Το σπίτι του στρατηγού Thomas Gordon στο Άργος – Βασίλης Κ. Δωροβίνης
Τετάρτη, 5 Μαΐου 1993, στην οδό Γόρδωνος 14 στο Άργος, λίγο πιο κάτω από το λόφο της Ασπίδας, υπό βροχή, ένα πλήθος πολιτών κυριολεκτικά πλημμυρίζουν το ισόγειο της «οικίας Γκόρντον». Εκείνο το απόγευμα, όχι μόνον εγκαινιαζόταν εκεί μία πολύ αξιόλογη έκθεση, αλλά στην ουσία, 164 χρόνια μετά το κτίσιμο του σπιτιού, που σήμερα είναι και το μόνο σπίτι φιλέλληνα που μένει όρθιο στην Ελλάδα, το οίκημα εγκαινιάζεται ουσιαστικά. Αν και στις 29 Απριλίου 1990, με την ευκαιρία του διεθνούς συνεδρίου για την τοπογραφία και την πολεοδομία του Άργους,[1] έγιναν πρόωρα εγκαίνια, με την περαίωση των πρώτων αναστηλωτικών εργασιών στο κτίριο, θα πρέπει να μιλάμε για «προεγκαίνια», αφού τότε δεν είχε δημιουργηθεί ακόμα λειτουργικός χώρος.
Θεωρούμε ότι σήμερα έφτασε η ώρα να δημοσιεύσουμε την ιστορία του σπιτιού του στρατηγού Thomas Gordon, από το Cairness, του Aberdeenshire [Αμπερντινσάιρ] της Σκωτίας, μιας μορφής από τις σοβαρότερες των Άγγλων φιλελλήνων και συγγραφέα της όχι και τόσο γνωστής, πια, «Ιστορίας της ελληνικής επαναστάσεως».[2]

Thomas Gordon, «History of the Greek revolution, and of the wars and campaigns arising from the struggles of the Greek patriots in emancipating their country from the Turkish yoke», [Ιστορία της ελληνικής επανάστασης και των πολέμων και εκστρατειών που προέκυψαν από τους αγώνες των Ελλήνων πατριωτών για τη χειραφέτηση της χώρας τους από τον τουρκικό ζυγό]. Τόμος I & II. Δεύτερη έκδοση. Gordon, Thomas, F.R.S. Εκδόθηκε από τους William Blackwood και T. Cadell, Εδιμβούργο και Λονδίνο, 1834 (συλλογή ΕΕΦ).
Η ανίχνευση για στοιχεία, εκ μέρους του υπογραφόμενου, έφτασε σε πέρας κατά τη γνωστή στους αναγνώστες μέθοδο, πολύ συγγενική της αστυνομικής, σε μια πόλη και μια χώρα όπου ελάχιστοι ενδιαφέρονται, ακόμα, να διατηρήσουν στοιχεία της αρχιτεκτονικής μνήμης και της ιστορίας κτιρίων. Η υπομονή και επιμονή του, επί μία σχεδόν δεκαπενταετία, ναι μεν ευνοήθηκαν από καλή τύχη, αλλά και διευκολύνθηκαν πολύ από «συνεργάτες» που συνάντησα στο δρόμο μου.[3]
Στην περίπτωση του σπιτιού του Γκόρντον ελάχιστα από τα στοιχεία που βρέθηκαν προέρχονται από τα ΓΑΚ. Τίποτε δεν έχει δημοσιεύσει γι’ αυτό ο γνωστός ιστοριοδίφης του Άργους Τάσος Τσακόπουλος. Κανένας αρχιτέκτονας δεν ασχολήθηκε μαζί του και δεν δημοσίευσε το παραμικρό γι’ αυτό.
Μία πρώτη προσέγγιση που επιχείρησα, το 1980,[4] οφειλόταν στην αποδελτίωση του τοπικού Τύπου του Άργους και σε κάποιες πηγές της εποχής, αλλά και σε μια πρώτη έρευνα στο Υποθηκοφυλακείο Άργους, όπως και στην εργασία του Γάλλου ερευνητή Michel Sève.[5] Μέσω της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, αναζητήσαμε το προσωπικό αρχείο του Γκόρντον και το εντοπίσαμε, τελικό, στο Άμπερντην της Σκωτίας.[6]
Όπως θα δούμε, και πάλι ελάχιστα περιέχονται σ’ αυτό για το θέμα μας, και αυτά περισσότερο χάρη στις… αργίτικες εφημερίδες, αντίτυπα των οποίων βρίσκονται εκεί! Το σημαντικό σχετικό εύρημα εντοπίστηκε εντελώς πρόσφατα στην Ελλάδα, στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας, και μας επέτρεψε όχι μόνο να ανασυστήσουμε τους χαμένους κρίκους μιας μακριάς αλυσίδας, αλλά και να προβούμε σε μια βασική απομυθοποίηση.
Είχαν όμως προηγηθεί δύο καθοριστικό, για την τύχη του κτιρίου, γεγονότα· δηλαδή ο χαρακτηρισμός του ως διατηρητέου από το ΥΧΟΠ, με προεργασία επί Γ. Πλυτά και με ουσιαστική προώθηση επί αειμνήστου Αντώνη Τρίτση (το ΥΠ.ΠΟ., ως συνήθως, ακολούθησε κατόπιν εορτής[7]), και η αγορά του, το 1987, από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, που προέβη στην αναστήλωσή του, με σκοπό να δημιουργηθεί εκεί βιβλιοθήκη, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και κατάλυμα για αρχαιολόγους και ερευνητές.
Σε μια οπό τις παλαιότατες, λαϊκές και άγνωστες για τους πολλούς συνοικίες του Άργους δημιουργείται, με τον τρόπο αυτό, εστία έρευνας και πολιτισμού. Μένει στο ελληνικό κράτος, με τις επιβαλλόμενες πολεοδομικές ρυθμίσεις, να προχωρήσει σε κάποιο αναγκαία μέτρο, για αναπλάσεις και αναβαθμίσεις. Δεν αναφέρομαι στον ίδιο το Δήμο Άργους, ο οποίος περί αυτά ακόμα καθεύδει, όχι μακαρίως, αλλά και δίχως εφιάλτες, καθώς φαίνεται…
Ο Τ. Γκόρντον, το αρχείο του και η αναζήτηση στοιχείων

Ο Φιλέλληνας, ιστορικός και επικεφαλής του μικτού τάγματος στην πολιορκία της Τρίπολης, Τόμας Γκόρντον, έργο του Καρλ Κρατσάιζεν, Πόρος, 13 Απριλίου 1827. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία.
Ο Τόμας Γκόρντον γεννήθηκε στο πατρογονικό του σπίτι του Καίαρνες, στην περιφέρεια του Άμπερντην, λίγα μίλια νότια του Fraserburgh και ακριβώς βόρεια του Loch of Strathbeg. Ακόμα και σήμερα, το Καίαρνες δεν εμφανίζεται σε γενικούς χάρτες της Μεγ. Βρετανίας. Εκεί γεννήθηκε το 1788 και εκεί πέθανε το 1841 από νεφρική ανεπάρκεια.
Από χαρτιά του αρχείου του φαίνεται ότι ανήκε σε οικογένεια που ο γενάρχης της εντοπίζεται στις αρχές του 17ου αιώνα. Βιογραφικά του, και μάλιστα λεπτομερή, βρίσκει κανείς σε ελληνικά λεξικά όπως του «Πυρσού» και του «Ελευθερουδάκη», ιδιαίτερα για την έλευσή του στην Ελλάδα, με την έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, για τη συμμετοχή του τόσο σε μάχες όσο και σε αποστολές με χρήματα του περίφημου δανείου, για την ανάληψη εκ μέρους του της αρχηγίας του ελληνικού στρατού και για τη συμβολή του στην πάταξη της ληστείας.
Βιογραφία του στο αγγλικό «Λεξικό της Εθνικής Βιογραφίας»[8] παρέχει πολύ περισσότερα στοιχεία για τη ζωή του στην Αγγλία αλλά και πολύ ακριβείς πληροφορίες για την παραμονή του στην Ελλάδα. Το υλικό της βιογραφίας αυτής έχει στηριχθεί στο αρχείο του, που τότε (1938) βρισκόταν ακόμα στην προσωπική κατοχή του Charles Gordon, αυτού ο οποίος, όπως θα δούμε, επισκέφθηκε το Άργος το 1928.
Ουσιώδη συμπλήρωση και κριτική θεώρηση της δράσης του Γκόρντον αλλά και του αρχείου του αποτελεί η μικρή μελέτη της Margaret Chapman,[9] η οποία όχι μόνο τοποθετεί τον άνδρα στο χρόνο που έδρασε, αλλά και επιχειρεί ενδιαφέρουσα σύγκριση της εποχής της επανάστασης, των σχέσεων Ελλήνων-Τούρκων και για το πώς αυτές παρουσιάζονται (1977) αναφορικά με το κυπριακό ζήτημα.
Από αυτά, αλλά και από διάφορες μαρτυρίες συγχρόνων του Γκόρντον, Ελλήνων και ξένων, όπως και από τη μικρή σε αριθμό γραμμάτων αλληλογραφία του με τον Φίνλεϊ, που είναι προσβάσιμη στην Αθήνα,[10] μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Γκόρντον ήταν στρατιωτικός καλής κατάρτισης και είχε πολύ σημαντικές οργανωτικές ικανότητες, πράγμα που τον έφερε συχνά σε σύγκρουση με ανθρώπους και πράγματα στην Ελλάδα της Επανάστασης.
Επί Καποδίστρια, τάσσεται με τους αντικυβερνητικούς, όπως θα δούμε και παρακάτω, πράγμα που δεν τον εμποδίζει επί Όθωνα να υπερασπιστεί ανθρώπους όπως ο Γενναίος Κολοκοτρώνης,[11] υποβάλλοντας μάλιστα και την παραίτησή του από πρόεδρος του στρατοδικείου, όταν η Αντιβασιλεία τον πίεζε να εκδώσει αποφάσεις σε θάνατο.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του, που επισημαίνονται κυρίως από την Chapman αλλά και που επιβεβαιώνονται από το ανέκδοτο αρχειακό υλικό στην Ελλάδα, είναι το πνεύμα αυστηρής οικονομίας (Σκωτσέζος, γαρ…), το πνεύμα επενδυτή σε αγορές γης, αλλά και η έλλειψη γενναιοδωρίας, όπως τώρα αποκαλύπτεται, πράγμα που διαψεύδει τον τοπικό θρύλο στο Άργος, όπως τουλάχιστον διασώθηκε από τον Φικιώτη στο τέλος της δεκαετίας του 1920.
Επισημάναμε στην εισαγωγή τη σιωπή των πηγών και του τοπικού ιστοριοδίφη του Άργους Τάσου Τσακόπουλου γύρω από το σπίτι του Γκόρντον. Σιωπή άμεση, ως προς γραπτές βεβαιώσεις ή στοιχεία, εννοώ. Στη μελέτη μου του 1980 είχα, παρ’ όλα αυτά, εντοπίσει τις έμμεσες αναφορές του Φικιώτη σε τοπική εφημερίδα, τη μαρτυρία του Σπηλιάδη και τις επίσης έμμεσες αναφορές στο Υποθηκοφυλακείο Άργους και σε αγγελίες τοπικών εφημερίδων.
Μετά την αγορά του σπιτιού από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή (1987), άρχισα νέες έρευνες για εντοπισμό άμεσων πηγών, που μέχρι τότε δεν υπήρχαν, οι οποίες θα επέτρεπαν και την ανασύσταση των «κρίκων» της αλυσίδας που έλειπαν, από το 1882 σε προγενέστερους χρόνους, κυρίως για να διαλευκανθεί η τύχη του σπιτιού μετά την οριστική αναχώρηση του Γκόρντον στη Σκωτία και το θάνατό του.
Το 1989 έκαμα νέες έρευνες στα Υποθηκοφυλακεία Άργους και Ναυπλίου, προς κάθε νοητή κατεύθυνση, μετά από συσχετισμούς των μέχρι τότε πληροφοριών από τα αρχεία τους. Απέβησαν άκαρπες. Στην αρχή του χρόνου εκείνου ξεκινήσαμε, με τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, την αναζήτηση του αρχείου Γκόρντον και των περιεχομένων του στη Σκωτία, αρχίζοντας από το (ανύπαρκτο, όπως αποδείχθηκε) Δημαρχείο του Καίαρνες, για να περάσουμε στη Βρετανική Αρχ. Σχολή Αθηνών, στο King’s College και τους καθηγητές Ρίτσαρντ Κλογκ και Ντάγκλας Ντάκιν, και να καταλήξουμε στα Αρχεία της Σκωτίας και στο Πανεπιστήμιο του Άμπερντην,[12] όπου και εντοπίσαμε τα αρχεία της οικογένειας Γκόρντον.
Τέλος του 1990 μας εστάλη η μελέτη της Chapman και ο κατάλογος του αρχείου Γκόρντον, 120 σελίδων. Δυστυχώς δεν περιέχει παρά μόνο μία σελίδα για το προσωπικό αρχείο του Τόμας Γκόρντον, όπου και υπάρχουν αναφορές για το πατρογονικό σπίτι του (σχέδια κλπ.), όχι όμως και για το σπίτι του Άργους (ομολογώ ότι διατηρούσα πιθανότητες να εντοπίσουμε τα πρώτα αρχιτεκτονικά σχέδια). Αλλά και από τη μελέτη της Chapman συνάγω ότι το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού αρχείου του Τ. Γκόρντον περιέχει στοιχεία συναφή προς τη συγγραφή της «Ιστορίας» και προς τη δράση του στην Ελλάδα κατά την επαναστατική και την οθωνική περίοδο, ελάχιστα όμως για την καποδιστριακή.
Το αρχείο του παραχωρήθηκε, με τη μορφή δανείου αόριστης διάρκειας, στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του Άμπερντην το 1969, από την απόγονο της οικογένειας Μ. V. Gordon, και δεν έχει συνταχθεί γι’ αυτό λεπτομερής κατάλογος περιεχομένων του αρχείου των Γκόρντον.
Το 1992 έγινε παρέμβαση τύχης αγαθή. Από το Αρχείο Αργολίδας, στο Ναύπλιο, και από τη φίλη ερευνήτρια Στέλλα Πετροπούλου, στην Αθήνα, μάθαινα ότι η Ευαγγελία Καρούζου, που ετοιμάζει τη διατριβή της, εντόπισε στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας, στη σειρά «εξοφλημένα δάνεια», φάκελο με πολλά στοιχεία για το σπίτι του Γκόρντον. Στις 5 και 6 Οκτωβρίου 1992 έκαμα αποδελτίωση αυτού και άλλων φακέλων και έτσι «λύθηκε» το μυστήριο.
Το σπίτι του Γκόρντον: η κατασκευή και η τύχη του μέχρι σήμερα
Η σχέση του Γκόρντον με το Άργος μπορεί να διαλευκανθεί αν διασταυρώσουμε τις υπάρχουσες πηγές. Από στοιχεία του δικού του αρχείου αλλά και από επιστολή του στο αρχείο Φίνλεϊ[13] γνωρίζουμε ότι ως το τέλος του 1827 εξακολουθεί να παραμένει στο Καίαρνες, όπου είχε επιστρέψει μετά τη συνέλευση της Τροιζήνας (Απρ. 1827), δηλαδή τον Ιούλιο του 1827. Από επιστολή του Εϋνάρδου στον Καποδίστρια[14] μαθαίνουμε ότι τον Μάιο του 1828, έπαιρνε πλοίο στην Ανκόνα με κατεύθυνση την Ελλάδα και με σκοπό να υπηρετήσει το νέο κράτος.

Επιστολή του Γκόρντον προς τον Φίνλεϊ από το Άργος (Αρχ. Finley Α. 9 (R.8.5), The Finley Papers, BSA). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 47, 1993.
Δεν ξέρουμε πού ακριβώς εγκαθίσταται αρχικά, στα ΓΑΚ, όμως, έχουμε εντοπίσει έγγραφα για μια ύποπτη εξαγωγή αρχαίων αγαλμάτων από την Τροιζηνία, (τέλος Οκτ. 1828), από τα οποία το τελευταίο κάνει λόγο για αγορά, από αυτόν, ενός αγάλματος, που μαζί με τα άλλα είχε βρεθεί στην Επίδαυρο. Το άγαλμα αυτό ο Γκόρντον το «εμβαρκάρισεν» στο πλοίο του.[15] Μετά από λίγες μέρες ο Γκόρντον, «προερχόμενος εκ Ζακύνθου» (πριν από το ταξίδι στην Τροιζηνία;), φτάνει στο Ναύπλιο, οδηγώντας εκεί τον Άγγλο επιτετραμμένο Dawkins.[16]
Στις αρχές του 1829 εντοπίζουμε τις πρώτες αγορές ακινήτων του Γκόρντον στο Άργος, από την παλαιά οικογένεια των Βλάσσηδων, που μάλιστα του πουλούν και την «περιοχήν όλην της πατρικής μας οικίας, καθώς είναι περιτοιχισμένη», μήκους 190 γαλλικών ποδών και πλάτους 57, αντί τμήματος 650 ταλλήρων δίστηλων. Από Βλάσσηδες αγοράζει άλλα 36 στρέμματα γης στη θέση Μαγούλα του Άργους, για 50 τάλληρα δίστηλα Ισπανίας το κάθε στρέμμα.[17] Στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής υπάρχουν και άλλοι τίτλοι αγοράς εκτάσεων, στο Άργος, από τον Γκόρντον και τον γραμματέα του Ρόμπερτσον, σε δημοπρασία, το 1837, στη θέση Ανεζήρι. Αλλά για την αγορά του οικοπέδου, όπου έκτισε το σπίτι του, δεν βρίσκουμε αναφορές παρά σε έγγραφα του 1864, όταν τότε εκποιήθηκε, όπως θα δούμε, η κτηματική περιουσία των Γκόρντον-Ρόμπερτσον στο Άργος.
Η μαρτυρία του Σπηλιάδη και εκείνες του 1829 βεβαιώνουν πάντως ότι το σπίτι κτίστηκε το 1829. Στο τέλος εκείνου του χρόνου εντοπίζεται και η αντικαποδιστριακή δράση του Γκόρντον, η οποία, σύμφωνα με καταγγελίες, φτάνει ως την αποστολή επιστολών σε οπλαρχηγούς.[18]
Το 1830 έχουμε και τις πρώτες μαρτυρίες ταξιδιωτών για το σπίτι του Γκόρντον, των Michaud και Trant. Ο πρώτος, διαπιστώνοντας την άθλια κατάσταση της πόλης του Άργους, θεωρεί ότι το καλύτερο, και νεόκτιστο, σπίτι είναι του Γκόρντον, ενώ ο δεύτερος σημειώνει ότι «όπως ο φοίνικας, όχι όμως με ανανεωμένη ομορφιά, τρία σπίτια, που ανήκουν στον Πρόεδρο (Σ.Σ. Καποδίστρια· εννοεί το Καλλέργειο;), στον κ. Ντώκινς και στο συνταγματάρχη Γκόρντον, αποτελούν τις μόνες κατοικήσιμες κατοικίες (mansions)». Το σπίτι του Ντώκινς, όπως άλλωστε και εκείνο του Τσερτς, δεν έχουμε καταφέρει, μέχρι σήμερα, να τα «τοποθετήσουμε» στον παλαιό ιστό του Άργους.[19]
Σε έρανο που γίνεται το 1831 για το Ορφανοτροφείο Άνδρου, σύμφωνα με δημοσίευμα της Γεν, Εφημερίδος[20] ο Γκόρντον κάτοικος Άργους, συμβάλλει με 100 γρόσια, ενώ ο Αυγ. Καποδίστριας, που εμφανίζεται επίσης να κατοικεί στην πόλη, με 200 γρόσια.
Το 1832 ο Γκόρντον έχει επιστρέψει στο Καίαρνες και προβαίνει στην έκδοση της «Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως». Το 1833-37 υπηρετεί και πάλι στον ελληνικό στρατό και παραμένει στην Ελλάδα ως το 1840, έχοντας πραγματοποιήσει μικρά ταξίδια στο Καίαρνες το 1836, 1837 και 1838. Πεθαίνει εκεί στις 20 Απριλίου 1841.[21]
Για το 1835 ο G. Cochrane αναφέρει ότι ο Γκόρντον έχει εγκαταστήσει στο Άργος το επιτελείο του, κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ληστών στην Πελοπόννησο,[22] ενώ στο σπίτι αναφέρεται και ο Mayer, το 1838 («εδώ είναι το σπίτι του στρατηγού Γκόρντον, άλλοτε διοικητή Πελοποννήσου»).[23] Την ίδια εποχή ο επίσης Γερμανός Ow γράφει: «Ο στρατηγός Γκόρντον (από τη Σκωτία), παλαιός φιλέλληνας, κατοικεί εναλλάξ στο Άργος και στην Αθήνα -στο Άργος εγκατέστησε ένα παρατηρητήριο (αστεροσκοπείο), που μέχρι τώρα είναι μοναδικό στην Ελλάδα».[24] Για το παρατηρητήριο αυτό δεν έχουμε εντοπίσει άλλη μαρτυρία· είναι πιθανό να το είχε τοποθετήσει στην ταράτσα του σπιτιού του.

Όψη του σπιτιού από ανατολικά (ΓΑΣ). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 47, 1993.
Στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας, στην ενότητα «Τίτλοι Δανείων»,[25] υπάρχει φάκελος στα ονόματα των Κωνσταντίνου Ροδοπούλου, κτηματία και κατοίκου Άργους, και Γεωργίου Μ. Αντωνοπούλου, κτηματία και κατοίκου Αθηνών, όπου, όπως είπαμε, εντοπίσαμε σειρά εγγράφων που όχι μόνο αναφέρονται στο σπίτι του Γκόρντον, αλλά και στην κτηματική του περιουσία στο Άργος. Από τα έγγραφα αυτά αποδεικνύεται ότι με το συμβόλαιο αρ. 10871/10-11-1864, που καταρτίσθηκε στην Αθήνα, οι Ροδόπουλος και Αντωνόπουλος αγόρασαν από τον Άγγλο πρόξενο Γουλ. Μέρλιν, που εμφανίστηκε ως πληρεξούσιος των κληρονόμων του Ιακώβου Ρόμπερτσον, κατοίκων Αγγλίας, όλη την ακίνητη περιουσία εκείνου, στο Άργος, και οι αγοραστές έλαβαν όλους τους σχετικούς τίτλους ιδιοκτησίας.
Στο συμβόλαιο ο Αντωνόπουλος αναφέρεται και ως πρώην γερουσιαστής, ενώ για την ακίνητη περιουσία του Γκόρντον αναφέρεται κατά λέξη: «Τα κτήματα ταύτα, ανήκοντα πρότερον εν μέρει προς τον αποβιώσαντα ήδη στρατηγόν Γόρδωνα, περιήλθον προς τον Ιάκωβον Ροβερτσώνα δυνάμει δωρεάς εκ μέρους του Γόρδωνος προς τον Ιάκωβον Ροβερτσώνα (…). Άπαντα δε τα έγγραφα της ιδιοκτησίας του Γόρδωνος και το δωρητήριον έγγραφον εδόθησαν προς τους αγοραστάς».
Στο πληρεξούσιο των κληρονόμων Ρόμπερτσον προς τον Μέρλιν (μετάφραση στα ελληνικά) αναφέρεται, άλλωστε, ότι ο Ρόμπερτσον πέθανε στις 3-5-1849, «αδιάθετος, άγαμος, εν Σμύρνη της Ασίας, όπου διέμενε και επί καιρόν τινα προ του θανάτου του μετήρχετο το εμπόριον».
Στο πωλητήριο συμβόλαιο του 1864, ως 10ο πωλούμενο ακίνητο αναφέρεται το σπίτι του Γκόρντον. Συγκεκριμένα περιγράφεται ως εξής:
«Οικία εντός της πόλεως Άργους, κατά την ενορίαν Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, με αποθήκην και κήπον, έχουσα όρια Ανατολικώς και Δυτικώς και Μεσημβρινώς δημοσίαν οδόν και αρκτικώς τας οικίας του Αγγελή Σταμαράτου και Εξαδακτύλου. Το οικόπεδον αυτής της οικίας ηγόρασεν ο Θ. Γόρδων παρά των αδελφών Βλάσση κατά το από δεκάτης εννάτης Μαρτίου 1829 ιδιωτικόν πωλητήριον έγγραφον. Μετά δε την αγοράν ωκοδόμησεν την υπ’ αυτού υπάρχουσαν οικίαν την οποίαν εδωρήσατο διά του ανωτέρω υπ’ αριθ. 1042 δωρητηρίου εγγράφου προς τον Ιάκωβον Ροβερτσώνα».
Δεν εντοπίσαμε το έτος της δωρεάς Γκόρντον προς Ρόμπερτσον. Στο συμβόλαιο του 1864 υπάρχει ρήτρα με την οποία οι πωλητές δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για τα ακριβή όρια των ακινήτων στο Άργος. Τίμημα της αγοραπωλησίας είναι 350.000 δραχμές της εποχής.
Στα ακίνητα περιλαμβάνεται και κάποιο ιδιοκτησίας του πρεσβευτή της Αυστρίας Γκρόπιους, που συνόρευε με ιδιοκτησία Γκόρντον και το 1838 είχε πουληθεί στον Ρόμπερτσον. Μεταξύ των εγγράφων βρίσκεται και έκθεση εκτιμητών της Τράπεζας, οι οποίοι έκαμαν αυτοψία στο Άργος στις 20-10-1864, μαζί με τον Κων. Ροδόπουλο, και κατάρτισαν πλήρη κατάλογο των
ακινήτων. Το σπίτι του Γκόρντον περιγράφεται στην έκθεση με τους εξής όρους:
«Μία οικία ανώγειος μεθ’ ενός μαγαζίου και ετέρου μικρού, μετά περιβολίου περιέχοντος δέκα λεμονιάς και διάφορα άλλα δέντρα, δύο φρεάτια, μανδρωμένη, και κειμένη εντός της πόλεως Άργους, κατά την ενορίαν του Τιμίου Προδρόμου».
Στην έκθεση δίδονται τα ίδια στοιχεία για τη γειτνίαση της οικίας, ενώ η αξία της εκτιμάται σε 12.000 δραχμές. Η όλη ακίνητη περιουσία του Γκόρντον εκτιμήθηκε σε 92.505 δραχμές, δηλαδή φαίνεται ότι υπολειπόταν εκείνης που αρχικά είχε αγοράσει ο ίδιος ο Ρόμπερτσον. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο Υποθηκοφυλακείο Άργους δεν υπάρχει παρά αντίγραφο του συμβολαίου του 1864, στη μερίδα του Κων. Ροδόπουλου, ενώ απουσιάζει εντελώς μερίδα στο όνομα του Γ. Μ. Αντωνόπουλου.

Δυτική όψη του σπιτιού (1980). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 47, 1993.
Στο Ιστορικό Αρχείο της Ε.Τ.Ε. βρήκα έγγραφο του Υποκαταστήματος Ναυπλίου,[26] το οποίο αναφέρεται σε αίτηση της χήρας του Ειρήνης για εξάλειψη υποθήκης σε ακίνητο του Άργους (χωρίς άλλο προσδιορισμό, πλην της μνείας «μαγαζίου ή αποθήκης»). Το έγγραφο αυτό φέρει ημερομηνία 9-2-1868 και, διασταυρώνοντάς το με άλλα έγγραφα του αρχείου στο Πρωτοδικείο Ναυπλίου,[27] πληροφορούμεθα ότι ο σύζυγός της είχε πεθάνει πριν από το 1867 και ότι η ίδια κατοικούσε στο Ναύπλιο, στην ενορία του Αγ. Γεωργίου, απέναντι από το Οπλοστάσιο.
Τα ακίνητα που αγόρασαν οι Γ. Μ. Αντωνόπουλος και Κων. Ροδόπουλος φαίνεται ότι περιήλθαν σε απευθείας ή σε εξ αγχιστείας συγγενείς τους· παρά τις έρευνές μας, δεν μπορέσαμε να διαπιστώσουμε ακριβέστερα τις μεταβιβάσεις. Και φτάνουμε στο έτος 1882, από το οποίο και μετά έχουμε συνεχή και αδιάσπαστη σειρά μεταβιβάσεων της οικίας Γκόρντον.
Έτσι, με συμβόλαιο που υπογράφεται στο Ναύπλιο στις 10.4.1882,[28] ένας Αναστάσιος Αντωνόπουλος εμφανίζεται να παραχωρεί στην Ειρήνη χήρα Γ. Αντωνοπούλου το 1/2 του ιδανικού μεριδίου του επί «μιας οικίας εντός της πόλεως Άργους, εις την ενορίαν του Τιμίου Προδρόμου, καλουμένην πρώην Γόρδωνος, διόροφον, μετά αυλής, οικίσκου και περιβολίου και λοιπών παραρτημάτων αυτής, συνορεύουσαν ανατολικώς, δυτικώςκαι μεσημβρινώς με δρόμους δημοσίους, και αρκτικώς με τας οικίας Γ. Σεφερλή και Π. Φωτοπούλου, του ετέρου ημίσεως ανήκοντος εις την Ειρήνην Γ. Αντωνοπούλου».
Ύστερα από λίγους μήνες, με συμβόλαιο της 10.7.1882,[29] η Ειρήνη Γ. Αντωνοπούλου, «άνευ επαγγέλματος, δι’ εαυτήν και ως πληρεξούσιος των κυριών Βασιλικής χήρας Χρήστου Αντωνοπούλου, ενεργούσης ως επιτρόπου της ανηλίκου θυγατρός της Χρυσούλας Χ. Αντωνοπούλου, Ελισάβετ συζ. Βασ. Σαπουντζάκη», καθώς και η Μαρία χήρα Ιωάννου Καραπαύλου, κάτοικοι και οι δύο Ναυπλίου, πούλησαν την οικία Γκόρντον στον «καπνοπώλην» και κάτοικο Αθηνών Γεώργ. Ν. Βάθη, ο οποίος διέμενε προσωρινά στο Ναύπλιο, όπου και υπογράφηκε το συμβόλαιο. Η περιγραφή της οικίας είναι ταυτόσημη με την προηγούμενη (τίμημα: 3.000 δραχμές).
Δώδεκα χρόνια νωρίτερα, ο Hubert Jerningham, περνώντας από το Άργος, έγραφε:[30]
«Λίγα μένουν να δει κανείς. Οι πόλεμοι σάρωσαν ό,τι διέσωσε ο χρόνος, και μας έδειξαν σαν απομεινάρι του παρελθόντος μια μικρή, διαλυμένη (dilapidated) κατοικία (mansion), περιστοιχισμένη με ελιές, που, όπως μας πληροφόρησαν, ήταν το σπίτι όπου ο στρατηγός Γκόρντον έγραψε τη σημαντική του ιστορία της ελληνικής επανάστασης».
Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιών Αργείων, το σπίτι επισκευάζεται και νοικιάζεται (και λειτουργεί) ως Παρθεναγωγείο της Θεοφ. Δαρρωνά,[31] ενώ σε τοπική εφημερίδα του 1895 ολόκληρη η συνοικία αποκαλείται «συνοικία Γόρδωνος».[32] Από το 1896, όμως, έως το 1903 δημοσιεύονται στον τοπικό Τύπο αγγελίες του Γ. Ν. Βάθη, με σκοπό την πώληση ή και την ενοικίαση, αργότερα, του σπιτιού. Οι αγγελίες των ετών 1896-1898 είναι πανομοιότυπες:[33]
«Πωλείται η οικία Γόρδωνος νυν Βάθη. Ουδείς των ενταύθα αγνοεί την μεγάλην οικίαν του άλλοτε άγγλου Γόρδωνος, νυν δε του κ. Γ. Ν. Βάθη· εν τη οικία ταύτη λειτουργεί το ενταύθα Παρθεναγωγείον. Εσχάτως ανεκαινίσθη, έχει περιοχήν εκ 3 χιλιάδων πήχεων περίπου, περιτοιχισμένην διά λιθοκτίστου μάνδρας. Είναι εκτισμένη εν τω μέσω της ανωτέρω περιοχής, της οποίας αι τρεις πλευραί φθάνουσι εις 3 δρόμους της πόλεως. Η οικία αύτη είναι ευρυχωροτάτη ως συγκειμένη εκ δέκα δωματίων ευαέρων και ευηλίων· έχει δύο εξώστας, μαγειρεία κλπ., περίβολον εκ λεμονοδένδρων, αυλήν μεγάλην, αποθήκην ή σταύλον κλπ., άπαντα λιθόκτιστα. Είναι μικρόν μεγαλοπρεπές διώροφον ανάκτορον. Η οικία αύτη πωλείται, πληροφορίαι δε δίδονται παρά τω εν Πειραιεί ιδιοκτήτη κ. Γ. Ν. Βάθη».
Σύμφωνα με δημοσιεύματα που καταχωρήθηκαν σε αργίτικες εφημερίδες το 1914, έτος του θανάτου του, ο Γ. Ν. Βάθης έφυγε από το Άργος σε μικρή ηλικία και έγινε έμπορος καπνού στον Πειραιά, όπου και αναδείχθηκε πρόεδρος του συλλόγου «Δαναός», της ισχυρής αργειακής παροικίας, ο οποίος εξέδωσε και την ομώνυμη εφημερίδα. Κληρονόμους του άφησε ανιψιούς του στον Πειραιά, γιους του αδελφού του Κωνσταντίνου.[34]
Το 1908 ο Γ. Ν. Βάθης είχε συνάψει με τον Κων/νο Σωτ. Ασπροποταμίτη, ξυλουργό και κάτοικο Άργους, προικοσύμφωνο υπέρ της Αικατερίνης Βάθη, αδελφής του, την οποία νυμφεύθηκε ο δεύτερος. Στο προικοσύμφωνο δεν περιλαμβανόταν το σπίτι του Γκόρντον.[35]
Με συμβόλαιο, όμως, της 26.3.1924 οι ανιψιοί του Δημήτριος (δικηγόρος Αθηνών) και Αλκιβιάδης Κων. Βάθης πωλούν στον Κων. Ασπροποταμίτη το σπίτι, το οποίο περιγράφεται με τους ίδιους ακριβώς όρους, όπως και στις μεταβιβάσεις του 1882.[36]
Τον επόμενο χρόνο στην αποθήκη του σπιτιού λειτούργησε χοροδιδασκαλείο. Αντιγράφουμε από την «Παναργειακή», που εξέδιδε ο Αργίτης δικηγόρος Αγαμ. Φικιώτης:[37]
«Εκτός του προ καιρού λειτουργούντος χοροδιδασκαλείου εν τη αποθήκη του κ. Ρόκα, έτερον κατ’ αυτάς συνιστάται εν τη αποθήκη της οικίας Βάθη, κατά την συνοικίαν Αρβανιτιά (Σ.Σ.: περιέργως, η συνοικία ξαναβρήκε το όνομα που είχε επί Τουρκοκρατίας). Και επειδή κατά την παροιμίαν «νυστικό αρκούδι δεν χορεύει ποτέ», άρα ο λαός του Άργους είναι αρκετά χορτάτος και χορεύει διά να χωνέψη».
Ο ίδιος ο Φικιώτης έχει νοικιάσει, την περίοδο αυτή, το ισόγειο του σπιτιού, και ο γιατρός Μαύρας τον πρώτο όροφο, όπου σε λίγο εγκαθίσταται η οικογένεια του γιατρού Ι. Ψωμαδάκη, νυμφευμένου με την αδελφή του Φικιώτη, Κούλα (γενν. το 1903). Εκεί γεννήθηκε το 1927 ο γιατρός, σήμερα, Κώστας Ψωμαδάκης, στον οποίο οφείλουμε το σχέδιο που δημοσιεύουμε, με τη μορφή που παρουσίαζε το σπίτι εκείνη την εποχή, αλλά και τις πληροφορίες που καταχωρούμε στο τεχνικό μέρος του άρθρου. Το σπίτι αφήνεται από την οικογένεια Ψωμαδάκη το 1932.

Το σπίτι του Γκόρντον όπως ήταν κατά τη δεκαετία του 1920 (Σχ. Κ. Ψωμαδάκης). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 47, 1993.
Τον Απρίλιο του 1928 συμβαίνει το «γεγονός»: ο εγγονός του Γκόρντον, Τσαρλς, επισκέπτεται το Άργος και στην «Παναργειακή» του Φικιώτη έχουν καταχωρηθεί όχι μόνο γεγονότα σχετικά με την επίσκεψη και το τι συνέβη μετά από αυτή, αλλά και πληροφορίες για τον ίδιο τον Γκόρντον και το σπίτι του,[38] τις οποίες δημοσιεύουμε και τις διασταυρώνουμε με όσα έχουμε εκθέσει μέχρι τώρα:
ΑΦΙΞΙΣ ΕΓΓΟΝΟΥ ΤΟΥ ΛΟΡΔΟΥ ΓΟΡΔΩΝΟΣ
Περί την δείλην της παρελθούσης Παρασκευής αφίκετο εν τη πόλει μας ο C. Τ. Gordon, Cairnesss, ζητήσας να ίδη τον κ. Δήμαρχον, όστις έσπευσεν προς συνάντησίν του.
Ο επισκέπτης εγνώρισεν εις τον κ. Δήμαρχον, ότι ονομάζεται Γόρδων και είναι έγγονος του Στρατηγού και Λόρδου Γόρδωνος, και ότι αφίκετο επίτηδες ίνα επισκεφθή την οικίαν του πάππου του. Τη βοηθεία συμπολιτών μας διερμηνέων άρτι αφιχθέντων εξ Αμερικής τω εδόθησαν αρκεταί πληροφορίαι περί της ζωής ην διήγε εν τη πόλει μας ο ένδοξος Στρατηγός και Λόρδος Φιλέλλην κατά τας παραδόσεις, τιμώμενος, σεβόμενος και αγαπώμενος παρ’ όλων, τω επεδείχθη η έπαυλις του με τον εκτεταμένον ελαιώνα της, λαβούσα την ονομασίαν ήν φέρει μέχρι σήμερον «Εληές Γόρδωνος», επεσκέφθη την οικίαν τού πάππου του, είτα δε το Δημαρχείον περιεργασθείς επί μακρόν τας έκει ανηρτημένας διαφόρους εικόνας των αγωνιστών του 1821, ένθα ο κ. Δήμαρχος περιστοιχιζόμενος παρά πολλών λογίων της πόλεώς μας προσεφώνησεν αυτόν, εγχειρίσας αυτώ την έγγραφον ταύτην προσφώνησίν του, δι’ ής η πόλις του Δαναού εκφράζει την χαράν της βλέπουσα τον έγγονον του ενδόξου Στρατηγού και Λόρδου Γόρδωνος, δείξαντος τον μέγαν Φιλελληνισμόν του διά της αφιερώσεως των τελευταίων ετών του βίου του εν αυτή και τω επεδείχθη η πράξις του Δημοτ. Συμβουλίου, δι’ ής τη προτάσει του εκ των μελών της επιτροπής περί της ονομασίας των οδών και πλατειών της πόλεώς μας κ. Άγαμ. Φικιώτου εδόθη εις την παρά την οικίαν «Γόρδων» λεωφόρον ή ονομασία «Οδός Γόρδων».
Μετά την κάθοδόν του εκ του Δημαρχείου τη συνοδεία πολλών συμπολιτών μας προπεμψάντων αυτόν επέβη αυτοκινήτου αναχωρήσας εις Ναύπλιον και εκείθεν εις Αθήνας.
Η είδησις της αφίξεως εγγόνου του Γόρδωνος όπως επισκεφθή την προγονικήν οικίαν προεκάλεσεν αρκετήν συγκίνησιν εν τη πόλει μας.
ΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΓΟΡΔΩΝΟΣ
Μετά την απελευθέρωσιν ημών εκ του Τουρκικού ζυγού και την άφιξιν του Καποδιστρίου, ο Κυβερνήτης ούτος συνέλαβε και εξεδήλωσε την ιδέαν να ένωση το Άργος με το Ναύπλιον μεταφερομένων παρά την ενούσαν τα δύο ταύτας πόλεις οδού των διαφόρων, ουχί πολύ μακράν κειμένων ταύτη, συνοικισμών. Ο λόγος ούτος ήτο όπου οι Τρικούπης, Ράλλης και άλλοι έσπευσαν να κτίσωσιν εν τη πόλει μας οικίας. Κατά τούτον δε τον χρόνον αφίκετο εξ Αγγλίας ο ένδοξος στρατηγός και λόρδος Θωμάς Γόρδων, όστις και διόροφον μεγαλοπρεπή οικίαν έκτισεν εν τη συνοικία Αρβανιτιά, δεσπόζουσαν όλων της συνοικίας ταύτης [των] οικιών και κτήμα ηγόρασε κείμενον αριστερά της αγούσης εις την περιφέρειαν της Άκοβας οδού, και εφύτεψεν ελαιόδενδρα και οικίαν εν αυτώ εξοχικήν έκτισεν, σωζομένων μέχρι του 1910 των ερειπίων αυτής και του ονόματος «Γόρδων» έντε τη καλώς διατηρουμένη οικία μέχρι σήμερον και τη θέσει ένθα ο ελαιών του.
Περί του στρατηγού και λόρδου Γόρδωνος γνωρίζομεν εκ παραδόσεως, ότι ήτο ευγενέστατος, πλουσιώτατος, προσηνής και καταδεκτικώτατος εις πάντας, απολαμβάνων μεγάλης υπολήψεως και αγάπης, φθανούσης μέχρι λατρείας παρ’ απαξαπάσης της πόλεώς μας, ήτο μανιώδης κυνηγός και διετήρει δεκάδα εκλεκτών ρατσών κύνας.
Παρ’ αυτώ παρέμενε και επεριποιείτο αυτόν κυρία τις, ήτις ήτο γνωστή υπό το όνομα «κοκόνα» προς ήν εδωρήσατο κατά τον θάνατόν του τα δύο ταύτα κτήματα, πολλά κοσμήματα γυναικεία μεγάλης αξίας, χρήματα και άπασαν την άλλην ενταύθα κινητήν περιουσίαν αυτού, ζήσασαν πολλά έτη μετά τον θάνατον αυτού, παρ’ ής ηγόρασε την οικίαν ο Γεωρ. Βάθης αντί δραχμών 4.500. Άγνωστον είνε που ετάφη ο Γόρδων.
Η «πληροφορία» για την «κοκόνα», που «διασώθηκε» στην τοπική παράδοση, διαψεύδεται από τα συμβόλαια του 1864, τουλάχιστον όσον αφορά τα ακίνητα. Μένει να διερευνηθεί το θέμα των κοσμημάτων… Γεγονός είναι ότι ο Φικιώτης έστειλε στον εγγονό Γκόρντον τα φύλλα της εφημερίδας του, που καταχωρήθηκαν στο αρχείο Τόμας Γκόρντον και απασχόλησαν την Μ. Τσάπμαν στο άρθρο της: έχει ελαφρώς εντυπωσιασθεί από τα άρθρα του Φικιώτη, αν και δεν τα θεωρεί εντελώς αναξιόπιστα, τουλάχιστο στο σύνολό τους.
Ο ίδιος ο Φικιώτης, σε άρθρο του του 1929,[39] αναφέρεται ορθά στον ελαιώνα της Άκοβας (τοποθεσίας δυτικά της Λάρισας του Άργους) και στα ακίνητα της Μαγούλας, που είχε αγοράσει ο Γκόρντον, και προσθέτει:
«Διετήρη δεκάδα κυνών των ευγενεστέρων ρατσών της Αγγλίας, ους υπερηγάπα και αυτός ο ίδιος επεριποιείτο. Ο Δήμος Αργείων, μνήμων των διαφόρων υπηρεσιών του προς την Πατρίδα και διά τα φιλανθρωπικά του αισθήματα ανήρτησε την εικόνα του μετά των άλλων αγωνιστών του 1821 εν τω Δημαρχείω, ήδη δε πρόκειται να ανεγερθεί αναθηματική στήλη μετά της προτομής του εις το κεντρικώτερον μέρος της πόλεως Άργους».
Και για μεν τα σκυλιά ράτσας καθένας είναι ελεύθερος να πιστέψει τον άλλο θρύλο γι’ αυτά, ο Δήμος Άργους, όμως, ούτε για τον Γκόρντον, ούτε για τον ίδιο τον Καποδίστρια, ούτε για κανέναν άλλο αγωνιστή (ή λόγιο, άλλωστε) δεν ανήγειρε μέχρι σήμερα προτομή ή κάτι άλλο.

Οικία Γόρδωνος, νοτιοανατολική γενική άποψη, πριν την αποκατάσταση. (Λήψη φωτογραφίας, 1985). Δημοσιεύεται στο: Ξηνταρόπουλος Πέτρος – «Η Αρχιτεκτονική της Κατοικίας στο Άργος το 19ο αιώνα», Έκδοση Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, 2006.
Τον Ιούλιο του 1936 το σπίτι νοικιάζεται από τον Κ. Ασπροποταμίτη στο 4ο Ορειβατικό Σύνταγμα Πυροβολικού, που στεγάζεται στους Στρατώνες του Καποδίστρια, για να χρησιμοποιηθεί ως κτίριο των γραφείων του. Ήταν η εποχή που κατεδαφίστηκε η βόρεια πλευρά (οθωνικής εποχής, 1833) του κτιρίου των Στρατώνων, το οποίο και στερήθηκε ζωτικού χώρου του.[40]
Δεν πρέπει να αποκλείεται να κατασκευάσθηκε τότε, ως συνέχεια της εξωτερικής, μισής κτιστής και μισής ξύλινης, σκάλας (και με αφαίρεση του ξύλινου τμήματος), ο ογκώδης πρόβολος από μπετόν, ανατολικά και σε επαφή με τον πρώτο όροφο του κτιρίου, για τον οποίο κανείς από τους τότε προηγούμενους ενοικιαστές και τους μετέπειτα ιδιοκτήτες δεν θυμάται ακριβώς πότε και πώς δημιουργήθηκε.
Το 1941 πέθανε ο Κων. Ασπροποταμίτης. Ιδιοκτήτριες του σπιτιού έγιναν κατά τα 3/4 η κόρη του Πετρούλα και κατά το 1/4 η σύζυγός του Αικατερίνη Βάθη. Το 1951 πεθαίνει η χήρα Ασπροποταμίτη, και η Πετρούλα, σύζυγος πλέον και χήρα Αναστ. Γιαννάκου, προβαίνει στην αποδοχή και του άλλου 1/4, ενώ είχαν πωληθεί τμήματα της μείζονος ιδιοκτησίας Γκόρντον επί του οικοπέδου,[41] όπως το 1956 στη γωνία Γόρδωνος και Θεοφανοπούλου, οπότε το σπίτι χάνει την πρόσβαση στο δρόμο ανατολικά, και το 1959 άλλο τμήμα τού ευρύτερου οικοπέδου, ενώ το 1960 πωλείται μέρος του όλου οικοπέδου δυτικά, οπότε στερείται το σπίτι και της πρόσβασης στο δρόμο προς τα εκεί (γωνία Γόρδωνος και Θ. Κολοκοτρώνη).
Ήδη το σπίτι φτάνει στην κατάσταση του πλήρους ερειπίου, με ένα γέρο φύλακα να μένει, εκεί, στο τέλος της δεκαετίας του 1970: η στέγη καταρρέει, παλιές τοιχογραφίες έχουν καλυφθεί με ασβέστη και λαδομπογιά και στα δωμάτια του ισογείου έχουν εγκατασταθεί κουνελοστάσιο και κοτέτσι, από τον γέρο φύλακα. Άγριοι θάμνοι έχουν φυτρώσει ακόμα και στην εξωτερική σκάλα.
Ο νεοϊδρυμένος «Πολιτιστικός Όμιλος Άργους» (1978) είναι ο μόνος φορέας που ενδιαφέρεται, τότε, για την αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης και για το σπίτι του Γκόρντον ειδικότερα. Τα διαβήματά του προς το Υπουργείο Πολιτισμού παραμένουν εντελώς άκαρπα.
Φτάνουμε στα 1983. Έχει ήδη συγκροτηθεί μικτή ελληνογαλλική ομάδα επιστημόνων, όπου συμμετέχει και ο γράφων, χρηματοδοτούμενη από το CNRS [Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας] η πρότασή μας να αποκτήσει η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή οίκημα στο Άργος κάνει το δρόμο της και στη σύσκεψη της 16.8.83 για πρώτη φορά τίθεται σαφώς το θέμα, με κοινή πρόταση του γεν. γραμματέα της Σχολής J.-Υ. Empereur [Ζαν-Ιβς Εμπερέρ) και του αρχιτέκτονά της Κώστα Κολοκοτσά.
Το 1984 ο νέος και ταλαντούχος σκηνοθέτης Θανάσης Ρακιντζής αρχίζει να γυρίζει στο Άργος τα προκαταρκτικά ταινίας μικρού μήκους, που με τον τίτλο «Προς Αργείους» προβάλλεται τέλος Φεβρουαρίου του 1985 στην ΕΡΤ 1. Στην ταινία, αφαιρετική και υπαινικτική, δίχως δημαγωγία και «μελό» αναφορές, εντάσσονται σκηνές γυρισμένες στο εσωτερικό του σπιτιού του Γκόρντον, που στο μεταξύ, τον Αύγουστο του 1982, έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέο με το προεδρικό διάταγμα του Α. Τρίτση. Δύο τοπικά φύλλα του Άργους, από τα συντηρητικότερα, αντιδρούν με άρθρα που τιτλοφορούνται «Η ΕΡΤ 2 δυσφήμισε (sic) το Άργος» και «Οι Αργείοι αποδοκιμάζουν την ΕΡΤ 1». Με τη γνωστή, από την περίπτωση των Στρατώνων Καποδίστρια, «μέθοδο», αντίτυπα των φύλλων στέλνονται στη διεύθυνση της ΕΡΤ 1, για να «καρφωθεί» ο Θαν. Ρακιντζής.
Με δύο δημοσιεύματά μου αντικρούω τα δύο άρθρα και τα στέλνω, επίσης, στην ΕΡΤ 1, για το αναγκαίο «ξεκάρφωμα».[42] Η ταινία ξαναπερνά στην ΕΡΤ 1 μετά από δύο χρόνια, δίχως πια στο Άργος να αντιδράσουν οι γνωστοί «κατεδαφιστές».
Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου, έχοντας δεχθεί να συμμετάσχω στη διοίκηση ενός νέου νομικού προσώπου του Δήμου Άργους για την πολιτισμική κληρονομιά (γρήγορα αποδεικνύεται ότι έγινε «για τα μάτια», και ο κ. δήμαρχος πέρασε αργά στην «αντίπερα όχθη»), προωθώ δύο έγγραφα του δημάρχου προς τους γεν. γραμματείς του ΥΠΕΧΩΔΕ και ΥΠΠΟ, Κ. Αλαβάνο και Αλ. Πανταζή, με πρόταση για ανταλλαγή του ακινήτου με άλλο του Δημοσίου και διακανονισμό ώστε να το αποκτήσει και να το αναστηλώσει, με έξοδά της, η Γαλλ. Αρχ. Σχολή Αθηνών. Από ό,τι ξέρω, δεν δόθηκε ποτέ απάντηση στα έγγραφα αυτά.[43]
Τελικά, η Σχολή αποφάσισε να προχωρήσει στην αγορά όλου του ακινήτου. Στις 17.12.1987 υπογράφηκε το με αρ. 76115 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Κων. Κωνστανταράκη, με εκπρόσωπό της και με τις κληρονόμους και κόρες της Πετρούλας Γιαννάκου-Ασπροποταμίτη, Αθανασία Μερμίρη και Ελένη Χρηστίδου. Το όλο ακίνητο πουλήθηκε 10 εκατομμύρια δραχμές, που εξοφλήθηκαν ως τις αρχές του 1989. Υπέρ των πωλητριών παρακρατήθηκε ο μεταφερόμενος, λόγω του χαρακτηρισμού ως διατηρητέου, συντελεστής δομήσεως, δηλαδή 806,77 τ.μ., οι οποίες και απέκτησαν ήδη τον σχετικό τίτλο. Σύντομα άρχισαν οι εργασίες αναστήλωσης, που, κατά το μεγαλύτερο μέρος, ολοκληρώθηκαν στα μέσα του 1993.[44]

Οικία Γόρδωνος. Εσωτερικό Ά ορόφου μετά καθαρισμό και πριν την ανακατασκευή της στέγης (ΓΑΣ). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 48, 1993.

Οικία Γόρδωνος. Γενική άποψη κατά την περίοδο καθαρισμού και αναστηλώσεως (1989). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 48, 1993.

Οικία Γόρδωνος. Γενική άποψη τον Μάιο του 1993 (ΓΑΣ). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 48, 1993.
Τεχνικές λεπτομέρειες
Με τα σχέδια αποτυπώσεων, του Κ. Κολοκοτσά, που δημοσιεύουμε, υπάρχει εποπτεία ως προς τις εξωτερικές όψεις του κτιρίου. Ο Κ. Ψωμαδάκης μου παρέδωσε στις 18.10.87 σχέδιο της αρχικής εξωτερικής σκάλας, και με βάση αυτό κατεδαφίστηκε ο πρόβολος προς Α και αποκαταστάθηκε το επάνω, ξύλινο, τμήμα της. Στο ίδιο σχέδιό του είχε σημειώσει για το εσωτερικό του σπιτιού, χρησιμοποιώντας και τις αναμνήσεις της μητέρας του:
«Εσωτερικό κλιμακοστάσιο δεν υπήρχε, ούτε η όλη διαρρύθμιση των δωματίων ανωγείου και ισογείου άφηνε περιθώρια για προγενέστερη ύπαρξή του. Η πρώτη πόρτα του μπαλκονιού έφερε σε διάδρομο σχήματος Γ και η επομένη αμέσως στο «σαλόνι», το μεγαλύτερο από τα δωμάτια και το μόνο με ξύλινη οροφή. Τα άλλα δωμάτια είχαν κοινή οροφή από σοβά, πάνω σε μπαγλαμά. Το ισόγειο διέθετε μεγάλα δωμάτια και κάποτε ήταν και Σχολείο, με ιδιαίτερη, δική του είσοδο απ’ το δρόμο. Στον πρώτο όροφο υπήρχαν συνολικά δύο τζάκια».
Ο Κ. Ψωμαδάκης σημείωνε «από μνήμης περιγραφή κατά προσέγγιση», η οποία αποδείχθηκε ακριβής, όταν, μετά την αγορά, εξετάστηκε το εσωτερικό του σπιτιού. Από τον αρχιτέκτονα έγινε πλήρης ανακατασκευή της στέγης και στερέωση των τοίχων, που είχαν υποστεί σοβαρές ρωγμές από τον σεισμό του 1981. Αλλά προτιμήθηκε η πλήρης κατάλυση του εσωτερικού και η ανακατασκευή του, με προσθήκη εσωτερικής σκάλας. Το 1992 βάφτηκε και το εξωτερικό του σπιτιού, κουφώματα, παράθυρα και πόρτες, και, δυστυχώς, και οι τοίχοι, που όμως είχαν αποκτήσει ένα «φυσικό» χρώμα, με τη χημική ένωση λιθοδομής και αρχικών χρωμάτων, μη πλαστικών, βέβαια, εκείνων. Η μάντρα επιδιορθώθηκε και μόνο το τμήμα της προς το δρόμο αντικαταστάθηκε με κιγκλίδωμα, ακριβές αντίγραφο και του ίδιου τύπου μετάλλου με εκείνο που υπήρχε στην εξωτερική θύρα της αυλής.

Η Οικία Γόρδωνος σήμερα. Φωτογραφία από την ιστοσελίδα ειδησεογραφίας και πληροφόρησης τα «Αργολικά».
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι από τους γείτονες, νοτιοδυτικά του σπιτιού, έχει καταπατηθεί τμήμα της αυλής και το μισό στόμιο ενός πηγαδιού, που το έχουν μετατρέψει σε βόθρο. Στο καταπατημένο προς Ν τμήμα έχει δημιουργηθεί κοτέτσι, που η πόρτα του «δίνει» προς την αυλή του σπιτιού του Γκόρντον: «Γνήσια», αλλά ελαφρώς παρεφθαρμένα κατάλοιπα της εποχής της Επανάστασης…
Υποσημειώσεις
– Στο τεύχ. 2 του τόμ. ΧΙ (1979, κυκλοφόρησε το 1980) των Αρχαιολογικών Αναλέκτων εξ Αθηνών δημοσιεύθηκε η μελέτη μου: «Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική στο Άργος», στην οποία είχα περιλάβει τις πρώτες πληροφορίες για το σπίτι του Γκόρντον. Θέλω να πω τώρα, σχεδόν 15 χρόνια μετά τη συγγραφή εκείνη, ότι επρόκειτο κυριολεκτικά για «πυροσβεστικό» κείμενο, στηριζόμενο βέβαια σε βάσανο των πηγών, που πάντως αποδείχθηκε χρήσιμο στα μετέπειτα μέτρα προστασίας της αρχιτεκτονικής των νεότερων χρόνων του Άργους.
Τα μέτρα αυτά ήταν σχεδόν ανύπαρκτα το 1979. Το ΥΠ.ΠΟ. είχε κηρύξει ως μνημεία μόνο το Καλλέργειο, τη Νεοκλασική Αγορά, τους Στρατώνες Καποδίστρια και το Τσώκρειο (αυτό δίχως τον κήπο του, όπου οικοδομήθηκαν ντουβάρια· το 1991 η Εφορεία Βυζ. Αρχαιοτήτων Σπάρτης δεν αντιτάχθηκε, από ό,τι φαίνεται, ούτε στην οικοδόμηση μέρους του ακάλυπτου χώρου ανατολικά, επί του δρόμου).
Το Π.Δ. του 1982 (ΥΠΕΧΩΔΕ) υπήρξε ένα πρώτο συνθετικό μέτρο προστασίας, που δεν ακολουθήθηκε, όπως όφειλε, και παρά τις υποδείξεις της Υπηρεσίας, από το αναγκαίο συμπλήρωμά του. Η Ε.Π.Α. Άργους (υπό τον Α. Παπαδάκη) ούτε καν ασχολήθηκε με τη νεότερη αρχιτεκτονική κληρονομιά, παρά τις εργασίες της μικτής ελληνογαλλικής ομάδας επιστημόνων. Αντιλαμβάνεται κανείς και από αυτό το παράδειγμα ότι η προστασία της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αυτής της χώρας γίνεται εντελώς τυχαία, με το φιλότιμο κάποιων υπηρεσιακών και εξωϋπηρεσιακών.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω από εδώ ιδιαίτερα τις υπαλλήλους του Υποθηκοφυλακείου Άργους κ. Δήμητρα Κοράκη (την αρχαιότερη και εμπειρότερη σε αυτό), Πόπη Κανέλλη και την Προϊσταμένη του κ. Σοφία Ουλή-Τζανάκη, για την πολύτιμη βοήθεια που πάντα μου πρόσφεραν και για την υπομονή τους έναντι της δικής μου επιμονής. Αλλά και τις κ. Στέλλα Πετροπούλου και Ευαγγελία Καρούζου, που είχαν την καλοσύνη να με ειδοποιήσουν για το «εύρημα» του Αρχείου της Ε.Τ.Ε., όπως και τον Δ/ντή του Αρχείου Αργολίδας κ. Δημ. Γεωργόπουλο, για τη μέχρι σήμερα συμπαράστασή του. Τέλος την τόσο πολύτιμη φίλη μου κ. Αθηνά Καλογεροπούλου, που υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος ο οποίος, με άκρα γενναιοδωρία ψυχής, με ενθάρρυνε στα πρώτα βήματά μου στον τομέα που από χρόνια, πια, ερευνώ.
[1] Βλ. σημείωμά μου στα «Αρχαιολογικά» της «Α», τχ. 35, σελ. 95.
[2] . Δημοσιεύθηκε σε πρώτη έκδοση στο Λονδίνο το 1832. Ελληνικές μεταφράσεις εκδόθηκαν: το 1849 (Αθήνα, από τον Σ. Ι. Κασιμάτη) και το 1976-77 (Αθήνα, από τον Φρ. Βράχα). Δεύτερη αγγλική έκδοση έγινε μετά το θάνατο του Γκόρντον, το 1844. Αυτήν έχει υπόψη της η Μ. Τσάπμαν.
[3] Βλ. παρακάτω, καθώς και τη μικρή εισαγωγή στις σημειώσεις αυτές.
[4] «Α.Α.Α.», τχ. Il, 1979.
[5] Michel Sève, «Voyageurs et Artistes à Argos, XVI°-ΧΙΧ° siècles», Απρίλιος 1979, διδακτορική διατριβή που υποβλήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ.
[6] «Συλλογή χειρογράφων ή αναφορικά με τις οικογένειες των Γκόρντον του Buthlaw και του Cairness: έγγραφα ακίνητης περιουσίας και οικογενειακά (1642-1938)» (MSS. 1160/1-18), Πανεπιστήμιο του Aberdeen. Το αρχείο του Τόμας Γκόρντον έχει καταχωρηθεί χωριστά, με αρχειακό κωδικό αριθμό MSS. 1160/19-27.
[7] Με την Υ.Α.Γ./2463/47863/27-9-83 (ΦΕΚ Β’, αρ. 592, 14-10-83). Αναδημοσιεύουμε εδώ κατά λέξη όλο το κείμενο της Υπ. Απόφασης, γιατί είναι πράγματι αμίμητο: «Χαρακτηρίζουμε ως έργο τέχνης που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1469/1950, το διώροφο κτήριο ιδιοκτησίας Π. Γιαννάκου, στην οδό Γόρδωνος 14 στο Άργος, επειδή είναι αρχιτεκτονικά ενδιαφέρον, κτισμένο περί το 1829-30 και ένα από τα λίγα παραδοσιακού τύπου που έχουν διατηρηθεί σε καλή κατάσταση στο Άργος». Η «αιτιολογία» αυτή έχει διατυπωθεί από τη Δ/νση Βυζ. Αρχαιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ., την ίδια αυτή που διατύπωσε τα εξίσου αμίμητα για το σπίτι του Μακρυγιάννη στο Άργος, ώστε εκείνο να κατεδαφιστεί (βλ. σχόλιά μας στα «Αρχαιολογικά» αυτού του τεύχους και στο τχ. 44, Σεπτ. 1992, σσ. 88-89).
[8] «The Dictionary of National Biography», τόμος VII, Oxford University Press, ανατύπωση του 1937-38, άρθρο υπογραμμένο με τα αρχικά G.G.
[9] Μ. Chapman, «Thomas Gordon of Cairness», με υπότιτλο «The Struggle for Greek Independence», στην «Aberdeen University Review», τόμος 1977, σελ. 238-248.
[10] Στο αρχείο του George Finlay, που φυλάσσεται στην British School of Athens, βλ. και τη μελέτη, με καταλογογράφηση, «The Finlay Papers», της J. Μ. Hussey, 1973, έκδοση της Βρετ. Σχολής.
[11] Βλ. έκδοση χφ. Γενναίου Κολοκοτρώνη, χφ. Β’, Αθήνα, 1961, σελ. 77.
[12] Στις 21-3-89 στάλθηκε επιστολή στο Δήμαρχο του Καίαρνες· μετά πολλές εβδομάδες ο φάκελος επέστρεψε ανεπίδοτος… Στις 10-10-89 στάλθηκε επιστολή στον Γεν. Γραμματέα της Βρετ. Σχολής Αθηνών, ο οποίος μετά από έρευνες μας συνέστησε να απευθυνθούμε στην Joan Hussey και τον R. Clogg, όπως και στον J. Μ. Wagstaff, του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, που μας κατεύθυνε σωστά στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντήν, από όπου παραλάβαμε τελικά τον κατάλογο του αρχείου Γκόρντον, τη μελέτη της Τσάπμαν και έγγραφα με ενημερωτικές πληροφορίες.
[13] Αρχείο Φίνλεϊ, φ. Ε9, επιστολή της 18-11-1827.
[14] Σπ. Θεοτόκη, «Αλληλογραφία Εϋνάρδου -Καποδίστρια», Αθήνα, 1929.
[15] ΓΑΚ, Καποδιστριακό Αρχείο, ενότητα Έκτακτοι Επίτροποι και Προσωρινοί Διοικητές, φ. 62 (πρόχειρο εγγράφου του Γεν. Γραμματέα της Επικρατείας, της 20-10-1828), φ. 63 (έγγραφο Προσωρινού Επιστάτη των δασμών Επιδαύρου, της 23-10-28), φ. 64 (έγγραφο του Εκτάκτου Επιτρόπου Αργολίδας προς τους τοπικούς Δημογέροντες, που τους συνιστά να διευκολύνουν τον Γκόρντον κατά το ταξίδι του, της 29-10-28) και φ. 65 (έγγραφο του Προσ. Επιστ. Δασμών Επιδαύρου προς τον Έκτ. Επίτροπο Αργολίδας, της 2-11-28).
[16] ΓΑΚ, Καποδιστριακό Αρχ., Γεν. Γραμμ., φ. 148, έγγραφο του Εκτ. Επιτρ. Αργολίδας προς τον Καποδίστρια, αρ. 2255/2-11-28.
[17] Ιστορικό Αρχείο Ε.Τ.Ε., Ενότητα Τίτλοι Δανείων, φ. Κ. Ροδόπουλου και Γ.Μ. Αντωνόπουλου, κουτί Χ.ΙΔ’/9. Θα πρέπει να αναφέρω, όμως, ότι ο Καποδίστριας, σε επιστολή του της 23/7-4/8/1828 προς τον φρούραρχο Ναυπλίou Heideck (Καποδιστριακό Αρχείο Κέρκυρας, ενότητα Β’, φ. Χάιντεκ), γράφει ότι ο Γκόρντον θα έκτιζε δικό του σπίτι. Εξάλλου, ο Νικ. Σπηλιάδης, στα «Απομνημονεύματά» του (έκδοση Βιβλιοθήκης ΓΑΚ, τόμος Δ’, Αθήνα 1970, σ. 218, σημ. 2) γράφει ότι «Ο Γόρδων είχεν οικοδομήσει οίκον εις Άργος από το 1829, και διατρίβων εκεί πάντοτε, ενεθάρρυνε τους ολιγαρχικούς εναντίον του Κυβερν. ως και ο Τζιουρτζ».
[18] Γ. π. βλ. έγγραφο αρ. 4421/30-12-1829 του Εκτ. Επιτρ. Αργολίδας προς τον Καποδίστρια, ΓΑΚ, Γεν. Γραμμ., φ. 228. Επίσης τα αναφερόμενα από τον Χρ. Λούκο, στο άρθρο του «Ένας Ρώσος στην Ελλάδα κατά την καποδιστριακή περίοδο, ο φιλέλληνας Νικόλαος Ράικο» («Μνήμων», τόμ. ΙΙ, 1987, σσ. 172-173), έγγραφο του Ν. Νάκου προς τον Καποδίστρια, της 15-1-1830, ΓΑΚ, Πληρεξ. Τοποτ., φ. 16α, και Δημ. Λουλέ «Η δολοφονία του Ι. Καποδίστρια και η Ρωσία», «Μνήμων», τ. 10, 1985, σσ. 82-83.
[19] Michaud-Poujoulat, «Correspondance», σ. 69, και Τ. Abercromby Trant, «Narrative of a Journey through Greece in 1830», Λονδίνο, 1830, σσ. 62-63.
[20] Γεν. Εφημερίς, φ. 18, 7-3-1831.
[21] Βλ. βιογραφία του αγγλικού βιογραφικού λεξικού, όπ. παρ., σημ. 8, και αρχείο Φίνλεϊ, επιστολές Γκόρντον στις ενότητες Α. 9 (R. 8.5), Β. 6 (αρ. 16 και 15, 17, 23)
[22] G. Cochrane ESO., «Wanderings in Greece», τόμ. Ι, Λονδίνο 1837, σ. 95.
[23] J. Ν. Mayer, «Auszug aus meinem tagebuche wahrend meines dreijahrigen aufenthalters in Griechenland», 1838, σ. 64.
[24] Josef Baron Ow, «Aufzeichnungen eines junkers am hafe zu Athen», Πέστη-Βιέννη-Λειψία 1854.
[25] Όπ. παρ., σημ. 17.
[26] Όπ. παρ., σημ. 17.
[27] 15/8799 και 8/4360. Οι πληροφορίες από το συμβόλαιο 10776/1882.
[28] Υποθηκοφυλακείο Άργους, τόμ. 66, εγγραφή αρ. 10445.
[29] Υποθηκοφυλακείο Άργους, τόμ. 66, εγγραφή αρ. 10565.
[30] Η. Ε. Η. Jerningham, «Το and from Constantinople», Λονδίνο 1873 (η επίσκεψη στο Άργος έγινε το 1870), σελ. 67.
[31] Βλ. μικρά άρθρα στις εφημερίδες «Αγαμέμνων» (14.7.1888), «Δαναός» (26.11.1896 και μετέπειτα/αγγελία Γ.Ν. Βάθη για πώληση σπιτιού) και «Δαναός» (15.10.1898).
[32] «Αγαμέμνων», της 26.3.1895, σελ. 3. Έτσι αποκαλείται και στο «Άργος», της 11.8.1911, αλλά ακόμα και στα «Αργειακά Νέα» της 16.9.1933, δηλαδή σχεδόν σαράντα χρόνια αργότερα (άρθρο: «Διά την αστυνομίαν μας»), η συνοικία αναφέρεται ως «ιστορική συνοικία Γόρδωνος».
[33] Εφημερίδα «Δαναός» Άργους, φ. αρ. 48 (26.11.96), 50 (19.1.97), 51 (26.1.97), 52 (2.2.97) και 67 (15.7.98). Σύντομη αγγελία επανεμφανίζεται, δίχως την περιγραφή, το 1903 (φ. 140, της 5 Ιουλίου), όπου προστίθεται ότι και «ενοικιάζεται είτε ολόκληρος είτε κατά πάτωμα».
[34] Εφημερίδες: «Δαναΐς», φ. 50, 26.7.1914, σελ. 4, και «Άργος», φ. 223, 5.8.1914, σελ. 4.
[35] Υποθηκοφυλακείο Άργους, τόμος 141, συμβόλαιο αρ. 6038/30.5.1908, του συμβ/φου Δημ. Κιτσοπούλου.
[36] Υποθηκοφυλακείο Άργους, εγγραφή αρ. 416, σε τόμο του 1924, συμβόλαιο αρ. 42529/26.3.1924, του συμβολαιογράφου Πειραιά Δημ. Πολιτάκη. Τίμημα: 25.000 δρχ.
[37] Φύλλο της 26.4. 1925.
[38] Εφημερίδα «Παναργειακή», φύλλο αρ. 79 (22.4.28), από όπου και το άρθρο που αναδημοσιεύουμε, φ. 93 (11.11.28), 96 (1.1.29) και 101 (24.3.29).
[39] «Θωμάς Γόρδων», στο «Αργειακόν Ημερολόγιον» του 1929.
[40] «Ασπίς», φύλλο της 2.8.1936.
[41] Υποθηκοφυλακείο Άργους, τόμος 201/152, αποδοχή κληρονομίας αρ. 5503/7.7.1954, του συμβ/φου Άργους Θ. Αλωνιστιώτη.
[42] Στο «Αντί» της 17.2.84 δημοσιεύεται επιστολή, με υπογραφή «Θανάσης», αναφερόμενη κωμικοτραγικά στο κατάντημα των σπιτιών Γκόρντον και Μακρυγιάννη. Τα «οργισμένα» άρθρα δημοσιεύθηκαν, πού αλλού, στις εφημερίδες «Αργειακόν Βήμα» (8.3.85) και «Φείδων» (ίδια ημερομ.). Ο «προοδευτικός» Τύπος δεν έκρινε σκόπιμο ούτε να σχολιάσει ούτε να απαντήσει. Τα άρθρα μου δημοσιεύθηκαν στο «Θάρρος» της 1.4.85, και προηγουμένως στον ίδιο τον «Φείδωνα», της 22.3.85. Σε άρθρο μου στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» της 7.3.85, για τους Στρατώνες του Καποδίστρια, αναφερόμουν και στην περίπτωση του σπιτιού του Γκόρντον (σελ. 51, στήλη 2). Στην «Αυγή» της 25.3.87, με τη νέα προβολή της ταινίας, προαναγγελλόταν η εκπομπή της ΕΡΤ 1, με φωτογραφία του σπιτιού του Μακρυγιάννη.
[43] Έγγραφα αρ. 3351 του Δήμου Άργους, που κατατέθηκαν στις 7.4.87 με αp. πρωτ. 13982 στο γεν. γραμμ. ΥΠΠΟ και με αρ. 3355 στο γεν. γραμμ. ΥΠΕΧΩΔΕ. Επίσης, έγγραφο αρ. πρωτ. Δήμου Άργους 3938/27.4.87, που κατατέθηκε με αρ. 1420 και 1152/28.4.87 στα γραφεία του γεν. και του ειδικού γραμματέα αντίστοιχα του ΥΠΕΧΩΔΕ.
[44] Η μεταφορά του συντελεστή δομήσεως και η συναφής έγκριση για κτήση των σχετικών τίτλων έγινε με προεδρικά διατάγματα, που δημοσιεύθηκαν αντίστοιχα στο ΦΕΚ Δ’, με αρ. 156 και 167, και ημερομηνίες 3.4.91 και 2.3.93.
Ο Βασίλης Κ. Δωροβίνης είναι δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας και ιστορικός με ερευνητικές εργασίες στον τομέα της νεότερης ιστορίας. Το 2012 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη δράση και τις μελέτες του στον τομέα της πολιτισμικής κληρονομιάς.
Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες» τεύχη 47-48, 1993.
Σχετικά θέματα: