στην ιστορία της κτιριοδομίας της καποδιστριακής εποχής. Κατασκευές κτιρίων στο Ναύπλιο. Η κατοικία του Καποδίστρια και το ‘Παλάτιον’ ή ‘Κυβερνείον’. Μέρος Β’», Αρχαιολογία & Τέχνες 44 (1992) σ. 76-83.
  • Gerola Giuseppe, «Le fortificazioni di Napoli di Romania», Annuario della R. Scuola Archeologίca dί Atene e delle Μίssίοπί /taliane in Oriente 13-14 (1930-1931) σ. 347-410 (μετάφραση στην ελληνική από τον Τάκη Μαύρο στο Δελτίο Ιστορικών Μελετών Ναυπλίου 84-98 [1995-1996]).
  • Hirschbichler Monika, «The Crusader Paintings in the Frankish Gate at Nauplia, Greece: Α Historical Construct in the Latin Principality of Morea», Gesta 44 (2005) σ. 13-30.
  • Καλαφάτη Ελένη, «Η πολεοδομία της Επανάστασης: Ναύπλιο, 1822-1830», Τα Ιστορικά τόμ. 1, τεύχ. 2 (1984) σ. 265-282.
  • Καρδαμίτση Αδάμη Μάρω, «Πρόνοια, ο πρώτος προσφυγικός συνοικισμός της ελεύθερης Ελλάδας», Αρχαιολογία & Τέχνες 51 (1994) σ. 35-46.
  • Καρδαμίτση-Αδάμη Μάρω, «Το έργο του Wulf Schaefer για το Ναύπλιο (λίγα στοιχεία για τη ζωή και το έργο του)», Ναυπλιακά Ανάλεκτα 3 (1998) σ. 11-19.
  • Καρούζου Σέμνη, Το Ναύπλιο, Αθήνα 1979.
  • Κονδύλης Θάνος, Το Ναύπλιο και η Βενετία (1388-1540). Μια αναγεννησιακή πόλη στην ελληνοβενετική Ανατολή, Αθήνα 2016.
  • Κούρια Αφροδίτη, Το Ναύπλιο των περιηγητών, Αθήνα 2007.
  • Λαζαρίδης Παύλος, «Ναύπλιον. Ανασκαφή εις Ακροναυπλίαν», Αρχαιολογικόν Δελτίον 28 ( 1973) Β1 -Χρονικά, σ. 230-234.
  • Λαμπρυνίδης Μιχαήλ Γ., Η Ναυπλία από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς, Ναύπλιο 2001⁴ (1η έκδ.: 1898).
  • Λιάτα Ευτυχία Δ., Το Ναύπλιο και η ενδοχώρα του από τον 170 στον 180 αι. Οικιστικά μεγέθη και κατανομή της γης, Αθήνα 2002.
  • Μεταλλινός Δ., Α. Ν. Μπούρα και Μ. Τσιτιμάκη, «Napoli di Romania. Οι οχυρώσεις του Ναυπλίου και η εξέλιξή τους», υπεύθ. καθηγητής Χ. Μπούρας, ΕΜΠ Αρχιτεκτόνων – Έδρα Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, Διάλεξη, Απρίλιος 1993.
  • Μια πόλη στη λογοτεχνία: Ναύπλιο, επιλογή κειμένων Θοδωρής Γκόνης, Αθήνα 2002.
  • Μπουτζουβή-Μπανιά Αλέκα, «Το Ναύπλιο στα χρόνια 1828-1833. Σκιαγράφηση της κοινωνικής, πολιτισμικής και πνευματικής ζωής», Ο Ερανιστής 18 (1986) σ. 105- 136.
  • Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Κορινθιακά και Λακωνικά, εισαγωγή, κριτικό υπόμνημα, μετάφραση, σημειώσεις Νικόλαος Δ. Παπαχατζής, Αθήνα 1976, σ. 295- 298.
  • Πιτερός Χρήστος 1., «Ναύπλιο. Το ιστορικό πρόσωπο της πόλης», Απόπειρα Λόγου και τέχνης 4 (1992) σ. 42-45.
  • Πιτερός Χρήστος, «Ναυπλία», Αρχαιολογία. Πελοπόννησος, επιστ. επιμ. Ανδρέας Γ. Βλαχόπουλος, Αθήνα 2012, σ. 168-169.
  • Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη Ευαγγελία, «Εκ της προϊστορικής Ναυπλίας», Πρακτικά του Α’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Σπάρτη, 7-14 Σεπτεμβρίου 1975, Αθήνα 1976, τόμ. Β·, σ. 384-387.
  • Savvides A.G.C., «Nauplion in the Byzantine and Frankish Periods», Πελοποννησιακά 19 (1991-1992) σ. 286-302.
  • Σαββίδης Αλέξης Γ. Κ., «Τα προβλήματα σχετικά με το βυζαντινό Ναύπλιο», Βυζαvτιακά 14 (1994) σ. 357-374
  • Schaefer Wulf, «Neue Untersuchungen lber die Baugeschichte Nauplias im Mittelalter», Archaologischer Anzeiger 76 (1961) σ. 156-214.
  • Σπαθάρη Έλση, Ναύπλιο – Παλαμήδι. Ιστορικός και αρχαιολογικός οδηγός, Αθήνα 2004.
  • Στεριώτου Ιωάννα Θ., «Συμπληρωματικά αμυντικά έργα στις οχυρώσεις της Πελοποννήσου (1684-1715). Δύο σχέδια του τείχους της πόλης του Ναυπλίου (18ος οι.) από το αρχείο της Βενετίας», Η εκστρατεία του Morosίnί και το «Regno di Morea», Γ’ Συμπόσιο Ιστορίας και Τέχνης, 20-22 Ιουλίου 1990, επιμ. Χάρις Καλλιγά, Αθήνα 1998, σ. 135-154.
  • Της Βενετιάς τ’ Ανάπλι, 300 χρόνια από το τέλος μιας εποχής, 1715-2015, Επιστημονικό Συμπόσιο, Ναύπλιο, 9-11 Οκτωβρίου 2015, επιστ. επιμ. Ευτυχία Δ. Λιάτα, Ναύπλιο 2017.
  • Το ιστορικό Ναύπλιο, στο Η Καθημερινή. Επτά Ημέρες, 12 Νοεμβρίου 1995.
  • Tσεκές Γεώργιος, «Kάστρο Aκροναυπλίας», «Το Μπούρτζι», «Κάστρο Παλαμήδι», Eνετοί και Iωαννίτες ιππότες, Δίκτυα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής. Πειραματική ενέργεια Archi-Med, Αθήνα 2001, σ. 90-101.
  • Τσεκές Γεώργιος Π., Το Παλαμήδι του Ναυπλίου, Αθήνα 2014.
  • Wright Diana, “Late-fifteenth-century Nauplion: Topography, Walls, and Boundaries” ,
  • Θησαυρίσματα 30 (2000) σ. 163-187.
  • Xρονοπούλου Nέλλη, Μάρω Bουγιούκα και Βασίλης Mεγαρίδης, Oδωνυμικά του Nαυπλίου. H σημασία των ονομασιών των οδών και πλατειών της πόλεως του Nαυπλίου, 2η έκδ. συμπληρωμένη, Ναύπλιο 1994.
  • Xώρας Γεώργιος Aθ., «H Πρόνοια προάστειο του Ναυπλίου», Πελοποννησιακά 16 (1985-1986) σ. 535-560.

 

Αναστασία Βασιλείου,

Δρ αρχαιολόγος

Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας

Ναύπλιο 2019

Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.


Viewing all articles
Browse latest Browse all 636

Trending Articles