Quantcast
Channel: Ιστορία – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 629

Από την Κίο της Βιθυνίας στη Νέα Κίο της Αργολίδας 

$
0
0

Από την Κίο της Βιθυνίας στη Νέα Κίο της Αργολίδας 


 

 «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Φιλοξενούμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» την διάλεξη του Δικηγόρου και τ. Δήμαρχου Νέας Κίου κ. Γιώργου Μανινή, που πραγματοποιήθηκε στο Σύλλογο Αργείων «Ο ΔΑΝΑΟΣ», στις 8 Δεκεμβρίου 2024, με τίτλο:

 

«Από την Κίο της Βιθυνίας στη Νέα Κίο της Αργολίδας» 

  

«Είδα βούρλα ως το μπόι μου όταν βγήκαμε στον τόπο αυτό που ζούμε τώρα, άκουσα χορωδίες βατράχων ολονύχτιες, τσακαλιών σπαρακτικές κραυγές. Είδα πράσινα στεκούμενα νερά. Γιατί μεταξύ των τόσων τόπων που γυρίσαμε για την ίδρυση της Νέας Κίου, αυτός εδώ μας αιχμαλώτισε; Μήπως ο ιερός Ερασίνος μας θύμισε τον Ασκάνιό μας; Μήπως το Κεφαλάρι μάς ζωντάνεψε το μικρό Κεφαλάρι της Άγιας-Παρασκευής μας, που καθρέφτιζε στα γάργαρα νάματά του τη θεία μορφή του Αργείου Ύλα: Ή μήπως το πλατανοσκέπαστο παρεκκλήσι του Αγίου Παντελεήμονα, εδώ, στο πλάγι μας, μας θύμισε το ανάλογο της πατρίδος;»  Γράφει ο Χρήστος Δελής, πρώτος Κοινοτάρχης της Νέας Κίου.

Ο Παύλος Παλαιολόγος, σε επιφυλλίδα της εφημερίδας «Βήμα», το 1955, αναφέρεται, επικαλούμενος τον Χρήστο Δελή, στην τραγική ειρωνεία της μοίρας για την ίδρυση της Νέας Κίου, δίπλα στην πατρίδα του Ύλα, του Αργείου μυθικού ήρωα της Αργοναυτικής εκστρατείας, εξ αιτίας της αρπαγής του οποίου από της νύμφες, ιδρύθηκε η Κίος της Βιθυνίας.

 

Κίος, τελευταία μέρα πριν από την εγκατάλειψη. Δημοσιεύεται στο: «Κίος η αλησμόνητη», Εκδόσεις Δωδώνη, 1995.

 

Γεώργιος Αθάνας, ποιητής: Ποίημα «Κίος», από την ποιητική Συλλογή του «Αίνος και θρήνος», που εξέδωσε το 1972, λόγω της επετείου των 50 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή:

 

Άι, σεις απ΄την  ψαρόβαρκα,

όμορφος είν΄ο κόλπος,

κι όμορφη εκεί στην κόχη του

η ασπρoφορούσα πόλη!

Μια και έτυχε και πέρασα,

πέστε μου τ’ όνομά της.

«Γκέμλεκ» μου ξεφωνίσανε

μονόλογα οι ψαράδες.

Τα κύματα όμως φλοίσβησαν

και σ΄άλλη γλώσσα είπαν:

«Η Κίος των Αργοναυτών,

η Κίος είναι, ξένε».

 

«Ναυπλιακά Χρονικά», τοπική εφημερίδα του Ναυπλίου, φύλλο με ημερομηνία 17 Ιουλίου 1955, όπου στο άρθρο «Μια Κοινότης με τον φτωχώτερο Προϋπολογισμό και την πλουσιώτερη δράση», ο αρθρογράφος εξαίρει την ανάπτυξη της Νέας Κίου, μιας Κοινότητας με τόσο μικρό γεωργικό κλήρο «που είχε να δημιουργήσει τα πάντα εκ του μηδενός, πώς κατώρθωσε να μετατρέψει την θρασομανούσα βουρλοτοπιά σε χωράφια γόνιμα, που ξαφνιάζει τον επισκέπτη, που αναρωτιέται κατάπληκτος: Πότε και πώς μπήκε τόση τάξη στο Βάλτο;Πώς ξεφύτρωσαν τόσες γέφυρες και γεφυρίδια; Πώς αποστραγγίσθησαν και χαλικοστρώθησαν τόσες αρτηρίες αγροτικές που ήσαν χείμαρροι αδιάβατοι, που δεν μπορούσε ούτε σούστα να κινηθεί; Ο γνωστός επί αιώνας «Βάλτος» απεστραγγίσθη. Η Λερναία ηύρε τον Ηρακλή της». Και καταλήγει ο αρθρογράφος στην αναγκαιότητα της οδικής σύνδεσης της Ν. Κίου με το Ναύπλιο, θεωρώντας τη Ν. Κίο ως «έναν  οικονομικό παράγοντα πρώτης τάξεως δια την ενίσχυσιν του Ναυπλίου οικονομικώς», όπως επί λέξει αναφέρει.

Εφημερίδα «Καθημερινή», φύλλο της 25ης Δεκεμβρίου 2011:Ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του   Yale (Γέιλ) Στάθης Καλύβας, σε άρθρο του, αναφερόμενο στην τότε σοβούσα οικονομική κρίση, μεταξύ άλλων, γράφει:

 

«Είναι πιθανό πως η επανεκκίνηση από κοινές μηδενικές βάσεις μέσα σε συνθήκες σχετικής οργάνωσης παρήγαγε μιαν έφεση προς τη συλλογική δράση, η οποία κατόρθωσε να επιβιώσει. Την αίσθηση αυτή αποκόμισα πριν από μερικά χρόνια στη διάρκεια έρευνάς μου στην Αργολίδα. Το μόνο προσφυγικό χωριό της περιοχής, η Νέα Κίος, είναι γνωστό στην περιοχή για τη νοικοκυροσύνη του και την πρόοδό του, παρά το γεγονός ότι δημιουργήθηκε στη χειρότερη δυνατή περιοχή, τη μόνη διαθέσιμη τότε, ένα έλος». Και καταλήγει: «Θα άξιζε να ερευνηθεί η «προσφυγική υπόθεση», και αν ναι, να αναζητήσουμε σ΄αυτήν τα στοιχεία που θα μας βοηθήσουν να αλλάξουμε τη χώρα μας».

 

Στέλιος-Σταύρος Καλαϊτζής, λογοτέχνης: Απόσπασμα από το ποίημα «Ν. Κίος», από τη Συλλογή «Στον απόηχο της αλήθειας», που εκδόθηκε το 2007:

 

«Το έλος ελουλούδιασε,

η λάσπη εχορτάριασε,

η ομορφιά σ΄αγάπησε,

Κίος το όνομα σου».

  

Κυρίες και Κύριοι

Αν σας μπέρδεψα λίγο με τα παραπάνω ανακατεμένα αποσπάσματα, διάσπαρτα χρονικά και θεματικά, ζητώ συγγνώμη. Θα προσπαθήσω, με τις μικρές δυνατότητές μου, με πυξίδα την καρδιακή αγάπη για τον τόπο μου, να ξεμπερδέψουμε το κουβάρι, απαντώντας σε ένα βασανιστικό ερώτημα: Ποια είναι η πατρίδα μου; Ποια είναι η πατρίδα των προγόνων μου; Άραγε βρίσκεται στις εκβολές του Ασκάνιου ποταμού, στον μυχό του Κιανού κόλπου της Προποντίδας ή εδώ, δίπλα μας, στις εκβολές του Ερασίνου, στον μυχό του Αργολικού;

Και άραγε, γιατί επιμένω να αναφέρομαι σε μία Κίο, την «ενιαία ένθεν κακείθεν του Αιγαίου»; Μήπως είμαι υπερβολικός ή απλά αιθεροβάμων; Κι αν είμαι, πώς εξηγείται 100 και πλέον άτομα, στην επίσκεψη μας το 2007 στην Κίο της Βιθυνίας, να γδέρνουν με τα νύχια τους το έδαφος, κάτω από τα πλατάνια, που στέκουν ακόμα αγέρωχα και που βρίσκονταν μπροστά από εκεί που κάποτε ήταν ο ναός της «Οδηγήτριας», για να πάρουν μαζί τους λίγο χώμα από την πατρίδα των προγόνων τους; Πώς εξηγείται, η Σμαρώ να μην έχει πλύνει ακόμα τις κάλτσες της, όταν τις έβρεξε στη θάλασσα του Μαρμαρά, εκεί πίσω από τον βυζαντινό ναό του Αγίου Αβερκίου, στους Ελεγμούς της Κίου, πίσω από τον «Αγιαβέρκη», όπως τον έλεγε η γιαγιά η  Σμαρώ, εκμυστηρευόμενη ότι εκεί έδινε τα πρώτα της ραντεβουδάκια με τον παππού τον Γιώργο;

Κιανοί 1920.

Η Νέα Κίος αποτελεί την ιστορική συνέχεια της Κίου της Μ. Ασίας. Χτίστηκε το 1926 και κατοικήθηκε το 1927. Οι πρώτοι κάτοικοι της ήταν πρόσφυγες από την Κίο της Μ. Ασίας και την γύρω περιοχή (χωριά Ελεγμοί, Πελαδάρι και Κατιρλί), ενώ ένα άλλο τμήμα των πρώτων κατοίκων, που εγκαταστάθηκαν λίγο αργότερα, προήρχετο από τα χωριά της χερσονήσου της Ερυθραίας (Τσεσμέ, Βουρλά, Μελί, Κάτω Παναγιά, Σαλμάνι, Μποϊνάκι, Σαζάκι, Μουρδουβάνι, Γενή Λιμάνι, τα χωρία δηλαδή της περιοχής των Καράμπουρνων, που βρισκόταν στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου της Ερυθραίας).

Οι αλησμόνητες πατρίδες και ιδιαίτερα η Κίος της Μ. Ασίας αποτελούσαν ανέκαθεν πηγή έμπνευσης και δημιουργίας, αφού η άποψη που προσπαθήσαμε να καλλιεργήσουμε, περί της «ενιαίας ένθεν κακείθεν του Αιγαίου Κίου», βρήκε αρκετούς συνοδοιπόρους.

Η Κίος της Μ. Ασίας ήταν μια ανεπτυγμένη παραλιακή πόλη, στην ιδιαίτερα ελληνοκατοικημένη περιοχή της Βιθυνίας, κτισμένη στο μυχό του Κιανού κόλπου της Προποντίδας, στις εκβολές του Ασκάνιου ή Κιανού ποταμού, ξεκινώντας από τις παρυφές του Αργαθώνιου όρους και καταλήγοντας στη θάλασσα, αποτελώντας το επίνειο της Προύσας, ενώ υπήρξε σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής, είχε δε έντονη πνευματική και πολιτιστική ζωή, με μεγάλα εκπαιδευτήρια (Παρθεναγωγείο, που σώζεται μέχρι σήμερα και πρόσφατα αναπαλαιώθηκε, Αρρεναγωγείο, μπάντα αρρένων κλπ.).

Μακραίωνη είναι η ιστορία της Κίου. Ιστορικά στοιχεία αναφέρουν ότι ιδρύθηκε από τους Μιλησίους το 630 π.Χ. Μαζί της ασχολήθηκε ο Αριστοτέλης γράφοντας την «Κιανών Πολιτεία», μια μελέτη  που δυστυχώς δεν έχει διασωθεί και αναφέρεται στην ίδρυση της Κίου και το πολίτευμα της, που εντυπωσίασε τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, αφού έμοιαζε πολύ με εκείνο της Αθήνας, καθώς επίσης και για το ευέλικτο και έξυπνο φορολογικό της σύστημα. Ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος ωστόσο, που έζησε τον 1ο αι. π.Χ., σχολίασε τη μελέτη αυτή (από τη μελέτη αυτή γνωρίζουμε το εν λόγω έργο του Αριστοτέλη)  και αναφέρει ότι η ίδρυση της Κίου αποδίδεται στους Μιλησίους. Πιο συγκεκριμένα, λέει ότι οι Μιλήσιοι, κατά την περίοδο 700-500 π.Χ. βρίσκονταν στο απόγειο της δύναμής τους και εγκαταστάθηκαν σε αρκετές πόλεις του Βοσπόρου όπως την Πρίαπο, την Αρτάκη, την Κύζικο, τη Μιλητόπολη, την Άβυδο, την Προκόννησο, τον Αστακό τη Χαλκηδόνα και την Κίο. Κατά τον Στράβωνα, το όνομα της πόλης οφείλεται στον Κίο, στρατηγό των Μιλησίων. Ο Ηρόδοτος (βιβλ. Ε΄), αναφέρεται στην ίδρυση της Κίου, αποδίδοντάς την στους Αργοναύτες. Τελικά φαίνεται ότι η πόλη ιδρύθηκε από τους Αργοναύτες και κατόπιν ενισχύθηκε και ολοκληρώθηκε από τους Μιλησίους.

 

Οι σημαντικότερες αποικίες στον Ελλήσποντο και την Προποντίδα.
Αρχαϊκή και Κλασική εποχή: 700 – 300 π.χ.

 

Το χρυσό νόμισμα που είχε κόψει είναι ενδεικτικό της ανάπτυξής της, αφού λίγες πόλεις της Αρχαιότητας είχαν κυκλοφορήσει χρυσό νόμισμα. Τα νομίσματά της (και αργυρά και χρυσά), που βρέθηκαν σε διάφορα απομακρυσμένα λιμάνια της αρχαιότητας, μέχρι την Αίγυπτο και τη Φοινίκη, μαρτυρούν την μεγάλη ακμή της, που συνεχίστηκε μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή.

 

Ελληνικές αποικίες της Προποντίδας.

 

Σημαντική πηγή πλούτου της η αναπτυγμένη σηροτροφία, αφού η Κίος βρισκόταν στο βόρειο άκρο του  «δρόμου του μεταξιού», αλλά και τα σπουδαία ναυπηγεία της, όπου εκεί κατασκευαζόταν το μεγαλύτερο μέρος του Οθωμανικού στόλου. Επίσης η Κίος παρήγαγε και παράγει σημαντικής ποιότητας ελιές. Σήμερα οι επιτραπέζιες βρώσιμες ελιές του Gemlik, θεωρούνται οι καλύτερες της Τουρκίας και εξάγονται σε όλο τον κόσμο. Να τονισθεί ότι, ενδεικτικό της σπουδαιότητας της Κίου στον αρχαίο κόσμο είναι το γεγονός ότι υπήρξε μέλος της Συμμαχίας της Δήλου. Στο Μουσείο της Ακρόπολης εκτίθεται ανάγλυφη  στήλη, που βρέθηκε στα Προπύλαια και αναφέρεται στο γεγονός της συμμαχίας της Κίου με την Αθήνα, το 406/405 π.Χ., στην οποία αποτυπώνεται ένας γέροντας (εκπροσωπώντας τον Δήμο των Κιανών) να δίνει το χέρι στη θεά Αθηνά, ενώ υπάρχει και σχετική επιγραφή.

Κατά τη Μυθολογία η Κίος ιδρύθηκε από τον Αργοναύτη Κίο, κατά τη Αργοναυτική εκστρατεία. Εδώ έρχεται στο νου μας  ο όμορφος μύθος του Ύλα, στον οποίο οφείλει την ίδρυσή της η Κίος, όπως αναφέρει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στα «Αργοναυτικά» (στίχοι 131, 1207, 1258, 1350, 1354) και στα «Ορφικά Αργοναυτικά» (στίχοι 229 και 634-657).

 

Ο Ύλας και οι Νύμφες. Giulio Romano, περίπου 1600-1700, χαρακτικό. Ρώμη, Biblioteca casanatense.

 

Ο Αργοναύτης Ύλας, μέλος του πληρώματος της Αργούς, μαζί με τον Ιάσονα, τον Ηρακλή και τους άλλους Αργοναύτες, κατέβηκε κι αυτός, όταν η Αργώ σταμάτησε στον Κιανό κόλπο, για να φτιάξει καινούργιο κουπί ο Ηρακλής από τα περίφημα δέντρα της Βιθυνίας. Εκεί, παίρνοντας τη στάμνα του για να πάρει νερό από τις πηγές του Ασκάνιου ποταμού, τον άρπαξαν οι Νύμφες, θαμπωμένες από τη θεϊκή ομορφιά του. Περίλυπος ο Ηρακλής κι οι άλλοι, μάταια τον έψαχναν.

 

Ο Ύλας και οι Νύμφες. Ρωμαϊκό μωσαϊκό από τη Saint-Romain-en-Gal, Γαλλία, 3ου αι. μ.Χ.

 

Ο Antoninus Liberalis, μυθογράφος του 2ου ή 3ου  μ.Χ. αιώνα, που έγραψε στα ελληνικά, αναφέρει ότι οι Νύμφες, επειδή φοβήθηκαν μήπως ο Ηρακλής ανακαλύψει την κρυψώνα τους, μεταμόρφωσαν τον Ύλα σε ηχώ και αυτή ενεργοποιούνταν κάθε φορά που ο Ηρακλής τον φώναζε. Κι ενώ οι Αργοναύτες έπρεπε να φύγουν για να συνεχίσουν το ταξίδι τους για την Κολχίδα, άφησαν εκεί τον Αργοναύτη Κίο να συνεχίσει την αναζήτηση. Εις μάτην όμως. Ο Ύλας δεν βρέθηκε ποτέ. Όμως ο Κίος, ιδρύοντας την πόλη και δίνοντάς της το όνομά του, όρκισε, με αιώνιο όρκο τους Κιανούς εφήβους, να μη πάψουν ποτέ ν΄αναζητούν τον Ύλα. Γι΄αυτό άλλωστε, μέχρι το 1922, στην Κίο, στις αρχές της Άνοιξης, διοργάνωναν τη γιορτή του Ύλα, μέσα στο δάσος. Η τραγική ειρωνεία της Ιστορίας είναι ότι ο Ύλας ήταν Αργείος. Λες και αυτός ο όρκος της αναζήτησης, έκανε τους Κιώτες, χιλιάδες χρόνια μετά, να στήσουν τη νέα πατρίδα στην Αργολίδα, δίπλα στο Άργος, όπως στην αρχή ακούσατε για τις αναφορές του δημοσιογράφου Παύλου Παλαιολόγου στην επιφυλλίδα του «Βήματος», και όπως έμμετρα με γλαφυρότητα και νοσταλγία αναφέρει ο Χρήστος Δελής, δημοσιογράφος και λογοτέχνης, πρώτος Κοινοτάρχης της Ν. Κίου, στο ποίημά του «Ύλας».

 

Ι

Το κάλλος Σου αντιφέγγισαν του Ασκανίου τα νερά,

κι’ ευώδιασε τον ύπνο σου η  σγουροπράσινη «αγριά».

Το «βούτιμον» κι ο «κύπειρος». Και νύμφη εφυδατία,

της Αργαθώνειας πηγής, «έαρ ορόωσα Νυχεία»

κι η ξεμαυλίστρα η Μαλίς κι η παιγνιδιάρα Ευνίκα,

εκστατικές στην ομορφιά και στην ουράνια γλύκα,

                                     με μια παράφορη κραυγή

                                    και ξέφρενους ερωτισμούς,

                                     σαν έσκυψες προς την πηγή,

                                     Σε πνίξαν μ΄ εναγκαλισμούς. 

Κι ο σπαραγμός του Ηρακλή στο βραδινό το θάμπος,

βροντή απ΄τον βιθυνικό τον Όλυμπο εκύλα

                                    στο βραδινό το θάμπος

κι αντιβοούσαν οι πλαγιές κι ο Κιώτικος ο κάμπος:

                                    «Ύλα! Και πάλιν Ύλα!…»

Κι οι Κιανοί νοσταλγικά θρηνολογούν ως σήμερα

την ομορφιά τη γόησσα, την οπτασία χίμαιρα

(τόξα τα φρύδια  Απόλλωνα, τα βλέφαρα μπιμπίλα!)

κι ως έφηβό τους  χθόνιο

σ’ ανακαλούν υψώνοντας τον θρήνο ως το Αργαθώνιο

                                    Ύλα! Ξανθέ μας Ύλα!

Κι ώρκισαν τους εφήβους των κι από τα δύο τα φύλα

πως δε θα κουραστούν ποτές για Σε να ψάχνουν Ύλα,

βλαστέ του Θειοδάμαντα και σπλάχνο της Αλκμήνης,

ισόθεε της ομορφιάς και της αντρειωσύνης.

ΙΙ

Αγόρι της Αργολικής! Ποιο μάγο  παραμύθι

                                    με την Αργώ κάποια βραδιά

                                    στης Κίου την ψιλαμμουδιά

                                    μαζί σου απεκοιμήθη;

Ποιων θρύλων ανακύκλισμα σκοτώνοντας τη Λήθη,

μας τύλιξε στ΄αράχνινα της Νοσταλγίας νήματα

και φοβισμένα, ανέγνωμα, κυνηγημένα πλήθη

δαρμέν’ από τα κύματα μες σε «θαλάσσια ξύλα»,

                                    μάς έφερε κάποιαν αυγή

                                    στην άγια πατρική σου γη,

                                    ‘Υλα! Ξανθέ μας Ύλα!

ΙΙΙ

Κι σύ Ερασίνε ιερέ και Συ, γλυκειά Αμυμώνη,

που μια νυχτιά απαλύνατε τον ύπνο τον τραχύ μας

και τ΄αλμυρό γλυκάνατε της προσφυγιάς μας κλάμα

                                    στο δροσερό Σας νάμα,

ακούστε τον προφητικό το λόγο που υψώνει

η άγια Μνήμη στο ξανθό αγόρι και παιδί μας:

«Ωραίε κι Αρχαγγελικέ! μας έταξεν η Μοίρα

τον πόνον απιθώνοντας στην πατρική σου θύρα

(που βάλσαμο παρηγοριάς κι ελπίδας ν’ απομείνη

στον γέρο Θειοδάμαντα και  στην καλήν Αλκμήνη)

να φέρουμε το μήνυμα της γης μας  της Βιθυνικής:

«‘Ήρως της Περιπέτειας της πρώτης Πανελληνικής

και σύμβολο ακατάλυτο  μιας Ομορφιάς θεοτικής,

                                    το Μύθο να υφαίνει

ο Μιδεάτης έφηβος, ο Ύλας δεν πεθαίνει!»

Κι αν όλα γύρω αλλάξουνε, μια θεία ανατριχίλα

αιώνια θ’ αναφτερά μες στης καρδιάς τα φύλλα

για σένανε, Απολλώνιε και Παγανέ μας Ύλα!

Ξύπνα, Ξανθέ κι Απόκοσμε, και νοιώσε μας και μίλα μας

                                    ‘Υλα, δικέ μας , Ύλα μας!

 

Για εμάς τους νεώτερους η αναζήτηση του Ύλα αποτελεί μια διαρκή  πνευματική αναζήτηση μέσα από την Ιστορία μας και τις ρίζες μας, διαδικασία που σήμερα είναι αναγκαία όσο ποτέ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι το σήμα του καποδιστριακού Δήμου Νέας Κίου ήταν η Αργώ, η ιστορική ποδοσφαιρική ομάδα της Νέας Κίου, που ιδρύθηκε το 1933  λέγεται «Αργοναύτης», με έμβλημά του την Αργώ, το σινεμά μας λεγόταν «Αργώ», όπως «Αργώ» λέγεται και το ξενοδοχειακό συγκρότημα της Δημοτικής Επιχείρησης στην πλατεία της Νέας Κίου, στην οποία κυριαρχεί ένα όμορφο γλυπτό της γλύπτριας Θέλξης Θεοχάρη στο συντριβάνι της Νέας Κίου, που παραπέμπει στην Αργώ.

Η ιστορία αυτή, της αρπαγής του Ύλα από τις Νύμφες, υπήρξε δημοφιλής στη λογοτεχνία. Ο Προπέρτιος τραγούδησε για την άτυχη περιπέτεια του νεαρού Ύλα στην «Μονόβιβλό» του, ο Θεόκριτος αναφέρεται στον μύθο αυτό στο 13ο Ειδύλλιό του, αναφέροντας χαρακτηριστικά στον 72ο στίχο «κάλλιστος Ὕλας μακάρων ἀριθμεῖται»,ο Νίκανδρος ο Κολοφώνιος στα «Ετερειούμενα» και ο Νόννος στα «Διονυσιακά». Χαρακτηριστική για τη δημοτικότητα του μύθου στη λογοτεχνία είναι η φράση του Βιργίλιου  στην Αινειάδα «cui non dictus Hylas puer» (Ποιος δεν ξέρει για το νεαρό Ύλα). Ίσως δε μπορούσε να φανταστεί ότι μπορεί να μην τον ξέρουν οι απόγονοι του Νεοέλληνες…

Το θέμα επίσης ενέπνευσε πολλούς ζωγράφους, που έχουν απεικονίσει την αρπαγή του  Ύλα από τις Νύμφες, με πιο γνωστό εκείνον του  John William Waterhouse, που εκτίθεται στην Manchester Art Gallery, ενώ  σχετικό ψηφιδωτό έχει βρεθεί στην Πομπηία.

 

Ο Ύλας και οι Νύμφες. John William Waterhouse, 1896, λάδι σε μουσαμά. Manchester Art Gallery 1896.

 

Ο Στράβων στα «Γεωγραφικά» του (12.4.3.) δίνει μια διαφορετική εκδοχή στο μύθο, υποστηρίζοντας ότι ο Κίος ήταν επίσης σύντροφος του Ηρακλή και βρέθηκε μαζί του στην Αργώ, ο οποίος, όταν γύρισε από τη χώρα των Κόλχων, έμεινε εδώ και έχτισε την ομώνυμη πόλη.

Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Κίος διατήρησε το όνομά της από την μυθολογία μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή αναλλοίωτο. Για λίγα χρόνια μετονομάσθηκε σε «Προυσιάδα επί θαλάσση» (τέλη 3ου αι. π.Χ.), αλλά και αυτό ποτέ δεν έγινε αποδεκτό από τους κατοίκους της.

Κατά τη ρωμαϊκή εποχή η Κίος απέκτησε φήμη και έγινε αγαπημένος καλοκαιρινός τόπος αναψυχής για τους Ρωμαίους ηγεμόνες. Διαπρεπείς φιλόσοφοι από την Κίο, όπως ο Ασκληπιάδης και ο Φλάβιος Άρχιππος, κατάφεραν να εξασφαλίσουν πολλά οφέλη για την πόλη, όπως την επαναφορά του αρχικού ονόματός της. Από τις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. (112 μ.Χ.) ο χριστιανισμός άρχισε να εξαπλώνεται ταχύτατα στην περιοχή της Βιθυνίας, την οποία επισκέφτηκε ο Απόστολος Παύλος. Ο Πλίνιος, ο Ρωμαίος διοικητής της Κίου, ζήτησε οδηγίες από τον αυτοκράτορα Τραϊανό προκειμένου να σταματήσει τον εκχριστιανισμό της περιοχής. Το αποτέλεσμα ήταν πολλά θύματα να πληρώσουν «φόρο αίματος» και να προστεθούν στον μεγάλο κατάλογο των χιλιάδων μαρτύρων της Βιθυνίας.

Μετά την εγκαθίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την επικράτηση του χριστιανισμού ως της θρησκείας του κράτους, η Κίος έγινε έδρα αρχιεπισκοπής. Ο πρώτος αρχιεπίσκοπος ήταν ο Κύριλλος, που συμμετείχε στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η έδρα της Μητρόπολης Νικαίας μεταφέρθηκε από τη Νίκαια στην Κίο και παρέμεινε έτσι μέχρι την Μικρασιατική καταστροφή.

Κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η πόλη απέκτησε μεγάλη σημασία, λόγω της θέσης της, και συνέχισε να αποτελεί αγαπημένο τόπο αναψυχής και για τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες. Ο Ιουστινιανός ίδρυσε εκεί μία στρατιωτική σχολή, η οποία λειτούργησε για 37 χρόνια, ενώ η εξαιρετική γεωγραφική της θέση ήταν η αιτία, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, να αποτελέσει το μήλο της έριδος ανάμεσα στους ηγεμόνες της περιοχής, καθώς και στους Βυζαντινούς αυτοκράτορες και τους εχθρούς τους, υφισταμένη τις συνεχείς εισβολές των Γότθων και των Αράβων, τις καταστροφές και τις λεηλασίες των Σταυροφόρων και των Σελτζούκων.

Οι Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα.

Η πόλη, που σήμερα αριθμεί πάνω από 120.000 κατοίκους, κατεβαίνει από τους πρόποδες του Αργαθώνιου όρους και φθάνει στη θάλασσα, εκεί όπου την αγκαλιάζει ο  Κιανός κόλπος, στις εκβολές του Ασκάνιου ή Κιανού ποταμού, που πηγάζει από την Ασκάνια λίμνη (στις ανατολικές όχθες της οποίας βρίσκεται η φημισμένη πόλη της Νίκαιας) και εκβάλλει στον Κιανό κόλπο. Από το Αργαθώνιο όρος προερχόταν το φημισμένο μάρμαρο somaki (άσπρο-μαύρο), που αποτέλεσε πηγή πλούτου για την Κίο, ενώ στο όρος αυτό είχαν στήσει το δικό τους μοναστήρι οι τρεις αδελφές παρθένες αγίες, Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα, (γιορτάζουν στις 10 Σεπτεμβρίου), όπου και μαρτύρησαν. Ναός τους υπήρχε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα στο διπλανό χωριό Αρμουτλί, ενώ σε παρακείμενα ιαματικά λουτρά (τα «Χιλιά», όπως τα έλεγαν, δίπλα στην αρχαία πόλη Πύθιο), οι μορφές τους εικονίζονταν  σε ένα όμορφο ψηφιδωτό του δαπέδου.

Οι πληροφορίες σχετικά με τον πληθυσμό της Κίου, κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής, είναι συγκεχυμένες. Άλλοι αναφέρονται σε 8.000 κατοίκους και άλλοι σε 12.000. Όλοι όμως συμφωνούν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Έλληνες, ενώ οι υπόλοιποι ήταν Τούρκοι, Αρμένιοι και λίγοι Εβραίοι. Άλλωστε η περιοχή της Βιθυνίας, μαζί με την περιοχή της χερσονήσου της Ερυθραίας, ήταν τα πιο ελληνοκατοικημένα τμήματα της Μ.Ασίας.

Σήμερα ονομάζεται Gemlik. Οι εκδοχές για την τούρκικη ονομασία της Κίου είναι δύο, είτε ότι προέρχεται από τη λέξη gomlek (=πουκάμισο), λόγω των εξαιρετικών μεταξωτών ενδυμάτων που παρήγαγε, είτε από τη λέξη gemi (=πλοίο) ή gemici (=ναυπηγείο), λόγω της ναυτικής της ανάπτυξης. Δυστυχώς, το όνομα που διατήρησε επί χιλιάδες χρόνια, σήμερα δεν υπάρχει. Είναι όμως παρήγορο που αρκετοί τούρκοι κάτοικοι της σήμερα, θυμούνται και τιμούν το όνομά της. Ήταν συγκινητικό, όταν την επισκεφθήκαμε, να συναντήσουμε ταβέρνα με το όνομα «Κίος». Επίσης συγκινητικό ήταν που το κασκόλ που μας χάρισε η τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, έγραφε το όνομα «Κίος», αφού έτσι ονομάζεται το κλαμπ των φιλάθλων. Άλλωστε η ιστορία και η μνήμη, δεν αφορά μόνο τους Έλληνες, αλλά και τους καλόπιστους Τούρκους.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον διάλογό μου  με έναν τούρκο ταξιτζή στην Προύσα. Ο ταξιτζής με ρώτησε από πού είμαι κι εγώ του απάντησα ότι είμαι Έλληνας και ήρθα να επισκεφθώ κυρίως τον τόπο των προγόνων μου το Gemilk (αναφέροντας ευγενικά την τουρκική ονομασία της Κίου). Και ο ταξιτζής μου απαντά: «Κίος»! Εγώ χαμογελώντας και δοκιμάζοντας μια ευχάριστη έκπληξη, τον ρώτησα από πού είναι και αυτός. Κι ο τούρκος μου απαντά: «Τρίγλια». Εγώ ανταπαντώ: «Ζεϊντίμπεγι» (η τούρκικη ονομασία της Τρίγλιας, που σημαίνει «γη της ελιάς»). Και ο ταξιτζής επιμένει: «Τρίγλια»! Ρωτώντας τον ξαφνιασμένος για την επιμονή του στα ελληνικά ονόματα,  ο τούρκος ταξιτζής μου δίνει την εξαιρετική απάντηση: «Εγώ είναι Τούρκος και είμαι περήφανος γι΄αυτό. Όμως είμαι περήφανος που ζω και κατάγομαι από μέρη με ιστορία χιλιάδων ετών. Γι΄αυτό κάναμε μεγάλο λάθος που αλλάξαμε τα ελληνικά ονόματα». Και όλα αυτά από έναν νεαρό τούρκο του μεροκάματου!

Η Κίος σήμερα, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί μία μεγαλούπολη και οι σημερινές τουρκικές δημοτικές αρχές προσπαθούν να περιορίσουν την συνεχή αύξηση του πληθυσμού (το Αργαθώνιο όρος χτίζεται συνεχώς) και να διατηρήσουν και να αναπαλαιώσουν όσα παλαιά στοιχεία της πόλης σώζονται και το κάνουν με μεγάλη επιτυχία.

Στο ιστορικό κέντρο της Κίου, ευτυχώς σώζονται κάποια σημαντικά κτήρια των Ελλήνων, μεταξύ των οποίων το περίφημο Παρθεναγωγείο της Κίου (σήμερα έχει αναπαλαιωθεί με άριστο τρόπο από το Δήμο του Gemlik και χρησιμοποιείται για πολιτιστικές εκδηλώσεις), το νοσοκομείο των Ελλήνων (σήμερα έχει αναπαλαιωθεί και χρησιμοποιείται ως Ιεροδιδασκαλείο), η επισκοπική κατοικία, που σήμερα στεγάζεται εκεί μία Τεχνική Σχολή, το σπίτι του Αναστάσιου Πινάτση, τελευταίου Δήμαρχου της Κίου, που σήμερα χρησιμοποιείται ως ξενώνας από τον Σύλλογο Δασκάλων και απέναντι ο ναός του Αγ. Ιγνατίου του εκ Κίου, που σήμερα χρησιμοποιείται ως τζαμί. Εκεί, κοντά στον Αγ. Ιγνάτιο, σε μία όμορφη περιοχή με πλατάνια και πολλούς καφενέδες (ακούγαμε από τους παππούδες μας για τον καφενέ του Μπέη, που λειτουργεί μέχρι σήμερα), στο Μπαλούκ-Παζάρ (η παλιά Ιχθυαγορά της Κίου)  υφίσταται ακόμα και το παλιό Επισκοπείο, σε κακή κατάσταση. Μάθαμε ότι ο Δήμος προτίθεται να το αναπαλαιώσει. Το Επισκοπείο με τον Αγ. Ιγνάτιο συνδεόταν με υπόγεια σήραγγα, που σήμερα έχει καταστραφεί, λόγω των έργων ανάπλασης της περιοχής.  Ο Αγ. Ιγνάτιος είναι η μοναδική εκκλησία που σώζεται, αφού ήταν καινούρια ως κτίσμα, κατά το 1922 (κατασκευάστηκε το 1920) και οι Τούρκοι τη διατήρησαν  για τις δικές τους ανάγκες (για να λειτουργήσει ως τζαμί). Είναι καλά διατηρημένη και έχουν διασωθεί όλα τα αρχιτεκτονικά της στοιχεία (είναι τρίκλιτη  βασική με τρούλο), εκτός από τις αγιογραφίες βέβαια, λόγω της ανεικονικότητας της μουσουλμανικής θρησκείας.

Ευρυσθένης Λασκαρίδης

Δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί άλλες εκκλησίες της Κίου, και είχε πολλές, 17 τον αριθμό, όπως  αναφέρει ο Ευρυσθένης Λασκαρίδης, ανθυπίατρος του Πολεμικού Ναυτικού, στο δίτομο έργο του «Κιανά»,  με τις πιο σημαντικές εκείνες  της Οδηγήτριας, της Παζαριώτισσας, του Αγ. Γεωργίου, του Προφ. Ηλία, του Προδρόμου κλπ.  Ούτε και το μεγάλο κτήριο του Αρρεναγωγείου έχει διασωθεί, αλλά ούτε και το σπουδαίο Διοικητήριο.

Μεγαλύτερη και μεγαλοπρεπέστερη εκκλησία της Κίου ήταν η Οδηγήτρια. Κι αυτή σήμερα δεν υπάρχει. Υπάρχουν όμως ακόμα τα πλατάνια της. Τρία αιωνόβια πλατάνια, ανάμεσα στα οποία ήταν τα δυο καμπαναριά του ναού. Κι εκεί, που σήμερα είναι η αυλή του Παρθεναγωγείου και ενός σχολείου που έχει χτιστεί παραδίπλα, στο μνημείο για τον Κεμάλ Ατατούρκ, υπάρχουν οι  βυζαντινές μαρμάρινες κολώνες από το τέμπλο της Οδηγήτριας και στη βάση το μάρμαρο του σολέα, από την Ωραία Πύλη.

Πίκρα και συγκίνηση νιώθει ο καθένας όταν τα βλέπει… Εκεί, στην Οδηγήτρια, στις μεγάλες γιορτές γινόταν «μονοκκλησιά», με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Νικαίας, αφού η Κίος,όπως προαναφέρθηκε, ήταν έδρα της Μητρόπολης Νικαίας από τον 15ο  αιώνα και μετά, με τελευταίο Μητροπολίτη τον Βασίλειο (κατά κόσμο Βασίλειο Γεωργιάδη), τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Βασίλειο Γ’ (1925-1929). Ο Βασίλειος ήταν αυτός που, ως Μητροπολίτης Νικαίας, υποδέχθηκε τον Ελληνικό στρατό στην Κίο, τον Μάιο του 1919. Η ένδοξη Νίκαια, με το πέρασμα των χρόνων και ιδιαίτερα μετά την Άλωση, έφθινε, για τούτο και κρίθηκε αναγκαία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η μεταφορά της έδρας της Μητρόπολης στην αναπτυσσόμενη Κίο. Για να γίνει αυτό αντιληπτό, αξίζει να αναφερθεί ότι, κατά την περίοδο της επανάστασης του 1821, η Κίος αριθμούσε  πέντε ενορίες, ενώ η Νίκαια μόλις μία. Κάπου εκεί, κοντά στην Οδηγήτρια, ήταν και το μικρός ναός της Θεομάνας, η εικόνα της οποίας μεταφέρθηκε στη Νέα Κίο.

Κοντά στην κεντρική αγορά (παζάρι) της Κίου υπήρχε η εκκλησία της Παναγίας της Παζαριώτισσας, που ήταν ο Μητροπολιτικός Ναός της Κίου. Σήμερα έχει κατεδαφιστεί και έχει ανεγερθεί στη θέση της ένα εμπορικό κέντρο. Όμως στο υπόγειό της υπάρχουν τα ερείπια του ναού, τα οποία έχουν διατηρηθεί και έχουν καλυφθεί με χοντρό γυάλινο δάπεδο, για να μπορεί κανείς να τα δει.  Κάτι είναι κι αυτό…

Χρήστος Ανδρούτσος (1869-1935).

Περιδιαβαίνοντας την παλιά πόλη, ανακαλύπτει κανείς τις αριστοκρατικές συνοικίες του Μπαλούκ-παζάρ και της παραλιακής Καραντίνας και τη λαϊκή συνοικία του Γενή-μαχαλά, ενώ λίγο πιο έξω ψάχνει να βρει την δροσερή Αγυιά με τα γάργαρα νερά και τα πλατάνια της. Μέσα από τα σοκάκια του και την όμορφη  προκυμαία (μετά τον διωγμό του 1922, έχει γίνει μεγάλης έκτασης επιχωμάτωση της θάλασσας και έχει δημιουργηθεί μία παραθαλάσσια περιοχή με πάρκα, εστιατόρια, καφετέριες κλπ., ενώ παλιά τα παραλιακά σπίτια της Κίου ήταν σχεδόν δίπλα στο κύμα),  έρχεται στο μυαλό ο σπουδαίος Κιανός θεολόγος, φιλόσοφος και συγγραφέας  Χρήστος Ανδρούτσος (1869-1935), καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αφού προηγουμένως διετέλεσε καθηγητής στη Χάλκη και τη Λειψία, τα συγγράμματα του οποίου ακόμα διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο, αλλά και ο σπουδαίος λαϊκός συνθέτης Γιάννης Παπαϊωάννου, που γεννήθηκε στην Κίο το 1913 και που μέχρι τον θάνατό του την μελετούσε πάντα με καημό και νοσταλγία, όπως μας έχει πει η θυγατέρα του Χρύσα Παπαϊωάννου.

 

Γιάννης Παπαϊωάννου (Κίος Μικράς Ασίας, 18 Ιανουαρίου 1913 – Πέραμα, 3 Αυγούστου 1972).

 

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου, μέχρι τον πρόωρο θάνατό του (σκοτώθηκε στις 3 Αυγούστου του 1972, σε ηλικία 59 ετών, σε ένα τραγικό δυστύχημα στο Πέραμα) διατηρούσε στενούς δεσμούς  με τη Ν. Κίο και την επισκεπτόταν συχνά. Σχετικά άγνωστο, αλλά πολύ αξιόλογο και το τραγούδι «Όμορφή μου Κιωτοπούλα», που έχει γράψει. Επίσης, περπατώντας μέσα στους μαχαλάδες της Κίου, έρχονται στο νου τα τόσο όμορφα  έθιμα, που πολλά έχουν διατηρηθεί στη Νέα Κίο, όπως εκείνο της καύσης του Βαραββά, κατά την περιφορά του Επιταφίου την Μ. Παρασκευή, και της κατάδυσης του τιμίου Σταυρού, κατά την ημέρα των Φώτων, με έναν ιδιαίτερο τρόπο, αφού φέρει βαρίδια με αποτέλεσμα να ανασύρεται από τον βυθό και να γίνεται «μάχη» των κολυμβητών για την ανάσυρσή του. Πολλά στοιχεία για την κοινωνική και πολιτιστική ζωή της Κίου, μπορεί να αντλήσει κανείς, εκτός από τα «Κιανά» του Ευρυσθένη Λασκαρίδη και από τα τρία βιβλία του Βασιλείου Κουλιγκά  «Κίος η Αλησμόνητη», «Κίος-Αναμνησεις ενός Μικρασιάτη» και «Κίος-Σκόρπιες μνήμες» (εκδόσεις «Δωδώνη»).

 

Ο συγγραφέας Βασίλης Κουλιγκάς, με την οικογένειά του. Δημοσιεύεται στο: «Κίος η αλησμόνητη», Εκδόσεις Δωδώνη, 1995.

 

Με λίγα λόγια η Κίος, σήμερα Gemlik, εντυπωσιάζει, τόσο γι΄αυτό που ιστορικά ξέρουμε, όσο και γι΄αυτό που βλέπει κανείς,  αφού πρόκειται για μία μεγάλη εμπορική πόλη, που σφύζει από κίνηση και ζωή, ενώ στο ιστορικό της κέντρο διατηρεί αρκετά στοιχεία από το ελληνικό παρελθόν της. Δικαίως ήταν, και παραμένει, το επίνειο της Προύσας, ενώ αποτελεί το επίκεντρο μίας ξεχωριστής αλυσίδας όμορφων χωριών, με ελληνικούς  κατά το πλείστον πληθυσμούς πριν τον διωγμό του 1922, όπως τα Μουδανιά, η Τρίγλια (η πατρίδα του μαρτυρικού Χρυσοστόμου Σμύρνης), η Σιγή και οι Ελεγμοί ή Λιγουμοί, πατρίδα της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ, που ανακηρύχθηκε επίτιμη δημότης Νέας Κίου τον Ιανουάριο του 2009.

Εκεί, στους Ελεγμούς (σήμερα το χωριό λέγεται Kursunlu και αποτελεί σημαντικό παραθεριστικό θέρετρο) δίπλα στη θάλασσα, διασώζεται μέχρι σήμερα ένα καταπληκτικό μνημείο, ο ναός του Αγίου Αβερκίου.

Ο Αγ. Αβέρκιος, λίγο γνωστός στον πολύ κόσμο, ήταν επίσκοπος Ιεραπόλεως, έζησε τον 2ο  μ.Χ. αιώνα και είχε σημαντική ιεραποστολική δράση, γι΄αυτό αναφέρεται ως Ισαπόστολος. Θεωρείται ο προστάτης των οινοπαραγωγών, γιατί η μνήμη του είναι στις 22 Οκτωβρίου, όταν ανοίγουν τα καινούργια κρασιά. Δεν είναι τυχαίο ότι ναός του υπάρχει και στη Σαντορίνη, όπου τιμάται ιδιαίτερα. Πρόκειται για έναν καταπληκτικό βυζαντινό ναό του 9ου αιώνα, ημιερειπωμένο μεν, αλλά διατηρούντα σημαντικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, ο οποίος, στον περιβάλλοντα χώρο του, είναι διάσπαρτος με αρχαίους κίονες, σαρκοφάγους  και άλλα σπαράγματα αρχαιοελληνικά, ρωμαϊκά και βυζαντινά. Η αψίδα του ανατολικού μετώπου της εκκλησίας πλαισιώνεται από συμμετρικούς θολωτούς χώρους στα βόρεια και τα νότια, οι οποίοι σώζονται μέχρι σήμερα.  O Kyril Α. Manco, που  επισκέφθηκε την περιοχή το 1962 και το 1967, παρουσιάζει στο έργο του «Τhe Monastery of St. Abercius at Kursunlu (Elegmi) in Bithynia» (1968) φωτογραφίες με κάποιες υπέροχες τοιχογραφίες, από τον δέκατο έβδομο ή τον δέκατο όγδοο αιώνα. Οι τοιχογραφίες έχουν σχεδόν εξαφανιστεί σήμερα. Ίχνη τους παραμένουν στους θόλους και τα παράθυρα των τόξων. Είναι κρίμα αυτό το μνημείο  (το οποίο έχει κηρυχθεί ως διατηρητέο μνημείο από την Τουρκική Κυβέρνηση, όπως μαρτυρεί επιγραφή που έχει τοποθετηθεί) να μην έχει αναπαλαιωθεί μέχρι σήμερα. Γνωρίζουμε ότι γίνονται προσπάθειες για την αναπαλαίωσή του, ιδιαίτερα από κάποιους φωτισμένους τούρκους της περιοχής και από τον Σύλλογο Aνταλλάξιμων της Κίου «Η Ρούμελη» (περιλαμβάνει απογόνους ανταλλαξίμων τούρκων που έφυγαν από την Ελλάδα, κυρίως την Κρήτη και της Ήπειρο, μετά τη συνθήκη της Λωζάνης και την ανταλλαγή των πληθυσμών) και τον Πρόεδρό του Ahmet Cakmac, προσπάθειες που, δυστυχώς μέχρι σήμερα, δεν έχουν ευδοκιμήσει.

 

Το μοναστήρι του Αγίου Αβερκίου στους Ελιγμούς της Βιθυνίας.

 

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή μεγάλο μέρος των κατοίκων της Κίου εγκαταστάθηκαν στην Παραλία Κατερίνης, στην Ιτέα, στην Καλαμαριά, στο Βόλο κλπ., ενώ ένα σημαντικό τμήμα τους εγκαταστάθηκε τελικά στη Ν. Κίο, έναν υποβαθμισμένο βαλτότοπο, όπως οι περισσότερες περιοχές που εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες. Ο Χρήστος Δελής, πρώτος Κοινοτάρχης της Ν. Κίου, όπως αναφέρθηκε στην αρχή, γράφει, για την επιλογή του χώρου, μετά περιπλανήσεις 5 και πλέον ετών, ότι, παρ’ ότι η περιοχή ήταν ένας άγριος βαλτότοπος, εν τούτοις τους γοήτευσε, γιατί τους θύμιζε έντονα την πατρίδα. Ο Αργολικός τον δικό τους Κιανό κόλπο, ο Ερασίνος ποταμός τον δικό τους Ασκάνιο, το Κεφαλάρι του Άργους με την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής το δικό τους Κεφαλάρι της Αγ. Παρασκευής, αλλά και το ξωκλήσι του Αγ. Παντελεήμονα που βρήκαν (αν αυτό δεν αποτελεί ειρωνεία της μοίρας) ζωντάνευε στη μνήμη τους το αντίστοιχο ξωκλήσι του δικού τους Αγ. Παντελεήμονα στην Κίο… Τελικά, τίποτε δεν είναι τυχαίο σε τούτο τον κόσμο…

Όπως προαναφέρθηκε, η Νέα Κίος κατοικήθηκε το 1927. Πολλοί πρόσφυγες, περιμένοντας να ολοκληρωθεί η κατασκευή των σπιτιών από την ΕΑΠ (Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων), εγκαταστάθηκαν προσωρινά στο παλιό ιπποφορβείο του Καποδίστρια, το μετέπειτα εργοστάσιο «Πελαργός», χωρίζοντας πρόχειρα τους χώρους της κάθε οικογένειας με «μπαντανίες», που  κρέμονταν από τα ζευκτά του κτιρίου, όπως μαρτυρεί ο Γεράσιμος Καραμέλης, στο βιβλίο του «Ο Πελαργός της Νέας Κίου», που εκδόθηκε το 2011.

 

Το πρώτο ιπποφορβείο της Ελλάδας στο Τημένιο Άργους. Φωτογραφία: Αριστείδης Λάιος (1871-1965). Αρχείο: Γ. Πειρούνη.

 

Οι αρχικοί κάτοικοι της Νέας Κίου προήρχοντο από την Κίο της Βιθυνίας. Από τα επίσημα στοιχεία της απογραφής του 1928, δηλ. μόλις ένα χρόνο μετά την έναρξη της κατοίκησης της Νέας Kίου, προκύπτει ότι το σύνολο των κατοίκων της ήταν 1.048 άτομα, εκ των οποίων 501 άνδρες και 547 γυναίκες (ευχαριστώ τον φίλο Μπάμπη Αντωνιάδη για τα στοιχεία  που μου έδωσε).

 

Οικογένεια Κιωτών.

 

Πολλοί από τους πρόσφυγες της Κίου είχαν ήδη εγκατασταθεί σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, και είχαν τρόπον τινά τακτοποιηθεί εκεί, με αποτέλεσμα πολλά από τα σπίτια να μείνουν αδιάθετα. Έτσι ακολούθησε ένα άλλο τμήμα προσφύγων από τα ευλογημένα χώματα της χερσονήσου της Ερυθραίας και την περιοχή των Καράμπουρνων, με αποτέλεσμα να υπάρχει και ο σχετικός ανταγωνισμός, στην αρχή τουλάχιστον.

Οι Κιώτες ήταν κυρίως κοσμοπολίτες, αφού η Κίος, ως αναπτυγμένη παραθαλάσσια πόλη, σε μικρή απόσταση  (μόλις 90 χιλιομέτρων ) από την Κωνσταντινούπολη και πολύ κοντά στην Προύσα (σε απόσταση περίπου 20 χιλιομέτρων) είχε ιδιαίτερα αναπτυγμένο επίπεδο ζωής και αρκετές επαφές με την Ευρώπη, κυρίως τη Γαλλία, ενώ οι της Ερυθραίας, προερχόμενοι κυρίως από χωριά και αγροτικές περιοχές ήσαν πιο απλοϊκοί και καλοκάγαθοι. Έχουν μείνει στην ιστορία τα πειράγματα των μεν προς τους δε… Οι Κιώτες αποκαλούσαν τους άλλους «ντουρντούρια», ενώ οι Καραμπουρνιώτες του Κιώτες «αούγκια». Επειδή δε τα τμήματα της Ν. Κίου, γύρω στην πλατεία και προς την παραλία είχαν διατεθεί σε Κιανούς, αφού ήσαν οι πρώτοι κάτοικοι, οι Καραμπουρνιώτες αποκαλούσαν την περιοχή «Κολωνάκι» οι δε Κιώτες, την περιοχή που είχαν εγκατασταθεί οι υπόλοιποι, ως «Κορέα». Να μην ξεχνάμε ότι η σκωπτική διάθεση ήταν ιδιαίτερα έντονη, κυρίως στους Κιανούς. Ήσαν μεγάλα πειραχτήρια. Αν ανατρέξει κανείς στα σκωπτικά και σατυρικά ποιήματα του Χρήστου Δελή (εξέδιδε άλλωστε ολόκληρη σατυρική εφημερίδα στην Κωνσταντινούπολη, το «Άνω-Κάτω» και το σατυρικό περιοδικό «Περίδρομος», υπογράφοντας με το ψευδώνυμο «Τρελός», αυτοσαρκαζόμενος σχετικά με το επώνυμό του – Δελής στα τούρκικα σημαίνει τρελός-) θα το διαπιστώσει.

 

Οικογένεια Κιανών περίπου το 1912.

 

Θα πει κανείς, μα αυτοί οι άνθρωποι είχαν την όρεξη για ανταγωνισμούς και πειράγματα, μέσα στη δυστυχία της προσφυγιάς, τον αγώνα της επιβίωσης, τσαλαβουτώντας μέσα στις λάσπες του βάλτου; Κι όμως είχαν… Και έτσι επιβίωσαν!

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι η ταβέρνα του Βαλσαμή στην παραλία, συνομήλικη περίπου με τη Νέα Κίο, κάθε βράδυ ήταν γεμάτη και η τσιμεντένια πίστα μπροστά της έσφυζε από χορό, κυρίως με τους αγαπημένους χορούς των προσφύγων, το Χασάπικο, το Χασαποσέρβικο και το φοξ αγγλέ. Λέγεται ότι πολλοί ντόπιοι έρχονταν στη Νέα Κίο και ακροβολίζονταν πίσω από τους ευκαλύπτους της παραλίας για να δουν «πώς χορεύουν οι πρόσφυγες»! Και το πλέον εντυπωσιακό: Χόρευαν ΚΑΙ γυναίκες! Αυτό αν δεν ήταν σκάνδαλο, για τα ήθη της εποχής…

 

Νέα Κίος.

 

Απέναντι από την ψαροταβέρνα του Βαλσαμή, ξεκινούσε η περίφημη εξέδρα, που για πολλά χρόνια απετέλεσε το «σήμα κατατεθέν» για τη Νέα Κίο. Ένα πραγματικό κομψοτέχνημα μες στη θάλασσα, με όμορφα ξύλινα κάγκελα και παγκάκια, όπου οι Κιανοί και πολλοί επισκέπτες απολάμβαναν τις βόλτες τους και  το καλοκαίρι οι νεαροί, στο τέρμα της, έκαναν τις βουτιές τους. Δυστυχώς η εξέδρα αυτή σήμερα δεν υπάρχει. Η πεζή αντίληψη του εκσυγχρονισμού την αντικατέστησε με ένα ψυχρό μπετόν, ενώ μπορούσε να επισκευαστεί και να συντηρηθεί και να παραμείνει στη θέση της.

 

Καλοκαιρινή βαρκάδα! Πίσω η παλιά ξύλινη εξέδρα.

 

Κυρίες και κύριοι

Οι πρόσφυγες της Νέας Κίου κατόρθωσαν όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να γίνουν σημείο αναφοράς για ολόκληρη την περιοχή, για την αξιοσύνη τους και κυρίως για τον πολιτισμό τους.

Φάνταζε πράγματι δύσκολο, έως ακατόρθωτο, να καταφέρουν οι πρόσφυγες να επιβιώσουν και να ορθοποδήσουν. Και το έκαναν εντυπωσιακά και πολύ γρήγορα. Γι’ αυτό ο δημοσιογράφος στα Ναυπλιακά Χρονικά του 1955, όπως αναφέραμε στην αρχή, σε χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 χρόνων από την ίδρυση της Νέας Κίου διαπιστώνει αυτόν τον άθλο. «Η Λερναία ηύρε τον Ηρακλή της…». Και αυτό το κατόρθωσαν με το πείσμα και τη δύναμη της ψυχής, αφού αυτήν πήραν μαζί τους από τις πατρίδες της «καθ΄ημάς Ανατολής», μαζί με τις εικόνες τους και τα λιγοστά υπάρχοντα τους. Αλήθεια τί μπορούσε να χωρέσει σ’ έναν μπόγο…

«Κύριε, Κύριε

κι εμείς εδώ

στη μέση των μεγάλων δρόμων

λυπημένοι κι αδέξιοι

δε το άδειο δισάκι στα χέρια

μ’ ένα κλουβί αηδονιών στη ράχη

με την πλατιά μνήμη της

θάλασσας στο μέτωπο

με χέρια αθώα κι απορημένα που

δεν επαιτούν.

Μητέρα δε μας μένει τίποτα.

Πού θ’ απαγκιάσουμε:

Πού θα κοιμηθούμε: …»

γράφει ο Γιάννης Ρίτσος στο «Εμβατήριο του Ωκεανού».

Θεμέλιο της προσπάθειας των προσφύγων η αλληλεγγύη και συνεργασία, όπως επισημαίνει ο Στάθης Καλύβας το 2011, στο άρθρο που προαναφέρθηκε, θεωρώντας τη διαδικασία αυτή της αναγέννησης από το μηδεν, ως παράδειγμα προς μίμηση μέχρι σήμερα.

Στο  Λασκαρίδειο Λαογραφικό Μουσείο, που ίδρυσε ο Σύλλογος των απανταχού Κιωτών το 1982, με πρωτοβουλία και αποφασιστική συμβολή της εθνολόγου συμπατριώτισσας μας κ. Βιργινίας Ματσέλη, εκτίθενται σημαντικά κειμήλια από την αλησμόνητη πατρίδα, ενώ στον ενοριακό Ναό της «Θεομάνας-Οδηγήτριας» ευρίσκονται τέσσερις αξιόλογες παλαιές εικόνες της Παναγίας, που μεταφέρθηκαν από τους πρόσφυγες, ιεροί σύνδεσμοι της παλιάς με τη νέα πατρίδα.

Η εικόνα της «Θεομάνας», της «Κουκουζέλισσας ή Τριχερούσας» (μεγάλη εικόνα που κόπηκε στη μέση για να μεταφερθεί), της «Πορταϊτισσας», με αξιόλογο ασημοστόλισμα (ένα από τα αρχαιότερα αντίγραφα της Πορταΐτισσας των Ιβήρων, από το μετόχι που είχε η Μονή Ιβήρων στην Κίο της Βιθυνίας) και της «Ευαγγελίστριας», ενωμένο βημόθυρο από εξωκκλήσι της Κίου.

Είναι μεγάλη η ικανοποίησή μας, γιατί πριν δύο χρόνια, με την ευκαιρία της επετείου των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή, αποκτήσαμε και μία πέμπτη εικόνα, χάρη στην αποφασιστική συμβολή του συμπατριώτη μας κ. Παναγιώτη Λίτσα, Αντιναυάρχου ε.α. και πρώην Αρχηγού του Στόλου, την εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η οποία δωρήθηκε στη Νέα Κίο από το Πολεμικό Ναυτικό και τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στην οποία μέχρι τότε φυλασσόταν, και σήμερα ευρίσκεται και αυτή, μαζί με τις υπόλοιπες εικόνες, στο Ναό της Θεομάνας. Πρόκειται για μία ευμεγέθη και εντυπωσιακή εικόνα, διαστάσεων 1,60 Χ 0,80, που φιλοτεχνήθηκε το 1920 από τη Σχολή Κυριλλαίων της Νέας Σκήτης του Αγίου Όρους (μία από τις πλέον φημισμένες αγιογραφικές Σχολές των αρχών του 20ου αιώνα) και τον Αύγουστο του 1922, διασώθηκε από τους άνδρες του αντιτορπιλικού «Πάνθηρ». Είναι συγκινητικό το γεγονός ότι οι ναύτες του «Πάνθηρα», όταν μπήκαν στην εκκενωθείσα ήδη Κίο, αντί να πάρουν κάτι για τον εαυτό τους από τα άδεια πλουσιόσπιτα της Κίου, διέσωσαν την εικόνα αυτή, η οποία τους θάμπωσε με την ομορφιά της (είχε αγιογραφηθεί μόλις προ διετίας), όταν μπήκαν στο Ναό της Οδηγήτριας.

Επιτρέψατέ μου να αναφερθώ λίγο περισσότερο στην εικόνα της Θεομάνας, η οποία είναι μοναδική, κατ’ όνομα σε ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο, αλλά και μοναδική κατ’ αποτύπωση, εκπέμποντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την ορθόδοξη χαρμολύπη. Το πρόσωπο της Παναγίας, χωρίς ιδιαίτερες σκιάσεις, αλλά με απλές και λιτές γραμμές, βγάζει μια μοναδική γλυκύτητα και μια συγκρατημένη θλίψη, ανακατεμένη με ένα ελαφρό μειδίαμα, ενώ, μοναδικός επίσης είναι ο τρόπος που κρατά τον Χριστό, ένας τρόπος που δεν απαντάται σε καμμία από τις γνωστές εικόνες της Παναγίας, που καταδεικνύει ιδιαίτερη στοργή αλλά και σεβασμό, ο  δε  Ιησούς, με το ένα χέρι του στηρίζει την κεφαλή του, σα να αναλογίζεται (ποιος ξέρει τι; Το Πάθος, για το οποίο ήλθε στον κόσμο, τους πολέμους και το αίμα των αθώων, τη μικρασιατική καταστροφή…), ενώ με το άλλο χέρι Του κρατά ειλητάριο, παραπέμποντας προφανώς στο λόγο  και το Ευαγγέλιό Του.

Εικόνα της Θεομάνας.

Είναι άγνωστο το πότε φιλοτεχνήθηκε η εικόνα της Θεομάνας. Το ιστορικά διαπιστωμένο στοιχείο, από σημείωση που βρέθηκε στο πίσω μέρος της εικόνας, κατά τον καθαρισμό και συντήρησή της από τον Φώτη Κόντογλου, ο οποίος, για λόγους συντήρησης αφαίρεσε τα υπάρχοντα τμήματα του ασημοστολίσματός της (αυτά έχουν τοποθετηθεί σε αντίγραφό της που φυλάσσεται στο Ναό της Αγ. Ειρήνης), είναι ότι το 1162 ένας μοναχός από τη Νίκαια, τη μετέφερε από την Κωνσταντινούπολη στην Κίο, όπου τοποθετήθηκε σε Ναό που οικοδομήθηκε προς τιμήν της, ο οποίος αργότερα κάηκε, το 1856, η δε εικόνα βρέθηκε άθικτη μέσα στην τέφρα, στη συνέχεια δε κατασκευάσθηκε νέο ναΐδριο, κοντά στον μεγάλο ναό της Οδηγήτριας, όπου παρέμεινε εκεί η εικόνα αυτή μέχρι την μικρασιατική καταστροφή, για να διασωθεί από τη νεωκόρο Μάλαμα Μαυρουδή και να μεταφερθεί αρχικά στην Καβάλα. Μετά την ίδρυση της Νέας Κίου, με πρωτοβουλία των τότε προκρίτων του τόπου, η εικόνα μεταφέρθηκε από την Καβάλα στη Νέα Κίο, τον Δεκέμβριο του 1933, όπως αναφέρεται σε σημείωμα του τότε Κοινοτάρχη Πέτρου Παππία, που περιλαμβάνεται στα «Κιανά» του Ευρυσθένη Λασκαρίδη. Την υποδέχθηκαν στο σταθμό των τρένων στο Άργος και από εκεί, όλοι σύσσωμοι, κλήρος και λαός, την έφεραν με τα πόδια στη Νέα Κίο, όπου την τοποθέτησαν σε μικρό ναϊδριο, που για τον λόγο αυτό κατασκεύασαν, στον ίδιο χώρο που σήμερα ευρίσκεται ο καλλιμάρμαρος αυτός ναός της, που κατασκευάσθηκε από τον Απόστολο Πεζά.

Τελειώνοντας την αναφορά στη Θεομάνα, αξίζει τον κόπο να ακούσουμε ένα τμήμα μιας δημοσίευσης του Θοδωρή Κοντάρα, διακεκριμένου φιλόλογου-ιστορικού, που τον έχουμε αρκετές φορές φιλοξενήσει στη Νέα Κίο (και τελευταία στις εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή, σε ένα εξαιρετικό σεργιάνισμα στα αγιασμένα χώματα της Ερυθραίας), ο οποίος γράφει, το 2011, στην εφημερίδα που εξέδιδε ο Δήμος της Ν. Κίου, στην Κιώτικη ντοπιολαλιά:

 

«Ο λοϊσμός μου τρέχει  εκείνα τα χρόνια τα παλιά. Βλέπω κιόλας τσι Κιώτες ψαράδες, τα γεμιτζάκια, τσι γριπαροί και τσι καραβοκεροί να ντηνε περικαλάνε για το καλό ταξίδι στα μπουγάζια τση Άσπρης και τση Μαύρης Θάλασσας. Κι η χήρα, ο γέροντας, τ΄ορφανό, τ΄αρρώστου η μάνα, η κάθε Κιώτισσα μάνα, καταφεύγει στη μάνα του Θεού, που γροικά  τσι μανάδες του κόσμου αλάκερου και είναι το ποκούμπι τους, το γιαρτίμι τους κι η παρηγοριά τους. Θαρρώ πως τώρα δα αρχοντοπούλες και φτωχές νοικοκεράδες ζήτησαν τη βοήθεια και ντη συνδρομή τση Θεομάνας, για να δέσει ο κουκουλόσπορος, να βγούν τα μαμούνια, να γενούν οκάδες τα κουκούλια και τα μετάξια, να γιομώσουν μπερεκέτια τα σπίτια και τα μποτζεκλίκια της Κίος…..Ακόμα και οι τούρκοι ντηνε τιμούσανε ντη Θεομάνα μας, φέρνοντας  με τσι ντενεκέδες κερί και λάδι, μαλαματοπλούμιστα ολομέταξα κεντίδια, παράδες πολλοί, κουρμπάνια και φαγιά, να φάει γιούλο το παναήρι, για να αξιωθούνε κι αυτοί μια στάλα  απέ ντη Χάρη της. Μα το μεγαλύτερο θάμα στης είναι που ηγλύτωσε  ατή της η ίδια μέσα απέ εκείνο ντο χαλασμό και ντην απολωλάδα του ’22 κι ήρτε στην Ελλάδα, διωγμένη και κυνηγημένη απέ ντον ντόπο της, όπως τόσες άλλες προσφυγοπούλες Παναγιές, Μικρασιάτισσες και Θρακίωτισσες. Άραξε για πάντα στ΄αργολικό περιθαλάσσι, για να ναι μαζί με τσι δικοί της αθρώποι, με τα βασανισμένα προσφυγάκια ντης, κοντά στα παιδιά και στ΄αγγόνια τους, βοηθός, προστάτισσα και συντρέχτρα…».

 

Επίσης σημαντική θέση στην ψυχή μας έχουν οι τέσσερις άγιοι της Κίου, ο άγιος Ευστάθιος, επίσκοπος Κίου, ο ομολογητής Ιγνάτιος, ο οσιομάρτυρας Μακάριος (η κάρα του οποίου φυλάσσεται στη Σκήτη της Αγ. Αννας στο Άγιο Όρος, το δε 2007 είχαμε την χαρά να την υποδεχθούμε στη Νέα Κίο και να την φιλοξενήσουμε για 11 ημέρες) και ο νεομάρτυρας Αθανάσιος. Τους γιορτάζουμε όλους μαζί την Κυριακή των αγίων πατέρων της 7ης Οικουμενικής Συνόδου που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, που είναι η πρώτη Κυριακή μετά την 10η Οκτωβρίου.

 

Σύναξη των εν Κίω Αγίων. Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Κίου, Οσιομάρτυρας Ιγνάτιος, οσιομάρτυρας Μακάριος ο Νέος, νεομάρτυρας Αθανάσιος.

 

Κυρίες και Κύριοι

Χρήστος Δελής

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ σε κάποιες σημαντικές προσωπικότητες, που «σημάδεψαν» με το πέρασμά τους τη Νέα Κίο. Στον Χρήστο Δελή, πρώτο Κοινοτάρχη και ιδρυτή της Νέας Κίου ήδη αναφερθήκαμε. Αλλά εκτός από τον Χρήστο Δελή, σημαντικές προσωπικότητες ήταν η σύζυγός του Υπατία και η θυγατέρα τους Εύα. Και επειδή νιώθω ότι ήδη σας κούρασα, θα ήθελα να δώσω το λόγο σε ένα νέο παιδί, τον Κωνσταντίνο  Ματθαιουδάκη, μαθητή σήμερα της Α’ Λυκείου, να μας παρουσιάσει την εργασία που αυτός, μαζί με άλλους συμμαθητές του έκαναν πέρσι, στο Γυμνάσιο Νέας Κίου, με την καθοδήγηση των καθηγητών τους, για τους Δελήδες. Εξ άλλου αυτό είναι πλέον το ζητούμενο. Οι νέοι άνθρωποι να συνεχίσουν στο δρόμο της γνώσης και της μνήμης. Και η πρωτοβουλία αυτή των μαθητών είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική.

Αγαπητέ Κωνσταντίνε έχεις το λόγο.

 

Καλησπέρα σας

Ονομάζομαι Ματθαιουδάκης Κωνσταντίνος, είμαι πρώην μαθητής του ημερησίου Γυμνασίου Νέας Κίου και ιδιαίτερα ευγνώμων που βρίσκομαι στο βήμα αυτού του ιστορικού συλλόγου. Η παρούσα εργασία, αποτελεί μέρος μιας εκτενούς εργασίας, η οποία, μας έδωσε τη δυνατότητα να συμμετάσχουμε κατά το σχολικό έτος 2023-2024, σε δύο εθνικά μαθητικά συνέδρια, με υπεύθυνες καθηγήτριες την κ. Κλειάσσιου Γαρυφαλλιά, την κ. Βελλίνη Άννα και την κ. Κατσίγιαννη Ευαγγελία. Αρχικά, κατά τη διάρκεια της 4ημερης επίσκεψής μας στην Κωνσταντινούπολη, συμμετείχαμε στο εθνικό, εκπαιδευτικό δίκτυο δράσης «Κωνσταντινούπολη – Θεσσαλονίκη, μια εκπαιδευτική συνύπαρξη – Πολίτες της Πόλης, Έλληνες της Οικουμένης».

Εν συνεχεία, στις 20-21 Απριλίου, στο 2ο Πανελλήνιο, μαθητικό, υβριδικό συνέδριο «Έλα να σου μιλήσω για τον τόπο μου», που διοργάνωσε το πειραματικό ΓΕ.Λ. του Πανεπιστημίου Πατρών. Η συμμετοχή μας και στα δύο συνέδρια ήταν μια μοναδική εμπειρία για εμάς τους μαθητές, που σίγουρα θα μας συνοδεύει σε όλη μας τη ζωή. Πιο συγκεκριμένα, θα προβάλουμε μια εξέχουσα, πνευματική προσωπικότητα του τόπου μας, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιμόρφωση και εμψύχωση των κατοίκων της Νέας Κίου, στο ταπεινό της ακόμα ξεκίνημα…

Θα σας παρουσιάσουμε ενδεικτικά μέρος της εργασίας μας σχετικά με τον πολυδιάστατο βίο της συγγραφέας Υπατίας Δελή. Το Γυμνάσιο της Ν. Κίου, πήρε το όνομα της συγγραφέα ύστερα από την εγκύκλιο ονοματοδοσίας των σχολείων το 2008.

Η Υπατία Δελή, ήταν σημαντική ποιήτρια μικρασιατικής καταγωγής, που ασχολήθηκε στο έργο της, με τα ερωτηματικά της ζωής… Γεννήθηκε το 1886 στο Βαφεοχώριο ενώ στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά της στη νεοσύστατη κωμόπολη της Ν. Κίου.

 

Υπατία Δελή, 1930.

 

Ήταν κόρη μορφωμένων ανθρώπων, ενώ παράλληλα και τα αδέλφια της ακολούθησαν μία πορεία σχετική με τα γράμματα. Μάλιστα, ο αδελφός της, Αδαμάντιος, εργάστηκε ως ένας από τους πρώτους στενογράφους του ελληνικού κοινοβουλίου. Παντρεύτηκε το 1921 στην Κωνσταντινούπολη τον δημοσιογράφο Χρήστο Δελή και μαζί απέκτησαν μια κόρη την Εύα, της οποίας την τύχη θα δούμε στην πορεία.

Ο σύζυγός της Χρήστος, γεννήθηκε στην Κίο της Βιθυνίας το 1887. Ύστερα από την εγκατάσταση του στη Ν. Κίο, ανέλαβε τα καθήκοντα του πρώτου προέδρου της Κοινότητας Νέας Κίου. Μάλιστα, ήταν αυτός που ίδρυσε το πρώτο μεταξουργείο της Ν. Κίου. Εξάλλου η σηροτροφία και η επεξεργασία μεταξιού, ήταν σπουδαία οικονομική δραστηριότητα. Οι πρόσφυγες μετέφεραν την τεχνογνωσία και δημιούργησαν το πρώτο εργοστάσιο, το οποίο δυστυχώς καταστράφηκε στην κατοχή. Για την εκτροφή μεταξοσκωλήκων, φυτεύτηκαν σε όλο το χωριό μουριές, πολύ συνηθισμένη εικόνα για τα πεζοδρόμια του νέου συνοικισμού.

Η κόρη της οικογένειας Δελή, Εύα, σε ηλικία μόλις δύο ετών μεταφέρθηκε μαζί με τους γονείς της στην Αργολίδα. Στη συνέχεια της ζωής της, σπούδασε στην Αθήνα, ωστόσο ύστερα από τη μόλυνσή της με φυματίωση, απεβίωσε σε ηλικία μόλις 19 ετών.

Όσον αφορά στο λογοτεχνικό της έργο, η Υπατία Δελή, δημοσίευσε την πρώτη και μοναδική της ποιητική συλλογή το 1966. Άλλα της έργα βρίσκουμε ακόμα και σε τοπικές εφημερίδες της εποχής. Επιπλέον, δημοσιεύτηκαν και 45 λογοτεχνικά κείμενά της στο περιοδικό «Νέα Εστία». Άλλα της διηγήματα δημοσίευσε και η αδελφή της Τατιάνα Σταύρου.

Στην περίοδο της κατοχής, το ποιητικό της έργο, ήταν αυτό που στήριξε το εθνικό φρόνημα των Κιωτών προσφέροντας στιγμές ψυχικής ανάτασης στους απελπισμένους, σκλαβωμένους Κιώτες. Αξιοσημείωτη είναι η εκτίμηση των Γερμανών στο πρόσωπο της Υπατίας, λόγω του μορφωτικού της επιπέδου.

Η Υπατία Δελή αποτελούσε τον ουσιαστικό φάρο γνώσης, τόσο για τους Κιώτες, όσο και για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής, μαζί με την αδελφή της, Τατιάνα.

Όντας κοινωνικά ευαίσθητη, προσέφερε τα βιβλία της στο δημοτικό σχολείο. Αυτή της η ευαισθησία αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι αγωνίστηκε προσωπικά για την καταπολέμηση της ελονοσίας στην περιοχή!

Η Υπατία Δελή, ύστερα από τη λήξη του Β’ Π.Π., κατηύθυνε αγγλικές δυνάμεις στο να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της νόσου. Έτσι λοιπόν, ψεκάστηκε η περιοχή και από τότε λέγεται πως εξαλείφθηκε η νόσος στην Αργολίδα!

Σε ανοικτή της επιστολή, η Υπατία Δελή, εκφράζει τη μεγάλη της ανησυχία για την κακή χρήση της δυναμικά ανερχόμενης τεχνολογικής ανάπτυξης. Η επιπολαιότητα και η ανεξέλεγκτη τεχνολογική πρόοδος, χωρίς ανθρωπιστικό χαρακτήρα και απόλυτα εμπορευματικοποιημένη, ίσως αποτελέσουν στο μέλλον ουσιαστική απειλή!

Ύστερα από το θάνατο του συζύγου της Χρήστου, και διανύοντας τα τελευταία της χρόνια, μετακόμισε μαζί με την αδελφή της, στην Αθήνα. Απεβίωσε τελικά στη Νέα Κίο της Αργολίδας, το 1972. 

Οφείλω ιδιαίτερες ευχαριστίες στον κ. Γιώργο Μανινή, δικηγόρο και πρώην Δήμαρχο της Ν. Κίου, για το ότι με ενέπνευσε να ασχοληθώ με το πνευματικό παρελθόν της Ν. Κίου και με ενθάρρυνε να βιώσω αυτό το οποίο ο ίδιος διατείνεται ως «Η Κίος του πολιτισμού»! Από αυτό το βήμα απευθύνω ανάλογες ευχαριστίες σε όλους τους αρμόδιους φορείς. Τέλος, ευχαριστώ όλους εσάς για την προσοχή σας.

———————————

Τατιάνα Σταύρου.

Θυμάμαι σαν όνειρο την κυρία Υπατία, όταν ήμουν μικρό παιδί. Φαινόταν μία δυναμική και σπουδαία γυναίκα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τότε πόσο πόνο ψυχής έκρυβε, αφού έχασε τόσο πρόωρα, το 1940, σε ηλικία μόλις 19 ετών, το μοναδικό παιδί της, την Εύα, κάτι που την σημάδεψε σε όλη της ζωή της. Και να πούμε στο σημείο αυτό ότι η Εύα Δελή ήταν ένα χαρισματικό πλάσμα, πρωτοπόρα για την εποχή της. Στη Νέα Κίο είναι κάτι σαν θρύλος. Λένε κολυμπούσε επί ώρες και έφθανε σχεδόν μέχρι το Μπούρτζι. Είχε προλάβει να γράψει κι αυτή ποίηση, τα δε ποιήματά της δημοσίευε στα «Ηραία» του Άργους και στα «Νεοελληνικά γράμματα» και η θεία της, η Τατιάνα Σταύρου, σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ είχε επίσης προλάβει να μεταφράσει πολλά ποιήματα του Αρθούρου Ρεμπώ και την «Κυρία με το Ριπίδι» του Ανατόλ Φράνς. Αλλά και κάτι άλλο, ιδιαίτερα σπουδαίο. Αν διαβάσει κανείς το ποίημα «Fata Morgana» του Νίκου Καββαδία, μετά από το πρώτο μέρος του, που έχει μελοποιηθεί από τη Μαρίζα Κωχ, συναντά ένα στίχο «Πάντα οι κυκλώνες έχουν γυναικείο όνομα. Εύα από την Κίο». Είναι συγκλονιστικό, γιατί όπως φαίνεται ο Ν. Καββαδίας τη γνώρισε και γοητεύθηκε από αυτήν, αφού η Εύα σπούδαζε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, γιατί ήθελε να γίνει καπετάνισσα. Αλήθεια πόσο πρωτοποριακό για την εποχή!

Στη μοναδική Συλλογή που είχε εκδώσει η Υπατία Δελή το 1966, το «Μηνολόγιον», μεγάλο μέρος της αναφέρεται στη θυγατέρα της. Ένα απόσπασμα από ένα χαρακτηριστικό ποίημα, που τιτλοφορείται «Εύα», παρακαλώ την αγαπητή Πέννυ Γαβρίλη, την οποία ευχαριστώ και για την όλη επιμέλεια του φωτογραφικού υλικού, να μας διαβάσει.

 

                   Ι

Φέρτε τ’ ασημένιο τάσι

να το λούσουμε

τρίκλωνο σειρήτι να του δέσουμε

τα μικρά πλεξούδια

άμπαρη και μόσκο

να του χύσουμε

να μυροβολήσει ο κόσμος

να τ’ ακούσει τ’ ώριο βασιλόπουλο

και καβάλα στ’ άσπρο του φαρί

στου παραμυθιού τη χώρα

να ‘ρθει να το πάρει το κορίτσι μας.

Το κορίτσι με τα μάτια τα μεγάλα!

 

Κρέμετ’ η χρυσή οπώρα στο κλαδί

για το κορίτσι μας,

με τ’ ανθόμελο να η κούπα ξεχειλά

για το κορίτσι μας.

Βένετο μετάξι στ’ αργαλειό

για το κορίτσι μας,

μαργαριτάρια περασμένα στην κλωστή

για το κορίτσι μας.

Της ψυχής μας ο ανθός

για το κορίτσι μας!

Κίνησε και πάει, ώρα του καλή

λαίμαργα στο κάθε αγέρι

την αγκάλη ανοίγουν τα πανιά!

Ρόδινες, γαλάζιες, χρυσαφιές

οι φιλάντρες ανεμίζουν

-ξέπλεκα μαλλιά-

ως κι ο κάβος με των σπάρτων

τα ματάκια τα χρυσά

γνέφει και γελά.

Στο καλό!

Στο ψηλό κατάρτι κάθεται

τρέχει ολοένα και λαλεί.

Στο καλό

το κορίτσι με τα μάτια τα μεγάλα!

                       ΙΙ

Φλόγα και καημός.

Μες σε λουλουδένια σύννεφα

κρύβουνταν τ’ αστροπελέκι

Αλί! τώρα ποια θάλασσα

θα τα χωρέσει τα δάκρυά μας,

με το δίσκο του ζητιάνου

πάμε να κρούσουμε

του ελέους τις πύλες.

Άνθρωποι, εσείς, αδέλφια μου

δεν ακούτε;

Την καμπάνα σημαίνω

βοήθεια!

Προσμένουμε αχ! μάταια προσμένουμε

να ιδούμε ένα χαμόγελο

στο θαμπό πρόσωπο της Παναγίας

και τα κεράκια της

γέρνουν και αναλυγώνουν

μπρος στην Εικόνα της

σαν τα δάχτυλα -εκείνα τα δάχτυλα-

επάνω στο σεντόνι.

Βραδιάζει

κι εμένα η καρδιά μου κρεμάστηκε

στα μαύρα φτερά των ελάτων

Ποιος θα τα διώξει τα κοράκια;

Να, κι ο ήλιος βασίλεψε

πίσω απ‘ τα κεράκια.

Οι σταχτιές μέρες κι οι ανελέητες νύχτες

στάλα τη στάλα

στραγγούν τα ποτήρια

στα πικρά χείλη,

όμως κανένας δεν άκουσε

το “παρελθέτω”.

Τώρα

στων χειλιών το μπουμπούκι

λουλούδισε ο ήλιος

της Μεγάλης Αυγής

και τα ζυγά περιστέρια

τις ματωμένες φτερούγες δίπλωσαν

στο στήθος επάνω.

Γαλήνη.

Το κορίτσι με τα μάτια τα μεγάλα.

 

Φέρε τ’ ασημένι τάσι

να το λούσουμε

τρίκλωνο σειρήτι να του δέσουμε

τα μικρά πλεξούδια

κι ήρθε πια το βασιλόπουλο

από του παραμυθιού τη χώρα

κι ήρθε και το πήρε το κορίτσι μας.

Το κορίτσι με τα μάτια τα μεγάλα

 ——————————-

Κατά την περίοδο της κατοχής, η θάλασσα ξέβρασε στη Ν. Κίο το πτώμα ενός Εγγλέζου στρατιώτη. Οι κάτοικοι της Ν. Κίου που το βρήκαν, ψάχνοντας το, ανακάλυψαν σε μία τσέπη του νεκρού στρατιώτη ένα τετράδιο, με γράμματα στα αγγλικά. Το πήγαν να το διαβάσει στην Υπατία Δελή (ήταν η μόνη που ήξερε αρκετές ξένες γλώσσες). Ήταν ποιήματα!  Καθαρά μέσα από το τετράδιο του πνιγμένου προβάλει το όνομα «Φρέγυα». Προσπαθεί να τη φανταστεί. Τούτη η απόμακρη Φρέγυα, ζωντανεύει στο ποίημα, γιατί  έχει τα χαρακτηριστικά της Εύας. Και το πνιγμένο αγόρι, είναι ίσως ένας γιος της Υπατίας, ίσως ο άντρας της Εύας, που δεν ήρθε ποτέ…. Τον μοιρολογάει κι αυτόν.

 

«Τώρα τ’ αγόρι σου Φρέγυα, τ’ αγόρι με τα χρυσά μαλλιά,

Κοιμάται στην αμμουδιά μας κάτω απ΄ τον μαγιάτικο ήλιο μας.

Σκύβουν τα βούρλα και του χαϊδεύουν το μέτωπο.

Γλάροι του παραστέκουν, γλάροι του στήνουνε το μοιρολόι.

Τώρα, μπορείς να φύγεις απ’ το παράθυρο,

Φρέγυα αλαργινή, Φρέγυα πέρα απ’ τις θάλασσες.»

 

Τελειώνοντας την αναφορά μου για την Υπατία Δελή, θα ήθελα να αναφέρω ότι, όπως μου έχει διηγηθεί ο Αργείος δικηγόρος και ιστορικός Βασίλης Δωροβίνης, που  είχε επαφές μαζί της, όταν αυτός πήγε στο σπίτι της στη Ν. Κίο να την αποχαιρετήσει, φεύγοντας για σπουδές στη Γαλλία (ήταν  κατά την περίοδο της επταετίας), η  κυρία Υπατία του είπε: «Όταν επιτρέψεις από τις σπουδές σου, εγώ θα έχω φύγει. Όμως σε παρακαλώ να έρθεις στον τάφο μου να μου φωνάξεις: Φύγαν οι συνταγματάρχες»!

Κυρίες και κύριοι

Στρατής Χαβιαράς.

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μου στη Νέα Κίο, θα ήθελα να αναφερθώ, με λίγα λόγια σε δύο σπουδαίους λογοτέχνες με καταγωγή από τη Νέα Κίο, στον Στρατή Χαβιαρά, που από τον Μάρτιο του 2020 αναπαύεται εδώ, κατά τη δική του επιθυμία και στον Στέλιο-Σταύρο Καλαϊτζή, που έχουμε την χαρά και την τιμή να ευρίσκεται σήμερα ανάμεσά μας.

Ο Στρατής Χαβιαράς, αγάπησε πολύ τη Νέα Κίο,  την πατρίδα που του έδωσε το πρώτο φως της ζωής, τον τόπο που βάδισε τα παιδικά του χρόνια, εδώ που βίωσε την διπλή ορφάνια, ως τίμημα του αγώνα για τη λευτεριά, όταν οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν τον αντιστασιακό πατέρα του Χρήστο, σε ηλικία μόλις 34 ετών και μετέφεραν στο Νταχάου την αγωνίστρια μητέρα σου, Γεωργία Χατζηκυριάκου, αντικρίζοντας μάλιστα και τα συντρίμμια του πατρικού του σπιτιού, πού ούτε αυτό γλίτωσε από τον ναζιστικό παροξυσμό. Και όλα αυτά σε ηλικία μικρότερη των 10 ετών.

Αυτά τα «πέτρινα χρόνια» τα έκανε «Ηρωικά Χρόνια» στο εξαιρετικό του μυθιστόρημα, που τον έκανε γνωστό παγκοσμίως και που, μαζί με «Τα δέντρα που τραγουδούσαν», το πρώτο του μυθιστόρημα στην Αγγλική γλώσσα, το οποίο ο Guardian χαρακτήρισε ως ένα από τα δέκα πιο σημαντικά μυθιστορήματα του 20 αιώνα, μεταφράστηκαν σε δεκάδες γλώσσες, για ν’ ακολουθήσουν το πρωτοπόρο για το είδος γραφής του «Πορφυρό και μαύρο νήμα» και η «Άχνα», το ευρηματικής γραφίδας κύκνειο άσμα του στη μυθιστοριογραφία, ενώ από νωρίς είχε δοκιμάσει εμπνευσμένα την πένα σου στην ποίηση με τέσσερις ποιητικές συλλογές στα ελληνικά, για να συνεχίσει με δύο  ακόμα στα αγγλικά.

Όταν, μετά από 20 χρόνια βιοπάλης για την επιβίωση στην οικοδομή, όπου άρχισε να εργάζεσαι από μόλις 13 ετών, άνοιξε τα φτερά σου στο  Harvard και τη Βιβλιοθήκη του, ως βιβλιοθηκάριος, βρήκε την ευκαιρία να ρουφήξει τη γνώση που στερήθηκε, ως εγκύκλιες σπουδές, αλλά που τον κατέκτησε και την κατέκτησε, φθάνοντας να διευθύνει τη Βιβλιοθήκη Σύγχρονης Ποίησης του σπουδαίου αυτού πνευματικού Ιδρύματος, αλλά και τα λογοτεχνικά περιοδικά «Arions Dolphin» και «Harvard Review», κάνοντας, μέσα από αυτά, γνωστούς στο αμερικανικό κοινό, όλους τους αξιόλογους Έλληνες ποιητές, πολλούς από τους οποίους μετέφρασε στα αγγλικά εξαιρετικά, αλλά δίνοντας παράλληλα και τον δικό του αγώνα κατά της μάστιγας της επτάχρονης δικτατορίας.

Είχαμε τη χαρά, τα τελευταία είκοσι χρόνια, να βρίσκεται εδώ, στην Ελλάδα, όπου δεν σταμάτησε να μεταδίδεις γνώση και αγάπη για τη λογοτεχνία, συνεργαζόμενος με τα παραρτήματα του Harvard στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στο Ναύπλιο και με το Ελληνικό Κέντρο Βιβλίου.

Την επιθυμία της επιστροφής του στην Ελλάδα την ένιωσα, σε ένα σεμνό αφιέρωμα που κάναμε γι’ αυτόν με τον Μορφωτικό Σύλλογο Νέας Κίου, το καλοκαίρι του 1999 στην παραλία – όσοι τον γνώρισαν ξέρουν πόσο επιφυλακτικός, έως αρνητικός, ήταν σε τέτοια αφιερώματα – τότε, που ατενίζοντας το αυγουστιάτικο φεγγάρι να ανατέλλει πίσω από το Παλαμήδι, συνεπαρμένος μου είπε: «Αυτό είναι Ελλάδα, γι΄αυτό θα γυρίσω για πάντα στην πατρίδα!». Επίσης, δεν θα ξεχάσω ποτέ την συγκινητική του συμμετοχή, πριν επτά περίπου χρόνια  περίπου, στην όμορφή βραδιά, για τα 90 χρόνια της Νέας Κίου, που διοργάνωσε ο ίδιος Σύλλογος στην αυλή του Λαογραφικού μας Μουσείου, μια βραδιά που ήταν δική του πρόταση και έμπνευση και που αποτέλεσε την τελευταία δημόσια εμφάνισή σου.

Διοικητήριο Κίου -1920

Η Νέα Κίος, η πατρίδα που, όχι μόνο δεν λησμόνησε, παραμένοντας συνειδητά δημότης της μέχρι το τέλος της ζωής του, αλλά και που τον ενέπνευσε σε πολλά έργα του, όπως ο ίδιος μου έλεγε, όταν, σε κάθε ευκαιρία που είχε, με επισκεπτόταν στο Δημαρχείο, οφείλει να αποδώσει σ’ αυτή την εξέχουσα προσωπικότητα τη δέουσα τιμή, πράγμα που δεν έχει κάνει μέχρι σήμερα. Εμείς που τον γνωρίσαμε  θα τον έχουμε ως πρότυπο ενός ξεχωριστού πνευματικού ανθρώπου, ιδιαίτερα αντικομφορμιστή, υπηρέτη του «είναι» και όχι του «φαίνεσθαι», ενός ανθρώπου ουσίας, ανήσυχου, που πάντοτε αναζητούσε «την των πραγμάτων αλήθεια», με μια γραφή δεξιοτεχνική, πρωτοπόρα, ευρηματική, λυρική, όταν χρειαζόταν και λιτή, όπου απαιτείτο, εκφράζοντας τις ιωνικές σου ρίζες, ρίζες του φωτός της «καθ΄ημάς Ανατολής», του μέτρου και των υψηλών φρονημάτων.

Εμπνευσμένο από την πατρίδα του, τη Νέα Κίο και μεγάλο μέρος του λογοτεχνικού έργου του φίλου Στέλιου-Σταύρου Καλαϊτζή, που ζει στην περιοχή της Κορινθίας, αλλά που δεν ξεχνά την πατρίδα κι αυτό το δείχνει μέσα από το έργο του. Τρία έργα του, το «Τα έντεκα χρόνια του πατέρα στην Κίο» (2002), ένα από τα πρώτα του, το «Απ’  τον Ασκάνιο στον Ερασίνο» (2010), που αποτέλεσε και το «κύκνειο άσμα» του Καποδιστριακού Δήμου της Νέας Κίου, πριν ενσωματωθεί στον Καλλικρατικό Δήμο Άργους-Μυκηνών (την έκδοσή του πραγματοποίησε ο Δήμος Νέας Κίου) και το οποίο παρουσίασε ο Στρατής Χαβιαράς και το «Πρόγονοι και Θεοί μου» (2013), είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένα σ΄αυτήν, καθώς επίσης και  το μεγαλύτερο μέρος της ποιητικής συλλογής «Στο απόηχο της αλήθειας» (2007) και του τελευταίου λογοτεχνικού του έργου «ΚΙΟΣ-ΒΙΘΥΝΙΑ-Ο μύθος της ειρηνικής συνύπαρξης» (2022), ενώ πολύ αξιόλογα και τα υπόλοιπα έργα του «Αμάραντο Ανθί» (1998), το «Στον απόηχο της αλήθειας» (2007), το «Πατρίδα μου στο λιόγερμα» (2012) και  «Πού να ΄βρω περιστέρι» (2015).

Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά του ποιήματα, «Ο Σοβάς της Κίου»,  αναφέρεται σε μια πραγματική ιστορία, όταν ο πατέρας του, Μανώλης Καλαϊτζής, πήγε, μετά από 60 χρόνια στην Κίο, που την άφησε στο διωγμό 11χρονο παιδί και βρήκε το πατρικό του σπίτι, παίρνοντας μαζί του ένα κομμάτι σοβά από το μανδρότοιχο:

 

«Κρεμάστηκες πάνω στην πόρτα

έβγαλες το κεφάλι επάνω

σα να ήσουν έφηβος

κι ατένισες την αυλή.

Χάιδεψες το σιέλ τοίχο

δεν πρέπει να είχε ξαναβαφτεί από τότε.

Άρχισες να τον γδέρνεις με τα νύχια σου

μάτωσες, ξεκόλλησες όμως μια πλάκα σοβά.

Την κοίταξες σαν ερωμένη, λάγνα

την χάιδεψες απαλά, τη φίλησες

κι ύστερα έβγαλες μια ροζ χαρτοπετσέτα

την τύλιξες όμορφα

την έβαλες στην τσέπη, στο σακάκι σου.

Ζήτησες να την πάρεις κοντά σου

στο μεγάλο ταξίδι.

«Θα νοιώθω πως κοιμάμαι στο σπίτι μου,

θα το φυλάω», μας είπες

 

Τέλος σημαντικοί συμπατριώτες μας στο χώρο της τέχνης είναι οι φωτογράφοι Ντίνος και Τάκης Διαμαντόπουλος, οι λεγόμενοι «φωτογράφοι των στάρ», οι οποίοι ακολούθησαν την τέχνη του παππού τους, που είχε φωτογραφείο στην Κίο της Μ. Ασίας και του πατέρα τους, που αρχικά εγκαταστάθηκε στη Ν. Κίο και άνοιξε φωτογραφείο στο Ναύπλιο και στη συνέχεια μετεγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Ντίνος Διαμαντόπουλος, έφυγε πρόωρα από τη ζωή, το 2008, σε ηλικία 55 ετών, και αναπαύεται στη Ν. Κίο, μετά από δική του επιθυμία, ενώ ο Τάκης εξακολουθεί να εργάζεται στην Αθήνα. Ο Ντίνος Διαμαντόπουλος έλεγε χαρακτηριστικά: «Ακόμα και σε ένα άσχημο πρόσωπο προσπαθούσα να βρω τις όμορφες πλευρές του και να το αποτυπώσω σε φωτογραφία».

Kυρίες και Κύριοι

Πριν δύο χρόνια, με την ευκαιρία της επετείου για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή, μας δόθηκε η ευκαιρία να διοργανώσουμε πλειάδα εκδηλώσεων μνήμης, καθ΄όλη τη διάρκεια του έτους, φιλοξενώντας σημαντικούς καλλιτέχνες, ιστορικούς και εν γένει ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης, σε μια ετήσια πανδαισία θύμησης και στοχασμού. Από όλες αυτές τις δράσεις, έμειναν ως «πολιτιστική υποδομή», εκτός από την εικόνα Αγίων Κων/νου και Ελένης, που προανέφερα, τα εξαιρετικά graffities του σπουδαίου Θεσσαλονικιού καλλιτέχνη Apset  και των συνεργατών του, στην πλατεία της Νέας Κίου και η ανατύπωση του δίτομου έργου του Ευρυσθένη Λασκαρίδη «Κιανά», στο οποίο, με περισσή αγάπη για την αλησμόνητη πατρίδα, έχουν συλλεγεί σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία της Κίου της Βιθυνίας και τη ζωή των κατοίκων της.

 

Κίος, η παραλία του Μπαλουκπαζαριού, έρημη με τα δέματα εγκαταλειμμένα. Δημοσιεύεται στο: «Κίος η αλησμόνητη», Εκδόσεις Δωδώνη, 1995.

 

Στις εκδηλώσεις και δράσεις για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή, πορευθήκαμε με το τρίπτυχο: «Θυμόμαστε, Εμπνεόμαστε, Συνεχίζουμε». Θεωρούμε ότι το τρίπτυχο αυτό θα πρέπει να μας διαπερνά ες αεί, αφού το ζήτημα της Μικράς Ασίας έχει περάσει πλέον από τη μνήμη στην Ιστορία.

Θυμόμαστε, γιατί «είναι αμαρτία να ξεχνάς», όπως έλεγε η Αγγέλα Παπάζογλου και συμπλήρωνε η Φιλιώ Χαϊδεμένου, η υπεραιωνόβια γιαγιά της Μικρασίας: «Το καράβι της προσφυγιάς έφευγε και εγώ γύρισα για μια στιγμή και είδα την πατρίδα μου, τα Βουρλά της Ερυθραίας. Και είπα: «Αχ πατρίδα μου, δεν θα σε ξαναδώ ποτέ πιά. Όμως δίνω όρκο ενώπιον Θεού και ανθρώπων, ότι δεν θα σε λησμονήσω ποτέ». Και το απέδειξε έμπρακτα, ιδρύοντας σχεδόν μόνη της, το Μικρασιάτικο Μουσείο στη Ν. Φιλαδέλφεια, αλλά και το μνημείο των αλησμόνητων πατρίδων, για να εναποθέσει το χώμα που πήρε από την Αναξαγόρειο Σχολή της πατρίδας της.

Εμπνεόμαστε από εκείνους – απογόνους του Θαλή, του Αναξίμανδρου, του Αναξιμένη και του Ηράκλειτου, αλλά και του Ανθέμιου και του Ισίδωρου – που, όχι «με των δειλών και παρακάλια και παράπονα», αποχαιρέτισαν την πατρίδα που αξιώθηκαν και έχτισαν τις νέες πατρίδες με δυναμισμό, πείσμα και ελπίδα.

 

Ο Πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης και ο αρχιστράτηγος Γεώργιος Χατζηανέστης, στην Κίο, λίγο πριν από την καταστροφή. Δημοσιεύεται στο: «Κίος η αλησμόνητη», Εκδόσεις Δωδώνη, 1995.

 

Συνεχίζουμε, γιατί το οφείλουμε σ’ εκείνους και τους επιγενόμενους, για ένα καλύτερο αύριο που μας αξίζει, που το δικαιούμαστε και τους το χρωστάμε.

Ο Ηλίας Βενέζης, στο «κύκνειο άσμα του», με τίτλο «Μικρασία, χαίρε», που βρέθηκε στο γραφείο του, μετά το θάνατό του, σε ένα φάκελο, με την ένδειξη «για το τυπογραφείο», και εκδόθηκε ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, γράφει χαρακτηριστικά:

 

«Είμαστε ένας τόπος που η μοίρα του είναι να πληρώνει την κίνηση της ιστορίας με πόνο και αίμα. Απ’ όλους τους παλαιούς μας χρόνους έρχονται οι ενθυμήσεις, τα παραμύθια και τα δάκρυα. Οι μητέρες μας, για ν’ αποκοιμίσουν τα παιδιά τους, δεν έχουν να τους λένε χαρούμενα παραμύθια για πουλιά και για δάση. Τους λένε για αραπάδες και για κουρσάρους, για σφαγές και για πείνα. Όλα σ΄εμάς εδώ υπάρχουν για να θυμίζουν. Είμαστε ένας λαός της μνήμης. Αυτό είναι η πηγή της λύπης και της περηφάνειας μας… Λοιπόν, λέμε στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, αν ζητάτε να σβήσουμε την ιστορία μας, το συναξάρι και το μαρτυρολόγιό μας, αυτό δεν το μπορούμε. Όμως ξέρουμε να κάνουμε κάτι άλλο τίμιο και βαθύ: μπορούμε να μη μνησικακούμε. Γι΄αυτό, χωρίς να σβήσουμε την ιστορία μας, εμείς τη συναδελφοσύνη των λαών μας θα τη βοηθήσουμε έτσι: θα βάλουμε στο μερίδιό μας όλα όσα υποφέραμε, τόσους αιώνες μίσους, τη λύπη μας και τον ξεριζωμό μας. Και απ΄την άλλη θα βάλουμε την αγάπη μας για την ειρήνη, τη συνείδηση της ανάγκης να μη βρεθούνε πια οι λαοί μας σε πόλεμο και εξολοθρεμούς».

 

Κι αν σκεφθεί κανείς ότι τα λόγια αυτά προέρχονται από έναν άνθρωπο, που ήταν ένας από του 23 μόλις επιζήσαντες από τους 2.000 εκτοπισμένους στα «αμελέ ταμπουρού» Έλληνες από το Αϊβαλί, έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Μουσικός Σύλλογος Κίου.

 

Αγαπητοί φίλοι

Θερμά ευχαριστώ και πάλι τον «Δαναό», που μου έδωσε το βήμα του, τη φετινή σημαντική χρονιά, της επετείου των 130 χρόνων  συνεχούς λειτουργίας του. Εύχομαι από καρδιάς να συνεχίσει τη δράση του για πολλά χρόνια, γιατί, ιδιαίτερα στη σημερινή πνευματικά και αξιακά άνυδρη εποχή, τέτοιες πνευματικές και πολιτιστικές παρουσίες είναι αναγκαίες όσο ποτέ.

Ιδιαίτερα ευχαριστώ για τη σημαντική τους συνδρομή την Πέννυ Γαβρίλη και τον Κωνσταντίνο Ματθαιουδάκη.

Αλλά πιο πολύ ευχαριστώ όλους σας για την υπομονή σας να με ακούσετε, ελπίζοντας ότι, στην χειμωνιάτικη αυτή βραδιά, κατάφερα να σας μεταφέρω κάτι από την αύρα της Προποντίδας και του Κιανού κόλπου της Βιθυνίας, ένα νεύμα από το θρόισμα των δέντρων του Αργαθώνιου όρους, μια ελπίδα για τους επιγενομένους ότι η Μικρά Ασία ζει και θα ζει όσο δεν τη λησμονούμε, γιατί οι πατρίδες της «καθ΄ημάς Ανατολής» μας δίνουν την αέναη ευκαιρία να θυμόμαστε, να εμπνεόμαστε και να συνεχίζουμε!

 

*Γιώργος Μανινής

Δικηγόρος

τ. Δήμαρχος Νέας Κίου

 Άργος 8-12-2024

Σύλλογος Αργείων «Ο ΔΑΝΑΟΣ»

 – Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

* Ο Γιώργος Μανινής γεννήθηκε στη Νέα Κίο, όπου και κατοικεί μέχρι σήμερα. Από τη νεαρή του ηλικία ασχολήθηκε με τα κοινά. Σε ηλικία 18 ετών πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Μορφωτικού Συλλόγου Νέας Κίου, το 1978, του οποίου διετέλεσε πρόεδρος επί 20 συνεχή χρόνια, μέχρι το 1998. Σήμερα είναι επίτιμος Πρόεδρος του Συλλόγου αυτού.

Ασχολήθηκε με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, επί 25 χρόνια περίπου. Διετέλεσε Κοινοτικός Σύμβουλος επί τρεις τετραετίες της τότε Κοινότητας Νέας Κίου (επί δύο τετραετίες Αντιπρόεδρός της) και στη συνέχεια, επί δύο τετραετίες, Πρόεδρος ΔΣ του Καποδιαστριακού Δήμου Νέας Κίου. Μετά το θάνατο του Δημάρχου Γεωργίου Κατριλιώτη, τον Μάρτιο του 2006, εκλέχθηκε, από τη δημοτική παράταξη της πλειοψηφίας, ως Δήμαρχος Ν. Κίου. Στις Εκλογές του 2006, εκλέχθηκε Δήμαρχος για την επόμενη τετραετία (2007-2010), με ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό. Υπήρξε ο τελευταίος Δήμαρχος του αυτοτελούς Δήμου Ν. Κίου, πριν αυτός ενσωματωθεί στον Καλλικρατικό Δήμο Άργους-Μυκηνών.

Διετέλεσε Πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Μνήμης Νέας Κίου του Δήμου Άργους-Μυκηνών η οποία, το 2022, πραγματοποίησε, καθ΄ όλο το έτος, πολλές και σημαντικές εκδηλώσεις και δράσεις, με αφορμή την επέτειο της συμπλήρωσης 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Είναι Δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου, μέλος του Δ.Σ. του οποίου διετέλεσε επί δύο τριετίες.

 

Διαβάστε ακόμη:

 


Viewing all articles
Browse latest Browse all 629

Trending Articles