Quantcast
Channel: Ιστορία – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 636

Η άλωση της Τριπολιτσάς μέσα από το έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου

$
0
0

Η άλωση της Τριπολιτσάς μέσα από το έργο του Παναγιώτη Ζωγράφου Μεταξία Παπαποστόλου


 

Μακρυγιάννης – Λιθογραφία του Karl Krazeisen.

«Η Ζωγραφική παράσταση δεν είναι παρά ένας τρόπος διήγησης», μας αναφέρει ο Σπύρος Ασδραχάς, και η επιτυχία της εξαρτάται από το βαθμό απόδοσης του περιεχομένου της διήγησης, φορτισμένου, στην περίπτωση της συνεργασίας του στρατηγού Μακρυγιάννη με τον Δημήτριο Ζωγράφο για την εικονογράφηση του Αγώνα του ’21, από στοιχεία ενσυνείδητης ιδεολογίας.

Στο ξεκίνημα του νεοελληνικού κράτους, τέσσερις βασικά ομάδες, με δι­αφορετική αφετηρία και διαφορετικά μορφοπλαστικά χαρακτηριστικά αλλά με παράλληλες αναζητήσεις και κοινή κατεύθυνση, αναγνωρίζονται εύκολα στην πρώτη γενιά των δημιουργών της νεοελληνικής ζωγραφικής. Ένα κοινό στοιχείο που δίνει βασικά τον τόνο σ’ όλους σχεδόν τους καλλιτέχνες της γενιάς αυτής είναι η ιδιαίτερη απασχόλησή τους με τα ιστορικά θέματα και ειδικά με τα θέματα της ελληνικής Επανάστασης. Ξένοι καλλιτέχνες και λα­ϊκοί ζωγράφοι, επτανήσιοι και ανεξάρτητοι δημιουργοί, χωρίς να θυσιάζουν το προσωπικό τους μορφοπλαστικό ιδίωμα συναντιούνται ακριβώς στο ση­μείο αυτό, στην προσπάθεια να μορφοποιήσουν την ιστορική στιγμή.

Ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της λαϊκής ζωγραφικής της γενιάς αυτής είναι ο Παναγιώτης ή, κατά τις νεότερες έρευνες, ο Δημήτριος Ζωγράφος από την Βορδόνια Λακωνίας, που με τη σειρά των εικόνων που ζωγράφισε για τον Μακρυγιάννη, μας έδωσε το πιο ολοκληρωμένο σύνολο του είδους του. Χωρίς να ξέρουμε τίποτα για τη γέννησή του ούτε και τη μαθητεία του, είναι σχε­τικά εύκολο να καταλάβουμε από τα ίδια τα έργα ότι θα πρέπει να έμαθε τη δουλειά κοντά σε κάποιον κοινό ζωγράφο βυζαντινών εικόνων, σε κάποιον από τους αγιογράφους που γύριζαν τα χωριά, για να παίρνουν παραγγελίες για εικόνες αγίων και να εργάζονται στις εκκλησίες.

Ο Μακρυγιάννης είχε προετοιμάσει τη θεματογραφία του. Γράφει:

 

«Αφού πήγα και εγώ με την τετραρχίαν μου παρατήρησα κι όλες τις θέσεις οπό­γιναν πόλεμοι, και σημάδεψα όλες αυτές τις θέσεις και όσες άλλες ήξερα». Έκανε, δηλαδή, τοπογραφικά σχέδια που θα χρησίμευαν ως βάση της εικονο­γραφίας, συνεχίζει «Αφού έδιωξα τον (ξένο) ζωγράφο, έστειλα κι έφεραν από τη Σπάρτη έναν αγωνιστή, Παναγιώτη Ζωγράφο τον έλεγαν. Έφερα αυτόν και μιλήσαμεν και συμφωνήσαμεν του κάθε κάδρου την τιμήν του κι έστειλε κι ήφερε και δυο του παιδιά και τους είχα εις το σπίτι μου όταν εργάζονταν. Κι αυτό άρχισε από τα 1836 και τελείωσε τα 1839».

 

Η νεότερη έρευνα έχει αποδείξει ότι ο Ζωγράφος του Μακρυγιάννη είναι ο Δημήτριος, που άλλωστε υπογράφει τις υδατογραφίες και όχι ο Παναγιώτης. Ο Παναγιώτης είναι ο γιος του που από το 1839 ως το 1841 σπουδάζει στο Σχολείο των Τεχνών και μάλιστα με υποτροφία.

Ο Δημήτρης, λοιπόν, Ζωγράφος με τους γιους του δούλεψε κάτω από τη συνεχή επίβλεψη του στρατηγού. «Έπαιρνα τον ζω­γράφο και βγαίναμεν εις τους λόφους και τολεγα. Έτσι είναι εκείνη η θέση, έτσι εκείνη, αυτός ο πόλεμος έτζι έγινε, αρχηγός ήταν των Ελλήνων εκείνος, των Τούρκων εκείνος». Δύο από τις σειρές των εικόνων είναι ενυπόγραφες: χειρ Δ. Ζωγράφου εκ Βορδωνίας της Λακεδεμονίας ή χειρ. Δ Ζωγράφου εκ Βορδώνιας της Λακεδαίμονος. Όταν καλούσε ο Μακρυγιάννης τον Ζωγράφο ήταν γνωστός, προφανώς, ως αγιογράφος. Είχε ένα εργαστήρι συγκροτημένο στη βάση οικογενειακής επιχείρησης.

Η χρησιμοποίηση των χρωμάτων από τον καλλιτέχνη και η απουσία κε­ντρικής προοπτικής, η αγάπη του για τις ασύνδετες σκηνές στον ίδιο πίνακα και οι επεξηγηματικοί τίτλοι που παρεμβάλλονται, για να μας βοηθήσουν να πλησιάσουμε πρόσωπα και πράγματα, η γενικευτική και συχνά αφαιρετική τάση και τα καθαρά μικρογραφικά στοιχεία δεν αφήνουν καμίαν αμφιβολία γι’ αυτό.

Στις 25 παραστάσεις που ζωγράφισε ο Ζωγράφος μαζί με τα δυο παιδιά του, αναφέρει ο Χρύσανθος Χρήστου, έχουμε ένα είδος εικονογρα­φικής εποποιίας της ελληνικής επανάστασης και παράλληλα μία ιστορική θεώρησή της σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του Μακρυγιάννη. Ως σύνολο αποτελούν έναν ιστορικό υπομνηματισμό της πορείας της ελληνικής επανά­στασης που, παρά τη συγκεκριμένη απολογητική πρόθεση του στρατηγού, κατορθώνει να μας δώσει και μία ποιητική καθαρή μεταφορά της. Με αφε­τηρία, όπως παρατηρεί ο Χατζιδάκης, μια περισσότερο χαρτογραφική βάση, ο Δ. Ζωγράφος φτάνει σε μία ζωγραφική διατύπωση, στην οποία η διηγηματική διάθεση συνδυάζεται με τον επικό τόνο και η μικρογραφική διαπραγμάτευση με το θαυμάσιο λυρικό χρώμα και την εσωτερική ποιητική πνοή.

Στις εικόνες αυτές, ο ταπεινός αυτός λαϊκός καλλιτέχνης έδωσε την πιο ολοκληρωμένη σύνδεση των σχηματοποιήσεων της βυζαντινής ζωγραφικής με τους τύπους της περσικής μικρογραφίας, όπως και της από αέρος πανο­οραματικής σύλληψης του χώρου, με την αφηρημένη και κάπως συμβολική χρησιμοποίηση του χρώματος και επέτυχε να φτάσει σε μία ενότητα με εξαι­ρετικά εκφραστικά αποτελέσματα, όπου οι ιστορικές γνώσεις και οι πολι­τικές προθέσεις του Μακρυγιάννη αποκτούν ένα νέο περιεχόμενο χάρη στη μικρογραφική τεχνική και την ποιητική διάθεση του Δ. Ζωγράφου.

Για τον στρατηγό Μακρυγιάννη, οι εικόνες αυτές δεν είναι ζωγραφική αλλά αυτό που ο ίδιος είχε στοχαστεί για τον Αγώνα: μία σειρά από πραγμα­τικά γεγονότα και ορισμένους πολύ συγκεκριμένους συμβολισμούς. Απαί­τησε ουσιαστικά ένα είδος πολεμικούς χάρτες, ώστε να αποτυπώσει τις μάχες και τις ναυμαχίες του πολέμου της ανεξαρτησίας που όφειλαν να αποδοθούν μέσα στο γεωγραφικό τους χώρο και με τέτοιο τρόπο, ώστε ο χάρτης αυτός να διαβάζεται από τον θεατή όπως μία πολεμική έκθεση.

Αποτελούν την εκλαϊ­κευτική αποτύπωση της ερμηνείας που ο στρατηγός έδινε στον αγώνα. Απο­τύπωση των προσωπικών του οραμάτων: εθνικών, πολιτικών, στρατιωτικών. Γι’ αυτό και οι εικόνες του Ζωγράφου, ως ιστορικά ντοκουμέντα, δύσκολα διαβάζονται αποκομμένες είτε από τα κείμενα που τις συνοδεύουν, είτε από τα Απομνημονεύματα του Στρατηγού. Αποτελούν μικρά κομψοτεχνήματα όπου ο αυτοδίδακτος Ζωγράφος κατάφερε να παρακολουθήσει και, εν πολ­λοίς να καταγράψει τον σχεδόν αφελή ενθουσιασμό του στρατιώτη.

Τα έργα αυτά αποτελούν την ιστορικά πρώτη και καλλιτεχνικά αξεπέραστη εικονογράφηση του Αγώνα που έδωσε η ελληνική τέχνη. Η λαϊκή ζωγραφική του Μακρυγιάννη – Ζωγράφου, ζωγραφική του «εμείς», δεν προ­βάλλει ατομικά αλλά συλλογικά επιτεύγματα. Γράφει ο στρατηγός: «φτιά­χνοντας τα κάδρα του πολέμου έρχονταν αγωνισταί και μόλεγαν. Τ’ είναι αυτά τα κάδρα; του έλεγα ο τάδες πόλεμος, ο τάδες, όπου αγωνιζόσασταν εσείς και πληγωνόσαστε δια να ιδήτε την πατρίδα σας ελεύθερη».

Ανάμεσα στις μάχες που επέλεξε ο Μακρυγιάννης να αποτυπώσει ζωγρα­φικά, δεν θα μπορούσε να λείπει η άλωση της Τριπολιτσάς. «Πόλεμος της Τριπολιτζάς και των πέριξ αυτής χωρίων» (τέμπερα σε ξύλο, 38Χ53 εκ. 1836, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο), («Η Τριπολιτσά» Δ. Ζωγράφου – Ι. Μακρυγιάννη).

 

«Πόλεμος της Τριπολιτζάς και των πέριξ αυτής χωρίων». Πίνακας του Δημητρίου Ζωγράφου με την καθοδήγηση του Μακρυγιάννη, μεταξύ 1836 – 1839. Υδατογραφία σε χαρτόνι, 47, 5 Χ 2 εκ. Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
1. Τριπολιτζά. – 2. Συμβούλιον των Αρχηγών και Iερατείου και οικοκυραίων περί της αλώσεως αυτής. Θ. Κολοκοτρόνης, Πετρόμπεης, Μπούρτζηνος, Κυριακούλης, Τζανετάκης, Παππαφλέσας, Νικήτας, Κολιόπουλος, Ζαΐμης, Δελιγιανέοι, Παπαρηγόπουλοι, Βλασαίοι, Χαραλαμπαίοι, Διαμαντοπουλαίοι, Καλαμογδαρτέοι, Μπουκουραίοι, Δικαίοι, Ιατραίοι, Κεφαλάς, Κοντακαίοι, Νοταράς Κρεβατάς, Υψηλάντης, Μαυροκορδάτος, Γόρδον, Βάµβας, Αναγνωστόπουλος, Μπουμπουλίνα, Ζαφιρόπουλος, Αναγνωσταράς, Σαχαρέοι, Κουμουντουρέοι, Καπετανάκιδες, Πετμεζέοι, Σοφιανόπουλοι, Ρούφος, Καρατζάς, Παπασταθόπουλος, Μεταξάς και Βαφόρης επτανήσιοι, Μελετόπουλος, Παππατζώνης, Πέτροβας Νικολόπουλος, Δ. Ζωγράφος, Μπαρμποτζέοι, Γεωργάκης και Λάμπρος καὶ Λοιποί πρωτοπαλίκαρα και οικοκυραίοι. –3. Αρχιερείς Κορύνθου, Πατρών, Ανδρούσης, Τριπόλεως, Δαμαλών, Βρυσθένης, Ναυπλίας, Παροναξίας και Έλλους. – 4. Οι πρωσύγγελοι ἠγούμενοι και καλόγηροι Παγώνης Αρκαδίας. – 5. Ορδή Πετρόμπεϊ, Ιατράκου και ἀλλων. – 6. Ορδή Κολοκοτρόνη. – 7. Ορδή Δεληγιανέων. – 8. Πόλεμος του Βαλτεζίου – 9. Πόλεμος του χωρίου Νταβιάς, – 10. Χωρίον, Κερασιά και πόλεμος αυτού. – 11. Πόλεμος του χωρίου Βερβενών. -12. Πόλεμος του χωρίου Δολιανών, όπου αφανίσθησαν οι Τούρκοι και απέλαβαν οι Έλληνες τα δύο κανόνια. – 13. Χωρίον Ρίζαις ονομαζόμενον, όπου εις αυτό έγιναν διάφοροι πόλεμοι. – 14. Χωρία του Κάμπου όπου περιφέρονται οι Τούρκοι και τα έκεγαν. – 15. Εξέρχονται οι Τούρκοι από την Τριπολιτζάν ιππείς και πεζοί και εστρατεύουν κατά τα χωρία. – 16. Τα Τρίκορφα και γυναίκες φέρουν νερό των πολεμιστών Ελλήνων.

 

Ο αγώνας γύρω από την Τριπολιτσά, που εξελίχθηκε σε στενή πολι­ορκία της, ήταν η μεγαλύτερη πολεμική προσπάθεια των Ελλήνων στην Πελοπόννησο κατά το πρώτο έτος της Επανάστασης. Απασχόλησε μεγάλο αριθμό αγωνιστών και τους σημαντικότερους οπλαρχηγούς του Μοριά με επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη και κράτησε σχεδόν έξι μήνες, από τις αρχές Απριλίου ως τις 23 Σεπτεμβρίου του 1821. Ο πίνακας του Δ. Ζωγράφου αποτυπώνει τις διάφορες φάσεις του Αγώνα γύρω από την Τριπολιτσά από τη μάχη του Βαλτετσίου ως τις παραμονές της άλωσης. Σημειώνονται οι μάχες στην Βλαχοκερασιά, στο Βαλτέτσι, στα Δολιανά και στα Βέρβαινα, καθώς και άλλες συγκρούσεις και γεγονότα. Καταγράφονται επίσης τα ονόματα των περισσότερων αγωνιστών.

Στα τέλη Μαρτίου του 1821, ανάμεσα στους οπλαρχηγούς του Μοριά υπήρξε διάσταση απόψεων ως προς τη στρατηγική που θα ακολουθούσαν για την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Οι περισσότεροι υποστήριζαν ότι η πο­λιορκία θα ήταν αποτελεσματικότερη, όταν θα είχαν παραδοθεί τα μεσ­σηνιακά φρούρια και όλες οι δυνάμεις θα ήταν διαθέσιμες. Ο στρατηγικός νους, όμως, του Κολοκοτρώνη έβλεπε μακρύτερα. Έτσι, ο οξυδερκής αρχηγός επέμενε πρώτα να καταληφθεί η Τριπολιτσά και να παραλύσει η κεντρική δύναμη, ώστε έτσι θα εξασφάλιζε την κυριαρχία των Ελλήνων σε όλη την Πελοπόννησο. Μόνος αρχικά, αλλά με μεγάλη επιμονή κατάφερε να κάνει το σχέδιό του αποδεκτό και άρχισε να οργανώνει γύρω από την πόλη στρατό­πεδα (ορδή) που απείχαν 3 – 4 ώρες από την Τριπολιτσά.

Στον πίνακα, αποτυπώνεται στο κέντρο η Τριπολιτσά με το τείχος της, το οποίο είχε περίμετρο 3.500 μέτρα, ύψος 5,5 μ. και περιέκλειε έκταση 1.520.000 τ.μ. με επτά πύλες. Βόρεια, ο ζωγράφος παραθέτει «το Συμβούλιο των αρχηγών και ιερατείου και οικοκυραίων περί της αλώσεως αυτής» με υπόμνημα των ονομάτων τους (Κολοκοτρώνης, Πετρόμπεης, Μπούρτζινας, Κυριακούλης, Τζανετάκης, Παπαφλέσσας, Νικήτας, Κολιόπουλος, Ζαΐμης, Δελιγιανέοι, Παπαρηγόπουλοι, Βλασαίοι, Χαραλαμπαίοι, Διαμαντοπου­λαίοι, Καλαμογδαρτέοι, Μπακουραίοι, Δικαίοι, Ιατραίοι, Κεφαλάς, Κοντα­καίοι, Νοταράς, Κρεβατάς, Υψηλάντης, Μαυροκορδάτος, Γόρδου, Βάμβας, Αναγνωστόπουλος, Μπουμπουλίνα, Ζαφειρόπουλος, Αναγνωσταράς, Ζα­χαρέοι, Κουμαντάρεοι, Καπετανάκιδες, Πεμεζέοι, Σοφιανόπουλοι, Ρούφος, Καρατζάς, Παπασταθόπουλος, Μεταξάς και Βαφόρης, Επτανήσιοι, Μελετό­πουλος, Παπατζώνης, Πετρόβολος, Νικολόπουλος, Δ. Ζωγράφος, Μπαρμπο­τζέοι, Γεωργάκης και Λάμπρος και λοιποί πρωτοπαλίκαρα και οικοκυραίοι, Αρχιερείς Κορίνθου, Πατρών, Ανδρούσης, Τριπόλεως, Δαματών, Βρυσθένης, Ναυπλίας, Παροναξίας και Έλλους, οι πρωτοσύγγελοι, ηγούμενοι και καλό­γεροι Παγώνης, Αρκαδίας). Αποτυπώνει, επίσης, στα στρατόπεδα «ορδή του Πετρόμπεη, Ιατράκου και άλλων, Κολοκοτρώνη, Δεληγιανέων».

Στον πίνακα από τις μάχες γύρω από την Τριπολιτσά, αποτυπώνει παρα­στατικά αυτή στην Βλαχοκερασιά (χωρίον Κερασιά και πόλεμος αυτού.)

Στα τέλη Μαρτίου, 500 ένοπλοι Λακεδαιμόνιοι και Μανιάτες υπό τον Κυ­ριακούλη Μαυρομιχάλη και τον Αντώνη Νικολόπουλο αποσπάσθηκαν από το στρατόπεδο των Βερβαίνων και οχυρώθηκαν στη Βλαχοκερασιά, τρεις ώρες μακριά από την Τρίπολη.

Εναντίον του σώματος αυτού βάδισαν ανή­μερα του Πάσχα, στις 10 Απριλίου 1821, 3.000 ένοπλοι Τούρκοι. Επακολού­θησε μάχη και είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση του στρατοπέδου. Ο Αντώνης Νικολόπουλος και λίγοι ακόμη συναγωνιστές του όπως, ο Παναγάκος Βε­νετσανάκης (καπετάν Ξάνθος), που αμετακίνητοι στάθηκαν να πολεμήσουν, βρήκαν ηρωικό θάνατο. Γράφει ο Φωτιάδης (Η Επανάσταση του ’21, τ.β., σ.56) «ο γερο-Αντώνης Νικολόπουλος από τη Λογκάστρα, είναι ο πρώτος καπετά­νιος που σκοτώθηκε στην επανάσταση. Μια ζωή ολόκληρη αγωνίστηκε για τη μεγάλη μέρα της λευτεριάς και πέθανε στο γλυκοχάραμά της». Ο δε Κολο­κοτρώνης, στα απομνημονεύματά του, αναφέρει ότι στη μάχη αυτή «χάθηκε ο δάσκαλός μου».

Στον πίνακα, στη συνέχεια, πανοραμικά, πάντα, και μικρογραφικά απο­τυπώνεται «ο πόλεμος του χωριού Νταβιάς και ο πόλεμος του Βαλτετσίου».

Στις 16 Απριλίου, συγκροτείται το στρατόπεδο του Βαλτετσίου, 2 ώρες μακριά από την Τριπολιτσά. Συγκεντρώθηκαν περίπου 30 οπλαρχηγοί οι: Κυριακούλης και Ηλίας Μαυρομιχάλης, Διονύσιος Μούρτζινος, Φλέσσας, Αναγνωσταράς, Μητροπέτροβας, Παπατσώνης, Νικηταράς, Κ. Δεληγιάννης, ο Γιατράκος, οι Μπουραίοι. Ο Νικηταράς είχε πιάσει το Καλογεροβούνι ως εμπροσθοφυλακή του στρατοπέδου.

Στις 24 Απριλίου, 7-9 χιλιάδες Τούρκοι βγαίνουν από την Τριπολιτσά κατά του στρατοπέδου, στο οποίο φτάνουν ενισχύσεις από τα Βέρβαινα, την Πιάνα και το Χρυσοβίτσι, όμως οι Τούρκοι κατάφεραν να διαλύσουν το στρα­τόπεδο. Το γεγονός αυτό είχε ως αντίκτυπο να διασκορπιστούν οι Έλληνες και στα Βέρβαινα. Αναφέρει ο Ν. Σπηλιάδης (Ν. Σπηλιάδης, τομ. Α’, σελ. 119) ότι «μόλις ημπόρεσεν ο Βρεσθένης να περικρατήση έως 150 δια να φαίνηται ότι υπήρχεν εκεί στρατόπεδον άλλα έγραψε τον Γιατράκον να επισπεύση την επάνοδό του. Ο δε Κολοκοτρώνης έγραψεν εκείνον καπετάν Δεσπότη φύλαξον την θέσιν, και μετ’ ολίγον έρχομαι και εγώ εις Βαλτέτσι μ’ αρκετά στρατεύματα».

Στις 26 Απριλίου, ανακαταλαμβάνεται το Βαλτέτσι και επιστολή προς το Κοινόν της Ύδρας εκ του στρατοπέδου Βαλτετσίου ομιλεί περί συμπλοκής εις την Δαβιάν, γεγονός που απεικονίζεται στον πίνακα, όπου οι Έλληνες προσπάθησαν να καταστρέψουν τους εκεί μύλους των Τούρκων.

Στις 28 Απριλίου, ο Κολοκοτρώνης την πιο κρίσιμη στιγμή ανακηρύχθηκε αρχιστράτηγος της Καρύταινας για να συντονίσει όλους γύρω από την Τρί­πολη και να καλύψει το έλλειμμα γενικού αρχηγού που θα διηύθυνε και θα συντόνιζε τις πολεμικές ενέργειες γύρω από την Τρίπολη. Οι Τούρκοι είχαν ενισχυθεί μετά την άφιξη ισχυρών τουρκικών στρατευμάτων υπό του Γιου­σούφ πασά και του Μουσταφά, κεχαγιάμπεη του Χουρσήτ, ο οποίος σχεδίαζε να διαλύσει τα στρατόπεδα που περιέσφιγγαν την πόλη. Ο Κολοκοτρώνης προβλέποντας ότι η αναμέτρηση δεν θα αργούσε ενίσχυσε τα στρατόπεδα, κυρίως στο Βαλτέτσι, αντιλαμβανόμενος τη στρατηγική σημασία αυτής της θέσεως.

Οι Έλληνες έφτιαξαν τέσσερα ταμπούρια, στους εκεί γύρω λόφους και στην εκκλησία του χωριού. Ο Κεχαγιάμπεης αποφάσισε να κινηθεί με μεγάλη δύναμη για να διαλύσει το στρατόπεδο στο Βαλτέτσι, στέλνοντας εμπροσθο­φυλακή το πρώτο σώμα των Τούρκων υπό του Βαρδουνιώτη Ρουμπή, και στη συνέχεια να συντρίψει την επανάσταση στη Μεσσηνία και Λακωνία. Για ενί­σχυση του πρώτου σώματος ακολούθησαν άλλα τέσσερα μαζί με τους ιππείς και πολλά πολεμοφόδια και κανόνια.

Η μάχη στο Βαλτέτσι κρίθηκε νικηφόρα για τους Έλληνες,, που για πρώτη φορά πολέμησαν οργανωμένα. Ήταν μία από τις λαμπρότερες νίκες της Ελληνικής Επανάστασης. Η επιτυχία της οφείλεται στη στρατηγική ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη, που επέμεινε να δοθεί η μάχη εκεί και στον ηρωισμό των υπερασπιστών των οχυρωμάτων κυρίως των Μαυρομιχαλαίων Κυριακούλη και Ηλία και του γέρου Μητροπέτροβα. Η σημασία της νίκης, εκτός από τα άμεσα αποτελέσματα, είχε και γενικότερο αντίκτυπο στον αγώνα. Οι Έλληνες πανηγύρισαν τη νίκη τους και γεμάτοι αυτοπεποίθηση είχαν και άλλες επιτυχίες στη συνέχεια που οδήγησαν στην άλωση της Τριπολιτσάς, όπως πέντε μέρες αργότερα αυτή στα Δολιανά και τα Βέρβαινα που αποτυπώνεται στον πίνακα από τον Ζωγράφο. (Πόλεμος του χωριού Βερβενών – του χωρίου Δολιανών, όπου αφανίσθησαν οι Τούρκοι και απέλαβαν οι Έλληνες τα δυο κανόνια – χωρίον Ρίζαις ονομαζόμενον, όπου εις αυτό έγιναν διάφοροι πόλεμοι).

Ο Κεχαγιάμπεης, ύστερα από την ήττα στο Βαλτέτσι, αποφάσισε να εκ­στρατεύσει εναντίον του στρατοπέδου των Βερβαίνων. Υπολόγιζε ότι γρή­γορα θα το διέλυε και θα έφτανε στο Μυστρά και από κει στη Μεσσηνία για να καταλάβει την επανάσταση. Ξεκίνησε, έτσι, επικεφαλής μεγάλης δύναμης και στο χωριό Ρίζες και διαίρεσε τον στρατό του σε τρία τμήματα. Ένα μέρος κατευθύνθηκε προς τα Βέρβαινα από βορρά, το δεύτερο προς τα Δολιανά με σκοπό να εισβάλει στα Βέρβαινα από Ν.Α. και το τρίτο (οι ιππείς) προς το Δραγούνι. Από τα Δολιανά, μόλις είχε περάσει ο Νικηταράς κατευθυνό­μενος προς Ναύπλιο. Γρήγορα γύρισε και οχυρώθηκε στα σπίτια του χωριού. Οι Τούρκοι νικήθηκαν και καταδιώχθηκαν με τον Νικηταρά να διακρίνεται και να μένει στην ιστορία ως τουρκοφάγος.

Πανικόβλητοι οι Τούρκοι που δέχτηκαν δεύτερη ήττα γύρισαν στην Τριπολιτσά. Το σχέδιο καθόδου στη νότια Πελοπόννησο είχε αποτύχει. Η διπλή νίκη των Ελλήνων στα Δολιανά και στα Βέρβαινα επισφράγιζε τη νίκη του Βαλτετσίου.

Ο κλοιός γύρω από την Τριπολιτσά άρχισε να σφίγγει επικίνδυνα για τους Τούρκους. Αρχές Ιουνίου, τα ελληνικά στρατόπεδα προωθήθηκαν σε πλησιέστερες προς την Τριπο­λιτσά θέσεις. Απεικονίζονται στον πίνακα και αυτές. Αυτή των Τρίκορφων στους Αγίους Θεοδώρους, του Βαλτετσίου στον Άγιο Βλάση, του Λεβιδίου στην Επάνω Χρέπα και τον Βερβαίνων στις θέσεις Στενό, Βερτσοβά και Ρίζες (κοντά στο όρος Παρθένι). Τέλος, δημιουργήθηκε στρατόπεδο στα Νέσταινα. Οι χωρικοί των γειτονικών περιοχών πρόσφεραν ό,τι μπορούσαν με προ­θυμία για τις ανάγκες των αγωνιστών. Στον πίνακα, απεικονίζονται ακόμα χωριά του κάμπου, όπου περιφέρονταν οι Τούρκοι και τα έκαιγαν καθώς και τα Τρίκορφα, όπου γυναίκες φέρουν νερό των πολεμιστών Ελλήνων.

Την εποπτεία των οικονομικών προβλημάτων είχε αναλάβει ο Κανέλλος Δεληγιάννης ενώ την ανάγκη προμήθειας πυρομαχικών οι αδελφοί Σπηλι­ωτόπουλοι με τους Δημητσανίτες. Οι Έλληνες νικούσαν τους Τούρκους στις μεμονωμένες εξόδους για ανεφοδιασμό.

Με την άφιξη του Δ. Υψηλάντη στα Τρίκορφα, η πολιορκία έγινε συστη­ματικότερη. Ύστερα από τη νίκη στη Γράνα, στις 10 Αυγούστου, οι Τούρκοι δεν επιχείρησαν πάλι να βγουν από τις πύλες του τείχους για ανεφοδιασμό. Η πείνα, οι επιδημίες και οι διχόνοιες μεταξύ Τούρκων και Αλβανών, που ήθελαν συμβιβασμό, οδηγούσαν στη γραμμή παράδοσης της πόλης.

Στον πίνακα αυτό αφηγούνται ζωγραφικά από τον Δ. Ζωγράφο με τις υποδείξεις του Μακρυγιάννη όλα αυτά τα γεγονότα. Έχουμε την παράταξη της πολιορκίας από Μύτικα – Τεγέα – Μανθυρέα μέχρι Βαλτέτσι καθώς και τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές. Ανάμεσά τους αναφέρεται και ο ίδιος ο Ζωγράφος.

Ο Δ. Δημητρακάκης τον αναφέρει στα απομνημονεύματά του στο περιστατικό στο σπίτι του Κιαμήλ (Μπέη της Κορίνθου) όπου μπαίνοντας οι Έλληνες κατά την άλωση «τον βρήκαν να καπνίζει ναργιλέ με τους Πα­νούτσο Νοταρά και άλλους προεστούς της Κορίνθου που ήταν αιχμάλωτοι. Διέταξε τότε να τους κεράσουν και ένας σκλάβος του τραγούδησε το τρα­γούδι της Σκλαβιάς που συνεκίνησε πάντες και εδάκρυσαν οι περισσότεροι. Τότε ο εκ Βορδωνίας Ζωγράφος είπε: Άι μπέη μου, αυτά είναι του Θεού απο­φάσις και δεν πρέπει να βλασφημούμε. Λυπούμαι καημένε του απάντησε ο Κιαμήλ, γιατί δεν θέλησα να χαλασθή ο Μοριάς από τους Αλβανούς, αλλιώς θα έφερνα και τον ίδιο τον Σουλτάνο. Ξέρω τι θα πάθω· όμως ο Θεός θα παι­δέψει και τα ξουλούμια (αδικίες των Τούρκων) και την αναχαρίστηση (αχαρι­στία των Μωραϊτών)».

Ο Γ. Τσαρούχης αναφέρει πως: η αξία της ζωγραφικής κρίνεται πάντοτε από την ορθότητα με την οποία ο ζωγράφος βλέπει τα χρώματα της πραγματικότητας, και την ικανότητα της λογικής του να τη μετουσιώνει σε ορθές αρμονίες, κι ακόμα να βρίσκει τα κατάλληλα υλικά που τις αποδίδουν πίστα.

Στην περίπτωση του Ζωγράφου του Μακρυγιάννη βρισκόμαστε μπροστά σε έναν καλλιτέχνη με πλούσια χαρίσματα ζωγραφικά με μια ευγενική παρά­δοση πιο βαθιά απ’ τα μοτίβα και τους φανατισμούς, που δέχτηκε μια παραγ­γελία από έναν εμπνευσμένο και γεμάτο πίστη καπετάνιο. Τα ωραία πλήρη σχήματα με τα οποία ο Ζωγράφος αποδίδει τις υποδείξεις του Μακρυγιάννη, η σχεδόν ασυναίσθητη απόδοση του ενθουσιασμού και της πίστεως του στρατηγού με πετυχημένους συνδυασμούς χρωμάτων και σχημάτων δείχνουν ότι είναι καλλιτέχνης. Πιάνει επ’ αυτοφώρω την ελληνική ψυχή, όπως εμφανί­ζεται σ’ έναν υπέροχο εκπρόσωπο της, το Μακρυγιάννη.

Οι χαρτογραφίες αυτές εκφράζουν κάτι παραπάνω από τα αντικείμενα και τα θέματα. Κά­ποιες μεγάλες γραμμές που καθορίζουν δέντρα ή ομάδες στρατιωτών εκφρά­ζουν κάτι ανάλογο με μία κίνηση χορευτή του τσάμικου ή του ζεϊμπέκικου. Ο στρατηγός δεν του ζήτησε μόνο τις μάχες που να διαβάζονται καθαρά. Του ζήτησε κυρίως αυτό, μα δεν είπε και όχι σαν του πρόσφερε την ανεξήγητη γλύκα της ρωμέικης ψυχής που καμιά δοκιμασία δεν μπορεί να αφανίσει.

 

Βιβλιογραφία


  • Η ελληνική ζωγραφική 1832 – 1922, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.
  • Ελληνική Τέχνη – Ζωγραφική 190ς αιώνας, Εκδοτική Αθηνών.
  • Μιλτιάδης Παπανικολάου: Ιστορία της Τέχνης στην Ελλάδα, εκδόσεις Αδάμ.
  • Οι Μεγάλοι Έλληνες Ζωγράφοι, Πινακοθήκη του Νέου Ελληνισμού: Παναγιώτης Ζωγράφος, Εκδόσεις Μέλισσα.
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους – Η Ελληνική Επανάσταση (1821 -1832) τομ. ΙΒ, Εκδοτική Αθηνών.
  •  Δ. Σιγαλού, Η Σπάρτη και η Λακεδαίμων, Αθήναι 1959.
  • Νίκος Δ. Ματθαίος, Ο Πρωτοκλέφτης Ζαχαριάς, η εποχή του και το 21, Αθήνα 1998.
  • Ν. Σπηλιάδη – Ιστορία Ιερού Αγώνος.
  • Δ. Δημητρακάκη – Απομνημονεύματα.
  • Θ. Κολοκοτρώνη – Διήγησις Συμβάντων Ελληνικής Φυλής 1770 – 1836.
  • Απομνημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη.

 

* Μεταξία Παπαποστόλου

47ο Συνέδριο της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων με τίτλο, «Το 21 στα Γράμματα και στις Τέχνες», πραγματοποιήθηκε  για υγειονομικούς λόγους διαδικτυακά, από τις 4 έως τις 7 Νοεμβρίου του 2021. Πρακτικά,  Σεμινάριο 47, «Το 1821 στα γράμματα και στις τέχνες», Αθήνα 2023, σσ. 359-366.   

Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

* Η Μεταξία Παπαποστόλου γεννήθηκε στη Σπάρτη το 1964. Σπούδασε µε υποτροφία φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τµήµα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών. Είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Από το 1988, υπηρέτησε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Έχει συγγράψει βιβλία και άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά. Έχει αναπτύξει κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα. Υπήρξε πρόεδρος της ΕΛΜΕ Λακωνίας, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λακωνίας, νομαρχιακή σύμβουλος, δημοτική σύμβουλος και αντιδήμαρχος Σπάρτης. Είναι γραµµατέας του Δ.Σ. του Σαϊνοπουλείου Ιδρύµατος και ταµίας της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων.

 

Διαβάστε ακόμη:

 


Viewing all articles
Browse latest Browse all 636

Trending Articles