Quantcast
Channel: Ιστορία – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Κεντρικό Σχολείο Αίγινας (1830)

$
0
0

Κεντρικό Σχολείο Αίγινας (1830)


 

Η Γ’ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα, το 1827, εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, με ομόφωνο ψήφισμά της.

Ιωάννης Καποδίστριας, Λιθογραφία, ΑΒ ΕΒ Venezia. Lit. Deye.

Ο Iωάννης Καποδίστριας φθάνει στην Αίγινα, προσωρινή πρωτεύουσα του νέου Ελληνικού Κράτους, και ορκίζεται, το Γενάρη του 1828, στο Μητροπολιτικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αιγίνης, Κυβερνή­της της Ελλάδας. Απευθύνει, από την πρώτη στιγμή, προσκλητήριο προς όλους τους Έλληνες, στον κοινό αγώνα για τη σωτηρία της πατρίδας, την οποία βρήκε σε χα­ώδη κατάσταση. Επιλέγει, κατά περίπτωση, τα πιο κατάλληλα πρόσωπα, επικοινωνεί με πλούσιους Έλληνες ομογενείς τους οποίους είχε γνωρίσει ως υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, και ζητάει τη βοήθειά τους για να βγάλει τη χώρα από τα ερείπια. Καταβάλλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να επουλώσει πληγές αγιάτρευτες σε βασικούς τομείς της δημόσιας ζωής, με επίκεντρο την οικονομία, τη δημόσια διοίκηση και την Παιδεία.

Ποτισμένος, ήδη από τα χρόνια που βρισκόταν στη Ρωσία, με τις διακηρύξεις του Ευ­ρωπαϊκού Διαφωτισμού, για ελευθερία και ανεξαρτησία των λαών, για κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ατόμων, ανάμεσα στα οποία και το δικαίωμα στη μόρφωση, είχε θέσει ως βασικό σκοπό της ζωής του να βρει τρόπους «για το φωτισμό και τη μόρφωση των δυστυχισμένων Ελλήνων» που θα έφερνε την πολυπόθητη Εθνική μας Ανεξαρτησία. Με βάση αυτές τις αρχές ήλθε στην Ελλάδα, όπου βρήκε την Παιδεία διαλυμένη, σχεδόν ανύ­παρκτη, αφού δεν υπήρχε ούτε ένα Κεντρικό Σχολείο στο οποίο να εκπαιδεύονται νέοι άξιοι για να διδάξουν, στη συνέχεια, σε όλες τις πόλεις και στα χωριά.

Προσωπογραφία του Άνθιμου Γαζή. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Αυγούστου Πικαρέλλη. Συλλογή προσωπογραφιών Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.

Η ιδέα για την ίδρυση ενός τέτοιου Κεντρικού Σχο­λείου κυριαρχούσε ήδη από το 1824, όταν το Βουλευ­τικό υιοθέτησε πρόταση Επιτροπής που είχε συσταθεί υπό τον Άνθιμο Γαζή, και έκρινε να ιδρυθεί «ένα πρό­τυπο διδασκαλείο» στο Άργος, που θα είναι η πηγή της Ελληνικής Παιδείας, και «όπου η νεολαία θέλει πορίζεσθαι τας αρχάς των κοινωνικών αρετών». Όσο όμως διαρκούσε η Επανάσταση, κάτω μάλιστα από τις δυσμενείς συνθήκες που συνεχιζόταν η εξέλιξή της, δεν κατέστη δυνατή η ίδρυση ενός τέτοιου Σχολείου, χωρίς όμως το θέμα αυτό να ξεχασθεί από εκείνους που είχαν πρωτοστατήσει στην ίδρυσή του.

Με την άφιξη του Καποδίστρια στην Αίγινα, αναλαμβάνεται μια εργώδης προσπάθεια στον τομέα της Παιδείας. Δημιουργείται Υπουργείο με τον τίτλο «Επί των Εκκλησια­στικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως Γραμματεία», που είχε την ευθύνη για τα Εκκλησιαστικά και Εκπαιδευτικά θέματα. Επιστρατεύονται άνθρωποι με λαμπρές σπου­δές στο Εξωτερικό, για να στελεχώσουν τις διάφορες Επιτροπές επιλογής βιβλίων για τα υπό ίδρυση Ελληνικά Σχολεία, και συγκροτείται η «Επί της Προπαιδείας Επιτροπή», εποπτευόμενη από τον Κερκυραίο λόγιο Ανδρέα Μουστοξύδη, με πλούσια δραστηριό­τητα στην Ιταλία και στα Επτάνησα.

Γεννάδιος Γεώργιος

Την πρωτοβουλία για την ίδρυση του Κεντρικού Σχο­λείου στην Αίγινα αναλαμβάνει, μαζί με το Γρηγόριο Κω­σταντή, ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο οποίος είχε εκπονήσει σχετικά σχέδια από το 1825, τότε που είχε αποφασισθεί η ίδρυση του Σχολείου στο Άργος, και είχε μάλιστα ορισθεί και αρχιδιδάσκαλος σ’ αυτό.

Η πρωτοβουλία αυτή δεν άργησε να αποφέρει τους ανα­μενόμενους καρπούς· το Νοέμβριο του 1829 ο I. Καποδίστριας υπέγραψε διάταγμα, με το οποίο ιδρύθηκε «Κε­ντρικόν Σχολείον» στην Αίγινα, και ανέθετε την οργάνωση του νέου Ιδρύματος στους «ελλογιμωτάτους κ. Γ. Γεννάδιον και I. Βενθύλον». Σε συνεννόηση με τον Ανδρέα Μουστοξύδη, επόπτη ήδη της «Επί της Προπαιδείας Επιτροπής» και μελλοντικό έφο­ρο του Σχολείου, έπρεπε να καταρτίσουν ένα προσωρινό πρόγραμμα, να φροντίσουν για τη στελέχωσή του με το απαραίτητο προσωπικό και να προσδιορίσουν τα μαθήματα που επρόκειτο να διδαχθούν σ’ αυτό, ώστε να εκπληρώνεται, με τη λειτουργία του, ο κύριος σκοπός του Σχολείου, ο οποίος οριζόταν με σαφήνεια στο ιδρυτικό διάταγμα: «Εις το Κεντρικόν Σχολείον θέλουν προπαρασκευασθή εγκαίρως οι μέλλοντες να διευθύνωσι τα τυπικά σχολεία διδάσκαλοι, τα οποία θέλουν συστηθή ακολούθως εις διάφορα μέρη της Επικράτειας».

Σαφέστατος ο κύριος σκοπός του Κεντρικού Σχολεί­ου, σύμφωνος με τις βασικές απόψεις του I. Καποδίστρια για την Παιδεία, που είχαν ως θεμέλιο, στα πρώτα της βήματα, τη δημοτική εκπαίδευση. Δεν ήταν όμως αυτή η μοναδική επιδίωξη του I. Καποδίστρια. Το δια­τύπωσε αυτό, με την ίδια σαφήνεια, ο Νικόλαος Δραγούμης, γραμματέας του Κυβερνήτη στην Αίγινα, ο οποίος έγραψε:

 

«Την δημοτικήν αγωγήν θηρεύων εκείνος, δεν εθήρευεν ως σκοπόν και τέρμα της όλης εκπαιδεύσεως, αλλ’ ως προστοιχείωσιν εις ανωτέραν βαθμίδα. Μωρός δε ο αρχιτέκτων ο ανεγείρων οικίαν, μεγάλην και μάλιστα πολυτελή, άνευ θεμελίων· τοιαύτην όμως μωρίαν δεν είχεν ο Κυβερνήτης. Την ανωτάτην παιδείαν και ηγάπα και ετίμα και παρεδέχετο, και την επί τον νουν και την καρδίαν ευγενεστάτην επίδρασιν των αρχαίων συγγραφέων ωμολόγει, είπερ τις και άλλος, διότι, είπερ τις και άλλος, είχε μελετήσει αυτούς».

 

Άποψη η οποία επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι το 1814 είχε ιδρύσει στη Βιέννη τη Φιλόμουσο Εταιρεία, με στόχο μοναδικό να ενισχύει Έλληνες νέους που φοιτούσαν σε φημισμένα Πανεπιστήμια της Ευρώπης, και θα αποτελούσαν, στη συνέχεια, την πνευ­ματική ηγεσία του μέλλοντος για τη δημιουργία Νεοελληνικού Κράτους.

Η τραγική κατάσταση όμως στην οποία βρήκε την Ελλάδα, το 1827, τον υποχρέωνε, ως συνετό και υπεύθυνο Κυβερνήτη, να αρχίσει την προσπά­θεια για την Παιδεία του Κράτους, από τη Δημοτική Εκπαίδευση. Αυτό, άλλωστε, αποδεικνύεται και από το σύνολο της εκπαιδευτικής του πολι­τικής. Παράλληλα με την ίδρυση του Κεντρικού Σχολείου, προχώρησε στη δημιουργία του Ορφανοτροφείου, στην πόλη της Αίγινας.

 

Το Ορφανοτροφείο της Αίγινας ως Σχολή των Ευελπίδων. Σχέδιο Γ. Διομήδης. Βιβλιοθήκη της Βουλής. Δημοσιεύεται στο: Η Αίγινα του Καποδίστρια: Αφιέρωμα στα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Εκδότης: Δήμος Αίγινας.

 

Τον Οκτώ­βριο του 1828 θεμελιώθηκε το κτίριο του Ορφανοτροφείου, σε οικόπεδο που παραχώρη­σε η Δημογεροντία της Αίγινας, με εισφορές Ελλήνων και Φιλελλήνων του Εξωτερικού και με συμμετοχή του Εθνικού Ταμείου. Σκοπός του Ορφανοτροφείου ήταν να βοηθηθούν, για την ανατροφή και τη μόρφωσή τους, παιδιά ορφανά αγωνιστών που έπεσαν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας.

 

Η κεντρική είσοδος του Ορφανοτροφείου της Αίγινας. Δημοσιεύεται στο: Η Αίγινα του Καποδίστρια: Αφιέρωμα στα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Εκδότης: Δήμος Αίγινας.

 

Νικόλαος Ζωσιμάς (Ιωάννινα, 1759 – Νίζνι Νόβγκοροντ, Φεβρουάριος 1842).

Είχε προς τούτο απευθύνει έκκληση προς το Νικόλαο Ζωσιμά, να εκπληρώσει την υπό­σχεση του μακαρίτη αδελφού του Ζώη Ζω­σιμά, ο οποίος είχε αποφασίσει να διαθέσει 100.000 ρούβλια «προς βοήθειάν του, υπέρ του λαού, διά πτωχίαν δεινώς κινδυνεύοντος». Το κτίριο αυτό, βέβαια, δε χρησιμο­ποιήθηκε μόνο για τη στέγαση των ορφανών του Αγώνα. Στο ίδιο κτίριο στεγάσθηκαν τα Αλληλοδιδακτικά Σχολεία της Αίγινας, τα οποία λειτούργησαν, κατά το Γαλλικό πρότυ­πο. Σύμφωνα με αυτό χρησιμοποιούνταν από τους δασκάλους οι καλύτεροι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων, για να διδάσκουν μαθη­τές των μικρότερων τάξεων. Στο ίδιο κτίριο φιλοξενήθηκαν επίσης επαγγελματικά εργα­στήρια εκμάθησης τεχνών, η Δημόσια Εθνική Βιβλιοθήκη, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, το Εθνικό Τυπογραφείο και το Εθνικό Ωδείο· αργότερα, και για μεγάλο χρονικό διάστημα, το κτίριο αυτό χρησιμοποιήθηκε ως χώρος φυλακών.

Στο επίκεντρο της εκπαιδευτικής πολιτικής του Καποδίστρια βρισκόταν, από την αρχή, το Κεντρικό Σχολείο, το οποίο άρχισε τη λειτουργία του στις 8 Γενάρη 1830, με την παρουσία επισήμων και λογίων που βρίσκονταν στην Αίγινα, και με σύντομες, αλλά περιεκτικές ομιλίες του Εφόρου του Σχολείου Ανδρέα Μουστοξύδη και του δασκάλου Ιωάννη Βενθύλου.

 

Βενθύλος Ιωάννης (1804-1854)

 

Μεταξύ των άλλων, ο Α. Μουστοξύδης τόνισε:

 

«Η αληθής ευδαιμονία αλλού δεν ευρίσκεται παρά μόνον εις τας ψυχάς, όσαι από την αρετήν στολίζονται και από την παιδείαν λαμπρύνονται. Τοιαύτην ευδαιμονίαν εφρόντισε να σας προμηθεύση η Σεβαστή ημών Κυβέρνησις· διά τούτο και ανήγειρε και ανεγείρει πανταχού της Ελλάδος Σχολεία, και χάριν υμών ανοίγει σήμερον το Κεντρικόν τούτο ως των άλ­λων υπέρτερον. Ευτυχείς νέοι! η ηλικία σας αρχίζει με την ηλικίαν της αναγεννήσεως της πατρίδος».

 

Και ο δάσκαλος Ιωάννης Βενθύλος πρόσθεσε:

 

«Λαμπρά και αείμνηστος πρέπει να είναι εις εσάς μάλιστα η σήμερον ημέρα, διότι τώρα πρώτον μετά την της πατρίδος εκβαρβάρωσιν ανοίγεται δημοσίως ναός ανθρωπίσεως, όπου προσκαλείσθε να εισέρχεσθε, διά να μυηθήτε εις την σοφίαν και αρετήν των προγόνων σας».

 

Κλείνοντας την ομιλία του ο I. Βενθύλος, διαβεβαίωσε τους νέους της Ελλάδος ότι «και αι αδελφαί υμών δεν θέλουσιν εγκαταλειφθή εις την αμορφίαν της αμαθίας και ότι θέλουν απολαύσει την πρέπουσαν εις το γυναικείον φυλον εκπαίδευσιν». Πράγματι ο Καποδίστριας μερίμνησε για τη μόρφωση των κορασίδων, σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας στην κοινωνία ήταν υποβαθμισμένη. Για την εκπαί­δευση των νεανίδων λειτούργησαν στη Σύρο, στην Τήνο και στο Ορφανοτρο­φείο Αιγίνης Σχολεία θηλέων, στην Κό­ρινθο μικτό Σχολείο.

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ολοκληρώθηκαν οι εγγραφές των μαθη­τών και η κατάταξή τους στις τρεις τά­ξεις με τις οποίες άρχισε η λειτουργία του Σχολείου· καταρτίσθηκε και δημοσιεύθηκε το ωρολόγιο πρόγραμμα, καθορίσθηκαν, κατά τάξεις, τα μαθήματα τα οποία θα διδάσκονταν από τη Δευτέρα μέχρι την Παρασκευή. Τα μαθήματα άρχισαν για όσους είχαν την έφεση «να αναδεχθώσι το διδασκαλικόν επάγγελμα» – κατά την επίσημη δήλωση – γεγονός που άνοιγε τις πύλες για όσους επιθυμούσαν να αποκτήσουν ανώτερη μόρφωση, σύμφωνα, άλλωστε, με τις προθέσεις του Κυβερνήτη.

Οι 110 περίπου μαθητές που προσήλθαν, κατά την έναρξη των μαθημάτων, και προέρχονταν από τις εντός και εκτός συνόρων περιοχές, ανήκαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, με την πλειοψηφία να ανήκει σε πτωχές οικογένειες και να είναι ορφανά. Προβλεπόταν από το πρόγραμμα οι μαθητές να διδαχθούν δέκα οκτώ συνολικά μαθήματα, από τα οποία έπρεπε «να κατέχωσιν ακριβώς τα Νέα Ελληνικά, καλώς τα Αρχαία και να μιλούν τουλάχιστον μίαν των σοφωτάτων της Ευρώπης Εθνών γλώσσαν». Ένα πρόγραμμα φιλόδοξο, με «πλήθος μαθημάτων που υπερβαίνει τας ενεστώσας χρείας», κατά το Μουστοξύδη.

 

Ανδρέας Μουστοξύδης. Λιθογραφία, 1839.

 

Αρχικά το Κεντρικό Σχολείο στεγάσθηκε στο οίκημα όπου παλιότερα συνεδρίαζε το «Πανελλήνιον», δηλαδή το Γνωμοδοτικό Σώμα που ιδρύθηκε, το 1828, από τον Καποδίστρια. Το κτίριο αυτό, μολονότι επισκευάσθηκε και διαρρυθμίσθηκε για τις ανάγκες του Σχολείου, σύντομα αποδείχθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να καλύψει τον συνεχώς αυξανόμε­νο αριθμό των μα­θητών. Η λύση δό­θηκε άμεσα από τον προσωπικό φίλο του Καποδίστρια, φιλέλληνα, τιμημένο με τον τίτλο του Ευεργέτη του Ελληνικού Έθνους, τον Ελβετό τραπε­ζίτη Εϋνάρδο, με τη συνδρομή του οποίου κτίσθηκε νέο οικοδόμημα ευρύχωρο, το οποίο ονομάσθηκε Εϋνάρδειο. Οι τοίχοι του είχαν στολισθεί με προτομές αρχαίων ποιητών, ρητόρων, ιστορικών και φιλοσόφων, ώστε να αποτελούν πρότυπα για τους νέους μαθητές.

 

Προσωπογραφία του Ιωάννη – Γαβριήλ Εϋνάρδου σε νεαρή ηλικία. Λιθογραφία.

 

Η λειτουργία του Κεντρικού Σχολείου στην Αίγινα προχώρησε κανονικά, σύμφωνα με τον «Διοργανισμό» που όριζε, με κάθε λεπτομέρεια, τις προϋποθέσεις της εγγραφής των μαθητών, τις υποχρεώσεις τους ως προς τα μαθήματα και τη συμπεριφορά τους, την καταγραφή τους στο Μαθητολόγιο του Σχολείου και τον εφοδιασμό των μα­θητών με μαθητική ταυτότητα, το λε­γόμενο «μαθητογραμμάτιον»· αυτό έπρεπε να υπογράφεται κάθε μήνα από τους δασκάλους, για να πιστο­ποιείται η επιμέλεια, η διαγωγή και η τακτική φοίτηση.

Ο ίδιος ο Καποδίστριας παρακολουθούσε ανελλιπώς τη λειτουργία του. Επιβράβευε τους άριστους μαθητές με υποτροφίες, και βοηθούσε τους άπορους μαθητές να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Έτσι – κατά το Ν. Δραγούμη – «αυτής της αξιοθαύμαστου προνοίας έδιδε καθ’ εκάστην δείγματα εν Ελλάδι, αγωνιζόμενος διά παντός τρόπου να προβιβάζη τα της παιδείας και διά τούτο επισκεπτόμενος συνεχώς τα σχολεία, ενθαρρύνων ευμενώς διδάσκοντάς τε και διδασκόμενους διά λόγου, βραβείων, ευσήμων και αυτογράφων ευχαριστηρίων επιστολών προς νεανίσκους».

Μαθητές και δάσκαλοι, κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του Σχολείου, ήταν πλήρως ικανοποιημένοι, διότι, παρά την αυστηρότητα που επέβαλλε ο «Διοργανισμός», εί­χαν κατανοήσει το δύσκολο ρόλο που καλούνταν να διαδραματίσει στην εθνική ζωή του τόπου ως «εργαστήριο εθνικής ομογενοποίησης, ως κολυμβήθρα εθνικής διαπαι­δαγώγησης». Αυτό συνέβαινε ιδιαίτερα, όταν η πλειοψηφία των μαθητών διαπίστωνε πόσο αποτελεσματικοί ήταν οι δάσκαλοι, όπως συχνά συνέβαινε με το Γεώργιο Γεννάδιο. Αυτός γοήτευε και κέρδιζε την εμπιστοσύνη τους, επισημαίνοντας μάλιστα, κάθε τόσο, ότι στο Σχολείο αυτό «σπουδάζουσιν οι ενδεέστεροι, και η τάξις αυτή των πολιτών δίδει και θα δίδη τους χρησιμεύοντας εις την εκπαίδευσιν του Έθνους».

Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891). Δημοσιεύεται στο: Σκόκος Κωνσταντίνος, Εθνικόν Ημερολόγιον, Αθήνα 1910.

Με αυτό το σκεπτικό προσφέρθηκε να εφοδιάσει το μαθητή του Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο – το μετέπειτα εθνικό μας ιστορικό – με πιστοποιητικό από το οποίο προκύπτει ότι φοίτησε στο Κεντρικό Σχολείο, από το Φθινόπωρο του 1830 ως το καλοκαίρι του 1832, με λαμπρές επιδόσεις. Με βάση αυτά τα δεδομένα – και λαμβάνοντας κανείς υπόψη τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτούργησε το Σχολείο – δεν πρέπει να θεωρούνται υπερβολικές οι απόψεις που διατύπωσε, το 1855, ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, για το Κεντρικό Σχολείο και τους μαθητές του:

 

«Ολίγοι εισίν εκ των σήμερον την πατρίδα εν οιαδήποτε ιδιότητι υπηρετούντων οι μη της παιδείας εν τω σχολείω εκείνω γευσάμενοι, αλλά και πάμπολλοι των νυν εν τε τη Ελλάδι και εν Τουρκία σχολεία διευθυνόντων, τρόφιμοι εκείνου εισί, και εν αυτώ εισέτι τω Πανετηστημίω καθηγηταί απαντιόνται, ουδενός δεύτεροι κατά την πολυμαθίαν, οίτινες εις ετέρου διδακτηρίου βάθρα ουδέποτε εκαθέσθησαν».

 

Όμως εκείνο το προαιώνιο και διαχρονικό σαράκι της φυλής μας, «η διχόνοια που κρατάει ένα σκήπτρο η δολερή», έκανε και πάλι απειλητική την εμφάνισή του στον ελληνικό ορίζοντα· άπλωσε πλατιά τα δίχτυα των μηχανορραφιών και της ραδιουργίας κατά του Κυβερνήτη που πάσχιζε, με τους εκλεκτούς συνεργάτες του, να βγάλει την Ελλά­δα από τα ερείπια, στα οποία την είχε καταδικάσει η μακροχρόνια σκλαβιά· δε δίστασε τα κλαδιά της δάφνης, της δημιουργίας και της προκοπής, να τα μετατρέψει σε προσάναμμα για ένα νέο – και καταλυτικό για τη χώρα μας – αλληλοφάγωμα. Σ’ αυτό ακριβώς που οδήγησε, τελικά, τους δολοφό­νους να βάλουν βαθιά το μαχαίρι στην καρδιά της Ελλάδας, πυροβολώντας το πρόσωπο του Καποδίστρια.

Μέσα σ’ αυτό το αντιπολιτευτικό κλίμα, άρχισε, κάπως νωρίς, να γίνεται βαριά η ατμό­σφαιρα και στο Κεντρικό Σχολείο της Αίγινας, προσωπικό δημιούργημα του Καποδίστρια. Οι αντιθέσεις ανάμεσα στο διδακτικό προσωπικό, οι αντικυβερνητικές ενέργειες των μα­θητών, η αποχή από τα μαθήματά τους, οι απεργίες των δασκάλων, και ο αναπόφευκτος περιορισμός των μαθητών, είχαν σαν αποτέλεσμα, το 1834, να κλείσει οριστικά το Κε­ντρικό Σχολείο στην Αίγινα, και να μεταφερθεί στην Αθήνα η οποία είχε ήδη αναδειχθεί πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους, με βασιλιά το νεαρό Βαυαρό Όθωνα.

 

«Ευεργεσία και παιδεία», Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων «Οι Ζωσιμάδες», Ιωάννινα, 2021, σελ. 213-221. 

  

Σχετικά θέματα:

 


Viewing all articles
Browse latest Browse all 627

Trending Articles