Καποδίστριας και «υπόθεση Γαλάτη»: Ένα Μη-Απρόοπτο Συμβάν[i] – Στέλιος Αλειφαντής
Η «υπόθεση Γαλάτη» είναι ένα από τα πιο περίπλοκα ζητήματα της προεπαναστατικής προετοιμασίας, της Εταιρικής δράσης και των μεθοδεύσεων του Ιωάννη Καποδίστρια. Η αλληλουχία των γεγονότων τεκμηριώνει ότι η «υπόθεση Γαλάτη» συνιστά μια συγκεκαλυμένη επιχείρηση, την οποία de facto φέρει σε πέρας ο ίδιος ο Καποδίστριας. Ο Γαλάτης έρχεται στη Ρωσία με προορισμό τον Καποδίστρια, αλλά ο Σκουφάς τον καθοδηγεί να ζητήσει πρόσβαση κατευθείαν στην Αυτοκρατορική Αυλή. Η παρέμβαση Καποδίστρια και μόνο στον Αλέξανδρο Α’ δίνει υπόσταση στην υπόθεση να εξελιχθεί και φέρνει τον Γαλάτη στην Αγ. Πετρούπολη, αφού λάβει νέες οδηγίες από τους Εταιριστές της Μόσχας. Με την συνάντηση Καποδίστρια-Γαλάτη ολοκληρώνεται η αποστολή Γαλάτη, ωστόσο συγκεκριμένες επιπλοκές δημιουργούν μια ανεπιθύμητη κατάσταση πραγμάτων θέτοντας στον κίνδυνο διεθνούς διαρροής το εγχείρημα.
Η «υπόθεση Γαλάτη» ήταν εξαρχής ένα πολιτικό εγχείρημα με αντικειμενικό σκοπό να προκαλέσει την αναγνώριση και στήριξη του Αλέξανδρου Α’ μέσω του Καποδίστρια στην εταιρική δράση. Ο Αλέξανδρος διέκρινε ορισμένες δυνατότητες ενίσχυσης της ρωσικής επιρροής αλλά αποφάσισε αφενός να κρατήσει αποστάσεις από μια θεωρούμενη «ακίνδυνη» Εταιρία και αφετέρου αυτή να επιτηρείται διακριτικά, ώστε να μην δημιουργηθούν επιπλοκές λόγω υπέρβασης του πλαισίου της ρωσικής ανατολικής πολιτικής. Ο Γαλάτης απελαύνεται στο Βουκουρέστι και τίθεται υπό επιτήρηση του ρωσικού προξενείου μέχρι να βρεθεί τρόπος να επιστρέψει στην πατρίδα του. Θα έχει, ωστόσο, περιθωριακή συμμετοχή στην «Υπόθεση Καραγεώργη» που διεκπεραιώνει ανεπιτυχώς το ρωσικό προξενικό δίκτυο στις Ηγεμονίες υπό των Γεωργίου Λεβέντη και Γεωργάκη Ολύμπιο με προκάλυμμα την Εταιρεία. Επρόκειτο για μια χαρακτηριστική εναρμόνιση ρωσικών και εταιρικών επιδιώξεων καθώς και της δράσης του καποδιστριακού «μηχανισμού».
Η «Υπόθεση Γαλάτη» αποτελεί ένα από τα πλέον περίπλοκα ζητήματα της προ-επαναστατικής προετοιμασίας, της εταιρικής δράσης και των μεθοδεύσεων του ίδιου του Ιωάννη Καποδίστρια. Το πέρασμα του Γαλάτη στην ιστορία είναι αιφνίδιο και επεισοδιακό. Στην πραγματικότητα γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα για την προηγούμενη δράση του[ii], ενώ για αυτήν καθαυτή την εμπλοκή του στα συμβάντα υπάρχουν διαφορετικές αφηγήσεις.
Σύμφωνα με τον Νικόλαο Σπηλιάδη, στις αρχές του 1816, ο Νικόλαος Σκουφάς «κατέρχεται απόστολος» της Φιλικής Εταιρείας από την Μόσχα στην Οδησσό και μερικούς μήνες αργότερα εισέρχεται στην υγειονομική καραντίνα να συναντήσει τον Νικόλαο Γαλάτη,[iii] απόστολο – κατά δήλωση του ιδίου, μιας «άλλης» Εταιρείας[iv], ο οποίος έρχεται στην Ρωσία επιζητώντας συνάντηση με τον Καποδίστρια[v]. Πρόκειται, επομένως, για μια εξαιρετική περίσταση, με την οποία θα ακολουθήσει μια εξίσου εξαιρετική αλληλουχία γεγονότων.
Αυτή η ακολουθία γεγονότων υποδηλώνει προηγούμενες ενέργειες και εκφράζει συγκεκριμένες επιδιώξεις, που όλα μαζί συνθέτουν την αμφίσημη «Υπόθεση Γαλάτη», την οποία διαχειρίζεται ο Ιωάννης Καποδίστριας, νέος υπουργός Εξωτερικών του Αλέξανδρου Α’.
Η ανακοίνωση αυτή θα εστιάσει στην παρακολούθηση ορισμένων μόνο διαστάσεων της ακολουθίας γεγονότων, αναδεικνύοντας παραλειπόμενες από την έρευνα διαστάσεις και συσχετίσεις, που ρίχνουν περισσότερο φως στην αμφίσημη «Υπόθεση Γαλάτη».
Εξετάζοντας τις πηγές

Ιωάννης Φιλήμων (1798 ή 1799–1874). Ιστορικός συγγραφέας και εκδότης της εφημερίδας Αιών. Λιθογραφία, Ημερολόγιο Βρέτου, 1863.
Οι παραδοσιακές πηγές της εποχής – κυρίως οι Φιλήμων και Ξάνθος – αναφερόμενοι στην «Υπόθεση Γαλάτη» μας μεταφέρουν «μέσες-άκρες» την ουσία των συμβάντων. Όμως το πραγματικό περιεχόμενο των γεγονότων προσφέρουν σύγχρονες αρχειακές πηγές, που αναδεικνύουν αποκαλυπτικές συσχετίσεις, διαμορφώνοντας μια διαφορετική πραγματικότητα της «Υπόθεσης Γαλάτης» σε πολλές διαστάσεις.
Μια καταρχήν σημαντική επισήμανση αφορά τις πηγές, καθώς ό,τι γνωρίζουμε για την «υπόθεση Γαλάτη» στην Οδησσό, το γνωρίζουμε αποκλειστικά και μόνο από τον Σκουφά. Η διάδοση της πληροφορίας του Σκουφά προς τρίτους έγινε μέσα από τον στενό κύκλο του, είτε στην Οδησσό όπου ήταν ο Αναγνωστόπουλος, είτε στην Πόλη όπου επίσης ήταν ο Αναγνωστόπουλος αλλά και ο Ξανθός και ο Παναγιώτης Σέκερης[vi]. Μάλιστα, ούτε ο Αναγνωστόπουλος, ούτε ο Αθανάσιος Σέκερης, στο σπίτι του οποίου διαμένει ο Σκουφάς, βρίσκονταν στην Οδησσό όταν φτάνει εκεί ο Γαλάτης!
Επιπλέον, ο ίδιος ο Αναγνωστόπουλος, που είναι η βασική πηγή του Φιλήμονα, αποκαλύπτει ότι μονάχα μετά από 10 μήνες ολόκληρους έμαθε από τον Σκουφά τα συμβάντα στην Οδησσό, δηλαδή τον Μάϊο 1817, όταν δηλαδή τερματίζεται ατυχώς το εγχείρημα Καραγεώργη και ο Ρώσος πρόξενος Πίνι παραδίδει την προστασία του Γαλάτη ως Άγγλου υπηκόου στην ευθύνη του Άγγλου πρόξενου στο Βουκουρέστι[vii].
Οι πηγές δείχνουν ότι Σκουφάς, ως κατεξοχήν συνωμότης, μετέφερε «αυτά που έπρεπε να μεταφέρει» στους γύρω του. Επομένως, υπάρχει «μία ιστορία περί Γαλάτη» αναφορικά με το περιεχόμενο της συνάντησης Σκουφά-Γαλάτη στην Οδησσό, την οποία «αφηγείται» αποκλειστικά και μόνο ο Σκουφάς. Πρόκειται, δηλαδή, για το τι αποφάσισε ο ίδιος να διαδώσει για το περιεχόμενο της συνάντησης του με τον Γαλάτη. Και υπάρχει και μια διαφορετική πραγματικότητα, που τεκμηριώνεται από τα γεγονότα της «υπόθεσης Γαλάτη» και τις πράξεις των εμπλεκομένων προσώπων. Οι πράξεις αυτές αποκαλύπτουν και το «γιατί» ο Σκουφάς έσπευσε να συναντήσει τον Γαλάτη μέσα στην υγειονομική καραντίνα.
Η πραγματική «Αποστολή Γαλάτη»
Ο Φιλήμων, στο Δοκίμιο του 1834, έγραψε ότι σκοπός της αποστολής Γαλάτη ήταν «να κατηχήση τον Καποδίστριαν». Πράγματι, το αφήγημα Σκουφά περί «Γαλάτη και Καποδίστρια» αναφέρεται στην ουσία του εγχειρήματος με μία θεμελιώδη διαφορά ότι το άτομο που βρίσκεται στο επίκεντρο του εταιρικού εγχειρήματος δεν είναι ο Καποδίστριας, αλλά ο ίδιος ο Αλέξανδρος Α’.
Πρακτικά, δηλαδή, η αποστολή του Γαλάτη δεν αποσκοπεί σε συνωμοτική συνεννόηση σχετικά με μία «πρόταση ηγεσίας» στον Καποδίστρια. Στην πράξη, εκτελεστής του εγχειρήματος δεν είναι οι προσχηματικές ενέργειες Γαλάτη αλλά οι πολιτικές ενέργειες του ίδιου του Καποδίστρια να θέσει το «αίτημα Γαλάτη» στον Τσάρο. Ο κατεξοχήν πολιτικός χαρακτήρας του εγχειρήματος φαίνεται, καταρχήν, στο κύριο ζητούμενο των δύο χειριστών στην Οδησσό: να επιτραπεί στον Γαλάτη να φτάσει στον προορισμό του, στην Αγ. Πετρούπολη και στην αυτοκρατορική αυλή.
O Γαλάτης εξιστορεί το αίτημα της ταξιδιωτικής άδειας στην ρωσική ανάκριση ως εξής: «Στην Οδησσό παρουσιάστηκα στον Κόμη κ. ντε Λανζερόν για να τον παρακαλέσω να μου δώσει ένα διαβατήριο για να μπορέσω να φύγω για την Πετρούπολη. … έλαβα την απάντησή του ότι δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το αίτημά μου…»[viii].
Αναρωτιέται κανείς γιατί ο Λανζερόν δεν έδωσε ο ίδιος την ταξιδιωτική άδεια; Επειδή, ακριβώς, ο Γαλάτης συνδέει ευθέως το αίτημα με το πολιτικό περιεχόμενο της – πρακτικά ζητά ακρόαση από την αυτοκρατορική αυλή. Για αυτό ο Λανζερόν δεν μπορεί ο ίδιος να του δώσει ταξιδιωτική άδεια και απαιτείται αυτοκρατορική έγκριση. Επιλέγεται, συνεπώς, εξαρχής μια μεθόδευση εμπλοκής του Τσάρου στο εγχείρημα Γαλάτη, που λαμβάνει έκφραση με τις δύο διαδοχικές επιστολές Γαλάτη στον Καποδίστρια και στον Αλέξανδρο Α’.
Οι Σκουφάς-Γαλάτης μεθοδεύουν δυο διαφορετικού περιεχομένου επιστολές, η πρώτη προς Καποδίστρια για «υποθέσεις του έθνους» με ημερομηνία 8 (20) Αυγούστου 1816 και είκοσι μέρες μετά, στις 21 Αυγούστου (2 Σεπτεμβρίου) 1816, η δεύτερη επιστολή στον ίδιο τον Τσάρο με άλλο περιεχόμενο. Δύο επιστολές για θέματα φαινομενικά ασύνδετα, τις οποίες το μόνο που τις συνδέει επιφανειακά είναι το αίτημα για ταξιδιωτική άδεια. Είναι εύλογο να υποθέσει κανείς, ότι ο Τσάρος θα χρειαζόταν κάτι περισσότερο σημαντικό προκειμένου να ασχοληθεί και μόνο με την επιστολή ενός αγνώστου από τα Επτάνησα, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ ζητά … «πρόσβαση» στον ίδιο[ix]. Ο Άρς, που έχει αρχειακή πρόσβαση στις σχετικές επιστολές, αναφέρει ότι ο Γαλάτης επικαλείται ως λόγο του αιτήματος να παραδώσει στον αυτοκράτορα μήνυμα από τον Πέτρο Γκιομάρκα, «πρίγκιπα της Μιρδίτα στην Άνω Αλβανία». Ο Άρς υποβαθμίζει ορθά ως πρόφαση τα σχετικά περί Γκιομάρκα, καθώς αντιλαμβάνεται το αυτονόητο, ότι δηλαδή τελικά η παροχή της ταξιδιωτικής άδειας δεν οφείλεται στο περιεχόμενο της επιστολής Γαλάτη στην ρωσική αυλή, αλλά στην παρέμβαση του ίδιου του Καποδίστρια προς τον Τσάρο!
Η Παρέμβαση Καποδίστρια
Πράγματι, και ο Καποδίστριας το 1826 γράφει ρητά ότι είναι η παρέμβαση του προς τον Τσάρο – και μάλιστα ως αρνητική εισήγηση – αυτή που ανέδειξε το αίτημα και οδήγησε τον Αλέξανδρο Α’ να διατάξει να δοθεί η ταξιδιωτική άδεια! Ο χειρισμός του Καποδίστρια είναι αυτός που τελικά εξασφαλίζει την εμπλοκή του Τσάρου στην διαχείριση της αποστολής Γαλάτη.
Στο «Επισκόπηση» του 1826 ο Καποδίστριας επιμένει να περιγράφει αναλυτικά, και μάλιστα με την μορφή διαλόγου, τον τρόπο με τον οποίο ο Αλέξανδρος Α’ κατέληξε σ’ αυτήν την απόφαση. Το πρώτο που μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον, γεμάτο αυτονόητων υπαινιγμών, σχετικό διάλογο Καποδίστρια – Αλέξανδρου, που «κοινοποιεί» μέσω του υπομνήματος του ο Καποδίστριας στον Νικόλαο Α’, είναι ότι ο Καποδίστριας de facto «παίρνει πάνω του» την πρόκληση αυτής της τσαρικής απόφασης, την οποία εμφανίζει κατεξοχήν ως αποτέλεσμα της δικής του παρέμβασης! Ο λόγος, που θέτει μ’ αυτόν τον τρόπο την διαχείριση του λεγόμενου «απρόοπτου συμβάντος» είναι, αφενός, για να τονίσει στον Νικόλαο Α’ την διαφάνεια και αφοσίωση στον Τσάρο, με βάση τις οποίες εξαρχής χειρίστηκε ο ίδιος το ευαίσθητο θέμα της εταιρικής προετοιμασίας της ελληνικής εξέγερσης γράφοντας μάλιστα ότι το «συμβάν Γαλάτη» διεκπεραιώθηκε επιτυχώς και, αφετέρου, για να υπογραμμίσει ότι ο Αλέξανδρος Α’ είχε εξαρχής τον πλήρη έλεγχο της «υπόθεσης Γαλάτη».
Έτσι, ο Καποδίστριας περιγράφει ότι υπέβαλε στον Τσάρο την επιστολή που έστειλε στον ίδιο ο Γαλάτης, εμφανίζεται να μην γνωρίζει ότι ο Τσάρος έλαβε ανάλογη επιστολή και γράφει ότι συζήτησαν με τον Αλέξανδρο Α’ για το περιεχόμενο της. Ο Τσάρος αναρωτήθηκε για το τι είδους είναι αυτές οι «ανακοινώσεις μεγάλης σπουδαιότητας» που ένας άγνωστος Επτανήσιος και Άγγλος υπήκοος, θέλει να κάνει στον νέο υπουργό εξωτερικών του και ο Καποδίστριας τις υποβάθμισε πλήρως προτείνοντας να μην δοθεί ταξιδιωτική άδεια στον Γαλάτη. Ο Τσάρος, όμως, αποφάσισε διαφορετικά: «Αδιάφορον. Γράψατέ του να έλθη. Καλόν να ίδωμεν εκ του πλησίον τί είδους άνθρωπος είναι»[x].
Ο Καποδίστριας στην «Επισκόπηση» του ρητά αναφέρει ότι η «υπόθεση Γαλάτη» οφείλεται αποκλειστικά στην δική του πρωτοβουλία να ενημερώσει τον Αλέξανδρο για την επιστολή που έλαβε από τον Γαλάτη. Υπάρχει, επομένως μια αλληλουχία αλληλο-εξαρτώμενων ενεργειών Σκουφά – Γαλάτη – Καποδίστρια που οδηγεί ευθέως στο να τεθεί το θέμα της ελληνικής εταιρείας κατευθείαν στον Τσάρο.
Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι εάν πραγματικά αυτό το εγχείρημα, το οποίο de facto θέτει ενώπιον του Τσάρου το εταιρικό ζήτημα, ήταν ή όχι ενορχηστρωμένο.
Με απλά λόγια, εάν ο Καποδίστριας είχε ή όχι την δυνατότητα να αποφύγει κάθε περιπλοκή που θα «έθετεν υπό δοκιμασίαν τας καλάς διαθέσεις» του Τσάρου απέναντι του, ιδιαίτερα σε μια συγκυρία, όπου μόλις είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία διαμόρφωσης της νέας ρωσικής ανατολικής πολιτικής, κατά την οποία ο Καποδίστριας είχε εισηγηθεί στον Αλέξανδρο Α’ μια εξωτερική πολιτική υψηλής έντασης με την Πύλη, η οποία είχε αποφασιστικά απορριφθεί, διότι ο Τσάρος εκτιμούσε ότι θα οδηγούσε σ’ έναν νέο ρωσο-οθωμανικό πόλεμο[xi].
Ο Καποδίστριας, πράγματι, θα μπορούσε να αγνοήσει την επιστολή Γαλάτη και, όπως ήταν πάντα προσεκτικός, να του είχε στείλει αρνητική απάντηση στο αίτημα του για ταξιδιωτική άδεια. Αντίθετα προτίμησε να αναβαθμίσει το αίτημα Γαλάτη και να παρουσιάσει την επιστολή στον ίδιο τον αυτοκράτορα.
Με ποιον, εναλλακτικό, σκοπό; Για να δείξει, απλώς, ότι χειριζόταν τις σχέσεις με τους συμπατριώτες του με απόλυτη διαφάνεια και αφοσίωση στα υπηρεσιακά καθήκοντα του;
Η επισταμένη μελέτη της πολιτικής δράσης του Καποδίστρια τεκμηριώνει σε κάθε περίπτωση τις μεγάλες προφυλάξεις και την εξαντλητική προσοχή να δικαιολογεί ο ίδιος και εκ των προτέρων τους χειρισμούς του στην υπηρεσία του αυτοκράτορα. Ήταν συνειδητή καποδιστριακή επιλογή να θέσει «υπό δοκιμασία» εαυτόν, εγείροντας το αίτημα Γαλάτη στον ίδιο τον Αλέξανδρο Α’ και αυτή η επιλογή έδωσε de facto υπόσταση στην «υπόθεση Γαλάτη».
Η «υπόθεση Γαλάτη» εκ των πραγμάτων έθεσε ενώπιον του Τσάρου ένα ζήτημα ρωσικής πολιτικής γραμμής σ’ ένα κρίσιμο πεδίο που συνδεόταν άμεσα με τις ρωσο-οθωμανικές σχέσεις, αλλά κυρίως με την ανανέωση των ρωσικών αυτοκρατορικών δικτύων και μηχανισμών που διαμόρφωναν, επί μισό και πλέον αιώνα, τα ρωσικά ερείσματα επιρροής στους υπόδουλους ομόδοξους χριστιανούς.
Δεν ήταν, επομένως, και λόγω της έκτασης που περιγράφεται στην καποδιστριακή «Επισκόπηση», ένα επουσιώδες περιστατικό, που κάπως τυχαία η αυτοκρατορική πολιτική το διαχειρίστηκε στο υψηλότατο πολιτικό επίπεδο, για το οποίο, πάντως ο Καποδίστριας έκρινε στα 1826 πια, ότι έπρεπε να γίνει εκτεταμένη μνεία στον Νικόλαο Α’, όχι μόνο επειδή η μυστική εταιρική δράση είχε ακριβώς συνέπεια την έναρξη της ελληνικής εξέγερσης πέντε χρόνια μετά την «υπόθεση Γαλάτη». Κυρίως, όμως, επειδή αφορούσε την καρδιά της ήδη ειλημμένης απόφασης να θέσει ο Αλέξανδρος Α’ την ομαλότητα των ρωσο-οθωμανικών σχέσεων ευθέως συνδεδεμένη με την ρωσική προστασία των ομοδόξων χριστιανών υπόδουλων της Υψηλής Πύλης[xii]. Ένα «όχημα», όπως προωθούσε ο Καποδίστριας, μέσω του οποίου «ἡ Ρωσσία δέν ἠμποροῦσε καί δέν ἔπρεπε μήδε νά σιωπήσῃ μήδε νά ἐπικυρώσῃ [την επανάσταση]. Ἠμπορεῖ νά ἐνασχολήθῃ εἰς τάς συνέπειας της, μέ σκοπόν νά τάς κάμει νά εὐτυχήσουν»[xiii].
Η «εργαλειοποίηση» του Γαλάτη
Η πρώτη φάση του εγχειρήματος Γαλάτη ολοκληρώνεται με την ταξιδιωτική άδεια, ωστόσο αντί της Αγ. Πετρούπολης, ο Γαλάτης έρχεται τον Οκτώβριο 1816 στην Μόσχα.[xiv] Εδώ βρίσκεται το οργανωτικό κέντρο του εταιρισμού, ο Α. Τσακάλωφ, ο Α. Κομιζόπουλος, Ν. Πατζιμάδης, Σ. Μπούμπας, Α. Μαυροκορδάτος, Μ. Ριζάρη και άλλοι εταίροι, οι οποίοι μαζί με την εξέχουσα ομάδα των φιλογενών εμπόρων μετέχουν όλοι στην Εταιρεία «Φοίνικας». Στην Μόσχα, επίσης, βρισκόταν ολόκληρο τον Αύγουστο 1816 ο Αλέξανδρος Α’ και ο Καποδίστριας, όπου γίνονται οι διαβουλεύσεις τους και παρέχεται η ταξιδιωτική άδεια στον Γαλάτη, που φτάνει στον Γαλάτη τον Σεπτέμβριο 1816. Στην Μόσχα μαζί με τον Καποδίστρια βρίσκεται ο έμπιστός του και εξ απορρήτων Κωνσταντίνος Καντιώτης[xv]. Είναι ο «Κωνσταντίνος» της ρωσικής ανάκρισης που υποβάλλεται ο Γαλάτης ως «μυστικός κρατούμενος» στην Αγ. Πετρούπολη[xvi]. Ο Γαλάτης παραμένει επί τρεις ολόκληρους μήνες προετοιμαζόμενος από τους εταίρους και αναμένοντας την επιστροφή του Τσάρου και του Καποδίστρια από την Βαρσοβία. Έρχεται στην Αγ. Πετρούπολη στις 8/20 Ιανουαρίου 1817. Την ίδια περίπου περίοδο φτάνει στην Αγ. Πετρούπολη και ο Χριστόφορος Περραιβός κομίζοντας Έκθεση στον Τσάρο για τις στρατιωτικές δυνατότητες μιας ελληνικής εξέγερσης[xvii].
Ο Καποδίστριας περιγράφει το περιεχόμενο της πρώτης συνάντησης του με Γαλάτη, η οποία γίνεται χωρίς παρουσία κανενός τρίτου. Επομένως, δεν γνωρίζουμε αν αυτά που αναφέρει στην «Επισκόπηση» είναι το σύνολο του διαλόγου του με τον Γαλάτη. Ο Καποδίστριας, ωστόσο, ισχυρίζεται ότι «ο Γαλάτης ήρχετο να μοι προτείνη να γίνω αρχηγός της εταιρείας ταύτης και να διευθύνω συνεπώς τας ενεργείας της».
Η δήλωση αυτή είναι εξαιρετικά κρίσιμη, γιατί επιχειρείται να προβληθεί δια αυτής της πρότασης η δυνατότητα του Καποδίστρια (καίτοι υπουργός του Αλέξανδρου Α’) να εμπλακεί στο ανώτατο επίπεδο στον έλεγχο της εταιρείας. Ακόμη κι αν συνέβη η «πρόταση ηγεσίας», ο Καποδίστριας επιλέγει να την κάνει γνωστή στον Αλέξανδρο Α’ (και συνεπώς και στον Νικόλαο Α’). Υπονοεί, δηλαδή, ότι αν επιθυμεί ο Τσάρος, μπορεί να έχει δια του Καποδίστρια την καθοδήγηση της Εταιρείας.
Προφανώς, γνωρίζοντας ήδη ότι η ρωσική ανατολική πολιτική έχει αποφασιστεί έναν χρόνο νωρίτερα, ο Καποδίστριας εμφανίζεται να αρνείται κάθε δική του εμπλοκή, να εξηγεί στον Γαλάτη ότι τέτοια εγχειρήματα είναι εκτός ρωσικής πολιτικής, να συστήνει την σιωπή του, την άμεση αναχώρηση του και το να μεταφέρει στους εντολείς του αποχή από κάθε σχετική ενέργεια «μέχρις ου η θεία Πρόνοια αποφασίση άλλως». Ταυτόχρονα επιμένει να υποβαθμίζει κάθε επιπλοκή που θα μπορούσε να προέλθει από την εταιρική δράση. Πρόκειται για καθαρό χειρισμό ελιγμού του Καποδίστρια έναντι του Αλέξανδρου Α’, καθώς ο πρωταρχικός στόχος του Ιωάννη Καποδίστρια δεν είναι να αναδείξει την όποια «ισχύ» της εταιρείας (που άλλωστε γνωρίζει ότι εκείνη την εποχή δεν υφίσταται), αλλά να δώσει έμφαση στην ρωσική δυνατότητα, εφόσον ο Τσάρος το επιθυμεί, να εμπλακεί δια του ιδίου στην διαχείριση της εταιρικής δραστηριότητας. Οι χειρισμοί του Καποδίστρια αποσκοπούν να διευκρινίσουν το εάν ο Τσάρος επιθυμεί και σε ποιο βαθμό να αξιοποιήσει την εταιρική δράση.
Επομένως, ο Καποδίστριας συμβούλευσε τον Γαλάτη για το πλαίσιο χειρισμών εντός του οποίου έπρεπε να κινηθεί και κυρίως ότι έχει ήδη «εκπληρώσει» την «αποστολή» του: «Η μόνη συμβουλή ην δύναμαι να σας δώσω είναι να μη ομιλήσετε περί αυτής εις κανένα και να επιστρέψετε το ταχύτερον εκεί οπόθεν ήλθατε και να είπετε εις τους εντολείς σας ότι, αν δεν θέλουν να καταστραφούν και να συμπαρασύρουν μεθ’ εαυτών εις τον όλεθρον το αθώον και δυστυχές έθνος των, πρέπει να εγκαταλείψουν τας επαναστατικάς ενεργείας των και να ζήσουν ως πρότερον υφ’ ας κυβερνήσεις ευρίσκονται, μέχρις ου η θεία Πρόνοια αποφασίση άλλως»[xviii].
Η τοποθέτηση αυτή είναι πλήρως εναρμονισμένη με την ρωσική ανατολική πολιτική που αποφάσισε ο Αλέξανδρος Α’ μόλις πριν μερικούς μήνες, οπότε ο Καποδίστριας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι έχει λεχθεί στον Γαλάτη τίποτε διαφορετικό. Με απλά λόγια, στα 1826, ο Καποδίστριας υπογραμμίζει στον Νικόλαο Α’ ότι ο Αλέξανδρος Α’ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα, λαμβάνοντας συγκεκριμένες αποφάσεις σχετικά με αυτήν την εταιρική δραστηριότητα, επιφυλασσόμενος τελικά, τόσο για την σοβαρότητα της, όσο και για την διπλωματική συγκυρία.
Ο Καποδίστριας θα επιμείνει με έμφαση ακριβώς στο σημείο αυτό, υπογραμμίζοντας επίσης το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος Α’ «ενέκρινε τα όσα είχον ειπεί εις τον Γαλάτην». Ο Καποδίστριας αναφέρεται διεξοδικά στην συνάντηση με τον Τσάρο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην εισήγησή του για την άμεση απομάκρυνση του Γαλάτη από την ρωσική επικράτεια. Αυτή η ευθεία υπόμνηση της καποδιστριακής εισήγησης υπογραμμίζει ακόμα περισσότερο ότι ο αποφασιστικός παράγοντας στον χειρισμό της «Υπόθεσης Γαλάτη» είναι αποκλειστικά ο ίδιος ο Αλέξανδρος Α’, ο οποίος επιδιώκει να πληροφορηθεί όσο το δυνατόν περισσότερα για τις «εταιρικές δραστηριότητες» των Ελλήνων και μάλιστα του ρόλου του Γαλάτη.
Η αλληλουχία των εξελίξεων είναι εντελώς αδύνατον να μην ήταν προβλέψιμη από τον έμπειρο Καποδίστρια από την πρώτη στιγμή που λαμβάνει την επιστολή Γαλάτη, πόσο μάλλον εάν τυχόν γνώριζε ότι ο Γαλάτης είχε στείλει αντίστοιχη επιστολή στον Αλέξανδρο Α’. Επομένως, ο Καποδίστριας, με την σειρά του, είναι και εύλογο και αναμενόμενο να έχει προδιαγράψει το πλαίσιο επιδιώξεων και χειρισμών του.
Από το σημείο αυτό και μετά εξελίσσονται ραγδαία μία σειρά γεγονότα, τα οποία περιγράφει ο Καποδίστριας στην «Επισκόπηση» του μ’ έναν τρόπο που χρήζει ιδιαίτερης διερεύνησης. Ο Καποδίστριας περιέρχεται σε δυσχερή θέση, καθώς γράφει ότι η τσαρική εντολή ήταν «να προσπαθήσω να διερευνήσω βαθύτερον τα μέσα άτινα οι εντολείς του ενόμιζον ότι ηδύναντο να διαθέσουν προς επιτυχίαν του σκοπού των». Όμως ο Καποδίστριας δεν μπόρεσε να εκτελέσει άμεσα την εντολή του Αλέξανδρου για «λόγους υγείας». Παρέμεινε αδρανής για κάποιες μέρες στο σπίτι του, αλλά ο Αλέξανδρος Α’ δεν έμεινε καθόλου αδρανής και αυτό είναι μια ακόμη καποδιστριακή υπόμνηση του κεντρικού ρόλου του Τσάρου.
Αντιμετωπίζοντας τις «Διαρροές Γαλάτη»
Ο Άρς σημειώνει ότι μια διεθνής τυχοδιώκτρια, η Πίτς, λόγω χρηματικής διαφοράς με τον Γαλάτη, τον κατέδωσε στην αστυνομία λέγοντας ότι μετέχει σε μια μυστική αίρεση που απειλεί την ασφάλεια του Τσάρου. Έτσι ξεκίνησε η αστυνομική παρακολούθηση του Γαλάτη αλλά και των συναναστροφών του, δηλαδή του Περραιβού, Αργυρόπουλου και Μαρασλή, και κατόπιν σχετικής αστυνομικής έκθεσης, ο Τσάρος διέταξε την μυστική σύλληψη τους[xix]. Από το εξαιρετικό ενδιαφέρον των γεγονότων της σύλληψης, ξεχωρίζουν καταρχήν δύο σημαντικές επισημάνσεις:
Πρώτον, η εμπλοκή σημαντικών Ελλήνων: Ο στρατηγός Ιωάννης Γοργόλης, αρχηγός της Αστυνομίας, που αποχωρεί το 1822 όταν φεύγει στην Ελβετία ο Καποδίστριας, ο Ιωάννης Μάνος, διερμηνέας της αγγλικής πρεσβείας και αργότερα μέτοχος της διαδικασίας ανάληψης της «Κινητικής Αρχής» και ΦΦΓΕΕ από τον Α. Υψηλάντη και, τέλος, ο Κωνσταντίνος Καντιώτης, ο εξ απορρήτων του Καποδίστρια και φιλικός.
Δεύτερον, μια ανεπιθύμητη κατάσταση πραγμάτων: ο Καποδίστριας, μας πληροφορεί καταρχήν ότι «όργανα της Αστυνομίας παρηκολούθησαν τον Γαλάτην» και αναφέρει (ή υπαινίσσεται) ως λόγο της σύλληψης του «ότι ο νέος ούτος άφηνεν ευκόλως τους πάντας να διεισδύσουν εις τον χαρακτήρα και τους σκοπούς της μυστικής εταιρείας ης ήτο όργανον». Είναι μια καποδιστριακή επισήμανση που υποδηλώνει μια ανεπιθύμητη κατάσταση πραγμάτων και ταυτόχρονα χαρακτηρίζει την «ελαφρότητα» των χειρισμών Γαλάτη, που έθετε σε κίνδυνο διεθνούς διαρροής μια εταιρική υπόθεση, η οποία είτε θα ελάμβανε το χαρακτήρα μιας συγκεκαλυμένης ρωσικής επιχείρησης στην οικοδόμηση ενός ρωσικού δικτύου εντός οθωμανικής επικράτειας, είτε την δράση μιας ελληνικής μυστικής εταιρείας υπονομευτικής της οθωμανικής εδαφικής ακεραιότητας. Στην «Επισκόπηση» του ο Καποδίστριας θα δώσει έμφαση και στις δύο αυτές διαστάσεις.
Ο Καποδίστριας υπογραμμίζει ότι τα γεγονότα της παρακολούθησης, συμπεριφοράς και σύλληψης του Γαλάτη εξελίσσονται ερήμην του και μάλιστα κατά τις μέρες εκείνες που παρέμενε ο ίδιος αδρανής σχετικά με την εκτέλεση της τσαρικής εντολής. Τότε – αφού τονίζει ότι μαθαίνει για την σύλληψη Γαλάτη μόνο όταν τον ενημέρωσε ο Τσάρος – ο Καποδίστριας πλέον αποφασίζει να ενεργοποιηθεί και μάλιστα με τον ιδιαίτερο τρόπο προφύλαξης του «scripta manent», δηλαδή συντάσσοντας μια επιστολή του προς τον Τσάρο.
Ο Αλέξανδρος Α’ αποφασίζει…
Στην επιστολή του προς τον Τσάρο ο Καποδίστριας εμφανίζεται θορυβημένος από την σύλληψη Γαλάτη λόγω των συνεπειών που θα μπορούσαν να προκληθούν για τους υπόδουλους χριστιανούς αλλά και ως γεγονός που δύναται να τον εκθέσει, στην πραγματικότητα να εκθέσει, δια ενός υπουργού του Τσάρου, την ίδια την αυτοκρατορική Αυλή, καθώς η σύλληψη κινδύνευε να διαρρεύσει σε ρωσικούς ή μη κύκλους.
Ο Καποδίστριας προβάλει επιπλέον τον κίνδυνο η Πύλη, μέσω των Άγγλων, να «λάβει γνώσιν του ταξιδιού του Γαλάτη» και να πάρει μέτρα κατά των χριστιανών υπόδουλων για την αντιμετώπιση της συνωμοτικής εταιρικής δράσης περιπλέκοντας τις Ρώσο-οθωμανικές σχέσεις, όπως άλλωστε και τις Άγγλο-ρωσικές λόγω της εύλογης ενεργοποίησης της αγγλικής πρεσβείας. Με δεδομένη την ρωσική ανατολική πολιτική υπέρ του οθωμανικού SQ και την ταυτόχρονη εφαρμογή της ρωσικής «προστασίας των ομόδοξων χριστιανών», ο Καποδίστριας εύστοχα εστιάζει στο ενδεχόμενο επιπλοκών από την διαρροή, που δεν αφορά μόνο στο διπλωματικό πεδίο αλλά και στην ενδεχόμενη αποδυνάμωση των ρωσικών ερεισμάτων στους υπόδουλους χριστιανούς. Και βεβαίως προσθέτει και την καταλυτική αποδυνάμωση της καποδιστριακής επιρροής, καθώς «οι Έλληνες θα με εθεώρουν ως τον αίτιον πάντων των δεινών άτινα έμελλον να πέσουν επ’ αυτών».
Ουσιαστικά, όμως, χρησιμοποιεί την «υπόθεση Γαλάτη» για να θέσει για πρώτη φορά το ζήτημα των σχέσεων της Ρωσίας με την ελληνική εταιρική δράση και διατυπώνει ορισμένες κρίσιμες διαστάσεις της. Μ’ άλλα λόγια, η επιστολή Καποδίστρια προς τον Τσάρο εξ αντικειμένου επέχει θέση μιας καποδιστριακής ανάλυσης των τυχόν σχέσεων Ρωσίας-Ελληνικής Εταιρείας, την οποία ο Καποδίστριας επιλέγει να εκθέσει γραπτώς στο Αλέξανδρο Α’ αλλά και στα 1826 να πληροφορήσει, επίσης γραπτά, τον Νικόλαο Α’ για τα διακυβεύματα που έτυχαν διαχείρισης από τον τότε Τσάρο. Το ίδιο βράδυ που έλαβε την επιστολή, ο Αλέξανδρος Α’ τον κάλεσε να παρουσιαστεί επειγόντως μπροστά του.
Στην συνάντηση αυτή, την οποία ο Καποδίστριας περιγράφει λιτά και μόνο με αναφορά στην απόφαση του Τσάρου, καθορίστηκε ο χειρισμός της «υπόθεσης Γαλάτη», οποίος ανατέθηκε αποκλειστικά στον Καποδίστρια υπό την άμεση εποπτεία και έγκριση του Τσάρου. Πράγματι, ο Τσάρος διατάσσει τον στρατηγό Γοργόλη να διαβιβάσει «πάσας τας καταθέσεις του Γαλάτη» στον υπουργό του και μετά το τέλος των ανακρίσεων του να απολυθεί και απελαθεί όπου ο Καποδίστριας θα εισηγηθεί.
Ο Καποδίστριας μας πληροφορεί επίσης ότι η δεύτερη συνάντηση του με τον Γαλάτη ήταν τυπική διαδικασία, έγινε στα γαλλικά με παρόντα, κατόπιν επιθυμίας του Καποδίστρια, τον στρατηγό Γοργόλη. Ο Γαλάτης απελαύνεται στο Βουκουρέστι και τίθεται υπό επιτήρηση του ρωσικού προξενείου μέχρι να βρεθεί τρόπος να επιστρέψει στην πατρίδα του. Θα έχει, ωστόσο, περιθωριακή συμμετοχή στην «Υπόθεση Καραγεώργη» που διεκπεραιώνει ανεπιτυχώς το ρωσικό προξενικό δίκτυο στις Ηγεμονίες υπό των Γεωργίου Λεβέντη και Γεωργάκη Ολύμπιο με προκάλυμμα την Εταιρεία. Επρόκειτο για μια χαρακτηριστική εναρμόνιση ρωσικών και εταιρικών επιδιώξεων, καθώς και λειτουργίας του καποδιστριακού «μηχανισμού».

Ένα Πρότυπο Εναρμόνισης Διακριτών Επιδιώξεων: Περιθωριακό ρόλο έχει ο Ν. Γαλάτης στην «Υπόθεση Καραγεώργη» που διεκπεραιώνει το ρωσικό δίκτυο, υπό Εταιρική κάλυψη, των Γ. Λεβέντη – Γεωργάκη Ολύμπιου, στελέχη του καποδιστριακού «μηχανισμού». Αριστερά ο Γεώργιος Πέτροβιτς (Καραγεώργης). Ο αρχηγός την Σέρβων κατά την επανάσταση του 1804-1813 που τελικά κατεστάλη από τον Χουρσήτ πασά. Στο κέντρο ο Γεωργάκης Ολύμπιος. Δεξιά ο Γεώργιος Λεβέντης.
Κι όμως η «υπόθεση Γαλάτη»» για τον Αλέξανδρο Α’ δεν κλείνει με την απέλαση του. Ο Αλέξανδρος και ο Καποδίστριας εξέτασαν διεξοδικά το τι απεκάλυπταν η ανάκριση και τα έγγραφα Γαλάτη για την μυστική εταιρική δράση και ποιοι ρωσικοί χειρισμοί της Εταιρίας ήταν χρήσιμοι στο αυστηρό πλαίσιο της πολιτικής της για την «προστασία των ομόδοξων χριστιανών» και της ενίσχυσης των ρωσικών ερεισμάτων[xx]. Και μετά την διεξοδική εξέταση ο Καποδίστριας μας πληροφορεί ότι «ο Αυτοκράτωρ απεφάσισε να μη πράξη τίποτε», επειδή δεν ασκούσε καμία απολύτως εξουσία στην μυστική Εταιρία, καθώς δρούσε εκτός ρωσικής επικράτειας. Ούτε θέλησε να πληροφορήσει την Πύλη για την δράση της Εταιρείας με πρόσχημα την αποφυγή οθωμανικών διώξεων. Κυρίως, όμως, επειδή πείστηκε ότι η Εταιρεία δεν ήταν σε θέση να προκαλέσει επιπλοκές, αλλά αντίθετα μια διακριτικά επιτηρούμενη δράση της θα ενίσχυσε τα ρωσικά ερείσματα στους ομόδοξους πληθυσμούς. Η στάση του Αλέξανδρου Α’ σε διαδοχικά περιστατικά που χειρίστηκε ο Καποδίστριας τα επόμενα χρόνια θα παραμείνει συνεπής με το πλαίσιο που έθεσε ο ίδιος στην «υπόθεση Γαλάτη».
Η «υπόθεση Γαλάτη» ήταν εξαρχής ένα πολιτικό εγχείρημα με αντικειμενικό σκοπό να προκαλέσει την αναγνώριση και στήριξη του Αλέξανδρου Α’ μέσω του Καποδίστρια στην εταιρική δράση. Ο Αλέξανδρος διέκρινε ορισμένες δυνατότητες ενίσχυσης της ρωσικής επιρροής αλλά αποφάσισε, αφενός, να κρατήσει αποστάσεις από μια θεωρούμενη «ακίνδυνη» Εταιρία και, αφετέρου, αυτή να επιτηρείται διακριτικά, ώστε να μην δημιουργηθούν επιπλοκές λόγω υπέρβασης του πλαισίου της ρωσικής ανατολικής πολιτικής. Ωστόσο, η Εταιρεία συνέχισε πλέον απερίσπαστη να λειτουργεί αποτελώντας την αιχμή της προεπαναστατικής προετοιμασίας.
Στα 1826, ο Καποδίστριας υπογραμμίζει στον Νικόλαο Α’ ότι ήταν πρωτίστως αυτή η γραμμή ανοχής που χάραξε ο Τσάρος απέναντι στην εταιρική δράση και ότι, βεβαίως, η ελληνική εξέγερση δεν ήταν τελικά στις προθέσεις του Αλέξανδρου Α’.
Τόνιζε όμως, παράλληλα, το αναπόφευκτο της ελληνικής επανάστασης και το ανέφικτο να αναιρεθούν «παρά τη κοινή γνώμη τας πλάνας περί των σχεδίων άτινα κακώς απεδίδοντο εις την Ρωσσίαν», επικροτώντας την αποφασιστική στροφή της ρωσικής πολιτικής του Νικολάου στην επίλυση του ελληνικού ζητήματος.
Υποσημειώσεις
[i] Η ανακοίνωση στο Πρακτικά ΙΒ’ Πανιονίου Συνεδρίου, Ζάκυνθος, 18-21 Οκτωβρίου 2023 βασίζεται σε υπό έκδοση ερευνητική μελέτη του συγγραφέα.
[ii] ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, «Προεταιριστικές Δραστηριότητες του Φιλικού Νικολάου Γαλάτη», Επετηρίς Εταιρείας Στερεοελλαδικώv Μελετών, Τόμος 5, 1974-75.
[iii] O Σπηλιάδης γράφει για τον Γαλάτη «με τούτον ο Σκουφάς, άμα φτάσαντα είς Οδησσόν, και, υπό κάθαρσιν όντα, ήρχισεν να διαφέρεται, και το ού ένεκα διεφέρετο είναι μυστήριον». Ο Σπηλιάδης, όπως ο ίδιος ρητά αναφέρει, αντλεί τις πληροφορίες του από τον Αθανάσιο Σέκερη, στο σπίτι του οποίου στην Οδησσό διαμένει ο Σκουφάς και στην επιχείρηση του εργάζεται ο Αναγνωστόπουλος. Ο Σπηλιάδης επισημαίνει επίσης κατηγορηματικά ότι για τον ίδιον (και προφανώς και για τον Αθ. Σέκερη) αποτελεί μυστήριον γιατί ο Σκουφάς ενδιαφέρθηκε για τον Γαλάτη («… και το ού ένενα διεφέρετο είναι μυστήριον») μάλιστα μπήκε στην υγειονομική καραντίνα αμέσως με την άφιξη του Γαλάτη, δες: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ, Απομνημονεύματα, Πρώτη πλήρης κριτική έκδοσις, Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου, Ινστιτούτο Ανάπτυξης Χαρίλαος Τρικούπης, Αθήνα, 2007, τ. Ε΄, σ. 694.
[iv] «Ο Γαλάτης ήτον ίσως άπόστολος ύπέρ τῆς ἐλευθερίας υπό τινος όπαδού τού Ρήγα Φερραίου κατηχημένος», δες: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ, «ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑΙ», στο ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙΛΗΜΩΝ, Σύντομος Βιογραφία του Ν. Σπηλιάδου, Γραμματέως της Επικράτειας επί Κυβερνήτου και μετά τίνων προσθηκών και υποσημειώσεων, και Περιπέτειαι τοῦ ἰδίου μυηθέντος τὰ τῆς Φιλικῆς Εταιρίας, Αθήνα, 1868, σελ. 55. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΜΩΡΑΪΤΙΝΗΣ-ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΑΣ, Νικόλαος Γαλάτης: ο Φιλικός, Κέδρος, Αθήνα, 2002, σελ. 44-45.
[v] «Κηρυττόμενος ως συγγενής του Κόμητος Καποδίστρια, διεφήμιζε την οσονούπω άφιξιν του εις την Περούπολιν ένεκα σημαντικών υποθέσεων», στο ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙΛΗΜΩΝ, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας, 1834, σελ. 181.
[vi] ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΛΕΙΦΑΝΤΗΣ, «Προετοιμάζοντας την Επανάσταση: Η Προσέγγιση του Ι. Καποδίστρια και η Πρόσληψη αυτής από τον Ν. Σπηλιάδη», 1816-1820, ΙΟΝΙΚΑ, τ. 3, Κερκυραϊκή Ένωσις Αθηνών, Αθήνα, 2023.
[vii] ΓΚΡΙΓΟΡΙ ΑΡΣ, Η Φιλική Εταιρία στην Ρωσία, Αθήνα, 2012, σελ. 264.
[viii] ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ό.π, σελ. 378-379.
[ix] ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΜΩΡΑΪΤΙΝΗΣ-ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΑΣ, σελ. 44-45.
[x] ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, «Επισκόπησις της πολίτικης μου σταδιοδρομίας από του 1798 μέχρι του 1822», Γενεύη, 12/24 Δεκεμβρίου 1826, Αρχείο Καποδίστρια, τομ.1, σελ. 32, https://kapodistrias.digitalarchive.gr
[xi] ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, σελ. 29-31, Ibid
[xii] ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΛΕΙΦΑΝΤΗΣ, «Ο προ-επαναστατικός Καποδίστριας και το Ελληνικό ζήτημα: Διεθνής Ρευστότητα και Πολιτική Χειραφέτησης», στο Α. ΣΑΜΑΡΑ-ΚΡΙΣΠΗ, Σ. ΜΩΡΑΪΤΗ, Σ. ΑΛΕΙΦΑΝΤΗΣ (επιμ.), Ιωάννης Καποδίστριας-Διεθνείς, Θεσμικές και Πολιτικές Διαστάσεις, 1800-1831, Αθήνα, 2021.
[xiii] «Υπόμνημα Ι. Καποδίστρια προς Μητροπολίτη Ιγνάτιο», στο ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Γ. ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ, Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, 1766-1828, Αθήνα, 1961, σελ. 165.
[xiv] Ο Ν. Σπηλιάδη αναφερόμενος στην παρουσία του Γαλάτη στην Μόσχα επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Εξελθόντα [από την καραντίνα] είς την πόλιν, ο Σκουφάς παρέλαβεν αυτόν εις την εταιρείαν, και τον εφανέρωσε την άγνωστον αρχήν, και κατά τον Αθανάσιον Σέκερην, και τον εδέχθη τρίτον μέλος αυτής, και φαίνεται ότι λόγοι ισχυροί τον εβίασαν εις τούτον. Επομένως τον υποχρέωσε να υπάγη εις Μόσχαν, κατά τον ειρημένον Σέκερην, να θαρρύνη τους εκεί κατηχούμενους Αντώνιον Κομιζόπουλον, Μάνθον Ριζάρην και Αλέξανδρον Μαυροκορδάτον (τον και Φιραρήν), και τούτον μυστήριον, διότι ο Φιλήμων λέγει είς το δοκίμιον του ότι ο Γαλάτης κατήχησε τον Μαυροκορδάτον, εν ώ ο Σέκερης τον λέγει κατηχημένον», ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ, Απομνημονεύματα, οπ. π., σ. 694.
[xv] ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, Κωνσταντίνος Καντιώτης, Κερκυραίος-Ελάσσων Φιλικός, Αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα, 2019.
[xvi] Από όλο τον ρωσικό εταιρικό κύκλο, ο Γαλάτης κατονομάζει στην ανάκριση μόνο έναν, τον Κωνσταντίνο, «ο οποίος βρισκόταν κοντά στον Καποδίστρια», λέγοντας ότι «θα έκανε για αυτόν ότι του ζητούσε, αλλά αρνήθηκε ότι μπορούσε να τεθεί ζήτημα δολοφονίας του τσάρου». Δες ΓΚΡΙΓΟΡΙ ΑΡΣ, σελ. 253-254, ό.π.
[xvii] ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙΛΗΜΩΝ, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1859, σελ. 135
[xviii] ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, σελ. 37, ό.π.
[xix] Κρατήθηκε ως «μυστικός έγκλειστος» στο Πετροπαυλόφσκ, μυστική φυλακή υψίστης ασφαλείας, δες ΓΚΡΙΓΟΡΙ ΑΡΣ, σελ. 252, ό.π.
[xx] Οι ρωσικές προξενικές αρχές συγκαλύπτουν την εταιρική δράση και την χρησιμοποιούν ανεπιτυχώς ως μέσον επιστροφής του Καραγεώργη – εγχείρημα που η αυτοκρατορική αυλή θα υποχρεωθεί επισήμως να λάβει αποστάσεις. Δες ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙΛΗΜΩΝ, Επανάσταση, σελ. 9, οπ. π. ΤΑΚΗΣ ΚΑΝΔΗΛΩΡΟΣ, Η Φιλική Εταιρία,1814-1821, Δρόμων, Αθήνα, 2016, σελ. 154.
Στέλιος Αλειφαντής
Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων
ΙΒ’ Πανιόνιο Συνέδριο, Ζάκυνθος, 18-21 Οκτωβρίου 2023. Εταιρεία Ζακυνθινών Πολιτισμικών Ερευνών.
Σχετικά θέματα:
- Προ-Επαναστατικός Καποδίστριας, 1814-1821: Τομή στην Συνεχεία μισού Αιώνα Αγώνων Χειραφέτησης .
- Ιωάννης Καποδίστριας: Διεθνείς Θεσμικές και Πολιτικές Προσεγγίσεις (1800-1831)
- Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η Εθνεγερσία του Μάρτη 1821: Τρεις Επιστολές στον Διονύσιο Ρώμα
- Ο αμφιλεγόμενος Φιλικός Νικόλαος Γαλάτης και η εκτέλεσή του
- Ο Καποδίστριας και το Σερβικό ζήτημα