Quantcast
Channel: Ιστορία – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all 639 articles
Browse latest View live

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Μαρία Ευθυμίου (Επεισόδια 1-15)

$
0
0

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Μαρία Ευθυμίου (Επεισόδια 1-15)


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

 

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Με αφορμή τον εορτασμό του εθνικού ορόσημου των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, η ΕΡΤ μεταδίδει καθημερινά, ένα διαφορετικό μονόλεπτο βασισμένο σε χωρία κειμένων αγωνιστών του ’21 και λογίων της εποχής, με γενικό τίτλο «Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21». 

Παρουσιάζουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» τα δεκαπέντε πρώτα μονόλεπτα επεισόδια.   

Η ιδέα, η επιλογή, η σύνθεση των κειμένων και η ανάγνωση είναι της καθηγήτριας Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, στο ΕΚΠΑ, Μαρίας Ευθυμίου, η οποία αφιλοκερδώς σταχυολόγησε και παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821, που εξηγούν, θυμίζουν και αφηγούνται τα επαναστατικά χρόνια μέσα από τα λόγια των αγωνιστών του ’21 και λογίων της εποχής. 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 1.

 Ο Φωτάκος, ο Πελοποννήσιος αγωνιστής του ’21, για τη ζωή πριν την επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 2. 

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, για την παιδεία που ο ίδιος έλαβε ως νέος, στα ορεινά της Πελοποννήσου.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 3. 

Ο Νεόφυτος Βάμβας, για την παιδεία στην Πάτμο πριν την Επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 4. 

Ο Νεόφυτος Βάμβας, για την παιδεία στην Χίο πριν την Επανάσταση και την εκεί σχολή της οποίας υπήρξε Διευθυντής.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 5. 

Ο Φωτάκος, ο Πελοποννήσιος αγωνιστής του ’21, για τη ζωή πριν την επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 6. 

Ο Ιωάννης Φιλήμων, λόγιος αγωνιστής του 1821, για την πίστη των ανθρώπων στις προφητείες, πριν την επανάσταση.

 

 

 «Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 7.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης για την επιρροή της Γαλλικής Επανάστασης.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 8.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης για τη ζωή πριν την Επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 9. 

Ο Ιωάννης Πρίγκος, ξενιτεμένος Έλληνας έμπορος, σκέφτεται προεπαναστατικά, με πίκρα, τη ζωή  των συμπατριωτών του.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 10.

Ο Ιωάννης Πρίγκος, ξενιτεμένος Έλληνας έμπορος, σκέφτεται προεπαναστατικά, με πίκρα, τη ζωή  των συμπατριωτών του.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 11.

 Στο ξεκίνημα της Επανάστασης, Τούρκος αξιωματούχος εκφράζει σε ομοθρήσκους του την ανησυχία του για την τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας  λόγω του γεγονότος ότι αυτή αδικεί τους υπηκόους της.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 12.

 Ο λόγιος αγωνιστής Γεώργιος Αινιάν, για τους νησιώτες και την ανάπτυξη του ελληνικού εμπορικού ναυτικού πριν την Επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 13. 

Ο λόγιος αγωνιστής Γεώργιος Αινιάν, για τους νησιώτες και την ανάπτυξη του ελληνικού εμπορικού ναυτικού πριν την Επανάσταση.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 14.

 Το αίτιο της Επανάστασης κατά τον Πελοποννήσιο αγωνιστής Φωτάκο.

 

 

«Το ’21 μέσα από κείμενα του ’21» – Επεισόδιο 15. 

Εκτίμηση ιθύνοντος της εποχής. Το εμπόριο των Ελλήνων στην Ευρώπη πριν την Επανάσταση.

 

 

Σκηνοθετική επιμέλεια: Μιχάλης Λυκούδης – Μουσική: Ελένη Καραϊνδρου (Nostalgic) – Μοντάζ: Θανάσης Παπακώστας – Φωτογραφικό υλικό: Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.

 


Κατάλογος Αγωνιστών του 1821 της Επαρχίας Άργους

$
0
0

Κατάλογος Αγωνιστών του 1821 της Επαρχίας του Άργους – †Αγγελής Χρήστου Κλειώσης (1943-2015)


 

Η  Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού δημοσιεύει τον κατάλογο των αγωνιστών της  επαρχίας Άργους, που έλαβαν  μέρος στην  Επανάσταση  του 1821.  Ο  κατάλογος αυτός είναι  αποτέλεσμα μιας επίπονης και μακροχρόνιας προσωπικής  έρευνας του «εξ Άργους  ορμώμενου» τ. Αρχιπλοιάρχου  και  Λιμενάρχη  Ναυπλίου, Αγγελή Χρ. Κλειώση [1943-2015].

Η  Αργολική Βιβλιοθήκη ευχαριστεί  τον  υιόν του κ. Χρήστο Α. Κλειώση, Δικηγόρο Παρ’ Αρείω Πάγω,  που της εμπιστεύθηκε την αδημοσίευτη αυτή εργασία του πατερά του, να την επιμεληθεί  και να την  παρουσιάσει στο αναγνωστικό κοινό της, συμβάλλοντας  έτσι  καθοριστικά στον πάνδημο εορτασμό  της Αργολίδας για  τα 200  χρόνια  από την έναρξη  του Απελευθερωτικού  Αγώνα.

Η  Αργολική Βιβλιοθήκη, γνωρίζοντας από τον κύριο Χρήστο Κλειώση πως ο  πατέρας του  θεωρούσε ότι  η  εργασία του δεν είχε πλήρως ολοκληρωθεί και λόγω  του πρόωρου θανάτου του, καλεί κάθε δυνάμενο να βοηθήσει στην περαιτέρω ερευνά για την καταγραφή όσων  αγωνιστών ο κατάλογος δεν έχει συμπεριλάβει, ώστε να ολοκληρωθεί και να μνημονευθούν όλοι οι Αγολιδείς ήρωες  της Επανάστασης του ‘21.

 

Λίγες ημέρες πριν συμπληρωθούν 200 έτη από την έναρξη του Ιερού Αγώνα του 1821 και ενώ προγραμματίζονται να λάβουν χώρα διάφορες επετειακές εκδηλώσεις, υπάρχει ένα ουσιώδες στοιχείο που ίσως έχει αμεληθεί: Η μαζική συμμετοχή των Ελλήνων στην εξέγερση. Πρόκειται για ένα ιστορικό γεγονός που δικαίως έχει μεν ταυτιστεί με τις μεγάλες ηγετικές φυσιογνωμίες που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχαστούν οι λιγότερο επώνυμοι ή και ανώνυμοι επαναστάτες που θυσίασαν την ζωή τους ή χρόνια από την ζωή τους καθώς και τις όποιες περιουσίες διέθεταν για έναν σκοπό που όλοι τους ομόφωνα χαρακτήριζαν Ιερό.

Αγγελής Χρήστου Κλειώσης (1943-2015)

Έχοντας υπόψη αυτή ακριβώς την λιγότερο φωτισμένη γωνιά της ιστορίας που συνδέει πλέον το πρόσωπο με την ιστορία, ο πατέρας μου, Αγγελής Χρήστου Κλειώση (1943-2015), αφιέρωσε αρκετό από τον προσωπικό του χρόνο ψάχνοντας στα Αρχεία της Επιτροπής Θυσιών και Εκδουλεύσεων του Ιερού Αγώνος (https://www.nlg.gr/collection/archeio-agoniston-archeio-epitropis-agonos/), που φυλάσσεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη και περιέχει τους φακέλους όλων των Αργείων που υπέβαλλαν αιτήσεις για να αναγνωριστεί η στρατιωτική συμμετοχή τους. Μέλη της επιτροπής αυτής υπήρχαν επιφανείς αγωνιστές όπως ο Νικηταράς Σταματελόπουλος, ο Δημήτριος Τσώκρης, ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Δημήτριος Μελετόπουλος, ο Δ. Πλαπούτας, ο Α. Παπατσιώρης, ο Π. Μπαρμπιτσιώτης και ο Α. Νέζος.

Καρπός της προσωπικής και πρωτογενούς έρευνας του πατέρα μου υπήρξε ένας κατάλογος με τα ονόματα των Αγωνιστών της επαρχίας του Άργους, τόπου της ιδιαίτερης πατρίδας μας. Περιέχει αφενός τον αριθμό του φακέλου και το όνομα κάθε αγωνιστή καθώς και μια σύντομη περίληψη των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτόν με αναφορά κυρίως στις ιστορικές μάχες που συμμετείχε.

Αυτός ο κατάλογος σκόπιμο είναι να δοθεί στην δημοσιότητα αυτές τις ημέρες κατ’ αρχήν για να φανεί ότι ο Ιερός Αγώνας της Ανεξαρτησίας ήταν έργο μιας μαζικής προσπάθειας χιλιάδων αφανών αγωνιστών. Επιπλέον όμως μας δίνει την ευκαιρία να αναζητήσουν οι σημερινοί κάτοικοι του Άργους έναν ξεχασμένο πρόγονο ανάμεσα σε αυτά τα ονόματα και να διεκδικήσουν «κληρονομικώ δικαιώματι» έτσι ένα προσωπικό μερίδιο στο ηθικό μεγαλείο αυτού του Αγώνα, συνδέοντας έτσι την οικογενειακή τους ιστορία με ένα κοσμοϊστορικό γεγονός. Τέλος όμως δίνεται η ευκαιρία, εφόσον υπάρχει η σχετική βούληση, να εγκαινιαστεί μια πρακτική να μνημονεύονται τα ονόματα τους από την τοπική εκκλησία κατά την επέτειο της Εθνεγερσίας, αρχής γενομένης από φέτος.

Θα ήθελα να παραδώσω στη δημοσιότητα μέσω της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας & Πολιτισμού το αδημοσίευτο και ακατέργαστο χειρόγραφο του πατέρα μου με τα ονόματα των αγωνιστών της επαρχίας Άργους με την ευχή να γίνει κάποτε η μελέτη της τοπικής ιστορίας επίσημη πολιτική της πολιτείας αλλά και της τοπικής αυτοδιοίκησης με την εισαγωγή σχετικού μαθήματος ανά επαρχία, ώστε η μνήμη της τοπικής ιστορίας να φωτίζει τις λιγότερο γνωστές πτυχές της ιστορίας μας που συνδέουν προσωπικά τον καθένα μας, μέσω των προγόνων του, με την Ελληνική Ιστορία και έτσι να δείχνει σε όλους το χρέος μας προς τους επόμενους.

Τελειώνω αυτό το σύντομο σημείωμα με μια διευκρίνιση: σκοπός μου δεν είναι η ανάδειξη της υπεροχής μιας συγκεκριμένης επαρχίας, εν προκειμένου του Άργους, έναντι άλλων επαρχιών, αλλά η παρακίνηση και άλλων επαρχιών να μιμηθούν τον ζήλο του πατέρα μου για την διατήρηση και ανάδειξη της τοπικής μνήμης που μας συνδέει προσωπικά με την εθνική μας ιστορία.

 

Χρήστος Αγγελή Κλειώσης

Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

 

Μητρώα Αξιωματικών κατά τον Ιερόν Αγώνα Επαρχίας Άργους

 

  1. Αρχιεπίσκοπος Αργολίδος Γεράσιμος Παγώνης. Πίνακας στο Μητροπολιτικό Μέγαρο της Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδος.

    Γεράσιμος Παγώνης ή Παγωνόπουλος (1852-1867): Αρχιερεύς Αργοναυπλίας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα την επανάστασιν, λόγω και έργω. Διετέλεσε γραμματεύς του Π. Μαυρομιχάλη, συνέταξε την προκήρυξη του Αρχιστρατήγου και προέδρου της Μεσσηνιακής Γερουσίας προς τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς. Ως Αγωνιστής του 1821 προσέφερε πλείστας στρατιωτικάς υπηρεσίας. Επί των ημερών του μετά την απελευθέρωση, αρχιερατεύοντος αυτού εις την Αργοναυπλίαν ετέθη ο θεμέλιος λίθος του ναού του Αγίου Πέτρου την 17.7.1859 παρουσία του Βασιλέως Όθωνος ρίψαντος εις τα θεμέλια χρυσά νομίσματα, τα εγκαίνια εγένοντο την 18.4.1865 υπό του ιδίου Επισκόπου. Ως Αργοναυπλίας Αρχιερεύς διετέλεσε από το 1852 έως 1867 οπότε και εκοιμήθη εις Ναύπλιον. Ητο δε ανηψιός του μετ’ άλλων αρχιερέων μαρτυρήσαντος εν φυλακαίς Τριπόλεως επισκόπου Καλαμών Χρυσάνθου. Κατετάγη εις τα Μητρώα Αγωνιστών του 1821 με τον βαθμόν Β’ τάξεως ήτοι Αντιστράτηγος.

  1. Αναστάσιος Π. Τσώκρης (†1849): Αργείος. Αδελφός του στρατηγού Δημητρίου Τσώκρη. Υπηρέτησε καθ’ όλον των Αγώνα, εις διαφόρους μάχες, λόγω των υπηρεσιών του κατά τον αγώνα εγένετο μετά την απελευθέρωση το 1845 λοχαγός της Βασιλικής Φάλαγγας. Υπό της Επιτροπής αγώνος κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ Τάξεως. Απέθανε εν Άργει το 1849.
  1. Δημήτριος Μέντης (†1822): Αργείος. Λαμπρός και περίφημος ιππεύς, προ της επαναστάσεως είχε υπηρετήσει εις το Ρωσικό Ιππικό. Υπηρέτησε ως οπλαρχηγός εις διαφόρους μάχας. Την 27.7.1822 μαχόμενος κατά του Δράμαλη εις την θέση Γλυκειά του Ναυπλίου επληγώθη, απέθανε μετ’ ολίγας ημέρας εις Μύλους. Πολέμησε υπό τον Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις την Δ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αναστάσιος Νέζος (†1859): Εκ Κουτσοποδίου. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, διεκρίθη εις την μάχη των Δερβενακίων, ένθα και ετραυματίσθη εις το γόνυ και εχώλαινε εις τον μετέπειτα βίον του. Πολέμησε υπό τον Δ. Τσώκρη εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Προήχθη εις χιλίαρχον το 1825, βραδύτερον μετά την απελευθέρωση εγένετο ταγματάρχης της Βασιλικής Φάλαγγας. Απέθανε εις το Κουτσοπόδιον το 1859. Είχε τέκνα επίσης αγωνιστάς τον Ανδριανόν, τον Κωνσταντίνον, τον Γεώργιον και Θεόδωρον. Προσέφερε εις τον Αγώνα 7.300 γρόσια. Υπό της Επιτροπής Αγώνος κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Κακάνης (†1825): Εκ Μπουτίων. Έλαβε μέρος εις πλείστας μάχας και πολιορκίας. Εφονεύθη την 20.5.1825 εις την μάχη του Κρομμυδίου παρά τω Μανιάκι μαχόμενος κατά του Ιμπραήμ υπό τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Δικαίον ή Παπαφλέσσα όπως αναφέρεται εις πιστοποιητικόν υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον Θ. Κολοκοτρώνη. Το 1824 έλαβε τον βαθμόν του χιλιάρχου. Έλαβε μέρος εις πολιορκία Τριπόλεως υπό τον Χατζή Χρήστον με 300 άνδρες, επίσης εις διαφόρους άλλας μάχας υπό τον Δ. Τσώκρη και Δ. Πλαπούτα. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Πανάγου Παμπούκης: Αργείος. Υπηρέτησε την επανάσταση στρατιωτικά και πολιτικά. Διετέλεσε Γενικός Γραμματεύς επαρχίας Άργους το 1824 και Γενικός Γραμματεύς (Υπουργός) Δικαίου. Προσέφερε εις τον Αγώνα 5.000 γρόσια. Το 1825 έλαβε τον βαθμό του χιλιάρχου. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.
  1. Αναγνώστης Τασόπουλος: Εκ Δαλαμανάρας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, προήχθη εις Αντιστράτηγον το 1825. Υπηρέτησε ως οπλαρχηγός εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Δημήτριον Τσώκρην. Εις τον ατομικό του φάκελλον υπάρχει γραμμάτιον του Εθνικού Ταμείου της προσωρινής Κυβερνήσεως της Ελλάδος ότι οφείλει το κράτος προς αυτόν χίλια γρόσια. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Μπεκιάρης (†1822): Εκ Μπουτίων. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα ως οπλαρχηγός εις τας επισημοτέρας μάχας, πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπόλεως κατά του Ιμπραήμ, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια υπό τον Δημήτριον Τσώκρην. Συμφώνως με αποδείξεις αι οποίαι υπάρχουν εις τον ατομικό του φάκελο, παρέδωσε ο ίδιος εις την προσωρινή Διοίκηση και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη το ποσόν των 8.000 γροσίων δια τον Αγώνα. Τον Μάρτιο του 1827 εξεστράτευσε εις Αττική με 180 άνδρας και την 22.4.1827 έπεσε ενδόξως μαχόμενος εις την εν Φαλήρω μάχη εις την θέση τρεις Πύργοι μετά του Γεωργίου Καραϊσκάκη, μαζί του συνεπολέμει και ο αδελφός του Ανδρέας. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.

Γεώργιος Μπεκιάρης

 

Στο τρίστρατο, που πέρασε προφήτης και πατέρας

Ο Γέρος κ’ η γενιά του

Του Παπαρσένη η συντροφιά και του Νικήτα ο αγέρας,

Αγέρας του θανάτου!

Στο τρίστρατο που πέρασε μια μέρα η Μπουμπουλίνα

Με τ’ άρματα ζωσμένη.

Του Τσόκρη η χρυσοφέρμελη, του Νέζου η καραμπίνα,

Του Γιάννουζα οι ταμμένοι.

Στο τρίστρατο τ’ Αργολικού, που βγήκαν οι Νταγραίοι

Πρώτοι και τόσοι του Μόριά σεμνοί καπεταναίοι,

Σε φέρνει ο νους μου πλάϊ τους λεβέντη καβαλλάρη

Και σένα του Φαλήρου αητέ περήφανε Μπεκιάρη.

 

Γ. Λογοθέτης

Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1961.

 

Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858 – Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

 

  1. Αντώνιος Ζωγράφος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα. Έλαβε μέρος εις την πολιορκία του Ναυπλίου, υπό τον Παπαρσένη Κρέστα εις την Παναγία την Κατακεκρυμένη, εις πολιορκία της Τριπόλεως υπό τον ΚανέλΛο Δεληγιάννη, εις το Φρούριο του Άργους και Μύλους υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη, εις τα Δερβενάκια ήτο έφιππος εις την επίθεση της εμπροσθοφυλακής του Δράμαλη και επληγώθη εις την κνήμην, εις τας Αθήνας κατά του Κιουταχή, επίσης εις Ζεμενό, Βόνιτσα και Κραβασαρά κατά του Μουσταφάμπεη. Συμμετείχε και εις τον κατά θάλασσα Αγώνα υπό τον Υδραίον Γεώργιον Χατζή-Ανάργυρο κατά της Σάμου και πυρπόλησε τουρκικό πολεμικό πλοίο εις τον λιμένα Βαθύ της Σάμου, επίσης και κατά του Φρουρίου της Κω. Το 1830 εγένετο λοχαγός της Βασιλικής Φάλαγγας. Υπό της Επιτροπής Αγώνος κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.
  1. Τσώκρης Δημήτριος (1796 – 1875)

    Δημήτριος Τσώκρης (1796-1875): Υπάρχει κενό. Πληροφορίες από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη. Ο φάκελος Δ. Τσώκρη που φυλάσσεται στο Αρχείο Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιο­θήκης, δεν περιέχει τίποτε άλλο έκτος από το παρακάτω έγγραφο:

Άργος τη 17 Μαΐου 1865

Προς την επί του Αγώνος Σεβαστήν Επιτροπήν

Κύριοι,

Θεωρώ όλως μάταιον διά πιστοποιητικών και διπλωμάτων να σας καταδείξω όποιος είμαι, με γνωρίζετε άπαντες, και εις τούτο στηριζόμενος, έρχομαι ευτόλμως διά της παρούσης όπως παρακαλέσω υμάς να με κατατάξητε εις την αρμόζουσαν προς τας θυσίας μου τάξιν.

Υποσημειούμαι ευσεβάστως

Δ. Τσόκρης

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ειδήσεις, η οικογένεια Τσώκρη ήταν από τις παλιές οικογένειες του Άργους. Ο Δημήτριος, γιος του Πανάγου, γεννήθηκε στο Άργος το 1796. Μεγαλύτερους αδελφούς είχε πρώτο το Γεώργιο, που από μικρός είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη όπου πλούτισε και επέστρεψε στο Άργος το 1817, και τον Αναστάσιο ή Τάσο που κατοικούσε στο Άργος. Και οι τρεις αδελφοί έλαβαν μέρος στην Επανάσταση. Ο Δημήτριος πανδρεύτηκε τον Ιανουάριου του 1827 τη Μαριγώ το γένος Ιατρού και απέκτησε πολυμελή οικογένεια. Πέθανε στις 3 Απριλίου 1875… (Βλέπε και σχετικό λήμμα  Δημήτριος Τσώκρης (1796-1875).    

  1. Πάνος Οικονόμου ή Παπανικονόπουλος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, πολέμησε ως εκατόνταρχος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς, ανεδείχθη το 1825 εις χιλίαρχον. Το 1852 εγένετο λοχαγός της Βασιλικής φάλαγγας. Εις το ατομικό του φάκελο υπάρχει κατάλογος Αργείων στρατιωτικών της χιλιαρχίας Άργους του 1832. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Δ’ τάξεως.

  1. Ανδριανός Νέζος (†1825): Εκ Κουτσοποδίου. Υπηρέτησε μέχρι του 1825 εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας έπεσε ενδόξως μαχόμενος την 20.5.1825 εις την εν Μανιακίω μάχη κατά του Ιμπραήμ ως υφοπλαρχηγός του Παπαφλέσσα. Ήταν υιός του οπλαρχηγού Αναστασίου Νέζου. Κατετάγη εις την Δ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Καλαμαράς Γρηγόριος (1769-1821)

    Γρηγόριος Καλαμαράς Αρχιερεύς Άργους – Ναυπλίου (1769-1821): Εθνομάρτυρας (εκ Σίτσοβα της Αλαγονίας). Υπηρέτησε σπουδαίως ως εκ της θέσεώς του. Αρχιεράτευσε εν Άργει από το 1801 έως 1821. Απέθανε εκ κακουχιών και βασάνων εις τας δυσώδεις και σκοτεινές φυλακές της Τριπόλεως λίγο πριν την Άλωση της πόλεως την 23.9.1821, όπου κρατείτο ως όμηρος των Τούρκων μετ’ άλλων Αρχιερέων και Προκρίτων, οι οποίοι είχαν φυλακισθεί προληπτικός δια να εμποδιστή η Επανάσταση. Μυηθεί εν Ύδρα εις την Φιλική Εταιρεία υπό του ιερομονάχου Νικηφόρου Παμπούκη κατά τας ρωσικός εκθέσεις εις ηλικία 50 ετών την 27.6.1819 δωρίσας 500 γρόσια. Εν συνεχεία εμύησε πλείστους Αργείους εις την Φιλική Εταιρεία. Ήτο ανιψιός του προηγουμένου Μητροπολίτη Γρηγορίου. Το 1972 η πατρίς ευγνωμοσύνης ένεκεν, ανήγειρε μαρμάρινη προτομή του ιεράρχου αριστερά της εισόδου του Ναού του Αγίου Πέτρου δια τας Υφίστας υπηρεσίας προς το Έθνος τας οποίας προσέφερε ο Πρωτομάρτυς αυτός. Κατετάγη εις την Α’ τάξιν Αξιωματικών.

  1. Θεόδωρος Ν. Τριγκουνόπουλος ή Τριγκούνης (†1887): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλο τον Αγώνα ως οπλαρχηγός εις τας πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια υπό τον Δ. Τσώκρη και Θ. Κολοκοτρώνη. Το 1825 προήχθη εις χιλίαρχος και βραδύτερον μετά την απελευθέρωση λόγω των σπουδαίων υπηρεσιών του ονομάστηκε λοχαγός της Βασιλικής φάλαγγας. Υπό της Επιτροπής Αγώνος κατετάγη εις Αξιωματικούς Ε’ τάξεως. Απέθανε εν Άργει το 1887.
  1. Νικόλαος Λάμπας (†1835): Εκ Καρυάς. Υπηρέτησε καθ’ όλο τον Αγώνα επικεφαλής 50 Ανδρών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον όπου και επληγώθη. Διετέλεσε υπό τας διαταγές του Δημητρίου Τσώκρη, Δημητρίου Πλαπούτα και Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το 1825 προήχθη εις Υποχιλίαρχον. Επί I. Καποδιστρίου υπηρέτησε ως αξιωματικός τάγματος της εθνικής φρουράς Άργους. Απέθανε εν Άργει το 1835. Κατετάγη υπό της επιτροπής Αγώνος εις ΣΤ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αναγνώστης Σουρήλος: Αργείος Δημότης (εξ Αβδήμπεη). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίαν Ναυπλίου, επολέμησε κατά Δράμαλη και Ιμπραήμ, εις την εν Φαλήρω μάχη έλαβε μέρος με 300 άνδρες μαζί με τον Γ. Μπεκιάρη παρά την θέση τρεις Πύργοι. Διετέλεσε Υπασπιστής του Γ. Καραϊσκάκη. Το 1830 έγινε υπολοχαγός της Φάλαγγος. Κατετάγη εις την Ε’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Παναγιώτης Ντούσιας: Εξ Αχλαδοκάμπου. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα εις τας μάχας Βαλτετσίου, Παρθενίου, Φούντομα Κυνουρίας, Δερβενακίου, Γράνας, Τριπόλεως, κατά του Κεχαγιάμπεη διά στρατηγήματος τον ηνάγκασε να φύγει εκ Τριπόλεως ανάψας πολλάς πυράς εις Παρθένιον και να τραπή εις Τουρνίκιον. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη και Νικηταρά. Ήτο στενός φίλος του Θ. Κολοκοτρώνη. Βραδύτερον έγινε λοχαγός της φάλαγγος. Κατετάγη εις την Ε’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Κωνσταντίνος Ντούσιας: Εξ Αχλαδοκάμπου. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, ήτο αδελφός του προηγουμένου έλαβε μέρος εις όλας τας μάχας και πολιορκίας τας οποίας είχε λάβει μέρος και ο αδελφός του Παναγιώτης και υπό τους ίδιους οπλαρχηγούς. Εγένετο Υποχιλίαρχος το 1824 και μετά την απελευθέρωση λοχαγός της φάλαγγος. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ε’ τάξεως υπό της Επιτροπής Αγώνος.
  1. Γεώργιος Φράγκας (†1821): Αργείος. Υπηρέτησε από την αρχή της επαναστάσεως ως Μπουλουξής επικεφαλής ανδρών, επολέμησε εις Μύλους, εις Ακροκόρινθον, εις πόρτας Τριπολιτσάς, όπου εφονεύθη από βολή κανονιού μαχόμενος κατά του Κεχαγιάμπεη υπερμαχών της πατρίδος. Εγκατέλειψεν σύζυγον και ανήλικον θυγατέρα. Κατετάγη υπό της Επιτροπής Αγώνος εις Αξιωματικούς Ε’ τάξεως.

* Σημείωση: Εις πιστοποιητικόν του Αγωνιστού εντός του ατομικού του φακέλλου υπάρχει ωραία σφραγίς του Δήμου Άργους, απεικονίζουσα την Αθηνά και δόρυ και κουκουβάγια εντός πλαισίου δαφνών. Υπογράφει δημογέρων Ν. I. Κορδίας 5.2.1829.

  1. Ιωάννης Ζεμπέκος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις τας πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη, εις τα Δερβενάκια και Αθήνας. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Θεοδώρου και Ιωάννου Κολοκοτρώνη. Προήχθη εις τον βαθμόν του χιλιάρχου το 1825. Απέθανε ενωρίς και εγκατέλειψε σύζυγον και τρία θήλεα τέκνα. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ε’ τάξεως υπό της Επιτροπής Αγώνος.
  1. Γεώργιος I. Σπίγκος ή Σκαλελάς: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα ως Μπουλουξής εις πολιορκία Ναυπλίου κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας υπό τον Γ. Κολοκοτρώνη και Δ. Τσώκρη. Μετά την απελευθέρωση ωνομάσθη Υπολοχαγός. Κατετάγη εις την Ε’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Κωνσταντίνος Ν. Πάγκαλος: Αργείος. Το 1819 ευρίσκετο εγκατεστημένος εις την Σμύρνην εμπορευόμενος ένθα και έγινε Φιλικός. Το 1820 απέστειλε επιτροπή εκ Σμύρνης τους Κ. Ναύτην, Κ. Μώραλην και Μ. Καλιβουτζήν με 300 βαρέλια πυρίτιδος τα οποία προσέφερε εις την επανάσταση. Το 1821 προδωθείς εν Σμύρνη δια τον Αγώνα, εγκατέλειψε την περιουσία του και επέστρεψε εις το Άργος. Επικεφαλής 20 ανδρών επολέμησε εις πολιορκία Τριπόλεως και εις Τρίκορφα κατά του Ιμπραήμ υπό τον Δ. Τσώκρη και Δ. Υψηλάντην. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα έγινε γραμματεύς του Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ε’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Α. Ιατρός (†1855): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρας μάχας και πολιορκίας. Το 1825 λόγω των Υπηρεσιών του προήχθη εις χιλίαρχον. Απέθανε εν Άργει το 1855 πένης, η οικογένεια του εστερείτο και τον επιούσιον άρτον, εγκαταλείψας σύζυγον και τρία θήλεα τέκνα. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ε’ τάξεως.
  1. Πέτρος – Δημήτριος Διβάνης (1799-1862): Αργείος Δημότης (καταγόμενος εκ Κωνσταντινουπόλεως). Υπηρέτησε ως ιατρός εις το πλοίο «Καρτερία», επίσης εις το σώμα των Φιλελλήνων όπου την 4.7.1822 έλαβε μέρος εις την μάχην του Πέτα, ένθα εθυσιάσθη το σώμα των Φιλελλήνων, επληγώθη εις τον πόδα. Διετέλεσε Υπασπιστής του Φαβιέρου. Το 1824 προήχθη εις Υπολοχαγόν της φάλαγγος. Κατετάγη υπό της επιτροπής Αγώνος εις την Ε’ τάξιν Αξιωματικών, μετά την απελευθέρωση διετέλεσε Δημογέρων του Άργους, εις τον ατομικόν του φάκελλον υπάρχουν τα πρακτικά της εκλογής του υπογεγραμμένα υπό δεκάδων επιφανών Αργείων. Αργότερα διετέλεσε Δήμαρχος του Άργους από το έτος 1858 μέχρι το 1861.
  1. Συμεών Μπουχελής ή Ξηροκαστελιώτης (†1822): Αργείος (καταγόμενος εκ Μηδέας). Ηγούμενος της ιεράς μονής Αγίου Δημητρίου Καρακαλά, απεβίωσε εκ κακουχιών κατά την διάρκεια της πολιορκίας του Ναυπλίου το 1822, υπηρέτησε υπό τον Δημήτριο Τσώκρην. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ε’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Μπούλτωρης (†1897): Αργείος. Έλαβε μέρος εις την επανάσταση καθ’ όλον τον Αγώνα, ως επικεφαλής πολλών ανδρών εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Απέθανε εν Άργει το 1897. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ε’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Μπουχελής (†1822): Αργείος κάτοικος (εκ Μηδέας). Εφονεύθη το 1822 κατά την πολιορκία του Ναυπλίου, υπηρέτησε υπό τον Δημήτριον Τσώκρην, ήτο αδελφός του Ιερομονάχου Συμεών Μπουχελή. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Νέζος: Εκ του Κουτσοποδίου. Υιός του Αναστασίου Νέζου. Έλαβε μέρος εις την εττανάστασι καθ’ όλον τον Αγώνα, εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον I. Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρην, Νικηταράν, Χατζή Χρήστον. Το 1825 εγένετο Ταξίαρχος, το 1844 ωνομάσθη Ανθυπολοχαγός της φάλαγγος. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Αντώνιος Παναγιώτου (†1861): Αργείος. Υπηρέτησε από αρχή μέχρι τέλους του Αγώνος ως πεντηκόνταρχος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα, εις Δραμπάλα και Δαβιά, κατά του Δράμαλη εις Αργολίδα. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Θ. Κολοκοτρώνη, Π. Γιατράκου. Ο Δ. Τσώκρης βεβαιώνει ότι ο αγωνιστής αυτός επετέθη και κατέλαβε το θαλάσσιο φρούριο Ναυπλίου με 15 άνδρες. Εις την μάχη επληγώθη βαρέως εις την δεξιάν χείραν. Μετά την απελευθέρωσι εγένετο Ανθυπολοχαγός της Βασιλικής φάλαγγος. Απέθανε εν Άργει το 1861. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Παναγής – Ιωάννης Ζητουνιάτης: Αργείος Δημότης (εκ Στερεός Ελλάδος). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα ως αρχαίος Σημαιοφόρος και ιππεύς εις διαφόρους μάχας, κατά του Ιμπραήμ εις Βέρβενα, εις Ναυαρίνον υπό τον Δ. Τσώκρη και εις άλλας μάχας υπό τον Οδυσσέα Ανδρούτσον. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Ντανταρής (†1822): Αργείος. Υπηρέτησε επικεφαλής στρατιωτών και εφονεύθη εις πολιορκία του Ναυπλίου. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Θ. Κολοκοτρώνη και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Στ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Παναγιώτης Γκερεμέζης (†1825): Εκ Χώνικα. Υπηρέτησε από του 1821 μέχρι του 1825 εις διαφόρους μάχας, μαχόμενος κατά του Ιμπραήμ εις Σφακτηρία εφονεύθη το 1825. Είχε αναδεχθή εις χιλίαρχον προ του θανάτου του. Εγκατέλειψε δύο ανήλικα τέκνα και σύζυγον. Κατετάγη εις αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Κωτσιάκος ή Δρυμούρας (†1863): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό το Δ. Τσώκρη, εις την μάχην του Νεοκάστρου αιχμαλωτίσθη και απηλευθερώθη βραδύτερον. Το 1825 ωνομάσθη χιλίαρχος και την 29.4.1834 Ανθυπολοχαγός της Βασιλικής φάλαγγος. Απέθανε εν Άργει τον Οκτώβριον του 1863, εγκαταλείψας τρία ανήλικα τέκνα και σύζυγον. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Βασίλειος Αθανασίου (1792-1849): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, μετέσχε εις πλείστας μάχας και πολιορκίας της Πελοποννήσου, διεκρίθη εις μάχην της Δαβιάς, μαχόμενος ως αξιωματικός υπό τον Π. Μαυρομιχάλη και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Στ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Ανδρέας Μπεκιάρης: Εκ Μπουτίων. Αδελφός του φονευθέντος Γεωργίου Μπεκιάρη, επολέμησε καθ’ όλον τον αγώνα εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη κατά του Ιμπραήμ, εις την εν Φαλήρω μάχη το 1827 μετά του φονευθέντος αδελφού του. Μετά την απελευθέρωση εγένετο λοχαγός της φάλαγγος. Κατετάγη εις Στ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αναστάσιος Τσιρίκος ή Καπετάνιος: Εκ Κάτω Μπέλεσι Λυρκείας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας. Προήχθη το 1825 εις τον βαθμόν του εκατοντάρχου, επροτάθη υπό του Α. Τσώκρη δια τον βαθμόν του χιλιάρχου. Απέθανε ενωρίς και εγκατέλειψε τρία τέκνα ανήλικα και σύζυγον. Κατετάγη εις Στ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Σωτήριος Παπαμιχαλόπουλος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα. Όταν εξερράγη η επανάστασις ήταν μεγαλέμπορος εις Κωνσταντινούπολή, αμέσως επέστρεψε εις το Άργος. Έλαβε μέρος εις πολιορκία του Ναυπλίου. Εις την Άλωση του Ναυπλίου μετέσχε και ναυτικών επιχειρήσεων και εκυρίευσε επτά πλοιάρια εις τον Αργολικό Κόλπον τα οποία ανεφοδίαζον τους πολιορκουμένους Τούρκους. Βραδύτερον εγένετο γενικός φροντιστής του εν Άργει στρατοπέδου. Ούτος εγκατέλειψε όλη του την περιουσία εις Κωνσταντινούπολή. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Αναστ. Κατσαρός: Αργείος. Έλαβε μέρος εις την επανάσταση καθ’ όλον τον αγώνα με 50-100 στρατιώτας, εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, εις Τρίκορφα, Πολιανή και εις Σάλωνα και Αγία Μαρίνα μαχόμενος ως Μπουλουξής και ιππεύς. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά, Α. Τζώκρη, Γ. Αγαλόπουλου, Δ. Καλλέργη, Χατζή Χρήστου. Προήχθη εις Υπολοχαγόν της φάλαγγος. Απέθανε νέος και άφησε πολυμελή οικογένεια. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Βαρβάρας (†1846): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας, υπό τον Δ. Τσώκρη. Το 1824 προήχθη εις τον βαθμόν του Εκατοντάρχου. Απέθανε εις Αθήνας το 1846. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Πέτρου Κονταξής: Αργείος Δημότης (καταγόμενος εκ Στερεός Ελλάδος). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα επικεφαλής στρατιωτών εις Νεόκαστρον, εις Δίστομον, εις Αθήνας, εις Αράχωβα και εις Μεσολόγγιον όπου εφονεύθη. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς των Χριστοδούλου Χατζηπέτρου, Κίτζου Τζαβέλα, Γρηγορίου Λιακατά και Χατζή Χρήστου. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Καλιματιανός: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα ως επικεφαλής στρατιωτών, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Υπήρξε διακεκριμένος πολεμιστής, διεκρίθη επίσης δια την αυταπάρνησίν του εν ώρα μάχης. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.
  1. Ανδρικός Αλίκουλης: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα εις πλείστας μάχας και πολιορκίας ως Μπουλουξής, επολέμησε υπό τας διαταγάς διαφόρων οπλαρχηγών και του Δ. Τσώκρη. Ο αδελφός του Γεώργιος Αλίκουλης εφονεύθη το 1821 εν Άργει μαχόμενος κατά του Κεχαγιάμττεη. Κατετάγη εις Στ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Νικόλαος Κυριάκου: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου και Ακράτας κατά του Ιμπραήμ επικεφαλής πολλών ανδρών. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του I. Μακρυγιάννη, I. Κολοκοτρώνη, Χατζή Χρήστου και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Στ’ τάξεως.

1726α. Κωνσταντίνος Προκοπίου: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρη και I. Θ. Κολοκοτρώνη. Υπηρέτησε ως φροντιστής στρατεύματος και τσαούσης του I. Θ. Κολοκοτρώνη. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.

  1. Γεώργιος Δήμου: Εκ Τάτσι του Δήμου Αλέας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Επροτάθη δια τον βαθμόν του Εκατοντάρχου. Βραδύτερον λόγω της ανδρείας του ανεδείχθη εις λοχαγόν της φάλαγγος. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Ιωάννης Νυστάζος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, εις τας μάχας Βαλτετσίου, Δερβενακίων κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Δραμπάλα, Νησί, Αβαρίνους και εις Μπασαρά, εις Αμπιλιανή και Άστρος. Εις μίαν μάχην επληγώθη εις δεξιάν χείρα και πόδα. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Πλαπούτα και Ιωάννη Θ. Κολοκοτρώνη. Υπηρέτησε καθ’ όλο το διάστημα ως σημαιοφόρος και αξιωματικός. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Κώστας Ζήσης: Αργείος Δημότης (εκ Στερεός Ελλάδος). Υπηρέτησε καθ’ όλο το διάστημα του Αγώνος επικεφαλής στρατιωτών εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Εισήλθεν εκ των πρώτων μετά του Σ. Σταϊκόπουλου εις Παλαμήδιον κατά την άλωσιν αυτού. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Αναγνώστης Ψωμάς ή Μαρίνος: Εκ Λιμνών. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα επικεφαλής 80 έως 120 στρατιωτών εις πολιορκία Ακροκορίνθου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και Αβαρίνους. Εις την μάχην των Δερβενακίων επληγώθη εις δεξιόν βραχίονα. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Π. Μαυρομιχάλη, Δ. Τσώκρη, Ιωάννη Κολοκοτρώνη, Δ. Καλλέργη και Π. Νοταρά. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Σπυρίδων Μαρίνος (†1865): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Ιωάννη Θ. Κολοκοτρώνη. Το 1825 προήχθη εις εκατόνταρχον. Απέθανε εν Άργει το 1865. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Ψωμάς ή Μαρίνος: Εκ Λιμνών. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Ιμπραήμ, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, εις Αθήνας επικεφαλής 50-60 ανδρών. Το 1825 προήχθη εις Πεντηκόνταρχο. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Π. Μαυρομιχάλη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστου και Δ. Τσώκρη. Υπήρξε προεστός των Λιμνών προ του 1821 και μέχρι το 1836. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Κατσάμπας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος ως επικεφαλής στρατιωτών, εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Κεχαγιάμπεη εις Άργος, κατά του Δράμαλη εις Αργολίδα και Δερβενάκια, εις Μεσολόγγιον, κατά του Ιμπραήμ εις Ναβαρίνους, όπου ηχμαλωτίσθη από τους Αιγυπτίους το 1825 και μετήχθη ως δούλος εις την Αίγυπτον. Ηλευθερώθη θεία προνοία τον Ιούνιον του 1829 και επέστρεψε εις το Άργος. Εξώδευσε όλη την περιουσία του υπέρ του αγώνος. Έμεινε ανάπηρος εκ των κακουχιών και πληγών και απεβίωσε νέος, εν εσχάτη πενία, εγκαταλείψας ανήλικα τέκνα και σύζυγον. Επολέμησε υπό τους Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη, Νικηταρά και I. Κολοκοτρώνη. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Σταμπόλης: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Το 1825 προήχθη εις Υποχιλίαρχον. Επολέμησε ως επικεφαλής στρατιωτών. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Δημήτριος Ι. Κλειώσης (1803-1907): Εκ Κουτσοποδίου. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας ως αξιωματικός. Πιστοποιητικόν της 19.2.1845 υπογεγραμμένον υπό διαφόρων οπλαρχηγών βεβαιώνει:

«Οι υπογεγραμμένοι πιστοποιούυεν ότι ο Δημήτριος Κλειώσης κάτοικος Κουτσοποδίου του Δήμου Μυκηνών, από την αρχήν της επαναστάσεως άμα ήχησεν η Σάλπιξ δια την ελευθερίαν της πατρίδος, έλαβεν τα όπλα, ετέθη υπό τας οδηγίας μας με σώμα στρατιωτών και επικεφαλής αυτών εξεπλήρωσε χρέος αξιωματικού με απερίφραστον ζήλον, γενναιότητα και υπακοήν εις τους ανωτέρους του, παρευρεθείς εις διαφόρους μάχας από το 1821 μέχρι της εντελούς ελευθερίας της πατρίδος, εις την πολιορκίαν Ναυπλίου μέχρι της πτώσεώς του, εις Ακροκόρινθον, εις την κατά του Δράμαλη, εις την κατά του Ιμπραήμ Πασά εις Νεόκαστρον, εις Δραμπάλα, εις Τρίπολιν, και τελευταίον εις Αθήνας, και αλλαγού όπου η ανάνκη της πατρίδος το απαιτούσε.-

Διο και εις ένδειξιν δίδομεν το παρόν πιστοποιητικόν δια να του χρησιμεύση όπου δει.-

Εν Άργει τη 19 Φεβρουάριου 1845 Υπογραφαί

Π. Μπαρμπιτσιώτης                                            Νικηταράς Σταματελόπουλος

Α. Νέζος                                                                           Δ. Τσώκρης

Κανέλος Δεληγιάννης
Δημήτριος Μελετόπουλος
Δ. Πλαπούτας
Α. Παπατσιώρης

Επικυρούται η γνησιότης των όπισθεν αυτών υπογραφών.

Κουτσοπόδι 14 Μαΐου 1846
Ο Δήμαρχος Μυκηνών

Σωτήριος ΔΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

 

Προ της επαναστάσεως ο πατήρ του Ιωάννης μετά την αποτυχούσα επανάσταση του Ορλώφ 1770 εις την οποία συμμετείχε κατέφυγεν εις Ύδραν μετ’ άλλων Αργείων και επέστρεψεν εις Άργος βραδύτερον. Ο αδελφός του Αγγελής έπεσε μαχόμενος με τον Δημήτριον, εις Δερβενάκια κατά του Δράμαλη την 26.7.1822. Ο Δημήτριος προσέφερε εις την Φιλικήν Εταιρείαν εις την οποία είχε μυηθή 540 γρόσια και δια το στρατιωτικών σώμα 117 ανδρών το οποίον συνετήρει εξ ιδίων εδαπάνησε 5.800 γρόσια. Το 1825 προήχθη εις Υποχιλίαρχον. Κατετάγη εις τους αξιωματικούς Ζ’ τάξεως υπό της Επιτροπής Αγώνος. Απέθανε υπεραιωνόβιος εις το Κουτσοπόδιον το 1907 εις ηλικίαν 104 ετών.

  1. Ιωάννης Ν. Πάγκαλος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα. Έλαβε μέρος επικεφαλής στρατιωτών εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας και εις Μεσολόγγιον. Υπό τους Π. Μαυρομιχάλη, Χατζή Χρήστον, Θ. Κολοκοτρώνην, Νικηταράν και Δ. Τσώκρην. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Δημήτριος Παπαχρηστόπουλος: Ιερεύς. Εκ Λάλουκα. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα με τον Τίμιον Σταυρόν και τα όπλα ανά χείρας. Έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ακροκορίνθου, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη και του Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας, υπό τους Νικηταράν, Χατζή Χρήστον, I. Κολοκοτρώνη και Δ. Τσώκρη. Προ της επαναστάσεως ήτο Δημογέρων εις Λάλουκα. Προσέφερε 2.000 γρόσια εις τον Αγώνα. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Δημήτριος N. Γαρδελίνος ή Πλατανίτης: Αργείος Δημότης (εκ Θυρεάτιδος Κυνουρίας). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, εις Λιθοβούνι, Άγιον Σώστη, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα ως επικεφαλής στρατιωτών και υπό τας διαταγάς του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, Νικηταρά, Π. Μαυρομιχάλη και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις την Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αθανάσιος Κατσούλας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος ως επικεφαλής στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Δράμαλη εις τας εν Αργολίδι και εν Κορίνθω μάχας, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα και Δαβιά και εις την Άλωση της Ναυπάκτου το 1829, ως Μπουλουξής υπό τον Δ. Τσώκρην. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Σταμάτιος Μιχαλόπουλος: Αργείος Δημότης (καταγόμενος εκ Σπάρτης). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Το 1825 προήχθη εις τον βαθμόν του χιλιάρχου. Μετά την απελευθέρωση επροικοδοτήθη με τον βαθμόν του Ανθυπολοχαγού της Φάλαγγος. Κατετάγη εις την Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Ιωάννης Σμυρλής ή Καρλαυτάκης: Αργείος, προερχόμενος εκ της Αργειακής παροικίας της Σμύρνης. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος πολιορκίας Ναυπλίου και Φρουρίου Άργους και Παλαιών Πατρών, κατά του Δράμαλη, εις κάτω Ναχαγιέ ως λοχαγός ιππικού υπό τους Γ. Αγαλόπουλον, I. Κολοκοτρώνη, Χατζή Χρήστον, Κ. Δεληγιάννη και Π. Μαυρομιχάλη, Δ. Τσώκρη, Νικήτα Φλέσσα (αδελφόν του Παπαφλέσσα) και Γρηγόριο Παπαφλέσσα όπως βεβαιώνει ο αδελφός του Νικήτας. Το 1824 προήχθη εις τον βαθμόν του Ταξιάρχου, το 1833 ως Ανθυπολοχαγός και το 1848 ως λοχαγός της Βασιλικής Φάλαγγος. Επροικοδοτήθη με 42 δρχ., ο ίδιος εις αναφοράν του ισχυρίζετο ότι δεν επήρκει δια τεμάχιον ξηρού άρτου. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Κακάνης: Εκ Άνω Μπουτίων. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις τας πολιορκίας Τριπόλεως, Ακροκορίνθου, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Αργολίδα και κατά του Ιμπραήμ εις Δραμπάλα επικεφαλής στρατιωτών. Ήτο αδελφός του πεσόντος εις Μανιάκι Κωνσταντίνου Κακάνη το 1825. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστου και Γ. Αγαλόπουλου. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Ροδόπουλος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου και Κορίνθου, εις την μάχην κατά του Κεχαγιάμπεη εις Άργος υπό τον Δ. Τσώκρη επικεφαλής στρατιωτών. Ήτο ανηψιός του Μητροπολίτου Κορίνθου ο οποίος προσέφερε πλείστας υπηρεσίας εις τον αγώνα και κάθε είδους εκδούλευσι εις την επανάστασι μαζί με 84.000 γρόσια μυθώδες ποσόν δια την εποχήν, ο επίσκοπος και Αγωνιστής υπήρξαν μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Ο φάκελλος του αγωνιστού αφορά και τον ιεράρχην. Ο Κων/νος Ροδόπουλος διετέλεσε και δήμαρχος Άργους 1848-1852. Κατετάγη εις την Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Θεόδωρος Ρετσίνας ή Ρετσινόπουλος (†1821): Αργείος. Έπεσε μαχόμενος κατά την εισβολήν του Κεχαγιάμπεη εις Άργος τον Απρίλιον του 1821, ως επικεφαλής 50 στρατιωτών. Ο υιός του Σωτήριος εσυνέχισε τον αγώνα του πατρός του, λαβών μέρος εις διαφόρους μάχας υπό τον Π. Μαυρομιχάλη, Απόστολον Κολοκοτρώνην και Δ. Τσώκρην. Ο Σωτήριος Ρετσίνας θεωρείται μαζί με άλλους Αργείους από τους πρώτους οικιστάς του Πειραιώς. Ο ήρως Θεόδωρος Ρετσίνας κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικός.
  1. Ιωάννης Αθανασόπουλος (1795-1865): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, εις Αθήνας κατά του Κιουταχή, εις Σάλωνα, εις Δίστομον, εις πέντε όρνια και εις Πειραιά ως Μπουλουξής υπό τους Ν. Κριτζώτη, Κων/νον Μαντά, Σπύρο Μήλιον, Χατζή Χρήστον, Αναγνώστην Καναβόν, Νικηταράν και Β. Μπούσγον, συντηρών εξ ιδίων εκστρατευτικόν σώμα. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Νικολόπουλος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος με 19 άνδρες εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρην, Ν. Πετμεζάν, Π. Νοταράν, Π. Μαυρομιχάλη και Νικηταρά. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Παπαγιάννης Σταθόπουλος (1799-1858): Εκ Τάτσι του Δήμου Αλέας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκία Τριπόλεως, εις Βαλτέτσιον υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη, εις Φάληρον υπό τον I. Νοταράν, εις Τρίκορφα κατά του Ιμπραήμ υπό τον Δ. Τσώκρην. Ο Δ. Τσώκρης εις πιστοποιητικόν βεβαιώνει ότι ο αγωνιστής εδαπάνησε την περιουσία του εις τον αγώνα, απέθανε εν πενία το 1858 και εγκατέλειψε τρία ορφανά τέκνα και σύζυγον. Ο αγωνιστής Π. Σταθόπουλος εις αναφοράν του προς την επιτροπήν αγώνος γράφει: «η πατρίς μας Σεβαστή Επιτροπή άμα ήρατο τα όπλα κατά του Οθωμανικού Δεσποτισμού και της Τυρρανίας ουδέν άλλο σύνθυμα είχε ή αποθανούμε υπέρ πίστεως και πατρίδος». Κατετάγη εις αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  2. Αναγνώστης – Αναστάσιος Χατζής: Εκ Κουτσοποδίου. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις την επανάσταση από μικράς ηλικίας εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Πολιανή, κατά του Κιουταχή εις Αθήνας. Υπηρέτησε υπό τον Δ. Τσώκρη και Νικηταρά οι οποίοι βεβαιώνουν «ότι ουδέποτε ηθέλησε μισθόν, αλλά υπηρέτησε πατριωτικώς». Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Κωνσταντίνος Μπιλιάρας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας, υπό τους Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστον, Γ. Αγαλόττουλον και Νικηταράν. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Πετρόπουλος: Αργείος Δημότης (εκ Λαγκαδιών). Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκία Τριπόλεως, εις μάχην της Γράνας ως Μπουλουξής με 50 άνδρες υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη και Δ. Τσώκρην. Διετέλεσε και φροντιστής στρατοπέδων. Εις την μάχην της Τριπόλεως επληγώθη βαρέως δια ξίφους και εις τας δύο χείρας. Προσέφερε εις τον αγώνα 1.060 γρόσια. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αθανάσιος Φιλιππόπουλος: Εκ Γυμνού. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας ως μπουλουξής εις ελαφρόν τάγμα υπό τον Γ. Κολοκοτρώνην και Δ. Τσώκρην. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.

 

Αλληγορική φιλελληνική παράσταση εμπνευσμένη από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Επιχρωματισμένη λιθογραφία, Ιταλία α΄ μισό 19ου αιώνα.

 

  1. Παναγιώτης Λυμπερόπουλος (†1865): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις μάχας Μεσολογγίου, Κραβασαρά, Βόνιτσα, Αράχωβα, Κερατσίνιου, Καρύστου, Αθηνών με 300 άνδρας, μετέσχε των ναυτικών επιχειρήσεων εις Χίον υπό τον Δημήτριον Δράμαλην, εις πλείστας μάχας και πολιορκίας υπηρέτησε υπό τον Δ. Τσώκρην και Γ. Αγαλόπουλον. Μετά την απελευθέρωση εγένετο ταγματάρχης της 18ης Βασιλικής φάλαγγος. Απέθανε εν Άργει το 1865. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Ιωάννης Αθ. Μπάκας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας ως αξιωματικός επικεφαλής στρατιωτών υπό τον I. Μακρυγιάννη, Χατζή Χρήστον και Δ. Σκυλοδήμον. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Μπουρλέκης (†1850): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος με 10 άνδρες εις πολιορκίας Ακροκορίνθου υπό τον Α. Πετμεζά, εις Ξυλόκαστρον κατά του Κεχαγιάμπεη, εις Σαραβάλι υπό τον Θ. Κολοκοτρώνην, εις Μεσολόγγιον υπό τον Μπούρμπαχη, κατά του Δράμαλη υπό τον I. Νοταράν, επίσης υπηρέτησε υπό τον Ιωάννην και Αποστόλην Κολοκοτρώνην. Το 1840 υπέστη ημιπληγία και έμεινε παράλυτος και πένης. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Καλιοντζής (†1821): Εφονεύθη έξωθεν του Άργους τον Απρίλιον του 1821 μαχόμενος κατά του Κεχαγιάμπεη. Ο πατήρ του Γεώργιος συλληφθείς την ιδίαν ημέρα εκάη ζων από τους Τούρκους του Κεχαγιάμπεη, η οικία των επυρπολήθη και σύζυγός του Δέσπω και μία του θυγατέρα αιχμαλωτισθείσαι επωλήθησαν ως δούλαι, απελευθερωθείσαι μετά δύο έτη. Η σύζυγος Δέσπω έλαβε σύνταξι 5 δρχ. Ο αγωνιστής κατετάγη εις την Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Κυριάκος Οικονόμου – Παπαδόπουλος: Ιερεύς. Εξ Αχλαδοκά­μπου. Έλαβε μέρος καθ’ όλον τον αγώνα εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Τρίκορφα, Νεόκαστρον, Μπολιανή, Αβαρίνους κατά του Ιμπραήμ, εις Βαλτέτσιον, Γράνα, Δολιανά, Άγιον Σώστην, και Άργος υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον, Νικηταράν, Γ. Κολοκοτρώνη επικεφαλής 25 ανδρών, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια με 50 άνδρες. Συμμετείχε και εις τας εκστρατείας της Ρούμελης. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Κωνσταντίνος Αθ. Παραβάντης: Εξ Αχλαδοκάμπου. Έλαβε μέρος καθ’ όλον τον Αγώνα ως οπλαρχηγός εις Τρίκορφα, Μπολιανή και Αβαρίνους κατά του Ιμπραήμ, εις Βαλτέτσιον, εις Δολιανά, εις Γράνα και εις Άγιον Σώστη, κατά του Δράμαλη και εκστρατείας της Ρούμελης με 40 άνδρες. Διετέλεσε υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Ανδριανός Νυστάζος: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, Φρούριον Άργους υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος ή Αναγνώστης Οικονόμου – Παπαθανασίου: Ιερεύς, Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Κορίνθου, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Αργολίδα και Κόρινθον, κατά του Ιμπραημ εις Νεόκαστρον. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Σπύρος Κατζώνης (†1856): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Δ. Τσώκρην. Απέθανε εν Άργει το 1856. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Παπαδημήτριος ή Αναγνώστης Μ. Παπαγεωργόπουλος: Ιερεύς. Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας της Αργολίδος ως λαϊκός υπό τον Δ. Τσώκρην και Νικηταράν. Μετά την επανάσταση εχειροτονηθεί ιερεύς. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Εμμανουήλ Ζορμπανάς: Αργείος Δημότης (εκ Κρήτης). Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας της Κρήτης μετά την αποτυχίαν αυτών κατέφυγεν εις Άργος. Μετά την απελευθέρωση εγένετο Υπολοχαγός της φάλαγγος. Εις την αναφοράν του προς την Επιτροπήν Αγώνος παρουσιάζει τα αισθήματα του φλογερού πατριώτου. «Η φωνή της πατρίδος όταν ήχησε εις τα βάθη της καρδίας μου μ’ αφύπνησε από τον λήθαργον εις ον ευρισκόμουν ζων υπό την τυραννίαν του επαράτου εχθρού των Χριστιανών των Οθωμανών. Η φωνή αύτη τόσον γλυκερώς ηχούσε ως λέγουσα εις τα γνήσια αυτής τέκνα «μάχεσθε υπέρ πατρίδος» με ενθουσιασμόν εις τας καταφρονήσεις, κακουχίας, στερήσεις και ωδύνας, έλαβα τα όπλα το 1821 και έφθασα εις το πεδίον του Άρεως και εξετέλεσα το στρατιωτικόν καθήκον μου έως το τέλος του αγώνος». Κατετάγη ως αξιωματικός Ζ’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Ζέρβας (†1846): Εκ Δαλαμανάρας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα ως μπουλουξής, έλαβε μέρος εις πολιορκίαν της Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας της Αργολίδος. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Απέθανε εν Άργει το 1846. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Παπαγεωργόπουλος: Εκ Λιμνών. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ακροκορίνθου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Μανιάκι και κατά του Κιουταχή εις Αθήνας όπου εις μίαν μάχην εφονεύθη και ο πατήρ του. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη και Κανέλου Δεληγιάννη. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Γιαννάκης Μπεξής (1790-1846): Εξ Άνω Μπέλεσι Λυρκείας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος με 15-25 στρατιώτας εις πολιορκίαν Ναυπλίου ως μπουλουξής, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρην, Νικηταράν, Χατζή Χρήστον. Απέθανε εις Α. Μπέλεσι εις ηλικίαν 56 ετών. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Παναγιώτης Αναστασίου Τζερέπης (†1847): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Νεόκαστρον κατά του Ιμπραήμ, κατά του Δράμαλη και εις Στυλίδα ως μπουλουξής με 50 στρατιώτες. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Κ. Δεληγιάννη και Δ. Πλαπούτα από το 1821 έως το 1827. Απέθανε το 1847 εν Άργει εγκαταλείψας τρία ανήλικα τέκνα και σύζυγον. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Χριστόφορος Αναγνωστόπουλος – Χρυσικός (†1858): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα ως μπουλουξής, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Κορίνθου, Ναυπλίου, εις Άργος κατά του Κεχαγιάμπεη τον Απρίλιον του 1821 ένθα ηχμαλωτίσθη και απηλευθερώθη αργότερον, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και κατά του Δράμαλη εις διαφόρους μάχας, επληγώθη δις εις διάφορα μέρη του σώματός του. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς των Δ. Τσώκρη, Ιωάννη Μακρυγιάννη και Χατζή Χρήστου. Απέθανε εν Άργει το 1858 εκ παλαιών σωματικών κακουχιών εν εσχάτη και ανεκφράστη ενδεία. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Χριστόπουλος (1796-1864): Εκ Τάτσι του Δήμου Αλέας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα επικεφαλής στρατιωτών, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Πολιανή, κατά του Κιουταχή εις Αθήνας υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη και Νικηταρά, οι οποίοι βεβαιώνουν «ότι δεν ηθέλησε να λάβη μισθόν και υπηρέτησε πατριωτικώς». Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Σπυρίδων Ζαχαριάς – Σκουριάς: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, εις κρίσιμους μάχας και πολιορκίας ως επικεφαλής στρατιωτών υπό τον Δημήτριον Τσώκρην. Είχε δε προ της επαναστάσεως εις φιλικήν εταιρείαν. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Σωτήριος Δαγρές: Εκ Καρυάς Λυρκείας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, εις Ναβαρίνους και Πολιανήν κατά του Ιμπραήμ και Δράμαλη εις διαφόρους μάχας και κατά του Κιουταχή εις Αθήνας. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Γιαννάκη Δαγρέ, Δ. Τσώκρη, Κανέλου Δεληγιάννη, Νικηταρά και Δ. Πλαπούτα. Μέλη της ιδίας οικογένειας ήσαν ο Κωνσταντίνος Δαγρές και ο Σωτήριος Δαγρές, οι οποίοι ηγωνίσθησαν γενναίως ως αξιωματικοί εις την επανάστασιν.
  1. Παναγιώτης Περρούκας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα ως μπουλουξής, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ, Πολιανήν, Αβαρίνους, Νεόκαστρον, Βέργα Δηρρού, εις Αντίρριον και πτώσι Ναυπάκτου το 1829, εις Μπασαρά, εις Αμπιλιανήν. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη Νικηταρά, Δ. Πλαπούτα. Κατετάγη εις Ζ’ τάξιν Αξιωματικών.
  1. Αντώνιος Δαρίβας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον των αγώνα, έλαβε μέρος εις την επανάσταση της Μολδοβλαχίας υπό τον Αλέξανδρον Υψηλάντην και ετραυματίσθη βαρέως εις την εν Σκουλενίω μάχην παρά την όχθην του Προύθου. Διασωθείς επέστρεψεν εις Άργος και επολέμησε εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Πανούτσον Νοταράν. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Παντελής Γ. Κολοπανάς: Εκ Δαλαμανάρας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκίας Τριπόλεως, Κορίνθου, Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον όπου εφονεύθη και ο πατήρ του Γεώργιος. Επολέμησε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη και Χατζή Χρήστου με 10-15 στρατιώτες επικεφαλής αυτών. Κατετάγη εις Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως.
  1. Θεοδόσιος Παπαγεώργη Καραμούζας: Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας ως επικεφαλής στρατιωτών υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις τους Αξιωματικούς Ζ’ τάξεως. Μετά την απελευθέρωση διετέλεσε δήμαρχος Άργους.

 

Εκ του Μητρώου Αγωνιστών κατά θάλασσα

 

  1. Δημήτριος Αθανασίου: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους ναυτικάς επιχειρήσεις, μαζί με άλλους Αργείους εις Υδραϊκά πλοία.
  2. Γεώργιος Διαμαντόπουλος: Αργείος διέμενε εις Ύδρα. Διέπρεψε εις τας ναυτικός επιχειρήσεις, υπηρέτησε εις πυρπολικό του Λαζάρου Μουσιού εις τον Αργολικόν Κόλπον, Μίλητον, Κάλυμνον, Καφηρέα και εις Σάμο όπου το 1826 διεσκορπίσθη ο Τουρκικός στόλος. Διεκρίθη ως πυροβολητής.

 

Μητρώα Υπαξιωματικών του κατά Ξηράν Ιερού Αγώνα

Επαρχίας Άργους

 

  1. Πέτρος Σταυρόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις την επανάσταση ως στρατιώτης, πολέμησε εις Τρίπολιν, Τρίκορφα, κατά του Δράμαλη, εις Κόρινθον, εις Π. Πάτραι, Δαβιά και εις άλλας μάχας κατά των Αράβων. Κατετάγη υπό της Επιτροπής Αγώνος εις Α’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  2. Σωτήριος Γεωργίου Δαμιανός: Εκ Κουτσοποδίου. Επολέμησε υπό τους Γ. Παπαφλέσσα, Γ. Γρίβα, Δημήτριον Γ. Καρατάσον, Νικηταρά Σταματελόπουλον και Χριστόδουλον Χατζηπέτρον. Μαχόμενος υπό τον Παπαφλέσσα εις Νεόκαστρον επληγώθη εις την κεφαλή και αιχμαλωτίσθη από τους Άραβες, μετά την απελευθέρωσή του επολέμησε εις Αράχωβα υπό τον Γρίβα Γαρδικιώτη, εις τα Τρίκορφα υπό τον Δ. Καρατάσο. Μαχόμενος εις τα Τρίκορφα τραυματίσθηκε και πάλιν εις την κεφαλήν. Κατετάγη εις τους Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Πέτρος Αναστασόπουλος: Αργείος. Επολέμησε εις Μεσολόγγιον, Παλαιάς Πάτρας, Πολιορκία Κορίνθου, Μονεμβάσια, και Νεόκαστρον γενναίως και αφιλοκερδώς. (Ο αδελφός του Νικόλαος εφονεύθη εις Πάτρας μαχόμενος κατά των Τούρκων υπό τον Παναγιώτη Κανακάρη). Υπηρέτησεν ως Μπουλουξής ελαφρού τάγματος. Έλαβε μέρος εις τον κατά θάλασσα αγώνα υπό τον Σπετσιώτη Ιωάννη Γεωργίου Κούτζη παρευρεθείς εις διαφόρους εκστρατείας, την 16.4.1821 εις Χίον, την 27.5.1821 επυρπόλησε τουρκικόν πλοίον εις Τένεδον, εις Βόλον και εις άλλας Ναυμαχίας. Επίσης κατά ξηρά υπηρέτησε υπό τον Ιωάννην Γκούραν, Χριστόδουλον Χατζηπέτρον, Γ. Ρούφον. Κατετάγη εις τους Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Κολιζέρας: Εκ Χαρβατίου του Δήμου Μυκηνών. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, Π. Κορίνθου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ Πασά εις Νεόκαστρον, εις Δραμπάλα, εις Τρίκορφα ως αξιωματικός υπό τους Νικηταρά, Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστο, Γιατράκο. Κατετάγη υπό της επιτροπής Αγώνος εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.

«Επεισόδιο από τον πόλεμο στην Ελλάδα», λιθογραφική αναπαραγωγή ελαιογραφίας του E. Delacroix.

  1. Κωνσταντίνος Λ. Οικονομίδης: Αργείος. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις Μαντινεία, Ναύπλιον, Νεόκαστρον υπό τους Νικηταρά, Χατζή Χρήστο, Γ. Αγαλόπουλο. Κατετάγη υπό της επιτροπής Αγώνος εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  2. Ιωάννης Α. Οικονομίδης: Αργείος αδελφός του προηγουμένου. Επολέμησε πλησίον του αδελφού του παρευρεθείς εις τας ιδίας μάχας ως Μπουλουξής και υπό τους ιδίους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις τους Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Δ. Καραγιάννης: Δημότης Αργείος (εξ Ιωαννίνων). Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Λιτζόπουλος: Δημότης Αργείος, εκ της παροικίας των Αργείων της Σμύρνης. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Καλλέργη και επληγώθη εις ωμοπλάτη και κνήμη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Θανόπουλος: Αργείος. Εφονεύθη εις μία των μαχών κατά τον ιερόν Αγώνα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Μιχαλόπουλος: Αργείος. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Ρετσίνας: Αργείος. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Λειβαδίτης (†1831): Αργείος. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, Άλωσι Τριπόλεως, Δολιανά, Άργος Δραμαλικά, Αθήνας, Μεσολόγγιον και κατά του Ιμπραήμ υπό τους Θ. Γρίβα, Νικηταρά, Δ. Καλλέργη, Π. Γρίβα, Π. Μαυρομιχάλη, Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστο, απέθανε το 1831 και εγκατέλειψε 2 θήλεα και 1 άρρεν τέκνα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Ανδρέου: Εκ Δαλαμανάρας (Μικρασιατικής καταγωγής). Διετέλεσε το 1823 Ιπποκόμος του Δημητρίου Υψηλάντου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Σωτήριος Γεωργαντόπουλος: Αργείος Δημότης (εξ Αγριδίου Καλαβρύτων). Επολέμησε εις Καλάβρυτα, Κόρινθον, Ακράτα, Τρίκορφα, Πολιορκίαν Ναυπλίου, κατά του Ιμπραήμ μαχόμενος τραυματίσθηκε εις δεξιόν οφθαλμόν και βραδύτερον απώλεσε την όρασίν του και από τον αριστερόν οφθαλμόν. Υπηρέτησε υπό τον Β. Πετμεζά. Κατετάγη εις την Β’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Κωνσταντίνος Μπιτζής: Εκ Κουτσοποδίου. Επολέμησε ως Αξιωματικός εις πολιορκία Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, εις Τρίπολι, εις Αθήνας, κατά Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρο και Δραμπάλα υπό τους Αναστάσιο Νέζιο, Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Κανέλο Δεληγιάννη, Δ. Μελετόπουλο, Δ. Πλαπούτα. Κατετάγη υπό της Επιτροπής Αγώνος εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Παναγιώτης – Αναγνώστης Παπαϊωάννου: Εκ Λιμνών. Επολέμησε υπό τους Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Κορινθία και Αργολίδα, εις Τρίκορφα, εις Νεόκαστρο κατά του Ιμπραήμ. Επικεφαλής δε 25 Λιμνιατών επολέμησε κατά του Δράμαλη εις Κλεισούρα Αγιονορίου υπό τον Νικηταρά. Κατετάγη εις τους Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.

 

Η εκστρατεία του Δράμαλη στην πεδιάδα του Άργους, Αλέξανδρος Ησαΐας.

 

  1. Αντώνιος Ζυγούρης ή Αντωνόπουλος: Εξ Αχλαδοκάμπου. Έλαβε μέρος επικεφαλής ανδρών υπό τον Π. Ζαφειρόπουλο και Γ. Κολοκοτρώνη εις μάχας Δολιανών, Βαλτετσίου, Αγίου Σώστη Τριπόλεως και Γράνας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Χρήστος Φλεβάρης (1809-1865): Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε εις εκστρατεία Καρύστου, Χαϊδάρι, Χίον, υπό τους Μαμούρη, I. Μακρυγιάννη και Γκριζιώτη και εις πολιορκία των Αθηνών υπό τον Κ. Φαβιέρον. Από την 5.7.1825 υπηρέτησε εις Τακτικόν Σώμα Β’ τάγματος Γραμμής. Κατετάγη υπό της Επιτροπής Αγώνος εις τους Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως. Μετά την απελευθέρωση υπηρέτησε εις τον Βασιλικόν Πεζικόν Στρατόν.
  1. Ιωάννης Μάρας: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών υπό τους Π. Ζαφειρόπουλο, Γ. Κολοκοτρώνη εις μάχας Αγίου Σώστη, Παρθένι, Γράνα, Δολιανά, Άργος, πολιορκία Ναυπλίου. Το 1825 του απενεμήθη το δίπλωμα του 50άρχου αλλά δεν το απεδέχθη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Γκιγκίλας: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Βαλτέτσι υπό τον Π. Ζαφειρόπουλο και υπό τον Νικηταρά εις Δολιανά. Εφονεύθη εις πολιορκία της Τριπόλεως. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Νοικοκύρης (1800-1872): Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε επικεφαλής 25 στρατιωτών εις Άγιο Σώστη Τριπόλεως υπό τον Π. Ζαφειρόπουλο, εις Δολιανά υπό τον Νικηταρά, εις Γράνα και Τρίπολι υπό Π. Ζαφειρόπουλο και Θ. Κολοκοτρώνη, υπό τον Νικηταρά εις τα Ντερβένια Κορίνθου όπου επληγώθη από πυροβόλο όπλο και ξίφος εις την χείραν του. Προσέφερε εις τον Αγώνα 300 γρόσια. Κατετάγη υπό της Επιτροπής Αγώνος εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Ντάνος: Αργείος. Επολέμησε ως σημαιοφόρος υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Εις Ρεσάλτο του Ναυπλίου υπό τον Νικόλαον αδελφόν του Νικήτα, εις Ακροκόρινθον υπό Μπεκζαντέ, εις τα Στούρα υπό τον Οδυσσέα, επίσης εις Αγία Μαρίνα και Αθήνας υπό τον Οδυσσέα, εις Τζερατζίνη και Χίον υπό τον Γρίβα Γαρδικιώτην, εις Κρήτη υπό τον Φαβιέρον, εις Μεσολόγγιον υπό τον Τομπάζην, εις Κραβασαρά και Βόνιτσα υπό τον Γρίβα Γαρδικιώτην, εις Στυλίδα, Αράχωβα υπό τον Οδυσσέα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Zαχαρίας Ιωάννου: Αργείος. Επολέμησε εις Βαλτέτσιον υπό τον Κυριακούλην Μαυρομιχάλην, εις την Αργολίδα κατά του Δράμαλη υπό τον Π. Μαυρομιχάλη, εις Δερβενάκια και κατά του Ιμπραήμ υπό τον Κ. Μαυρομιχάλην, εις πολιορκίαν Ναυπλίου υπό τον Αναγνώστην Μαυρομιχάλην. Παρευρέθη εις πλείστας μάχας από 1821 μέχρι 1828. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος Αργύρης (1795-1870): Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον και Θ. Κολοκοτρώνη εις Βαλτέτσιον, Άγιον Σώστην Τριπόλεως, Δολιανά και Γράνα ως Στρατιώτης.
  1. Κωνσταντίνος Γκιγκίλας: Εξ Αχλαδοκάμπου. Κατετάγη εις Γ’ τάξι υπαξιωματικών.
  1. Δημήτριος Παναγάκης: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Μπολιανή κατά του Ιμπραήμ υπό τον Π. Ζαφειρόπουλον και Γ. Κολοκοτρώνη, εις Ντερβένια ή Χάνι Τσάκωνα κατά του Ιμπραήμ υπό τους Νικηταρά, Μήτρο Πέτροβα και κατά του Δράμαλη υπό τον Π. Ζαφειρόπουλον.
  1. Αθανάσιος Παναγάκης: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Γράνα, Λούκα Μαντινείας υπό τον Π. Ζαφειρόπουλο, εις Τρίπολιν, κατά του Ιμπραήμ, εις Παρθένιον Όρος, εις Ντερβένια υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον και Γ. Κολοκοτρώνην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Ανδριανός Τζίτζος: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις όλας τας μάχας, Άγιου Σώστη, Ακροκόρινθου και κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Δαβιά, Πολιανή, Βέργα, Μπασαρά υπό τους Νικηταρά και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αντώνιος Κ. Μπεζιώτης: Αργείος. Εφονεύθη μαχόμενος κατά του Δράμαλη. Εις λάβει μέρος εις πολιορκία Ναυπλίου, επολέμησε υπό τους Δ. Τσώκρη, Γ. Αγαλόπουλον, Νικηταρά, Νοταρά Π. ως εκατόνταρχος. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Σκαρπέντζος (†1863): Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε υπό τον Δ. Τσώκρη εις διαφόρους μάχας κατά των Οθωμανών. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Δήμος Σακελαρίου: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής 10 έως 20 ανδρών υπό τους Κανέλον Δεληγιάννην, Δ. Τσώκρην, Γ. Λύκον εις Δερβενάκια, Άγιον Σώστην, Νεόκαστρον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Στρουμπούλης (†1860): Αργείος. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, Κορίνθου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια και κατά του Ιμπραήμ υπό τους Δ. Τσώκρη, Γ. Αγαλόπουλον, Χατζή Χρήστον, Νικηταράν, Ιωάννην Θ. Κολοκοτρώνην. Εγκατέλειψε ανήλικα τρία θήλεα και ένα άρρεν τέκνα και σύζυγον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Σακολέβας: Εκ Χώνικα. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών υπό τον Δ. Τσώκρη και Νικηταρά εις πολιορκίαν Ναυπλίου, εις Νεόκαστρον κατά του Ιμπραήμ, εις Δερβενάκια κατά του Δράμαλη, εις Άγιον Σώστην, εις Ακροκόρινθον, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα, Δαβιάν, Δραμπάλαν, Άστρος, Βέργα, Μπασαρά. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως. Μετά την απελευθέρωση, το 1846 εγένετο Δήμαρχος Χώνικα του Δήμου Ιναχίας.
  1. Ανδριανός Καλαματίτζας (†1863): Αργείος. Επολέμησε εις πολιορκίαν Ναυπλίου, Δερβενάκια, Τρίπολιν, Βαλτέτσιον, Ακροκόρινθον, Δραμπάλαν, Νεόκαστρον, Αμπιλιανήν, εις Αβαρίνους όπου μόλις διέφυγε την αιχμαλωσίαν υπό τους Β. Πετμεζά, Δ. Τσώκρη, Νικηταρά. Επροτάθη για αξιωματικός το 1844. Μετά την απελευθέρωσιν υπηρέτησε εις Δασοφυλακήν-Αγροφυλακήν. Εδολοφονήθη εν Άργει το 1863 υπό συναδέλφου του. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Νυσταζόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις πολιορκίαν Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη και εις άλλας πολλάς μάχας υπό τους Δ. Τσώκρη, Κανέλλον Δεληγιάννη, Π. Νοταρά, Νικηταρά, Π. Μαυρομιχάλη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Παντελής Χωσιαδάς: Δημότης Άργους (εκ Ζυγού Αγγελοκάστρου). Επολέμησε ως στρατιώτης κατά του Ιμπραήμ εις Βέρβαινα, Άργος, Μεσολόγγιον πολιορκία 1826 υπό τον Νικηταρά και άλλους οπλαρχηγούς. Εις Μεσολόγγιον απώλεσε τον αριστερόν οφθαλμόν του. Εις την επανάστασι έχασε δύο αδελφούς του. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Μπουντούρης: Εκ Καρυάς. Επολέμησε εις πολιορκίαν Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη, εις Κόρινθον, Ναυαρίνους, υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Κοντογιαννόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Α’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Φώτιος Τζίφας ή Ρουμελιώτης: Εκ Πασιά του Δήμου Ιναχίας (εκ Στερεός Ελλάδος). Επολέμησε εις Νεόκαστρον, Πολιανή, Αράχωβα, Ελευσίνα, Χίον, αιχμαλωτίσθη εις Ναύπακτον. Διετέλεσε υπό διαφόρους οπλαρχηγούς Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστον, Μάρκο Μπότσαρην, Ανδρέαν Λόντον, Γεώργιον Καραϊσκάκην, Γενναίον Κολοκοτρώνην και Κ. Φαβιέρον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Γρηγόριος Καπρουλής: Αργείος. Επολέμησε ως μπουλουξής εις πολιορκίαν Ναυπλίου, Δερβενάκια, Νεόκαστρον, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ υπό τους Νικηταράν, Χατζή Χρηστόν, Γ. Αγαλόπουλον, Κίτσο Τζαβέλα, Χριστόδουλον Χατζηπέτρον, Σ. Γρίβα, Π. Ζαφειρόπουλον και Δημήτριον Τσώκρην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Σταμάτιος Γεωργαντόπουλος (†1821): Εκ Καρυάς. Ιερεύς. Έπεσε μαχόμενος τον Αύγουστον του 1821 εις μάχην λαβούσα χώρα μεταξύ Τσιπιανών και Λούκα Τριπόλεως. Επίσης εις την επανάστασιν εφονεύσθησαν δύο αδελφοί του Δημήτριος και Ιωάννης. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως. Ο υιός του Δημήτριος έγινε και αυτός ιερεύς με το επώνυμον «Παπασταματίου» εκ του επικρατήσαντος μικρού ονόματος του πατρός Σταματίου.
  1. Σπύρος Μαρούτζος: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως Στρατιώτης εις Άγιον Σώστην, Γράνα, Δολιανά, Βαλτέτσιον υπό τον Π. Ζαφειρόπουλον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Μαρούτζος: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον και Θ. Κολοκοτρώνην εις Άγιον Σώστην, Δολιανά, Βαλτέτσιον, Γράνα. Εις Άγιον Σώστη Τριπόλεως επληγώθη εις τον πόδα και κατέστη ανίκανος προς Υπηρεσία. Επροικοδοτήθη με μισθόν 12 δρχ. κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Λούγκης: Εξ Αχλαδοκάμπου. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Κυριάκος Στέφος: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Άγιον Σώστην Τριπόλεως, Βαλτέτσιον, Γράνα, Δολιανά. Εφονεύθη μαχόμενος κατά του Δράμαλη. Διετέλεσε υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον, Παναγιώτη Άκουρον και Θ. Κολοκοτρώνην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  2. Ιωάννης Μαντής (1766-1866): Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Άγιον Σώστη, Παρθένιον Όρος, Γράνα, υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον, Π. Άκουρον, Γ. Κολοκοτρώνην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Σεϊνταγιαννόπουλος: Αργείος, ιερεύς. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών εις Μπασαραβίαν το 1821 υπό τον Αλέξανδρον Υψηλάντην και εις Σκουλένιον, διασωθείς επέστρεψε εις την Πελοπόννησον μετά την αποτυχίαν της επαναστάσεως εις Μολδοβλαχίαν και επολέμησε εις Τρίκορφα, πολιορκία Τριπόλεως, Κόρινθον, Ναύπλιον, Νεόκαστρον, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ. Μετά την απελευθέρωση έγινε ιερεύς εις Νεμέα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Ηλίας Ζωγράφος: Αργείος. Επολέμησε κατά του Κεχαγιάμπεη εις Άργος, εις Τρίπολιν, Ακροκόρινθον, πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη, εις Αφεντικούς Μύλους, Κλεισούρα υπό τους Νικηταρά, Π. Νοταρά, Δ. Τσώκρη. Διετέλεσε μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Κιούσης: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης εις διαφόρους μάχας υπό τους Π. Πετμεζά, Α. Κουδάκη, Αναγνώστην Τασόπουλον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Τακανίκος: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε εις Ακροκό­ρινθον, Ναβαρίνους, εις Αθήνας, εις Αγία Μαρίνα, κατά του Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ υπό τους Δ. Τσώκρη και I. Θ. Κολοκοτρώνη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ευθύμιος Βαρδής: Αργείος. Επολέμησε εις Δερβενάκια, Μέγαρα, Αβαρίνους, Νεόκαστρον, Τρίκορφα και Μπασαρά κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Tζύριος (Κυριάκος) Μουσταῒρας: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, κατά των Αθηνών, εις Αγία Μαρίνα, κατά του Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ. Διετέλεσε υπό τους Δ. Τσώκρη και I. Θ. Κολοκοτρώνη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Ρούσος: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε επικεφαλής συγχωρίων του, εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, εις Αβαρίνους, Αθήνας, Αγία Μαρίνα, κατά του Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ, υπό τους Α. Τσώκρη και I. Θ. Κολοκοτρώνη. Προσέφερε εις τον Αγώνα 4.000 γρόσια. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.

 

Η Ακρόπολη του Άργους. Χαρακτικό, του Γάλλου αρχαιολόγου και αυτοδίδακτου ζωγράφου Αλεξάντρ Λενουάρ (1761-1839), π. 1810.

 

  1. Αλέξιος Γεωργιάδης: Αργείος Δημότης (εξ Ολυμπίας). Επολέμησε εις πολιορκίας Τριπόλεως, Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, εις Ναβαρίνους, κατά του Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ υπό διαφόρους οπλαρχηγούς με 25 άνδρες. Διετέλεσε υπό τους Π. Μαυρομιχάλη, Β. Πετμεζά, Δ. Πλαπούτα, Κ. Δεληγιάννη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Θεόδωρος Νικολάου Καζάκος: Αργείος. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις όλας κατά των Αράβων μάχας και αρίστευσε εις Τρίκορφα, Πολιανή, Δερβενάκια και Αβαρίνους υπό τους Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστον και Νικηταράν. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος (†1865): Αργείος Δημότης (εκ Δημητσάνης). Επολέμησε εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, Παλαιών Πατρών, Κρομμυδιού, Ναυαρίνο, Αθήνας, εις Καρύταινα, Δερβενάκια με 50 άνδρες υπό τους Π. Μαυρομιχάλη, Δ. Καλλέργη, Δ. Τσώκρη, Δ. Πλαπούτα, Θ. Καραμουτζά, Αναγνώστη Τασόπουλον και Χατζή Χρηστόν. Απέθανε το 1865 και εγκατέλειψε σύζυγον και οκτώ τέκνα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Σταμάτιος Μαυράκης: Αργείος Δημότης (εκ Χίου). Επολέμησε εις Νεόκαστρον, εις Τρίπολιν, εις Κάρυστον, εις Αράχωβα, εις Δίστομον, εις Αθήνας και εις Πέτρα των Θηβών υπό διαφόρους οπλαρχηγούς Ν. Γκριζώτη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  2. Παναγής Κόλια Πανάγου ή Σκάλτσας: Εκ Κάτω Μπουτίων. Επολέμησε ως Αξιωματικός εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Δραμπάλα κατά του Δράμαλη υπό τους Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστο, Νικηταράν. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Πετρόπουλος: Αργείος. Επολέμησε με 15 στρατιώτες επικεφαλής τους οποίους συνετήρει εξ ιδίων, διετέλεσε υπό τας διαταγάς των I. Μακρυγιάννη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστου και Κ. Δεληγιάννη εις διαφόρους μάχας. Εις τα Δερβενάκια εφονεύθη μαχόμενος κατά του Δράμαλη ο αδελφός του Σάββας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Χρήστος Βάθης: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής 10 στρατιωτών, εις ελαφρόν τάγμα αμισθί, εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Οικονόμου: Εκ Λιμνών, ιερεύς. Επολέμησε εις φρούριον Κορίνθου, εις την συμπλοκήν της Αγίας Μαρίνης, Κριεκούκι, Κλεισούρα, Αγιονόρι υπό τους Γ. Λύκον, Κανέλον Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Π. Μελέτης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τον Γ. Λύκο και Κανέλον Δεληγιάννην εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Κολεβέντης: Εκ Λιμνών. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.

 

Στα στενά των Δερβενακίων, πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη

 

  1. Ιωάννης Αναγνώστη Παπαϊωάννου ή Μακρής: Εκ Λιμνών. Επολέμησε υπό τους Γ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη, Κ. Δεληγιάννη και Γ. Λύκον εις διαφόρους μάχας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Μήχος Π. Μελέτης (1819;-1870): Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τους Γ. Λύκον, Κ. Δεληγιάννην εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Σπυρίδων Τζάγκος: Αργείος. Επολέμησε εις Κρομμύδιον, Δαβιά, Τρίκορφα κατά του Ιμπραήμ, εις Κρήτη, εις Μεσοβούνι, κατά του Ομέρ Βρυώνη εις Πέτρα της Βοιωτίας. Επίσης κατά του Ιτζάτ Πασά εις Βοιωτία. Διετέλεσε υπό διαφόρους οπλαρχηγούς, Νικηταρά, Γ. Κολοκοτρώνη, Γ. Κακάνη, Σ. Σταϊκόπουλο, Χατζημιχάλη, Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, Σπύρο Μήλιο και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Σταμπόλης (†1850): Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης και ως Μπουλουξής, ως ιπποκόμος του Χατζή Χρήστου, κατά τας μάχας του Δράμαλη, επίσης εις άλλην μάχην κατά του Δράμαλη υπό τον Νικηταρά, υπό τον Ν. Γκριζιώτη εις Κάρυστον, υπό τον Χορμόβα και Καραϊσκάκη εις Αράχωβα. Επίσης επολέμησε εις Κρήτη, Αθήνας, Νεόκαστρον, Αχούρια Τριπόλεως υπό τον Χατζημιχάλη. Εις άλλας μάχας υπό τον I. Μακρυγιάννη και Θ. Γρίβα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Κωστόπουλος: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τους Νικηταρά, Γ. Κολοκοτρώνη, Κίτσον Τζαβέλαν, Θ. Κολοκοτρώνη εις ελαφόν τάγμα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Διονύσιος Ντιντιμήγας: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης εις Μεσολόγγιον, εις διαφόρους μάχας κατά του Δράμαλη, εις Δίστομον, Αράχωβα, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον όπου ηχμαλωτίσθη υπό των Αράβων πληγωθείς εις αριστερά χείρα και ωμοπλάτη. Βραδύτερον απελευθερωθείς συνέχισε τον Αγώνα. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, Θ. Τριγκούνη, Α. Κουδάκη και Κων/νου Χάϊδα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Ψυχογιός: Εκ Καπαρελίου Λυρκείας. Επολέμησε με 10 στρατιώτες εις Ναύπλιον, Τρίπολιν, Νεόκαστρον όπου εις την τελευταίαν μάχην ηχμαλωτίσθη και απεστάλη δούλος εις Αίγυπτον, εκεί παρέμεινε 4 έτη αιχμάλωτος και απηλευθερώθη μετά την έλευσιν του I. Καποδιστρίου χάρις εις επιτευχθήσαν συμφωνία. Έζησε εν εσχάτη πενία. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Κωνσταντάρας: Αργείος. Επολέμησε ως πεντηκόνταρχος εις πολιορκίαν Ναυπλίου, κατά του Κεχαγιάμπεη εις το Άργος, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια και Κόρινθον, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα, εις Ροϊνό, κατά Κιουταχή εις Αθήνας υπό τους Δ. Τσώκρη, Α. Νέζιον, Γ. Αγαλόπουλον, Α. Κουδάκη, Νικόλαον Γκίκα Λάμπρου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Πέτρος Κωστόπουλος: Εξ Ανυφίου. Έλαβε μέρος εις την επανάστασιν εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Μήτρος Χατζόπουλος ή Γατσόπουλος: Εκ Χαρβατίου του Δήμου Μυκηνών. Διέπρεψε ως Μπουλουξής εις πολιορκίαν Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη και κατά του Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας, υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Κοφινάς ή Λεβέντης: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Πολιανή και Δαβιά υπό τους Δ. Τσώκρη, και Νικηταρά. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Αργέντος: Εκ Πασά του Δήμου Ιναχίας. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη, εις Αθήνα, Πειραιά, Βοστίτσα, Δούμβρενα, Λιθάρια Ευρίπου, Αλαμάνα, Πέτρα και Σέκου υπό τους Π. Νοταρά, Ιωάννη Κολοκοτρώνη, Δ. Μορφόπουλο και Ιωάννη Στράτον. Εις μία των μαχών επληγώθη εις την χείραν. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος Σταύρου ή Μπαρμπαλιάς: Εκ Χώνικα. Επολέμησε εις όλας τας μάχας κατά του Δράμαλη και εις Δερβενάκια υπό τον Δ. Τσώκρη, εις όλας τας μάχας κατά του Ιμπραήμ υπό τον Π. Νοταρά, εις Αθήνας, Πειραιά, Σέκου, Πρόδρομος Βοστίτσης, υπό του Δ. Μορφόπουλου εις Δούμβρενα, Μονή Σεραφείμ, εις Λιθάρια Ευρίπου, Γέφυρα Αλαμάνας. Εχρησιμοποιήθη ως έξαρχος της χιλιαρχίας του Ιωάννου Στράτου εις Θήβας, Πέτρα κατά του Ιτζάτ Πασά. Επολέμησε μέχρι τέλους του Αγώνος. Εις πολιορκίαν του Ναυπλίου ετραυματίσθη εις χείραν. Διετέλεσε επίσης υπό τας διαταγάς του Ιωάννου και Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Χρηστόπουλος: Εκ Χώνικα. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκίαν Ναυπλίου, εις Δερβενάκια όπου επληγώθη εις τον αριστερόν οφθαλμόν μαχόμενος υπό τον Δ. Τσώκρη, επίσης εις Πολιανή κατά του Ιμπραήμ υπό τον Δ. Τσώκρη, εις Αθήνας, Πειραιά υπό τον Π. Νοταρά, εις Πρόδρομον Βοστίτσης κατά του Ιμπραήμ υπό τον Δ. Μορφόπουλον. Επίσης εις Αμπαζαγάϊ, Ντούμπρενα, Μονή Σεραφείμ, Λιθάρια Ευρίπου, Γέφυρα Αλαμάνας. Εχρημάτισε έξαρχος υπό την χιλιαρχία του I. Στράτου. Επίσης επολέμησε εις Θήβας και Πέτρα Βοιωτίας κατά του Ιτζάτ πασά, Καματερό και Σέκον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Καραντζάς: Εκ Χώνικα. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αγγελής Λέκας ή Μπουλούκος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τον I. Νοταρά εις πολιορκία των Αθηνών, υπό Γ. Λύκον εις Αγία Μαρίνα, εις πολιορκία Ναυπλίου, και Κορίνθου και υπό τον Νικηταρά εις Νταβιά. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Παναγιώτης Λέκας ή Μπουλούκος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Γ’ τάξι Υπαξιωματικών.
  2. Ιωάννης Κονδύλης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως Αξιωματικός επικεφαλής 50 ανδρών υπό τους Νικηταρά, Οδυσσέα, I. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη, I. Νοταρά, Χατζή Χρήστο, Γ. Λύκο μέχρι το 1832 εις Ναύπλιον, Κόρινθον, Τρίπολι, Νεόκαστρον, Μοναστήρι Διακοφτού, Χάνι Γραβιάς, Αγία Μαρίνα, Πειραιάς, Κλεισούρα, Υπάτη, Στυλίδα κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ. Το βεβαιώνουν 100 συγχωριανοί – συμπολεμιστές του. Κατετάγη εις Γ’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Παναγιώτης Μεκριζής: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην εις πολιορκία Κορίνθου, εις Αγία Μαρίνα, εις Κλεισούρα και Δερβενάκια. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος Τζακότος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αναγνώστης Π. Μποναπάρτης: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε ως μπουλουξής εις πολιορκίας Ναυπλίου και Κορίνθου, εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ, υπό τους Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστο, Νικηταρά. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Βουρλεξής: Αργείος. Υπηρέτησε εις ελαφρόν τάγμα και έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Μωραῒτης: Αργείος Δημότης (εκ Πατρών). Επολέμησε υπό τον Π. Μαυρομιχάλη, Νικηταρά, Δ. Τσώκρη, Θ. Γρίβα, Δ. Χρυσανθόπουλον, Β. Πετμεζά και Κ. Δεληγιάννη, ως επικεφαλής στρατιωτών εις πολλάς μάχας, κατά των Αθηνών με 50 άνδρες επικεφαλής, επίσης εις Χάνι της Γραβιάς, Π. Πάτρας, Ακράτα, κατά του Δράμαλη κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα, Δαβιά, Μεσσήνη και Αθήνας το 1827 μαχόμενος ως εκατόνταρχος επληγώθη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Καμπίτης (†1859): Αργείος. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Βαλτέτσιον, επληγώθη εις την αριστερόν χείραν εις θέσι Κεφαλάρι όπου κατέλαβε ως λάφυρα 15 ίππους, εις Άγιον Σώστη, Ακροκόρινθον, Μεγάλα Δερβένια, Αμπιλιανήν, Κρομμύδιον, Νεόκαστρον, Σφακτηρία, Π. Αβαρίνους, Δραμπάλα, Δαβιά, Τρίπολι, Νεοχώρι, Μπασαρά κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ υπό διαφόρους οπλαρχηγούς Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Γ. Αγαλόπουλο, Α. Νέζιο. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Αγγελής Ντοροβίνης: Εκ Άνω Μπουτίων. Επολέμησε εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, εις όλας κατά του Δράμαλη μάχας και κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και Δραμπάλα και εις Στερεά Ελλάδα ως Αξιωματικός όμως, η Επιτροπή Αγώνος τον κατέταξε εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Περιβολάρης ή Γεωργιτσόπουλος: Εκ Κουρτακίου. Επολέμησε εις διαφόρους μάχας ως στρατιώτης. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Χρήστος Περιβολάρης ή Γεωργιτσόπουλος: Εκ Κουρτακίου, επολέμησε ως στρατιώτης και έπεσε μαχόμενος εις την πολιορκία του Ναυπλίου κατά την έφοδον, ετέλη υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη και Σ. Σταϊκόπουλου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Mήτρος Παντελής: Αργείος. Επολέμησε ως στρατιώτης εις διαφόρους μάχας, έπεσε μαχόμενος κατά του Ιμπραήμ εις θέσι Μανιάτη ενδόξως εις το πεδίον της μάχης. Υπηρετούσε υπό τας διαταγάς του Κων/νου Κακάνη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Κ. Δογραμμιτζής: Αργείος. Επολέμησε με σώμα στρατιωτικών με χρέος Αξιωματικού εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και Δραμπάλα και Τρίπολι υπό τους Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστο. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γιαννάκης Θανασόπουλος: Εκ Μπόρσα. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, Τριπόλεως, εις Μεγάλα Δερβένια, εις Νεόκαστρον, Τρίκορφα, Σφακτηρία, Τσιπιανά, Δαβιά, εις Ναύπακτον κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ, υπό τους Δ. Σουρήλον, Α. Τασόπουλον, Θ. Τριγκουνόπουλον, Γ. Αγαλόπουλον, Ανδ. Μπεκιάρην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γιαννάκης Καλιούλης: Αργείος. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Αράχωβα, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και εις Πέτρα Βοιωτίας υπό διαφόρους οπλαρχηγούς και τον Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Πανάγος Καραμάνος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε επικεφαλής 30 στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, εις Κλεισούρα, Δερβενάκια, Στυλίδα, Άγιο Σώστη, Μύλους Άργους, Μαύρα Λιθάρια, Αγία Μαρίνα και Αθήνας. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά, Γ. Λύκου, Π. Νοταρά, Οδυσσέα, Γ. Καραϊσκάκη και Δ. Τσώκρη. Επίσης ηγωνίσθη κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Μεϊντάνης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε εις διαφόρους κρισίμους μάχας ως στρατιώτης υπό τον Γ. Λύκον και διαφόρους άλλους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Δημ. Παπαϊωάννου: Εκ Λιμνών. Επολέμησε επικεφαλής 25 στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, εις Κλεισούρα, Αγιονόρος, Μεγάλα Δερβένια, Άγιον Σώστη, Κριεκούκι, Στυλίδα, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά, Δ. Τσώκρη, Γ. Λύκου, Π. Νοταρά. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Μήχος Κυμπούρης: Εκ Λιμνών. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Αθ. Ηλιάδης: Εκ Λιμνών. Ιερεύς. Επολέμησε κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ, κατά του Κιουταχή εις Αττική μετέσχε πλείστων μαχών προκινδύνευον. Μετά τον αγώνα της Ανεξαρτησίας εχειροτονήθη ιερεύς. Επίσης αγωνισταί ήσαν ο πατήρ του Αθανάσιος και τα αδέλφια του Ιωάννης και Αναστάσιος. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Αθανάσιος Ηλιάδης: Εκ Λιμνών. Πατήρ του προηγουμένου. Επολέμησε ως επικεφαλής 200 ομοχωρίων του εις διαφόρους κρισίμους μάχας, μετέσχε εκ των πρώτων του Αγώνος. Το 1821 διωρίσθη φροντιστής των στρατευμάτων Κορινθίας και αργότερα των Δερβενακίων. Διετέλεσε και Δημογέρων των Λιμνών. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος Κλιάτης: Εκ Πουλακίδας. Επολέμησε εις διαφόρους μάχας από του 1821 έως του 1827 υπό τον Κ. Δεληγιάννη, Γ. Λύκον και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς B’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Αναστ. Κολιαλέξης: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής Αργείων συμπολιτών του εις πολιορκίαν Ναυπλίου, εις Δερβενάκια, εις Κόρινθον, εις Τρίπολιν, εις Νεόκαστρον και Άργος κατά του Δράμαλη, Κεχαγιάμπεη και Ιμπραήμ υπό τον Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Δ. Πλαπούτα, Χατζή Χρήστο. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Δόκος: Εκ Κουτσοποδίου. Επολέμησε ως Αξιωματικός καθ’ όλον τον Αγώνα εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά, Δ. Τσώκρη, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Μελετόπουλου, Μπαρμπιτσιώτου, Παπατσιώρη, Δ. Πλαπούτα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Μήτρος Μακρής ή Κατζίλας: Εκ Κουτσοποδίου. Επολέμησε ως Αξιωματικός καθ’ όλον τον Αγώνα εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, εις Τρίπολιν, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Δραμπάλα και τελευταία εις Αθήνας υπό τους Μπαρμπιτσιώτη, Νικηταρά, Δ. Τσώκρη, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Μελετόπουλον, Δ. Πλαπούτα και Παπατσιώρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  2. Γεώργιος Μπετζάλης: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκίας, Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, Τριπόλεως και κατά του Δράμαλη υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, I. Κολοκοτρώνη, Χατζή Χρήστου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Μήχος Ταγαράς: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, Ακροκορίνθου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Ναβαρίνους υπό τον Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστον, Δ. Πλαπούτα, Νικηταρά, Π. Νοταρά, Γ. Γρίβα. Κατετάγη εις Α’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Αθανάσιος Κατζαντώνης: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε ως εκατόνταρχος εις Ναβαρίνους, εις πολιορκία Ναυπλίου υπό τον Παπαρσένη Κρέστα όπου και επληγώθη εις τον αριστερόν πόδα, εις Τρίκορφα κατά του Ιμπραήμ όπου και επληγώθη εις αριστερόν χείραν υπό τον Χατζή Χρηστόν. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Αναστ. Πορτοκάλης: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε ως Αξιωματικός με 50-100 στρατιώτας εις πολιορκίαν Ναυπλίου, εις μάχας Αργολιδοκορινθίας, κατά του Ιμπραήμ εις Τρίκορφα, εις Νεόκαστρον, εις Πολιανή και εις Αθήνας το 1827. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς των Δ. Τσώκρη, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Πλαπούτα, Χατζή Χρήστου και Γ. Γρίβα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Αργυροκαστρίτης: Εκ Δαλαμανάρας (καταγωγή Αργυρόκαστρον Β. Ηπείρου). Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Αναγνώστης Σταύρου Αργυροκαστρίτης: Εκ Δαλαμανάρας (καταγωγή Αργυρόκαστρον Β. Ηπείρου). Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Μεσολόγγιον επικεφαλής συγχωριανών του υπό τον Φωτομάρα και Κίτσο Τζαβέλα, επίσης εις Λομποτικά, Ζεμενό, Αράχωβα, Ναύπακτο και Θερμοπύλας. Το 1825 ωνομάσθη εικοσιπένταρχος. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Ρίκος ή Κερκυραίος: Αργείος. Επολέμησε εις Σούλι, Λάμαρη, Πάργα, Πέντε Πηγάδια, εις Παλαιός και Αβαρίνους, εις Τρίκορφα, εις Βέρβαινα και Δαβιά κατά του Ιμπραήμ. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Χατζή Χρήστου, Νικηταρά, Κίτσου Τζαβέλα και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ανδριανός Γεωργίου: Αργείος. Αρχιτέκτων προσέφερε πλείστας υπηρεσίας εις την επανάστασι ως επιδιορθωτής και πρωτεργάτης οχυρωματικών έργων, επισκευής κανονιών και άλλων μηχανικών έργων, διέθεσε 10.883 γρόσια για μισθούς των μαστόρων μέχρι το 1825. Ετέλει αγωνιστής αυτός υπό την επίβλεψη του Μηχανικού Θ. Βαλιάνου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Θεοφανόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Καραβίδας: Αργείος. Επολέμησε ως Εκατόνταρχος εις Μεσολόγγιον, Νεόκαστρον, Κρήτη και Αθήνας, υπό τον Χατζή Χρήστον, Δ. Τσώκρη, Π. Ζερβουδάκη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως. Μετά την απελευθέρωσι κατετάγη εις την Ελληνικήν Βασιλικήν Χωροφυλακήν και το 1836 πολεμώντας κατά του αρχιληστού Γ. Κοντοβουνησίου έπεσε μαχόμενος κατ’ αυτού εις κάποια καταδίωξι, άφησε τρία ανήλικα τέκνα και σύζυγον. Επροικοδοτήθη η οικογένειά του με 13 δραχμές.
  1. Αναστάσιος Καπερλόκης: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη, εις όλας κατά του Ιμπραήμ μάχας, εις Πολιανή, Αγία Μαρίνα, κατά των Αθηνών με 50 άνδρες. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστου, Α. Παπατσιώρη και I. Μελετόπουλου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  2. Σταύρος Ρούσος: Εκ Δαλαμανάρας. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Β’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Ιωάννης Ρούσος: Εκ Δαλαμανάρας. Έλαβε μέρος εις επανάστασι εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Γ’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Μήτρος Κούμας: Εκ Δαλαμανάρας. Επολέμησε εις πολιορκίαν Ναυπλίου υπό τον Σ. Σταϊκόπουλον και έστησε πρώτος την ελληνική σημαία της επαναστάσεως εις το Παλαμήδι, επολέμησε κατά του Δράμαλη εις Αγιονόρι, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, επληγώθη εις την αριστερόν χείραν μαχόμενος τρεις ημέρας εις την μάχην του Άργους. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστου, υπό τον Αθανάσιον Σταϊκόπουλο, αδελφόν του πορθητού. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Κωστουγόπουλος ή Μανδυλιώτης: Αργείος, Ιερεύς, ισαπόστολος της Φιλικής Εταιρίας, κατηχηθείς υπό του Μητροπολίτου Γρηγορίου Καλαμαρά. Επληγώθη μαχόμενος κατά του Δράμαλη εις τον δεξιόν οφθαλμόν, επολέμησε εις το φρούριον του Άργους, κατά του Κεχαγιάμπεη και κατά του Ιμπραήμ. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Στάικος: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής 20 στρατιωτών εις Μεσσηνία, Δραμπάλα, Τρίκορφα και Δαβιά κατά του Ιμπραήμ, εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Χατζή Χρήστου, Γ. Αγαλόπουλου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Γεωργιάδης: Αργείος, καταγόμενος εκ της Αργειακής Παροικίας Σμύρνης. Ιατρός, προσέφερε πολυτίμους υπηρεσίας εις πλείστας μάχας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Κυριάκος Μπαλαμπάνης: Αργείος Δημότης (εκ Κρανιδίου). Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη, I. Μήτσα, Λέκκα και Δ. Τσώκρη εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Κατετάγη εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Νικόλαος Μοθωνιός: Αργείος. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Μύλους, εις Μεσολόγγιον, κατά του Δράμαλη υπό τον Δ. Τσώκρη. Αυτός και ο αδελφός του Θεόδωρος Μοθωνιός ήσαν μέλη της Φιλικής Εταιρίας. Ο Θεόδωρος ηχμαλωτίσθη από τον Ιμπραήμ. Ο Νικόλαος προσέφερε 500 γρόσια εις Φιλικήν Εταιρία και 1.600 γρόσια εις την Επανάστασι. Διετέλεσε Δημογέρων το 1821 και προσέφερε πλείστας υπηρεσίας εις τον Αγώνα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Καραγιάννης: Αργείος, ιερεύς, οπλαρχηγός μέλος της Φιλικής Εταιρίας, κατά πληροφορίας μη εξακριβωμένας κατώρθωσε να μύηση εις την Φ.Ε. και στελέχη της αυλής του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Έλαβε μέρος εις την Επανάστασι υπό τας διαταγάς διαφόρων οπλαρχηγών εις διαφόρους μάχας. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Πέτρος Μακρυπουκάμισος: Εκ Πυργέλας. Επολέμησε εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, Κορίνθου, κατά του Δράμαλη εις τα Δερβενάκια και κατά του Ιμπραήμ εις διαφόρους μάχας. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Νικηταρά και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Γεωργόπουλος: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, Κορίνθου, Αγία Μαρίνα, εις Πάτρας, εις Δερβενάκια και Αβαρίνους, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ υπό τον Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.

 

Άποψη της πόλης του Άργους, περίπου το 1832. Λάδι σε μουσαμά, Antonio Schranz (1801-1865;).

 

  1. Κωνσταντίνος Γαλάνης: Εκ Καρυάς. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τας διαταγάς των αδελφών Δαγρέ και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  2. Ιωάννης Δεληπαναγιώτης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε εις πολιορκία Κορίνθου, κατά του Δράμαλη και Ιμπραήμ υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννη. Κατετάγη εις Β’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Γεώργιος Κονδύλης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις πολιορκία Κορίνθου, κατά του Δράμαλη, εις Αθήνας υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Μήτρος Κατεμής: Εκ Λιμνών. Επολέμησε εις Φρούριον Κορίνθου, κατά του Δράμαλη και εις Αθήνας υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Β’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Ιωάννης Πότης: Εκ Λιμνών. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Μπαστούνης: Εκ Λιμνών. Έλαβε μέρος ως στρατιώτης εις πολιορκία Κορίνθου, κατά του Δράμαλη και εις Αθήνας υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Πιατζίκος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης εις φρούριον Κορίνθου, κατά του Δράμαλη και εις Αθήνας υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Γ’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Μήτρος X. Βλάχος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκία φρουρίου Κορίνθου, κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος X. Βλάχος: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως στρατιώτης κατά του Δράμαλη, εις Αθήνας, εις πολιορκίαν Κορίνθου, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, υπό τον Κ. Δεληγιάννη και Γ. Λύκον. Κατετάγη εις Γ’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Αναννώστης Κονδύλης: Εκ Λιμνών. Επολέμησε ως Μπουλουξής εις πολιορκία Κορίνθου, εις Αθήνας, κατά του Δράμαλη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Ψύχας: Εκ Τουρνικίου, του Δήμου Θωρακίων επαρχίας Άργους. Έπεσε μαχόμενος εις την μάχην της Γράνα. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Αναστάσιος Κούρος: Εκ Καρυάς. Επολέμησε εις πολιορκία Τριπόλεως, εις Άργος κατά του Δράμαλη, εις Βέρβαινα, εις Μεσσηνιακόν Φρούριον επικεφαλής 50 ανδρών, κατά των Αιγυπτίων εις Βέργα Δηρού. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Κ. Δεληγιάννη, Χατζή Χρήστου, Δ. Μαυρομιχάλη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Μιχάλης Ανδριανόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, Κορίνθου, Μονεμβάσια και Μύλους, όπου επληγώθη εις την αριστερά του χείραν, επίσης επολέμησε εις Αράχωβα. Υπηρέτησε εις ελαφρόν τάγμα και διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Γ. Αγαλόπουλου, Νικηταρά και Χατζή Χρήστου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Θεοδόσιος Καρακίζης: Αργείος. Επολέμησε ως Μπουλουξής, επικεφαλής στρατιωτών υπό τον I. Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Πλαπούτα και Δ. Μελετόπουλον. Εφονεύθη μαχόμενος κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Θ. Καρακίζης: Αργείος. Υιός του προηγουμένου. Επολέμησε μετά του πατρός του Θεοδοσίου και ιδίοις όμμασι είδε αυτόν πίπτει μαχόμενος εις τα Δερβενάκια. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς των ιδίων οπλαρχηγών που υπηρέτησε και ο πατήρ του. Κατετάγη εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Νικόλαος Καλιακούδας: Εκ Καρυάς. Παρευρέθη εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Β’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Ιωάννης Κλιάτης: Εκ Πουλακίδας. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, εις Δερβενάκια κατά του Δράμαλη και εις Μύλους Άργους κατά του Ιμπραήμ υπό τας διαταγάς του Κ. Δεληγιάννη και Δ. Τσώκρη. Παρέμεινε εις την τάξιν του απλού Αγωνιστού στρατιώτου.
  1. Δημήτριος Λάσκαρης: Αργείος. Έλαβε μέρος εις τον Αγώνα ως πεταλωτής και θεραπευτής πασχόντων στρατιωτικών ίππων αμισθί και ίδια εργαλεία. Παρευρέθη εις διαφόρους μάχας υπό τας διαταγάς του Νικηταρά, Χρ. Φωτομάρα, Δ. Γρίβα, Χατζή Χρήστου, I. Μακρυγιάννη, Γ. Αγαλόπουλου, Δ. Πλαπούτα και Δ. Τσώκρη. Ακολουθόντας τον Χατζή Μιχάλη εις Τρίπολι ετραυματίσθη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Ν. Νικολάου (†1846): Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής στρατιωτών ιδίοις εξόδοις εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη, εις ναυμαχίαν Μεσσηνιακού κόλπου, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον, Παλαιάς Πάτρας, Ναβαρίνους. Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Π. Γιατράκου, Θ. Κολοκοτρώνη, Π. Μαυρομιχάλη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Σάνος ή Σανόπουλος: Αργείος. Επολέμησε εις Άργος, Αττικήν, Κάρυστον υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Α’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Γεώργιος Λουκαῒτης: Αργείος. Επολέμησε ως ιππεύς από το 1821 έως 1828 εις πολιορκία Ναυπλίου, εις Δερβενάκια κατά του Δράμαλη, εις Νεόκαστρον και Πολιανή υπό τον Δ. Τσώκρη. Από το έτος 1829 έως 1833 υπηρέτησε εις τον Βασιλικόν Ελληνικόν Στρατόν ξηράς, εις το σύνταγμα λογχιστών με διαγωγή εξαίρετον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Γ’ τάξεως.
  1. Χαράλαμπος Α. Μωρέλας: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής 50 ανδρών εις πολιορκία Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατά την διάρκεια του Αγώνα απώλεσε άπασα την οικογένεια και την περιουσία του. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.

 

Άποψη του Άργους και του κάστρου της Λάρισας. Amand Freiherr «Griechenland in Wort und Bild», Lipsie, 1882.

 

Εκ του Νέου Μητρώου των κατά τον Ιερόν Αγώνα

Υπαξιωματικών

 

  1. Αναστάσιος Γκόγκος: Εκ Κουτσοποδίου. Έλαβε μέρος εις την εττανάστασι καθ’ όλον τον Αγώνα, επικεφαλής στρατιωτών εις πολιορκίας Ναυπλίου, Ακροκορίνθου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη εις όλας τας μάχας, κατά του Ιμπραήμ εις Νεόκαστρον και Δραμπάλαν. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Α. Νέζιου, Νικηταρά, Κ. Δεληγιάννη, Δ. Μελετόπουλου, Α. Παπατσιώρη, Μπαρμπιτσιώτη, Δ. Πλαπούτα και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Μπιλίνης: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Α’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Γεώργιος Κατεμής: Εκ Λιμνών. Επολέμησε επικεφαλής 50 ανδρών ως Αξιωματικός από 1821 μέχρι 1832 εις πολιορκίας Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπόλεως, εις Νεόκαστρον, κατά του Δράμαλη, εις Χάνι Γραβιάς, Αγία Μαρίνα, Κλεισούρα, Υπάτη, Στυλίδα, Πειραιά. Την δράσιν του επιβεβαιώνουν 98 συμπολεμιστές του και κάτοικοι των Λιμνών. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, Νικηταρά, I. Κολοκοτρώνη, Νοταρά, Χατζή Χρήστου, Γ. Λύκου και Οδυσσέα Ανδρούτσου. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Μιχαήλ Βήρλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό
    διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Μιχαήλ Θεονόπουλος: Αργείος. Επολέμησε επικεφαλής ιδίου στρατιωτικού σώματος ως αξιωματικός εις πολιορκίας Ναυπλίου, Τριπόλεως, κατά του Δράμαλη εις Δερβενάκια, κατά του Ιμπραήμ εις Πολιανή. Διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Π. Μαυρομιχάλη, Νικηταρά, Χατζή Χρήστου και Δ. Τσώκρη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Γιαμόπουλος: Αργείος. Επολέμησε εις διαφόρους μάχας υπό τον Δ. Τσώκρην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Απόστολος Νάσσης: Εκ Τάτσι του Δήμου Αλέας. Έπεσε μαχόμενος ενδόξως εις την μάχην της Γράνας, συμπολεμιστής του ήταν και ο υιός του Κωνσταντίνος Αποστολόπουλος εις ηλικίαν 16 ετών. Ο φονευθείς διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τ σώκρη, εγκατέλειψε απροστατεύτας τρεις αδελφός, σύζυγο μητέρα και υιόν. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Αποστόλου Αποστολόπουλος: Εκ Τάτσι του Δήμου Αλέας. Έλαβε μέρος εις την επανάστασιν από ηλικίας 16 ετών, είδε ιδίοις όμμασι τον πατέρα του Απόστολον Νάσση να πίπτει μαχόμενος ενδόξως εις την μάχην της Γράνας. Εις τον ατομικόν φάκελλον του Αγωνιστού υπάρχει καταλόγιον ομοχωρίων του οι οποίοι επιβεβαιώνουν τον θάνατον ενυπογράφως. Ο Αγωνιστής ούτος έλαβε το όνομα Αποστολόπουλος εκ του επικρατήσαντος ως επωνύμου του μικρού ονόματος του ήρωος πατρός του. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Αναστασιάδης (†1873): Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Έλαβε προικοδότησι 26 δρχ., μετά θάνατον εγκατέλειψε δύο άρρενα και δύο θήλεα τέκνα επίσης και σύζυγον. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Παπαδημητρίου Κατσαρός: Εκ Κάτω Μπέλεσι του Δήμου Λυρκείας. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Κωνσταντίνος Φασουλής: Εκ Λυρκείας. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Α’ τάξι Υπαξιωματικών.
  1. Αναστάσιος Κατεμής: Εκ Λιμνών. Επολέμησε εις Φρούριον Κορίνθου, κατά του Δράμαλη, εις Αθήνας υπό τον Γ. Λύκον και Κ. Δεληγιάννην. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.
  1. Γεώργιος Ζούπας (1795-1866): Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης εις πολιορκία Τριπόλεως, εις Γράνα, εις Δολιανά, εις Ντερβένια Κορίνθου, εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη υπό τους Π. Ζαφειρόπουλον, Π. Νοταράν και Νικηταρά. Παρέμεινε εις την τάξιν του απλού στρατιώτου.
  1. Ανδρέας Ντούλιας (†1859): Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Κατετάγη εις Β’ τάξιν Υπαξιωματικών.
  1. Ιωσήφ Καλαράς: Αργείος γέννημα και θρέμμα. Μοναχός επολέμησε ως επικεφαλής 20 ανδρών κατά του Δράμαλη, εις Μεγάλα Ντερβένια, εις φρούριον του Άργους, Αθήνας, εις πολιορκίαν Ναυπλίου αν και μοναχός με ίδιον ίππον με μεγάλη γενναιότητα και επληγώθη εις το στήθος και κεφαλή, διετέλεσε υπό τας διαταγάς του Δ. Τσώκρη, I. Κολοκοτρώνη, Π. Νοταρά, Δ. Πλαπούτα και Γ. Λύκον. Μετά την απελευθέρωσι απεσύρθη εις την ιεράν μονήν των Αγίων Αναργύρων Ερμιονίδος όπου εκοιμήθη το 1859. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Α’ τάξεως.
  1. Δημήτριος Ανδριανού Τσώκρης: Αργείος. Επολέμησε εις πολιορκία Ναυπλίου, κατά του Δράμαλη, εις Παναγία κατακεκρυμένη Άργους, όπου επληγώθη εις τον πόδα και μετ’ ολίγον απέθανε, είχε αδελφό του τον Μιχαήλ Τσώκρη επίσης αγωνιστή. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως.

 

Εκ παλαιοτέρων Μητρώων Υπαξιωματικών – Οπλιτών

 

  1. Παναγής Πορτοκάλης (†1856): Κάτοικος Κουτσοποδίου (καταγόμενος εκ Κυδωνιών Μ. Ασίας). Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς. Έλαβε επίσης μέρος εις την επανάστασι της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 εις Αθήνας υπό τον Δ. Καλλέργη. Κατετάγη εις Υπαξιωματικούς Β’ τάξεως. Εγκατέλειψε ορφανά 3 άρρενα και δύο θήλεα τέκνα και σύζυγον απροστάτευτους.
  1. Γεώργιος Μπουγιούκας: Αργείος. Αγωνιστής. Αγνώστων λοιπών στοιχείων.
  1. Ευθύμιος Μητρόπουλος: Αργείος. Αγωνιστής. Αγνώστων λοιπών στοιχείων.
  1. Πανάγος Σουρτοπάννης: Εξ Αχλαδοκάμπου. Επολέμησε ως στρατιώτης υπό τον Π. Ζαφειρόπουλο εις Γράνα και Βαλτέτσιον. Εφονεύθη το 1822 εις Άγιον Σώστη μαχόμενος κατά του Δράμαλη.
  1. Ιωάννης Τσατσαφούλης: Αργείος Αγωνιστής. Αγνώστων λοιπών στοιχείων.
  1. Δημήτριος Ντούνης: Αργείος Αγωνιστής. Αγνώστων λοιπών στοιχείων.
  1. Αναγνώστης Βασιλάκος: Αργείος Αγωνιστής. Αγνώστων λοιπών στοιχείων.
  1. Μήτρος Πορπυρός: Αργείος.

 

Εκ των Γενικών Αρχείων του Κράτους

 

  • Αναστάσιος Τζαρδακλής: Εκ του φακέλλου Αριστείων Γ.Α.Κ.-Φ.3.
  • Ανδριανός Βαϊκούσης: Εκ του φακέλλου Αριστείων Γ.Α.Κ.-Φ.3.

 

Μητρώα Αργείων Πολιτικώς Αγωνισθέντων
κατά τον Ιερόν
Αγώνα

 

  1. Ιωάννης Περρούκας: Αργείος, Προεστός και μέλος της Φιλικής Εταιρίας κατά την τελευταίαν δεκαετία της Τουρκοκρατίας. Κατά την έκρηξι της ετταναστάσεως μαζί μετ’ άλλων προεστώτων και αρχιερέων το 1821 ερρίφθη ως όμηρος εις φυλακάς της Τριπόλεως, όπου λόγω των κακουχιών και βασάνων απέθανε ολίγον μετά την απελευθέρωσίν του γενόμενος εθνομάρτυς. Υπήρξε δια την πόλιν του Άργους σπουδαία προσωπικότητα και μεγάλος ευεργέτης της πόλεως.
  1. Μιχαήλ Κάββας (†1840): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, ως οπλαρχηγός και ιατρός. Προ της επαναστάσεως διέμενε εις Τρίπολιν ως Αρχίατρος των Βεζυρών, ολίγον προ της εκρήξεως της επαναστάσεως εφυλακίσθη υπό των Τούρκων και ηλευθερώθη ολίγον προ της αλώσεως της πόλεως. Ήτο μεμυημένος εις την Φιλικήν Εταιρίαν από το 1819 και διετέλεσε παραστάτης (βουλευτής) το 1824 Άργους. Εις την επανάστασιν προσέφερε ανεκτημήτους υπηρεσίας ως επίσης 33.038 γρόσια, μία οκά ασήμι, το διαμαντένιο του δακτυλίδιον για μισθούς 10 καραβιών αποσταλέντων εις Μεσολόγγιον.

Πιστοποιητικόν της εποχής εκείνης μαρτυρεί:

«Ο εν μακαρία τη λήξει Δόκτωρ Μιχαήλ Κάββας εκ της πόλεως του Άργους ως εκ των προκριτοτέρων αυτής διέπρεψε επί Τουρκίας, ως αρχίατρος της Πελοπονήσου εις πλησίον και πολλούς κατά καιρούς πασάδες αυτής, καταταχθείς εις τα μυστήρια της επαναστάσεως μας, υπήρξε εις των μετά ζήλου προσφερθέντων εις τας περί ταύτης προετοιμασίας και εις εκ των πρωτεργατών αυτής άμα εξερράγη, καταφρονήσας τα πάντα και αδράξας τα όπλα υπέρ της πατρίδος δι’ ανδρών θυσιών και κινδύνων, με την προσωπικήν του παρουσία εις την πολιορκία της Τριπολιτζάς και εις άλλας κρίσιμους περιστάσεις στρατιωτικώς και πολιτικώς θεωρείται ως εις των Αρχηγών της πολιτικής και εις των πληρεξουσίων βουλευτών, διαπρέψας ούτω καθ’ όλο το διάστημα του ιερού Αγώνος με πλήρη πατριωτισμόν, ζήλον και ακάματον προσπάθειαν και θυσίαν επίσης της καταστάσεως του, συνετέλεσε και ούτος μετά των λοιπών πατριωτών του, όλα τα αποτελέσματα των πυρκαΐών, λεηλασιών, και εν γένει δυστυχημάτων της πατρίδος του. Αποθανών δε εγκατέλειψε φαμελία εν δυστηχία ταύτων ως συμπολίτες του μακαρίτου και συναγωνιστών γνωρίζοντες εκ του πλησίον πιστοποιούμεν χάριν αληθείας και Δικαιοσύνης. Άργος 1845.

 

Θ. Κολοκοτρώνης                                                              Α. Λόντος

Π. Μαυρομιχάλης                                                              Α. Μεταξάς

Β. Χριστακόπουλος                                                        Κ. Δεληγιάννης

Χρήστος Βλάβης

Κατετάγη εις Β’ τάξιν πολιτικώς και στρατιωτικώς αγωνισθέντων.

  1. Δημήτριος Ν. Περρούκας: Αργείος. Υπηρέτησε τον αγώνα με πλείστας εκδουλεύσεις. Διετέλεσε Βεκίλης του Μωρέως παρά τη Υψιλή Πύλη, μέλος της Α’ Βουλής του Έθνους, γραμματεύς (υπουργός) Δικαστικών και Εσωτερικών. Κατά την έκκρηξι της επαναστάσεως, ευρίσκετο ως Βεκίλης εις την Κωνσταντινούπολή επειδή ηγέρθησαν υποψίαι εναντίον του υπό των Τούρκων, εφυγαδεύθη εις Πελοπόννησον. Διετέλεσε Σύμβουλος Επικράτειας το 1843, Γερουσιαστής και μέλος της Δ’ και Ε’ της Εθνοσυνελεύσεως και της τοιαύτης του 1843. Εδολοφονήθη εν Άργει εις την οικίαν του την 13.11.1851. Το Αρχείο του τηρείται εις το Ιστορικό Εθνολογικό Αρχείον. Κατετάγη εις τους Αγωνιστάς Β’ τάξεως.
  1. Ιωάννης Θ. Βλάσης: Αργείος. Προύχων του Άργους, προ της Επαναστάσεως ήτο εγκατεστημένος εις Σμύρνην, κατά την επανάστασιν ήλθε εις το Άργος και εθυσίασε την περιουσία του υπέρ του Αγώνος. Οι δύο υιοί του Θεόδωρος και Διονύσιος έπεσαν εις τον Αγώνα. Κατετάγη εις αγωνιστάς Δ’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Οικονόμος: Αργείος. Δημογέρων και ιερεύς από του 1824 μέχρι και της ελεύσεως του Ιωάννου Καποδιστρίου, ικανός, τίμιος, ευσυνείδητος, απαράμιλλα γενναιότατος εις δυσχερής περιστάσεις της πατρίδος, ακραιφνής πατριώτης, άμισθος και εις τας οικονομικάς ανάγκας της πατρίδος προσέφερε και τον τελευταίον του οβολόν. Το βεβαιώνουν πλείστοι κάτοικοι του Άργους ενυπογράφως και ο δήμαρχος Άργους Θ. Καραμουτζάς. Διετέλεσε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ιεραπόστολος αυτής, από το 1816 εγκατέλειψε το Άργος μεταβάς εις Βλαχίαν και Ρωσία όπου έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας δια του φοβερού όρκου. Παρευρεθείς εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας, επληγώθη τρεις φοράς. Απέθανε πενέστατος εγκαταλείψας απροστάτευτα τέκνα και σύζυγον. Βραδύτερον με απόφαση της ιερός συνόδου επροικοδοτήθη η οικογένειά του με 20 δρχ. Ούτος δεν απέβλεπε ποτέ εις το ατομικόν συμφέρον. Εις Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος μετείχαν ο Αργολίδας Κύριλλος, ο Κυνουρίας Διονύσιος ως πρόεδρος, ο Αττικής Νεόφυτος, ο Κυκλάδων Άνθιμος, Γραμματεύς ήτο ο Θεόκλητος Φαρμακίδης την 24.2.1836. Ο Αγωνιστής ιερεύς είχε διατελέσει και ιερεύς Α’ τάγματος πεζικού. Κατετάγη εις Δ’ τάξιν Αγωνιστών.
  1. Εμμανουήλ Βασιλειάδης: Στ’ τάξεως.
  1. Θεόδωρος Βλάσης: Αργείος (καταγόμενος εκ Κοτίτσης Σπάρτης). Υπηρέτησε πολιτικώς την επανάστασιν και προσέφερε σπουδαίας υπηρεσίας. Διετέλεσε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ενώ εις την αρχήν ήταν διατακτικός, προσεχώρησε εις την επανάστασι, διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης το 1822 προσενεγκών μεγάλας υπηρεσίας. Επίσης είχε τρεις υιούς οι οποίοι προσέφεραν σπουδαίας υπηρεσίας: α) Χρήστον Δ’ Δήμαρχον Άργους, β) Κωνσταντίνον ο οποίος προσέφερε 23.000 γρόσια το 1827 εις τον Αγώνα και γ) τον Ιωάννην ο οποίος είχε σπουδάσει ιατρός και επολιτεύθη βραδύτερον. Κατετάγη εις τους Αγωνιστάς Β’ τάξεως.
  1. Χρήστος Θ. Βλάσης: Αργείος. Υπηρέτησε την επανάστασιν πολιτικώς και προσέφερε πολλάς εκδουλεύσεις. Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και προεστός της πόλεως προ της ενάρξεως του Αγώνος, εχρημάτισε πληρεξούσιος εις όλας τας εθνικός συνελεύσεις της επαναστάσεως, μέλος ωσαύτως της προσωρινής διοικήσεως, γερουσιαστής και πρώτος Δήμαρχος Άργους (1835-1838). Κατετάγη εις τους Αγωνιστάς Δ’ τάξεως.
  1. Xαpάλαμπος Ν. Περρούκας: Αργείος. Υπηρέτησε καθόλον τον αγώνα στρατιωτικώς και πολιτικώς, διεκρίθη εις τους πολέμους κατά του Δράμαλη, συμμετείχε ενεργώς εις την επανάστασιν του 1821. Διετέλεσε πληρεξούσιος της Α’ Εθνοσυνελεύσεως, γερουσιαστής και το 1823 Υπουργός Οικονομικών. Κατετάγη εις Αγωνιστάς Α’ τάξεως.
  1. Αναννώστης Μακρυπουκάμισος: Εκ Πυργέλας Άργους. Προσέφερε σπουδαίας εκδουλεύσεις εις την επανάστασιν. Προσέφερε 25 κουβέλια κριθαριού την 8.5.1826 και 950 γρόσια εις το Εθνικόν Ταμείον. Διετέλεσε Βουλευτής το 1826 και πληρεξούσιος εις τας Εθνοσυνελεύσεις Άργους, Επιδαύρου, Τροιζήνος. Κατετάγη εις τους Αγωνιστάς Δ’ τάξεως.
  1. Νικόλαος Περρούκας: Αργείος. Δημογέρων του Άργους, και άλλοτε Βεκίλης (είδος Βουλευτού) της επαρχίας Άργους εις την Υψιλήν Πύλην είχε υιούς τον Ιωάννην, τον Χαράλαμπον και τον Δημήτριον, ένεκα των μεγάλων του Υπηρεσιών, κατετάγη εις την Γ’ τάξιν Αγωνιστών.

Παναγιώτης Πασχαλινόπουλος: Αργείος. Διετέλεσε Δημογέρων της πόλεως την 17.4.1821, μέλος της Φιλικής Εταιρείας εις την οποίαν προσέφερε 300 γρόσια, προσέφερε πλείστας υπηρεσίας εις την επανάστασιν. Ο υιός του Μιχαήλ Πασχαλινόπουλος διετέλεσε δήμαρχος του Άργους 1866-1870. Υπάρχει ατομικός φάκελλος Δημογέροντος άνευ Α.Μ. εις Ε.Β.Α.

Νικόλαος Ζεγκίνης: Αργείος. Ούτος διετέλεσε ταμίας (              ) και δημογέρων του Άργους επί Τουρκοκρατίας και επαναστάσεως του 1821 και μετά ταύτα Ειρηνοδίκης και συμβολαιογράφος. Προσέφερε πολλάς υπηρεσίας ως προεστός του Άργους εις τον Αγώνα, επί δε της Τουρκοκρατίας επροστάτευε τους Αργείους από τους δυσβάστακτους φόρους των τουρκικών Αρχών.

Δημογέροντες κατά την διάρκειαν της Επαναστάσεως κατά χρονικά διαστήματα από του 1828 – 1831 εκτός των αναφερομένων ήσαν:

Ο Θεόδωρος Μοθωνιός, Γ. Αλμπανόπουλος, Α. Καλογερόπουλος, γραμματεύς της Δημογεροντίας ο Ν. Κορδίας.

 

Αργείοι Αγωνισταί του 1821

Πληροφορίαι ληφθείσαι εκ διαφόρων Εγκυκλοπαιδειών
και άλλων Βοηθημάτων

 

  

Αθανάσιος Ασημακόπουλος – Καϋμένος: Αργείος. Υπηρέτησε στρατιωτικά και πολιτικά την Επανάστασιν. Είχε μυηθή εις την Φιλικήν Εταιρίαν, διετέλεσε μέλος της υπό τον Σταματέλον Αντωνόπουλον ιδρυθείσης καγκελαρίας του Άργους, εξώπλισε μετ’ αυτού τους Σπηλιοτόπουλους τους Αργείους και πριν ακόμη εκραγή επισήμως η επανάστασις εσχημάτισε το πρώτο στρατιωτικόν Σώμα. Εις το τείχος του Ξηριά προέταξε αντίστασι με 700 άνδρας περίπου κατά του Κεχαγιάμπεη τον Απρίλιον του 1821. Μαχόμενος εν συνεχεία εις το Μοναστήριον της Παναγίας του Βράχου ηναγκάσθη πληγωθείς να συνθηκολόγηση.

Σταματέλος Αντωνόπουλος με τη χαρακτηριστική ενδυμασία των προυχόντων. Φοράει τζουμπέ και στο κεφάλι σφαιροειδές κάλυμμα.

Σταματέλος Αντωνόπουλος (1795-1839): Αργείος. Υπηρέτησε την επανάστασι στρατιωτικώς και πολιτικώς, ούτος κατήγετο εκ Κοντίτσης του Ταϋγέτου. Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρίας, άμα τη εκρήξει της επαναστάσεως εξήγειρε τους χωρικούς περί το Άργος και εξηνάγκασε τους Τούρκους να καταφύγουν εις την πόλιν [Ναύπλιο]. Ο Σ. Αντωνόπουλος προητοίμασε ακολούθως την πολιορκία του Ναυπλίου και μετέσχε της πολιορκίας της Ακροκορίνθου. Κατά την επανάστασι εκπροσωπούσε την επαρχία Άργους εις την Β’ και Δ’ Εθνοσυνέλευσιν, μετά την λήξιν του Αγώνος υπηρέτησε ως δικαστής. Απέθανε εις ηλικίαν 80 ετών εν Ναυπλίω. Εις το τηρούμενον βιβλίον ποιότητος υποψηφίων δικαστών τηρουμένου υπό του Κυβερνήτου ανεφέρετο «ως Αργείος, αγαθός γέρων, φιλήσυχος, ευϋπόλυπτος και διελθών εντίμως τα διάφορα Υπουργήματα».

Ευάγγελος Δαλάκης (†1824): Αργείος. Υπηρέτησε την Επανάσταση μέχρι και το 1824, οπότε και έπεσε μαχόμενος εις Παλαιάς Πάτρας.

Ηλίας ή Λιάκος Θεοδωρόπουλος: Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και επληγώθη το 1825 προ της Τριπόλεως μαχόμενος κατά των Αράβων του Ιμπραήμ.

Χατζηγιάννης Αθανασίου (†1870): Αργείος. Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Δ. Τσώκρην, Νικηταράν, Γενναίον Κολοκοτρώνην, Β. Πετμεζάν και Κανέλον Δεληγιάννην, απέθανε εν Άργει το 1870.

Δημήτριος Θεοφανόπουλος: Αργείος. Υπηρέτησε εις διαφόρους μάχας και υπό διαφόρους οπλαρχηγούς, προήχθη εις χιλίαρχον το 1825. Υπηρέτησε υπό τον Δ. Τσώκρην.

Ανδρέας Αλμπάνης: Αργείος. Υπηρέτησε εις το πλοίον του Ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη ως οπλοποιός εν Πελοποννήσω και Κρήτη.

Προτομή Γιαννάκου Δαγρέ στην Καρυά

Γιαννάκος Δαγρές: Εκ Καρυάς Λυρκείας. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις πολιορκία του Ναυπλίου, εις την πολιορκίαν της Τριπόλεως επικεφαλής 300 Αργείων και Μαντινέων φυλάττων την περιφέρειαν Τσιπιανών, εις την μάχην της Γράνας εις τον Μύτικαν τοποθετηθείς εις επιμέρους θέσεις και κινδυνεύσας συνετέλεσεν εις την μεγάλην νίκην. Εις την μάχην αυτήν εφονεύθη ο αδελφός του Αθανάσιος. Προ της επαναστάσεως ήτο κλέφτης. Έλαβε επίσης μέρος εις τας μάχας κατά του Δράμαλη. Διεκρίθη εις όλας τας μάχας δια την απαράμιλλον ανδρείαν του. Κατά την άλωσιν της Τριπόλεως εφόνευσε μετά τας ιδίας του τας χείρας τον τελευταίον Μωραγιάννην της Τριπόλεως Σωτηράκην Κουγιάν θεωρηθέντα ως προδότην της Φιλικής Εταιρείας προς τους Τούρκους. Εκ της ιδίας οικογένεια διέπρεψαν ως αγωνισταί οι Παναγιώτης, Σωτήριος και Κωνσταντίνος και ωνομάσθησαν λοχαγοί της φάλαγγος.

Ανδριανός Γρόσης  ή Γκρόσιος: Εκ Γυμνού. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας υπό τον Δ. Υψηλάντην και Νικηταράν εις σημείωμα του στρατηγού Δ. Τσώκρη εις τον σωζόμενον αρχείον του υπό ημερομηνία 9.10.1824 επροτάθη δια τον βαθμόν του Υποχιλιάρχου.

Αναγνώστης Ζαφείρης (†1827): Έλαβε μέρος εις διαφόρους μάχας υπό τον Λύκον Χελιώτην. Μαχόμενος εις το Χαϊδάρι Αττικής ετραυματίσθη την 8.8.1826, κατά την εν Φαλήρω μάχην το 1827 έπεσε μαχόμενος εις Ανάλατον.

Μερκούριος Κάβρας (†1832): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, έλαβε μέρος εις την μάχην του Αγίου Σώστη και Χαϊδαρίου το 1826 έπεσε θύμα των εμφυλίων συρράξεων του 1832. Υπηρέτησε υπό τον Νικηταρά με τον οποίο συνεδέετο από την εποχήν όπου ευρίσκετο εις Ζάκυνθον εμπορευόμενος. Ο πατήρ του Ευθύμιος Κάβρας (†1820) προύχων του Άργους, έλαβε μέρος εις την επανάστασιν του 1769, εξηναγκάσθη δε μετά την αποτυχίαν ταύτης να αποδημήση εις Βενετίαν εις συγγενείς του, οπόθεν επανελθών, χάρις εις την προστασία παλαιού του φίλου τούρκου γαιοκτήμονα Κορινθίου Χουσέϊν Μπέη, εμυήθη το 1819 εις την Φιλικήν Εταιρείαν και διέθεσε αρκετά χρήματα υπέρ του σκοπού αυτής. Απέθανε προ της εκρήξεως της επαναστάσεως του 1821.

Ανδριανός Κλαδούρης: Εξ Άνω Μπέλεσι Λυρκείας. Ήτο πρωτοπαλλήκαρον του Γιαννάκη Δαγρέ. Το 1826 κατέλαβε τα χωρία Άνω και Κάτω Μπέλεσι και ημπόδιζε τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ να εισέρχονται εντός της Αργολίδος και να την λεηλατούν.

Αθανάσιος Βισβίκης: Αργείος. Υπηρέτησε υπό τον Δ. Τσώκρη καθ’ όλον τον αγώνα εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας. Μετά την απελευθέρωσι εγένετο λοχαγός της Φάλαγγας.

Μιχαήλ Κωνσταντίνου: Αργείος. Υπηρέτησε υπό τον Δ. Τσώκρην εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας, εις σημείωμα του Στρατηγού Δ. Τσώκρη υπό ημερομηνία 9.10.1824 προτείνεται δια τον βαθμόν του χιλίαρχου.

Ανανγώστης Αναγνωστόπουλος (†1825): Εξ Αχλαδοκάμπου. Προεστός. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον αγώνα, η δράσις του διαχωρίζεται εις δύο διαφόρου σημασίας περιόδους: α) Κατά τας αρχάς της επαναστάσεως, δυσπιστών φαίνεται ως προς την έκβασι του Αγώνος και εν πάσει περιπτώσει, δια να περισώση το χωρίον του από την εκ μέρους των τούρκων καταστροφήν, επέδειξε συμπεριφοράν τουρκόφιλον και επιπλέον έκρυψε εις την οικίαν του σημαίνοντος Τούρκους τους οποίους απέστειλε προς τον κατερχόμενον δια Κορίνθου και Άργους Κεχαγιάμπεη αφού απέσπασε από αυτούς την υπόσχεσι ότι οι χιλιάδες κατερχόμενοι Τουρκαλβανοί δεν θα διήρχοντο δια του Αχλαδοκάμπου, β) Όταν όμως 500 τούρκοι της Τριπόλεως μεταβαίνοντες εις Άργος δια να συνενωθούν με τον Κεχαγιάμπεη ελεηλάτησαν τον Αχλαδόκαμπον και προσπάθησαν να φονεύσουν τον Αναγνώστην ο οποίος μετεβλήθη εις φλογερόν αγωνιστήν, εξόχως συνετόν, και γενναίον εξακολουθών να μάχεται μέχρι του θανάτου του επισυμβάντος επί των ημερών του Ιμπραήμ το 1825 εις την καταστροφήν του Αχλαδοκάμπου.

Παναγής Δαλαμαναριώτης: Εκ Δαλαμανάρας. Υπηρέτησε ως ναυτικός και πυρπολητής Υδραϊκών πλοίων. Διεκρίθη το 1826 κατά την πυρπολικήν επίθεσιν του πλοιάρχου Θ. Μπρούσκου εις Φώκαιαν της Μ. Ασίας, έσωσε δια της ψυχραιμίας του το πλοίον από της επιθέσεως του Αυστριακού στολίσκου καταδιώκοντας τους Πειρατάς.

Ευστράτιος Δράμαλης (†1860): Αργείος. Υπηρέτησε καθ’ όλον τον Αγώνα εις διαφόρους μάχας. Έλαβε το προσωνύμιον Δράμαλης διότι ωμοίαζεν προς τον ομώνυμον Πασάν. Ηγωνίσθη υπό τον Θεόδωρον και Γενναίον Κολοκοτρώνην. Απέθανε εν Άργει το 1860.

Μαντάς, αγνώστου υικρού ονόματος, (†1822): Αργείος. Οπλαρχηγός, γεννηθείς εις Άργος. Έλαβε μέρος εις την πολιορκία του Ναυπλίου ένθα και εφονεύθη το 1822.

Παναγιώτης Ιωάννου: Αργείος. Υπηρέτησε υπό τον στρατηγό Δ. Τσώκρη εις διαφόρους μάχας και πολιορκίας, εις σημείωμα του στρατηγού υπό ημερομηνία 9.10.1824 προτείνεται δια τον βαθμόν του υποπλοιάρχου.

Αιγιάτλης (αγνώστου μικρού ονόματος): Αργείος. Υπηρέτησε υπό τον στρατηγόν Δημ. Τσώκρην, εις σημείωμα του στρατηγού υπό ημερομηνία 9.10.1824 προτείνεται δια τον βαθμόν του χιλίαρχου.

 

Εκ πληροφοριών – Εφημερίς «Τελέσιλα» 26.10.1930

 

Κωνσταντίνος Μούλος: Εκ Κουτσοποδίου, αναδειχθής εις αξιωματικόν της Φάλαγγας μετά την επανάστασιν.

Δημήτριος Πύρλας: Εκ Κουτσοποδίου, Αγωνιστής.

Παναγής Μούστος: Εκ Κουτσοποδίου, Αγωνιστής.

Ανδρέας Ζεγκίνης: Αργείος. Έλαβε μέρος εις την επανάστασιν ως οπλαρχηγός, το 1824 προήχθη εις Ταξίαρχον.

Ιωάννης Ν. Ζεγκίνης (1817-1864): Αργείος. Έλαβε μέρος εις την επανάστασιν περί το τέλος προφανώς, διεκρίθη όμως εις επανάστασιν της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, ως λοχαγός του πεζικού.

Αναστάσιος Αναγνωστόπουλος (†1825): Εξ Αχλαδοκάμπου. Έλαβε μέρος εις πολλάς μάχας διακριθείς δια την ανδρείαν του. Το 1823 προήχθη εις Υποχιλίαρχον, κατά δε τον εμφύλιον πόλεμον του 1825, εις μίαν σύρραξιν εφονεύθη υπό των ανδρών του Γ. Καραϊσκάκη.

 

Αγγελής Χρήστου Κλειώσης (1943-2015)

Ο Αγγελής Χρήστου Κλειώσης γεννήθηκε το  1943 στο Άργος Αργολίδας και ήταν ο πρώτος από 5 αδέλφια. Υπηρέτησε στο Λιμενικό Σώμα αρχικά ως αξιωματικός και στη συνέχεια εισήχθη στη σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων του Λιμενικού Σώματος όπου συνέχισε την καριέρα του φτάνοντας τον βαθμό του Αρχιπλοιάρχου. Παράλληλα σπούδασε και  αποφοίτησε από τη σχολή Πολιτικών Επιστημών της Παντείου ενώ υπήρξε ενεργό μέλος του Συνδέσμου Απογόνων Αγωνιστών του 1821 και άλλων πολιτιστικών συλλόγων.

Τα τελευταία χρόνια της καριέρας του (1992-1993) υπήρξε λιμενάρχης Ναυπλίου όπου κλήθηκε να διαχειριστεί σημαντικά ζητήματα όπως το θέμα του βιολογικού καθαρισμού της πόλεως και την διάσωση του μικρού τότε Βασίλη Δοσούλα στο  ατύχημα στο Τολό που συγκλόνισε το Πανελλήνιο. Αποστρατεύθηκε από τη θέση του Διευθυντή Ναυτικών Μητρώων του ΥΕΝ στον Πειραιά.

Καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του είχε ασχοληθεί με ζητήματα τοπικής ιστορίας του Άργους και είχε συντάξει το έργο «Αργείων Βασιλέων Μέλαθρον, Λύκαυγες – Λυκόφως», που αφορά στην  γενεαλογία των αρχαίων βασιλέων του Άργους ενώ κατά καιρούς δημοσίευσε μελέτες για ζητήματα της ιστορίας του Άργους, ενώ δεν προλαβε να δημοσιεύσει την εργασία του σχετικά με τους αγωνιστές του 1821 της επαρχίας του Άργους.

Απεβίωσε το 2015 σε ηλικία 71 ετών αφήνοντας πίσω 4 τέκνα, τον Χρήστο, την Σοφία, τον Δημήτριο και την Μαρία Πατρικία.

 

Διαβάστε ακόμη:

Από Πρωτόκολλο σε Πρωτόκολλο… η 25η Μαρτίου 2021!

$
0
0

Από Πρωτόκολλο σε Πρωτόκολλο… η 25η Μαρτίου 2021!


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» επίκαιρο άρθρο του Δρ. Γεωργίου Κόνδη με θέμα:

 

«Από Πρωτόκολλο σε Πρωτόκολλο… η 25η Μαρτίου 2021!»

 

Greece shall form an independent State,

and shall enjoy all the rights, political,

administrative, and commercial,

attached to complete independence.

[The London Protocol of 3 February 1830].

 

Στις 3 Φεβρουαρίου 1830, το πρώτο άρθρο του Πρωτοκόλλου που υπογράφουν οι αντιπρόσωποι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, καθορίζει την ελληνική ανεξαρτησία και τα σύνορα του νέου κράτους. Η συμβολική διάσταση ενός τέτοιου γεγονότος είναι τεράστια και ιδιαίτερη, επίσης, καθώς αποτελεί επιβράβευση ενός εννιάχρονου συλλογικού αγώνα και ταυτόχρονα επιβράβευση του προσωπικού αγώνα της μεγάλης αυτής προσωπικότητας, του Κυβερνήτη Καποδίστρια, που σε λίγους μήνες δεν θα υπάρχει πια!

 

Η Ελλάς θέλει σχηματίσει εν κράτος ανεξάρτητον και θέλει χαίρει όλα τα δίκαια πολιτικά, διοικητικά και εμπορικά τα προσπεφυκότα εις εντελή ανεξαρτησίαν. [Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830].

Βεβαίως, οι ιστορικές συγκυρίες ήταν θετικές για την έκβαση της Ελληνικής Επανάστασης ακόμη και κυρίως τη στιγμή που ο επιθανάτιος ρόγχος της δεν άφηνε καμία αμφιβολία για το τέλος της. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου (20-10-1827) έδωσε το απαραίτητο οξυγόνο στην ετοιμοθάνατη επανάσταση και δημιούργησε τις προϋποθέσεις της πολυπόθητης ανεξαρτησίας για μια κοινωνία αφανισμένη από τον όλεθρο των συγκρούσεων.

 

Ναυμαχία του Ναβαρίνου. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία σε χάραξη του W. Heath. Λονδίνο, 1828.

 

Φτάνοντας στο λιμάνι του Ναυαρίνου στις 4 Μαρτίου 1829 ο Α. Ντιβάλ, αξιωματικός του γαλλικού στρατού, σημειώνει με τρόμο τον πλήρη όλεθρο που συναντά παντού όπου πηγαίνει και χαρακτηρίζει την καθημερινότητα του διασωθέντος πληθυσμού. Ανάμεσα στις πολλές εικόνες απόγνωσης και καταστροφής που μεταφέρει στις γραμμές του κειμένου του, σημειώνει:

 

Δεν υποψιαζόμουν καθόλου όσα έμελλε ακόμη να δω. Σε μια χαράδρα που ακολουθούσαμε συφοριασμένοι άνθρωποι είχαν σκάψει εκατέρωθεν κάτι σαν τρώγλες ή είχαν αξιοποιήσει φυσικές σπηλιές λαξεμένες στο βράχο για να κατοικήσουν. Κουρέλια στέγνωναν έξω και στο βάθος, πάνω σε λίγη φωτιά και σε απαίσιο τσουκάλι έβραζαν άγρια χόρτα με γαϊδουράγκαθα που, όπως μου είπανε, ήταν η μόνη τους τροφή.

 

Οι εικόνες αυτές δεν άλλαξαν μονομιάς. Ο αγώνας όμως των Ελλήνων δημιούργησε ένα νέο κράτος με περιορισμένα όρια, τα οποία οι επόμενες γενιές με συνεχόμενους αγώνες και θυσίες, τα μεγάλωσαν ενσωματώνοντας στον εθνικό κορμό όλες τις περιοχές όπου ζούσαν Έλληνες με ελάχιστες εξαιρέσεις. Όλα κρίθηκαν στα πεδία των μαχών και στο επίπεδο των επιλογών που έκαναν κάθε φορά οι εμπλεκόμενοι.

 

Η Δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, Λιθογραφία.

 

Διακόσια χρόνια μετά, η δικαίωση του Πρωτοκόλλου της ανεξαρτησίας  απαιτεί να σκεφτούμε πέρα από τους εορτασμούς τα βασικά προτάγματα και τις διδαχές της Ιστορίας.

Ένας επιπλέον λόγος γι’ αυτό είναι η προετοιμασία μιας νέας συμβολικής (αλλά ίσως και πραγματικής) μάχης που επαναλαμβάνεται στη Μεσόγειο με τους ίδιους πάντα πρωταγωνιστές. Μόνο τα βασικά ερωτήματα αλλάζουν. Θεωρούμε πως η ιστορική εμπειρία μας αποτελεί πολύτιμο εργαλείο που να μας αποτρέπει από τα λάθη του παρελθόντος και να ενισχύει τη δημιουργία μιας κοινής θέλησης για την διατήρηση και την ανάπτυξη όσων έχουμε πετύχει;  Έχουμε σήμερα τη δυνατότητα να διαμορφώσουμε ένα άλλο πλαίσιο διεκδικήσεων για τη θέση της χώρας στη διεθνή σκηνή; Έχουμε την ικανότητα και την ωριμότητα ιεράρχησης στόχων που να ενισχύουν τον βηματισμό μας στην Ιστορία; Αποκτήσαμε διάθεση και δεξιότητα αυτογνωσίας, ώστε να μπορούμε να χρησιμοποιούμε την εμπειρία του παρελθόντος για να συνθέσουμε μια δυναμική παρουσία σήμερα και μια, ακόμη καλύτερη στο μέλλον; Μήπως αποτελούμε  παράδειγμα έθνους που ανακυκλώνει τα λάθη του και ακολουθεί σισύφεια διαδρομή στην Ιστορία;

 

Το πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, ήταν η πρώτη επίσημη, διεθνής διπλωματική πράξη που αναγνώριζε την Ελλάδα ως κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος, το οποίο θα επεκτεινόταν νότια της συνοριακής γραμμής που όριζαν οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός.

 

Είμαστε περισσότερο από ποτέ, λόγω συγκυριών, υποχρεωμένοι να ασχοληθούμε με τα ερωτήματα που θέτει το ιστορικό μας παρελθόν, να απαντήσουμε και να χαράξουμε πορείες για το μέλλον. Στα «κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας» ο Κ. Κωστής σημειώνει με έμφαση πως δεν είναι καθόλου «αυτονόητο ότι τα ευρωπαϊκά επιτεύγματα της Ελλάδας θα διατηρηθούν. Γιατί αυτά ακριβώς τα επιτεύγματα προκάλεσαν εφησυχασμό σε μια εποχή που το διεθνές σύστημα απαιτούσε μεγάλο βαθμό προσαρμοστικότητας και ευελιξίας προκειμένου μια χώρα να διατηρεί τη θέση της στην ιεραρχία του».

 

Τα σύνορα του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (1830 και 1832).

 

Στα διακόσια χρόνια πορείας μέσα στην Ιστορία εναλλάσσονται ακριβώς οι μεγάλες προσπάθειες και τα επιτεύγματα της ελληνικής κοινωνίας και ταυτόχρονα τα ολέθρια πολιτικά και στρατηγικά παραστρατήματα, κυρίως οι εμφύλιες συγκρούσεις, που οδήγησαν στην απώλεια όσων με κόπο και θυσίες είχαν αποκτηθεί.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα μόνο όταν τα υποκείμενά της ξεχνούν τις προηγούμενες καταστάσεις της και  αδυνατούν να αντλήσουν συμπεράσματα από αυτά. Οι σημερινές συγκυρίες επαναφέρουν, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, το στρατηγικό παιχνίδι στην εποχή του Ιμπραήμ. Θα μπορέσουμε άραγε να ξεφύγουμε από το ρόλο του διαρκώς «προδομένου λαού», να αντιτάξουμε τις μεγάλες δυνατότητες, θεσμικές, συλλογικές και ατομικές, που διαθέτουμε και να αναπτύξουμε ένα πλέγμα στρατηγικών συμμαχιών που θα μας επιτρέπει να διατηρήσουμε και να αναπτύξουμε τη θέση μας στην ιεραρχία του διεθνούς συστήματος. Αυτό διατρανώθηκε ως διεκδίκηση για πρώτη φορά την 25 Μαρτίου 1821. Αυτό επισημοποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο στις 3 Φεβρουαρίου 1830. Στη θετική συνέχιση των γεγονότων αυτών καλούμαστε να διαλογιστούμε και να κάνουμε πράξη με τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.

 

Γεώργιος Η. Κόνδης

 

Πρόσωπα και γεγονότα στην Εθνανάσταση του 1821 στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα)

$
0
0

Πρόσωπα και γεγονότα στην Εθνανάσταση του 1821 στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα)  Τεύχος  Α’ & Β’ – Γιάννης Μ. Σπετσιώτης – Τζένη Δ. Ντεστάκου


 

«Η μελέτη της τοπικής ιστορίας, σε αντίθεση με τη γενική ιστορία που ασχολείται με το μακρινό και απαιτεί σημαντική αφαιρετική ικανότητα, προσφέρει στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να διεισδύσει στο δυσδιάκριτο και νεφελώδες παρελθόν μέσα από το απτό, να έλθει σε επαφή με τα τεκμήρια της ιστορίας του τόπου (παλαιότερα μνημεία, αρχεία, κτίσματα, εργαλεία άλλων εποχών, συνήθειες και τρόπους ζωής, σύγχρονα έργα, τοπικούς θρύλους κ.λπ.)».

Με βάση την παραπάνω θέση και με αφορμή τον εορτασμό της δισεκατονταετηρίδας της Ελληνικής Παλιγγενεσίας του 1821 κυκλοφόρησε, σε δύο τεύχη, το βιβλίο μας με τίτλο: «Πρόσωπα και γεγονότα της Εθνανάστασης του 1821 στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα)».

Σε μια προσπάθεια εμπλουτισμού της τοπικής Ιστορίας στο έργο μας αυτό παραθέτουμε ιστορικά στοιχεία που προέρχονται από έρευνα των αυθεντικών πρωτογενών πηγών καθώς και από την καταγραφή προφορικών παραδόσεων.

Το βιβλίο βρίσκεται στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου από τις βιβλιοθήκες Ερμιόνης και Κρανιδίου καθώς και από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

Πρόσωπα και γεγονότα στην Εθνανάσταση του 1821 στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα)

 

Περιεχόμενα: Τεύχος Α’

 

  • Εισαγωγή
  • Το ξεκίνημα της Επανάστασης του ’21 στην Ερμιονίδα
  • Όταν ο μύθος συναντά την ιστορία
  • Μια καμπάνα αλλιώτικη απ’ τις άλλες!
  • Νικόλαος Γαλάτης
  • Ο Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Π. Βούλγαρης
  • 12 Μαΐου 1821: Η μάχη στο Βαλτέτσι
  • Η ανάφλεξη, το καράβι – ι – μαδ (μεγάλο) και το Μπουρλότο της Ερμιόνης
  • Η Ερμιόνη και το Κρανίδι έδρες της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος
  • Το συλλυπητήριο γράμμα της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος προς την Παρασκευή χήρα Αθανασίου Κανακάρη
  • Η οικονομική οφειλή του αγιορείτη μοναχού
  • Η θανατηφόρα επιδημία της πανώλης στην Ερμιόνη το 1824
  • Ο Βρεσθένης Θεοδώρητος και η δράση του στο Κρανίδι και την Ερμιόνη
  • Ο επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ και η διέλευσή του από την Ερμιόνη και το ΚρανίδιΦιλονικία περί της έδρας της Συνελεύσεως
  • Η «αξιολόγηση» των παραστατών αρχιερέων της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης (Ερμιόνη – Τροιζήνα)
  • Αδριανός Ι. Μήτσας
  • Γιάννης και Σταμάτης Μήτσας: Οι ηρωικοί οπλαρχηγοί της Ερμιόνης στην Επανάσταση του 1821
  • Σταμάτης Αδριανού Μήτσας: «Η ιστορική και έντονα συγκινησιακή του ομιλία από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων»
  • Ο θάνατος του Σταμάτη Αδρ. Μήτσα
  • Τα κειμήλια των Μητσαίων
  • Η ηρωική οικογένεια των Μητσαίων
  • 30 Νοεμβρίου 1822: Η άλωση του Παλαμηδίου
  • Από τη Σαλαμίνα στο 21
  • Φωτογραφίες
  • Βιβλιογραφία
  • Πηγές
  • Βιβλία – Άρθρα

 

Περιεχόμενα: Τεύχος  Β’

 

  • Εισαγωγή
  • Η ιστορική ερμιονίτικη οικογένεια των Μερκούρηδων
  • Η ιστορική οικογένεια Μάλλωση της Ερμιόνης
  • Η ιστορική οικογένεια Νικολάου της Ερμιόνης
  • Ιστορικές ερμιονίτικες οικογένειες και οι μεταξύ τους φιλικοί και συγγενικοί δεσμοί: «Μήτσα, Μάλλωση, Μερκούρη, Δεληγιάννη, Νικολάου και Καραγιάννη»
  • Γεώργιος Χρ. Σισίνης (1769 – 1831): Οπλαρχηγός και πολιτικός της Επανάστασης του 1821
  • Ο Γεώργιος Σισίνης συναντά τον Ναύαρχο Χάμιλτον
  • Νικόλαος Ρενιέρης: «Ο Πρόεδρος της Βουλής και η επίσκεψή του στην Ερμιόνη»
  • Η χρυσή ευκαιρία
  • Λόγος για μια λογοδοσία
  • Μαθήματα προγονικής αρετής που μας γεμίζουν υπερηφάνεια
  • Η απεικόνιση της μορφής του Κρανιδιώτη Αρχιμανδρίτη Παπαρσένη Κρέστα
  • Του Αγίου Νικήτα
  • Σφραγίδες Ελευθερίας: Με αφορμή την ευχετήρια κάρτα του Ερμιονικού Συνδέσμου
  • Τεκμήρια και έγγραφα της νεότερης Ιστορίας των Διδύμων
  • Οι σωζόμενες σφραγίδες της πόλης του Κρανιδίου
  • Ψήγματα Πολιτισμού κατά τους επαναστατικούς χρόνους στην Επαρχία του Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα)
  • Η έναρξη της Εθνεγερσίας του ’21 στην Ερμιονίδα
  • Φιλέλληνες στην Ερμιονίδα
  • Ο επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ και η διέλευσή του από την Ερμιόνη και το Κρανίδι
  • Ο Αθανάσιος Κανακάρης – Ρούφος και η διαμονή του στην Ερμιόνη
  • Η εκπαίδευση στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα) κατά την Προεπαναστατική και Επαναστατική περίοδο
  • Η Γ΄ εν Ερμιόνη Εθνική Συνέλευση (Ιστορική – Ψυχοκοινωνική Προσέγγιση)
  • Θέματα Θρησκείας και Παιδείας στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση (Ερμιόνη-Τροιζήνα) – Δράσεις και Αποφάσεις
  • Θέματα Θρησκείας και Παιδείας στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου – Δράσεις και αποφάσεις
  • Η άλωση του Παλαμηδίου (30 Νοεμβρίου 1822) και η συμβολή του Σταμάτη Αδρ. Μήτσα
  • Γιάννης Αδριανού Μήτσας: Μαρτυρίες και αναφορές περί του ηρωικού του θανάτου
  • Ο εορτασμός της 100/ετηρίδας της Εθνικής Παλιγγενεσίας
  • Φωτογραφίες
  • Βιβλιογραφία
  • Πηγές
  • Βιβλία – Άρθρα

 

Από τον πρόλογο του βιβλίου!

 

Με την ευκαιρία του εορτασμού των διακοσίων χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 δημοσιεύουμε σειρά άρθρων της νεότερης τοπικής ιστορίας της Ερμιονίδας (Κάτω Ναχαγιέ), ρίχνοντας φως σε θεατές και αθέατες, ωστόσο σημαντικές, πτυχές της.

Όπως θα διαπιστώσετε κάποιες απ’ αυτές παρέμειναν εντελώς άγνωστες, αφού η αχλής του χρόνου τις είχε σκεπάσει, ενώ κάποιες άλλες υπήρχαν στη μνήμη κάποιων «προνομιούχων» συμπολιτών μας.

Εκείνους τους «θησαυρούς» τους εντοπίσαμε μετά από πολύχρονες έρευνες των πρωτογενών πηγών, τη μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας και την ανάδειξη και καταγραφή προφορικών παραδόσεων που διασώθηκαν στη συλλογική μνήμη. Η αποκάλυψή τους ήταν για εμάς ιδιαίτερα συγκινητική και συνάμα, θεωρούμε, πως θα είναι χρήσιμη και επωφελής για τον τόπο και τους συμπολίτες μας.

Έχουμε τη γνώμη πως πετύχαμε να εμπλουτίσουμε την Τοπική μας Ιστορία με νέα άγνωστα γεγονότα. Κατορθώσαμε να αποκαταστήσουμε μυθοπλασίες. Επανορθώσαμε ιστορικές παραμορφώσεις και ανακρίβειες, που είχαν εμφιλοχωρήσει με διάφορους τρόπους, παρουσιάζοντας ένα πανόραμα γεγονότων της επαναστατικής περιόδου της Ερμιονίδας (1821 – 1828).

Πιστεύουμε πως η βαθύτερη μελέτη των άρθρων αυτών οδηγεί σε αυτογνωσία και επίγνωση των προτερημάτων και των αδυναμιών της φυλής μας. Επιπλέον μας επιτρέπει να γνωρίσουμε τους ανθρώπους που έζησαν πριν από εμάς και τον τρόπο που πολιτεύθηκαν, αφού κάποιοι απ’ αυτούς είχαν «θέσεις ευθύνης» στην τοπική κοινωνία αλλά και στη Διοίκηση της χώρας.

Με αφορμή διάφορα τοπικά επετειακά ιστορικά γεγονότα ορισμένα από τα ανωτέρω μελετήματα έχουν παλαιότερα αναρτηθεί στους τοπικούς ιστότοπους ή έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Στην ΕΡΜΙΟΝΗ άλλοτε και τώρα».

Τέλος, το έργο αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσωπική συμμετοχή στον επετειακό εορτασμό και η κατάθεσή μας στην Ιστορία και τον Πολιτισμό του τόπου που απλόχερα μας επιτρέπει να απολαμβάνουμε το φυσικό και ιστορικό του κάλλος.

 

Γιάννης Μ. ΣπετσιώτηςΤζένη Δ. Ντεστάκου

Πρόσωπα και γεγονότα στην Εθνανάσταση του 1821 στον Κάτω Ναχαγιέ (Ερμιονίδα) – Τεύχη  Α’ & Β’

Σχήμα: 17Χ24

Σελίδες: 240

Αθήνα 2021

ISBN: 978-618-83000-5-7

           978-618-83000-6-4

 

Το ξεκίνημα της Επανάστασης του ’21 στην Ερμιονίδα

$
0
0

Το ξεκίνημα της Επανάστασης του ’21 στην Ερμιονίδα | Γιάννης Μ. Σπετσιώτης – Τζένη Δ. Ντεστάκου


 

«Τα καριοφίλια του 21 κελαηδούν και πάλι στην εθνική μνήμη. Οι λαμπρές ώρες της φυλής ξαναζωντανεύουν. Χορός μυθικός στήνεται με πελώρια βήματα από το σκοτάδι στο φως, από τα δεσμά στη λευτεριά, από τη Σταύρωση στην Ανάσταση. Η Ιστορία χαράζει την πύρινη τομή της στο σώμα του Γένους. Η ρωμιοσύνη ξεσηκώνεται, καθώς η μοίρα της το προστάζει. Ψυχές πυρακτωμένες ακολουθούν κι ένα μεθύσι νίκης ευλογημένο αρχίζει.

Ο άνθρωπος του μέτρου συναντά τον άνθρωπο της υπέρβασης του κανόνα. Εκεί στο φαινομενικά ακατόρθωτο, όπου αγιάζεται το αίμα, ηρωοποιείται η θυσία και ο θάνατος δοξολογείται και δοξάζεται».

«Σήμερον τα άνω τοις κάτω συνεορτάζει και τα κάτω τοις άνω συνομιλεί». Σήμερα ο Αρχάγγελος Γαβριήλ το «Χαίρε Κεχαριτωμένη» στην Παρθένα ψάλλει και το ελπιδοφόρο μήνυμα του Ευαγγελισμού κομίζει. Σήμερα ο Δεσπότης Γερμανός το «Ελευθερία ή Θάνατος» βροντοφωνάζει και οι διψασμένες καρδιές των Ελλήνων λυτρωτικά δέχονται το άγγελμα του αγώνα. Η πίστη στο Θεό, ο έρωτας της λευτεριάς και στα πεπρωμένα της φυλής αστράφτουν και φεγγοβολούν, όπου ελληνική ψυχή και ακόμη παραπέρα.

Σελαγίζει και στον Κάτω Ναχαγιέ! Οι προπάτορές μας ακούν το πολεμικό σάλπισμα. Χωρίς δισταγμό παίρνουν τα λιανοτούφεκα, ζώνονται τα γιαταγάνια και ορμούν για το «ποθούμενο», «δια θρησκείαν και πατρίδα», κατά το λόγο του Μακρυγιάννη. Άνδρες και γυναίκες δίνουν γονατιστοί τον όρκο πρώτα στο «Γκούρι Βιτόρεσε» και αμέσως μετά στο Μοναστήρι της Κοιλάδας.

Ο αοίδιμος Μητροπολίτης Κορίνθου Παντελεήμων Καρανικόλας στο βιβλίο του «Το Κρανίδι, κομμάτια από τη χαμένη ιστορία του» αναφέρει:[1]

 

«Η επανάσταση στο Κρανίδι κηρύχθηκε στις 27 Μαρτίου 1821, με προτροπή του Κρανιδιώτη Γκίκα Μπόταση, που ήλθε στην πόλη από τις Σπέτσες και ξεσήκωσε τους κατοίκους. Πιθανότατα την ίδια μέρα κήρυξαν την επανάσταση και οι Σπετσιώτες. Ήταν τη χρονιά αυτή, η εβδομάδα του Λαζάρου. Στην Ερμιόνη, το Καστρί, όπως λεγόταν τότε, που είχε πληθυσμό με τους γύρω συνοικισμούς περίπου 2.000 κατοίκους, η επανάσταση κηρύχθηκε τις δυο πρώτες ημέρες του Απριλίου».

 

Ήδη από τις 25 Μαρτίου είχε ορισθεί ως αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων των Κατωναχαϊτών ο κληρικός παπα-Αρσένης Αναστασίου Κρέστας ή Κρέστης.[2]

«Σήμερον την 25η Μαρτίου 1821 διορίζομεν γενναίον αρχηγόν των στρατιωτωτικών δυνάμεων Αργολίδος (εννοεί την Ερμιονίδα) τον Αρσένιον Κρέσταν…», σημειώνεται στην εντολή του διορισμού του. Την υπογράφουν από την Ύδρα οι: Αναστάσιος Μπότασης, Ιωάννης Ορλάνδος, Ιωάννης Μέξης, Γεώργιος Κουντουριώτης, Λάζαρος Κουντουριώτης και Γκίκας Μπότασης.

Παπαρσένιος Κρέστας. Οπλαρχηγός του Κρανιδίου.

Την 1η Απριλίου σε ειδική συνεδρίαση της Δημογεροντίας και των προκρίτων του Κρανιδίου, ύστερα από πρόσκληση του παπα – Αρσένη, ανακοινώθηκε επίσημα η κήρυξη της Επανάστασης των καπεταναίων της Πελοποννήσου ενάντια στον τουρκικό ζυγό. Ακολούθησε γενικό πολεμικό προσκλητήριο και τις επόμενες ημέρες έγινε επιστράτευση των Κατωναχαϊτών.[3]

Στις 4 Απριλίου, λίγο προτού ξεκινήσουν τον άνισο αγώνα, τα στρατεύματα συγκεντρώθηκαν στο «Γκούρι Βιτόρεσε», την «Πέτρα της Βιτόρας», την «Πέτρα της Βικτωρίας» ή «Πέτρα της Νίκης» και έδωσαν τον όρκο τους. Στο μέρος αυτό τούς οδήγησε με τους θερμούς φιλοπατριωτικούς του λόγους, ο παθιασμένος για τη λευτεριά ιερωμένος αρχηγός τους. Στο σχετικό έγγραφο που δημοσιεύεται στο βιβλίο του μακαριστού Παντελεήμονα αναφέρονται τα εξής:[4]

 

«Εις τον δρόμον της Κοιλάδος επί του λίθου τούτου (Γκούρι Βιτόρεσε) το 1821 τη 4η Απριλίου όταν οι προπάτορές μας εξεστράτευσαν κατά των βαρβάρων της Εθνικής υποδουλώσεως όπου διέτρεχαν τον έσχατον των κινδύνων, ζωή, τιμή και περιουσία, έδωσαν χείρας και κατόπιν εγένετο ο αγιασμός και εξεβρόντησαν (έκαναν ομοβροντία όπλων) γονατιστοί άνδρες και γυναίκες στο λεγόμενο αλβανιστί Γκούρι Βιτόρεσε».

 

Σύμφωνα με τοπική παράδοση που μου διηγήθηκε ο παπα-Γκίκας Παπαδημητρίου, εφημέριος στον Ι. Ν. των Εισοδίων (Κάτω Παναγία) στο Κρανίδι, προηγήθηκε Θεία Λειτουργία στον Ι. Ν. της Σύναξης της Θεοτόκου (Πάνω Παναγία).

Ταξιδέψτε μαζί μας και φανταστείτε όλους τους ιερωμένους αγωνιστές να συλλειτουργούν τελώντας την τελευταία τους λειτουργία. Τον αρχιμανδρίτη Διονύσιο Βούλγαρη, ηγούμενο της Ι. Μ. του Αγίου Δημητρίου Αυγού, τον αρχιμανδρίτη Ιωάσαφ Οικονόμου (Τζερεμέ), ηγούμενο της Ι. Μ. της Ζωοδόχου Πηγής Κοιλάδας, τον παπα – Δημήτρη Κρομύδα ή Διονύσιο Σύγκελο, εφημέριο του ενοριακού ναού του Αγίου Βασιλείου στο Κρανίδι, τον παπα – Θανάση, Ερμιονίτη ιερέα, τον Ιωσήφ Καλαρά, μοναχό στην Ι. Μ. των Αγίων Αναργύρων και αρκετούς άλλους. Το γενικό πρόσταγμα στο Συλλείτουργο, όπως και στον αγώνα, έχει ο αρχιμανδρίτης Αρσένης Κρέστας, ο θρυλικός Παπαρσένης.

Η Λειτουργία οδεύει προς το τέλος της. Η Κεντρική Πύλη του Ιερού, η Ωραία Πύλη, ανοίγει και εμφανίζεται ο Παπαρσένης. Κρατά στα τίμια χέρια του το Άγιο Δισκοπότηρο. Το σηκώνει ψηλά και αναφωνεί:

«Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε»! Τα παλληκάρια προσέρχονται σταυροκοπούμενα και μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων.

Σ’ αυτή τη μοναδική Λειτουργία οι ιερωμένοι – πολέμαρχοι συνέψαλαν και συνεύχονταν για την ευόδωση «του υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνος κατά ξηράν τε και θάλασσαν». Κάτω από τα ιερά τους άμφια είχαν ζωσμένα τα όπλα του αγώνα και πιο μέσα «κατοικούσε» η αδούλωτη και αδάμαστη ψυχή τους.

Στην πρώτη συνάθροιση των αγωνιστών στο «Γκούρι Βιτόρεσε», «επί του ογκόλιθου», εκφωνήθηκε από τον Κρανιδιώτη ιερωμένο πολέμαρχο Διονύσιο Βούλγαρη, ο φλογερός επαναστατικός λόγος.

 

«Φιλογενέστατοι, Κρανιδιώτες! Σήμερον μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας. Ο πόλεμος γίνεται σήμερον διά την πίστιν και διά την πατρίδα και διά ταύτα δεν πρέπει να λυπηθούμε τα κορμιά μας ούτε την περιουσία μας, διά να κερδίσομεν την ελευθερίαν. Όποιος θα συμπράξη σήμερα μετά μας (μαζί μας) θα σώση και την ψυχή του και όποιος δε συμπράξει θα είναι αιωνίως εθνοκατάρατος. Ακολουθήστε μας αδελφοί και ο Ουράνιος Βασιλεύς είναι μεθ’ ημών».

 

Αμέσως μετά, στις 6 Απριλίου, ο Διονύσιος Βούλγαρης, πήγε στο Άργος και έδωσε την πρώτη νικηφόρα μάχη με τους Χοτζάδες και Τούρκους ιεροσπουδαστές, εξοικονομώντας συνάμα 30.000 γρόσια. Τέσσερις μέρες αργότερα στις 10 Απριλίου, ανήμερα του Πάσχα, τον συνέλαβαν και τον κρέμασαν στη δυτική πύλη του Ναυπλιακού κάστρου, στο Παλαμήδι.[5]

Ο ηγούμενος Διονύσιος ήταν έντιμος και φιλόπατρις μοναχός. Ήταν διαχειριστής της αμύθητης περιουσίας του Μοναστηριού του Αυγού αλλά και των άλλων Μονών της περιφέρειας, δηλαδή των Αγίων Αναργύρων και της Ζωοδόχου Πηγής, οι οποίες ήσαν υπό την προστασία της Ι. Μ. του Αυγού, έχοντας την ανώτατη διοίκηση και των τριών μοναστηριών.[6]

Στη συνέχεια οι αγωνιστές, υπό τον Παπαρσένη, μετέβησαν στο Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής στην Κοιλάδα, όπου έδωσαν τον γενικό όρκο, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του:

«Ορκίζομαι εν ονόματι των τετιμημένων οστών των παναρχαιοτάτων προπατόρων ημών Ελλήνων». Αμέσως μετά ο ίδιος, αφού (ε)παλάμισε το Άγιο Ευαγγέλιο, αναφώνησε:

 

«Ελευθερία ή Θάνατος, αδελφοί!»

 

Ο Αρσένιος Κρέστας, κατά κόσμο Αλέξανδρος, όπως μας πληροφορεί ο μακαριστός Παντελεήμων Καρανικόλας, γεννήθηκε στο Κρανίδι το 1779. Σε νεαρή ηλικία χειροτονήθηκε διάκος, σε  άγνωστο τόπο – πιθανόν στο Ναύπλιο, ίσως και στην Κωνσταντινούπολη και πήρε το όνομα Αρσένιος. Σπούδασε στην περίφημη Σχολή της Δημητσάνας με δαπάνη των Μονών Αγίων Αναργύρων και Ζωοδόχου Πηγής Κορωνίδας (Κοιλάδας), όπου αργότερα διορίστηκε ηγούμενος. Ήταν ενάρετος κληρικός, θαρραλέος αγωνιστής, επιδέξιος μαχητής, ιδεολόγος και αγνός πατριώτης με σπουδαία εκκλησιαστική και νομική παιδεία. Παράλληλα λένε, πως ήταν δύστροπος, «αντούριστος», ευέξαπτος, ασυμβίβαστος, απρόβλεπτος, ανυπότακτος αλλά και απροσκύνητος. Ο Φώτιος Χρυσανθακόπουλος ή Φωτάκος υπασπιστής του Κολοκοτρώνη στο βιβλίο του «Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών», που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1888 και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Harvard, αναφέρει πολλά εγκωμιαστικά σχόλια για τον ήρωα Παπαρσένη.

 

Η προτομή του οπλαρχηγού της Ερμιονίδας Αλέξανδρου Κρέστα ή Παπαρσένη στην Κάτω Πλατεία Κρανιδίου.

 

Στο Δημαρχείο Ερμιονίδας μπορείτε να δείτε τo πορτραίτο του, που εντυπωσιάζει: Το ασκητικό του πρόσωπο βυθισμένο στην κατάμαυρη πλούσια γενειάδα του και το σπινθηροβόλο βλέμμα του δικαιολογούν, πλήρως, τους χαρακτηρισμούς που κατά καιρούς του έχουν αποδοθεί.[7]

Αλλά ποιο ήταν το «Γκούρι Βιτόρεσε»; Πού βρίσκεται και πώς βρέθηκε εκεί αυτή η τεράστια πέτρα; Γιατί ονομάστηκε έτσι και τέλος για ποιο λόγο επιλέχθηκε αυτό το μέρος για την ορκωμοσία των παλληκαριών και την έναρξη του αγώνα; Παλαιά κρανιδιώτικη παράδοση – γνωστή στους περισσότερους κατοίκους της πόλης, αναφέρει, πως η Αγία Άννα και ο Προφήτης Ηλίας, που τα εκκλησάκια τους είναι χτισμένα αντικριστά στις κορυφές δυο υψωμάτων, «έπαιζαν το τόπι», πετώντας το ο ένας στον άλλο. Κάποια στιγμή το τόπι ξέφυγε, έπεσε στη γη και πέτρωσε. Έτσι, σχηματίστηκε μια εντυπωσιακή, σφαιρική, λεία, γκρίζα πέτρα, σαν λαστιχένιο τόπι, γεγονός, που βοήθησε, πιστεύω στη διατήρηση της παράδοσης.[8]

Είναι, ωστόσο, πιθανόν η πέτρα να έχει αποκοπεί από τα γύρω βράχια, που υπάρχουν σε ψηλότερα και επικλινή σημεία και να κύλησε προς τα κάτω. Η πέτρα βρισκόταν στα δεξιά του παλαιού δρόμου από το Κρανίδι προς την Κοιλάδα, στο ύψος όπου σήμερα τέμνεται από τον Περιφερειακό δρόμο Ναυπλίου – Κρανιδίου – Πορτοχελίου. Ήταν στο 300 περίπου μέτρα από την είσοδο, σχεδόν δίπλα στην άσφαλτο. Με τη διάνοιξη του δρόμου, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, η πέτρα μετακινήθηκε λίγα μέτρα βορειότερα. Ο αείμνηστος Δήμαρχος Κρανιδίου Κυριάκος Στεφάνου, κατά τη διάρκεια της θητείας του (1982-1986), περιτοίχισε τον χώρο που βρισκόταν ο βράχος με λιθοδομή, τον ευπρέπισε και φύτεψε γύρω του πικροδάφνες. Στο αρχικό τμήμα του «εσωτερικού» παλαιού δρόμου ενώνονταν δύο λιθόστρωτα καλντερίμια, που εξέρχονταν από την πόλη του Κρανιδίου μέσα στην τοποθεσία που λέγεται μέχρι και σήμερα Γραμματικό, στο ύψος περίπου της «Βρυσούλας».[9]

 

Γκούρι Βιτόρεσε

 

Η περιοχή ονομάστηκε Γραμματικό γιατί εκεί πληρώνονταν οι φόροι από τους ντόπιους στους Τούρκους, γίνονταν διάφορες συναλλαγές και υπογράφονταν μικροσυμφωνίες. Κατ’ άλλους εκεί κοντά, σ’ ένα σπίτι που υπάρχει ακόμη, έμενε ο Γραμματικός του Δήμου. Η Γιόνα Μικέ Παϊδούση – Παπαντωνίου αναφέρει ότι «το Γραμματικό» είναι τοπωνυμία του βορινού τμήματος του Κρανιδίου. Από την περίοδο της τουρκοκρατίας μέχρι σήμερα σημειώνεται εκεί η παρουσία της οικογένειας Νάκη. Ένα μέλος της, ο καπετάν Αντώνης Νάκης, χρημάτισε Κοτζαμπάσης του Κρανιδίου. Ο γιος του, Νικόλας,[10] μετέπειτα Νομάρχης στο Μεσολόγγι, δούλεψε ως Γραμματικός σε διάφορους μπέηδες απ’ όπου και το τοπωνύμιο αλλά και η ονομασία του χειμάρρου που διασχίζει το Κρανίδι και περατώνεται στο σημείο της ομώνυμης περιοχής.

Σ’ αυτή, λοιπόν, την τοποθεσία της «Βρυσούλας» υπήρχε, όπως λέγεται, πηγή με τρεχούμενο πόσιμο νερό, που προμηθεύονταν οι κάτοικοι του κάτω Κρανιδίου. Ολόγυρα υπήρχαν λυγαριές και ευκάλυπτοι και ένα πηγάδι που σώζεται μέχρι σήμερα με κορίτες (γούρνες), κοριτσιές τις λένε στο Κρανίδι, για να πίνουν νερό τα ζώα. Σήμερα γούρνες δεν υπάρχουν.[11]

Ήταν μια όμορφη και γραφική, απ’ ό,τι μπορούμε να φανταστούμε τοποθεσία, τραγουδισμένη μάλιστα σ’ ένα αρβανίτικο κρανιδιώτικο Δημοτικό Τραγούδι με στίχο λιτό. Το διαβάζω μεταφρασμένο από τ’ Αρβανίτικα:

 

«Κάτω στο Γραμματικό\ Είναι αχλάδια και κυδώνια\

Είναι αχλάδια, είναι ροδάκινα

Είναι κοριτσάκια μαυριδερά\Είναι μήλα, είναι αχλάδια\

είναι κοριτσάκια άσπρα»

 

Όπως μας είπε ο φίλος Νίκος Καπράνης, τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά, για την πολύτιμη βοήθειά του στη συγκέντρωση πληροφοριών, το «Γραμματικό» ήταν «δημοφιλής» τόπος συνάντησης των κατοίκων, εκτός πόλεως. Μέχρις εδώ έφταναν οι ντόπιοι για να ξεπροβοδίσουν τους συγγενείς και τα αγαπημένα τους πρόσωπα, όταν έφευγαν και πάλι εδώ τους περίμεναν, για να τους προϋπαντήσουν στην επιστροφή τους. Σύμφωνα με τη διήγηση μιας γερόντισσας, γνωστής Κρανιδιώτισσας 95 χρονών σήμερα, το «Γκούρι Βιτόρεσε» είχε πάρει το όνομα μιας πλούσιας και όμορφης γυναίκας, της Βικτωρίας, η οποία συνήθιζε να κάνει τον περίπατό της σ’ αυτό το μέρος, για να ξεκουράζεται και να ηρεμεί. Έτσι ονομάστηκε αυτός ο ογκόλιθος «πέτρα της Βικτωρίας», δηλαδή πέτρα της Νίκης, όπως λέγεται μέχρι σήμερα. Είναι φανερό, όμως, πως πρόκειται για μια υπεραπλουστευμένη μαρτυρία-ερμηνεία, γι’ αυτό και δεν θα σταθούμε περισσότερο. Ο θρύλος επιβάλλει διεξοδικότερη έρευνα.

Μελετώντας όσους ασχολήθηκαν με το θέμα, τον συγγραφέα Κώστα Μπίρη, τον Μητροπολίτη Κορίνθου Παντελεήμονα και ιδιαίτερα τον Κωνσταντίνο Σάθα στο μνημειώδες έργο του «Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας», τόμος 7ος, έχουμε να επισημάνουμε τα εξής:

Στα 1560-1570 ένας διάσημος Ελληνοαρβανίτης οπλαρχηγός και αρχηγός των μισθοφόρων του Μοριά ήταν ο Μανόλης Μπλέσης ή Μπλέσας, απόγονος του Λέοντα Σγουρού, άρχοντα του Ναυπλίου στις αρχές του 13ου αιώνα. Ο Μπλέσης ήταν άντρας εντυπωσιακός, όμορφος, λεβέντης και μπεσαλής, άφοβος και ξακουστός πολεμιστής. Ο σκληροτράχηλος αυτός αγωνιστής ήταν συνάμα άνθρωπος ευαίσθητος, με πλούσια φαντασία, ως ονειροπαρμένο κάποιοι τον χαρακτηρίζουν και πολύ γνωστός ποιητής. Ήταν φτιαγμένος «από το ανθρώπινο υλικό» που δημιουργεί μύθους. Πολέμησε στην Κύπρο με τους Βενετούς εναντίον των Τούρκων το 1566, καθώς και στη Δαλματία, την Αυστρία και τη Βαυαρία, με αποτέλεσμα να του αποδοθούν πολλές τιμές από τους Φράγκους. Όνειρό του ήταν να αποκτήσει φήμη παντοτινή, για να μην ξεχαστεί ποτέ!

Τα απερίγραπτα κατορθώματά του, η πολεμική του αξία και οι ηρωισμοί του, τον κατέστησαν θρύλο σε όλα τα Βαλκάνια και ο κόσμος μιλούσε με θαυμασμό γι’ αυτόν και τ’ ανδραγαθήματά του.

Σε μια από τις μυθικές διηγήσεις που τον περιβάλλουν αναφέρεται πως για την ομορφιά και την παλληκαριά του τον ερωτεύθηκε παράφορα μια Κρανιδιώτισσα μάγισσα, που για χάρη του έγινε αερικό. Μια νεράιδα με ωραία, μακριά, ξέπλεκα μαλλιά ριγμένα στους ώμους της, που τον ακολουθούσε παντού φωτίζοντας τον δρόμο του, τον προστάτευε από κάθε κίνδυνο και τον όπλιζε με υπεράνθρωπη δύναμη, ώστε να βγαίνει νικητής από όλες τις περιπέτειές του. Μεταξύ του Μπλέση και της Μάγισσας πλέχθηκε μια δυνατή ιστορία αγάπης. Λέγεται πως ήταν το δώρο του Θεού προς αυτόν, για τις εποποιίες και τα καλά του έργα.

Ο Κωνσταντίνος Σάθας αναφέρει πως με τον πιστό του σύντροφο Κατζίκη, εξόντωσαν κάποιον ερημίτη, ο οποίος άλλοτε με τη μορφή Άρπυιας και άλλοτε Ύδρας, ενός τέρατος με επτά κεφάλια και επτά ουρές, ρήμαζε την Αργολίδα. Και σ’ αυτό το κατόρθωμά του μεγάλη ήταν η συμβολή και η βοήθεια της Κρανιδιώτισσας μάγισσας, στην αγάπη της οποίας παρέμενε πιστός, παρ’ όλο που διαισθανόταν μόνο την παρουσία της, καθώς δεν μπορούσε να την δει.

Κάποτε, για να τον δοκιμάσει, μεταμορφώθηκε σε δράκο και παρουσιάστηκε μπροστά του ζητώντας του να φιλήσει το αποκρουστικό της πρόσωπο. Ο ήρωάς μας χωρίς να διστάσει, χωρίς να νιώσει αποστροφή, της έδωσε ένα θερμό φιλί, επισφραγίζοντας την αληθινή του αγάπη προς αυτήν. Ευτυχισμένη η νεράιδα, ξαναπήρε την πρότερη μορφή της, τον αγκάλιασε και μ’ ένα αέρινο άρμα ταξίδεψε μαζί του στην αθανασία!  Έτσι παρουσιάζεται μέσα από τις πηγές και τις μυθικές διηγήσεις που τον περιβάλλουν, ο ήρωας Μανόλης Μπλέσης!

Ο Κώστας Μπίρης ονομάζει τη μάγισσα του θρύλου Βιττώρεα ή Βιττώρεζα δηλαδή Νίκη, ενώ ο Παντελεήμων Καρανικόλας την αναφέρει ως Βικτώρια.

Είναι όμως η Βιττώρεα – Βιτόρα η Βικτωρία; Οι λέξεις Βίκτορας και Βικτωρία, όπως είναι γνωστό, παράγονται από το λατινικό «victor», που σημαίνει νικητής. Οι γλωσσολόγοι ετυμολογούν ως αρβανίτικο το όνομα Βιτόρα από δύο συνθετικά που έχουν παρεμφερή σημασία: Βιτ & Βετ, που είναι το έτος, ο χρόνος ο παλαιός και όρα που έχει σχέση με την αρχαία ελληνική λέξη, Ώρα. Σύμφωνα με τη Μυθολογία, οι Ώρες ήσαν ευεργετικές θεότητες, που εκπροσωπούσαν τις εποχές του χρόνου, τις ώρες της ημέρας αλλά και τον καιρό. Φύλαγαν τις πύλες του Ουρανού και τις ανοιγόκλειναν σηκώνοντας και κατεβάζοντας πυκνά σύννεφα, επηρεάζοντας έτσι και την καρποφορία της γης. Η ετυμολογία αυτή μας οδηγεί στο παλαιό θηλυκό πνεύμα, τη Βιτόρα, που έχει τη μορφή ηλικιωμένης γυναίκας. Οι δυο λέξεις Βικτωρία και Βιτόρα δεν έχουν, λοιπόν, καμία συγγένεια. Από Αλβανούς πληροφορηθήκαμε ότι τα ονόματα «Βιτόρα» και «Βικτωρία», τα συναντάμε στη χώρα τους. Δεν γνωρίζουν, ωστόσο, αν πρόκειται για το ίδιο όνομα. Άποψή μας είναι πως έχουμε δύο διαφορετικά ονόματα.[12]

Ο Χριστοφορίδης στο ελληνοαλβανικό λεξικό του αναφέρει ότι η Βιτόρα είναι α) η μοίρα, η τύχη και β) ένα μυθικό φίδι – δράκος με χρυσά κέρατα που γεννάει χρυσά φλουριά.

Η Βιτόρα, σύμφωνα με την πρώτη ερμηνεία, είναι ένα γυναικείο πνεύμα, που έχει σχέση με την καλή μοίρα και την ευνοϊκή τύχη. Θεωρείται το γούρι του σπιτιού και το στοιχειό του τόπου. Περιβεβλημένη με την αχλή του θρύλου παρουσιάζεται σαν μία γυναίκα ηλικιωμένη ή μεσόκοπη ή νεαρή, όμορφη ή αποκρουστική, μια γυναίκα-ξωτικό που προστατεύει και φυλάει το σπίτι, τον τόπο που κατοικεί και τους ανθρώπους που την τιμούν και ζητούν τη βοήθειά της. Έχοντας ηγετικές ικανότητες τους καθοδηγεί, τους κατευθύνει και τους ενδυναμώνει κάμπτοντας κάθε αντίσταση, ώστε οι προσπάθειές τους να έχουν θετικό αποτέλεσμα και οι αγώνες τους νικηφόρα έκβαση.[13]

Αλλά και η Βιτόρα με τη μορφή θηλυκού φιδιού του σπιτιού, σύμφωνα με τη δεύτερη ερμηνεία, μόνο ευτυχία και αφθονία φέρνει. Το φίδι αυτό είναι σεβαστό, ακίνδυνο, τυχερό και προστατεύεται, καθώς πιστεύουν πως ο θάνατός του φέρνει γρουσουζιά σ’ ολόκληρη την οικογένεια. Σχετική με όσα προείπαμε και η φράση που ακόμη και σήμερα λέγεται στο Κρανίδι, για κάποιον που βαδίζει σταθερά προς την καταστροφή ή το θάνατο. «Ε κα λένε Βιτόρεα!». Δηλαδή, κρίμα! τον έχει εγκαταλείψει η Βιτόρα και δεν τον προστατεύει πια, ούτε του συμπαραστέκεται.

Σύμφωνα με κάποια τρίτη μαρτυρία Βιτόριζα σημαίνει θησαυρός ή τόπος με χρυσάφι.

Το «Γκούρι Βιτόρεσε», λοιπόν, είναι ένα συμβολικό τοπωνύμιο. Δηλώνει ότι η δύναμη, τα κατορθώματα, οι νίκες αλλά και η καλοτυχία του Μανόλη Μπλέση εξαρτιόνταν από το κρανιδιώτικο γυναικείο άυλο πνεύμα, τη Βιτόρα, που βρισκόταν εκεί. Στην εντυπωσιακή αυτή πέτρα το γυναικείο στοιχειό-φάντασμα με τη «μεταμορφωτική» ικανότητα είχε εξακολουθητική παρουσία.

Τη μεταφυσική του ύπαρξη, δύναμη και ενέργεια γνώριζαν και πίστευαν, καθώς οι εθνολόγοι αναφέρουν, οι Αρβανίτες της Πελοποννήσου και της Αττικής, όπως και ο ελληνόφωνος πληθυσμός των περιοχών αυτών, με κάποιες μικροδιαφορές που παρατηρούνται κατά τόπους. Τέτοιες κοινές αντιλήψεις έχουν τις ρίζες τους σε μύθους που προέρχονται από την αρχαία Ελλάδα και αποδεικνύουν τη στενή εθνολογική σχέση Ελλήνων και Αλβανών καθώς και άλλων Βαλκανικών λαών.

Σύμφωνα με σχετικό μύθο που συναντάμε και στους Αρβανίτες της Αργολίδας η  Βιτόρα με τη μορφή της νεράιδας περιπλανιέται στη φύση, κοντά σε πηγές, ποτάμια και δέντρα. Και στην ελληνική παράδοση, όμως,  βρίσκουμε νεράιδες, μυστηριώδη πλάσματα που κατοικούν σε δροσερές σπηλιές και ποτάμια χορεύοντας και τραγουδώντας σαγηνευτικά και «κλέβοντας» τη μιλιά των περαστικών.

Όσο για τον συγγραφέα Κώστα Μπίρη πιθανότατα παρασύρθηκε από τη φωνητική ομοιότητα των δύο ονομάτων Vitorea και Victoria και ταύτισε, νοηματικά, τις δύο λέξεις. Αντίθετα η Γιόνα Παϊδούση υποστηρίζει ότι κανείς συσχετισμός δεν μπορεί να υπάρξει μεταξύ της Πέτρας της Τύχης, όπως την ονομάζει, και του Μανόλη Μπλέση με τη μάγισσα του θρύλου.

Ο Παπαρσένης, αυτός ο εγγράμματος κληρικός που γνώριζε και κρατούσε τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα του λαού και επιπλέον, ήταν άριστος γνώστης της αρβανίτικης γλώσσας και νοοτροπίας, ήξερε, ασφαλώς, γι’ αυτό το ευεργετικό στοιχειό με τη συμβολική σημασία και την πανάρχαια ελληνική μυθική καταγωγή. Χωρίς καμιά αμφιβολία αυτόν τον θρύλο τον γνώριζαν και τα παλληκάρια του.

 

Γκούρι Βιτόρεσε, ή Πέτρα της Νίκης και της Τύχης. Εκ των κάτω προς τα πάνω και εξ αριστερών προς τα δεξιά, απεικονίζονται οι αγωνιστές: Αναγνώστης Κ. Ζέρβας, Νικόλαος Γκ. Λάμπρου, Νικόλαος Α. Κρέστας, Αναστάσιος Ν. Μον(ρ)οχάρτζης, Γιάννης Αδρ. Μήτσας, Σταμάτης Αδρ. Μήτσας, Ιωσήφ Ανδρούσης, Αρσένιος Γ. Κρέστας. Η κεντρική φωτογραφία είναι του κ. Χρήστου Προσίλη. Από την ευχετήρια κάρτα για το 2021 του Ερμιονικού Συνδέσμου.

 

Η πέτρα της Νίκης ή η πέτρα της Τύχης, η μία έννοια κατά την άποψή μας συμπληρώνει την άλλη, με την ιδιαίτερη σημειολογία βοήθησε τον αδούλωτο και πανέξυπνο ιερωμένο στο επικοινωνιακό παιχνίδι που φαίνεται πως το γνώριζε πολύ καλά. Με την επιλογή αυτού του βράχου, ήθελε να εμψυχώσει τα παλληκάρια του. Να τους εμπνεύσει πίστη και αυτοπεποίθηση για τον αγώνα. Να τους δώσει δύναμη και θάρρος. Να τους βεβαιώσει ότι με βοηθό και συμπαραστάτη το τρομερό γυναικείο στοιχειό και πνεύμα, τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν θα έχουν ευνοϊκή εξέλιξη, η έκβαση του πολέμου θα είναι νικηφόρα και γι’ αυτό κανείς δεν θα πρέπει να λιποψυχήσει.

Ενδεχομένως ο Παπαρσένης σκόπευε ακόμη και να τρομοκρατήσει τους άνδρες του, υπονοώντας με τα λεγόμενά του πως αν δεν πράξουν στο ακέραιο το καθήκον τους και αν δεν δώσουν το μέγιστο των δυνάμεών τους, η «Βιτόρα» θα τους εγκαταλείψει και θα τους εκδικηθεί, τιμωρώντας τους.

Επιπλέον, σύμφωνα με την παράδοση, υποχρεώθηκαν οι αγωνιστές να δώσουν  όρκο πως δεν θα αποκαλύψουν, ό,τι κι αν συμβεί, το ορμητήριο τους, το μέρος που ξεκίνησαν. «Θα πάμε, θα ’ρθούμε κι αλήθεια δεν θα πούμε!». Είναι μια χαρακτηριστική φράση που μέχρι σήμερα λέγεται από τους Κρανιδιώτες, όταν διαβεβαιώνουν τον συνομιλητή για την εχεμύθειά τους.

Να προσέξουμε και την κατάληξη της λέξης (σε) Βιτόρεσε. Είναι η ίδια με την κατάληξη (ζε), που μπαίνει στις αρβανίτικες λέξεις, για να δείξει κάτι το μικρό, το αγαπητό και ταυτόχρονα πολύ δικό μας. «Γκούρι Βιτορέσε» η πέτρα της δικής μας Νίκης και Τύχης.[14]

Για τους παραπάνω λόγους, θεωρούμε πως ο ακαταμάχητος κληρικός επέλεξε να ανυψώσει τον βράχο της Βιτόρας με τα κρυμμένα μυστικά σε υπέρτατο σύμβολο, Σ΄ ένα πολύτιμο θησαυροφυλάκιο όπου διαφύλαξε «τα ιερά και τα όσια» των αγωνιστών και κυρίως την αγάπη τους για το γενέθλιο χώμα.[15]

Σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο που διαβάσαμε, τα παλληκάρια έδωσαν εκεί τον πρώτο τους όρκο. Ακολούθησε αγιασμός πάνω στον ογκόλιθο και κηρύχθηκε η έναρξη του αγώνα. Στη συνέχεια πορεύτηκαν όλοι μαζί στην Ι. Μ. Κοιλάδας.[16]

Χρειάζεται να υπογραμμίσουμε αυτό το γεγονός, καθώς θεωρούμε πως είναι  ιδιαίτερα σημαντικό. Για φανταστείτε έναν ιερωμένο της εποχής εκείνης, να τηρεί αυτή τη σειρά!

Πρώτα η ορκωμοσία όλων μπροστά στο βράχο – θρύλο και έπειτα στην εκκλησία. Πρώτα το σύμβολο και έπειτα το θρησκευτικό καθήκον! Δεδομένου, μάλιστα, πως ο Παπαρσένης δεν ήταν ένας απλοϊκός ιερωμένος, αμφιταλαντευόμενος και αμφίβολης ποιότητας Χριστιανός, πιστεύουμε πως επέλεξε να κηρύξει την έναρξη του αγώνα με αυτόν τον τρόπο, γιατί θεωρούσε υπερφυσική τη δύναμη των συμβόλων, ικανή να επιδρά στο νου και την ψυχή των αγωνιστών στο βαθμό που να επηρεάζει και να διαμορφώνει το τελικό αποτέλεσμα του αγώνα. Και με αυτήν την επιλογή του ήταν σύμφωνοι και οι άλλοι ιερωμένοι.

Από τον ξεσηκωμό των προγόνων μας Κατωναχαϊτών το 1821 αλλά και ολόκληρου του Γένους έχουν περάσει 200 χρόνια. Αν αφήσεις το χέρι, το νου και την ψυχή σου ελεύθερα, θα αγγίξεις ζεστό το αίμα των ανθρώπων εκείνων των χρόνων. Θα ψαύσεις τις πληγές τους, θα ακούσεις τα μηνύματά τους, θα αισθανθείς το ιερό μεγαλείο και την ομορφιά της ψυχής τους. Αγωνίστηκαν σκληρά με αυταπάρνηση και απαράμιλλο θάρρος. Διεκδίκησαν και πέτυχαν αυτό που φάνταζε ακατόρθωτο.

Ο Εμμανουήλ Ρέπουλης στον μνημειώδη λόγο που εκφώνησε στην επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1918 είχε πει: «Σήμερον είναι η εορτή καθ’ ην λαλούν και διδάσκουν τα μνημεία των υπέρ της Πατρίδος αγωνισθέντων και η φαντασία εκτυλίσσει τα κλέη αυτών».

Εμείς, στους σημερινούς δύσκολους χρόνους που βιώνουμε τιμώντας τους αγώνες τους για την ελευθερία και αναγνωρίζοντας τη θυσία τους για την πατρίδα, από τα βάθη της καρδιάς μας ακαταπαύστως βοώμεν:

«Ας μη βρέξει ποτέ,

το σύννεφον και ο άνεμος σκληρός,

ας μη σκορπίσει,

το χώμα το μακάριον που σας σκεπάζει».

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Οι αναφορές του μακαριστού Μητροπολίτη στηρίζονται κατά κύριο λόγο στα έγγραφα και τα κείμενα των Μονοχαρτζαίων και Μερεμεταίων, ιστορικών οικογενειών του Κρανιδίου.

[2] Κρέστας ή Κρέστης: Το επώνυμο αυτό υπάρχει μέχρι σήμερα στην Ερμιονίδα και είναι αρβανίτικη παραφθορά του Χρήστος ή Χρήστου. Κατ’ άλλους, το επίθετο προέρχεται από το αρβανίτικο ουσιαστικό «Kreshta» που θα πει λειρί, λοφίο.

[3] «Κάτω Ναχαγιές» ονομαζόταν την εποχή της τουρκοκρατίας η περιοχή της Ερμιονίδας, ενώ ο «Πάνω Ναχαγιές» ήταν η Κορινθία. Η λέξη «Ναχαγιές» είναι τουρκική ή τουρκοελληνική και σημαίνει επαρχία.

[4] Ο Παντελεήμων Καρανικόλας ήταν λάτρης της τοπικής παράδοσης. Βαθύς γνώστης της Θεολογίας και χαλκέντερος ερευνητής. Είχε το χάρισμα και τις δυσκολότερες δογματικές έννοιες να τις μεταφέρει με τρόπο απλό και κατανοητό. Η επιβλητική του φωνή καθήλωνε τους ακροατές του. Η πολυσχιδής του προσωπικότητά γοήτευε τους συνομιλητές του!

[5] Την ίδια μέρα, τη 10η Απριλίου του 1821, απαγχονίστηκε στην Πόλη ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄.

[6] Πληροφ. Αναστάσιος Π. Μονοχάρτζης.

[7] Προσωπογραφία του Παπαρσένη υπάρχει και στην Ι. Μ. των Αγίων Αναργύρων, όπου φυλάσσεται η πιστόλα του (ρόκα) δωρεά της οικογένειας Ηλία και Ειρήνης Γκίκιζα, το γένος Κρέστη.

[8] Σε όλους τους πολιτισμούς οι μεγάλες πέτρες προκαλούν δέος και κεντρίζουν τη φαντασία των ανθρώπων με αποτέλεσμα τη δημιουργία θρύλων. Συχνά η «πέτρα» σηματοδοτεί ολόκληρη περιοχή στην οποία δίνει και το όνομά της (Γκουριντέτι, Γκουριμάτ – Γκουρουμέσι, Γκουριγκλιάτι, Γκούριζα).

[9] Πληροφορίες από τον Δήμαρχο Ερμιονίδας Δημήτρη Καμιζή, ο οποίος την περίοδο 1984-1986 υπήρξε Νομαρχιακός Σύμβουλος της επαρχίας Ερμιονίδας και τον οποίο θερμά ευχαριστούμε.

[10] Ο Νικόλας Νάκης ήταν αδελφικός φίλος του γιου του Αλή Πασά, Βελή, που είχε επισκεφτεί το Κρανίδι.

[11] Πληροφ. Δημήτρης Καμιζής.

[12] Στην επαρχία μας υπήρχε σύγχυση των δυο ονομάτων. Ο αείμνηστος Απόστολος Γκάτσος σχολιάζοντας τη δική μας Βιτόριζα, υποστήριζε πως οι λέξεις Βικτωρία και Βιτόριζα δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους, όπως ορισμένοι πιστεύουν.

[13] Το γυναικείο αυτό στοιχειό παραπέμπει στην Αρβανίτισσα μάνα που είχε την καθολική φροντίδα του σπιτιού, σε μια οικογένεια με πατριαρχική, κατά βάση, δομή. Αυτή διατήρησε τη γλώσσα και τις παραδόσεις και λειτούργησε ως ο διαμεσολαβητής της πολιτισμικής ταυτότητας από γενιά σε γενιά.

[14] Την ίδια κατάληξη (ζε) τη βάζουμε και σήμερα σε ελληνικές λέξεις για να δώσουμε έμφαση σε κάτι που αγαπάμε πολύ. Λέμε: Καρδούλα ζε, δηλαδή δική μου καρδούλα.

[15] Λέγεται επίσης, χωρίς να είναι εξακριβωμένο, πως ο Παπαρσένης, μετά την ορκωμοσία, έθαψε εκεί το Ευαγγέλιο και τα Ιερά Σκεύη, με τα οποία είχε μεταλάβει τα παλληκάρια του στο Ναό της Πάνω Παναγιάς και πιθανόν και τα ράσα, τα οποία έβγαλε για να φορέσει τα άρματά του. Αν τα προαναφερόμενα ισχύουν, ο  Δ. Καμιζής πιστεύει πως ο Παπαρσένης ήταν αποφασισμένος να φτάσει στον θάνατο και έτσι θεωρούσε πως δεν θα ξανάπιανε στα χέρια του το Ιερό Ευαγγέλιο και τα Άγια Σκεύη.

[16] Η ιστορική αυτή πέτρα ήταν και το σημείο συνάντησης των αγωνιστών, όταν ξεκίνησαν για το Ναύπλιο δια θαλάσσης, προκειμένου να πολιορκήσουν το Παλαμήδι, το 1822.

 

Βιβλιογραφία


 

  • Καρανικόλας Παντελεήμονας, «Το Κρανίδι», Κόρινθος 1980.
  • Σπετσιώτης Μ. Γιάννης, «Το ξεκίνημα της Επανάστασης του ’21 στην Ερμιονίδα μέσα από γραπτές εμπειρίες και λαϊκές παραδόσεις», Αθήνα 2014.
  • Σπετσιώτης Μ. Γιάννης – Ντεστάκου Δ. Τζένη, «Η Βιτόριζα», Αθήνα 2017.
  • Τσιμάνης Προκόπιος, «Μνήμες Ερμιονίδος», Εκδ. Χαρτοβιβλιοδετική, Αθήναι 1975.
  • Χρυσανθόπουλος Φώτιος (Φωτάκος), «Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών», Αθήνα.
  • Μπίρης Κώστας, «Αρβανίτες οι Δωριείς του νεότερου Ελληνισμού», Αθήναι1960.
  • Παπαβασιλείου Μιχαήλ, «Θρύλοι και παραδόσεις της Ερμιόνης», Αθήνα 1988.
  • Αλεξάκης Ελευθέριος, «Περί της Βιτόρας…», Εθνολογία, Αθήνα 1994.
  • Βαρδουνιώτης Κ. Δημήτριος, «Η καταστροφή του Δράμαλη εν Τριπόλει», 1913.

 

Γιάννης Μ. Σπετσιώτης Τζένη Δ. Ντεστάκου

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Ο Δημήτριος Π. Τσόκρης κατά την Επανάσταση του 1821 (Ανέκδοτη Έκθεσή του)

$
0
0

Ο Δημήτριος Π. Τσόκρης κατά την Επανάσταση του 1821 (Ανέκδοτη Έκθεσή του) – †Κων. Λ. Κοτσώνης (1917-2014) – ταξίαρχος ε.α. Πρόεδρος της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών, 2008-2014.


 

 Εισαγωγικά

 

Τσώκρης Δημήτριος (1796-1875)

Βιογραφικά του αγωνιστή του 1821 στρατηγού Δημητρίου Τσόκρη είναι γνωστά από πολλές πηγές και μεταγενέστερες εργασίες, κυρίως όμως από τον Αργείο δικηγόρο και ιστοριογράφο Δημήτριο Βαρδουνιώτη. Ο Βαρδουνιώτης είχε γνωρίσει προσωπικά τα μέλη της οικογένειας του στη μικρή κοινωνία του Άργους τον περασμένο αιώνα, άλλα και τον ίδιο το Στρατηγό. Όταν πέθανε ο Τσόκρης, ο Βαρδουνιώτης ήταν 28 ετών. [Προτιμάται η γραφή Τσόκρης (αντί Τσώκρης), την όποια χρησιμοποιεί ο πατριώτης και βιογράφος του Δ. Βαρδουνιώτης. Ο ίδιος υπέγραφε Διμίτρις Τζιόκρις].

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ειδήσεις, η οικογένεια Τσόκρη ήταν από τις παλιές οικογένειες του Άργους. Ο Δημήτριος, γιος του Πανάγου, γεννήθηκε στο Άργος το 1796. Μεγαλύτερους αδελφούς είχε πρώτο το Γεώργιο, που από μικρός είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη, όπου πλούτισε και επέστρεψε στο Άργος το 1817, και τον Αναστάσιο ή Τάσο που κατοικούσε στο Άργος. Και οι τρεις αδελφοί έλαβαν μέρος στην Επανάσταση. Ο Δημήτριος παντρεύτηκε τον Ιανουάριο του 1827 τη Μαριγώ, το γένος Ιατρού και απέκτησε πολυμελή οικογένεια. Πέθανε στις 3 Απριλίου 1875.

Οι παραπάνω πληροφορίες αναφέρονται περισσότερο στον ιδιωτικό βίο του Στρατηγού, ενώ για την πολεμική του δράση  κατά την Επανάσταση οι συγκεντρωμένες ειδήσεις είναι λιγοστές. Ο φάκελος Δ. Τσόκρη εξ άλλου, που φυλάσσεται στο Αρχείο Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιο­θήκης, δεν περιέχει τίποτε άλλο έκτος από το παρακάτω έγγραφο, που νομίζομε ότι είναι μοναδικό και σαν περιεχόμενο.

Άργος τη 17 Μαΐου 1865

Προς την επί του Αγώνος Σεβαστήν Επιτροπήν

 Κύριοι,

Θεωρώ όλως μάταιον διά πιστοποιητικών και διπλωμάτων να σας καταδείξω όποιος είμαι, με γνωρίζετε άπαντες, και εις τούτο στηριζόμενος, έρχομαι ευτόλμως διά της παρούσης όπως παρακαλέσω υμάς να με κατατάξητε εις την αρμόζουσαν προς τας θυσίας μου τάξιν.

Υποσημειούμαι ευσεβάστως

Δ. Τσόκρης

 

Η επιτροπή αυτή ήταν 26μελής με πρόεδρο τον Γενναίο Κολοκοτρώνη. Τα περισσότερα από τα 26 μέλη της επιτροπής αυτής είχαν λάβει μέρος στην Επανάσταση 1821, μέλος δε ήταν και ο ίδιος ο Τσόκρης. Άρα τον γνώριζαν πολύ καλά.

 

Έκθεση εκδουλεύσεων

 

Στο Αρχείο Τσόκρη όμως, που με αγάπη και φροντίδα διέσωσε και διαφύλαξε ο γεραρός Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός», έκτος των άλλων πολυτίμων και ανεκδότων εγγράφων περιλαμ­βάνεται και έκθεση που αναφέρεται στη δράση του Τσόκρη κατά την Επανάσταση. Το κείμενο αυτό, που εκτείνεται σε τρεις περίπου σελίδες, δεν έχει τίτλο, ημερομηνία συντάξεως και υπογραφή. Από το περιεχόμενό του όμως συνάγεται ότι πρόκειται για σχέδιο Εκθέσεως Εκδουλεύσεων, όπως ονομαζόταν τότε, του Δημητρίου Τσόκρη, που καλύπτει το χρονικό διάστημα από την έναρξη της Επαναστάσεως του 1821 μέχρι την Καποδιστριακή περίοδο. Το έγγραφο έχει συνταχθεί σε πρώτο πρόσωπο, προφανώς καθ’ υπαγόρευση του Στρατηγού και αναφέρεται συνοπτικά στη δραστηριότητά του κατά τον Αγώνα με χρονολογική σειρά.

Με βάση αυτό το σχέδιο θα συνετάσσετο προφανώς η οριστική Έκθεση, που θα υπεβάλλετο προς την Επιτροπή Εκδουλεύσεων, η οποία θα κατέτασσε τον Τσόκρη στην προβλεπομένη τάξη, ανάλογα με την προσφορά του στον Αγώνα. Τέτοια όμως έκθεση δεν υπάρχει στο φάκελο του Στρατηγού στο Αρχείο Αγωνιστών, αλλά είναι ευτύχημα ότι ο Τσόκρης κράτησε το σχέδιο στο προσωπικό του αρχείο, όπου και βρέθηκε, και υπέβαλε στην Επιτροπή Εκδουλεύσεων τη λακωνική αναφορά που είδαμε παραπάνω. Το κείμενο του σχεδίου Εκθέσεως Εκδουλεύσεων δημοσιεύεται κατά πιστή μεταγραφή από το πρωτότυπο – σχέδιο, με σιωπηρά αποκατάσταση των ελάχιστων ορθογραφικών σφαλμάτων και της στίξεως.

 

(Σχέδιον Εκθέσεως Εκδουλεύσεων)

 

Κατά το 1821, άμα εξερράγη ο υπέρ ελευθερίας πόλεμος, εκινήθην οπλαρχηγός των δύο επαρχιών Άργους και Ναυπλίας εις την πολιορκίαν Ναυπλίου, αι δε πράξεις μου και τα κατορθώματά μου είναι πασίγνωστα εις το πανελλήνιον.

Η τότε Διοίκησις, ήτις πρώτον εσυστήθη κατά το 1821 από το ελληνικόν έθνος, μ’ ετίμησε με τον βαθμόν της χιλιαρχίας.

Εις την εισβολήν του Δράμαλη παρευρέθην με το σώμα μου εις όλους τους πολέμους συγκροτηθέντας εις στην  Αργολίδα, μετά δε την εκείθεν κατα­στροφήν του, μόνος με τους ύπ’ εμού επολιόρκησα τρεις μήνας το Ναύπλιον, μηδενός άλλου οπλαρχηγού υπάρχοντος. Εις διαφόρους μάχας συνάψας ηρίστευσα καθ’ όλας, έως ου εταπείνωσα όχι ολίγον την επηρμένην όφρυν των Τούρκων.

Εις δε τα τέλη Οκτωβρίου διετάχθην παρά του Γενικού Αρχηγού Κολοκοτρώνη και απέρασα εις Αγιοσώστη του Δερβενακίου, όπου οι Οθωμανοί έφερον τροφάς εις τους εν Ναυπλίω κεκλεισμένους, και έκλεισαν εκεί τον Νικήταν Σταματελόπουλον κατά την 28 9βρίου. Διά δε της συνδρομής τών υπό την οδηγίαν μου στρατιωτών, μάχης συγκροτηθείσης, απηλλάγη ούτος, οι δε Οθωμανοί ετράπησαν εις φυγήν και ηφανίσθησαν κατά μέγιστον μέρος, διοικούντος και πολεμούντος εμού τού ίδιου. Και μετά δύο ημέρας εκυριεύθη το Ναύπλιον.

Κατά την συγκροτηθείσαν νέαν Διοίκησιν της Δευτέρας Περιόδου, διετάχθην παραυτής και εξεστράτευσα με οκτακοσίους στρατιώτας διά τα Δερβένια και εκείθεν εις Αθήνας και εκείθεν Άμπλιανην δια των Σαλώνων, ότε η ιδία Κυβέρνησις μ’ ετίμησε με τον βαθμόν τού υποστρατήγου.

Κατά το 1824 διετάχθην και απέρασα εις Σπέτζας, όπου διέμεινα αρκετόν καιρόν προς διαφύλαξιν της νήσου διά πάσαν ενδεχομένην προσβολήν παρά του Ιμπραΐμ πασά, όπου μ’ έπεμψαν τον βαθμόν στρατηγού.

Κατά το 1825 η Κυβέρνησις μεδιέταξε και απήλθον εις Νεόκαστρον, όπου παρευρέθην εις την μάχην Κρομμυδιού, και άμα απεσύρθησαν τα στρατεύματα της Στερεός Ελλάδος διετάχθην και απέρασα εις το φρούριον Νεοκάστρου προς βοήθειάν του. Και άμα ήλθεν ο αιγύπτιος στόλος, δύο ημέρας πριν το σημείον μάχης δοθή εις Σφακτηρίαν, λαβών υπέρ τους 150 εκ των στρατιωτών μου έδραμον προς βοήθειαν τών εκείσε ευρισκομένων, όπου και μετέσχον του πολέμου, το δε λοιπόν σώμα άφησα εις Νεόκαστρον. Νικηθέντες δε εις Σφακτηρίαν, απεσύρθην πολεμών εις Ναβαρίνον, όπου παρευρέθην εις όλος τας εκεί συγκροτηθείσας μάχας.

Έκτοτε παρευρέθην με οκτακοσίους στρατιώτας εις τα Δερβένια του Μακρυπλαγίου, περιμένων τον Ιμβραίμην. Και μαθών ότι διήρχετο διάλλης οδού, έδραμον εκείσε με τα άλλα σώματα και παρευρέθην εις τον εις Δραμπάλα πόλεμον.

Και εν συντόμω ευρέθην εις τους πολέμους Δαβιάς, Τρικόρφων, Μυσθρός, Στενού (όπου αριστεύσαντες συνελάβομεν δώδεκα ιππείς Οθωμανούς), Τζηπιανών, όπου παρευρισκόμην πάντοτε διατεταγμένος ων παρά του Γενικού Αρχη­γού Κολοκοτρώνη, και έκαμον διαφόρους μάχας έχων υπό την οδηγίαν μου και την επαρχίαν Κυνουρίας, καθώς και όσα χωρία είναι εντεύθεν της Τριπόλεως, και έμεινα τοποθετημένος μέχρι της αφίξεως του Κυβερνήτου.

Μετά την άφιξιν του Κυβερνήτου διετάχθην παραυτού και παρευρέθην εις την εις Ναύπακτον γενομένην μάχην, όστις μετίμησε με τον βαθμόν του χιλιάρχου εν ενεργεία, καθ’ ότι ανώτερον βαθμόν εις κανένα άλλον οπλαρχηγόν δεν είχε δώσει.

 

Ο Αρχιστράτηγος του 1821 Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Σχέδιο του Βέλγου διπλωμάτη Benjamin Mary (1792-1846), 1842. Δημοσιεύεται στο: «Η ιστορία έχει πρόσωπο: Μορφές του 1821 στην Ελλάδα του Όθωνα από τον βέλγο διπλωμάτη Benjamin Mary».

 

Σχόλια – Συμπληρώσεις

 

Η παραπάνω Έκθεση, όπως θα αναφέρεται στο εξής, αποτελεί ένα πρόσθετο στοιχείο, χρήσιμο στην ιστορική έρευνα και διαφωτιστικό για τη δράση του Στρατηγού κατά τον Αγώνα της Παλιγγενεσίας. Η αξιοπιστία του συντάκτη, δηλ. του Τσόκρη, χαρακτη­ρίζεται υψηλή, επειδή τα περισσότερα μέλη της επιτροπής προς την όποια απευθύνεται – ανεξαρτήτως του ότι τελικά η Έκθεση δεν υπεβλήθη – ήταν αγωνισταί κατά την Επανάσταση και είχαν ζήσει τα γεγονότα. Δεν συνέφερε λοιπόν να αναφερθούν ανακρίβειες, που θα αποκαλύπτονταν από αυτόπτες, μέλη της επιτροπής, κατά την ανάγνωση της Εκθέσεως.

Σχολιάζοντας και συσχετίζοντας το κείμενο αυτό με ανέκδοτα και δημοσιευμένα έγγραφα, καθώς και με άλλα στοιχεία, θα παρακολουθήσουμε πολύ συνοπτικά τη δράση του Τσόκρη κατά την Επανάσταση. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο αυτή διετέλεσε, σχεδόν συνεχώς, στρατιω­τικός αρχηγός Αργοναυπλίας και Κυνουρίας.

 

1821. Ο Δημήτριος Τσόκρης είχε ξενιτευτεί από μικρός, εμπορευόμενος σε Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη και Ρωσία. Όταν εξερράγη η Επανάσταση, αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη, όπου βρισκόταν τότε, και μέσω Ύδρας έφθασε στο Άργος κατά τα μέσα Απριλίου του 1821. Οι πρόκριτοι και οπλαρχηγοί πατριώτες του τον ανακηρύξαν αμέσως αρχηγό των όπλων Αργοναυπλίας. [Ο Τσόκρης, είχε αποκτήσει πολεμική εμπειρία υπηρετώντας για χρόνια πριν την Επανάσταση, στα δρώντα τότε ανά το Αιγαίο ελληνικά καταδρομικά πλοία]. Έκτοτε συμμετείχε με τους άλλους αρχηγούς, παπα – Αρσένη Κρέστα, Στάικο Σταϊκόπουλο και αργότερα με τον Νικήτα Σταματελόπουλο στην πολιορκία Ναυπλίου.

Όταν, κατά τα τέλη Απριλίου, εισέβαλε ο Κεχαγιάμπεης στην Αργολίδα, η πολιορκία του Ναυπλίου διαλύθηκε. Ο Τσόκρης προσπάθησε να παρενοχλήσει τους εισβολείς, καταλαμβάνοντας το φρούριο του Άργους, το εγκατάλειψε όμως επειδή δεν είχε εφόδια.

Κατά το Μάιο, μετά την αποχώρηση του Κεχαγιάμπεη στην Τριπολιτσά, η πολιορκία του Ναυπλίου ξανάρχισε. Σημαντική επιτυχία του Τσόκρη την 27 Μαΐου, είναι η αναχαίτιση στον πύργο Κατόγλι τουρκικής δύναμης  που εξόρμησε από το Ναύπλιο και υπέστη πολλές απώλειες.

Τη νύκτα 3/4 Δεκεμβρίου ο Τσόκρης μετέχει, με το σώμα του Κολοκοτρώνη, στην αποτυχούσα επίθεση για κατάληψη του Ναυπλίου.

Το έτος αυτό απονέμεται στον Τσόκρη ο βαθμός του χιλιάρχου από την τότε Διοίκηση, ήτις πρώτον εσυστήθη κατά το 1821 από το Ελληνικόν Έθνος.

 

1822. Τον Απρίλιο του έτους αυτού, ενώ ο Τσόκρης εξακολουθούσε να συμμετέχει στην πολιορκία του Ναυπλίου, διατάσσεται από την Κυβέρνηση να μεταβεί στην πολιορκία των Πατρών. Μετά από ενέργειες των συμπολιτών του η αποστολή αυτή αναστέλλεται.

Παράλληλα με την πολιορκία του Ναυπλίου ανατίθενται στον Τσόκρη και άλλα καθήκοντα, όπως τον Ιούνιο του 1822 να αποκαταστήσει την τάξη και να τιμωρήσει παρεκτραπέντας, στα ερίζοντα μεταξύ τους χωριά Κουτσοπόδι, Μέρμπακα (Αγία Τριάδα) και Βαρδουβά (Τρίστρατο).

Τον επόμενο μήνα εισβάλλει στην Αργολίδα η φοβερή στρατιά του Δράμαλη. Την 8 Ιουλίου τμήμα ιππικού της εμπροσθοφυλακής εισέρχεται στο Ναύπλιο. Τα Ελληνικά Επαναστατικά στρατεύματα λύνουν την πολιορ­κία. Ο Τσόκρης αναφέρει: Εις την εισβολήν του Δράμαλη παρευρέθην με το σώμα μου εις όλους τους πολέμους συγκροτηθέντας εις την Αργολίδα…. Πράγματι, λόγω γνώσεως του εδάφους προσέβαλλε τα τουρκικά στρατεύματα σε ενέδρες, προξενώντας τους σοβαρές απώλειες. Παράλληλα, κατόπιν εντολής του Κολοκοτρώνη, έκαιγε τα σιτηρά του κάμπου, δημιουργώντας ανυπέρβλητες δυσχέρειες στην τροφοδοσία της πολυπληθούς τουρκικής στρατιάς.

 

Η εκστρατεία του Δράμαλη στην πεδιάδα του Άργους, Αλέξανδρος Ησαΐας.

 

Ο Τσόκρης όμως αποσιωπά μία σοβαρή παράλειψή του κατά την περίοδο αυτή. Την 27 Ιουλίου, επομένην της μάχης στα Δερβενάκια – Άγιο Σώστη, διατάχθηκε από τον Κολοκοτρώνη να εγκατασταθεί μαζί με το Γιατράκο στο χωριό Χαρβάτι (Μυκήνες), για να πλευρο­κοπήσουν τα τουρκικά στρατεύματα, σε περίπτωση συμπτύξεώς των προς Μπερμπάτι (Πρόσυμνα) – Αγιονόρι. Η διαταγή δεν εκτελέστηκε, με αποτέλεσμα να διαβούν ανενόχλητοι οι Τούρκοι την Κλεισούρα στο χωριό Μπερμπάτι την 28 Ιουλίου. Οι Γιατράκος και Τσόκρης δικαιολογήθηκαν ότι δεν υπάκουσαν οι στρατιώτες. Αλλά κι αυτό εάν συνέβαινε, μεγάλη παράλειψή τους ήταν ότι δεν το ανέφεραν εγκαίρως, ώστε να ληφθούν άλλα μέτρα.

Αφού πέρασε η θύελλα του Δράμαλη, η πολιορκία Ναυπλίου ξανάρχι­σε. Την 14 Αυγούστου, ο Τσόκρης εγκατεστημένος στα χωριά Δαλαμανάρα – Λάλουκα και άλλοι σε άλλα σημεία, προσβάλλουν τουρκική δύναμη που εξόρμησε από το Ναύπλιο και τους προξενούν σοβαρές απώλειες. Στη σύγκρουση όμως αυτή σκοτώνεται ο αδελφός του Νικηταρά, Νικόλαος Σταματελόπουλος.

Από τον Σεπτέμβριο ο Τσόκρης εγκαθίσταται στα Δερβενάκια με άλλους αρχηγούς που ευρίσκοντο εκεί, με αποστολή να παρεμποδίσουν τον ανεφοδιασμό του Ναυπλίου από την Κόρινθο. Την 28 Νοεμβρίου, στη μάχη του Άγιο-Σώστη ανατρέπουν και καταδιώκουν τουρκική δύναμη που κατευθυνόταν στο Ναύπλιο. Ο Τσόκρης αναφέρει τα γεγονότα συνοπτικά αλλά με ακρίβεια. Μετά δύο ημέρες, την 30 Νοεμβρίου, καταλαμβάνεται το Παλαμήδι από τον Στάικο Σταϊκόπουλο με έφοδο. Την ίδια ημέρα σπεύδει στο Παλαμήδι ο Κολοκοτρώνης από τα Δερβενάκια, και την επόμενη πηγαίνει και ο Τσόκρης.

 

Στα στενά των Δερβενακίων, πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη

 

1823. Το πρώτο εξάμηνο ο Τσόκρης παραμένει στην επαρχία του, αφού οι επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο ευρίσκονται σε ύφεση. Κατά διαστή­ματα επισκέπτεται τα Γλυμποχώρια (Κοσμά, Ζαραφώνα κ.ά.), που υπάγονται στη διοίκησή του, για επίλυση διαφορών. Αλλά και στο Άργος οι στρατιώτες του δημιουργούν πολλά ζητήματα με διαρπαγές και λεηλασίες χωριών. Ακόμη και κατά τού ίδιου υπάρχουν όμοιες κατηγορίες χωριών, με τις όποιες κατ’ επανάληψη ασχολείται η Διοίκηση. Επίσης τη Διοίκηση απασχολούν ατομικές του υποθέσεις, που αφορούν σε οικονο­μικές υποχρεώσεις του, λόγω ανεγέρσεως εργαστηρίων (μαγαζιών) στο Ναύπλιο.

Τον Ιούλιο του έτους αυτού ο Τσόκρης αναφέρει ότι η νέα Διοίκηση της Δεύτερης Περιόδου τον διέταξε και εξεστράτευσε με οκτακόσιους στρατιώτες δια τα Δερβένια και εκείθεν εις Αθήνας και εκείθεν Αμπλιανήν δια των Σαλώνων… Είναι η περίοδος εισβολής του Γιουσούφ πασά Περκόφτσαλη στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και Εύβοια. Τότε στέλνεται πράγματι ο Νικηταράς με τον Τσόκρη και τον Τζ. Χρηστόπουλο επικεφαλής 650 ανδρών, να συμβάλουν με τους ντόπιους οπλαρχηγούς στην αναχαίτιση των εισβολέων.

Η εκστρατεία αυτή των Τούρκων κατά την άνοιξη – θέρος του 1823 ήταν άδοξη. Οι εισβολείς υπό τον Περκόφτσαλη, ασθενούντα βαρέως, ανεχώρησαν εις Ζητούνι (Λαμία). Ο Σπηλιάδης εκφράζει την παράδοξη άποψη για τους Τούρκους ότι: μόλις ήκουσαν ούτοι ότι έφθασεν ο Νικηταράς με μεγάλην δύναμιν Πελοποννησίων, ως τους είπον διά να τους φοβίσωσιν, ανεχώρησαν εις το Ζητούνι. Ο Νικηταράς, Τσόκρης και οι άλλοι επιστρέφουν στην Πελοπόννησο τον Αύγουστο. Παρακάτω ο Τσόκρης αναφέρει ότι: η ιδία Κυβέρνησις μ’ ετίμησε με τον βαθμόν του υποστρατήγου, αντί να γράψει αντιστρατήγου.

Εντωμεταξύ έχουν αρχίσει τα προανακρούσματα του εμφυλίου πολέμου. Ο Τσόκρης είναι πάντοτε με την πλευρά τού Κολοκοτρώνη. Την Δευτέρα 26 Νοεμβρίου ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ο Νικήτας και ο Τσόκρης με 200 στρατιώτες πηγαίνουν, κατά διαταγή του Θ. Κολοκο­τρώνη, από το Ναύπλιο στο Άργος και διαρπάζουν τα Αρχεία του Βουλευτικού, υβρίζοντας χυδαιότατα τους βουλευτάς.

 

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. «Ο Κολοκοτρώνης εν Λέρνη συναγείρει τους νικητάς του Δράμαλη». Peter Von Hess.

 

1824. Φαίνεται ότι ο Τσόκρης άφηνε τους Κουντουριώτες να ελπίζουν ότι θα εγκατέλειπε το στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη και θα ετάσσετο με το μέρος των. Παρά ταύτα, τον Φεβρουάριο μαζί με τον Γ. Χελιώτη και 200 στρατιώτες πηγαίνουν από το Ναύπλιο και γίνονται κύριοι του Ακροκορίνθου, διώχνοντας τον προσκείμενο στους Κουντουριώτες Ιω. Νοταρά. Φρούραρχος αναλαμβάνει ο Χελιώτης.

Για δεύτερη φορά, τον Απρίλιο οι Κουντουριώτες έχουν πληροφορίες ότι ο Τσόκρης θα αλλάξει στρατόπεδο, εγκαταλείποντας το Ναύπλιο όπου ευρίσκεται με τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Στις συγκρούσεις όμως έξω από το Άργος από 8-10 Μαΐου στα χωριά Δαλαμανάρα και Μέρμπακα (Αγία Τριάδα), μεταξύ Κυβερνητικών και Κολοκοτρωνιστών, μάχεται στις τάξεις των τελευταίων και τραυματίζεται.

Το τραύμα του δεν πρέπει να ήταν σοβαρό, γιατί σε δύο μήνες, αφού δήλωσε πίστη και υπακοή στην Κυβέρνηση, στέλνεται τον Ιούλιο στις Σπέτσες για να ενισχύσει την άμυνα του απειλουμένου από τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο νησιού. Αρχές Οκτωβρίου διατάσσεται από την Κυβέρνηση και επιστρέφει από τις Σπέτσες στο Άργος.

Στο Άργος ο Τσόκρης με εντολή του Υπουργείου Πολέμου στρατο­λογεί, παραμένοντας σε ετοιμότητα. Η Διοίκηση όμως πάντοτε διατηρεί επιφυλάξεις ως προς την νομιμοφροσύνη του. Το υπόλοιπο του 1824 παραμένει στο Άργος.

 

1825. Με την είσοδο του νέου έτους ο Δ. Τσόκρης προβιβάζεται εις το βαθμό της στρατηγίας. Στρατηγός πλέον ο Τσόκρης διατάσσεται από τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού πρώτον να αυξήσει το σώμα του σε 200 και δεύτερον την 20 Μαρτίου: Να εκστρατεύσεις αμέσως με το υπό την οδηγίαν σου σώμα εις τα περί το Νεόκαστρον σύνορα της Αρκαδίας (Τριφυλίας), όπου θέλεις στρατοπεδεύσει, συνεννοούμενος με τον γενναιότατον στρατηγόν κύριον Γεώργιον Γιατράκον και τους περί αύτόν οπλαρχηγούς, και θέλεις μείνει εκεί μέχρι νεωτέρας μου διαταγής.

Ο Τσόκρης αναφέρει συνοπτικά τα παραπάνω και τα αμέσως μετά γεγονότα: Κατά το 1825 η Κυβέρνησις μ’ εδιέταξε και απήλθον εις Νεόκαστρον, όπου παρευρέθην εις την μάχην Κρομμυδιού, και άμα απεσύρθησαν τα στρατεύ­ματα της Στερεάς Ελλάδος διετάχθην και απέρασα εις το φρούριον Νεοκάστρου προς βοήθειαν του. Φαίνεται όμως ότι δεν έλαβε μέρος στη μάχη Κρεμμυδιού την 7η  Απριλίου, αφού δύο ημέρες νωρίτερα ο Σκούρτης, αρχηγός των δυνάμεων ξηράς, έγραφε στον Κουντουριώτη από το στρατόπεδο Κρεμμύδι – Φουρτζί την 5η Απριλίου: Ο καπ. Νικόλας Κρανιδιώτης και ο Τζιόκρης επήγαν διά να ιμβούν μέσα εις το κάστρο (Νεόκαστρον).

Στο φρούριο Νεοκάστρου ο Τσόκρης έμεινε μέχρι την 24 Απριλίου, οπότε διεπεραιώθη στη Σφακτηρία για ενίσχυση της φρουράς της. Δύο ημέρας πριν το σημείον μάχης δοθή εις Σφακτηρίαν, λαβών υπέρ τούς 150 εκ των στρατιωτών μου έδραμον προς βοήθειαν των εκεΐσε ευρισκομένων, όπου και μετέσχον του πολέμου, το δε λοιπόν σώμα άφησα εις Νεόκαστρον. Νικηθέντες δε εις Σφακτηρίαν, απεσύρθην πολέμων εις Ναβαρϊνον, όπου παρευρέθην εις όλας τας εκεί συγκροτηθείσας μάχας. Σε λίγες γραμμές ο Τσόκρης αναφέρει την κατάληψη της Σφακτηρίας από τους Τουρκοαιγυπτίους την Κυριακή 26 Απριλίου, με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα.

Η διαπεραίωση του Τσόκρη και άλλων διασωθέντων από τη Σφακτη­ρία στην περιοχή Παλαιοαβαρίνου γίνεται από τον στενό πορθμό που τα χωρίζει: Ο Τζιώκρης και πολλοί άλλοι στρατιώται επεραιώθησαν οι μεν νήχοντες, οι δε ελκόμενοι διά σχοινιών ριπτομένων από τ’ αντιπέραν υπό των Ελλήνων, και εσώθησαν εις το Παλαιόκαστρον. Μετά την κατάληψη της Σφακτηρίας η τύχη του Παλαιοαβαρίνου (Παλαιοκάστρου) είχε κριθεί. Ύστερα από ανεπιτυχή απόπειρα εξόδου την νύκτα 27/28 Απριλίου, οι πολιορκημένοι στο φρούριο συνθηκολογούν και αποχωρούν την Τετάρτη 29 ’Απριλίου, αφού παρέδωσαν τα όπλα τους στον Ιμπραήμ. Σύμφωνα με υπάρχουσες ειδήσεις, τις διαπραγματεύσεις για παράδοση έκανε ο Τσό­κρης.

Ο Τσόκρης, μετά την αποχώρηση από τη Μεσσηνία, πηγαίνει στο Άργος, όπου διατάσσεται να στρατολογήσει 300 στρατιώτες και να μεταβεί  στις Σπέτσες. Εν τω μεταξύ όμως η απειλητική προέλαση του Ιμπραήμ προς Τριπολιτσά αναγκάζει τη Διοίκηση να ματαιώσει την αποστολή αυτή, δίδοντας εντολή στον Τσόκρη να μεταβεί στα Δερβένια Λεονταρίου, όπου ο Γενικός Αρχηγός Θ. Κολοκοτρώνης οργανώνει την άμυνα κατά των Αιγυπτίων. Πράγματι η Επιτροπή Τριπολιτσάς την 3η Ιουνίου πληρο­φορεί: Χθες (2 Ιουνίου) έφθασαν ενταύθα και ο εκλαμπρότατος κύριος Κ. Μαυρομιχάλης με πεντακοσίους περίπου, και με άλλους τόσους ο στρατηγός Τζώκρης, και σήμερον διευθύνονται προς το στρατόπεδον. Την 4η Ιουνίου αναχωρούν από Τριπολιτσά και φθάνουν στο Λεοντάρι, όπου ευρίσκεται ο Κολοκοτρώνης: Τούτην την ώραν έφθασαν εδώ και ο εκλαμπρότατος Κ. Μαυρομιχάλης και ο στρατηγός Τζόκρης…  Την επομένη προωθούνται στα Δερβένια και εν συνεχεία στην περιοχή Δραμπάλας, όπου συμμετέχουν στην ομώνυμη μάχη την 6η  και 7η Ιουνίου.

Μετά την εκκένωση της Δραμπάλας και την άμεση απειλή κατά της Τριπολιτσάς, ο Κολοκοτρώνης δίνει εντολή στον Φωτάκο και τον Τσόκρη να σπεύσουν και να κάψουν την Τριπολιτσά, για να μην εύρουν καταφύγιο οι προελαύνοντες Αιγύπτιοι. Ο Τσόκρης, αντί να εκτελέσει τη διαταγή, επεδόθη σε λεηλασία της εγκαταλελειμμένης από τους αλλόφρονες από φόβο κατοίκους της, όπως ανέφεραν καταγγελίες εις βάρος του. Εν συνεχεία πηγαίνει στο Άργος. Ο Τσόκρης προσπαθεί, με αναφορά του προς την Κυβέρνηση, να αποσείσει τις κατηγορίες που του προσάπτονται. Διατάσσονται ανακρίσεις με άγνωστα αποτελέσματα. O Κολοκοτρώνης πάντως αποφεύγει να αναφέρει οτιδήποτε γι’ αυτήν την υπόθεση.

Τα γεγονότα Δερβενίων Λεονταρίου και Δραμπάλας ο Τσόκρης αναφέρει πολύ συνοπτικά, με υπερβολικά όμως διογκωμένο τον αριθμό των στρατιωτών του.

Αφ’ ότου ο Ιμπραήμ, αφού κατέλαβε την Τριπολιτσά την 10η Ιουνίου, επέστρεψε σ’ αυτήν την 17η  Ιουνίου από την εκστρατεία της Αργολίδας, ο Τσόκρης ευρίσκεται, με μικρές διακοπές, στην περιοχή Τσηπιανών – Βαρσών, συμβάλλοντας στην πολιορκία της πόλεως και την παρενόχληση των αιγυπτιακών στρατευμάτων. Από τις θέσεις αυτές σπεύδει και συμμετέχει σε τοπικές επιχειρήσεις, όπως στην προσπάθεια καταλήψεως της Τριπολιτσάς τη νύκτα 5/6 Σεπτεμβρίου από τον Fabvier και  Αναστ. Λόντο.

Στην έκθεση του περιλαμβάνεται και η φράση: όπου αριστεύσαντες συνελάβομεν δώδεκα ιππείς Οθωμανούς, η όποια έχει δια­γραφεί. Και όμως πρόκειται για την επιτυχή προσβολή 100 Αιγυπτίων ιππέων την 11η  Αυγούστου έξω από την Τριπολιτσά, κοντά στον Άγιο- Σώστη. Την 23η  Σεπτεμβρίου ο Τσόκρης παρακολουθεί από τη μονή Βαρσών και αναφέρει στο Γενικό Αρχηγό την είσοδο στην Τριπολιτσά των στρατευμάτων του Ιμπραήμ, που επέστρεφαν από τη Λακωνία. Το Δεκέμβριο συμμετέχει στην αποτυχούσα έφοδο κατά της Τριπολιτσάς.

 

1826. Ο Τσόκρης, για το έτος αυτό και τα επόμενα, αναφέρει μόνον γενικότητες με τα ονόματα των περιοχών όπου έδρασε. Λεπτομέρειες των ενεργειών του πληροφορούμεθα από άλλες πηγές. Από τον Ιανουάριο εξακολουθεί να ευρίσκεται στα υψώματα της μονής Βαρσών μέχρι Τσηπιανά, συμβάλλοντας στον αποκλεισμό και παρενόχληση της αιγυπτιακής φρουράς της Τριπολιτσάς.

Τον Ιούνιο, κατά την εκστρατεία του Ιμπραήμ εναντίον της Μάνης, συναντούμε τον Τσόκρη με τις δυνάμεις του Θ. Κολοκοτρώνη στο Β. Ταΰγετο. Έχουν φθάσει μέχρι το χωριό Γιάνιτσα (Ελαιοχώριο), μία ώρα από το πεδίο μάχης της Βέργας, με σκοπό να πλευροκοπήσουν τους Αιγυπτίους, που συμπτύσσονται όμως εγκαίρως Δ. Καλαμάτας την 25η  Ιουνίου. Μετά δύο μήνες ο Ιμπραήμ εκστρατεύει στην Κυνουρία και Λακωνία. Αρχές Αυγούστου ο Τσόκρης με τους Νικηταρά, Δ. Πλαπούτα, Γεν. Κολοκοτρώνη και Αποστ. Κολοκοτρώνη, συμβάλλουν στην άμυνα τού κάστρου Άστρους Κυνουρίας, απειλουμένου από αιγυπτιακές δυνά­μεις. Κατά τα μέσα Αυγούστου, οι παραπάνω οπλαρχηγοί στα χωριά του Πάρνωνα Βέρια – Βασαρά προσβάλλουν τις δυνάμεις του Ιμπραήμ, που από το Άστρος είχαν στραφεί προς Λακωνία.

Την 24η   Αυγούστου ο Τσόκρης και οι ίδιοι οπλαρχηγοί, αφήνοντας ανενόχλητους τους επιδρομείς στη Λακωνία, ευρίσκονται στο Άργος κατευθυνόμενοι προς Κόρινθο, λόγω εσωτερικών διενέξεων, όπως γράφουν στον Γ. Κουντουριώτη: Σήμερον εφθάσαμεν εις τα εδώ (Άργος) μετά του αδελφού Κολιόπουλου, Γενναίου, Τζόκρη και Αποστόλη Κολοκοτρώνη, διευθυνόμενοι προς τα μέρη της Κορίνθου, τούτο ίσως σάς θαυμάση, πώς αφήσαμεν τους εχθρούς και υπάγομεν όπου γίνεται διαφιλονικία επιβλαβής διά την πατρίδα…

Τέλος Οκτωβρίου συναντούμε τον Τσόκρη με 200 στρατιώτες να συνοδεύει τον Κολοκοτρώνη στην Γ’ Εθνική Συνέλευση Ερμιόνης, όπου ανέλαβε καθήκοντα φρουράρχου.

 

1827. Τον Ιανουάριο ο Τσόκρης πηγαίνει στο Άργος, όπου τελεί τους γάμους του με την Μαριγώ Άναγν. Ιατρού. Παράλληλα στρατο­λογεί 300 στρατιώτες από την Αργοναυπλία κατ’ εντολή και Γενικού Αρχηγού Θ. Κολοκοτρώνη. Οι 200 απ’ αυτούς με αρχηγό τον Μπεκιάρη στέλνονται στο στρατόπεδο Αττικής, όπου συμμετέχουν, υπό τον Church, στις ατυχείς επιχειρήσεις που κατέληξαν τον Μάιο στην παράδοση της Ακροπόλεως στον Κιουταχή.

Ο Τσόκρης επανέρχεται στην Ερμιόνη τον Φεβρουάριο και τον επόμενο μήνα επιστρέφει στο Άργος. Τον Απρίλιο η Γ’ Εθνική Συνέλευση εκλέγει τον Καποδίστρια Κυβερνήτη της Ελλάδας, και για το διάστημα μέχρι την άφιξή του ορίζει Αντικυβερνητική Επιτροπή (Γ. Μαυρομιχάλης, Ιω. Μιλαίτης, Ιω. Νάκος). Στο Ναύπλιο όμως επικρατεί αναρχία. Ο Θ. Γρίβας κατέχει το Παλαμήδι ενώ την Ακροναυπλία εξουσιάζουν οι Ιω. Στράτος και Χρ. Φωτομάρας, ευρισκόμενοι μεταξύ τους σε εχθρικές σχέσεις. Για να ειρηνεύσουν, ο Κολοκοτρώνης οργανώνει επιχείρηση αποβολής του θυμοειδούς Γρίβα από το Παλαμήδι άλλα αποτυγχάνει. Ο Τσόκρης, που συμμετέχει, τραυματίζεται ελαφρά στο χέρι.

Το 1827 είναι το έτος του φοβερού κινδύνου του «προσκυνήματος» με τον Νενέκο κ,α. Ο Κολοκοτρώνης γράφει κατά το τέλος Μαΐου από το Άργος, προς τους αρχηγούς της ΒΔ Πελοποννήσου, όπου ιδιαίτερα υπάρχει ο παραπάνω κίνδυνος: …να υπάγητε να πιάσητε τον Νενέκον, αν δε σας αντισταθή ή έχη συντρόφους πραγματικούς… να τους βάλητε αυτόν και όλους εις το ντουφέκι… με ένα λόγον να φερθήτε ως προς Τούρκους… αύριον μεθαύριον αναχωρούμεν και ημείς μετά του Νικήτα, Γενναίου, Τζόκρη και λοιπών διά τα ενδότερα…

Κατά τα μέσα Ιουνίου ευρίσκομε τον Τσόκρη, που δεν είχε αναχωρήσει με τον Κολοκοτρώνη, να ετοιμάζεται επικεφαλής Αργοναυπλιωτών να σπεύσει προς βοήθεια του απειλουμένου από τον Ιμπραήμ Μεγάλου Σπηλαίου.

 

1828. Όταν τον Ιανουάριο ήλθε ο Καποδίστριας και ανέλαβε Κυβερνήτης της Ελλάδας, ο Τσόκρης με κατοίκους του Άργους κατείχε και προστάτευε το φρούριο της πόλεως. Έκτοτε συνεχίζει να παραμένει στο Άργος, όπου και κηδεύει τον Αμερικανό θερμό φιλέλληνα αντιστράτηγο George Jarvis, που πέθανε την 11η Αυγούστου 1828.

 

1829. Αρχές Απριλίου ο Τσόκρης με το Γενναίο Κολοκοτρώνη κ.α. διαπεραιώνονται από την Πελοπόννησο στην Στερεά Ελλάδα και συμμε­τέχουν στην πολιορκία της Ναυπάκτου, που συνθηκολογεί στα μέσα του ίδιου μηνός. Τέλος Μαΐου ο Τσόκρης με τον Γενναίο επιστρέφουν στην Πελοπόννησο.

Τον Ιούλιο συνέρχεται στο Άργος η Δ’ Εθνική Συνέλευση. Πληρεξούσιοι Άργους εκλέγονται οι Δημ. Τσόκρης και Δημ. Περρούκας. Κατά τη διάρκεια της Συνελεύσεως ο Κυβερνήτης Καποδίστριας διαμένει στο σπίτι του Τσόκρη στο Άργος. Στο τέλος του 1829, με την καθιέρωση του θεσμού των χιλίαρχων, ο Τσόκρης ονομάζεται χιλίαρχος.

 

1830-1833. Εφ’ όσον ζούσε ο Καποδίστριας, ο Τσόκρης, στρατιωτικός παράγων της Αργοναυπλίας με Γενικό Αρχηγό τον Κολοκοτρώνη, συμπαρίσταται με κάθε τρόπο στον Κυβερνήτη και συντρέχει ώστε να επιβάλει την πολιτική του για την συγκρότηση ευνομούμενης πολιτείας. Από την ημέρα της δολοφονίας του όμως, την 27η  Σεπτεμβρίου 1831, η προσπάθεια διακόπτεται και η απειλή της αναρχίας προβάλλει ανησυχητική. Ο Διοικητικός Τοποτηρητής της επαρχίας Άργους (Έπαρχος) στον Τσόκρη αποτείνεται την ημέρα αυτή να διαφυλάξει την ευταξία.

Αυγουστίνος Καποδίστριας

Ακολουθεί η σύγκληση της Ε’ Εθνικής Συνελεύσεως, που συνεδρι­άζει αρχικά στο Άργος και μετά στο Ναύπλιο, από το Δεκέμβριο 1831 έως το Μάρτιο του 1832. Αντιπρόσωποι του Άργους είναι ο Δ. Τσόκρης και ο Δ. Περρούκας. Η Συνέλευση εκλέγει Πρόεδρο της Κυβερνήσης τον Αυγουστίνο Καποδίστρια, με απώτερο σκοπό να διατηρηθεί το καθε­στώς του δολοφονηθέντος Κυβερνήτη. Η αντιπολίτευση όμως είναι ισχυρή. Τέλη Μαρτίου 1832 οι «Συνταγματικοί» του Κωλέττη ανατρέπουν την Κυβέρνηση Αυγουστίνου, εξουδετερώνοντας τις κυβερνητικές δυνά­μεις. Η Γερουσία ορίζει για Κυβέρνηση πενταμελή Διοικητική Επιτροπή, που διευρύνεται σε επταμελή, για να περιορισθεί τέλος σε τριμελή με τους Α. Ζαΐμη, Ιω. Κωλέττη και Α. Μεταξά.

Σιγά-σιγά όμως η Επιτροπή αυτή παύει να ασκεί οποιαδήποτε εξουσία έξω από το Ναύπλιο, ενώ η αναρχία απλώνεται σ’ όλη τη χώρα, με ιδιαίτερη έξαρση στην Αργολίδα, όπου είχαν συρρεύσει πλήθος οπλοφόροι και κατατυραννούσαν τους κατοίκους. Τότε ακριβώς –Σεπτέμβριο του 1832 – με πρωτοβουλία των στρατιωτικών συνεκροτήθη στο Άργος Στρατιωτική Επιτροπή, με σκοπό να κατανείμει τα στρατιωτικά σώματα στα διάφορα διαμερίσματα της χώρας για να επιβάλουν την τάξη, αλλά και να συντη­ρούνται, απαλλάσσοντας την Αργολίδα από δυσβάστακτο βάρος. Υπεύ­θυνοι για την Αργολίδα και Κορινθία  ορίσθηκαν οι Ν. Κριεζώτης, Δ. Τσόκρης και Ιω. Στράτος.

Μετά τα δεινά της πολυετούς Επαναστάσεως και τα πρόσφατα της αναρχίας, το δράμα της βασανισμένης χώρας έβαινε προς το τέλος, καθώς ο επιλεγείς βασιλεύς Όθων με την Αντιβασιλεία και τη συνοδεία τους κατευθύνονται προς την Ελλάδα. Ενώ όμως πλησίαζε η ευφρόσυνος ημέρα, που θα έφθαναν οι παραπάνω στο Ναύπλιο και θα έβαζαν τέλος στην αναρχία, ξεσπούν στο Άργος τα αιματηρά γεγονότα της Τετάρτης 4 Ιανουαρίου 1833 μεταξύ Γάλλων στρατιωτών και Ελλήνων ατάκτων, με εκατοντάδες νεκρούς και τραυματίες.

Αρχηγοί των Ελλήνων ατάκτων στο Άργος, που εξεδίωξαν οι Γάλλοι από  την πόλη, ήσαν οι Τσόκρης, Χελιώτης, Κριεζώτης κ.α. Το σπίτι του Τσόκρη στο Άργος, όπου έμεναν στρατιώτες του – φαίνεται ότι ο ίδιος απουσίαζε -, κατελήφθη από τους Γάλλους και θανατώθηκαν όσοι ευρέθησαν μέσα.

Ύστερα  από λίγες ημέρες, την Τετάρτη 18 Ιανουάριου, καταπλέουν στο λιμάνι τού Ναυπλίου η αγγλική φρεγάτα «Madagascar» και τα άλλα πλοία που φέρουν τον νεαρό βασιλέα και τη συνοδεία του. Την επόμενη Τετάρτη, 25η  Ιανουαρίου, γίνεται η πανηγυρική αποβίβαση του νέου ηγεμόνα στο Ναύπλιο. Μία νέα περίοδος αρχίζει στην Ελληνική Ιστορία.

 

Κρίσεις – Συμπεράσματα

 

Ο Δημ. Τσόκρης υπήρξε ο αναμφισβήτητος στρατιωτικός αρχηγός της Αργοναυπλίας κατά την διάρκεια του Αγώνα. Το πρώτο έτος η δράση του εντοπίζεται στην επαρχία του, ιδιαίτερα στην πολιορκία Ναυπλίου όπου, σε συνδυασμό με ενέργειες άλλων αρχηγών, είχε αρκετές τοπικές επιτυχίες.

Το δεύτερο έτος, σκιά στην πολεμική του δράση είναι η παράλειψη να εγκατασταθούν με το Γιατράκο στο χωριό Χαρβάτι (Μυκήνες), με σκοπό να πλευροκοπήσουν τους Τούρκους που θα περνούσαν από την Κλεισούρα στο χωριό Μπερμπάτι, όπως είχαν διαταχθεί από τον Κολοκοτρώνη.

Αποτέ­λεσμα ήταν η ανενόχλητη διάβαση της στρατιάς του Δράμαλη από Μπερμπάτι προς Αγιονόρι. Ο Τρικούπης αναφέρει: ούτε ο Γιατράκος και ο Τσόκρης κατέλαβαν την θέσιν των Μυκηνών επί λόγω, ότι ηπείθησαν οι στρατιώταί των· τοιουτοτρόπως απέτυχε το σχέδιον.

Ο Σπηλιάδης, πολύ ορθά, παρατηρεί: Άλλ’ ο μεν Γιατράκος και ο Τσιώκρης δεν απήλθον εις το Χαρβάτι διότι ο μεν ήθελε ν’ απέλθη να ρωτήση την Κυβέρνησιν, εν ω αυτή δεν ηδύνατο τότε ούτε σχέδια να κάμη του πολέμου, ούτε την εκτέλεσιν των να διατάξη, διότι οι στρατιώται δεν ήκουον είμή τον Κολοκοτρώνην, και επομένως δεν εξετέλεσαν την διαταγήν του στρατηγού. Εκάτερος δ’ έξ αυτών εδικαιολογήθη ότι οι στρατιώται δεν ηθέλησαν να τον ακολουθήσωσι… Ο Κολοκοτρώνης, αρμοδιώτερος να κρίνει, αναφέρεται με λεπτομέρειες  -ολόκληρη σελίδα – στο γεγονός αυτό, που δεν επέτρεψε την εφαρμογή του καταστρε­πτικού για τον αντίπαλο σχεδίου του. Την ευθύνη καταλογίζει κυρίως στο Γιατράκο, τονίζοντας την παράλειψη ότι δεν τον ειδοποίησαν.

Σ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα ο Τσόκρης θαύμαζε και ήταν αφοσιωμένος στον Κολοκοτρώνη, που του ανταπέδιδε την εύνοια και την αγάπη του. Η εύνοια όμως αυτή προκαλούσε αντιπάθειες, ακόμη και το μίσος, ορισμένων από τις ηγετικές οικογένειες, όπως του Αναστ. Π. Μαυρομιχάλη που τον περιλούζει με δεινές ύβρεις: ο πούστης και Αχρείος Τζώκρης.

Κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου 1823-24 ο Τσόκρης, μολονότι οπαδός του Κολοκοτρώνη, δεν είναι φανατικός, αμφιταλαντεύεται μεταξύ των δύο παρατάξεων, προσπαθώντας να ισορροπήσει. Όταν ο εμφύλιος γίνεται θερμός, μάχεται με την πλευρά του Κολοκοτρώνη. Μετά την επικράτηση όμως των αντιπάλων δεν διώκεται όπως άλλοι, δηλώνοντας πίστη στο καθεστώς Κουντουριώτη. Συμμετέχει μάλιστα, προς τιμήν του, στην εκστρατεία κατά των Αράβων στη Μεσσηνία – Νεόκαστρον, Σφακτηρία, Παλαιόκαστρον. Παρά ταύτα η Διοίκηση, όπως είδαμε, διατηρεί τις επιφυλάξεις της ως προς τη νομιμοφροσύνη του. Η συμπεριφορά του κατά τον εμφύλιο μοιάζει με κείνη του Πλαπούτα. Προσπαθεί να εύρει έδαφος συμβιβασμού και συνδιαλλαγής. Δεν είναι αδιάλλακτος και απόλυτος όπως ο Νικηταράς κ.α.

Μετά τη συμφιλίωση και την αμνηστία στους «αντάρτες», που έγιναν  κάτω από τη θανάσιμη απειλή του Ιμπραήμ, ο Τσόκρης συμμετέχει πλέον σ’ όλες τις επιχειρήσεις υπό την ηγεσία του ινδάλματός του Γενικού Αρ­χηγού Θ. Κολοκοτρώνη – Δραμπάλα, αποκλεισμός Τριπολιτσάς, Άστρος, Λακωνία. Εδώ όμως πρέπει να στηλιτευθεί η εγκατάλειψη από τον Τσόκρη και τους άλλους αρχηγούς που ήσαν μαζί, του πεδίου μάχης στη Λακωνία, τον Αύγουστο του 1826 κατά του Ιμπραήμ, και η μετάβαση στην Κορινθία για διευθέτηση εσωτερικών διαφορών! Η ενέργεια φανερώνει τουλάχιστον επιπολαιότητα.

Αμφιλεγόμενη ενέργεια είναι η αποδοθείσα στον Τσόκρη λεηλασία σπιτιών στην εγκαταλειφθείσα από τους κατοίκους Τριπολιτσά, ενώ πλησίαζε ο Ιμπραήμ τον Ιούνιο 1825. Οι ανακρίσεις που έγιναν τότε δεν απέδειξαν τίποτε το συγκεκριμένο, όπως είδαμε. Η απολογητική αναφορά του επίσης προς την Κυβέρνηση είναι πολύ πειστική. Αλλά και από τα γεγονότα που αναφέραμε συνάγεται ότι το πρωί 8 Ιουνίου πήρε εντολή από τον Κολοκοτρώνη στο χωριό Ανεμοδούρι να κάψει την Τριπολιτσά, όπως και ο Φωτάκος.

Το απόγευμα, περνώντας από την Τριπολιτσά, φθάνει στο χωριό Στενό, και γράφει στους δημογέροντες Άργους: …Σήμερον κατά τάς 10 ώρας της ημερός (4 μ.μ.), εφθάσαμεν εδώ εις Στενόν, και θέλει διατρίψω έως ότου να ιδώ το αποβησόμενον, και παρακαλώ αύριον να μου στείλετε δύο φορτώματα ψωμί και ένα φόρτωμα κρασί… Όσοι από το σώμα μου έφυγον και ήλθον αύτόθι, τόσον ξένοι ωσάν και εντόπιοι, όλους να τους στείλετε εδώ, καθώς και όσοι άλλοι αγαπούν την πατρίδα όλοι εν γένει να κινήσουν, ότι ετούτη η εποχή δεν ομοιάζει ωσάν άλλον κίνδυνον. Και μην κάμετε διαφορετικά, αλλά να ενεργήσετε περί ελευθερίας πατρίδος.

Στενόν 8 Ιουνίου 1825. ο πατριώτης Διμίτρις τζιόκρις.

Δηλαδή ξεκίνησε από το Ανεμοδούρι το πρωί και έφθασε στο Στενό 4 μ.μ., διανύοντας απόσταση 40 χλμ. περίπου, που σημαίνει ότι περνώντας από την Τριπολιτσά δεν στάθηκε σχεδόν καθόλου. Αλλά και αν είχε χρόνο να ερευνήσει τα έρημα σπίτια της πόλεως, το πρώτο πού θα έπαιρνε ήσαν τρόφιμα, ενώ την ίδια ημέρα το απόγευμα παραγγέλλει να του στείλουν ψωμί από το Άργος. Εάν στο πέρασμα από την πόλη κάποιοι στρατιώτες του πήραν κάτι, ίσως μάλιστα απ’ αυτούς που τον εγκατέλειψαν, δεν ήταν λόγος να κατηγορηθεί ο αρχηγός για λεηλασία της πόλεως.

Κατά την Καποδιστριακή περίοδο ο Τσόκρης μένει πιστός στον Κυβερνήτη, συμβάλλοντας μέχρι τέλους στη συγκρότηση ευνομούμενης πολιτείας, από το χάος που επικρατούσε μετά την Επανάσταση.

Ο Τσόκρης υπήρξε αγωνιστής, που έσπευσε από την πρώτη στιγμή να μετάσχει με ενθουσιασμό στον Αγώνα της Παλιγγενεσίας. Η ανάθεση σ’ αυτόν της αρχηγίας του τόπου του, καθ’ όλη τη διάρκεια της Επαναστάσεως, είναι δείγμα των ηγετικών προσόντων του.

Στους εμφυλίους πολέμους τήρησε στάση μετριοπαθή και διαλλακτική χωρίς φανατι­σμούς, μολονότι ήταν πιστός οπαδός και θαυμαστής του Κολοκοτρώνη. Ο Τσόκρης δεν ήταν στρατιωτική ιδιοφυία σαν τον Κολοκοτρώνη ή τον Καραϊσκάκη ούτε είχε τον ορμητικό και εκρηκτικό χαρακτήρα του Ανδρούτσου και του Παπαφλέσσα. Υπήρξε στρατιωτικός ηγέτης του μέσου όρου, όπως οι πολλοί αυτοδίδακτοι οπλαρχηγοί του Αγώνα, που, παρ’ όλες τις ατέλειες και τα ελαττώματά τους, οδήγησαν τους ραγιάδες να αποτινάξουν τον μακροχρόνιο ταπεινωτικό ζυγό.

 

†Κων. Λ. Κοτσώνης (1917-2014)

Ταξίαρχος ε.α. – Πρόεδρος της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών, 2008-2014.

Πελοποννησιακά, Πρακτικά του Β’ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών ( Άργος 30 Μαΐου – 1 Ιουνίου 1986), Αθήναι, 1989. 

* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα  έγιναν από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

* Το κείμενο αποδόθηκε στο μονοτονικό σύστημα.

Για την ανάγνωση ολόκληρης της ανακοίνωσης στο πολυτονικό σύστημα με τις υποσημειώσεις, σε μορφή Portable Document Format (PDF), στον σύνδεσμο: Ο Δημήτριος Π. Τσόκρης κατά την Επανάσταση του 1821

 

Ναύπλιο, ο Πλάτανος της Πλατείας Συντάγματος

$
0
0

Ναύπλιο, ο Πλάτανος της Πλατείας Συντάγματος  – Χρήστος Πιτερός


  

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του κ. Χρήστου Πιτερού,  αρχαιολόγου, μέλους του Δ.Σ. Ιδρύματος Ιωάννης Καποδίστριας, πρώην αναπληρωτή Δ/ντή της Δ. ΕΠΚΑ, πτυχιούχου Κλασσικής Φιλολογίας ΕΠΚΑ, και Αρχαιολογίας και Τέχνης ΑΠΘ, με θέμα:

«Ναύπλιο, ο Πλάτανος της Πλατείας Συντάγματος».

 

«Τι έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος»!

Παραδοσιακό τραγούδι.

 

Πρόσφατα ανακοινώθηκε από το Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας ότι, με αφετηρία την διακοσιοστή επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, θα γίνει καταγραφή των αιωνόβιων δένδρων της περιόδου της Επανάστασης. Μεταξύ των δένδρων αυτών θα συμπεριληφθεί και ο σωζόμενος πλάτανος της ιστορικής πλατείας Συντάγματος του Ναυπλίου, η οποία ως γνωστόν το ΄21 ονομαζόταν Πλατεία Πλατάνου, και θα σημανθεί με μεταλλικό επετειακό λογότυπο. Η πρωτοβουλία αυτή που φανερώνει ενδιαφέρον, γνώση και φαντασία είναι ιδιαίτερα σημαντική και φανερώνει τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται σε άλλους Δήμους.

Ο υπάρχων μεγάλος πλάτανος βρίσκεται στη βορειοδυτική γωνία της πλατείας Συντάγματος και σε άμεση σχέση με το Αρχαιολογικό Μουσείο και τη γνωστή οικία «Βίγγα», όπου βρισκόταν η οικία του Θεόδωρου και του Γενναίου Κολοκοτρώνη.

 

Ο πλάτανος δίπλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο.

 

Το δένδρο αυτό έχει κηρυχθεί διατηρητέο για ιστορικούς λόγους. Αλλά ας εξετάσουμε από κοντά τον ιστορικό πλάτανο της πόλης του Ναυπλίου που είναι συνδεδεμένος με κρίσιμα ιστορικά γεγονότα κατά την Ελληνική Επανάσταση. Από το δένδρο αυτό είχε λάβει και το όνομα η ομώνυμη πλατεία Πλατάνου, όπως αναγράφεται και σε βαυαρικό σχέδιο της πόλης του 1833, Placedu (Platane).

 

Απόσπασμα Σχεδίου πόλης με την πλατεία πλατάνου (1833).

 

Η παλιά κάτω πόλη του Ναυπλίου και η πλατεία διαμορφώθηκαν κατά την Α΄ Ενετοκρατία, γύρω στα 1500 μ.Χ., όπου χτυπάει και σήμερα η καρδιά της πόλης, εδώ και πεντακόσια χρόνια, και διαμορφώθηκε στα πρότυπα της πλατείας της Βενετίας. Η πλατεία κατά την Ενετοκρατία ονομαζόταν Φόρος από τη λατινική – ενετική λέξη forum, που σημαίνει την Αγορά. Ωστόσο κατά την Τουρκοκρατία, σύμφωνα με τα Οθωμανοαραβικά πρότυπα, η πλατεία έπαυσε να λειτουργεί ως αγορά και λειτουργούσε ως χώρος της Διοίκησης, το ληξιαρχείο με τις υπηρεσίες και το Σαράϊ.

Σύμφωνα με τους περιηγητές και τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του ΄21 είναι αντικειμενικά γνωστό ότι ο μεγάλος πλάτανος της πλατείας δεν βρισκόταν στη βορειοδυτική γωνία, όπου βρίσκεται ο σημερινός πλάτανος, αλλά στο κέντρο της πλατείας Συντάγματος. Πρώτος το αναφέρει, από όσο γνωρίζω, σαφώς και ευκρινώς, ένας οξυδερκής νέος Ιταλός περιηγητής ο G. Pechio (Πέκιο) που επισκέφθηκε το Άργος το 1825 μετά την καταστροφή του Ιμπραήμ αλλά και το Ναύπλιο και αναφέρει ότι ο υπερυψωμένος πλάτανος βρισκόταν στο κέντρο της πλατείας. Αναφέρει επίσης ότι γύρω από την πλατεία υπήρχαν άθλια καφενεία, όπου κάθονταν οι κάτοικοι.

Ο Μ. Λαμπρυνίδης (1975, 330) αναφέρει ότι στον πλάτανο υπήρχε και βρύση, αναβρυτήριο, για να ξεδιψούν και να δροσίζονται οι κάτοικοι κάτω από τη σκιά του πλατύφυλλου δένδρου, όπως και στην πλατεία του Κυβερνείου, Συντριβανίου (Τριών Ναυάρχων) υπήρχε το συντριβάνι.

Κατά την Ελληνική Επανάσταση κάτω από τον πλάτανο συγκεντρώνονταν οι αναφορογράφοι, που συνέτασσαν διάφορα έγγραφα για τα αιτήματα των πολιτών προς την Διοίκηση στην επίσημη γλώσσα, σε μια δύσκολη εποχή, όπου οι περισσότεροι ήσαν αγράμματοι (Ν. Γ. Τόμπρας, Οι Συμβολαιογράφοι, Ναύπλιο 2020, 61, σελ. 56). Ο κ. Ν. Τόμπρας δημοσιεύει επίσης μία επιτυχημένη αυτοσχέδια αναπαράσταση των αναφορογράφων κάτω από τον πλάτανο κατά την Επανάσταση του ΄21, διά χειρός Νικ. Γ. Προύντζου.

 

Ο πλάτανος της πλατείας με τους αναφορογράφους.

 

Αναφορά στον πλάτανο κάνει και ο Ν. Σπηλιάδης στα Απομνημονεύματά του, που αναφέρει ότι όταν ο Θ. Κολοκοτρώνης γύρισε με το άλογό του από τη συνέλευση (της Τροιζήνας) ανέβηκε σε μία μεγάλη πέτρα, κάτω από τον πλάτανο και μίλησε στους κατοίκους. Αλλά καλύτερη αναφορά για τον πλάτανο της πλατείας δίνει στα Απομνημονεύματά του ο γλαφυρός και περιγραφικός καπετάνιος αγωνιστής του 1821 Νικ. Κασομούλης, που είχε πολεμήσει και στο Μεσολόγγι. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου στις 26 Απριλίου 1826, οι διασωθέντες αγωνιστές του Μεσολογγίου έφθασαν στο Ναύπλιο, όπου έγιναν δεκτοί, από την Κυβέρνηση Κουντουριώτη,  με χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς από τους προμαχώνες. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, οι ήρωες του Μεσολογγίου ζητούσαν να πληρωθούν, χρήματα δεν υπήρχαν και έπρεπε να διοργανωθεί άμεσα και μία εκστρατεία κατά του Ιμπραήμ. Στις συγκεντρώσεις που γίνονταν στην πλατεία του Πλατάνου για αρκετές ημέρες για την συγκέντρωση χρημάτων μίλησαν μεταξύ των άλλων ο Ιεροκήρυκας Καστόρχης, ο Π. Σούτσος και ο Γ. Γεννάδιος. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές συνέβη και το γνωστό περιστατικό με την κατατρεγμένη πάμπτωχη Ψωροκώσταινα (Πανωραία Χατζηκώστα) από το Αϊβαλί.

Ο Κασομούλης αναφέρει επί λέξει για τον πλάτανο: «Ο Γεώργιος Γεννάδιος διδάσκαλος εδημηγόρησε εις μίαν από αυτάς τας ημέρας (8 Ιουνίου) εις τον Πλάτανον υπέρ εκστρατείας, αφού ο ίδιος συνεισέφερε πέντε λίρες, όπου είχεν… έκαμεν όλον τον λαόν και τους στρατιώτας να κλαίγουν δια την κατάστασιν της πατρίδος μας. Ο Πλάτανος ευρίσκετο εν των μέσω της πλατείας και ήτο γύρωθεν κτισμένος και τούτο (το πεζούλι) ήταν το βήμα του ρήτορος».

Η σημαντική αυτή περιγραφή ζωντανεύει μπροστά μας πλήρως την εικόνα του ιστορικού Πλατάνου του ΄21. Οι ομιλητές χρησιμοποιούσαν τον κυκλικό κτιστό τοίχο γύρω από τον κορμό του πλάτανου, ως βήμα, για να τους βλέπει το ακροατήριο και να ακούγονται καλύτερα. Ο τοίχος αυτός ήταν «το ρητορικό βήμα και η Πνύκα της νέας Ελλάδος», όπως αναφέρει ο διδάσκαλος του Γυμνασίου Γ. Μπαμπούκης.

Ο πλάτανος όμως αυτός «εγήρασε και απέθανε». Το πιθανότερο προσβλήθηκε από κάποια ασθένεια. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ιστορικός αυτός πλάτανος δεν εικονίζεται σε καμία γνωστή γκραβούρα και απεικόνιση της πλατείας. Ως το 1826 – 1827 σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες υπήρχε. Ωστόσο μετά από δύο ως τρία χρόνια περίπου το 1829, όπως προκύπτει από μία σπάνια, πρόσφατα γνωστή απεικόνιση της πλατείας με την επιθεώρηση του αναδιοργανωμένου Τακτικού Στρατού προφανώς από τον Ι. Καποδίστρια στην πλατεία Πλατάνου, με την μπάντα ο πλάτανος δεν εικονίζεται.

 

Η Πλατεία Συντάγματος χωρίς τον πλάτανο (1829).

 

Εικονίζεται όμως ένα άλλο δένδρο βορειότερα της πλατείας, που είναι γνωστό και από άλλες απεικονίσεις της πόλης. Έτσι μαζί με τον «θάνατο» του πλάτανου χάθηκε και το ρητορικό επαναστατικό βήμα του 1821. Άλλωστε την εποχή του Ι. Καποδίστρια δεν γίνονταν συγκεντρώσεις.

Οι πλατείες αποτελούν συνέχεια της Αρχαίας Αγοράς όπου οι πολίτες συζητούσαν δημόσια για την πόλη (ο νοών νοείτω). Ο ιστορικός όμως πλάτανος είχε διατηρηθεί στη γλώσσα και τη μνήμη των αγωνιστών, παρά τη μετονομασία της πλατείας ως πλατεία Λουδοβίκου, από την επίσκεψη του πατέρα του Όθωνα στο τέλος της δεκαετίας του 1830.

Καθοριστική επίσημη αναφορά για τον πλάτανο γίνεται αρκετά χρόνια αργότερα στις 13 Μαΐου 1843 στο λόγο που εκφώνησε ο καθηγητής του Γυμνασίου Χαρ. Παμπούκης κατά την τελετή μεταφοράς των οστών του Δημ. Υψηλάντη από τον Άγιο Γεώργιο και την εναπόθεσή τους στην πλατεία του Πλατάνου, στο λαμπρό ταφικό νεοκλασικό μνημείο, που είχε ιδρυθεί μπροστά στο τζαμί – Τριανόν, το αλληλοδιδακτικό σχολείο με τα ακόλουθα λόγια: «Σοι ω φίλε πλάτανε, παρακατατιθέμεθα ταύτα ανδρός αγαθού λείψανα: Πλάτανε, ω πλάτανε! μάρτυς της εν επαναστάσει εθνικής δόξης μας, αστυγείτων εφέστιε του Βουλευτικού και Εκτελεστικού μας, ρητορικόν βήμα και Πνύξ της νέας Ελλάδος ω  πλάτανε! ούτως, ως οι άνδρες του αγώνος, εγήρασες και σύ και απέθανες, αλλά δεν εμηδενίσθης διόλου, διότι, ως η νεολαία της Ελλάδος, ανεβλάστησαν περι σε ούτοι οι νεόφυτοι πλατανίσκοι…» (Λαμπρυνίδης 1975, 330).

Από την παραπάνω αποστροφή του Γ. Μπαμπούκη, προκύπτει ότι μετά από τον «θάνατο» του πλατάνου φύτρωσαν από τις ρίζες του νέοι πλατανίσκοι, που συμβολίζουν την αναγέννηση της νέας Ελλάδος, όπως η νεολαία που παρίστατο κατά την τελετή μαζί με πλήθος κόσμου.

 

Το μνημείο του Δημητρίου Υψηλάντη στην πλατεία Συντάγματος, μπροστά από το «Τριανόν».

 

Το ταφικό μνημείο του Δημ. Υψηλάντη μπροστά από το Τριανόν

 

Γίνεται φανερό λοιπόν ότι ο υπάρχων πλάτανος, σε διαφορετική θέση, δεν είναι ο ιστορικός πλάτανος του ΄21 της ομώνυμης πλατείας. Το αν φύτρωσαν νέοι μικροί πλάτανοι από τον παλιό γερο-πλάτανο ή αν φυτεύθηκαν, το πιθανότερο κατά την άποψή μας, νέοι πλάτανοι για να θυμίζουν στους κατοίκους τον παλιό ιστορικό πλάτανο, έχει λίγη σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι ο ιστορικός συμβολισμός της συνέχειας και ο υπάρχων πλάτανος ορθώς έχει κηρυχθεί διατηρητέος. Σε παλιές φωτογραφίες εικονίζονται στις αρχές του 20ου αι. δύο πλάτανοι σε συμμετρικές θέσεις στη δυτική πλευρά της πλατείας, ο υπάρχων και ένας ακόμα στην αντίστοιχη νότια θέση. Το πιθανότερο λοιπόν είναι, ανεξάρτητα από την αποστροφή του λόγου του Γ. Μπαμπούκη, για ότι πρόκειται για δύο νέα πλατάνια που φυτευτήκαν σε κατάλληλες θέσεις χωρίς να δημιουργούν τυχόν εμπόδια σε τελετές, παρελάσεις, συγκεντρώσεις κ.λ.π. Ο νότιος πλάτανος της πλατείας δεν σώζεται σήμερα.

 

Επιχρωματισμένη φωτογραφία στις αρχές του 20ου αι. στην οποία εικονίζονται δύο πλάτανοι.

 

Ο πλάτανος είναι ενδημικό, η πλάτανος στην αρχαία γλώσσα και ο, η πλάτανος και η πλατάνα στα νέα Ελληνικά, απαντάται και ως τοπωνύμιο. Είναι χαρακτηριστικό αιωνόβιο δένδρο που απαντάται συχνά σε ποτάμια και συχνά στις πλατείες για τη δροσερή σκιά του και είναι συνδεδεμένο με παραδόσεις από τα αρχαία αλλά και τα νεότερα χρόνια, με ιστορικά γεγονότα και τραγούδια. Ενδεικτικά αναφέρουμε την μεγάλη πλάτανο το αρχαίο Ασκληπιείο στην Κω, τον Πλατανιστά με τα πολλά πλατάνια στα δυτικά της αρχαίας Σπάρτης με τα νερά του Ευρώτα κ.λ.π.

Επίσης ο πλάτανος εικονίζεται στα αρχαία αναθηματικά ανάγλυφα σε υπαίθρια Ιερά, χαρακτηριστικό δένδρο με συμβολισμούς της ελληνικής φύσης. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή στο διάλογο του Πλάτωνα «Φαίδρος», όπου ο Σωκράτης συζητεί με το Φαίδρο περί έρωτος στην όχθη του Ιλισσού κάτω από ένα βαθύσκιο πλατάνι με τα τζιτζίκια να κελαηδούν ασταμάτητα.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σε πλατάνια που βρίσκονταν σε καίριες θέσεις γίνονταν εκτελέσεις δι’ απαγχονισμού, τη γνωστή κρεμάλα και για εκφοβισμό. Κατά την κατάληψη της Τριπολιτσάς στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821, ο Θ. Κολοκοτρώνης διέταξε να κόψουν τον πλάτανο που βρισκόταν στο τούρκικο σαράι, στην πλατεία Άρεως, όπου είχαν κρεμασθεί πολλοί κλέφτες κ.λ.π. κατά την Τουρκοκρατία. Στο μεγάλο πλάτανο κοντά στο γεφύρι της Άρτας, ο Αλή πασάς, είχε κάνει πολλές εκτελέσεις δι΄ απαγχονισμού. Γνωστά είναι επίσης ιστορικά τραγούδια, όπως το ακόλουθο:

 

«Τί έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος…../ παιδιά μ’ σαν με ρωτήσατε, να σας το μολογήσω/ Μπραϊμ (ή Αλή) πασάς επέρασε με δεκαοχτώ χιλιάδες/ κι’ όλοι στον ίσκιο μ΄έκατσαν, εκάτσαν στη δροσιά μου/ και στο σημάδι μ΄έβαλαν, κι όλοι με ντουφεκίσαν…».

Ο πλάτανος συμβολίζει την ψυχοσύνθεση του ελληνικού λαού στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η διαδεδομένη φράση «χαιρέτα μας τον πλάτανο» έχει την αφετηρία της από το τούρκικο μεντρεσέ στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας, ο οποίος στα χρόνια του Όθωνα λειτουργούσε ως φυλακή καταδίκων και στην εσωτερική αυλή υπήρχε ένας μεγάλος πλάτανος. Όσοι από τους καταδίκους δεν εκτελούνταν και απελευθερώνονταν έλεγαν τη φράση «χαιρέτα μας τον πλάτανο», η οποία στην πορεία ανέκτησε διαφορετικό αρνητικό νόημα.

Εκτός όπως από τον ιστορικό πλάτανο της πλατείας στην πόλη του Ναυπλίου στα Πέντε Αδέλφια υπήρχε ο φοίνικας με το παλαιότερο σωζόμενο δένδρο της πόλης που είχε συνδεθεί με τον Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια. Τη νύχτα της 13ης Δεκεμβρίου 2008, σε μία θύελλα, λόγω παλιού χτυπήματος στον κορμό, κόπηκε το ανώτερο τμήμα. Σήμερα σώζεται κολοβομένο το κατώτερο τμήμα στην οικία του ποιητή της πόλης Θ. Κωστούρου. (Χ. Πιτερός, Η Χουρμαδιά τ’ Αναπλιού, Ναυπλιακά Ανάλεκτα, 2009, 191).

 

Ο κορμός από την αιωνόβια χουρμαδιά τ’ Αναπλιού.

 

Στην ανατολική πλευρά εκτός των τειχών της πόλης υπήρχαν μεγάλες λεύκες το ΄21 που δεν σώζονται. Μία λεύκα εικονίζεται στην απεικόνιση των ανατολικών τειχών από την Γαλλική Expedition Scientifique de Moree. Στη πόλη δεν σώζεται, εκτός από τον κορμό του Φοίνικα,  στα Πέντε Αδέλφια, κανένα άλλο δένδρο του ΄21. Η Αγριελιά στην Παναγίτσα το πιθανότερο είναι νεότερο δένδρο.

 

Χρήστος Πιτερός

Αρχαιολόγος, πρώην αναπληρωτής διευθυντής της Δ’ ΕΠΚΑ,

μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος Ι. Καποδίστρια.

 

Γενναίος Κολοκοτρώνης: Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821

$
0
0

«Γενναίος Κολοκοτρώνης: Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821» – Ιωάννης Β. Δασκαρόλης


 

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Ιωάννη Δασκαρόλη με τίτλο: «Γενναίος Κολοκοτρώνης: Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821», από τις εκδόσεις Παπαζήση. Πρόκειται για μια βιογραφία που αποκαθιστά τον Γενναίο Κολοκοτρώνη ανάμεσα στους κορυφαίους αγωνιστές της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Ένα βιβλίο που φωτίζει τον ρόλο του γιου του Κολοκοτρώνη στην Επανάσταση του 1821.

 

Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης έλαβε τα όπλα υπέρ του Αγώνα για την ελευθερία στην εφηβική ηλικία των 15 ετών κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς και ορίστηκε πρώτη φορά οπλαρχηγός σε ηλικία 16 ετών. Έλαβε μέρος διακριθείς σε όλες τις μεγάλες νικηφόρες μάχες που έλαβαν χώρα στην Πελοπόννησο στα πρώτα στάδια της Επανάστασης, πολεμώντας και κινδυνεύοντας στην πρώτη γραμμή.

Ήταν από τους λίγους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου που εκστράτευσε δύο φορές εκτός αυτής (στη Δυτική Στερεά Ελλάδα το 1822 και στην πολιορκία της Ακρόπολης το 1827). Στάθηκε παραστάτης στον Καραϊσκάκη σε όλες τις μάχες που προηγήθηκαν της τελικής καταστροφής των Ελλήνων στο Ανάλατο, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που οδήγησε στον ηρωικό του θάνατο.

 

Γενναίος Κολοκοτρώνης: Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821

 

Εκεί όμως που αναδείχθηκε ίσως ο κορυφαίος Έλληνας οπλαρχηγός, αναγνωρισμένος ακόμη και από τους άσπονδους εχθρούς του, ήταν στην καταπολέμηση των δυνάμεων του Ιμπραήμ την περίοδο 1825-1828. Αρίστευσε στις δύο μάχες στην Τραμπάλα και στα Τρίκορφα, δεν σταμάτησε ποτέ με το τμήμα του να αντιστέκεται στις επιδρομές του Ιμπραήμ, να τον παρενοχλεί με νυχτερινές επιδρομές και αιφνιδιαστικές επιθέσεις, αμφισβητώντας το έδαφος υπό τον εχθρό σπιθαμή προς σπιθαμή.

Στο βιβλίο εξετάζεται σε βάθος η στάση του Γενναίου στις δύο εμφύλιες διαμάχες όπου επίσης πρωταγωνίστησε, η αμέριστη στήριξη που παρείχε στον Καποδίστρια κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, αλλά και οι σημαντικές υπηρεσίες του στη διατήρηση των ισορροπιών στις επαρχίες της Πελοποννήσου κατά τη διετία της αναρχίας που ακολούθησε τη δολοφονία του Κυβερνήτη. Τέλος, υπάρχει μια αποτίμηση της προσωπικότητάς του όπως αυτή αναδύεται στα χρόνια της Επανάστασης και μια συνοπτική αναφορά για τον τρόπο που οι Έλληνες πολέμησαν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας.

Το υλικό και οι πληροφορίες της βιογραφίας βασίζονται στα τέσσερα γραπτά αρχεία που έχει αφήσει ο στρατηγός (Επιστολαί και διάφορα έγγραφα αφορώντα την ελληνικήν Επανάστασιν (1821-1827), Αθήνα 1856, Απομνημονεύματα, Απομνημονεύματα (Χειρόγραφον Δεύτερον 1821-1862) με εισαγωγή και σημειώσεις του Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη, Διάφορα έγγραφα και επιστολαί αφορόντα τας κατά το 1832 μετά τον θάνατον του Καποδίστρια συμβάσας κατά την Ελλάδα ανωμαλίας και αναρχίας) και αναδεικνύει άγνωστες πτυχές των πρώτων πολεμικών επιτυχιών της Επανάστασης, των εμφυλίων πολέμων, της καταπολέμησης του Ιμπραήμ, της περιόδου Καποδίστρια και της αναρχίας που ακολούθησε.

Οι πληροφορίες αυτές έχουν διασταυρωθεί με όλα τα διαθέσιμα απομνημονεύματα άλλων αγωνιστών καθώς και με πολλές συνθετικές εργασίες ιστορικών για το 1821. Στις υποσημειώσεις υπάρχουν αυτούσια αποσπάσματα από τα απομνημονεύματά του που μας παρουσιάζουν πώς βίωσε ο ίδιος τα κοσμοϊστορικά για τον ελληνισμό, γεγονότα στα οποία πρωταγωνίστησε.

Ο Ιωάννης ή Γενναίος Κολοκοτρώνης κινδύνεψε στα πεδία των μαχών υπό τις διαταγές του πατέρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, όμως η λαμπρότητα και η ακτινοβολία τού ονόματος τού πατέρα του τελικά του στέρησε την ιστορική αναγνώριση στη συνείδηση του ελληνικού λαού, που αναμφίβολα του άξιζε. Η παρούσα βιογραφία έχει ως στόχο ακριβώς να επανορθώσει αυτή την αδικία.

 

Γενναίος Κολοκοτρώνης – Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821

Ιωάννης Β. Δασκαρόλης

Εκδόσεις Παπαζήση

Σχήμα: 14Χ21

Σελίδες: 290

Αθήνα: 2021

ISBN: 978-960-02-3725-2

 

Ο Ιωάννης Β. Δασκαρόλης γεννήθηκε το 1977 και κατάγεται από τη Μεσσήνη (Νησί) Μεσσηνίας. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου MBA του Πανεπιστημίου Hertfordshire. Επίσης, είναι υποψήφιος διδάκτωρ Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου. Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε ιστορικά περιοδικά και στο διαδίκτυο, έχει συμμετάσχει σε τηλεοπτικές εκπομπές για ζητήματα που αφορούν την ιστορία, ενώ το 2019 δημοσιεύτηκε η πρωτότυπη μελέτη του για τα μεσοπολεμικά Δημοκρατικά Τάγματα από τις Εκδόσεις Παπαζήση.

 

 


Πρoστατευμένο: Τέρμα του πρώτου Εμφυλίου Πολέμου – Η παράδοσις του Ναυπλίου στην Διοίκησιν. Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος, Πελοποννησιακά, Πρακτικά του Β’ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών (Άργος 30 Μαΐου – 1 Ιουνίου 1986), Αθήναι, 1989

$
0
0

Η δημοσίευση προστατεύεται με κωδικό. Επισκευθείτε στο site και εισάγετε τον κωδικό.

Αντίσταση και κλεφτοπόλεμος κατά του Ιμπραήμ από τον Γενναίο Κολοκοτρώνη και η οχύρωση του κάστρου της Καρύταινας

$
0
0

Αντίσταση και κλεφτοπόλεμος κατά του Ιμπραήμ από τον Γενναίο Κολοκοτρώνη και η οχύρωση του κάστρου της Καρύταινας (Αύγουστος 1825-Απρίλιος 1826)


 

Kolokotronis Gennaios

Κολοκοτρώνης Ιωάννης ή Γενναίος, ελαιογραφία, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Μετά την πτώση του Μεσολογγίου, η επιστροφή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο μέσω Πατρών στις 30 Απριλίου με αισθητά μειωμένο στρατό[1] σήμανε την επαναδραστηριοποίηση του εχθρού, με την ελληνική παράταξη να έχει σαφώς λιγότερες δυνάμεις για να τον αντιμετωπίσει. Ο Ιμπραήμ αρχικά εκστράτευσε ξανά στην Ηλεία και στην ορεινή Αρκαδία, τις οποίες κατέκαψε, καταδιώκοντας για να σκλαβώσει τους αμάχους κατοίκους τους. Ο Θ. Κολοκοτρώνης εξαπέλυσε μια σειρά από τοπικές επιθέσεις [2] προς όλα τα τμήματα του Ιμπραήμ που διεξήγαγαν τις δηώσεις, ενώ ο Γενναίος με το τμήμα του είχε οχυρώσει το Δερβένι, όπου νίκησε τους επιτιθέμενους Αιγυπτίους. Σύντομα όμως η ελλιπής οργάνωση των Ελλήνων, αλλά κυρίως η έλλειψη ανεφοδιασμού που είχε καταστεί βασανιστική, διέσπασε τους σχηματισμούς τους, καθώς πολλοί στρατιώτες τούς εγκατέλειπαν[3].

Ο Ιμπραήμ ύστερα από μεγάλες ετοιμασίες εισέβαλε στη Μάνη με 8.000 άνδρες, ελπίζοντας να καθυποτάξει τη λακωνική χερσόνησο στηριζόμενος στη διχόνοια και των ανταγωνισμό των τοπικών φατριών της περιοχής. Στην επιστολή του, που ζητούσε την υποταγή τους, οι Μανιάτες τού απάντησαν ότι τον περιμένουν με όσες δυνάμεις θα ήθελε και συγκεντρώθηκαν όλοι οι επικεφαλής των φατριών τους μονιασμένοι στα σύνορα Μεσσηνίας – Λακωνίας στη θέση Βέργα, την οποία και οχύρωσαν.

Στην ολοήμερη επίθεση που δέχθηκαν στις 22 Ιουνίου, οι 5.000 Μανιάτες νίκησαν και επέφεραν στους Αιγυπτίους μεγάλες απώλειες. Επιπροσθέτως και κατεξοχήν, στην επίθεση της 24ης Ιουνίου, όταν ένα τμήμα των Αιγυπτίων που αποβιβάστηκε αιφνιδιαστικά στα νώτα των αμυνόμενων στο Δηρό, αντιμετώπισε τον όλεθρο ακόμα και από αμάχους, γυναίκες, ηλικιωμένους και παιδιά, που τους επιτέθηκαν ένοπλοι[4].

Σε δεύτερη εκστρατεία του τον Ιούλιο στη Μάνη, ο Ιμπραήμ γνώρισε μια σειρά από ταπεινωτικές ήττες σε όλα τα σημεία της χερσονήσου από τους Μανιάτες, που τον έπεισαν να μην επαναλάβει το εγχείρημα.

Τσώκρης Δημήτριος (1796-1875)

Αφού ηττήθηκε από τους Μανιάτες, ο Ιμπραήμ συνέχισε τις επιθέσεις του στην Κορινθία, στο παράλιο Άστρος και εκ νέου στην ορεινή Αρκαδία, όπου οι κάτοικοι των περιοχών αυτών βίωσαν εκ νέου τον απόλυτο τρόμο [5]. Αποσπάσματα των Ελλήνων υπό τους Πλαπούτα, Γενναίο και Τσώκρη ακολουθούσαν κατά πόδας τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, σκοτώνοντας και αιχμαλωτίζοντας όσους περισσότερους εχθρούς μπορούσαν με ενέδρες στα Βουρλιά και στα Βέργια, αλλά και με συνεχείς αιφνιδιαστικές επιθέσεις[6].

Πάντως, παρά την τρομοκρατία, τις καταστροφές, τις δηώσεις, τις δολοφονίες και τον εξανδραποδισμό που είχε επιβάλει στο μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, στα τέλη του 1826 ο Ιμπραήμ ήλεγχε στρατιωτικά μόνο την Τριπολιτσά και τα κάστρα της Μεσσηνίας. Πουθενά αλλού δεν ασκούσε απρόσκοπτη εξουσία, οι συγκοινωνίες και τα σταυροδρόμια κατέχονταν από τους Έλληνες, που αμφισβητούσαν επίμονα το έδαφος που κατείχε, σπιθαμή προς σπιθαμή, μέρα και νύχτα, ανά πάσα στιγμή[7].

Τα τμήματά του δεν μπορούσαν να κινηθούν πουθενά με σχετική ασφάλεια καθώς αντιμετώπιζαν ακροβολισμούς Ελλήνων ενόπλων, ενώ η ελληνική αντίσταση εναντίον του δεν έπαυσε ποτέ, είτε οργανωμένη και ισχυρή είτε όχι. Ο κλεφτοπόλεμος και η συνεχής παρενόχληση κατά των Αιγυπτίων έλαβε παλλαϊκό χαρακτήρα και ο Γενναίος μαζί με τον Νικηταρά πρωταγωνίστησαν σε αυτόν, ηγούμενοι ενός ανηλεούς κλεφτοπόλεμου σε δεκάδες ενέδρες και μικροσυμπλοκές στην Αρκαδία και στην Αργολίδα [8].  Οπλαρχηγοί όπως ο Αδάμ Κορέλας, ο Ηλίας Μπούναρος, ο Λάμπρος Ρηζιώτης και ο Νικολός Μπερτσοβίτης εκπαίδευσαν τους στρατιώτες τους ώστε να εισέρχονται τη νύχτα καταδρομικά στο στρατόπεδο του εχθρού και να αρπάζουν ανθρώπους, ζώα, προμήθειες και όπλα, ενώ πολλούς τους σκότωναν στον ύπνο τους[9].

Από τους 24.000 στρατιώτες που είχαν συνολικά εκστρατεύσει στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1827 είχαν απομείνει στον Ιμπραήμ μόλις 8.000 σε κακή κατάσταση, υποσιτισμένοι, αρκετοί εξ αυτών τραυματίες [10], απλήρωτοι και με πολύ χαμηλό ηθικό [11].

Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Γάλλο Lauvergne ο Ιμπραήμ είχε μπροστά του έναν λαό που πολεμούσε με το πάθος της απελπισίας. Άρα ήταν αναγκασμένος να συνεχίσει τον πόλεμο εξόντωσης ώσπου ένας από τους δύο αντιπάλους να παραδεχθεί ότι ηττήθηκε. Αλλά αυτός δεν θα μπορούσε να είναι οι Έλληνες, καθώς είχαν αποφασίσει να πολεμήσουν ως τον θάνατο. Η αρχική βάναυση και άνανδρη συμπεριφορά του επίσης είχε εξαναγκάσει τους Έλληνες σε έναν απελπισμένο αγώνα διαρκείας αργής αποδυνάμωσης των Αιγυπτίων, τους οποίους εξόντωναν σε χαράδρες, σε ενέδρες και σε νυκτερινές επιθέσεις. Θερίζοντας ο θάνατος τις μανάδες και τις συζύγους, όπλιζε το χέρι του γιου και του συζύγου [12].

Πάντως και οι Έλληνες ήταν πολύ καταπονημένοι και εξαντλημένοι, αδυνατούσαν να σχηματίσουν ένα ενιαίο στρατόπεδο για να εκμεταλλευτούν την κόπωση των Αιγυπτίων και να τους συντρίψουν, είτε λόγω έλλειψης πόρων [13] είτε λόγω εσωτερικών ανταγωνισμών, που δεν έλειψαν ακόμη και σε εκείνη την τόσο κρίσιμη συγκυρία[14].

Η δυσκολία ανεφοδιασμού των Ελλήνων οπλοφόρων και οι παροτρύνσεις των αμάχων της Καρύταινας και των γύρω περιοχών, έπεισαν τον Γενναίο να πάρει την πρωτοβουλία για να οχυρώσει [15] και να εξοπλίσει με εννέα κανόνια το παλαιό [16] βυζαντινό κάστρο της Καρύταινας [17], χρησιμοποιώντας τους ντόπιους [18] και τους αιχμαλώτους Αιγυπτίους [19] για αγγαρείες. Το κάστρο αυτό χρησίμευσε ως καταφύγιο των αμάχων στις ληστρικές επιθέσεις του Ιμπραήμ που ακολούθησαν. Η πρωτοβουλία του Γενναίου έγινε δεκτή με ευμένεια από όλους τους κατοίκους των περιοχών αυτών, όπως φαίνεται από γραπτές αναφορές τους στην κυβέρνηση[20], αλλά και από τους ηγούμενους των μοναστηριών της περιοχής[21].

Ιωάννης ή Γενναίος Κολοκοτρώνης (1805–1868) β΄μισό 19ου αι.

Στα τέλη Ιανουαρίου 1827 το φρούριο ήταν πλέον έτοιμο να πολεμήσει καθώς διέθετε υδατοδεξαμενές, φούρνους, αποθήκες πυρομαχικών και τροφίμων, ενώ ο Γενναίος ζήτησε από την κυβέρνηση να το εφοδιάσει με όλα τα απαραίτητα για να καταστεί πιο αξιόμαχο. Το φρούριο πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες καθώς βρισκόταν σε ύψωμα, είχε πολύ καλή ορατότητα προς όλες τις κατευθύνσεις και με συνθηματικά ενημέρωνε εγκαίρως όλη την Καρύταινα για τα κινήματα του τουρκικού στρατού [22]. Ακολούθως με συνθηματικά από βουνό σε βουνό, οι Έλληνες μάθαιναν για τα κινήματα των Τούρκων και κατέφευγαν στα όρη μετακομίζοντας όσα περισσότερα ζώα και τρόφιμα μπορούσαν [23]. Όλοι οι καταδιωκόμενοι των κοντινών περιοχών κατέφευγαν στο κάστρο, ενώ εκεί είχε την έδρα της η δημογεροντία της Καρύταινας, που λειτουργούσε ως πολιτική διοίκηση των μερών αυτών με αγαθά αποτελέσματα για τους πληθυσμούς, καθώς ο Ιμπραήμ δεν τόλμησε ποτέ να του επιτεθεί[24].

Φρούραρχος ορίστηκε ο άξιος οπλαρχηγός Βασίλειος Δημητρακόπουλος, που παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι τέλους, επονομαζόμενος και Τουρκοβασίλης για τη σκληρότητα που επιδείκνυε εναντίον όσων προσκυνούσαν και εγκατέλειπαν τον Αγώνα[25].

Χάρις στην άοκνη δραστηριότητά του και τη συνεχή καταπολέμηση του Ιμπραήμ, ο Γενναίος είχε πλέον αναδειχθεί σε εκείνη τη συγκυρία ο τρίτος σημαντικότερος οπλαρχηγός της Πελοποννήσου πίσω από τους Νικηταρά και Πλαπούτα, και πολλοί θεωρούσαν ότι ο Θ. Κολοκοτρώνης, χωρίς την αρωγή του 20χρονου τότε γιου του, δεν θα μπορούσε να εκτελέσει κανένα στρατιωτικό σχέδιο. Ακόμη και ο Καραϊσκάκης είχε κάνει παρατήρηση στον Γενναίο να μη ριψοκινδυνεύει τόσο πολύ στη μάχη, καθώς ο θάνατός του θα αποδυνάμωνε αποφασιστικά τον πατέρα του Θεόδωρο και ίσως κατέστρεφε την ίδια την επανάσταση[26].

Το καλοκαίρι του 1826 η στρατιωτική φήμη του Γενναίου είχε φτάσει στο απόγειό της και όλοι οι στρατιώτες και αξιωματικοί της Τριπολιτσάς με επιστολή τους ζήτησαν να προσχωρήσουν στο Σώμα του και να λαμβάνουν διαταγές μόνο από αυτόν [27]. Επίσης ο Γενναίος είχε υιοθετήσει και τις νυχτερινές επιθέσεις εναντίον των Τουρκοαιγυπτίων, που προκαλούσαν πανικό και φόβο. Σε μια τέτοια νυχτερινή επίθεση στις 10 Ιανουαρίου 1827 εναντίον εφοδιοπομπής, οι Έλληνες σκότωσαν 40 στρατιώτες και τους έκλεψαν 200 ζώα[28].

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Οι Αιγύπτιοι είχαν σοβαρές απώλειες τόσο κατά την πολιορκία όσο και την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου. Σύμφωνα με τον Gordon, ο Ιμπραήμ επέστρεψε με μόλις 3500 στρατιώτες, αλλά έλαβε επικουρίες 2.500 στρατιώτες από τον Σουλεϊμάν Μπέη. Γόρδων Θωμάς, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως (τόμος Γ’), σελ. 170.

[2] «Από το στρατόπεδον των Ελλήνων δεν έλειπον ποτέ να πηγαίνουν εις αποσπάσματα δι’ ενέδρας, όπου καθ’ ημέραν εσκότωναν Τούρκους και έφερναν ενδύματα, όπλα και ζώα Τουρκικά…» Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 184.

[3] «Ο Γενναίος και ο Δ. Πλαπούτας είχον μεγάλην στέρησιν τροφών και δεν ηδύναντο να συνάξουν αρκετόν σώμα διά να υπάγουν εναντίον του Ιμπραήμπασά…» Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 189.

[4] Κόκκινος Διονύσιος, Η Ελληνική Επανάστασις (τόμος Ε ’), σελ. 424.

[5] Χρυσανθόπουλος Φώτιος (Φωτάκος), Απομνημονεύματα (τόμος Β ’), σελ. 217-246.

[6] Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα (Χειρόγραφον Δεύτερον 1821­1862), σελ. 40.

[7] Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία Νέου Ελληνισμού (τόμος Ζ’), σελ. 559.

[8] Κολοκοτρώνης Γενναίος, Επιστολαί και διάφορα έγγραφα, σελ. 350-360

[9] «…εβράδυαζαν αλλά δεν εξημερώνοντο…», Χρυσανθόπουλος Φώτιος (Φωτάκος), Απομνημονεύματα (τόμος Β ’), σελ. 141.

[10] Χέρτσμπεργκ Γουσταύος, Ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως (τόμος Γ’), σελ. 95.

[11] Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία Νέου Ελληνισμού (τόμος Ζ’), σελ. 581.

[12] Σιμόπουλος Κυριάκος, Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21 (τόμος Δ’), σελ. 273.

[13] «Ο Γενναίος και ο Δ. Πλαπούτας είχον μεγάλην στέρησιν τροφών και δεν εδύναντο να συνάξουν αρκετό σώμα διά να υπάγουν εναντίον του Ιμπραήμπασά», Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 144.

 [14] Οι ανταγωνισμοί μεταξύ των Ελλήνων εντάθηκαν πάλι κυρίως στην Κορινθία και στη Βοστίτσα, και ήταν τόσο σοβαρές ώστε να υπονομεύουν τις διεθνείς ενέργειες για την αίσια λύση του ελληνικού ζητήματος. Επιστολή Δεριγνύ προς την Ελληνική κυβέρνηση, 22ης Οκτωβρίου 1826· Κόκκινος Διονύσιος, Η Ελληνική Επανάστασις (τόμος Ε ’), σελ. 463.

[15] «Ο Γενναίος εις Καρύταινα εσύναξε τους προκρίτους της Καρυταίνης και εσύστησαν δημογεροντίαν φέροντας και μαστόρους, ξυλικήν, καρφικήν ύλην και λοιπά και επροχώρει η επισκευή του φρουρίου…» Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 191.

[16] «εις τας ι6 του Οκτωβρίου, όπου επισκέφθη το σεσαθρωμένον φρούριον, όπου ήτον από τόσους αιώνας κατακρημνισμένον, αλλά είχε τας στέρνας γεράς, και αυτό τον έκαμε το περισσότερον να το επισκευάση…» Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 190.

[17] «Έστειλεν ο Γενναίος εις Ζάκυνθον και του έφερον παξιμάδι, δύο κανόνια, πυρίτιδα, χαρτί και μολύβι διά εφόδια του φρουρίου. Έφερεν επίσης και δύο άλλα κανόνια, τα οποία ήτον εις του Λάλα…» Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 191.

[18] Ο άσπονδος εχθρός του Κανέλλος Δεληγιάννης κατηγορεί τον Γενναίο ότι καταπίεζε τους ντόπιους, «γενόμενος σατράπης» για να χτίσει το φρούριο.

[19] «Αλλά οι Έλληνες κάμνοντας καθημερινώς ενέδρας και πιάνοντας ζωντανούς Άραβας δεν τους εφόνευσαν αλλά τους έστελναν εις το φρούριον της Καρυταίνης, οι οποίοι χρησίμευσαν ως εργάται». Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα, σελ. 144.

[20] Κολοκοτρώνης Γενναίος, Επιστολαί και διάφορα έγγραφα, σελ. 395· Φραντζής Αμβρόσιος, Επιτομή της Ιστορίας (τόμος Β ’), σελ. 477.

[21] Δημητρακόπουλος Βασίλειος, Συνοπτική έκθεσις περί των γερουσιαστικών προσόντων του στρατηγού Ι. Θ. Κολοκοτρώνου, σελ. 37.

[22] Ο Νίκος Καζαντζάκης, στο Ταξιδεύοντας στο Μοριά, είχε χαρακτηρίσει την Καρύταινα το «Τολέδο της Ελλάδας»: «Η Καρύταινα είναι αληθινά το Τολέδο της Ελλάδας… το κάστρο έρημο, σταχτόμαυρο σα γεράκι, σηκώνεται στην κορφή και βιγλίζει. … τα σύννεφα είχαν πληθύνει και περνούσαν γρήγορα, ρίχνοντας τεράστιους ίσκιους απάνω στα βουνά και κάτω στον κάμπο. Κι όταν αντικρίσαμε πάνω από το λόφο το ξακουστό κάστρο της Καρύταινας, νιώσαμε πως σήμερα, σε τέτοιο ανήσυχο φωτισμό και με τέτοιες σύγχρονες έγνοιες, το κάστρο τούτο το άγριο, το πολεμικό, το απότομο, διατυπώνει πιστότερα από κάθε ελληνικό ναό το τοπίο γύρα μας και μέσα μας».

[23] Χρυσανθόπουλος Φώτιος (Φωτάκος), Απομνημονεύματα (τόμος Β ’), σελ. 310.

[24] Κολοκοτρώνης Γενναίος, Απομνημονεύματα (Χειρόγραφον Δεύτερον 1821-1862), σελ. 40.

[25] Απόγονος του Βασίλειου Δημητρακόπουλου ήταν ο Θεόδωρος Τουρκοβασίλης.

[26] Λάππας Τάκης, Κολοκοτρώνης, εκδόσεις Ατλαντίς, χ.χ., σελ. 172.

[27] Κολοκοτρώνης Γενναίος, Επιστολαί και διάφορα έγγραφα, σελ. 316.

[28] «… την αυτήν ημέραν εκοιμήθηκαν εις το Λεοντάρι από κάτω και επήγαν οι Έλληνες διά νυκτός κατ’ επάνω τους, και χωριστά όπου τους πήραν ένα πλήθος ζώων, τους έδωσαν και μιαν φωτιάν, ώστε κύριος οίδε τι έγινεν, εβάσταξαν ντουφέκι ολίγον και μετά έφυγαν…» Επιστολή Γενναίου Κολοκοτρώνη προς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη 15ης Ιανουαρίου 1827. Κολοκοτρώνης Γενναίος, Επιστολαί και διάφορα έγγραφα, σελ. 396-­397.

 

Δημοσίευση από το βιβλίο του Γιάννη Δασκαρόλη «Γενναίος Κολοκοτρώνης: Ο έφηβος οπλαρχηγός του 1821», Εκδόσεις Παπαζήση.

Αυτόχθονες και ετερόχθονες

$
0
0

Αυτόχθονες και ετερόχθονες


 

 «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» επίκαιρο άρθρο του κ. Αλέξη Τότσικα με αφορμή το θέμα της ψήφου των Ελλήνων πολιτών του εξωτερικού.

 

Κατατέθηκε στη βουλή σχέδιο νόμου που δίνει δικαίωμα ψήφου στους Έλληνες της διασποράς. Προβλέπει ότι  όσοι διαμένουν στο εξωτερικό,  Αμερική,  Καναδά, Ευρώπη, Νότιο Αφρική, Αυστραλία, είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους του Ελληνικού κράτους, έχουν οικογενειακή μερίδα στον τόπο καταγωγή τους, διατηρούν ελληνικό διαβατήριο ή ελληνική ταυτότητα, έχουν επενδύσει χρήματα στην Ελλάδα και πληρώνουν φόρους, έχουν δικαίωμα ψήφου στις εθνικές εκλογές από τον τόπο κατοικίας τους. Ανάμεσά τους σπουδαστές εξωτερικού, πρόσφατοι μετανάστες, εκατοντάδες χιλιάδες νέοι επιστήμονες, που μετανάστευσαν στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, και ομογενείς 3ης και 4ης γενιάς με ελληνική ιθαγένεια και δεσμούς με την πατρίδα.

Μιλάμε για Έλληνες με δικαίωμα ψήφου που μπορούν να ψηφίσουν, αν την ημέρα των εκλογών βρίσκονται στην Ελλάδα, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν δυνατότητα ψήφου από την χώρα που κατοικούν. Ο τελευταίος νόμος 4648/2019 δίνει δικαίωμα ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού με την προϋπόθεση παραμονής δύο ετών στην Ελλάδα κατά την τελευταία 35ετία και την υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης κατά το τρέχον ή το προηγούμενο έτος. Οι περιορισμοί αυτοί στερούν το δικαίωμα ψήφου από την χώρα διαμονής τους στο 80% των Ελλήνων που ζουν εκτός συνόρων και είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, αφού χρειάζεται να κινήσουν γη και ουρανό για να βρουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Παρόλα αυτά δύσκολα θα συγκεντρωθούν τα 2/3 των ψήφων του ελληνικού κοινοβουλίου, για να αρθούν οι περιορισμοί αυτοί. Προκύπτει έτσι ένας διαχωρισμός των Ελλήνων πολιτών σε δύο κατηγορίες, πολίτες εσωτερικού και πολίτες εξωτερικού, ο οποίος θυμίζει τη διαμάχη ανάμεσα σε «αυτόχθονες» και «ετερόχθονες» του 19ου αιώνα. Αξίζει μια αναδρομή στην ιστορία αυτού του διαχωρισμού.

Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1830 ως τα όρια Παγασητικού – Αμβρακικού, πολλοί Έλληνες από περιοχές που παρέμειναν υπό οθωμανική κατοχή μετακινήθηκαν στην ελεύθερη Ελλάδα. Το Α’ Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος που ψήφισε η Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1822) όριζε ότι «όσοι έξωθεν ελθόντες κατοικήσωσιν εις την επικράτειαν της Ελλάδος εισίν όμοιοι με τους αυτόχθονας κατοίκους ενώπιον των Νόμων». Το σύνταγμα του Άστρους επίσης όριζε ότι μπορεί να πολιτογραφηθεί Έλληνας όποιος αποκτήσει μέσα σε πέντε χρόνια κτήματα, σπίτια ή άλλα ακίνητα στην Ελλάδα. Οι προβλέψεις αυτές έδωσαν τη δυνατότητα να εγκατασταθούν στην ελεύθερη Ελλάδα με δικαίωμα πολίτη πολλοί Έλληνες από τις αλύτρωτες περιοχές, που διώκονταν από τους Τούρκους, γιατί μετείχαν σε επαναστατικά κινήματα, ή είχαν δυνατότητα να αποκτήσουν περιουσία στην ελεύθερη Ελλάδα.

 

Ludwig Michael von Schwanthaler. Η Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο. Απεικονίζεται η στιγμή της ορκωμοσίας των πληρεξουσίων μπροστά στο «Προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος» (1η Ιανουαρίου 1822). Τοιχογραφίες του Μεγάρου της Βουλής, αίθουσα των Υπασπιστών, βόρειος τοίχος.

 

Οικονομική δυνατότητα όμως να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία στην ελεύθερη Ελλάδα δεν είχαν οι εξαθλιωμένοι των υπόδουλων περιοχών, αλλά όποιος μπορούσε να φέρει κεφάλαια στη χώρα. Οι «ετερόχθονες» της διασποράς που επένδυσαν και πολιτογραφήθηκαν  Έλληνες ήταν κατά τεκμήριο πλούσιοι και μορφωμένοι και ήταν επόμενο να καταλάβουν σημαντικές και προσοδοφόρες θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Δημιουργήθηκε έτσι μια σύγκρουση ανάμεσα σε αυτόχθονες (Έλληνες γεννημένους σε περιοχές που εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος) και ετερόχθονες (Έλληνες γεννημένους σε περιοχές που βρίσκονταν έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους) με επίδικο το κράτος και τους μηχανισμούς του.

Οι αυτόχθονες αξίωναν να εκδιωχθούν όλοι οι ετερόχθονες από τα δημόσια αξιώματα για να βάλουν οι απόγονοι των κλεφταρματολών και οι παλιοί ιδιοκτήτες γης «βάλσαμο στις πληγές τους».

Ο διαχωρισμός των Ελλήνων σε αυτόχθονες και ετερόχθονες επισημοποιήθηκε στο πρώτο ελληνικό σύνταγμα του 1844, που αναγκάστηκε να παραχωρήσει ο βασιλιάς Όθωνας μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Μετά από έντονες πιέσεις των αυτοχθόνων, που αποτελούσαν και την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης, «εφευρέθηκε» η διαίρεση των Ελλήνων σε «αυτόχθονας» και «ετερόχθονας». Χαρακτηριστική είναι η φράση που αποδίδεται στο στρατηγό Μακρυγιάννη, που υποστήριζε τον αποκλεισμό των ετεροχθόνων: «Αν είναι να μείνωμε ημείς νηστικοί, ας πάει στο διάβολο η ελευθερία. Έφαγαν αυτοί, ας φάμε και εμείς τώρα». Φαίνεται ότι τα χρήματα στη ρημαγμένη χώρα δεν έφταναν για όλους. Αποφασίστηκε, λοιπόν, οι ετερόχθονες να μην επιτρέπεται να διοριστούν σε θέσεις της διοίκησης και να εκλέγουν βουλευτές μόνο σε οικισμούς ετεροχθόνων με ορισμένο αριθμό κατοίκων.

Ο όρος αυτόχθονες, βέβαια, αναφέρεται πρώτη φορά στο Α’ Προσωρινό Πολίτευμα της Α’ Εθνοσυνέλευσης  της Επιδαύρου (1822) που όριζε ότι «όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες και απολαμβάνουσιν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων».  Έλληνες σύμφωνα με τα πρώτα  συνταγματικά κείμενα θεωρούνται όσοι «πιστεύουσι εις Χριστόν» και όχι όσοι μιλούν την ελληνική γλώσσα, γιατί  αυτό θα απέκλειε αυτομάτως από τον ελληνικό πληθυσμό χριστιανούς Αρβανίτες, Τούρκους, Σλάβους, Πομάκους, τσιγγάνους κ.α. που δεν μιλούσαν ελληνικά.

Το 19ο  αιώνα οι Έλληνες διαιρέθηκαν σε αυτόχθονες και ετερόχθονες για τη διαχείριση των δανείων και των πενιχρών δημοσίων εσόδων. Τον 20ο αιώνα, μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, οι Έλληνες θα διαιρεθούν ξανά σε εθνικόφρονες και μιάσματα, για να ροκανίσουν ορισμένοι τα λεφτά του σχεδίου Μάρσαλ. Και τον 21ο αιώνα η ελληνική βουλή επαναφέρει τη διαίρεση των Ελλήνων σε αυτόχθονες και ετερόχθονες με τον υποβιβασμό των Ελλήνων του εξωτερικού σε πολίτες Β’ κατηγορίας.

 

Αλέξης Τότσικας

Φιλόλογος – Συγγραφέας

 

Η οργάνωση του ένοπλου αγώνα (1821-1827): Προτεραιότητες και εμφύλιες διαμάχες

$
0
0

Η οργάνωση του ένοπλου αγώνα (1821-1827): Προτεραιότητες και εμφύλιες διαμάχες – Δημήτρης Μαλέσης


 

Η μορφή και ο τρόπος οργάνωσης ενός στρατεύματος κατά τη διάρκεια ενός πολέμου -ιδιαίτερα όταν αυτός είναι πολυετής – συνιστά ένα ουσιώδες ζήτημα, από το όποιο εξαρτάται εν πολλοίς και η αίσια έκβασή του. Για την ελληνική ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική, του Αγώνα της ανεξαρτησίας του 1821 το πρόβλημα τέθηκε μετ’ επιτάσεως από την πρώτη στιγμή και αποτέλεσε βασικό αίτιο για να διατυπωθούν διαφορετικές και συγκρουόμενες απόψεις, να εκδηλωθούν έριδες αλλά και να προκαλέσουν εμφύλιες ρήξεις, οι όποιες θα δοκιμάσουν με τη σειρά τους τα όρια και τις αντοχές της επαναστατικής προσπάθειας.

Για τους Έλληνες το πρόπλασμα για τον στρατιωτικό μηχανισμό υπήρξε ασφαλώς η προεπαναστατική κλεφταρματολική παράδοση.[1] Ήταν αναμενόμενο οι άνδρες εκείνοι που στελέχωναν τις συγκεκριμένες ομάδες στον ηπειρωτικό ελλαδικό χώρο επί δεκαετίες να επωμισθούν το κύριο βάρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων από την πρώτη στιγμή. Και αν το πρώτο διάστημα της Επανάστασης χαρακτηριζόταν περισσότερο από τον ενθουσιασμό και τον αυθορμητισμό, η μακροχρόνια προοπτική των πολεμικών επιχειρήσεων έθετε αναπόφευκτα το ζήτημα της λυσιτελέστερης οργάνωσης του στρατιωτικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση ενός αντιπάλου οργανωτικά και αριθμητικά υπέρτερου.

Επικεφαλής των πρώτων ομάδων, των «μπουλουκιών» όπως αποκαλούνταν σε πολλές περιπτώσεις, θα τεθούν εκείνοι που κατείχαν ήδη ηγετικές θέσεις μεταξύ των ενόπλων ομάδων του κλεφταρματολισμού, άνδρες με αδιαμφισβήτητο κύρος και συνακόλουθη αποδοχή μεταξύ των ενόπλων. Οι καπετάνιοι αυτοί θα αποτελέσουν μαζί με τα στελέχη της προυχοντικής παραδοσιακής ολιγαρχίας την ηγέτιδα τάξη του επαναστατικού Αγώνα, με ρόλο πρωταγωνιστικό και συνήθως μεταξύ τους ανταγωνιστικό.

Ο ανταγωνισμός αυτός προέκυψε αναπόφευκτα από τη στιγμή που η διαφαινόμενη εθνική απελευθέρωση έθεσε ισχυρά διλήμματα ως προς τον τρόπο και τη δομή που θα έπαιρνε το υπό διαμόρφωση κράτος. Έτσι το ζήτημα τέθηκε επί του εξής καίριου ζητήματος: άτακτος στρατός ή σύσταση και οργάνωση εξ ύπαρχης τακτικού. Στην πρώτη περίπτωση θα διατηρούνταν τα ένοπλα σώματα, όπως είχαν αποκρυσταλλωθεί σύμφωνα με την κλεφταρματολική παράδοση, με επικεφαλής τους οπλαρχηγούς που αναγνώριζε κάθε ομάδα, ενώ στη δεύτερη όλοι οι πολεμιστές θα υπάγονταν σε μία κεντρική εξουσιαστική Αρχή, η οποία θα είχε τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο ως προς όλα τα διαδικαστικά που αφορούσαν την ιεραρχία και τον ρόλο των διαφόρων σωμάτων. Κάθε ένα από τα δύο αυτά ενδεχόμενα προϋπέθετε ταυτόχρονα και μία διαφορετική κρατική οντότητα. Το πρώτο ενδεχόμενο ισοδυναμούσε με διατήρηση και αναπαραγωγή των αποκεντρωμένων υφιστάμενων δομών, στην κορυφή των οποίων είχαν εδραιωθεί οι πρόκριτοι, ενώ στο δεύτερο η μία και ενιαία αδιαίρετη εξουσία παρέπεμπε σε συγκεντρωτικό κράτος δυτικοευρωπαϊκού, για την εποχή, τύπου.

Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να σκιαγραφήσει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για τη σύσταση και την οργάνωση τακτικού στρατού, να παρουσιαστούν οι κύριοι εκπρόσωποι αυτής της πολιτικής και, κυρίως, να ερμηνευθούν οι λόγοι για τους οποίους το όλο εγχείρημα ήταν εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να υλοποιηθεί.

Η πρώτη προσπάθεια δημιουργίας τακτικού στρατού συνδέεται με τον Δημήτριο Υψηλάντη, από την πρώτη στιγμή που αφίχθηκε στην επαναστατημένη Ελλάδα το καλοκαίρι του 1821. Προερχόμενος από τις τάξεις του ρωσικού στρατού ο Έλληνας πρίγκιπας τη μόνη στρατιωτική οργάνωση που γνώριζε αφορούσε αυτήν του τακτικού, του απολύτως πειθαρχημένου στην εκάστοτε τεταγμένη ηγεσία.

Μάλιστα, η άφιξή του συνοδεύτηκε από ένα σώμα 300 περίπου εθελοντών Ελλήνων, προερχόμενων από περιοχές όπου δεν μπορούσαν να σημειωθούν στρατιωτικές επιτυχίες και να εδραιωθεί επαναστατικό κλίμα, όπως η Μακεδονία, η Θράκη και η Μικρά Ασία. «Θερμός ζηλωτής»[2] του τακτικού στρατού ο Υψηλάντης έδωσε τέτοια χαρακτηριστικά στο συγκεκριμένο σώμα, όπως ομοιόμορφη στολή, ιεραρχία και μισθό, με βάση τα οικονομικά που είχε εξασφαλίσει από τη Ρωσία.[3] Με τη συμμετοχή του σε κάποιες επιχειρήσεις της Πελοποννήσου κατά τους πρώτους μήνες το συγκεκριμένο σώμα εξάντλησε όλη τη δραστηριότητά του.

 

Δημήτριος Υψηλάντης. Ο Υψηλάντης υπερασπίζεται ανδρείως την πόλιν Άργος. Peter Von Hess.

 

Η εκτεταμένη αταξία που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας αλλά και της άλωσης της Τριπολιτσάς αποτελούσε ικανή απόδειξη για να κατανοήσει ο Υψηλάντης ότι οι δυσκολίες που είχε να υπερβεί για να υλοποιήσει τα σχέδιά του κάθε άλλο παρά αμελητέες ήταν.

Στην Πελοπόννησο, επίσης, ο Κολοκοτρώνης, μολονότι κύριος εκπρόσωπος των παραδοσιακών στρατιωτικών αντιλήψεων, επιχείρησε για να ξεπεραστούν οι αντιξοότητες των πρώτων επιχειρήσεων να προσδώσει στοιχεία ευταξίας στους άνδρες του, με την έκδοση κανονισμού λειτουργίας των στρατοπέδων ή επιβολή ποινών για απείθαρχη δράση.[4] Η λεπτομερής πρόβλεψη του Οργανισμού που εκπονήθηκε στο πλαίσιο λειτουργίας της Πελοποννησιακής Γερουσίας για την οργάνωση της ιεραρχίας, τη μισθοδοσία και την επιβολή ποινών, αποδεικνύει τη βούληση της ηγεσίας για διεξαγωγή του πολέμου, κατά το δυνατό, με όρους τακτικού στρατού, με αποτελέσματα ωστόσο, όπως θα αποδειχθεί σύντομα, μηδαμινά.[5]

Στη Στερεά Ελλάδα το ίδιο εγχείρημα θα αποδειχθεί ακόμη δυσκολότερο. Κύριος εκφραστής των προσπαθειών εδώ υπήρξε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο όποιος σε επιστολή του εξέφραζε το σκεπτικό του:

 

«δια να βαστάξωμεν στρατεύματα και να τα θρέψωμεν, έχομεν ανάγκην αυτού του συστήματος [ενν. ευρωπαϊκού], διότι άνευ αυτού ούτε έθνη λογιζόμεθα ούτε αναγνωριζόμεθα από τας άλλας δυνάμεις, ούτε δάνεια ευρίσκομεν, ούτε πρεσβείαν ημποροΰμεν να στείλωμεν εις το κογκρέσον, όπου συγκροτείται εις Βιέννην».[6]

 

Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Ο Μαυροκορδάτος υπερασπίζεται με επιτυχία την πόλη του Μεσολογγίου.

Έχοντας επίγνωση της μεγάλης ισχύος που διέθεταν οι οπλαρχηγοί στη Στερεά ο Φαναριώτης πολιτικός επιχείρησε να τους προσεταιρισθεί και, τελικά, να τους υπαγάγει στην επιρροή του, εγχείρημα το οποίο θα αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολο και οι προσπάθειές του αναποτελεσματικές.[7] Αυτές πάντως θα συνεχιστούν κατά τη διάρκεια των εργασιών της Α’ Εθνοσυνελεύσεως, όπου θα επικρατήσει των αντιπάλων του.

Εκδόθηκε, λοιπόν, Γενικός Στρατιωτικός Οργανισμός, με σκοπό «να ευδοκιμήσωσι τα στρατεύματα και εμποδισθώσιν όσα από την αταξίαν προέρχονται κακά» αλλά και να «γίνωνται γνωστά προς την Διοίκησιν τα ανδραγαθήματα εκάστου, δια να ανταμείβωνται παρ’ αυτής».[8] Για τον Μαυροκορδάτο η υπαγωγή των ενόπλων στην πολιτική εξουσία, στον εκάστοτε Μινίστρο του Πολέμου, αποτελούσε τη μόνη ενδεδειγμένη λύση, εφ’ όσον προέτασσε ως πρότυπο τη δυτικοευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ο νόμος που εμπνεύστηκε και εξέδωσε την 1η Απριλίου 1822 αφορούσε μια εξαιρετικά φιλόδοξη προοπτική για συγκρότηση μιας ένοπλης δύναμης, με Βαρύ και Ελαφρύ Πεζικό, Πυροβολικό και Ιππικό, «απαραλλάκτως τοις στρατοΐς των Ευρωπαϊκών Κρατών»,[9] επειδή «η τάξις απανταχού χρήσιμος» και το «Στρατιωτικόν μάλιστα με την τάξιν και ωφελιμότερον και αναγκαιότατον».

Επιπλέον, επειδή ο τοπικισμός συνιστούσε ένα σοβαρό εμπόδιο για την άσκηση μιας συγκεντρωτικής πολιτικής, φρόντισε οι άνδρες των σωμάτων να «διανέμονται μιγάδες […] χωρίς ποτέ να είναι συγκεχωρημένον να σχηματισθή σώμα ξεχωριστόν και συνιστάμενον από κατοίκους ενός μόνον και του αυτού μέρους της Ελλάδος». Ο Μαυροκορδάτος, επίσης, σε μεγάλο βαθμό θα στηρίξει τις προσπάθειές του στους φιλέλληνες που είχαν αφιχθεΐ στην Ελλάδα με σκοπό να πολεμήσουν και οι όποιοι μην έχοντας οποιονδήποτε δεσμό με εγχώριους ενόπλους θα μπορούσαν να υλοποιήσουν με μικρότερη δυσκολία τα σχέδιά του.[10]

Οι απόπειρες για σχηματισμό τακτικού στρατού θα συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια, παρόλο που οι εμφύλιες διαμάχες μετά το 1823 θα οξύνονται και τα οποιαδήποτε σχέδια γίνονταν παρανάλωμα εκδικητικών πράξεων βίας και, συνεπώς, λιγότερο εφαρμόσιμα. Το 1824 οι εκκλήσεις της «Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος» για «ευνομία» και «ισοτιμία» ακούγονται παράταιρες και μοιάζουν να απευθύνονται σε μερίδα μόνο των επαναστατών.

Παπαφλέσσας. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία. Adam Friedel.

Μάταια, λοιπόν, ο Γρηγόριος Δικαΐος ή Παπαφλέσσας, από τη θέση του υπουργού των Εσωτερικών, πραγματοποιεί την έκκληση, υποδεικνύοντας μάλιστα ως αιτία της διαρκούς αταξίας την «μέχρι τούδε καθυστέρησιν», την οποία προκάλεσε «η αυτογνώμων και ισχυρογνώμων θέλησις των ατάκτων στρατιωτικών». Και οι «συμβουλές» – εντολές που ακολουθούν στη συγκεκριμένη Εγκύκλιο μοιάζουν περισσότερο με ειρωνεία, όταν ζητείται για παράδειγμα από τον «αρχηγόν» των στρατιωτών να τους «οδηγεί εις τας καλάς πράξεις, να φέρωνται ήσυχα, εύτακτα και να μη ενοχλώσι κανένα ποτέ» αλλά «και ν’ απαγορευθώσιν από το να ρίπτουν τουφέκια την νύκτα ματαίως».[11] Και όταν παραβιάζονταν αυτές η άλλες αρχές, όπως περιγράφονταν στην Εγκύκλιο, ο στρατιώτης προβλεπόταν ότι «θέλει παιδεύεσθαι αυστηρότατα».[12] Το ζητούμενο, βέβαια, ήταν πως θα μπορούσε να επιβληθεί η κεντρική διοίκηση στις επιμέρους στρατιωτικές ηγεσίες και αυτές με τη σειρά τους στους ενόπλους ούτως ώστε οι αυστηρές συστάσεις να έχουν πραγματικό νόημα.

Τον ίδιο καιρό, ο γιατρός Παναγιώτης Ρόδιος, από τη θέση του Γενικού Γραμματέα της κυβέρνησης Γεωργίου Κουντουριώτη, πραγματοποίησε έκκληση για επάνοδο των ανδρών που ανήκαν μέχρι προ τινος σε τακτικά σώματα και είχαν αποχωρήσει είτε λόγω των δυσλειτουργιών είτε εξαιτίας των εμφύλιων διενέξεων. Μάλιστα, ως επιπλέον κίνητρο δινόταν η υπόσχεση για διασφαλισμένη διατροφή, έστω και περιορισμένη, με μερίδα 300 δραμίων ημερησίως, «κατά μήνα δε εν δίστηλον».[13] Η προσπάθεια απέδωσε κάποια, πενιχρά έστω, αποτελέσματα, ενώ υπήρξαν και ορισμένοι νεοσύλλεκτοι. Ωστόσο, ο Ρόδιος, επίμονος υποστηρικτής της δημιουργίας τακτικού στρατού, έπρεπε να ξεπεράσει τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς που είχαν αρχίσει να κλιμακώνονται στους κόλπους των επαναστατών.[14] Ένα χρόνο πριν, είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Ιταλό φιλέλληνα στρατιωτικό Γκουβερνάντι, όταν απαίτησε να υπαχθεί υπό τις διαταγές του ό,τι συνιστούσε μέχρι τότε τακτικό στράτευμα, πρόταση που έθιξε τον συνάδελφό του, ο οποίος παραιτήθηκε και αποχώρησε από την επαναστατημένη Ελλάδα. Αλλά και ο ίδιος ο Ρόδιος, μολονότι «συνεργεία των πολιτικών φίλων του»,[15] κατάφερε να επικρατήσει σε αυτήν τη διένεξη, δεν θα αργήσει να διαπιστώσει τις ανυπέρβλητες δυσκολίες και, «στερούμενος των προς συντήρησιν μέσων»,[16] θα υποχρεωθεί σε παραίτηση.

Κάρολος Φαβιέρος

Θα υπάρξει και δεύτερη παραίτηση του Ρόδιου, τον επόμενο χρόνο, όταν ανατέθηκε στον Γάλλο Κάρολο Φαβιέρο (Charles Fabvier) η ευθύνη για την οργάνωση και τη διοίκηση του τακτικού, οπότε ο Έλληνας αξιωματικός αισθάνθηκε να θίγεται. Εξάλλου και η τοποθέτηση του Φαβιέρου στηριζόταν στη λογική ενός εσωτερικού ανταγωνισμού, αφού η τοποθέτησή του γινόταν για να υποσκελισθεί ο ανεπιθύμητος από την κυβέρνηση Κουντουριώτη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Ο Γάλλος στρατηγός ήταν σαφής όταν δημοσιοποίησε την έκκληση για την οργάνωση του τακτικού: η ευρωπαϊκή αναγνώριση και η εμπέδωση κλίματος πειθαρχίας.[17] Η δημιουργία στρατιωτικής μπάντας από τον Γερμανό Μάγγελ απέβλεπε στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για να ευοδωθούν επιτέλους τα σχέδια, ωστόσο τέτοιες πρωτοβουλίες έμοιαζαν με περιττή πολυτέλεια. Οι 3.500 άνδρες που θα προκύψουν θα αποδειχθούν ελάχιστη δύναμη, όχι τόσο αριθμητικά, όσο ουσιαστικά. Το εν λόγω σώμα θα συνυπήρχε, βεβαίως, με τα άτακτα σώματα αλλά ένα βαθύ χάσμα χώριζε τις δύο πλευρές και ακύρωνε στην πράξη κάθε προσπάθεια.

Για παράδειγμα, στην Αθήνα σημειώθηκαν συμπλοκές μεταξύ ανδρών του τακτικού και των ατάκτων, με δύο τραυματίες, με αφορμή τη μέθη ενός ιππέα του τακτικού. Όπως, επίσης, η κλοπή των «προς πλύσιν ενδυμάτων» μιας νοικοκυράς από στρατιώτη του Α’ τάγματος στάθηκε αφορμή να απολυθεί και να διαπομπευθεί.[18]Τα ευτράπελα αυτά επεισόδια αποκαλύπτουν την υπολανθάνουσα διαμάχη αλλά και τις εγγενείς δυσκολίες του εγχειρήματος για τη δημιουργία τακτικού και πειθαρχημένου στρατού, σε μία κοινωνία όπου η παρανομία κατά τη μακραίωνη ξενική υποδούλωση ήταν κατόρθωμα, πράξη αντίστασης, γενναιότητας και αντικείμενο θαυμασμού.

Σε αυτά να προσθέσουμε και την αδιάπτωτη φιλαρχία, αποτέλεσμα των πολιτικών διαγκωνισμών. Ο Γιάννης Γκούρας, ρουμελιώτης καπετάνιος με απήχηση στην περιοχή, τον Δεκέμβριο του 1825 υπογράμμιζε με εγκύκλιό του την αξία που είχε το τακτικό, διότι η έλλειψή του «επροξένησε πολλά κακά και εμπόδισε την πρόοδον και ανεξαρτησίαν του έθνους». Τα άτακτα ήταν χρήσιμα «δια την θέσιν της Ελλάδος και δια τας προλήψεις του εχθρού και δια άλλους λόγους», όμως ο ίδιος – υπογραμμίζοντας τη σημασία του τακτικού – έσπευδε να «γυμνασθή» στο σώμα του τακτικού.[19] Ωστόσο, ο Γκούρας, όταν θέλησε να ορισθεί ως διοικητής ενός τάγματος του τακτικού, συνάντησε την άρνηση του Φαβιέρου. Η αμοιβαία δυσπιστία δηλητηρίαζε τη σχέση των δύο ανδρών για έναν επιπλέον λόγο: ο Γάλλος ήταν προσκείμενος στον Μαυροκορδάτο, ενώ ο Γκούρας στον Κωλέττη, συνεπώς η συνύπαρξη κάθε άλλο παρά αρμονική θα μπορούσε να είναι. Και από τη στιγμή που ο Γκούρας δεν πέτυχε τον στόχο του, εξεδήλωσε απροκάλυπτα την αντίθεσή του. Γράφει ο Μακρυγιάννης:

 

«Βγαίνει ο Γκούρας από το ταχτικόν. Κάνει πλήθος αντενέργειες αυτός και οι σύντροφοί του, Αθηναίγοι και κυβερνήτες, να το διαλύσουν το ταχτικόν. Ο καϊμένος ο Φαβγές έτρεξε εις την προκομμένη Διοίκηση δια να δώση τα μέσα. Εις την Αθήνα ήταν σκουτιά του ταχτικού κι άλλα αναγκαία. Πολεμούσαν να τα κάμουν οι καλοί πατριώτες πλιάτζικα. […] Τότε ο Γκούρας, ο Ζαχαρίτζας, ο Βρανάς, ο Σουρμελής κι άλλοι συντρόφοι τους Αθηναίγοι […] κάνουν χιλιάδες αντενέργειες να χαλάσουν το ταχτικόν και του κόβουν όλα τα μέσα, να διαλυθή χωρίς άλλο».[20]

 

Αλλά το ακόμη χειρότερο επιφυλασσόταν για τα σχέδια του Φαβιέρου στη συνέχεια, όταν η κυβέρνηση του ανακοίνωσε ότι δεν είχε τα υλικά μέσα για τη συντήρηση του σώματος, το όποιο εν τω μεταξύ αναπτυσσόταν, παρά τις δυσχέρειες που συναντούσε. Ο Γάλλος φαινόταν εκτεθειμένος και στη συνέχεια οι προσπάθειές του φαίνονταν καταδικασμένες σε αποτυχία.

 

Ιωάννης Μακρυγιάννης, σχέδιο Benjamin Mary, 30 Απριλίου 1840.

 

Η εκστρατεία που επιχείρησε στην Κάρυστο με σκοπό να καταλάβει την Εύβοια και να την καταστήσει το πρώτο τμήμα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, προσέκρουσε στην αδυναμία να εξευρεθούν τα μέσα για τη συντήρηση των ανδρών του, από τη στιγμή που «επολιορκούντο οι Έλληνες σφαιροβολούμενοι ακαταπαύστως και στερούμενοι πάσης τροφής, ώστε η κατάστασίς των ήτον ελεεινοτάτη ένεκα της απερισκεψίας των διεπόντων».[21]

Κατόπιν διαφώνησε με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη για την οργάνωση του Αγώνα στην Ανατολική Στερεά, επειδή ο Έλληνας οπλαρχηγός θεωρούσε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια για συγκρότηση τακτικού στρατού θα ήταν καταδικασμένη, από τη στιγμή που ο εχθρός είχε αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις και τις όποιες θα μπορούσε «εντός ολίγου να τας αναπληρώση από την ευρείαν και εκτεταμένην αυτοκρατορίαν του», ενώ οι Έλληνες, εάν έχαναν μία σημαντική μάχη, έχαναν τον πόλεμο, αφού δεν είχαν «δυνάμεις διαθεσίμους» για να τις αναπληρώσουν.[22] Η αποτυχημένη εκστρατεία του Γάλλου φιλέλληνα στη Χίο σφράγισε τις ειλικρινείς και σε κάθε περίπτωση ανιδιοτελείς προσπάθειές του.[23]

Γενικότερα, όλες οι λεπτομερείς προβλέψεις τόσο του Γενικού Στρατιωτικού Οργανισμού, όσο και των ρυθμίσεων που θα ακολουθήσουν εν σχέσει με την ιεραρχία, την πειθαρχία και τις αμοιβές, πάντα βάσει των γαλλικών στρατιωτικών προτύπων, θα αποδειχθούν κενά περιεχομένου και απλώς εξέφραζαν τις αισιόδοξες αντιλήψεις των εμπνευστών τους.

Αν θέλαμε να συνοψίσουμε τους λόγους για τους οποίους η διεξαγωγή του πολέμου με άτακτα στρατεύματα αποτελούσε τη μόνη ενδεδειγμένη λύση, θα καταλήγαμε στις έξης σκέψεις.

Το βασικό διακύβευμα ήταν ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονταν οι διάφορες πολιτικές και κοινωνικές μερίδες τη συγκρότηση του υπό ανεξαρτησία ελληνικού κράτους και την κατανομή της εξουσίας. Ο Δ. Υψηλάντης, για παράδειγμα, συγκεντρώνοντας στα χέρια του τη στρατιωτική εξουσία, απειλούσε να αφαιρέσει ένα πολύ ισχυρό έρεισμα από τους προκρίτους, κάτι που οι τελευταίοι δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν.[24] Ο Κανέλλος Δεληγιάννης υπήρξε ο γνησιότερος και ο οξύτερος επικριτής των προσπαθειών του πρίγκιπα, κατανοεί τον κίνδυνο που διατρέχουν τα παραδοσιακά προνόμιά του και για αυτό δεν φείδεται χαρακτηρισμών, όταν στρέφεται εναντίον του:

 

«[…] απήτει να τον γνωρίσωμεν δικτάτορα και ανώτατον άρχοντα του Έθνους με τον τίτλον του Αρχιστρατήγου, να κινή και να οδηγή τας κατά ξηράν και θάλασσαν στρατιωτικάς δυνάμεις, κατά το δοκοΰν, χωρίς να χρεωστή να δώση λόγον εις κανένα να κυβερνά απολύτως, να διοργανώση τας επαρχίας, να διορίζη όλους τους υπαλλήλους εις όλους τους κλάδους της δημοσίου υπηρεσίας και όλας τας πολιτικάς αρχάς κατ’ αρέσκειαν».[25]

 

Αλλά και μερίδα των στρατιωτικών, ιδιαίτερα εκείνοι που διατηρούσαν ισχυρούς δεσμούς με προκρίτους, τον αντιμετώπιζαν με προκατάληψη, θεωρώντας η πολιτική του «εγίνετο επί τω σκοπώ του να καταστρέψωσι δι’ αυτού την δύναμιν των κατ’ επαρχίας προκρίτων»,[26] οπότε, αφού κινδύνευαν να παραγκωνιστούν οι ίδιοι, φρόντισαν να υπονομεύσουν οποιαδήποτε προσπάθεια για τη σύσταση του τακτικού. Από αυτήν τη θεμελιώδη θέση ξεκίνησαν οι διαφορετικές προσεγγίσεις και οι συνακόλουθες έριδες. Ωστόσο, άλλες επιμέρους, κάθε άλλο παρά ήσσονος σημασίας, δυσχέρειες κατέστησαν το ζήτημα του σχηματισμού αξιόλογου σε χρονική διάρκεια και ισχύ τακτικού στρατού εξαιρετικά πολύπλοκο και δυσεπίλυτο. Η μόνιμη οικονομική δυσπραγία στις τάξεις των επαναστατών ακύρωνε εν τοις πράγμασι ό,τι σχεδιαζόταν επί χάρτου. Το όλο εγχείρημα προϋπέθετε σταθερά κυβερνητικά σχήματα και οργάνωση που θα εξασφάλιζε με την κατάλληλη οργάνωση τους αναγκαίους ή έστω τους βασικούς πόρους για τη διεξαγωγή ενός μακροχρόνιου αγώνα. Ακόμη και τα δάνεια που συνάφθηκαν με την Αγγλία το 1824 διασπαθίστηκαν στους εμφυλίους πολέμους.[27] Ακόμη και οι έκτακτες λύσεις, όπως οι έρανοι ή οι εκποιήσεις ιερών σκευών φανέρωναν φιλοπατρία και φιλότιμη διάθεση, ωστόσο περισσότερο πρόδιδαν το οικονομικό αδιέξοδο.[28]

Οι εκκλήσεις του εμβληματικού ηγέτη της Πελοποννήσου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς τις διοικητικές Αρχές στην κρίσιμη καμπή του 1825 για εξασφάλιση τροφίμων που θα συντηρούσαν τους άνδρες του στρατοπέδου του είναι μία από τις πάμπολλες που διατυπώθηκαν. Γίνεται αντιληπτό ότι οι δυσκολίες που θα συναντούσαν για το ίδιο ζήτημα άλλοι στρατιωτικοί ηγέτες, με λιγότερο κύρος και ισχύ, θα ήταν αναμφίβολα περισσότερες.

Ο Κολοκοτρώνης, λοιπόν, από τη Στεμνίτσα, απευθυνόμενος στη διοίκηση, τονίζει ότι «ελλείπουν όλα εν γένει τα μέσα τα αναγκαία εις την συντήρησιν του στρατοπέδου», καθώς το μόνο που διέθεταν επί ένα μήνα ήταν «αλεύρι όλον όλον οκάδας επτά ήμισυ χιλιάδες, χωρίς κανέν άλλο προσφάγι».[29] Και το σκώμμα που επιστρατεύει για να διεκτραγωδήσει την κατάσταση, μάλλον υπογραμμίζει τον επείγοντα χαρακτήρα του προβλήματος:

 

«Αν ηξεύρετε καμιά μηχανή να τρέφωνται με τον αέρα τα στρατεύματα, σας παρακαλώ να μου την στείλετε. Αν ηξεύρετε ότι είναι καμιά μηχανή να κάνη το χώμα μπαρούτι και ταις πέτραις μολύβι, στείλετέ μου τον μηχανικόν δια να το κάμωμεν· επειδή και ακόμη τέτοια εφεύρεσι δεν την έκαμαν οι άνθρωποι, σας λέγω στείλετέ μου ολα αυτά».[30]

 

Ακόμη και ο Μαυροκορδάτος βρέθηκε στην ανάγκη να δηλώσει αδυναμία στον Γκουβερνάντι για την παροχή των αναγκαίων: «Ύπαγε με το σώμα σου να ιδιοσυντηρηθής. Η κυβέρνησις της Ελλάδος ουδέν έχει να σοι δώση προς διατήρησιν».[31] Το 1826 πλέον, και ενώ με την πτώση του Μεσολογγίου η επανάσταση ψυχορραγούσε, ο Δημήτριος Ευμορφόπουλος κάνει έκκληση προς τη Διοίκηση για να φροντίσει τη συντήρηση των στρατιωτών – εν προκειμένω αναφέρεται στους Δερβανοχωρίτες – οι οποίοι, όπως έγραφε, «αποθνήσκουσι από την πείναν, αυτοί και οι φαμίλιαις των».[32]

Επιπλέον, η μόνιμη ροπή προς την αταξία, αποτέλεσμα πολυετών βιωματικών εμπειριών, λειτούργησε ασφαλώς αρνητικά προς οποιαδήποτε πρόθεση δημιουργίας πειθαρχημένου σε μία νεοπαγή εξουσία στρατού. Οι στρατιώτες κλήθηκαν στις έκτακτες συνθήκες ενός πολέμου να αποστασιοποιηθούν από μακροχρόνιες έξεις και να προσαρμοσθούν σε κάτι νέο όπως ήταν η πειθαρχία, κάτι όμως που είχε υπερβολικές απαιτήσεις και προϋπέθετε μακρά εξάσκηση και εγχάραξη νέας νοοτροπίας.[33]

Από την πλευρά τους οι οπλαρχηγοί, με αυξημένο ούτως η άλλως κύρος, δρούσαν σαν να είχαν προσωπικό στρατό, με τον όποιο άλλωστε μπορούσαν να διαπραγματευθούν οτιδήποτε ή να προσδεθούν στο άρμα ενός προκρίτου στη βάση αμοιβαίων εξυπηρετήσεων. Εξάλλου, οι νικηφόρες μάχες των πρώτων ετών είχαν δημιουργήσει την ισχυρή πεποίθηση στον λαό ότι οι καπετάνιοι έχουν επωμισθεί τον κύριο ρόλο της εθνικής απελευθέρωσης και, συνεπώς, είχαν την καθολική αποδοχή. Θα ήταν, πράγματι, εξαιρετικά δύσκολο να δεχθούν την υπαγωγή τους στην πολιτική εξουσία ως απλώς μισθοδοτούμενοι υπάλληλοι του υπό διαμόρφωση κράτους, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που δεν είχαν γνωρίσει ή αναγνωρίσει ποτέ μία κεντρική διοίκηση, την οποία ούτως η άλλως την προσελάμβαναν ως κάτι εχθρικό, απόμακρο και αντίθετο προς τα συμφέροντά τους.[34]

Ο Γεώργιος Γλαράκης, Γραμματέας Εξωτερικών και Ναυτικών την περίοδο μεταξύ Μαΐου 1827- Ιουνίου 1828, γνώριζε πολύ καλά το πρόβλημα, όταν απευθυνόταν στον Χάιντεκ, τον Βαυαρό φιλέλληνα αξιωματικό και μετέπειτα αντιβασιλέα:

 

«Δεν αμφιβάλλω ότι πλήθος νέων ζητεί να στρατολογηθή ύφ’ υμών· ούτοι θα στέρξωσι να ενδυθώσι και μάλιστα να εκγυμνασθώσι ταχέως, άλλ’ άμα εξέλθωσι και προσκολληθώσι εις οιονδήποτε τακτικόν σώμα, το πλείστον μέρος αυτών θα δραπέτευση, ίνα ενωθή πάλιν μετά των παλληκαρίων, η άλλως να περιτρέχη την χώραν».[35]

 

Σε όλους αυτούς τους παράγοντες θα πρέπει να προσθέσουμε και εκείνον που αφορά στον ενδεδειγμένο τρόπο διεξαγωγής των επιχειρήσεων από στρατηγικής – στρατιωτικής πλευράς. Εν προκειμένω, αναφερόμαστε σε συγκρούσεις με έναν οργανωτικά και αριθμητικά υπέρτερο αντίπαλο, μία αυτοκρατορία της οποίας οι έμψυχες δυνάμεις θα μπορούσαν να ανανεώνονται οποτεδήποτε, ανάλογα με τις ανάγκες που επέβαλε η περίσταση.

Η κατά παράταξη σύγκρουση, ασφαλώς, δεν ευνοούσε τις ελληνικές δυνάμεις και αυτό το γνώριζαν οι πεπειραμένοι οπλαρχηγοί. Εξάλλου, το πάθημα στη μάχη του Πέτα, όταν το τακτικό που αποτελούσαν κατά κύριο λόγο Φιλέλληνες, «μήπω εκπαιδευθέν αρκούντως, ούδ’ εις αυτάς τας μάλλον αναγκαίας ασκήσεις»,[36]]υπέστη συντριπτική ήττα, ήταν ηχηρό για να παραβλεφθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Ιμπραήμ πασάς σάρωνε, χωρίς ουσιαστική αντίσταση, την Πελοπόννησο η κυβέρνηση Κουντουριώτη παρείχε χάρη στον μόνο ηγέτη που μπορούσε να οργανώσει αντίσταση στην περιοχή, τον Κολοκοτρώνη. Ο στρατηγός δεν είχε ενδοιασμούς για τον τρόπο που έπρεπε να αντιμετωπιστεί ο ικανότατος Αιγύπτιος εισβολέας:

 

«Ανάγκη να αντιτάττωμεν εις αυτόν ό,τι εξαρτάται από ημάς, ό,τι μας έδωκεν ο Θεός και έχομεν· ταχύτητα εις την ταχύτητά του, επιμονήν εις την επιμονήν του […] ύποχώρησιν έγκαιρον εις τας ακαθέκτους ορμάς του· να τον παρακολουθώμεν δε με άοκνων όχλησιν προσκόμματα παρεμβάλλοντες έμπροσθεν εις τας προσθοπορείας του και παγίδας εις τας ουραγίας του, εκ πλαγίου, δεξιά και αριστερά, νυκτός και ημέρας, ενέδρες, κλοπές, δόλους· να μ’ ευρίσκη, ει δυνατόν, πάντοτε πλησίον του, χωρίς να με βλέπη· καταστροφήν και ματαίωσιν εις όσα κατορθοί, ή νομίζει ότι κατόρθωσε κατά τας περιστάσεις, έως ου κουρασθή, αποκάμη και απελπισθή. Και ο άγιος Θεός, ο την ελευθερίαν αποφασίσας, θέλει μας βοηθήσει. “Προσευχή και πέτρες”».[37]

 

Ο ίδιος, κάνοντας απολογισμό του Αγώνα αργότερα, διαπίστωνε:

 

«Αυτός ήτον ο μόνος τρόπος να κτυπούν τους Τούρκους, επειδή δια να συστήσω γενικόν στρατόπεδον δεν ημπορούσα, α’ διότι δεν είχα ζωοτροφίας, β’ πολεμοφόδια και γ’ διότι ήτο το μόνον αδύνατον να νικήσωμεν τους Τούρκους με παρατεταγμένη μάχη δια το πολυάριθμον του εχθρού, αλλά είχα δώσει οδηγίας να κτυπούν πάντοτε τον εχθρόν, από εμπρός, από πίσω, από τα πλευρά, τη νύκτα να του πέφτουν εις το ορδί, να καίουν οι εδικοί μας ταις ζωοτροφίας όταν δεν ημποροΰσαν να ταις πάρουν δια να μην ταις αφήσουν εις τους Τούρκους και με τούτον τον τρόπον εχαλιώντο πολλοί Τούρκοι, χωρίς να χάσωμεν Έλληνας».[38]

 

Την ίδια άποψη είχε και ο σημαντικότερος ηγέτης της Στερεάς, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο όποιος έτρεφε «ειλικρινή αποστροφήν» προς τον τακτικό στρατό. Και η σταθερή αυτή άποψή του «ου μόνον εξηγείται, αλλά και δικαιολογείται», αφού «ουδεμία υπάρχει σύγκρισις μεταξύ του τακτικού στρατού και του ατάκτου». Κι αυτό, διότι «επί της επαναστάσεως το τακτικόν μας ύπηρξε τοσούτον ευάριθμον και ατελώς ωργανωμένον, ώστε τη αληθεία ως πρόσκομμα μάλλον ηδύνατο να θεωρηθή η ως όργανον πολεμικόν επιτήδειον».[39]

Ιωάννης Καποδίστριας. Χρωμολιθογραφία από το περιοδικό, Νέος Αριστοφάνης, τέλος του 19ου αιώνα.

Οι υποστηρικτές της ιδέας για συγκρότηση τακτικού στρατού δεν στερούνταν επιχειρημάτων και, κυρίως, σχεδίου. Απλώς εκείνο που δεν εκτίμησαν σωστά ήταν οι ιδιομορφίες της ελλαδικής κοινωνίας, οι στρατιωτικές συνθήκες που διεξαγόταν ο πόλεμος και γενικότερα ερχόμενοι από τον εξωελλαδικό χώρο φαίνεται ότι αγνοούσαν ή υποτιμούσαν τις βαθύτατα ριζωμένες νοοτροπίες και αντιλήψεις του χώρου, στον οποίο αυτοβούλως και ανιδιοτελώς προσφέρθηκαν να παράσχουν τις υπηρεσίες τους. Διότι η προηγούμενη εμπειρία του κλεφταρματολισμού παρέπεμπε κυρίως σε «αταξία», σε διαπροσωπικές σχέσεις, η βάση των οποίων ήταν οι οικογενειακοί δεσμοί, διαπροσωπικές και τοπικού χαρακτήρα σχέσεις. Η σφυρηλάτηση επί δεκαετίες τέτοιων νοοτροπιών και σχέσεων ήταν εξαιρετικά δύσκολο – αν όχι αδύνατο – να διαρραγούν, πολύ περισσότερο, διότι το διακύβευμα ήταν η επικείμενη συγκρότηση και ο έλεγχος του κρατικού μηχανισμού.

Όταν θα αφιχθεί στην Ελλάδα ο Καποδίστριας τον Ιανουάριο του 1828, οι συνθήκες ήταν διαφορετικές τόσο ως προς την εξέλιξη του πολέμου, δεδομένου ότι είχε προηγηθεί η ναυμαχία του Ναυαρίνου, όσο και ως προς τον κρατικό φορέα που επιχειρούσε την εφαρμογή της στρατιωτικής πολιτικής. Ο Κυβερνήτης, θέλοντας να δομήσει ένα συγκεντρωτικό κράτος, θα εφαρμόσει ένα σχέδιο σταδιακής δημιουργίας ενός πειθήνιου στην κεντρική εξουσία στρατού. Σε μεγάλο βαθμό θα πετύχει ό,τι είχε σχεδιάσει,[40] ωστόσο οι αντίρροπες δυνάμεις που θα εναντιωθούν στον σχεδιασμό του θα αποδειχθούν πιο ισχυρές και αποτελεσματικές, όπως αποδείχθηκε εκείνο το πρωινό του Σεπτεμβρίου του 1831 στο Ναύπλιο.[41]

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Για τον κλεφταρματολισμό, βλ. ενδεικτικά, Σπύρος Ασδραχάς, «Από τη συγκρότηση του αρματολισμού», Επιθεώρηση Τέχνης, σ. 126, 1965· John Alexander, Brigandage and public order in Morea, 1685-1806, Athens, 1986· Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Νέα στοιχεία περί του θεσμου των κάπων εν Πελοποννήσω», στο Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, τ. 11, 1956, σσ. 78-85· John Campbell, Honour, Family, and Patronage: a Study of Institutions and Moral Values in a Greek Mountain Community, Oxford University Press, 1964· Παναγιώτης Στάθης, «Αρματολισμός. Χριστιανοί ένοπλοι στην υπηρεσία των Οθωμανών», στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000. Η Οθωμανική κυριαρχία, 1770-1821, Ελλη­νικά Γράμματα, 2003, τ. 2ος, σσ. 339-340.

[2] Κωνσταντίνος Διαμάντης, Δημήτριος Υψηλάντης, 1793-1832. Μέρος Πρώτον: Πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου της ’Αρχής. Τμήμα Πρώτον: τα μέχρι της αφίξεως εις το στρατόπεδον των Τρικόρφων, 1793-2 Ιουλίου 1821, Αθήναι, 1966, σ. 126· του ιδίου, «Συνεργάται του Δημ. Υψηλάντη κατά τον αγώνα εν Πελοποννήσω», Πελοποννησιακή Πρω­τοχρονιά, Ζ’, 1963, σσ. 191-196.

[3] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών και των μετά ταύτα συμβάντων, ων συμμετέσχεν ο τακτικός στρατός από του 1821 μέχρι του 1833, επιμ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, εκδ. Γ. Τσουκαλά, Αθήναι, 1956, σ. 24· Παναγής Ζούβας, Η οργάνωσις Τακτικού Στρατού κατά τα πρώτα έτη της Επαναστάσεως του 1821, Αθήναι, 1969, σ. 38.

[4] Ιωάννης Κολοκοτρώνης Υπομνήματα, ήτοι Επιστολαί και διάφορα Έγγραφα αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν από 1821-1827, συλλεγέντα μεν υπό υποστρατήγου, Ιωάννου Θ. Κολοκοτρώνη, εκδοθέντα υπό Χ. Ν. Φιλαδελφέως, Aθήνησι, 1856, σσ. 36-37.

[5] Απόστολος Βακαλόπουλος, Τα Ελληνικά Στρατεύματα του 1821. Οργάνωση, ηγεσία, τακτική, ήθη, ψυχολογία, Θεσσαλονίκη, 1948, σσ. 74-75.

[6] Μαυροκορδάτος προς Πραΐδη από το Μεσολόγγι τον Οκτώβριο του 1821, Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας, Αρχείον ’Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, επιμ. Εμμανουήλ Πρωτο­ψάλτη, τ. Α’ Έγγραφα των ετών 1803-1822, Αθήναι, 1963, σ. 73. Το Συνέδριο των Δυνά­μεων συνήλθε πάντως στη Βερόνα το 1822 και όχι στη Βιέννη, όπως μάλλον εκ παραδρομής γράφει ό Φαναριώτης πολιτικός.

[7] Γεώργιος Θεοδωρίδης, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Ένας Φιλελεύθερος στα χρόνια του Εικοσιένα, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, 2012, σσ. 71-72.

[8] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832. Αί Εθνικαί Συνελεύσεις, έκδοσις Βι­βλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, Αθήναι, 1971, τ. Α’, σσ. 37-38.

[9] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν…, όπ.π, σ. 32.

[10] Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, οπ. π., τ. Α’, σ. 272. Επίσης, Αμβρόσιος Φραντζής, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος από του έτους 1715 και λήγουσα το 1836, διηρημένη εις τόμους τρεις, εν Αθήναις εκ της τυπογραφίας Κωνστ. Καστόρχη και Συντροφίας, 1839, τ. Δ’, σσ. 79-83. Ο συγγραφέας εξέδωσε συμπληρωματικό τέταρτο τόμο, για να συμπεριλάβει επιπλέον στοιχεία, κυρίως στατιστικά.

[11] Η έλλειψη όχι μόνον πειθαρχίας αλλά και πολεμικής εμπειρίας σε μερίδα των στρατιωτών είχε ως αποτέλεσμα να γίνεται άσκοπη χρήση των όπλων και, συνεπώς, να σπαταλούνται τα περιορισμένα ούτως η άλλως πολεμοφόδια. Το περιστατικό που περιγράφει ο Φωτάκος είναι χαρακτηριστικό: «Μίαν ημέραν μάλιστα, ενώ είχαμεν εμποδισμένους τους στρατιώτας να ρίχνουν τουφέκια, επειδή δεν είχαμεν πολύ μολύβι, έξαφνα ακούομεν κατά το μέρος του Περιθωριού τουφέκια […] Επήγε το απόσπασμα, αλλ’ αντί να εύρη Τούρκους εύρηκεν Έλληνας στρατιώτας καμπίσιους, οι όποιοι είχαν κρεμάσει μίαν καπότα εις ένα μέρος διά σημάδι και την ετουφεκούσαν. Ο σκοπός των ήτον να μάθουν και να ιδούν αν κόβη το βόλι, και αν ημπορούν να εύρουν τον άνθρωπον»· Φώτιος Χρυσανθόπουλος, Απο­μνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, υπό Φωτάκου πρώτου υπασπιστού του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, Αθήνησι, 1858, σσ. 79-80.

[12] Απόστολος Βακαλόπουλος, οπ.π., σσ. 296-297.

[13] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν.., οπ.π., σσ. 57-58.

[14] Για τη σημαντική προσωπικότητα τοy Παναγιώτη Ρόδιου, βλ. Παναγιώτης Σαβοριανάκης, Ο Παναγιώτης Ρόδιος και η εποχή του (1789-1851). «Αποχαιρετήσας τον Ασκληπιόν αφοσιώθη εις τον ’Άρην», Σαββάλας, 2003, ιδιαίτερα δε για την επαναστατική περίοδο, σσ. 47-132.

[15] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την ’Ελληνικήν., σσ. 54-55· του ίδιου, Ιστορία του τακτικού., σσ. 26-28.

[16] Στο ίδιο, σ. 56.

[17] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν…, οπ.π., σσ. 73-75.

[18] Στο ίδιο, σ. 76 και 78.

[19] Στο ίδιο, σσ. 79-80, όπου και ολόκληρη η εγκύκλιος.

[20] Ιωάννης Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, εκδ. Πέλλα, χ.χ., τ. Α’, σ. 189.

[21] Λάμπρος Κουτσονίκας, Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήναι, 1956, επιμ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, σ. 79. Επίσης, βλ. Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Ι. Ν. Σιδέρης, 1925, τ. Γ, σσ. 242-245.

[22] Στο ίδιο, σ. 249.

[23] Οι υπόνοιες και αιτιάσεις που ηγέρθησαν εναντίον του, ότι δηλαδή επιδίωκε να γίνει «δικτάτωρ όλης της Ελλάδος», Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν…, σ. 104, θα πρέπει να ερμηνευθούν ως μέρος των αντιδικιών και των ανταγωνισμών που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

[24] Για το ζήτημα της σύγκρουσης Υψηλάντη και μερίδας στρατιωτικών με το προυχοντικό κατεστημένο, βλ., Λάμπρος Κουτσονίκας, όπ.π, σσ. 47-48· Νίκος Ροτζώκος, Επανάσταση και Εμφύλιος στο Εικοσιένα, Πλέθρον, 1997· Άντ. Πρόκες- Όστεν, Ιστορία της Επαναστάσεως των Ελλήνων κατά του Οθωμανικού Κράτους εν έτει 1821 και της ιδρύσεως του Ελληνικού Βασιλείου, διπλωματικώς εξεταζομένη (μτφρ. Γ. Αντωνιάδου), Αθήνησι, εκ του τυπογραφείου της «Αθήνας», 1869, τ. Α’, σ. 59. Για το ίδιο ζήτημα κατά τη διάρ­κεια της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου, Απόστολος Δασκαλάκης, Οι Τοπικοί Οργανι­σμοί Της Επαναστάσεως του 1821 και το πολίτευμα της Επιδαύρου, Αθήναι, 1966.

[25] Κανέλλος Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, εκδόσεις Γ. Τσουκαλάς, 1957, τ. Α’, σσ. 239-240.

[26] Δημήτριος Αινιάν, Απομνημονεύματα, επιμ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης. Αθήναι, 1956, σ. 205.

[27] Κάρπος Παπαδόπουλος, Οδυσσεύς Ανδρούτσος και Γ. Βαρνακιώτης, επιμ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, εκδ. Γ. Τσουκαλά, Αθηναία, 1957, σ. 84· Νικόλαος Σπηλιάδης, Απομνημονεύματα συνταχθέντα διά να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ιστορίαν της Ελλάδος, τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, Αθήνησι, 1857, τ. Β’, σσ. 57-61. Για τους, ούτως ή άλλως επαχθείς, ορούς των συγκεκριμένων δανείων, βλ. Ανδρέας Ανδρεάδης, Ιστορία των εθνικών δανείων. Μέρος Α’, Τα δάνεια της ανεξαρτησίας (1824-1825) – Το δημόσιον χρέος επί της Βαυαρικής Δυναστείας, εν Αθήναις, 1904. Αναστατική έκδοση Νότη Καραβία.

[28] «Όθεν διέταξε τότε [η κυβέρνηση] την σύναξιν των αργυρών σκευών των τε εκκλησιών και των μονών απασών. Επέβαλε τον φόρον ή έραναν του κατά ψυχήν γροσίου, εξέδωκε νόμους περί δανείων, εσωτερικού τε και εξωτερικού, και έραναν τινά καταναγκαστικόν, αυτογνωμόνως επέβαλεν εις τους ευκαταστάτους των Πελοποννησίων και τους εύπορους των μοναστηρίων πατέρας […]. Βλ. Μιχαήλ Οικονόμου, όπ.π., τ. Α’, σ. 194.

[29] Ιωάννης Κολοκοτρώνης, Ελληνικά Υπομνήματα, ήτοι Επιστολαί και διάφορα Έγγραφα αφορώντα την ’Ελληνικών Επανάστασιν από 1821 μέχρι 1827, συλλεγέντα μεν υπό υποστρατήγου, Ιωάννου Θ. Κολοκοτρώνη, εκδοθέντα υπό Χ.Ν. Φιλαδελφέως, Αθήνησι, 1856, σ. 268.

[30] Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Διήγησις των συμβάντων της ’Ελληνικής φυλής, από τα 1770 έως τα 1836, Αθήνησιν, Τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, εν Αθήναις 1846, οπ.π., τ. Β’, σ. 200.

[31] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν.., οπ.π., 45.

[32] Δημήτριος Βακαλόπουλος, οπ.π., σ. 297.

[33] Εύστοχη εν προκειμένω η παρατήρηση του Φωτάκου: «Έλειπεν από το στρατόπεδον αυτό η πειθαρχία, διότι όλοι οι χωρικοί όσοι εμαζώχθησαν δεν είχαν πλέον τον Τούρκον τον αφέντη τους εις το κεφάλι τους. Η έξαφνη αυτή μεταβολή έκαμε τους ανθρώπους τους απλούς περισσότερον μωροθάμαχτους, τους εφαίνετο ότι ήτο παράξενον και απίστευτον, να πάρουν από τους αφεντάδες των τα άρματα και την δόξαν. Οι δε καπετάνιοι εις την αρχήν εμεταχειρίζοντο τους στρατιώτας ως αδελφούς των, επειδή επροσπάθουν να τους μάθουν τι θα ειπή επανάστασις, και ακόμη ουδέ εγνωρίζοντο ποιοι είναι οι ανώτεροι»· Φώτιος Χρυσανθόπουλος, οπ.π, σ. 29.

[34] John Petropoulos, Πολιτική και Συγκρότηση Κράτους στο ’Ελληνικό Βασίλειο (183­3-1843), Μ.Ι.Ε.Τ., 1985, τ. Α’, σ. 52· Νικηφόρος Διαμαντούρος, Οι απαρχές της συγκρό­τησης του σύγχρονου κράτους στην Ελλάδα, 1821-1828, Μ.Ι.Ε.Τ., 2006, σ. 223.

[35] Καρόλου Αϊδεκ, Απομνημονεύματα. Τα των Βαυαρών Φιλελλήνων εν Ελλάδι κατά τα έτη 1826-1829, μτφρ. Ν. Κωστή, περ. Αρμονία, Αθήναι, 1901.

[36] Χρήστος Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν.., όπ.π., σ. 35. Επίσης, Γενναίος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα.., όπ.π, σ. 72.

[37] Μιχαήλ Οικονόμου, Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας ή ο ιερός των Ελλήνων Αγών, έπιμ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, έκδ. Γ. Τσουκαλά, Αθήναι, 1957, τ. Β’, σσ. 77-78.

[38] Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Διήγησις…, όπ.π, τ. Β’, σ. 164. Παρακατιών, σ. 191, ο στρατη­γός παραδέχεται τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει, συνοψίζοντας: «Η αρχηγία ενός στρατεύματος Ελληνικού ήτον μία τυραννία, διότι έκαμνε και τον αρχηγό, και τον κριτή, και τον φροντιστή, και να του φεύγουν καθεημέρα και πάλιν να έρχωνται· να βαστάη ένα στρατόπεδον με ψέμματα, με κολακείες, με παραμύθια· να του λείπουν και ζωοτροφίαις και πολεμοφόδια, και να μην ακούν και να φωνάζη ο αρχηγός· ενώ εις την Ευρώπην ο Αρχιστράτηγος διατάττει τους στρατηγούς, οι στρατηγοί τους συνταγματάρχας, οι συνταγματάρχαι τους ταγματάρχας και ούτω καθ’ έξης· έκανε το σχέδιόν του και εξεμπέρδευε». Βλ. ανάλογες απόψεις και διαπιστώσεις, Δημήτριος Αινιάν, όπ.π, σ. 22.

[39] Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Γεώργιος Καραϊσκάκης κατά τους προτέρους βιο­γράφους, τα επίσημα έγγραφα και άλλας αξιοπίστους ειδήσεις, εν Αθήναις εκ του τυ­πογραφείου Νικήτα Πάσσαρη, 1867, όπ.π., σσ. 139-140.

[40] Στέφανος Παπαγεωργίου, Η Στρατιωτική Πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια. Δομή, οργά­νωση και λειτουργία του στρατού ξηράς της καποδιστριακής περιόδου, Εστία, 1986.

[41] Χρήστος Λούκος, Η Αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιω. Καποδίστρια, 1828-1831, διδακτορική διατριβή, Αθήνα, 1984, μελέτη που κυκλοφορήθηκε και το 1988, από τις εκδόσεις Θεμέλιο. Επίσης, του ίδιου, «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και οι Μαυρομιχαλαίοι», Μνήμων, τ. 4ος, 1974, σσ. 1-110.

 

*Δημήτρης Μαλέσης

Διδάκτωρ Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας, διδάσκων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.

Πρακτικά Η΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου για την επανάσταση του 1821: «Οι μεγάλες προσωπικότητες της Ελληνικής Επαναστάσεως. Ομοψυχία και διχόνοια κατά την Επανάσταση». Αθήνα 2020.

Το κείμενο αποδόθηκε στο μονοτονικό. Οι  επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που παρατίθενται στο κείμενο, οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

* Ο Δημήτρης Μαλέσης είναι πτυχιούχος του Παντείου Πανεπιστημίου (Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας). Μετά τον πενταετή κύκλο των Μεταπτυχιακών Σπουδών ανακηρύχθηκε παμψηφεί με βαθμό «Άριστα» σε διδάκτορα της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας από το ίδιο Πανεπιστήμιο. Τα ερευνητικά και συγγραφικά του ενδιαφέροντα αφορούν κυρίως στη λειτουργία των κοινωνικών θεσμών του Νεοελληνικού Κράτους κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, όπως ο Στρατός και η Εκκλησία. Έχει συγγράψει επτά μονογραφίες και πάνω από είκοσι άρθρα, δημοσιευμένα σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές, ενώ έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συνέδρια με ανακοινώσεις. Έχει εργασθεί στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και έχει διδάξει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Από το 2008 έχει εκλεγεί ως διδάσκων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.

 

 Σχετικά θέματα:

 

 

Η Χουρμαδιά τ’ Αναπλιού

$
0
0

Η Χουρμαδιά τ’ Αναπλιού – Χρήστος Πιτερός


 

Και μια κουρμαδιά, λαβωμένη απ’ τις μπάλες

ζούσε μάρτυρας άφωνος τόσων αιμάτων.

Στέφανος Δάφνης

Από την «Πύλη τη Στεριά» / στ’ Ανάπλι ως με την Κουρμαδιά.

Αναπλιώτης

Τη νύχτα της 13ης  Δεκεμβρίου 2008, το παλιότερο δέντρο της παλιάς πόλης του  Ναυπλίου, ο λυγερόκορμος φοίνικας, η χουρμαδιά τ’ Αναπλιού που έστεκε στα Πέντε Αδέλφια, ορόσημο του άκρου της πόλης, ακοίμητος φρουρός της νεότερης ιστορίας, μπροστά στην έπαυλη «Αμυμώνη» του ποιητή και λάτρη του Ναυπλίου, Θ. Κωστούρου, μας άφησε χρόνους.

Το υπεραιωνόβιο δένδρο είχε την ίδια ηλικία με το ανεξάρτητο Νεοελληνικό Κράτος και σύμφωνα με το θρύλο το φύτεψε ο πρώτος Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Η χουρμαδιά κατάφερε να επιβιώσει ως την εποχή μας με περιπέτειες από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά τη δεκαετία του 1950 γλύτωσε από την μεταπο­λεμική τουριστική «αξιοποίηση» με την κατεδάφιση σημαντικών παρακείμενων νε­οκλασικών κτιρίων της παλιάς πόλης για την κατασκευή, από τον EOT, του ξενοδο­χείου «Αμφιτρύων».

 

Βίλα «Αμυμώνη» με τη χουρμαδιά από Δ.

 

Το ξενοδοχείο Αμφιτρύων, αρχικά προβλεπόταν να επεκταθεί ακόμα δυτικότε­ρα και στο χώρο της χουρμαδιάς, αλλά η αγάπη του ποιητή και λάτρη τ’ Αναπλιού Θ. Κωστούρου πρόβαλε ως ασπίδα σωτηρίας την παράδοση, ότι το δέντρο αυτό το φύτεψε ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, με αποτέλεσμα να μην επεκταθεί το ξενοδοχείο και να εναρμονισθεί κατά το δυνατόν καλύτερα με τον προμαχώνα Πέ­ντε Αδέλφια και τα γειτονικά μνημεία της πόλης.

Αλλά ας παρακολουθήσουμε για λίγο από κοντά τη χουρμαδιά τ’ Αναπλιού στα Πέντε Αδέλφια από τα πρώτα χρόνια της ζωής της μέχρι το ξαφνικό τέλος της, με τον περιβάλλοντα ιστορικό χώρο, ο οποίος μέσα στο διάβα δυο αιώνων περίπου άλλαξε αρκετές φορές πρόσωπο. Η φοινικιά τ’ Αναπλιού είχε φυτρώσει στο χώρο αυτό προφανώς λίγα χρόνια πριν από την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα το 1828, το πιθανότερο στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Το δένδρο εικονίζεται ήδη το 1833, όταν ήταν ακόμα μικρό, σε υδατογραφία του G. Haubenschmidt,[1] την εποχή των Βαυαρών σε ελεύθερο χώρο αμέσως δυτικά από το στρατιωτικό Διοικητήριο και αργότερα Φρουραρχείο της πόλης με φόντο το Μπούρτζι, σ’ ένα ήρεμο τοπίο, με Βαυαρούς αξιωματικούς και φουστανελοφόρους.

 

O προμαχώνας των «Πέντε Αδελφών», A. Haubenschmid, 1833-1834, Βαυαρικό Πολεμικό Μουσείο (Ingolstadt Bayerisches Armeemuseum).

 

Σε άλλο πίνακα γύρω στα 1836 του Peytier, ο φοίνικας έχει σημαντικά μεγαλώσει και προεξέχει από τη στέγη ενός ισόγειου κτίσματος, μαγειρείου (;) ενώ στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα εικονίζεται σε φωτογραφία του 1934 δίπλα σε διώροφο  κτίριο, το οποίο στη δεκαετία του 1950 μαζί με τα παρακείμενα νεοκλασικά κτίρια κατεδαφίστηκε για την ανέγερση του ξενοδοχείου «Αμφιτρύων».

 

Ναύπλιο, η περιοχή της Χουρμαδιάς και το Μπούρτζι, E. Peytier

 

Λεπτομέρεια της παλιάς πόλης του Ναυπλίου με τη χουρμαδιά (1934).

 

Το 1941 κατά τον βομβαρδισμό των γερμανικών «στούκας» ένα πλοίο με πυρομαχικά βυθίστηκε σε μικρή απόσταση δυτικότερα από την είσοδο του λιμανιού και από τις εκρήξεις ένα σίδερο χτύπησε κατάκορμα το υπεραιωνόβιο δέντρο και του δημιούρ­γησε ανοιχτή ανεπούλωτη πληγή. Μετά τη θύελλα της τουριστικής «αξιοποίησης» της χώρας (1950-1960), το δέντρο βρήκε ασφαλή και ιδανική προστασία στην αυλή της έπαυλης «Αμυμώνη» του ποιητή και λάτρη του Ναυπλίου Θ. Κωστούρου.

Είναι αξιοσημείωτο ότι όλα τα κτίρια στη δυτική πλευρά της πόλης έχουν κατε­δαφιστεί και το ιστορικό πρόσωπο της πόλης έχει βάναυσα αλλοιωθεί. Η κατεδάφιση των κτιρίων αυτών είχε αρχίσει σταδιακά από το 1947.

 

Το ξενοδοχείο «Αμφιτρύων», η «Βίλα Αμυμώνη», ο προμαχώνας «Πέντε Αδέλφια» και στο βάθος η Ακροναυπλία με το «Ξενία Παλάς».

 

Η θανάσιμα τραυματισμένη χουρμαδιά με φαγωμένο τον κορμό απ’ το χρόνο, κατάφερε να επιβιώσει από τις καιρικές συνθήκες ως τις 13 Δεκεμβρίου 2008. Το δέντρο δεν άντεξε την ανεμοθύελλα εκείνης της νύχτας και ο κορμός του κόπηκε στα δύο, στο αδύνατο μέρος που έφερε τη βαθειά πληγή από τον τραυματισμό του από τις εκρήξεις του βομβαρδισμένου πλοίου το 1941, και έπεσε στο δρόμο. Σε παλιότερες εποχές το ξαφνικό πέσιμο του θρυλικού φοίνικα θα εθεωρείτο κακό ση­μάδι αλλά στην εποχή μας πέρασε απαρατήρητο.

Το μεγαλύτερο τμήμα του ραδινού κορμού του στέκεται ακόμα όρθιο διατρανώ­νοντας την θέλησή του να επιβιώσει. Φέρει ακόμα την αναρτημένη πινακίδα από τον ποιητή και λάτρη του χώρου Θεόδωρο Κωστούρο: «Έπαυλις Αμυμώνη. Τον φοίνικα κατά τον θρύλον φύτεψε ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος I. Καποδίστριας, 1828-1831».

 

Η Βίλα «Αμυμώνη» με τον κορμό του φοίνικα.

 

Από το 1821 ως την εποχή μας ο ιστορικός αυτός χώρος της πόλης άλλαξε τέσ­σερις φορές πρόσωπο στο διάβα δύο αιώνων, άλλοτε φυσιολογικά και άλλοτε βίαια με τη χαρακτηριστική και όχι άγνωστη, «νεοελληνική βαρβαρότητα» κυρίως για λόγους «τουριστικής αξιοποίησης». Σ’ όλες αυτές τις αλλαγές σταθεροί και αμετάβλητοι μάρτυρες και θεατές της ιστορίας έμειναν η χουρμαδιά και τα «Πέντε Αδέλ­φια» με τα πέντε κανόνια.

Αλλά ο φοίνικας που αναγεννάται από την τέφρα του και χρησιμοποιήθηκε από τον I. Καποδίστρια ως σύμβολο του αναγεννώμενου νεοελληνικού κράτους, θέλου­με να πιστεύουμε ότι θα ξαναβγάλει νέα κλαδιά και θα συνεχίσει… να πορεύεται μέσα στον ιστορικό χρόνο μαζί με την αιώνια πόλη του Ναυπλίου.

Η υπερυψωμένη ντάπια – (προμαχώνας) «Πέντε Αδέλφια» πάνω από τη θάλασσα, ακοίμητος φρουρός και βιγλάτορας, και το Διοικητήριο – Φρουραρχείο, με το μεγάλο χαγιάτι στραμμένο προς τη θάλασσα και την ελεύθερη λυγερόκορμη χουρμαδιά, όπου φώλιαζαν τα πουλιά, κάτω από την Ακροναυπλία και τα νεοκλασι­κά σπίτια ολόγυρα, ήταν ένας μοναδικός ιστορικός, μνημειακός χώρος της πόλης και κουβαλούσε μια νοσταλγική μνήμη από τα παλιά τα χρόνια.

Στο χώρο αυτό, όταν έμπαιναν ξένα πλοία στο λιμάνι με τα καθιερωμένα σφυρίγματα που αναστά­τωναν την πόλη, ο κόσμος έτρεχε στα «Πέντε  Αδέλφια» με τα πέντε κανόνια, για να τα καλωσορίσει, όπως εικονίζεται στην υδατογραφία του Peytier. Ένα από­σπασμα του πυροβολικού ανταπέδιδε χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς δημιουρ­γώντας γνώριμο τόνο πολεμικής ατμόσφαιρας. Μια τέτοια χαρμόσυνη ποιητική σκηνή του τέλους του 19ου αι. ξαναζωντανεύει νοσταλγικά με μια μπαλάντα ο ποιητής τ’ Αναπλιού Στέφανος Δάφνης, όταν στα 1885 φρούραρχος του Ναυπλίου ήταν ο συνταγματάρχης Γεώργιος Πλαπούτας,[2] εγγονός του Δ. Πλαπούτα με τις «δύο κοσμολάτρευτες κόρες του»:

 

Το παλιό μας τραγούδι θα πω στον καινούριο την ήχο

Και τ’ άτι του στίχου μου ας πάη δίχως γκέμι!

 

Ήταν κάπου μια ντάπια ψηλή, πιο απάνου απ’ τη θάλασσα

που ο αγέρας εμύριζε φύκια, κατράμι κι’ αλάτι.

Μια σημαία παράδερνε ξέφτια, σε μια βίγκλα στημένη

και μια κουρμαδιά, λαβωμένη απ’ τις μπάλες,

ζούσε μάρτυρας άφωνος τόσων αιμάτων.

 

Τις θυμάστε, της νιότης μου σύντροφοι, τη Μίνα, τη Μπέλλα,

τις δίδυμες, πούηταν μαζί κι’ αδερφάδες του Ονείρου,

τα μάτια σα γιάμπολη μαύρα, γλυκά,

σα φραγκοστάφυλο στόμα, κι’ οι κόρφοι ζυγά περιστέρια;

 

Στην Ντάπια της Γλώσσας γραμμή τα πέντε κανόνια

τα «Πέντ’ Αδέρφια» κοιμόνταν το μπρούτζινον ύπνο τους.

Μα σε μέρα γιορτής, ή σα μπαίνανε ξένα καράβια

κι’ αντηχούσε ο παιάνας του Εγγλέζου

χαιρετώντας τ’ Ανάπλι του Θρύλου,

τα κανόνια μας τότε ξυπνούσαν ν’ απαντήσουν στο «Χαίρε!»

Κ’ είτε ξάστερη φέγγιζε η μέρα, κ’ η θολούρα σερνόταν στο κύμα,

πρωτοβρόνταγε ο Στόλος στο φόντο, η φανφάρα,

τα σπουργίτια απ’ το δέντρο φεύγαν σκιαγμένα,

και ψηλά, στα μπεντένια, ο καπνός σηκωνόταν

καθώς μπαίναν τα ξένα καράβια μ’ απλωμένα σινιάλα.

 

Τότε, οι δικοί μας, του τόπου παιδιά, Οπλοστασίτες,

με στριμένα μουστάκια, με μούσι, με στολή βαθιογάλαζη,

σοβαροί στην παράτα πήγαιναν με φλογάτο λοφίο.

Σε κάθε απ’ τα πέντε κανόνια μας στεκότανε κι’ ένας,

με αναμμένο δαυλό, καρτερώντας τη διάτα…

Και μερμήγκιαζε ο γιαλός απ’ τον κόσμο, τα τείχη.

 

Μα ο νέος Λοχαγός δεν το πρόσταζε ακόμα ν’ αρχίσουν

κι’ όλο κρατούσε τα μάτια σ’ ένα ψήλωμα, κάπου,

στου Φρουράρχου το σπίτι, με τις δυό κοσμολάτρευτες κόρες,

του παλιού τουρκομάχου δισέγγονες.

Τις θυμάστε, της νιότης μου σύντροφοι, τη Μίνα, τη Μπέλλα

Τις δίδυμες, πούηταν μαζί κι’ αδερφάδες του Ονείρου;…

Κι’ άμα ’κείνες προβαίναν, αργά με περπάτημα Θείο,

του Γιαλού και του Κάστρου ανεράϊδες,

μεγαλόφωνο πρόσταγμα «πυρ», αντηχούσε στη Ντάπια.

 

Κι’ είτε ξάστερη φέγγιζε η μέρα, κι η γαλάζια κυμάτιζε ομίχλη

τα κανόνια μας βγάζαν φωτιές που θαμπώνουν τα μάτια

κι έτρεμε, έτρεμε ο τόπος!

Κι λαός ζητωκραύγαζε κάτου, κι ο αέρας ήταν γιομάτος

καπνό – κι οι καρδιές όλο αγάπη και φλόγα!…

 

Ήταν ένα χαγιάτι μακρύ μ’ ανθισμένη γλυτσίνα –

Ήταν πέντε πυροβόλα σκούρα, με της δάφνης το χρώμα –

Ήταν δυο μπαγιονέτες χρυσές: η Μίνα και η Μπέλλα –

Ήταν…. Τώρα δεν είναι… Όλα τάφθειρε ο Χρόνος και σβύσαν

Καθώς σβύνει βροντή κανονιού στον αέρα…»

Στέφανος Δάφνης

 

Υποσημειώσεις


[1] Σ. Καρούζου, Το Ναύπλιο, Αθήνα 1979, εικ. 105.

[2] Γ. Χώρα, Μουσική Παιδεία και Ζωή στο Ναύπλιο, Ναύπλιο, 1994, 36-37.

 

Χρήστος Πιτερός,

Αρχαιολόγος Δ΄ ΕΚΠΑ

Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.

 

Η συμμετοχή του Ράσου εις την Επανάσταση του ’21

$
0
0

Η συμμετοχή του Ράσου εις την Επανάσταση του ’21 – † π. Γεώργιος Μεταλληνός


 

Η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και γενικά όλου του Ράσου στον πανεθνικό Αγώνα του ’21 ήταν αδύνατη χωρίς μία πολύ δύσκολη αυθυπέρβαση. Και η αυθυπέρβαση αυτή δεν έχει σχέση, όπως θα δεχόταν η αντικληρική προπαγάνδα, με κάποια εθελοδουλία ή αδιαφορία για το Γένος. Αντίθετα, σχετιζόταν άμεσα με την γνήσια και αυθεντική αποκατάστα­σή του. Ας θυμηθούμε εδώ το βαθύτερο στόχο της Εθναρχίας και του Κλήρου μέσω της «περιορισμένης συνεργασίας» με τον κατακτητή. Ήταν η ανάσταση όλου του Ρωμαίικου, δηλαδή της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, με την παλαιά έκταση και εύκλειά της. Αυτό εννοούσε ο Πατροκοσμάς λέγοντας συχνά: «αυτό μια μέρα θα γίνει ρωμαίικο». Αυτό εννοούσε και ο Ρήγας Βελεστινλής, έστω και σε ένα άλλο ιδεολογικό πλαίσιο, όταν έλεγε στο «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμηοί, αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή, για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί».

Μετά το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη θα αλλάξει αυτός ο ρωμαίικος-οικουμενικός στόχος του Ρήγα και των Κολλυβάδων, που ήταν ο στόχος της Εθναρχίας. [1] Από τη μεγαλοϊδεατική ιδεολογία του Γένους θα ενταχθεί ο Αγώνας στο πλαίσιο της αρχής των εθνοτήτων – καρπού της Γαλλικής Επαναστάσεως -, στοχεύοντας όχι πια στην ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στη δημιουργία ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους, στο οποίο θα «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ. το 1922) το Ελληνικό Έθνος.

Αυτό το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελλη­νικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμηοσύνης. Έτσι ο αγώνας του ’21 εντάχθηκε στα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης για την αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Στις ευρωπαϊκές αυλές, όπως λ.χ. του Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που δεν θα έχει πια ρωμαίικο-οικουμενικό χαρακτήρα, αλλά στενά εθνικό και κατ’ ουσίαν «αρχαιοελληνικό». Θα είναι επανάσταση των Ελλήνων του Ελλαδικού Θέματος όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον της Ρωμαϊκής Εθναρχίας, ως συνέχειας της «Ρωμαϊκής Βασιλείας» των «Βυζαντινών». [2] Το πραξικοπηματικό Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας (1833) είναι η απτή επιβεβαίωση αυτών των ξενόφερτων προσανατολισμών.

 

«Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επανεστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας»

 

Η συμμετοχή, συνεπώς, του Ράσου – και μάλιστα του Οικουμενικού Πατριαρχείου – στον Αγώνα υπήρξε δείγμα υψηλής αυθυπερβάσεως και αυτοθυσίας, αφού ήταν πια φανερό, ότι ο Αγώνας είχε σαφώς αντιρωμαίικο και αντιεθναρχικό χαρακτήρα, στρεφόμενο και κατά του Πατριάρχου, ως Εθνάρχου των Ρωμηών. [3] Η συμμετοχή δε αυτή ομολογείται από εκείνους, που την έζησαν σ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα και ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσουν.

«Πλησίον εις τον Ιερέα – έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης – ήτο ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης και τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι». [4]

Ο ιστορικός του 19ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επανεστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας».[5]

Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: «…Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς, όμως, εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησε περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν».[6]

Ανάλογα αποτιμούν τη στάση του Ράσου στην Επανάσταση ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι. Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.ά.[7]

Υπάρχουν, βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γ. Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ’ όχι ιστορικός), ο Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, αλλ’ όχι ιστορικός), ο Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, όχι ιστορικός)[8] κ.ά.

Ο Ησαΐας Σαλώνων, έργο Δ. Βασιλείου, ελαιογραφία σε μουσαμά, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεότυπα από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το «Δελτίον» της Ο.ΛΜ.Ε.,[9] για να διαπιστώσει πώς αυτούσιες οι ιδε­ολογικές αυτές ερμηνείες για το ’21 περνούν στο χώρο της παιδείας. Το πραγματικά, όμως, ανέντιμο είναι, ότι στη μάχη της Αλαμάνας επαινείται μεν ο Αθανάσιος Διάκος, ως «κατώτερος» κληρικός, όχι όμως και ο οργανωτής και αρχηγός του ελληνικού σώματος Μητροπολίτης Σαλώνων Ησαΐας, που έπεσε ηρωικά στη μάχη μαζί με τον αδελφό του παπα- Γιάννη, έγγαμο και πατέρα πολλών τέκνων. Αλλά πρέπει να πολεμούνται οι «δεσποτάδες»!

Το τραγικά απελπιστικό δε είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις έχουν πια ξεπερασθεί και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε οι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού. Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο του Γ. Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του «λαϊκισμού» (π.χ. Λέων Στρίγκας). Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την Επανάσταση του ’21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: «Σε σύγκριση με το εθνικό το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα». Ανάλογα δέχονται ο καθηγ. Βασ. Φίλιας, ο Λέων Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδη- Μπιμπίκου κ.ά. [10]. Η επικρατούσα στο χώρο της μαρξιστικής σκέψης σήμερα θέση είναι, ότι η Επανάσταση του ’21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά μία, στην οποία έλαβαν μέρος οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μια με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει, όμως, τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνα­τότητα ιστορικής-επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.

 

«Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντάς σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς, όμως, να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου».

 

Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλαξίας είναι ο Μέγας Οικουμενικός Πατριάρχης του Αγώνα, Άγιος Γρηγόριος Ε’. [11] Η ερμηνεία της στάσης του στον Αγώνα απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) και τη χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός αναχρονισμός). Ο σοφός εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατό να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π.χ. 1790); Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη του Κοραή και του Καποδίστρια, που ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως; Και όμως, σε καμμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής, θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου-Σούτσου; Δεν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου; Έτσι, άλλωστε, ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική. Μπορεί, όμως, να «ερμηνευθεί» ο αφορισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα μέσα στο όποιο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό;[12]

– Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο) – Άμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμηών (ομολογία εκθέσεων των ξένων της Κωνσταντινουπόλεως). [13] Απερίγραπτες θηριωδίες, που προοιώνιζαν τη συνέχεια – Παύση από τον Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών – Απαγχονισμός του Σεϊχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών) [14] – Εκτελέσεις Φαναριωτών (Μουζούρηδων και Μητροπολιτών) κ.λπ.

Ποιος μπορεί μετά από όλα αυτά να αρνηθεί, ότι ο αφορισμός ήταν πράξη ανάγκης και «στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αυτή ακριβώς ήταν και η ερμηνεία του άμεσα θιγομένου από τον αφορισμό Αλ. Υψηλάντη: «Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντάς σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς, όμως, να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου».[15]

 

Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, «ο Κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης Γρηγόριος αποκρεμάται».

 

«Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ συρόμενος στην αγχόνη». Ελαιογραφία, έργο του Νικηφόρου Λύτρα (1832-1904).

 

Μόνο, λοιπόν, μετά από γνώση όλων αυτών μπορεί να εκτιμηθεί σωστά και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου. Ο πρώτος Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης εκτελέσθηκε ως «προδότης» του Σουλτάνου και όχι των Ρωμηών. [16] Και εύλογα, αφού τυπικά ήταν ο δεύτερος μετά τον Σουλτάνο αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ δε ο αφορισμός δεν είχε καμμιά αρνητική απήχηση στον Εθνικό Αγώνα, αφού ήταν γνωστή η προέ­λευσή του, το «σχοινί του Πατριάρχη» ανέπτυξε μιαν ευεργετική δυναμική, διότι έγινε κινητήρια δύναμη στο αγωνιζόμενο Έθνος.

Γερμανός, ο Αρχιεπίσκοπος Παλαιών Πατρών. Λιθογραφία, A. Friedel. Λονδίνο, Ιανουάριος 1826.

Η ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία δεν αφήνει, όμως, άθικτους και τους άλλους Αρχιερείς. Θέλοντας να μειώσουν τη διακεκριμένη συμμετοχή αρχιερέων, όπως λ.χ. ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ή ο Σαλώνων Ησαΐας, μιλούν για «εκατοντάδες αρχιερέων» (Σκαρίμπας), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (δήθεν) απέσχε και υπονόμευσε τον Αγώνα. [17] Έχουν, όμως, έτσι τα πράγματα;

Οι Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου δεν ξεπερνούσαν τους 200, στις 171 συνολικά επαρχίες του. Ο αριθμός δε αυτός περιλαμβάνει και τους Αρχιερείς των άλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, που ήταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. [18] Ο Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ά. δέχονται τον αριθμό 180, οι δε τιτουλάριοι Αρχιερείς δεν υπερβαίνουν τους 20. [19] Ποια ήταν, λοιπόν, η συμμετοχή αυτών των Αρχιερέων στη Φιλική Εταιρεία.[20]

Παρά τον αστικό χαρακτήρα της Φιλικής, οι πρωτεργάτες της δεν είχαν δυτική αντιφεουδαρχική συνείδηση, διότι στην «καθ’ ημάς Ανατολήν» δεν υπήρχε φεουδαρχία φραγκικού τύπου (φυσική αριστοκρατία). Γι’ αυτό, ενώ στη Δύση ο Κλήρος, και μάλιστα οι Επίσκοποι, εθεωρούντο προέκταση της τάξεως των Ευγενών, η Φιλική στράφηκε εδώ στον Κλήρο και μάλιστα στις κεφαλές του. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Κορδάτος: «Οι Φιλικοί […] επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι’ αυτό προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς.[21] Το επίθετο («μερικούς») απορρέει από το ιδεολογικό πρίσμα του Κορδάτου και δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο στα πράγματα.

Από το 1818 μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς της Πελοποννήσου[22] κάτι, που αναγκάζεται να το παραδεχθεί ο αγαθότερος Σκαρίμπας: «Η Φιλική Εταιρεία […] στον κόλπο είχε μυήσει όλους σχεδόν τους Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες και προπαντός τους δεσποτάδες».[23] Η αλήθεια είναι ότι ως Ρωμηοί οι ηγέτες της Φιλικής γνώριζαν την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό.

Μέσα στα έτη 1818-21 όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς έγιναν μέλη της Φιλικής. Μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Για έναν αριθμό απουσιάζουν μαρτυρίες, χωρίς, όμως, να μπορεί να υποστηριχθεί, ότι δεν είχαν μυηθεί και εκείνοι. Απουσιάζει, όμως, και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως ή για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας. Οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι οι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της λόγω του υψηλού κύρους τους στο Λαό. [24] Αν οι Αρχιερείς εξ άλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους το έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μια αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7%.[25]

 

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Ανεξαρτησίας στα Καλάβρυτα, έργο του Ιταλού καλλιτέχνη Λουδοβίκου Λιπαρίνι, (Ludovico Lipparini, 1800-1856), λιθογραφία, μέσα 19ου αιώνα.

 

Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 Αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. 42 Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κ.λπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε’, Κύριλλος ΣΤ’) και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέστηκαν ή έπεσαν σε μάχες. Κατά τον Γάλλο Πρόξενο Πουκεβίλ οι κληρικοί – θύματα του Αγώνα ανέρχονται συνολικά σε 6.000.[26]

Υπάρχει, όμως, και το «εξ αντιθέτου» επιχείρημα. Η μαρτυρία των Τούρκων ιστορικών για τη δράση του ελληνορθόδοξου Κλήρου στον Αγώνα του ’21. [27] Έτσι ο Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι «τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Έθνους».[28] Ο δε Ζανί Ζαντέ σημειώνει: «Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου, των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων».[29]

Δια να κλείσουμε το θέμα αυτό, θα προσθέσουμε, ότι ενίοτε τον 19ο αιώνα εγείρονταν αντιδράσεις όχι για την μη συμμετοχή των Κληρικών μας στον απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά αντίθετα για τη συμμετοχή τους σ’ αυτόν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου και ησυχαστή Κοσμά Φλαμιάτου (1786-1852).[30]

Κατά τον Φλαμιάτο η Αγγλία εκμεταλλεύθηκε τον Αγώνα του ’21. Με την εμπλοκή του Κλήρου σ’ αυτόν επεδίωξε «ίνα διεγείρη την παγκόσμιον, ει δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, αποστροφήν και συνωμοσίαν κατά του Κλήρου, τόσον την εκ των Αρχών, όσον και την εκ του λαού. Δι’ αυτόν τον σκοπόν προς τοις άλλοις εκίνησεν εμμέσως εις τους αρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας και εισήχθησαν εν αυτώ ο Οικουμενικός Πατριάρχης, πολλοί Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής και εφάνησάν τινες εξ αυτών οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν…».[31]

Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα ή όχι των κρίσεων του Φλαμιάτου, που έχει το δικό του πρίσμα θεωρήσεως.

Το σκανδαλιστικό για ησυχαστές σαν τον Φλαμιάτο είναι η συμμετοχή του Κλήρου στις πολεμικές επιχειρήσεις («οπλοφορία») και σε μια συνωμοτική Εταιρεία, όπως η Φιλική. Την τελευταία θεωρεί κατευθυνόμενη «εμμέσως» από την Αγγλία. Μάλλον, συνεπώς, αυτό προσκρούει στη συνείδησή του, ότι δηλαδή η Επανάσταση εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Δύσεως. Σ’ αυτό ακριβώς, πιστεύουμε, έγκειται η αντίθεσή του. Ότι ο Κλήρος της Ελλάδος, εν αγνοία του, εξυπηρέτησε σκοπούς αλλοτρίους και όχι τα όνειρα της Ρωμηοσύνης.

Ο Φλαμιάτος γράφει στη δεκαετία του 1840, όταν πολλά πια έχουν αποσαφηνισθεί. Σημαντικό, όμως, είναι ότι θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σ’ αντίθεση με τους σημερινούς επικριτές του. Για τους παραδοσιακούς ορθοδόξους, όμως, αυτό ήταν το σκάνδαλο και όχι το αντίθετο. Ο Γενάρχης της Ρωμηοσύνης να υποθάλπει κινήσεις, που στρέφονταν εναντίον της… Γι’ αυτό μιλήσαμε παραπάνω για «θυσία» και «αυθυπέρβαση» του Ράσου. Η εθναρχική πολιτική εγκαταλείφθηκε για χάρη της ελευθερίας της Ελλάδος.[32] Η Ρωμαίικη Εθναρχία θυσιάστηκε, εκούσια, για την ελευθερία της Ελλάδος. Ο Όθωνας στα 1833 θα πάρει για τους Έλληνες, πολιτικά και εκκλησιαστικά, τη θέση του Εθνάρχη Οικουμενικού Πατριάρχη. Η αγανάκτηση του Φλαμιάτου εστιάζεται, ακριβώς, στην αντίθετη κατεύθυνση από τις αιτιάσεις των επικριτών του Κλήρου. Το Ράσο θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα και την εθνική αποκατάστασή της.

Συμπερασματικά:

Η συμμετοχή του Ράσου στους εθνικούς μας αγώνες δεν είναι, ασφαλώς, ο μοναδικός λόγος της παρουσίας του Κλήρου στην κοινωνία μας. Κύρια αποστολή του Ράσου είναι το έργο του ιατρού στο «Πνευματικόν Ιατρείον» της Εκκλησίας για την πνευματική και υπαρκτική αποκατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να θεωρείται ως ένας συμβατικός θεσμός, κοινωνικού χαρακτήρα, μέσα στον υπόλοιπο κρατικό και εθνικό βίο, με σκοπό να σώζει απλώς την ιστορική διάσταση.

Εν τούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησία, και μάλιστα η Ελλαδική, πρωτοστατεί σ’ όλους τους απελευθερωτικούς μας αγώνες. Γιατί; Διότι τούτο απορρέει από την πίστη της για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία βλέπει την ελευθερία ως φυσικό κλίμα αναπτύξεως και πραγματώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Πραγματική δε ελευθερία είναι η δυνατότητα κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό και τους συνανθρώπους του, σε βαθμό γνησιότητας, πληρότητας και αυθεντικότητας, έξω δηλαδή από κάθε αναγκαστικότητα. Η ανθρώπινη ελευθερία εντάσσεται στα πλαίσια του θελήματος του Θεού και είναι (και ως εθνική-κοινωνική) έννοια καθαρά θεολογική – εκκλησιαστική.[33]

Ο Ορθόδοξος Κλήρος δεν μπορεί να μη συμμετάσχει στους εθνικούς – απελευθερωτικούς αγώνες, διότι το έργο του και στην περίοδο της ειρήνης είναι απελευθερωτικό. Αγώνας για την καταξίωση του Ρωμηού, ως απελευθέρωση από τα δεσμά της εσωτερικής δουλείας, της αμαρτίας.[34] Η εσωτερική δε δουλεία κατά κύριο λόγο επιφέρει και την εξωτερική. Διότι δουλεία δεν είναι, κυρίως, η αναγκαστική υποταγή, αλλά η εσωτερική υποταγή και ταύτιση με τον κατακτητή, η νέκρωση του πνεύματος αντιστάσεως και του ψυχικού δυναμισμού. Γι’ αυτό και πιστεύουμε, ότι η σημαντικότερη προσφορά του Ράσου στο Έθνος μας δεν ήταν τόσο η συμμετοχή του Κλήρου στις ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, όσο η συμβολή του Ράσου στη συντήρηση του ελληνορθόδοξου φρονήματος του Γένους και της αγάπης του προς την ελευθερία. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα.

 

Υποσημειώσεις


[1] Βλ. το κεφάλαιο «Το ανολοκλήρωτο ’21» στου Γ. Δ. Μεταλληνού, Παράδοση και Αλλοτρίωση, Αθήνα 20015, σ. 191.

[2] Βλ. τη σπουδαία ανάλυση του καθ. π. Ιωάννου Ρωμανίδου, στο έργο του: Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σ. ιδ’ ε.ε.

[3] Ph. Sherrard, Δοκίμια για το Νέο Ελληνισμό, Αθήνα 1971, σ. 296 ε.

[4] Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29.

[5] Χρ. Βυζάντιου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.

[6] Κ. Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους, τόμ. 7, Αθήναι 1925, σ. 216/17.

[7] Παραθέματα βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π., σ. 190 ε.ε. Πρβλ. σ. 248 ε.ε. «Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικών».

[8] Παραθέματα βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π., σ. 190 ε.ε. Πρβλ. σ. 248 ε.ε. «Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικών», όπ.π., σ. 197 ε.ε. και 234 ε.ε. Για να γίνει συνειδητή η φθορά εκ μέρους του δυτικού διαφωτισμού, αρκεί να σημειώσουμε, ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε’ δεν είναι μόνο μαρξιστές, αλλά και ο χριστιανός καθηγ. Αλέξ. Τσιριντάνης. Στο ίδιο, σ. 198-99: Το  Οικουμενικό Πατριαρχείο «δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης την αφόρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη· θα μπορούσε βέβαια ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στο λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα, όμως, δεν έγινε, γιατί απλούστατα, ο αφορισμός ήταν αληθινός και «σπουδαίος». Έγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα» (Βλ. ΑΛΕΞ. ΤΣΙΡΙΝΤΑΝΗ, «Το Εικοσιένα», στο περιοδ. Συζήτηση, τεύχ. 195, Ιανουάρ. 1977, σ. 2). Το κείμενο του καθηγ. Τσιριντάνη «αποδεικνύει, ότι η «παρερμηνεία» δεν είναι προνόμιο «αντορθοδόξων» και «ανθελληνικών» ιδεολογιών». Το τραγικό, όμως, στην περίπτωση και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο η απουσία γνώσεως, αλλά και ενδιαφέροντος (στα 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας, που δίνει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Από πλευράς δε στενά επιστημολογικής διερωτάται κανείς, αν ο επιστήμων δικαιούται να αδιαφορεί για το λόγο των ειδικών στην έρευνα. Και μια αφελής απορία: Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης «είχε διαμηνύσει στο λαό… κ.λπ.» (και είχε πράγματι «διαμηνύσει»· βλ. I. Μ. ΧΑΤΖΗΦΩΤΗ, Ο Γρηγόριος ο Ε’ μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές του αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 ε.ε.), πού θα το εύρισκε ο Αλ. Τσιριντάνης; Τοιχοκολλημένο σε κάποια δημόσια πλατεία; Καλά έλεγε ο μακαρίτης και «άθεος» Γιάννης Σκαρίμπας, «από την ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμη το Έθνος»…

[9] Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ. 34/ τεύχος 556, σ. 3: «Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στην πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, αποβλέποντας σε μια νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό (…). Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμών (Γρηγόριο Ε’, Πολύκαρπο Ιεροσολύμων)». Πρβλ. Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 201. Αυτό, που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του «λαϊκισμού» εμποδίζει το κείμενο να λάβει υπόψη τις περιπτώσεις, που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαού στις μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. Έτσι καταντά η ερμηνεία μονομερής και ιδεολογική.

[10] Βλ. στου Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 238ε

[11] Τις νεώτερες μελέτες για το πρόσωπο βλ. στη Βιβλιογραφία.

[12] Βλ. I. Μ. ΧΑΤΖΗΦΩΤΗ, όπ.π.

[13] Βλ. ΓΕΩΡΓΊΟΥ Θ. ΖΩΡΑ, Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’ εις την έκθεσιν του Ολλανδού Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 ε.

[14] Μπορεί να αποκληθεί πρώτος μάρτυρας του Αγώνος της Ανεξαρτησίας μας.

[15] Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ’, σ. 32 καί 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές, όμως, δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το Έθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωσε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. Άλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών».

[16] Κατά την «Προκήρυξη» του Σουλτάνου (ΥATΑ), «ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως, κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του […] γνωρίζων δε ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποίηση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θα επετύγχανε […], όμως, ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ου μόνον δεν ειδοποίησεν, ουδέ επετίμησε τους αφελείς […], αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος, όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως…» (Γ. ΖΩΡΑ, όπ.π., σ.9). Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας.

[17] Βλ. στου Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 263ε.

[18] Στο ίδιο, σ. 206 ε.ε.

[19] Στο ίδιο, σ. 210-11.

[20] Βλ. την εκτενή και εμπεριστατωμένη έκθεση στου Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 261 ε.ε.

[21] Γ. ΚΟΡΔΑΤΟΥ, Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως, σ. 144, Πρβλ. Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 214,463.

[22] Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, όπ.π., σ. 215 ε.ε.

[23] Το Εικοσιένα και η αλήθεια, τόμ. Α’, σ. 59 και Β’, σ. 93.

[24] Ο GORDON λ.χ., ιστορικός του Αγώνα (Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μετάφρ. Β. Βράχα, τόμ. Α’, σ. 134), γράφει: «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε, πως ο Πατριάρχης και τα μέλη της Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά του κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε, ότι ο Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη της Εταιρείας και ότι μερικοί από τους άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανορραφίες της».

[25] Βλ. στου Π. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ, σ. 240.

[26] Λεπτομερή ανάλυση βλ. στο ίδιο, σ. 281 ε.ε.

[27] Βλ. τις μελέτες: ΝΙΚΗΦ. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, Αθήναι 1960. Ι. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Ιστορικές Γραμμές, τόμ. Α’, Λάρισα 1979.

[28] Ν. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ, όπ.π., σ. 167. Ι. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, όπ.π., σ. 240.

[29] Ν. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ, σ. 107. Ι. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, σ. 240.

[30] Βλ. Γ. Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ, Κοσμάς Φλαμιάτος (1786-1852). Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο Ελληνικό Κράτος, ανάτ. από τη Θεολογία, Αθήναι 1987.

[31] ΚΟΣΜΑ ΦΛΑΜΙΑΤΟΥ, Άπαντα, εκδ. «Σπανός», Αθήναι 1976, σ. 96/7.

[32] Για το ίδιο πράγμα «κατηγορεί» το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Ράνσιμαν: «δεν θα μπορούσε το Πατριαρχείο να είχε γίνει η δύναμη, που θα συγκέντρωνε τον ορθόδοξο κόσμο και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κεντρόφυγες τάσεις του βαλκανικού εθνικισμού; Η ευκαιρία χάθηκε. Το Πατριαρχείο μάλλον ελληνικό, παρά Οικουμενικό» (όπ.π., σ. 694).

[33] Βλ. ΜΑΡΚΟΥ Α. ΣΙΩΤΟΥ, «Η θρησκευτική αξία της εθνικής ελευθερίας», στην Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Α., τ. Κ’ (1973), σ. 41-70.

[34] π. Γ. Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ, «Θεολογία απελευθερώσεως» και «Θεολογία ελευθερίας» στο περ. Κοινωνία, τ. ΛΒ’ (1989), σ. 51-61.

 

† π. Γεώργιος Μεταλληνός (1940-2019)

Ομότιμος καθηγητής θεολογίας – συγγραφέας

«Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών», Περιοδικό «Θεοδρομία», Τριμηνιαία Έκδοση Ορθοδόξου Διδαχής, έτος H’, τεύχος 1, Ιανουάριος – Μάρτιος 2006.

«η κόρη της Λασκαρίνας»

$
0
0

«η κόρη της Λασκαρίνας» | Καλομοίρα Αργυρίου – Κουμπή


 

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο της Καλομοίρας Αργυρίου – Κουμπή, με τίτλο «η κόρη της Λασκαρίνας». Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα με κεντρικό πρόσωπο την κόρη της Λασκαρίνας, Ελένη Μπούμπουλη.

 Η Ελένη Μπούμπουλη μεγάλωσε στα δύσκολα χρόνια της Επανάστασης που καθόρισε και τη ζωή της. Η μοίρα της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μοίρα της Ελλάδας και τις ιστορικές εξελίξεις της εποχής, μ’ ένα τρόπο δραματικό.

 Από τα Ορλωφικά, πολύ πριν γεννηθεί, μέχρι και την περίοδο του Όθωνα, τα γεγονότα εξυφαίνουν τις συνθήκες της δικής της ζωής και προδιαγράφουν την πορεία της.

 Η Ελένη δεν είναι ηρωίδα. Δεν πολεμάει στα στρατόπεδα με ορατούς εχθρούς. Δίνει μέσα της τη δική της μάχη για να κρατηθεί όρθια και να μη χάσει τον εαυτό της στη λαίλαπα των περιστάσεων. Είναι μια νέα γυναίκα που διψάει για ζωή κι εισπράττει θάνατο…

 

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα είχε αποκτήσει από τους δύο γάμους της 7 παιδιά. Τρία με το Δημήτριο Γιάννουζα (Γιάννο, Γεώργιο και Μάρω) και τέσσερα με το Δημήτριο Μπούμπουλη (Σκεύω, Ελένη, Ιωάννη και Νικόλαο).

Η φιλία της με τον Κολοκοτρώνη με τον οποίο συναντήθηκε λίγες μέρες πριν την πτώση της Τριπολιτσάς, όταν έφτασε έφιππη στο ελληνικό στρατόπεδο, οδήγησε στη συγγένεια μεταξύ τους με το γάμο των παιδιών τους, του Πάνου και της Ελένης. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Ναυπλίου, έγινε ο αρραβώνας τους και δυο μέρες μετά την πτώση του Ναυπλίου στα χέρια των Ελλήνων έγινε ο γάμος τους.

 

Ελένη Μπούμπουλη, Benjamin Mary. Δημοσιεύεται στο «Ελληνικές προσωπογραφίες (1840-1844)», εκδόσεις Λούσυ Μπρατζιώτη, Αθήνα 1992, σελ.40.

 

«η κόρη της Λασκαρίνας», το παραπάνω σχέδιο της Ελένης Μπούμπουλη, του Βέλγου διπλωμάτη Benjamin Mary, «ζωντάνεψε» στο εξώφυλλο του βιβλίου η Ελένη Κουμπή, φορώντας γιλέκο από τη συλλογή του Λυκείου Ελληνίδων, ενώ το φόρεμα είναι από τη συλλογή της συγγραφέως, η οποία και το δημιούργησε.

 

Στην πομπή των νικητών που μπήκαν στο Ναύπλιο, η Μπουμπουλίνα έφιππη συνοδευόταν από την κόρη της Ελένη και το γαμπρό της Πάνο που είχε οριστεί από τον Υψηλάντη Φρούραρχος Ναυπλίου. Μετά την κατάληψη του Παλαμηδιού, 30 Νοεμβρίου 1822, η Κυβέρνηση παραχώρησε στη Μπουμπου­λίνα ένα από τα καλύτερα σπίτια του Ναυπλίου, όπου και εγκαταστάθηκε. Γυρνούσε στο Ναύπλιο και στον κάμπο έφιππη ως αμαζόνα ακολουθούμενη από πλήθος στρατιωτών κι επευφημείτο από τα πλήθη που την αποκαλούσαν «κυρά του Ναυπλίου».

Ο εμφύλιος που ακολούθησε ανέτρεψε τα πράγματα για τη Μπουμπουλίνα και την οικογένειά της που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το κάστρο στις 13 Ιουνίου 1824 μαζί με το γαμπρό της Πάνο και την Ελένη. Με το ξέσπασμα του δεύτερου εμφυλίου πολέμου ο Πάνος εγκαταλείπει την πολιορκία των Πατρών κι έρχεται στην Τριπολιτσά. Εκεί στο σπίτι των Κολοκοτρωναίων διαμένει κι η σύζυγός του η Ελένη. Από τους στενούς συνεργάτες του Πάνου ήταν ο Θεοδωράκης Γρίβας, οπλαρχηγός της Ακαρνανίας που την εποχή αυτή πολεμούσε στο πλευρό του Πάνου κι ήταν αποκλεισμένος από του Κυβερνητικούς στην Τρίπολη.

Το Νοέμβριο του 1824 σκοτώνεται ο Πάνος Κολοκοτρώνης σε ηλικία 24 ετών και η Ελένη μένει χήρα σε ηλικία 17 ετών. Η Ελένη δεν είχε αποκτήσει παιδιά από το γάμο της με τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Μετά το θάνατο του Πάνου, ο Κολοκοτρώνης δεν ήθελε να αφήσει τη νύφη του να επιστρέφει στο σπίτι της μητέρας της στις Σπέτσες και να ξαναπαντρευτεί, αλλά ήθελε να την παντρέψει με όποιον αυτός έκρινε. Η Ελένη τότε άφησε το σπίτι των Κολοκοτρωναίων κι έφυγε στις Σπέτσες στη μητέρα της, χωρίς να πάρει μαζί της την προίκα της.

Ήδη κι ενώ ακόμα ζούσε ο Πάνος, οι φήμες στην Πελοπόννησο οργίαζαν για δεσμό της Ελένης με το Θεοδωράκη Γρίβα. Μόλις έξι μήνες μετά το θάνατο του Πάνου, το Μάιο του 1825, η 18χρονη Ελένη, με τη συγκατάθεση της μητέρας της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, παντρεύτηκε το Γρίβα, ο οποίος τότε ήταν 28 ετών…

 

Στον πρόλογο του βιβλίου γραφεί η συγγραφέας:

 

Η ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης περιλαμβάνει μορφές ηρωικές, που επέλεξαν το δρόμο του αγώνα και της θυσίας. Κοντά σ’ αυτές τις ηρωικές μορφές, υπάρχει ένα πλήθος απλών ανθρώπων, που χωρίς να το έχουν επιλέξει, βίωσαν τις συνέπειες κι αποτέλεσαν τις παράπλευρες απώλειες αυτού του πολέμου.

Η Λασκαρίνα είναι γνωστό ιστορικό πρόσωπο, είναι η Μπουμπουλίνα, «η μεγάλη κυρά», που διαβαίνει στεριές και θάλασ­σες για να κερδίσει αυτό που πρέπει στην πατρίδα της, η γυ­ναίκα που τρέχει μπροστά απ’ τα στερεότυπα της εποχής της, αναλαμβάνοντας ρόλο μπροστάρισσας στην Ελληνική Επανά­σταση.

Η Ελένη, είναι η κόρη της Λασκαρίνας, που μεγαλώνει στα με­τόπισθεν αυτής της Επανάστασης που καθορίζει τη ζωή της. Η δική της μοίρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μοίρα της Ελλάδας και τις ιστορικές εξελίξεις της εποχής, μ’ ένα τρόπο δραματικό. Από τα Ορλωφικά, πολύ πριν γεννηθεί, μέχρι και την περίοδο του Όθωνα, τα γεγονότα εξυφαίνουν τις συνθή­κες της δικής της ζωής και προδιαγράφουν την πορεία της.

Στα δεκαπέντε της είναι η γυναίκα του Πάνου Κολοκοτρώνη ίσως του πιο μορφωμένου άντρα της Ελληνικής Επανάστασης και ο πιο άξιου να κυβερνήσει την Ελλάδα – και η νύφη του Γέρου του Μοριά. Στα δεκαεπτά της είναι η χήρα του Πάνου Κολοκοτρώνη.

Ο δεύτερος γάμος της με το Θεοδωράκη Γρίβα, γίνεται αιτία, στον εμφύλιο που μαίνεται ακόμα, ν’ αλλάξει στρατόπεδο ο άντρας της και να συγκρουστεί με τον Κολοκοτρώνη, με αφορμή την προίκα της που δεν επέστρεφε. Η σύγκρουση αυτή, λίγο έλειψε ν’ αποβεί μοιραία ακόμα και για την εξέλιξη της Επανάστασης.

 

«η κόρη της Λασκαρίνας» | Καλομοίρα Αργυρίου – Κουμπή

 

Ζώντας πλάι στις τόσο σημαντικές αυτές προσωπικότητες που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις ιστορικές εξελίξεις της εποχής, έρχεται μπροστά στα γεγονότα που αφορούν όχι μόνο στις μάχες με τους Τούρκους, αλλά και στον εμφύλιο που ξεσπά ανάμεσα στους Έλληνες, που αλληλοεξοντώνονται για τη νομή της εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα πολεμούν να ελευθερώσουν την πατρίδα και γίνεται θεατής σε μια από τις πιο δραματικές εξελίξεις, της οποίας θύμα υπήρξε ο άξιος γιος του Κολοκοτρώνη, ο άντρας της, ο Πάνος.

Δαγκεροτυπία του 19ου αιώνα που απεικονίζει τον Θεόδωρο Γρίβα. Ο Θ. Γρίβας με καταγωγή από τα Επτάνησα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την χήρα του Πάνου Κολοκωτρόνη, Έλένη, κόρη της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας και του Δημητρίου Μπούμπουλη. Συλλογή Μουσείου Μπουμπουλίνας, Σπέτσες.

Κοντά στο Γρίβα, το δεύτερο άντρα της, που ελέγχει ως στρατηγός και φρούραρχος του Ναυπλίου την κατάσταση και τους στρατούς του Μοριά και της Ρούμελης, παρακολουθεί απ’ το Ναύπλιο, όπου κατοικεί με την οικογένειά της, τις μεγάλες αλλαγές που έρχονται με τη μετάβαση απ’ την εποχή της Τουρκοκρατίας στα χρόνια του Καποδίστρια, τη δολοφονία του, τον ερχομό του Όθωνα κι όλο το διάστημα της Αντιβασιλείας, μέχρι τη μεταφορά της Πρωτεύουσας στην Αθήνα.

Η ιστορική αφήγηση που παρεμβάλλεται είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την όλη πορεία της υπόθεσης του βιβλίου, που είναι η ζωή της Ελένης. Τα πραγματικά γεγονότα της ζωής της, είναι τόσο ενδιαφέροντα και δραματικά, που η μυθοπλασία στο έργο αυτό περιορίζεται στις μικρές λεπτομέρειες, ενώ το βασικό κορμό τον αποτελεί η πραγματική ιστορία, τόσο της ζωής της Ελένης, όσο και της Ελλάδας και μάλιστα με παράθεση γεγονότων που παραμένουν άγνωστα στους πολλούς κι αποτελούν είτε ένδοξες, είτε μελανές σελίδες της ιστορίας, όπως αυτές του εμφύλιου αλληλοσπαραγμού.

Η αφήγηση της καθημερινότητας των ηρώων του βιβλίου, περιέχει όχι μόνο το ιστορικό πλαίσιο, αλλά και πληροφορίες λαογραφικού ενδιαφέροντος, που αφορούν στα έθιμα, στις ενδυματολογικές συνήθειες, στις δοξασίες και στα τραγούδια των ανθρώπων, στο συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Οι ιστορικές πληροφορίες αντλήθηκαν από πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές, από αρχεία των οικογενειών των Σπετσών και από την αφήγηση του αείμνηστου Φίλιππου Δεμερτζή-Μπούμπουλη, απογόνου της οικογένειας, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στην προβολή της ζωής και της δράσης της ηρωίδας Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας κι αισθανόταν πικρία από την παραχάραξη της ζωής της, ακόμα κι όταν γινόταν στο πλαίσιο της μυθοπλασίας χωρίς ιστορικές αξιώσεις.

Η Ελένη δεν είναι ηρωίδα. Είναι μια τραγική φυσιογνωμία που διψάει για ζωή και εισπράττει θάνατο.

Η ηρωίδα μητέρα της δεν καθορίζει μόνο τη μοίρα της και τη θέση της στην ασταθή ελληνική κοινωνία της εποχής, που αγωνίζεται να βρει το βηματισμό της, αλλά κυρίως καθορίζει την οπτική της μ’ ένα τρόπο που την προσδιορίζει ως «κόρη της Λασκαρίνας».

 

Περιεχόμενα

 

  • Πρόλογος
  • Η γέννηση της Ελένης
  • Η γιαγιά Σκεύω
  • Η οικογένεια της Λασκαρίνας
  • Τα πρώτα χρόνια της Λασκαρίνας – Τα Ορλωφικά
  • Στις Σπέτσες
  • Ο γάμος της Σκεύως
  • Ο γάμος της Λασκαρίνας με το Γιάννουζα
  • Ο θάνατος του Γιάννουζα.
  • Ο γάμος της Λασκαρίνας με το Μπούμπουλη
  • Με το Μπούμπουλη στις θάλασσες
  • Ο Θάνατος του Μπούμπουλη
  • Η Λασκαρίνα στα ηνία της ναυτικής επιχείρησης
  • Η μύηση στη Φιλική Εταιρεία
  • Η ναυπήγηση του Αγαμέμνονα – Ο αφορισμός
  • Προετοιμάζοντας την Επανάσταση
  • Οι Σπέτσες Επαναστατούν
  • Στο Ναύπλιο & το Άργος
  • Η Λασκαρίνα στην άλωση της Τριπολιτσάς
  • Η Λασκαρίνα διαπραγματεύεται & σώζει το χαρέμι του Χουρσίτ
  • Στις Σπέτσες, μετά από καιρό
  • Η ναυμαχία των Σπετσών
  • Το Ναύπλιο στα χέρια των Ελλήνων
  • Η εγκατάσταση της Λασκαρίνας στο Ναύπλιο
  • Το συμπεθεριό με τον Κολοκοτρώνη
  • Ο γάμος της Ελένης με τον Πάνο
  • Ο εμφύλιος
  • Το συμπεθεριό του Κολοκοτρώνη με τους Δεληγιάννηδες
  • Η Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους
  • Η δεύτερη φάση του εμφυλίου
  • Η γνωριμία με το Γρίβα
  • Ο θάνατος του Πάνου
  • Χήρα με τους Κολοκοτρωναίους
  • Στο Ναύπλιο στο σπίτι του Κολοκοτρώνη
  • Η σκληρή φάση του εμφυλίου
  • Η φυγή στις Σπέτσες
  • Η Λασκαρίνα στην Ύδρα
  • Ο γάμος με το Γρίβα – Η αμνηστία
  • Πολεμώντας τον Ιμπραήμ
  • Με το Γρίβα στο Ναύπλιο
  • Ο θάνατος της Λασκαρίνας
  • Η Καρλελιτική αδελφότητα
  • Η «Καρτερία στο Ναύπλιο» – Η μητρότητα
  • Η διεκδίκηση της προίκας της Ελένης
  • Η πρόταση του Ιμπραήμ
  • Το νέο συμπεθεριό του Κολοκοτρώνη
  • Με τη Γιαέρ
  • Η οριστική ρήξη του Γρίβα με τον Κολοκοτρώνη
  • Η ζήλεια του Γρίβα
  • Ο θάνατος του Καποδίστρια
  • Η άφιξη του Όθωνα
  • Η νοσταλγία για τις Σπέτσες
  • Η αντιβασιλεία
  • Καταστέλλοντας την Επανάσταση στη Μάνη
  • Η δίκη του Κολοκοτρώνη
  • Οι λογισμοί της Ελένης για το παρελθόν
  • Η ζωή στο Οθωνικό Ναύπλιο
  • Αποχαιρετώντας το Ναύπλιο
  • Στην Περατιά
  • Ο Γρίβας καταπνίγει τη στρατιωτική εξέγερση του 1836
  • Η δίκη του Γρίβα – Η εξορία
  • Το πορτραίτο
  • Η μοναξιά στην κούλια
  • Το τέλος

 

Καλομοίρα Αργυρίου- Κουμπή

 

Καλομοίρα Αργυρίου- Κουμπή

Η Καλομοίρα Αργυρίου- Κουμπή μεγάλωσε στις Σπέτσες και αποφοίτησε από το εξατάξιο Γυμνάσιο Σπετσών. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το 1988 διορίστηκε ως καθηγήτρια Μέσης εκπαίδευσης, ενώ από το 1985 υπηρέτησε σε διάφορα Σχολεία της Πελοποννήσου και των Σπετσών.

Από το 2004 μέχρι το 2018 υπηρέτησε με απόσπαση ως προϊσταμένη στο Ιστορικό Αρχείο Σπετσών, το οποίο επί των ημερών της εμπλουτίστηκε και οργανώθηκε. Δημιούργησε το «Σπετσιώτικο σπίτι», ένα άτυπο λαογραφικό μουσείο.

Έχει εκδώσει κι έχει δημοσιεύσει πολλές μελέτες κι άρθρα. Είναι υποψήφια διδάκτωρ της αρχειονομίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Από το 2011 ως το 2019 ασχολήθηκε με τα κοινά, ως εκλεγμένη Δημοτική Σύμβουλος κι επικεφαλής της Αντιπολίτευσης στο Δήμο Σπετσών. Είναι πρεσβυτέρα του π. Ανδρέα Κουμπή και μητέρα της Ελένης Κουμπή.

 

Καλομοίρα Αργυρίου – Κουμπή

«η κόρη της Λασκαρίνας»

Σχήμα: 14Χ21

Σελίδες: 400

Σπέτσες 2021

ISBN:978-618-83253-5-7

 


Επετειακή μελέτη για τα 190 χρόνια από το μυστηριώδη θάνατο του Λόρδου Βύρωνα (1788−1824)

$
0
0

Επετειακή μελέτη για τα 190 χρόνια από το μυστηριώδη θάνατο του Λόρδου Βύρωνα (1788−1824)


 

Η παρούσα μελέτη εξετάζει τις θεωρίες που σχετίζονται με το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα, με κυρίαρχη αυτή της ελονοσίας. Το ιατρικό προφίλ του Βύρωνα συνίστατo σε επαναλαμβανόμενες εμφανίσεις πυρετικών κρίσεων, οι οποίες αναδύουν τη θεωρία της υποτροπιάζουσας χρόνιας ελονοσίας. Επί πλέον, τα στοιχεία από τα βρετανικά ιατρικά αρχεία των Ιονίων Νήσων σχετικά με την ενδημική φύση της ασθένειας στη δυτική Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα αυξάνουν την πιθανότητα μιας εκ νέου μόλυνσης κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής του Βύρωνα. Το παράδειγμα των χρόνιων πυρετών του Βύρωνα αναδύει ένα σύγχρονο ιατρικό πρόβλημα, τη διάγνωση της εισαγόμενης ελονοσίας από ταξιδιώτες ή μετανάστες και την ανάγκη λήψης λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού, το οποίο θα θέσει την υποψία της ελονοσίας στη διαφορική διάγνωση.

 

Λόρδος Βύρωνας: Ταγματάρχη Πάρρυ, τι νομίζεις ότι μου συμβαίνει; Οι γιατροί

δεν γνωρίζουν την αρρώστιά μου; Τι θα μου έκανε καλό;

Ταγματάρχης Πάρρυ: Το μπράντυ Λόρδε μου! Μόνο το μπράντυ μπορεί να σε σώσει!

Julius Millingen

«Οι τελευταίες ημέρες του Λόρδου Βύρωνα»

Λονδίνο 1831

 

  1. Ο Λόρδος Βύρωνας και η Ελληνική Επανάσταση

 

Ο Βρετανός ποιητής, πολιτικός και φιλέλληνας, Λόρδος George Noel Gordon Byron,  γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1788 στο Λονδίνο και απεβίωσε κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης στο Μεσολόγγι στις 19 Απριλίου 1824.

 

Λόρδος Βύρωνας, χαλκογραφία των G. Sanders και Ε. Finden (1827). Μια προσωπογραφία του ποιητή, σε νεαρή ηλικία. Έχει την υπογραφή του και αφιέρωση στον εκδότη του John Murray.

 

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 κέρδισε γρήγορα τη συμπάθεια των Ευρωπαίων διανοούμενων, αλλά όχι και των πολιτικών. Σύμφωνα με το πολιτικό πνεύμα του Συνεδρίου της Βιέννης (1814−1815) μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους, οι επαναστάσεις των λαών αποτελούσαν απειλή για τις μοναρχίες των ευρωπαϊκών χωρών και διατάραξη του πολιτικού status quo της εποχής. Το ελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου ιδρύθηκε στις 3 Μαρτίου 1823 με πρωτοστάτη τον Sir John Bowring (Σερ Τζον Μπάουριγκ) και συμπεριέλαβε στις τάξεις του σημαίνοντα μέλη της βρετανικής αριστοκρατίας.

 

Sir John Bowring (Σερ Τζον Μπάουριγκ 1792-1872), έργο του B.E. Duppa’s, γύρω στα 1850, λιθογραφία. Ιδρυτής του Ελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου το οποίο συστάθηκε στις 3 Μαρτίου 1823, με κύριο σκοπό την υποστήριξη της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Sir John Bowring ήταν Βρετανός πολιτικός, οικονομολόγος, πολύγλωσσος συγγραφέας και ο 4ος Κυβερνήτης του Χονγκ Κονγκ.

 

Το Κομιτάτο του Λονδίνου, αν και άργησε να ιδρυθεί σε σχέση με τα αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων (Μαδρίτη, Στουτγάρδη, Μόναχο, Ζυρίχη, Βέρνη, Γένοβα, Παρίσι, Μασσαλία), κατόρθωσε ωστόσο τάχιστα να συλλέξει χρήματα, όπλα και φάρμακα για τους Έλληνες. Όταν το Κομιτάτο αναζητούσε ηγέτη για την αποστολή στην Ελλάδα, ο Βύρωνας βρισκόταν στην Ιταλία και είχε εμπλακεί στην επανάσταση των αντιμοναρχικών Καρμπονάρων. Στα μάτια της συντηρητικής Ευρώπης, ο Βύρωνας αποτελούσε δυνητικά μια πηγή κινδύνων για τις κυβερνήσεις λόγω των επαναστατικών ιδεών του, αλλά πολλοί δεν ελάμβαναν σοβαρά τις ενέργειές του πιστεύοντας ότι επρόκειτο για άλλη μια νεανική τρέλα του εκκεντρικού ποιητή με τον έκλυτο και ταραχώδη προσωπικό βίο. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κατάσκοπος της ιταλικής αστυνομίας, Luigi Torelli, στην έκθεσή του με τίτλο Arcana politicae anticarbonariae: «Ο φημισμένος ποιητής, Λόρδος Βύρωνας, αν δεν είχε τη φήμη του τρελού, θα έπρεπε να παρακολουθείται από τις αστυνομίες όλης της Ευρώπης!».[1]

 

O Λόρδος Μπάιρον προσκυνά στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι λιθογραφία, A. Dadolo και G. Brizeghel. Το χαρακτικό βασίζεται στον γνωστό πίνακα του 1824 του Lodovico Lipparini (1800-1856) που βρίσκεται σήμερα στο Museo Civico του Treviso στην Ιταλία.

 

Ο Βύρωνας πληροφορείται ότι το Κομιτάτο του Λονδίνου τον έχρισε αντιπρόσωπό του στην Ελλάδα και στα τέλη του 1823 καταπλέει στα, υπό βρετανική κατοχή, Ιόνια Νησιά με χρήματα, όπλα, πυροβολικό, ιππικό και φάρμακα.

Το Φεβρουάριο του 1824, ο Βύρωνας αποβιβάζεται στο Μεσολόγγι και γίνεται δεκτός από τους Έλληνες με τιμές ήρωα. Εκείνη την περίοδο, δυστυχώς, ο χειρότερος εχθρός της Επανάστασης ήταν οι ίδιοι οι Έλληνες με τις έριδες ανάμεσα στους πολέμαρχους και τον πρωθυπουργό της επαναστατικής κυβέρνησης, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Το κύρος και η διαλλακτικότητα του Βύρωνα συνετέλεσαν στην άμβλυνση των αντιπαραθέσεων.

Αν και ο Βύρωνας δεν πρόλαβε να αναλάβει στρατιωτική δράση για ποικίλους πολιτικούς λόγους, ο απρόσμενος θάνατός του τον Απρίλιο σκόρπισε θλίψη στους Έλληνες. Η είδηση του θανάτου του μεγάλου φιλέλληνα δημοσιεύτηκε σε φύλλο των «Ελληνικών Χρονικών», εφημερίδα του Μεσολογγίου.

 

Η είδηση του θανάτου του Λόρδου Βύρωνα στο φύλλο των «Ελληνικών Χρονικών» (από το Μουσείο Μεσολογγίου).

 

Ο Βύρωνας είχε ήδη προλάβει να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση να παραχωρήσει ένα πολεμικό δάνειο στην Ελλάδα για τις ανάγκες του αγώνα, ενώ η σύσταση της Ταξιαρχίας του είχε ήδη εξάψει τη διάθεση των νέων της Ευρώπης. Ενδεικτικό της πανευρωπαϊκής εμβέλειας του κύρους του είναι το γεγονός ότι τα μέλη της πρώτης «Διεθνούς Ταξιαρχίας» στην Ιστορία κατάγονταν από χώρες όπως Αγγλία, Ιρλανδία, Γαλλία, Δανία, Ιταλία, Σουηδία, Γερμανία, Αυστρία, Πολωνία, Πρωσία, Ελβετία και Ρωσία.

Ο θάνατός του, και το κατοπινό δράμα της πολιορκίας του Μεσολογγίου, κινητοποίησαν τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Η τελευταία πράξη της ευρωπαϊκής εμπλοκής στον ελληνικό αγώνα ήταν η πανωλεθρία του Τουρκο-αιγυπτιακού στόλου από τον ενωμένο στόλο της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας στη ναυμαχία του Ναυαρίνου το 1827. Τέλος, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι ο Λόρδος Βύρωνας, όπως αναδύεται μέσα από τις προσωπικές του επιστολές προς το διαχειριστή του στην Αγγλία, ξόδεψε όλη την περιουσία του για τις ανάγκες της Ελληνικής Επανάστασης.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α’

Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος

Το εκτελεστικόν σώμα (Περ. β’ άρ. 1104)

 

Ο Λόρδ Νόελ Βύρων κατά την 7 του ενεστώτος μηνός παύσας του να περιπατή το όποιον ηγάπησε προ ετών Ελληνικόν έδαφος, μετήλθεν εις τας αιωνίους σκηνάς, και άφησε λύπην απαρηγόρητον εις τας Ελληνικάς καρδίας· και επειδή η Ελλάς διά τας προς αυτήν ευεργεσίας του χρεωστεί χάριν αθάνατον προς αυτόν, και το Έθνος οφείλει να τον ονομάζη πατέρα και ευεργέτην και να πενθηφορήση διά την στέρησίν του, επί του παρόντος.

 

Διατάττει

 

Α’. Η πέμπτη του μηνός Μαΐου καθ’ όλην την ελευθέραν Ελληνικήν Επικράτειαν διορίζεται ημέρα πένθους, εις μνήμην της στερήσεως του λαμπρού υποκειμένου Λόρδ Ν. Βύρωνος.

Β’. Την αυτήν ημέραν άμα ανατείλει ο ήλιος η Ελληνική σημαία να υψωθή νεκρώσιμος.

Γ’. Όλα τα κοινά υπουργεία να κλεισθώσιν, ωσαύτως και όλα τα εργαστήρια έκτος των όσα πωλούσι τροφάς και ιατρικά.

Δ’. Είναι απολύτως απηγορευμένα φαγοπότια, μουσικά όργανα και χοροί.

Ε’. Κατά την δευτέραν ώραν της αυτής ημέρας να γίνωσι καθ’ όλας τας εκκλησίας της Ελληνικής επικρατείας δεήσεις προς τον Ουράνιον Πατέρα υπέρ του αειμνήστου Λόρδ Βύρωνος.

ΣΤ’. Όλοι οι πολιτικοί τε και πολεμικοί να παρευρεθώσιν εις ταύτην την δέησιν.

Ζ’. Οι εις ενέργειαν στρατιωτικοί επί κεφαλής των ταγμά­των και με σημαίας τετυλιγμένας, να παρευρεθώσι με παράταξιν εις τας εκκλησίας.

Η’. Κατά την β’ ώραν, τα μεν μεγάλα φρούρια να ρίψωσιν ένδεκα κανόνια εν εις έκαστον τέταρτον, τα μικρά 7, τα δε κανονοστάσια 3.

Θ’. Κατά την αυτήν ώραν και ωσαύτως έκαστον πλοίον πολεμικόν να ρίψη 3 κανόνια.

Γ. Τα ευρισκόμενα εις τον Αργολικόν κόλπον πλοία πολεμικά έκαστον τούτων να ρίψη 7.

ΙΆ’. Τα στρατιωτικά σώματα παρατεταγμένα έφ’ ενός ή επί δύω να ρίψωσι τρις τα τουφέκιά των κατά την ανάμνησιν του μακαρίτου.

ΙΒ’. Το υπουργείον των Εσωτερικών και των Πολεμικών να ενεργήση την διαταγήν ταύτην, έκαστον κατά το ανήκον.

 

’Εκ Μύλων Ναυπλίου τη 22 Απριλίου 1824

Ο Πρόεδρος
Γ. ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ

Π. ΜΠΟΤΑΣΗΣ
I. ΚΩΛΕΤΤΗΣ
Α. ΣΠΗΛΙΩΤΑΚΗΣ

Ο Προσ. Γεν. Γραμματεύς

Π. Γ. Ρόδιος

 

  1. Ιατρικές και λογοτεχνικές πηγές της τελευταίας ασθενείας του Βύρωνα

 

Τα στοιχεία της τελευταίας και θανατηφόρας ασθένειας του Βύρωνα αντλούνται από διάφορες πηγές, οι οποίες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες:

(α) Τις επιστολές και το προσωπικό ημερολόγιο του Βύρωνα,

(β) τις αναφορές των φίλων του που τον ακολούθησαν στην Ελλάδα και

(γ) τις αναφορές των ιατρών του.

Κόντε Pietro Gamba (Πιέτρο Γκάμπα, 1801-1828). Ιταλός φιλέλληνας, φίλος του Λόρδου Βύρωνα και αδελφός της ερωμένης του, κόμισσας Τερέζας Γκουιτσιόλι. Επιστήθιος φίλος του Λόρδου Βύρωνα, συνόδευσε τη σωρό του στην Αγγλία. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1825 και κατατάχτηκε στο σώμα του Φαβιέρου. Αρρώστησε και απεβίωσε το 1828 στην Τακτικούπολη, κοντά στα Μέθανα.

Οι επιστολές και το ημερολόγιο του Λόρδου Βύρωνα μάς παρέχουν πρωτογενείς πληροφορίες για την υγεία του, έως τις 9 Απριλίου 1824, δηλαδή 10 ημέρες πριν από το θάνατό του. Οι αναμνήσεις του Ιταλού φίλου του, Κόντε Pietro Gamba, αδελφού της τελευταίας ερωμένης του Βύρωνα Teresa Guiccioli από τη Ραβέννα, αλλά και οι αναφορές του φίλου του Edward Trelawny, αποτελούν επίσης πηγές πληροφόρησης για τους τελευταίους μήνες της ζωής του. [2][3]

 

Τερέζα Γκουϊτσιόλι, η τελευταία ερωμένη του Λόρδου Βύρωνα. Χαλκογραφία, των W. Brockedon και Η. T. Ryall (1833).

 

Μια ιδιαίτερη πηγή για την υγεία του Βύρωνα αποτελούν οι αναφορές στο πλαίσιο της κατασκοπείας από το Γάλλο πρόξενο των Ιονίων Νήσων, Vincent Reinaud, προς το γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών στο Παρίσι. [4]

Dr Heinrich Traiber (Ερρίκος Τράϊμπερ, 1797-1882). Γερμανός φιλέλληνας, ιατρός του αγώνα του 1821, μετέπειτα Καθηγητής Χειρουργικής στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο το 1837 και Αρχίατρος του Ελληνικού Στρατού.

Σύμφωνα με τις πηγές, προσωπικός ιατρός του ήταν ο νεαρός Ιταλός Dr Francesco Bruno, ενώ ενεπλάκη και ο απεσταλμένος του Κομιτάτου στα Ιόνια Νησιά, Dr Julius Millingen. Σχετικά με τη νεκροτομή του Βύρωνα πληροφορούμαστε, εκτός της παρουσίας των προαναφερομένων, τη συμμετοχή του Έλληνα Λουκά Βάγια, ιατρού του Μαυροκορδάτου και του Σώματος των Σουλιωτών, του Γερμανού Dr Heinrich Traiber, μετέπειτα Καθηγητή Χειρουργικής στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο το 1837 και Αρχίατρο του Ελληνικού Στρατού, καθώς και του Ελβετού Dr Jacob Meyer, εκδότη της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» στο πολιορκημένο Μεσολόγγι.

Τα ευρήματα της νεκροτομής αντλούνται από (α) την αναφορά του Bruno, (β) το βιβλίο του Millingen, (γ) το ημερολόγιο του Traiber (το πρωτότυπο χειρόγραφο μεταφράστηκε και εκδόθηκε στα Ελληνικά το 1960 από το δισέγγονο του Traiber, ιατρό Χ. Αποστολίδη) και (δ) το βιβλίο του Trelwany, ο οποίος κατόπιν προσωπικής επαφής με τον Millingen συμπεριέλαβε και αυτός την έκθεση της νεκροτομής. [5][6][7]

 

  1. Οι τελευταίοι μήνες της ζωής του Βύρωνα και η θανατηφόρα νόσος

 

Η πρώτη σημαντική πληροφορία για τους τελευταίους μήνες της ζωής του Βύρωνα χρονολογείται στις 15 Φεβρουαρίου 1824. Ο ίδιος ο Βύρωνας κατέγραψε στο ημερολόγιό του μια κρίση με κλονικούς σπασμούς, διάρκειας 3 λεπτών:

 

«…είχα έναν έντονο κλονισμό που εκδηλώθηκε με σπασμούς, αλλά οι δύο γιατροί δεν έχουν αποφανθεί ακόμη αν επρόκειτο για επιληψία, παράλυση ή αποπληξία ή κάτι άλλο. Ήμουν σε αφασία, με τα χαρακτηριστικά παραμορφωμένα, αλλά δεν έβγαζα αφρούς από το στόμα, και σφάδαζα τόσο βίαια ώστε κάμποσα άτομα, δύο από τα οποία, ο Parry και ο Tita, που είναι πολύ δυνατοί άνδρες, δεν μπορούσαν να με κρατήσουν. Είναι η πρώτη φορά που παθαίνω τέτοια κρίση». [8]

 

Οι ιατροί του, μετά από την κρίση, προχώρησαν σε αφαίμαξη με βδέλλες στον κρόταφο. Η συγκεκριμένη κρίση θα μπορούσε ίσως να συνδεθεί με ένα κτύπημα στο κεφάλι και την πτώση του από το άλογο κατά τη διάρκεια ενός ατυχήματος στην Ιθάκη λίγες εβδομάδες νωρίτερα. Στα αρχεία του γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών συναντάται η αναφορά (15 Μαρτίου 1824) του Γάλλου πρόξενου στα Ιόνια Νησιά, Vincent Reinaud, σχετικά με την προαναφερόμενη κρίση. Φαίνεται ότι η γαλλική αντικατασκοπία ήταν καλά ενημερωμένη για κάθε κίνηση του Βύρωνα και ούτε αυτό το συμβάν διέφυγε της προσοχής της. Ο Reinaud ήταν σίγουρος πλέον ότι ο Βύρωνας έπασχε από επιληψία, όπως δηλώνει στην αναφορά του: «Byron a ete frappe d’apoplexie a Messolongi, mais dautres dissent que cetait une attaque epileptique…». 4

Κατά το μήνα Μάρτιο, ο Βύρωνας παραπονείται συνεχώς για αδυναμία, κακή διάθεση και κάποιους ιλίγγους. [9] Ο Gamba μάς πληροφορεί ότι ο Βύρωνας τρεφόταν συνειδητά άσχημα, επιθυμώντας έτσι να αποδείξει στους Έλληνες στρατιώτες ότι μπορεί και ο ίδιος να βιώνει την ίδια ένδεια με αυτούς, παραβλέποντας τις συμβουλές των ιατρών του. Πάντως, για όσους είχαν γνωρίσει το Βύρωνα, ήταν γνωστή η απέχθειά του προς τους ιατρούς και σπάνια ακολουθούσε τις συμβουλές τους. Ενδεικτικό είναι το χλευαστικό σχόλιό του για την αδυναμία διάγνωσης της κρίσης που υπέστη: «…οι γιατροί δεν έχουν αποφανθεί αν ήταν επιληψία, καταληψία, καχεξία, αποπληξία και ό,τι άλλο σε -ψία και -ξία υπάρχει!» (25 Φεβρουαρίου 1824). 8

 

Λόρδος Μπάιρον, ελαιογραφία του Άγγλου ζωγράφου Richard Westall (1813). National Portrait Gallery, Λονδίνο.

 

Στις 9 Απριλίου ο Βύρωνας θα επισκεφθεί την προσφιλή του τοποθεσία για ιππασία, τη νησίδα με την εκκλησία της Παναγίας της Φοινικιώτισσας στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου. Μια ξαφνική καταιγίδα όμως τον ανάγκασε να επιστρέψει εσπευσμένα, ιππεύοντας επί μία ώρα μέσα στη βροχή. Με την επιστροφή του στο Μεσολόγγι ο Βύρωνας κατέρρευσε εμφανίζοντας κεφαλαλγία και υψηλό πυρετό. 2-3

Ο ιατρός Bruno αντιμετώπισε την ασθένεια με καθαρτικά χρησιμοποιώντας ένα σκεύασμα τρυγικού καλίου το οποίο οι Ιταλοί ιατροί αποκαλούσαν «αυτοκρατορική λεμονάδα». 3 Στο σημείο αυτό αρχίζουν οι προστριβές και οι διαφωνίες ανάμεσα στους Bruno και Millingen, με τον πρώτο να υποστηρίζει τη χρήση καθαρτικών και το δεύτερο να θεωρεί ότι η ασθένεια του Βύρωνα ήταν ρευματικός πυρετός. 2,3,6

 

Το σπίτι του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, λιθογραφία, W. Purser και E. Finden (π. 1830). Η τοποθεσία ταυτίζεται με τα «Καψαλαίικα» δίπλα στη λιμνοθάλασσα, όπου διέμεινε ο Βύρωνας το 1824. Το τεράστιο σπίτι έθεσε στη διάθεση του ο Χρηστός Καψάλης (1751-1826), ο πιο σημαντικός προύχοντας της πόλης.

 

Οι δύο ιατροί πρότειναν τελικά αφαιμάξεις, αλλά ο Βύρωνας αρνήθηκε να υπακούσει. Τελικά, ο Βύρωνας έδωσε τη συγκατάθεσή του και επί 3 ημέρες (15−17 Απριλίου) υποβλήθηκε σε εξαντλητικές αφαιμάξεις. 2 Κατά τη διάρκεια της 15ης και 16ης Απριλίου ο πυρετός ήταν πολύ υψηλός και την επόμενη ημέρα ο Βύρωνας πλέον παραληρούσε δίνοντας διαταγές για μάχες ή μιλώντας με τη μητέρα του. 2

Το πρωί της 18ης Απριλίου οι ιατροί θορυβούνται από κάποια σημεία που υποδήλωναν «φλεγμονή του εγκεφάλου». Η αφαίμαξη συνεχίστηκε έως ότου ο εξαντλημένος Βύρωνας ψιθύρισε ότι ήθελε να σταματήσουν το μαρτύριό του. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας οι δύο νεαροί ιατροί, που μόλις είχαν λάβει τα πτυχία τους από τις Σχολές της Γένοβας και του Εδιμβούργου, είχαν περιέλθει πλέον σε αδιέξοδο και στις 3.30 μ.μ. αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια των έτερων και εμπειρότερων ιατρών του Μεσολογγίου, του Βαυαρού Heinrich Traiber και του Έλληνα Λουκά Βάγια. Στο ιατρικό συμβούλιο που συγκλήθηκε οι γνώμες διχάστηκαν. Ο Bruno δέχθηκε τελικά τη διάγνωση του Millingen, ο Βάγιας υποστήριξε τη χρήση αντισπασμωδικών σκευασμάτων αλλά όλοι συμφώνησαν στη συνέχιση των αφαιμάξεων.

Το βράδυ της 18ης Απριλίου, μετά το τέλος του συμβουλίου, η διάγνωση των ιατρών ήταν «μετάσταση των ρευματικών φλεγμονών». Την επόμενη ημέρα, ο Βύρωνας θα ξυπνήσει για λίγο και οι παρευρισκόμενοι θα είναι αυτήκοοι μάρτυρες της συγκινητικής ρήσης που αναφώνησε για την Ελλάδα λίγο πριν βυθιστεί στον επιθανάτιο λήθαργό του: «Της έδωσα το χρόνο μου, τα χρήματά μου, την υγεία μου… τώρα της δίνω και τη ζωή μου. Τι περισσότερο μπορούσα να κάνω;».

 

«Ο Λόρδος Βύρων ετοιμοθάνατος», χαλκογραφία, των R. Seymour και I. Clark (1825). Το ημερολόγιο έγραφε την ημέρα του θανάτου του 19 Απριλίου 1824 και ήταν η δεύτερη μέρα του Πάσχα, 6 το απόγευμα. Τα τελευταία του καταληπτά λόγια προς τον γιατρό του δόκτορα Millingen: «Οι προσπάθειές σου να μου σώσεις τη ζωή θα αποβούν άκαρπες. Νιώθω πως θα πεθάνω. Δεν λυπάμαι γι’ αυτό. Ήρθα εδώ για να δώσω τέλος σε μια ζωή γεμάτη πόνο. Πρόσφερα στην Ελλάδα τα χρήματά μου, την υγεία μου και τον χρόνο μου. Τώρα της προσφέρω και τη ζωή μου». Ήταν μόλις 36 χρόνων. Στις 14 Μαΐου η είδηση του θανάτου του μαθεύτηκε στο Λονδίνο. Η Ευρώπη συγκλονίστηκε.

 

Το απόγευμα της 19ης Απριλίου ο Βύρωνας θα ανοίξει για μια στιγμή τα μάτια του για να τα κλείσει αμέσως μετά, για πάντα. Ο Millingen ψηλάφησε το σφυγμό του. Ο μεγάλος φιλέλληνας είχε πεθάνει. Ο Millingen, με την ακρίβεια που διακρίνει τους Βρετανούς, θα καταγράψει ως ώρα θανάτου 17.45’ και 20’’. Μετά το θάνατο του Βύρωνα, οι Bruno, Millingen, Βάγιας και Traiber θα διενεργήσουν νεκροτομή, τα ευρήματα της οποίας παραθέτονται στην έκθεση του παραρτήματος Α΄. 3,5−7

 

Λόρδος Βύρων, λιθογραφία του Γάλλου Μ. Barathier (1826). Στον πίνακα ο Μπάυρον εξαϋλώνεται από το νεκρικό του κρεβάτι και ανεβαίνει στα ουράνια, ενώ οι Νύμφες τον υμνούν γύρω του και η Μούσα, με την αγαπημένη του λύρα, εναποθέτει κλαδί δάφνης στο μνήμα του.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

Έκθεσις της γενομένης νεκροψίας του σώματος του Λόρδου Βύρωνος

 

  1. Ότε ηνοίχθη το σώμα του Λόρδου Βύρωνος, ευρέθησαν τα οστά της κεφαλής εις άκρον σκληρά, μη παρουσιάζοντα ουδέν ίχνος ραφών, ως να ήτο το κρανίον ανθρώπου ογδοηκονταετούς. Ως εκ τούτου, το κρανίον εφαίνετο ωσεί αποτελούμενον εξ ενός μόνον οστού. Δεν εφαίνετο υπάρχουσα εν αυτώ η διπλόη, έλειπε δε και η μετωπική κοιλότης.
  1. Η σκληρά μήνιγξ ήτο στερρώς προσπεφυμένη εις την εσωτερικήν επιφάνειαν του κρανίου, ώστε δύο ρωμαλέοι άνδρες αποπειραθέντες επανειλημμένως να την αποσπάσουν, δεν το κατόρθωσαν. Τα αγγεία της μεμβράνης ταύτης ήσαν πλήρη αίματος, ήτο δε αύτη εις διάφορα σημεία προσκεκολλημένη προς την λεπτήν μήνιγγα διά μεμβρανωδών ινών.
  1. Μεταξύ της λεπτής μήνιγγος και των ελίκων του εγκεφάλου ευρέθησαν αρκεταί φυσαλλίδες αέρος και εξίδρωσις λύμφης και πολυάριθμοι συμφύσεις.
  1. Ο μέγας δρεπανοειδής σύνδεσμος της σκληράς μήνιγγος ήτο στερεώς προσκεκολλημένος προς τους δύο λοβούς του εγκεφάλου διά μεμβρανωδών ινών, τα δε αγγεία του ήσαν πλήρη αίματος.
  1. Κατά την τομή της μυελώδους ουσίας του εγκεφάλου, η εξίδρωσις του αίματος διά των μικρών αγγείων παρήγεκηλίδας στιλπνοτάτου ερυθρού χρώματος. Ευρέθη εξίδρωσις δύο περίπου ουγγιών ορού αιματηρού υπό το Frons varioli, κατά την βάσιν των λοβών και κατά τας δύο ανωτέρας ή πλαγίας κοιλίας. Παρομοία εξίδρωσις ευρέθη και εις την βάσιν της παρεγκεφαλίδος. Τα συνήθη αποτελέσματα της φλεγμονής ήσαν ευδιάκριτα εις όλον τον εγκέφαλον.
  1. Η μυελώδης ουσία του εγκεφάλου ήτο μεγαλυτέρα της συνήθους αναλογίας αυτής προς την του φλοιού, είχε δε την συνήθη σύστασιν. Ο εγκέφαλος και η παρεγκεφαλίς άνευ των μεμβρανών είχον βάρος εξ λιτρών.
  1. Αι αύλακες των αιμοφόρων αγγείων κατά την εσωτερικήν επιφάνειαν του κρανίου ήσαν πολυαριθμότεραι του συνήθους, αλλά μικραί.
  1. Οι πνεύμονες ήσαν εντελώς υγιείς, κατά τον όγκον δε εξαιρετικώς μεγάλοι.
  1. Μεταξύ του περικαρδίου και της καρδίας υπήρχε μία περίπου ουγγία λύμφης. Η καρδία είχεν όγκον μεγαλύτερον του συνήθους, αλλά η μυωνική της σύστασις ήτο εις άκρον χαλαρά.
  1. Το ήπαρ ήτο πολύ μικρότερον του συνήθους, καθώς και η χοληδόχος κύστις, ήτις περιείχε αέρα αντί χολής. Τα έντερα είχον χροιάν εντόνως χολώδη και ήσαν εξογκωμένα εξ αέρος.
  1. Οι νεφροί ήσαν πολύ ογκώδεις, αλλ’ υγιείς, η δε κύστις σχετικώς μικρά.

 

Εις πίστωσιν πάντων τούτων, οι κάτωθι υπογραφόμενοι υπέγραψαν ιδιοχείρως.

Φραγκίσκος Μπρούνο, θεράπων ιατρός και χειρουργός του Λόρδου Βύρωνος

Ιούλιος Μίλλιγκεν, χειρουργός του στρατιωτικού σώματος της Αυτού Εκλαμπρότητος

Ερρίκος Τράιμπερ, ιατρός και χειρουργός του σώματος των πυροβολιστών

Λουκάς Βάγιας, ιατρός και χειρουργός του σώματος των Σουλιωτών

Εγένετω και υπεγράφη εν Μεσολογγίω την 26 Απριλίου 1824

Πιστοποιείται το γνήσιον των ανωτέρω υπογραφών

 

Α. Μαυροκορδάτος

Σ. Πραΐδης, γραμματεύς

 

  1. Το ιατρικό ιστορικό του λόρδου Βύρωνα

 

Ο Λόρδος Βύρωνας γεννήθηκε με μια συγγενή δυσμορφία του δεξιού ποδιού, η οποία τον ανάγκασε από μικρή ηλικία να φορά πάντα ένα ειδικό υπόδημα, γεγονός που αποτελούσε αντικείμενο χλευασμού από τα άλλα παιδιά. Ενδεχομένως, έως ένα βαθμό, αυτή η απόρριψη από τους συνομήλικούς του να διαμόρφωσε και το χαρακτήρα του. Παρ’ όλα αυτά, ως έφηβος αλλά και στη μετέπειτα ζωή του είχε ενεργή αθλητική ζωή και επιδόθηκε με επιτυχία στην ξιφασκία και την κολύμβηση μεγάλων αποστάσεων, ενώ ήταν και δεινός ιππέας. 9−12

Σε επιστολή του προς τον Sir Walter Scott στις 27 Ιανουαρίου 1822, ο Βύρωνας μας πληροφορεί ότι το 1795, δηλαδή σε ηλικία 7 ετών, είχε νοσήσει από οστρακιά. 13 Όπως μας ενημερώνει ο ίδιος ο ποιητής, με αφορμή την ασθένεια της ανιψιάς του Ada, για την οποία αναφέρεται στην επιστολή του προς την Augusta Leigh (Κεφαλονιά, 12 Οκτωβρίου 1823): «Είχα φοβερούς και σχεδόν περιοδικούς πονοκεφάλους έως τα δεκατέσσερά μου. Δεν με πείραζε στα μάτια παρά κυρίως στα αυτιά μου και αυτό μόνο ελαφρά για λίγη ώρα». 8

Ως αποτέλεσμα της έντονης σεξουαλικής ζωής του, συχνά ήταν θύμα αφροδίσιων νοσημάτων, με τη σύφιλη να αποτελεί την προσφιλή διάγνωση των μελετητών, γεγονός όμως που δεν στοιχειοθετείται πλήρως. Μια από τις προτεινόμενες αιτίες θανάτου του Βύρωνα έχει αποτελέσει και η νευροσύφιλη. 14 Μια άλλη πτυχή του ιατρικού προφίλ του Βύρωνα ήταν οι κρίσεις κατάθλιψης και τα ασταθή συναισθήματά του, όπως αυτά αναδύονται από τις πρωτογενείς πηγές. [10] Δεν είναι λίγοι αυτοί που διέκριναν μια κληρονομική ψυχική νόσο βασιζόμενοι κυρίως στο οικογενειακό ιστορικό του ψυχοπαθούς προγόνου του, Jack Byron. 12

 

Ο τύμβος του Μπάιρον στο Μεσολόγγι, λιθογραφία, του C. Sweeton (1866).

 

Μια άλλη πληροφορία ιατρικού ενδιαφέροντος αντλείται από την επιστολή του Βύρωνα προς το φίλο του Francis Hodgson (18 Φεβρουαρίου 1812), όπου αναφέρει μια περίπτωση κωλικού του νεφρού. 15 Στις αρχές του 1818, οι ιατροί του Βύρωνα, θορυβημένοι από τον έκλυτο βίο του και την αδιαφορία του για την υγεία του, τον ενθάρρυναν να μεταβεί στην Ιταλία όπου το μεσογειακό κλίμα θα τον βοηθούσε να ανακτήσει τις δυνάμεις του. Κατά την παραμονή του στην Ιταλία θα γίνει μάρτυρας του θανάτου του φίλου του, μεγάλου ρομαντικού ποιητή Persy Shelley, γεγονός που τον κατέβαλε ψυχολογικά. Μετά την κηδεία του Shelley, στις 16 Αυγούστου 1822, ο Βύρωνας θα κολυμπήσει μανιωδώς τρία μίλια στα παγωμένα νερά του κόλπου της Πίζας και λίγες ώρες αργότερα θα βρεθεί κλινήρης. Η Ιταλίδα ερωμένη του, Teresa Guiccioli, έγραψε ότι από εκείνη την ημέρα ο Βύρωνας ήταν αγνώριστος, έχασε υπερβολικό βάρος και «…η υγεία του έλαβε απότομη τροπή…».

 

Τερέζα Γκουϊτσιόλι, η τελευταία ερωμένη του Λόρδου Βύρωνα. Χαλκογραφία, των W. Brockedon και Η. T. Ryall (1833).

 

Ένα παράξενο συμβάν στη ζωή του Βύρωνα έδωσε τροφή στους σύγχρονους μελετητές να αναδείξουν μια άλλη πιθανή νόσο. Όταν ο Βύρωνας ήταν μικρός, ένας μάντης του είχε δώσει μια πρόβλεψη: «Νεαρέ μου, πρόσεχε όταν φθάσεις 37 ετών, πρόσεχε!». Κατά σύμπτωση, ο Βύρωνας πέθανε 37 ετών και μάλιστα λίγο πριν πεθάνει ρώτησε με στόμφο τους συντρόφους του: «Δεν σας το είχα πει ότι θα πεθάνω στα 37 μου;». 3 Για να εξηγηθεί ο θάνατός του σε αυτή την ηλικία προτάθηκε η άποψη της πάθησης από διαβήτη, ασθένεια από την οποία είχαν πεθάνει δύο άλλοι πρόγονοί του στην ίδια ακριβώς ηλικία με αυτόν. 12 Η συγκεκριμένη άποψη συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες και δεν έχει γίνει ευρέως αποδεκτή.

 

  1. Οι πυρετοί του Λόρδου Βύρωνα

 

Οι περιπτώσεις των πυρετών του Βύρωνα αποτελούν ίσως το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο του ιατρικού του προφίλ και ενδεχομένως αποκαλύπτουν την πιθανή αιτία θανάτου. Η ένδειξη για την πρώτη μόλυνση από ελονοσία συναντάται κατά το πρώτο ταξίδι του Βύρωνα στην Ελλάδα το 1810. 16

Σε τρεις επιστολές του Βύρωνα από την Πάτρα, προς τους John Hobhouse (25 Σεπτεμβρίου και 2 Οκτωβρίου 1810) και Francis Hodgson (3 Οκτωβρίου 1810), περιγράφονται τα κλασικά συμπτώματα της ελονοσίας με τον περιοδικό πυρετό, τα ρίγη και τα μεσοδιαστήματα ανάμεσα στην επανεμφάνιση του πυρετού. 16,17 Μάλιστα, με ένα ποίημα που επινόησε κατά τη διάρκεια των κρίσεων περιγράφει εκπληκτικά τα ρίγη του και την κλασική αντίδραση των ασθενών της ελονοσίας που ζητούν πολλά κλινοσκεπάσματα.

Στη διάγνωση της ελονοσίας είναι βέβαια δύσκολο να υποθέσουμε το είδος του πλασμωδίου που μόλυνε το Βύρωνα. Το μόνο που μπορεί να προταθεί είναι μια μικτή μόλυνση πλασμωδίων, γεγονός σύνηθες σε ενδημικές περιοχές. 16,18-20

Η επόμενη αναφορά συμπτωμάτων που ωθούν τη σκέψη ξανά προς την ελονοσία συναντάται το 1811. Μετά την ανάρρωσή του στην Ελλάδα, ο Βύρωνας ανέβαλε τη συνέχιση του ταξιδιού του στην Ανατολή και κατευθύνθηκε στη Μάλτα. Εκεί θα εμφανίσει μια νέα κρίση πυρετού που θα τον οδηγήσει στο Λοιμοκαθαρτήριο της Βαλέτα. 21 Στις 3 Ιουνίου 1811, όταν τελικά απέπλευσε με τη φρεγάτα Volage για την Αγγλία, θα εμφανίσει εν πλω μια νέα κρίση, η οποία σύμφωνα με τα γραφόμενά του μπορεί να ταυτιστεί με τριταίο πυρετό (επιστολή προς Hodgson, 29 Ιουνίου 1811). 21

Άλλα παραδείγματα υποτροπιάζουσας ελονοσίας συναντάμε κατά τα έτη 1812 και 1813. Στην πρώτη περίπτωση, το Μάρτιο του 1812, ένας κοινός φίλος του Βύρωνα και του Thomas Moore ενημερώνει το δεύτερο για μια νέα κρίση, ενώ το 1813 ο ίδιος ο ποιητής καταγράφει στο ημερολόγιό του κάτι αντίστοιχο (26 Νοεμβρίου 1813). 21 Το 1814, κατά την παραμονή του στην Αγγλία στο Newstead Abbey, σε επιστολή του προς τον εκδότη του John Murray (4 Φεβρουαρίου 1814) περιγράφει τους πυρετούς του αλλά και την αγωνία του ότι οι πυρετοί είναι οι ίδιοι που είχε πάθει το 1810 στην Ελλάδα: «Νοιώθω το ίδιο όπως συνέβη στην Πάτρα και φοβάμαι ότι θα έχω και άλλες υποτροπές». 21 Το ίδιο θα επαναλάβει σε νέα του επιστολή προς τον Murray στις 5 Αυγούστου 1814.

 

Ο Λόρδος Βύρων με αλβανική ενδυμασία. Έργο του διακεκριμένου προσωπογράφου, Th. Phillips (Τόμας Φίλιπς), 1813. Ο 25χρονος τότε Βύρων πόζαρε στον Φίλιπς για ένα πορτρέτο τριών τετάρτων, καθώς απέφευγε επιμελώς τις ολόσωμες απεικονίσεις λόγω του ότι το ένα του πόδι χώλαινε. Βρετανική Πρεσβεία Αθηνών.

 

Η πιο σοβαρή υποτροπή ή νέα μόλυνση θα σημειωθεί στη Βενετία το 1817. Σε επιστολή του προς τον Murray (3 Μαρτίου 1817) περιγράφει τον πυρετό που τον έχει αδυνατίσει σημαντικά, ενώ λίγες ημέρες αργότερα σε επιστολή προς τον Moore (25 Μαρτίου 1817) αναφέρει ότι είχε περιπέσει σε παραλήρημα και ότι από αυτόν τον πυρετό υποφέρουν πολλοί ταξιδιώτες στη Βενετία. 21 Το πιο ενδιαφέρον όμως με αυτό το συμβάν είναι το σύντομο σημείωμα που έγραψε στον Murray και το οποίο επισύναψε στην επιστολή του προς τον Moore, με σκοπό την ταυτόχρονη παραλαβή της επιστολής του και από τους δύο παραλήπτες στην Αγγλία. Στο μικρό σημείωμα προς τον Murray, ο Βύρωνας θυμήθηκε ότι «…ο πυρετός μου είναι ο ίδιος με αυτόν που παρουσιάστηκε πριν μερικά χρόνια στο Μοριά, στα έλη της Ηλείας».

 

Ο τάφος του Λόρδου Βύρωνα στο Hucknall της κομητείας Nottingham,, χαλκογραφία, Τ. Allom και Ε. Patten (1837).

 

Το 1819, πάλι στη Βενετία, θα εμφανίσει νέα υποτροπή, με τα χαρακτηριστικά του τριταίου πυρετού, όπως μας πληροφορεί η επιστολή του προς τον Murray (8 Νοεμβρίου 1819). Και αυτή τη φορά ο Βύρωνας επικαλείται το είδος του πυρετού που βίωσε στην Ελλάδα, ενώ προσθέτει και την εμπειρία του από τη Μάλτα. 22 Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους και ενώ ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τη Ραβέννα με προορισμό το Λονδίνο, η αναχώρησή του αναβάλλεται λόγω μιας νέας αιφνίδιας κρίσης πυρετού, όπως ενημερώνει ο οικοδεσπότης του Βύρωνα, Silvestrini, προς την κόμισσα Guiccioli (10 Δεκεμβρίου 1819). 1 Στην επιστολή του προς τον Murray (6 Οκτωβρίου 1820) αναφέρει ότι πέρασε πάλι μια κρίση από τον πυρετό της Πάτρας «που μπορεί να πάθει κάποιος στα έλη της Ολυμπίας». 23

Δύο επιστολές του Βύρωνα προς τον Moore τον Οκτώβριο του 1821 κρίνονται ως ιδιαίτερης και εξαιρετικής σημασίας. Σε επιστολή του προς τον Moore (1 Οκτωβρίου 1821) αναφέρει ότι έχει καιρό να του εμφανιστεί κρίση από malaria, λέξη που για πρώτη φορά χρησιμοποιεί. 13

Προφανώς, ο όρος χρησιμοποιείτο από όλους και ήταν δηλωτικός μιας ασθένειας, που όμως κανένας έως τότε δεν γνώριζε την πραγματική της φύση. Η δεύτερη και πιο εντυπωσιακή αναφορά συναντάται στην επόμενη επιστολή του προς τον Moore (6 Οκτωβρίου 1821), όπου πλέον δίνεται η πιο σημαντική πληροφορία: «…όταν με πιάνει ο πυρετός, διαρκεί 2−3 ημέρες και οι κρίσεις που παθαίνω μου συμβαίνουν κάθε δύο χρόνια, κυρίως όταν επισκέπτομαι μέρη με κλίμα κατάλληλο για τέτοιες κρίσεις». 13 Προφανώς, στον υπολογισμό της περιοδικότητας των πυρετικών κρίσεων, ο Βύρωνας αμελεί ή δεν δίνει σημασία σε κάποιες περιπτώσεις που πλέον αναδύονται από τη σύγχρονη μελέτη των επιστολών και των ημερολογίων του. Όσο για τις περιοχές με ανθυγιεινό κλίμα, ο ίδιος θεωρεί ότι η παραμονή του στη Βενετία ήταν καταστρεπτική για την υγεία του. 13

 

  1. Μεσολόγγι και Ελονοσία

 

Ο Λόρδος Βύρωνας απεβίωσε στο Μεσολόγγι, μια περιοχή γνωστή για τον ενδημικό χαρακτήρα της ελονοσίας, με τις εκτάσεις γύρω από τη λιμνοθάλασσα να εμφανίζουν παραδοσιακά υψηλή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Έως το 1960, η περιοχή έβριθε από έλη και κάθε χρόνο το Υπουργείο Υγιεινής διενεργούσε αεροψεκασμούς με DDT στο πλαίσιο του ανθελονοσιακού προγράμματος που είχε αρχίσει σε πανεθνικό επίπεδο η Σχολή Δημόσιας Υγείας υπό την αιγίδα της UNRRA και του Ιδρύματος Rockefeller μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Σύμφωνα με τον Ιταλό ζωγράφο Simone Pomardi, το 1806 η πόλη είχε 6.000 Έλληνες και 8 Τούρκους κατοίκους, που διαβιούσαν σε χαμηλά σπίτια λίγα μόλις μέτρα από τα έλη και τη λιμνοθάλασσα. 24 Πολλές πληροφορίες για την ιστορία της πόλης, την οικονομία της, τη στρατηγική της σημασία και βέβαια το ανθυγιεινό κλίμα της αντλούνται από τις περιγραφές των περιηγητών του 18ου και 19ου αιώνα. Ενδεικτικές για την τοπογραφία της λιμνοθάλασσας είναι οι περιγραφές των Βρετανών αρχαιολόγων Richard Chandler και Edward

Dodwell, του Βρετανού λοχαγού-κατασκόπου στην οθωμανική Ελλάδα William Leake, των Γάλλων περιηγητών Fauvel, Foucherot και Maxime Raybaud, των Γάλλων προξένων Felix Beaujour και Francois Pouqueville, του φίλου του Λόρδου Βύρωνα John Hobhouse και, τέλος, του Ιταλού ιατρού Mauro Nuzzo. 25−32

Πάντως, η πλέον ενδεικτική και λυρική περιγραφή για την κατάσταση που επικρατούσε στο Μεσολόγγι καταγράφεται από τον ίδιο το Βύρωνα σε επιστολή του προς τον Charles Hancock (5 Φεβρουαρίου 1824): «…αν δεν μας κόψει το σπαθί, είναι πιθανό ότι θα θερίσει η ελονοσία σε αυτόν το βουρκότοπο, και για να τελειώσω με ένα άσχημο λογοπαίγνιο, καλύτερα να πάμε από βέλος παρά από έλος. Οι συνθήκες που επικρατούν στο Μεσολόγγι δεν σας είναι άγνωστες. Τα φράγματα της Ολλανδίας, όταν καταρρέουν, είναι έρημοι της Αραβίας σε σύγκριση με αυτό το μέρος». 8

Εκτός από τις περιγραφές για την τοπογραφία της περιοχής, δεν διαθέτουμε κανένα ακριβές επιδημιολογικό στοιχείο για την ελονοσία μέχρι τον 20ό αιώνα. Το πρόβλημα της ελονοσίας στην Ελλάδα ήταν γνωστό και αποτελούσε διαχρονικά πόλο έλξης πολλών διακεκριμένων υγιεινολόγων, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του νομπελίστα Sir Roland Ross. 33,34 Η σημαντικότερη αναφορά για το Μεσολόγγι αντλείται από τα Πρακτικά του Συλλόγου προς Περιστολή των Ελωδών Νόσων, των Κωνσταντίνου Σάββα και Ιωάννη Καρδαμάτη, το 1925. 35 Ο Σύλλογος μάλιστα είχε αποτύχει δύο φορές, το 1915 και το 1916, να αποξηράνει τα έλη, τα οποία διακρίνονται στην παρακάτω εικόνα από ένα σπάνιο χάρτη της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού (1919).

 

Η λιμνοθάλασσα και οι όρμοι του Μεσολογγίου (Υδρογραφική Υπηρεσία Πολεμικού Ναυτικού, 1919). Αντίγραφο από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία νομού Αιτωλοακαρνανίας.

 

Στην αναφορά αυτή πληροφορούμαστε ότι η πόλη είχε τρία είδη ελών: Μέσα στην πόλη, γύρω από την πόλη και στα όρια της λίμνης με τη θάλασσα. Η εν λόγω τοπογραφία δεν πρέπει να διέφερε πολύ από την εποχή του Βύρωνα, αφού τα έργα αποξήρανσης άρχισαν ουσιαστικά το 1960. 36,37 Σύμφωνα με την αναφορά του 1925, η πόλη πληττόταν από αμέτρητα σμήνη κουνουπιών, που σύμφωνα με την εντομολογική ταξινόμηση ανήκαν στα είδη Culex pipiens, Culex nemorosus, Culex elegans και Anopheles glaviger. Από την ίδια πηγή παρέχεται η πληροφορία ότι η θνητότητα στο Μεσολόγγι κυμαινόταν σε ποσοστό 5−30% στην πόλη και από 20−80% στα περίχωρα. Επίσης, ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στην έκθεση του Υπουργείου Υγιεινής το 1933 εμφανίζεται μια σταθερή ετήσια αύξηση της θνητότητας από την εποχή της αναφοράς του 1925 των Σάββα και Καρδαμάτη: 1926 (5,59%), 1927 (8,57%), 1928 (10,14%) και 1929 (10,48%). 38

  

  1. Η ενδημικότητα της ελονοσίας στη δυτική Ελλάδα μέσα από τα ιατρικά Βρετανικά αρχεία των Ιονίων Νήσων (1815−1864)

 

Η έλλειψη επιδημιολογικών στοιχείων κατά το 19ο αιώνα στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα δεν μας επιτρέπει μια ανάλυση αναφορικά με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα της περιοχής. Τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν στην ελονοσία της ευρύτερης περιοχής της δυτικής Ελλάδας αντλούνται από τις παρατηρήσεις και τις μελέτες των Βρετανών ιατρών στα Ιόνια Νησιά. Μετά τη Συνθήκη των Παρισίων (1815), η Βρετανία είχε αποκτήσει από τη Γαλλία τον έλεγχο των νησιών. Οι Βρετανοί ιατροί μελέτησαν τη νοσολογία της περιοχής υπό το πρίσμα πολλαπλών παραμέτρων (περιβαλλοντικών, κλιματικών, κοινωνικών, οικονομικών) και εισήγαγαν, εκτός των άλλων μέτρων δημόσιας υγείας, και ένα νέο σύστημα αναφοράς και καταχώρησης των ασθενειών. 39,40

Η κυριότερη ασθένεια ήταν η ελονοσία, στο γενικότερο πλαίσιο βέβαια των «πυρετών». Ελληνικές και ιταλικές ιατρικές ορολογίες στα Επτάνησα, όπως τριταίος πυρετός, τεταρταίος πυρετός, therma continua και amphimerina paludoza αντιστοιχούσαν ουσιαστικά στην ελονοσία. Όπως μας πληροφορεί και ο Γερμανός Καθηγητής Γεωγραφίας Joseph Parch του Πανεπιστημίου του Breslau, από το 1814 ο ιατρός του αγγλο-σικελικού συντάγματος Dr Benza μελέτησε στην Κέρκυρα το πρόβλημα του «malignant fever» που αποδεκάτιζε τη φρουρά του νησιού. 41

 

Λόρδος Βύρωνας, χαλκογραφία του Άγγλου ζωγράφου George Henry Harlow (1815).

 

Σύμφωνα με τον Benza, η αιτία ήταν ότι η μέση θερμοκρασία στο Φρούριο της Κέρκυρας ήταν κατά 10 °C υψηλότερη από οποιοδήποτε άλλο σημείο της πόλης. 41 Φυσικά, εκείνη την εποχή ήταν αδύνατο για τον Benza να συσχετίσει τον πυρετό με τα κουνούπια από τα έλη της πόλης και τα ύδατα της τάφρου του Φρουρίου. Ήταν η εποχή όπου η Ιατρική ήταν δέσμια της θεωρίας του νοσογόνου θειώδους υδρογόνου που απελευθέρωναν οι ελώδεις αναθυμιάσεις. 42

Όπως όμως σοφά ανέφερε ο χειρουργός και επιθεωρητής των βρετανικών Στρατιωτικών Νοσοκομείων της Μεσογείου, John Davy, ακολουθώντας την εις άτοπο απαγωγή: «Καλύτερα να λέμε τι δεν είναι η μαλάρια, παρά το τι είναι!». 42 Την περίοδο 1822−1829, η ελονοσία ήταν η κύρια αιτία νοσηρότητας στα Επτάνησα και προφανώς στα παράλια της δυτικής Ελλάδας, ακολουθούμενη από την πνευμονία, τη δυσεντερία και τον τύφο. 42

Σύμφωνα με τον Davy, ο τριταίος πυρετός ήταν περισσότερο θανατηφόρος στα βρετανικά στρατεύματα των Ιονίων από το διαλείποντα πυρετό των συνταγμάτων της Μάλτας. Σύμφωνα με τις εισαγωγές των Στρατιωτικών Νοσοκομείων στα Ιόνια, παρατηρείται μια συνεχής αύξηση των κρουσμάτων ελονοσίας την περίοδο 1817−1836, κυρίως στις Φρουρές της Κέρκυρας, της Λευκάδας και της Κεφαλονιάς. 43 Όσο για την περίοδο 1837−1846, το 1/3 των Βρετανών στρατιωτών είχε πληγεί από την ελονοσία (6.703 κρούσματα σε όλα τα Επτάνησα), αριθμός που αντιστοιχούσε σε ποσοστό 22,47% όλων των εισαγωγών στα Στρατιωτικά Νοσοκομεία των Ιονίων Νήσων. 44

Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις και τα ευρήματα από νεκροτομές ασθενών που απεβίωσαν λόγω «amphimerina paludoza», τις οποίες διενέργησε ο χειρουργός του 75ου Βασιλικού Συντάγματος Πεζικού των Ιονίων Νήσων, William Goodison. Σύμφωνα με τον Goodison, ο εν λόγω πυρετός δεν σχετιζόταν με τον τυφοειδή πυρετό της περιοχής, όπως λαθεμένα πίστευαν οι Βρετανοί συνάδελφοί του, και προς υποστήριξη της θεωρίας του ανέφερε το ανίατο των ασθενών του τυφοειδούς πυρετού σε αντίθεση με τον πυρετό της amphimerina paludoza, όπου οι ασθενείς θεραπεύονταν με τη χορήγηση μεγάλων δόσεων κινίνης. 45

 

  1. Ο θάνατος του Βύρωνα: Περίπτωση υποτροπής χρόνιας ελονοσίας;

 

Αρκετές πιθανές διαγνώσεις έχουν προταθεί κατά καιρούς για το θάνατο του Βύρωνα, όπως η πνευμονία, η γρίπη, η ιογενής εγκεφαλίτιδα, η μηνιγγίτιδα, ο μεσογειακός πυρετός και βέβαια η ελονοσία. 10 Υπέρ της διάγνωσης της ελονοσίας συνηγορούν οι αναφορές για την πρώτη νόσηση το 1810, ο ενδημικός χαρακτήρας της νόσου στο Μεσολόγγι, οι διαλείπουσες εξάρσεις πυρετού και οι υποτροπές. 16 Η υποτροπή ως όρος χρησιμοποιείται ευρέως στην Ιατρική για

να υποδηλώσει την επιστροφή των κλινικών συμπτωμάτων μιας νόσου μετά από μια φαινομενική διακοπή τους. Στη μελέτη της ελονοσίας όμως ο όρος υποτροπή δεν υποδηλώνει τόσο την επανεμφάνιση των συμπτωμάτων όσο την ενεργοποίηση των κύκλων των πλασμωδίων μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό. 46

Η ελονοσία προκαλείται από ένα πρωτόζωο του γένους Plasmodium, στο οποίο ανήκουν τα είδη falciparum, vivax, malariae και ovale. Η ελονοσία εμφανίζεται ως (α) καλοήθης τριταίος πυρετός (πυρετικός παροξυσμός κάθε 48 ώρες) οφειλόμενος στο Plasmodium vivax και στο Plasmodium ovale, (β) τεταρταίος πυρετός (πυρετικός παροξυσμός κάθε 72 ώρες) οφειλόμενος στο Plasmodium malariae, (γ) κακοήθης τριταίος πυρετός (ακανόνιστος πυρετικός παροξυσμός κάθε 24, 36 ή 48 ώρες) οφειλόμενος στο Plasmodium falciparum και (δ) υποτροπές της ελονοσίας.

Τα παράσιτα της ελονοσίας έχουν έναν πολύπλοκο κύκλο ζωής. Μετά την εισβολή των πλασμωδίων στον ανθρώπινο ξενιστή από δήγμα [δάγκωμα] ανωφελών κωνώπων, τα παράσιτα ωριμάζουν με σχιζογονία στο ήπαρ (εξωερυθροκυτταρικός κύκλος) πριν αρχίσουν να απελευθερώνονται στην κυκλοφορία του αίματος (μεροζωίτες). Ακολουθεί η εισβολή των πλασμωδίων στα ερυθρά αιμοσφαίρια (ερυθροκυτταρικός κύκλος) (τροφοζωίτες), όπου εκεί πολλαπλασιάζονται και διαρρηγνύουν τα αιμοσφαίρια, με αποτέλεσμα την απελευθέρωση νέων παρασίτων. Η κλινική εκδήλωση του εν λόγω μηχανισμού αντιστοιχεί στην εμφάνιση των πυρετικών κρίσεων. 47 Το πλέον σημαντικό χαρακτηριστικό γνώρισμα στη βιολογία του Plasmodium vivax και του Plasmodium ovale είναι η ικανότητά τους να σχηματίζουν αδρανείς υπνοζωίτες στο ήπαρ, οι οποίοι όταν ενεργοποιούνται πυροδοτούν νέο κύκλο πολλαπλασιασμού των πλασμωδίων στα ερυθρά αιμοσφαίρια. 48,49 Η «αφύπνιση» των υπνοζωιτών του Plasmodium vivax τείνει να παρουσιάζει ιδιαίτερη συχνότητα (1−2 έτη), ενώ, αντίθετα, το Plasmodium ovale παρουσιάζει εξάρσεις ακανόνιστα. 50−54

Για την ενεργοποίηση των υπνοζωιτών έχουν προταθεί διάφοροι παράγοντες, όπως οι κλιματικοί παράγοντες, οι οποίοι με τη σειρά τους σχετίζονται με την ενδημικότητα και τη μεταδοτικότητα της ελονοσίας. Η μεταδοτικότητα της ελονοσίας σχετίζεται με την ενδημικότητα της νόσου, η οποία αν και ποικίλλει από χώρα σε χώρα, εν τούτοις ακολουθεί ένα γενικό κλιματολογικό πρότυπο. Σε χώρες με χαμηλή ενδημικότητα η μεταδοτικότητα αυξάνεται κυρίως μετά το τέλος των περιόδων της βροχόπτωσης, ενώ στις ολοενδημικές περιοχές η μεταδοτικότητα φαίνεται ότι επηρεάζεται ελάχιστα από τις κλιματολογικές συνθήκες και συντηρείται σε υψηλά επίπεδα όλο το έτος. 55

Περιττό να αναφέρουμε ότι είναι πάμπολλες οι επιστολές του Βύρωνα όπου περιγράφει την ασταμάτητη βροχή στο Μεσολόγγι, συνθήκες που σίγουρα θα επιβάρυναν επί πλέον τη μεταδοτικότητα της νόσου. Μια άλλη αιτία αφύπνισης των υπνοζωιτών, άρα και «υποτροπής» της ελονοσίας, μπορεί να προκληθεί λόγω εμφάνισης μιας λοίμωξης άλλου μικροβιακού παράγοντα άσχετου με τα πλασμώδια. 56

Στο πλαίσιο αυτό, οι διαγνώσεις και οι αιτιολογικοί παράγοντες που κατά καιρούς προτάθηκαν για το θάνατο του Βύρωνα έχουν πολλές πιθανότητες να πυροδότησαν τους υπνοζωίτες, αν δεχθούμε την άποψη της λοίμωξης από Plasmodium vivax.

Αν προσπαθήσουμε να ανασυνθέσουμε τη συχνότητα των πυρετικών κρίσεων του Βύρωνα κατά τη διάρκεια του βίου του με αυτά που γνωρίζουμε πλέον για τη φύση των υπνοζωιτών, τα συμπεράσματα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Κατά το Βύρωνα, οι κρίσεις τον επισκέπτονταν κάθε δύο χρόνια. Μια ιδία επεξεργασία που επιχειρήσαμε αναφορικά με τις ημερομηνίες όλων των επιστολών του Βύρωνα, στις οποίες ορίστηκαν λέξεις-κλειδιά, όπως «πυρετός» (εντοπίστηκε 43 φορές), «ελονοσία» (3 φορές), «τριταίος πυρετός» (7 φορές), «έλη» (6 φορές), «ασθενής» (32 φορές) και που αφορούν σε αυτόν και όχι σε άλλο πρόσωπο, για το διάστημα 1810−1823, αποκαλύφθηκαν, τελικά, οκτώ μεγάλες πυρετικές εξάρσεις. Με βάση αυτό το δεδομένο και τα μεσοδιαστήματα ανάμεσα στις κρίσεις, υπολογίστηκε ότι οι πυρετικές κρίσεις του Βύρωνα εμφανίζονταν κατά μέσο όρο κάθε 18 μήνες (μέσος όρος: 540 ημέρες). Υπενθυμίζουμε ότι τα σύγχρονα δεδομένα αναφορικά με την εμφάνιση των υποτροπών ορίζουν ένα διάστημα 110−777 ημερών. 53 Πάντως, είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι όταν ο Βύρωνας θέλει να τονίσει τη δριμύτητα μιας πυρετικής κρίσης που τον έπληξε, δεν επικαλείται τις περιπτώσεις των πυρετών της Μάλτας ή της Βενετίας, αλλά τη συγκρίνει με την αντίστοιχη δριμύτητα της πρώτης κρίσης του στην Ελλάδα το 1810.

Η διαφορά στην εκτίμηση του χρόνου εμφάνισης των υποτροπών, όπως τη βίωνε και την αντιλαμβανόταν ο Βύρωνας, δηλαδή τα δύο έτη, διαφέρει από τους υπολογισμούς μας προφανώς λόγω υποεκτίμησης κάποιων περιπτώσεων από τον ίδιο ή στη λήθη του χρόνου.

Αυτό ακριβώς το φαινόμενο εμφανίζεται και σήμερα, με τους ασθενείς να λησμονούν να αναφέρουν κατά τη λήψη του ιστορικού τους κάποιες παλαιές αλλά κρίσιμες λεπτομέρειες, ικανές να προσανατολίσουν τη διαφορική διάγνωση και προς την περίπτωση της ελονοσίας. 51,52,57,5

Τέλος, μια πρωτότυπη προσέγγιση που επιχειρήσαμε αναφορικά με την αιτία θανάτου του Βύρωνα αποτέλεσε και η προσπάθεια εισαγωγής δεδομένων στο αυτοματοποιημένο πρόγραμμα διαγνώσεων GIDEONR (global infectious diseases and epidemiology network), ως συμπληρωματική πηγή πληροφόρησης. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι το τελικό αποτέλεσμα του προγράμματος GIDEONR εκφράζει επί της ουσίας τη διαγνωστική πιθανότητα ενός νοσήματος και όχι την de facto ύπαρξή της. Τα ιατρικά δεδομένα και οι υποθέσεις που προέκυψαν από την προσεκτική ανάγνωση των  πρωτογενών πηγών (κλινική εικόνα, χρόνος επώασης, καθώς και άλλες παράμετροι) εισήχθησαν στη βάση δεδομένων του GIDEONR. Το αποτέλεσμα του προγράμματος, όπως είναι ορατό και στην παρακάτω εικόνα, ήταν άκρως εντυπωσιακό αλλά ενίσχυσε και την άποψη περί ελονοσίας.

 

Πιθανότητα (%) της ελονοσίας σύμφωνα με το πρόγραμμα GIDEONR (global infectious diseases and epidemiology network).

 

Η νόσος εμφανίστηκε ως πρώτη επιλογή και στους τέσσερις συνδυασμούς δεδομένων που εισήχθησαν στο σύστημα, με την πιθανότητα της ελονοσίας να κυμαίνεται ανά περίπτωση σε 71%, 87%, 98% και 100%.

 

  1. Συμπεράσματα

 

Φαίνεται ότι η θεωρία της ελονοσίας κερδίζει έδαφος έναντι άλλων προτεινόμενων αιτιών θανάτου του Λόρδου Βύρωνα. Αν επιχειρήσουμε να ανάγουμε την περίπτωση των χρόνιων πυρετών του Βύρωνα στη σύγχρονη ιατρική πρακτική, γίνεται αντιληπτό ότι το μεγάλο χρονικό διάστημα που μερικές φορές μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο υποτροπές μπορεί να υποεκτιμηθεί ή και να λησμονηθεί από τον ασθενή. Στο πλαίσιο αυτό, η σωστή λήψη ιστορικού, κυρίως για άτομα που προέρχονται από γνωστές ενδημικές περιοχές ή ταξίδεψαν σε αυτές, η αναφορά για διάφορες πυρετικές (αδιάγνωστες) κρίσεις, ακόμη κι αν αφορούν στο μακρινό παρελθόν, θα πρέπει να κινούν την υποψία και να περιλαμβάνουν την ελονοσία στη γενικότερη εργαστηριακή διερεύνηση.

 

Υποσημειώσεις


[1] McCARTHY F. Byron: Life and legend. Faber & Faber, Croydon, 2003:223, 343−344, 406, 431, 444, 473−474, 406.

[2] GAMBA P. A narrative of Lord Byron’s last journey to Greece. London, 1825:124, 174, 247−249, 252−254, 256, 259−260.

[3] TRELAWNY E. Recollections of the last days of Shelley and Byron. Bradbury & Evans, London, 1858:128−138, 234−235.

[4] ANOYATIS – PELE D. Inventaire de la correspondance des Consuls Francais a Zante (1670−1859), a Cerigo (1724−1775) et du ViceConsul a Cephalonie (1803−1806). Universite Ionienne, Corfu, 1997:217−219.

[5] The Westminster review. Vol II, July−October, 1824.

[6] MILLINGEN J. Memoirs of the Affairs of Greece printed for J. Robwell (with anecdotes of Lord Byron during his last illness − Post mortem appearances). Davison T, London, 1831:139−144.

[7] ΤΡΑΪΜΠΕΡ Ε. Αναμνήσεις από την Επανάσταση του 1821 (Reminiscenzen aus Griechenland, 1822−1828). Εκδόσεις Αποστολίδης Χ, Αθήνα, 1960:153−155.

[8] MURRAY J. Byron’s letters and journals. Vol XI, “For freedom’s battle”. Marchand L, London, 1981:44, 113, 115−116.

[9] EIBEL P. Lord Byron’s clubfoot. Orthop Rev 1986, 15:190−193.

9−12 EIBEL P. Lord Byron’s clubfoot. Orthop Rev 1986, 15:190−193. – 10. MILLS AR. The last illness of Lord Byron. Proc R Coll Physicians Edinb 1998, 28:73−80. – 11. FITZGERALD M. Did Lord Byron have attention deficit hyperactivity disorder? J Med Biogr 2001, 9:31−33. – 12. CELESTIN R. Pathos and pathology in the life of Lord Byron. In: Wilson M, McMinn S (eds) Proceedings of Bristol medico-historical society 1986−1990. Vol 1, Bristol, 1996:66−70.

13 MURRAY J. The life, letters and journals of Lord Byron. Complete in one volume with notes. London, 1839:521−522, 535−536, 548, 569.

14 MELLOR D. Was Byron’s terminal illness a form of neurosyphilis? Byron Journal 2006, 34:127−132.

[10] MILLS AR. The last illness of Lord Byron. Proc R Coll Physicians Edinb 1998, 28:73−80.

12 CELESTIN R. Pathos and pathology in the life of Lord Byron. In: Wilson M, McMinn S (eds) Proceedings of Bristol medico-historical society 1986−1990. Vol 1, Bristol, 1996:66−70.

15 MOORE T. Letters and journals of Lord Byron with notices of his life. Murray J (ed). Bronner Verlag, Frankfurt, 1830:145.

16 TSIAMIS C, KALANTZIS G, TOMPROS N, POULAKOU-REBELAKOU E. Lord Byron’s first voyage in Greece (1810) and the neglected case of malaria. J R Soc Med 2011, 104:316−320.

16,17 MURRAY J. Byron’s letters and journals. Vol II. «Famous in my time», 1810−1812. Marchand L, London, 1973:14−15, 18−21.

16,18-20 McKENZIE FE, BOSSERT WH. Multispecies Plasmodium infections of humans. J Parasitol 1999, 85:12−18. – 19. McKENZIE FE, BOSSERT WH. Mixed-species Plasmodium infections of humans. J Parasitol 1997, 83:593−600. – 20. SMITH T, GENTON B, BAEA K, GIBSON N, NARARA A, ALPERS MP. Prospective risk of morbidity in relation to malaria infection in an area of high endemicity of multiple species of Plasmodium. Am J Trop Med Hyg 2001, 64:262−267.

21 MOORE T. The life of Lord Byron: With his letters and journals. Claxton, Remsen & Haffelfinger, Philadelphia, 1869:201−202, 152, 195, 411, 452−453, 595−596, 600−602, 604−605, 599.

21 MOORE T. The life of Lord Byron: With his letters and journals. Claxton, Remsen & Haffelfinger, Philadelphia, 1869:201−202, 152, 195, 411, 452−453, 595−596, 600−602, 604−605, 599.

21 MOORE T. The life of Lord Byron: With his letters and journals. Claxton, Remsen & Haffelfinger, Philadelphia, 1869:201−202, 152, 195, 411, 452−453, 595−596, 600−602, 604−605, 599.

21 MOORE T. The life of Lord Byron: With his letters and journals. Claxton, Remsen & Haffelfinger, Philadelphia, 1869:201−202, 152, 195, 411, 452−453, 595−596, 600−602, 604−605, 599.

21 MOORE T. The life of Lord Byron: With his letters and journals. Claxton, Remsen & Haffelfinger, Philadelphia, 1869:201−202, 152, 195, 411, 452−453, 595−596, 600−602, 604−605, 599.

22 MOORE T. Works of Lord Byron with his letters and his life. Murray J, London, 1823:255−257.

1 McCARTHY F. Byron: Life and legend. Faber & Faber, Croydon, 2003:223, 343−344, 406, 431, 444, 473−474, 406.

23 CLERGYMAN A. Selections from the writings of Lord Byron. Murray J, London, 1854:23.

13 MURRAY J. The life, letters and journals of Lord Byron. Complete in one volume with notes. London, 1839:521−522, 535−536, 548, 569.

13 MURRAY J. The life, letters and journals of Lord Byron. Complete in one volume with notes. London, 1839:521−522, 535−536, 548, 569.

13 MURRAY J. The life, letters and journals of Lord Byron. Complete in one volume with notes. London, 1839:521−522, 535−536, 548, 569.

24 POMARDI S. Viaggio nella Grecia fatto da Simone Pomardi negli anni 1804, 1805, 1806, Arricchito di tavole in rame. Vol II, Roma, 1820:30−36.

25−32 CHANDLER R. Travels in Asia Minor or an account of a tour made at the expense of the Society of Dilettanti. Oxford, 1763:282. – 26. FOUCHEROT et FAVEL. Journal du voyage fait en Grece par les ordres de monsieur le Compte de Choiseul par les Sieurs Foucherot et Fauvel. Paris, 1780:214. -27. BEAUJOUR F. Tableu du Commerce de la Grece, forme d’ apres une annee moyene, depuis 1789 jusqu’en 1797. Paris, 1800:204. – 28. DODWELL E. A classical and topographical tour through Greece, during the years 1801, 1805 and 1806. London, 1819:92. – 29. POUQUEVILLE F. Voyage dans la Grece comprenant la description ancienne et moderne de l’ Epire, de l’ Illyrie grecque, de la Macedonie. Vol 3. M. Barbie du Bocage, Paris, 1829:192−193. – 30. HOBHOUSE J. A journey through Albania and other provinces of Turkey in Europe and Asia to Constantinople during the years 1809 and 1810. London, 1813:157−160. – 31. RAYBAUD M. Memoires sur la Grece. Vol 1, Rabbe A, Paris, 1824:286. – 32. NUZZO M. La ruine de Missolonghi accomplie 22 Avril 1826. Paris, 1836:16−17.

8 MURRAY J. Byron’s letters and journals. Vol XI, “For freedom’s battle”. Marchand L, London, 1981:44, 113, 115−116.

33,34 SHANNON RC. Malaria studies in Greece: The reaction of anopheline mosquitoes to certain microclimatic factors. Am J Trop Med Hyg 1935, 15:67−81. – 34. ROSS R. Malaria in Greece. J Trop Med 1906, 9:341−347.

35 ΣΑΒΒΑΣ Κ, ΚΑΡΔΑΜΑΤΗΣ Ι. Η ελονοσία εν Ελλάδι και τα πεπραγμένα του συλλόγου 1914−1928. Σύλλογος προς περιστολήν των ελωδών νόσων. Εν Αθήναις, 1928:176−190.

36,37 ΒΑΣΙΛΑΚΗ Κ. Μεσολόγγι: Μια συνεχής πάλη με τη θάλασσα. Ερευνητική Εργασία ΑΠΘ, Πολυτεχνική Σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη, 2002. – 37. ΜΠΑΚΑΔΗΜΑ-ΞΟΥΡΓΙΑ Μ, ΤΣΑΤΣΑ-ΠΑΤΣΟΥΡΑΚΗ Σ. Δημόσια, δημοτικά και ιδιωτικά έργα στην πόλη και την επαρχία Μεσολογγίου κατά τα έτη 1894−1903. Συμβολαιογραφικές πράξεις και συναφείς μαρτυρίες. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Ν. Αιτωλοακαρνανίας, Μεσολόγγι, 1997.

38 ΚΟΠΑΝΑΡΗΣ Φ. Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι. Υπουργείο Υγιεινής. Εν Αθήναις, 1933:200−230.

39,40 TSIAMIS C, THALASSINOU E, POULAKOU-REBELAKOU E, ANOGIATISPELE D, HATZAKIS A. Infectious diseases control in the Ionian ed by travellers or migrants, and the need for a detailed medical and travel history, which may place the possibility of malaria in the differential diagnosis. Islands during the British Protection (1815−1864). J R Army Med Corps 2013, 159:247−254. – 40. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ Ι. Πρόληψη της αρρώστιας και κοινωνική προστασία στα Επτάνησα επί Αγγλοκρατίας (1815−1864). Διδακτορική Διατριβή. Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθήνα, 1984:15−35.

41 PARCH L. Η νήσος Κέρκυρα. Γεωγραφική μονογραφή. Βέγιας Π. (μετάφραση), Κέρκυρα, 1892:8−11.

41 PARCH L. Η νήσος Κέρκυρα. Γεωγραφική μονογραφή. Βέγιας Π. (μετάφραση), Κέρκυρα, 1892:8−11.

42 DAVY J. Notes and observations on the Ionian Islands and Malta with some remarks of Constantinople and Turkey, and on the system of quarantine. Vol 1. Smith Elds & Co, London, 1842:218, 226, 239, 242.

42 DAVY J. Notes and observations on the Ionian Islands and Malta with some remarks of Constantinople and Turkey, and on the system of quarantine. Vol 1. Smith Elds & Co, London, 1842:218, 226, 239, 242.

42 DAVY J. Notes and observations on the Ionian Islands and Malta with some remarks of Constantinople and Turkey, and on the system of quarantine. Vol 1. Smith Elds & Co, London, 1842:218, 226, 239, 242.

43 Statistical report on the sickness, mortality and invaliding among the troops serving in the Mediterranean. Parliamentary Papers, London, 1839, 166:199, 210−215.

44 Statistical report. Parliamentary Papers, London, 1852−1853, 1639:112−145.

45 GOODISON W. A historical and topographical essay upon the Islands of Corfu, Leucadia, Cephalonia, Ithaca and Zante etc. Thomas & George Underwood, London, 1822:230.

10 MILLS AR. The last illness of Lord Byron. Proc R Coll Physicians Edinb 1998, 28:73−80.

16 TSIAMIS C, KALANTZIS G, TOMPROS N, POULAKOU-REBELAKOU E. Lord Byron’s first voyage in Greece (1810) and the neglected case of malaria. J R Soc Med 2011, 104:316−320.

46 COGSWELL FB. The hypnozoite and relapse in primate malaria. Clin Microbiol Rev 1992, 5:26−35.

47 HEYMANN DL. Malaria. In: Heymann DL (ed) Control of communicable diseases manual. American Public Health Association, Washington, DC, 2008:373−393.

48,49 KROTOSKI WA. The hypnozoite and malarial relapse. Prog Clin Parasitol 1989, 1:1−19. – 49. SHORTT HE. Relapse in primate malaria: Its implications for the disease in man. Trans R Soc Trop Med Hyg 1983, 77:734−738.

50−54 KROTOSKI WA. Discovery of the hypnozoite and a new theory of malarial relapse. Trans R Soc Trop Med Hyg 1985, 79:1−11. – 51. CENTERS FOR DISEASE CONTROL AND PREVENTION (CDC). Late relapse of Plasmodium ovale malaria − Philadelphia, Pennsylvania, November 2004. MMWR Morb Mortal Wkly Rep 2005, 54:1231−1233. – 52. CHU G, SULLIVAN MN, LAZARUS ME. Late presentation of Plasmodium ovale malaria. UCLA Department of Medicine, Proceedings of UCLA, HealthCare 2007, 11:29. – 53. CHEN N, AULIFF A, RIECKMANN K, GATTON M, CHENG Q. Relapses of Plasmodium vivax infection result from clonal hypnozoites activated at predetermined intervals. J Infect Dis 2007, 195:934−941. – 54. IMWONG M, BOEL M, PAGORNRAT W, PIMANPANARAK M, McGREADY R, DAY NP ET AL. The first Plasmodium vivax relapses of life are usually genetically homologous. J Infect Dis 2012, 205:680−683.

55 NOSTEN F, ROGERSON SJ, BEESON JG, McGREADY R, MUTABINGWA TK, BRABIN B. Malaria in pregnancy and the endemicity spectrum: What can we learn? Trends Parasitol 2004, 20:425−432.

56 SHANKS GD, WHITE NJ. The activation of vivax malaria hypnozoites by infectious diseases. Lancet Infect Dis 2013, 13:900−906.

53 53. CHEN N, AULIFF A, RIECKMANN K, GATTON M, CHENG Q. Relapses of Plasmodium vivax infection result from clonal hypnozoites activated at predetermined intervals. J Infect Dis 2007, 195:934−941.

51,52,57,5 51. CENTERS FOR DISEASE CONTROL AND PREVENTION (CDC). Late relapse of Plasmodium ovale malaria − Philadelphia, Pennsylvania, November 2004. MMWR Morb Mortal Wkly Rep 2005, 54:1231−1233. – 52. CHU G, SULLIVAN MN, LAZARUS ME. Late presentation of Plasmodium ovale malaria. UCLA Department of Medicine, Proceedings of UCLA, HealthCare 2007, 11:29. – 57. SCHULTZ MG. Malaria in migrants and travellers. Trans R Soc Trop Med Hyg 1989, 83(Suppl):31−34. – 5. The Westminster review. Vol II, July−October, 1824.

 

  • Κ. Τσιάμης – Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
  • Ε. Πουλάκου – Ρεμπελάκου – Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
  • Γ. Καλαντζής – Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα & Department of Ophthalmology, St James University Hospital, Leeds, Ηνωμένο Βασίλειο.
  • Ν. Τόμπρος –  Τμήμα Πολιτικής Ιστορίας, Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, Αθήνα.
  • Ε. Θαλασσινού – Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
  • Χ. Σπηλιοπούλου – Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.

 

 «Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής», Διμηνιαίο περιοδικό της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, τεύχος 5, 2014.

Ευχαριστίες: Θερμές ευχαριστίες στην κυρία Μαρία Μπακαδήμα-Ξουργιά, Διευθύντρια των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ) Αιτωλοακαρνανίας (Μεσολόγγι), για τη βοήθειά της και την ευγενική της άδεια σχετικά με τη φωτογραφική αναπαραγωγή του παλαιού χάρτη της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου, καθώς και στο υπόλοιπο προσωπικό των ΓΑΚ, κυρία Σωτηρία Τσάτσα-Πατσουράκη και κυρία Λαμπρινή Δρουπάλη.

Ευχαριστούμε επίσης τον κ. Αριστείδη Καβάγια για την άδεια της φωτογραφικής αναπαραγωγής της εικόνας 2, καθώς και το λοιπό προσωπικό του Μουσείου του Μεσολογγίου.

Τέλος, ιδιαίτερες ευχαριστίες στην κυρία Ραλλού Κυριακοπούλου, Υποθηκοφύλακα του Μεσολογγίου, για τη βοήθειά της στην επιτόπια έρευνά μας στα παλαιά τοπογραφικά σχέδια της πόλης.

 * Οι  επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι φωτογραφίες που παρατίθενται στο κείμενο, οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

Μονοχάρτζης Αναστάσιος Ν. (1773;-1839)

$
0
0

Μονοχάρτζης ή Μοροχάρτζης Αναστάσιος Ν.  (1773;-1839)


 

Μονοχάρτζης ή Μοροχάρτζης Αναστάσιος[1] του Νικόλα και της Κατερίνας. Κρανιδιώτης Καπετάνιος. Ναυτικός – πειρατής με προεπαναστατική δράση, ο οποίος κατείχε και ιατρικές γνώσεις. Μαζί με τα αδέλφια του Γιώργη και Γκίκα ανέπτυξε αντιπειρατική δράση κατά των κουρσάρων της Βορείου Αφρικής. Τον Ιούνιο του 1798 κατατάχθηκε μαζί με τον αδελφό του Γκίκα στην νεοσχηματιζομένη Ελληνική Λεγεώνα (Legion Grecque) του γαλλικού στρατού.

Μονοχάρτζης Αναστάσιος

Συμμετείχε στη μάχη των Πυραμίδων κατά τη διάρκεια της γαλλικής Εκστρατείας της Αιγύπτου (21 Ιουλίου 1798), καθώς και στη ναυμαχία του Αμπουκίρ (1-2 Αυγούστου 1798), κατά τη διάρκεια της οποίας τραυματίστηκε στην αριστερή παρειά από εχθρικό σπαθί. Αγωνιζόμενος, επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και γενναιότητα. Για τις υπηρεσίες του προς τη Γαλλική Δημοκρατία τιμήθηκε με τον αργυρούν Σταυρό της Λεγεώνος της Τιμής (Legion d’ Honeur). Μετά την καταστροφή των Γάλλων, στην Αίγυπτο, κατάφερε να αποφύγει την αιχμαλωσία και να καταφύγει στην Κρήτη. Συνέχισε τα επόμενα δύο χρόνια με τον Γκίκα να τροφοδοτεί παράνομα την αποκλεισμένη από τους Άγγλους, Γαλλία, και παράλληλα να καταδιώκει τους κουρσάρους της Βορείου Αφρικής. Το γαλλικό κράτος δεν απέδωσε σε αυτόν και τον αδελφό του Γκίκα, το ποσόν των 60.000 γροσίων που τους είχε υποσχεθεί για την προσφορά τους στη Δημοκρατία. Το 1818 καταδίωξε κουρσάρικα στη θαλάσσια περιοχή της Κρήτης.

Όταν ξέσπασε  η Επανάσταση ήταν 48 ετών. Συμμετείχε στην πολιορκία του Ναυπλίου όπου διακρίθηκε κατά την ατυχή επίθεση της 4 Δεκεμβρίου 1821, όταν εισπήδησε πρώτος στο νότιο τείχος του Ναυπλίου εξουδετερώνοντας έναν από τους Τούρκους φρουρούς μέσα στο φυλάκιό του, αδιαφορώντας προκλητικά για το εχθρικό σφοδρό πυρ. Συμμετείχε επίσης στην πολιορκία της Τριπόλεως, κατά την άλωση της οποίας απώλεσε 8 άντρες. Στις 30 Οκτωβρίου 1821 ευρισκόμενος στην Τρίπολη, έχασε τον έλεγχο των αντρών του οι οποίοι εξόντωσαν 200 Τούρκους προεστούς και Εβραίους, με τις οικογένειές τους, προκαλώντας την αντίδραση των Μεγάλων Δυνάμεων. Για την πράξη του αυτή κρίθηκε βαθμολογικά στάσιμος.

Στις 10 Ιουλίου 1822 συμμετείχε σε αιφνιδιαστική νυκτερινή επιδρομή των γραμμών ανεφοδιασμού του Δράμαλη, διασκορπίζοντας εφοδιοπομπή μεταγωγικών των εισβολέων προερχομένη από την Κόρινθο. Από τις 22-26 Ιουλίου 1822 βρέθηκε με τους άντρες του στα Δερβενάκια όπου διέσωσε 600 γυναικόπαιδα από τον εχθρό. Για την ενέργειά του αυτή έλαβε στις 29 Ιουλίου 1822 τον βαθμό του χιλιάρχου και το παράσημο Διακεκριμένων Πράξεων, ενώ τον συνεχάρη ο Λ. Κουντουριώτης. Ευρισκόμενος στους Μύλους, μετά τα Δραμαλικά, ήρθε σε ρήξη με τον Θ. Κολοκοτρώνη, διότι ο τελευταίος είχε αναφερθεί στους Κρανιδιώτες με άσχημους και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς.[2]

Συμμετείχε στις μάχες Κρεμμυδίου, Βέροιας  -Βασαρά και σε άλλες κατά των Αιγυπτίων.  Έλαβε μέρος στην προσβολή τουρκικής ναυτικής μοίρας ναυλοχούσας στη Μήλο στις 10 Απριλίου 1821, όπου κατέλαβε με τα αδέλφια του την κορβέττα «Μisir». Συμμετείχε στις ναυμαχίες Κρήτης, Σάμου, κάβο-Μαλιά, Γέροντος, Π. Πατρών, Άθω καθώς και σε διάφορες ναυτικές επιχειρήσεις. Κατά το 1824 ανέλαβε την φρούρηση του εγκατεστημένου στο Κρανίδι, Εκτελεστικού.

Στις 10 Αυγούστου 1825 συμμετείχε στη αποτυχημένη ναυτική επιχείρηση απόπειρας εμπρησμού του αιγυπτιακού στόλου, στον ναύσταθμο της Αλεξάνδρειας. Εκλέκτορας Κρανιδίου 1826. Στις 6 Μαΐου 1828 ο πρίγκιπας Δ. Υψηλάντης πιστοποίησε ότι αγωνίσθηκε κοντά του από την αρχή του Αγώνος.

Μαχόμενος, επέδειξε αρίστη διαγωγή και ευπείθεια, απαράμιλλη και παραδειγματική ανδρεία, εξαιρετική αυτοθυσία, μαχητικό πνεύμα, αξιοθαύμαστη διοικητική και στρατιωτική ευφυΐα και ικανότητα, αδάμαστη τόλμη, πατριωτισμό, πείσμα, ενθουσιασμό, ζήλο, αξιοσύνη, εντιμότητα και ψυχραιμία. Τον χαρακτήριζαν ως καλόψυχο, θρασύ, ανυπόμονο, ανήσυχο, άγριο, σκληρό και ατρόμητο.

Οι διάφορες επιτροπές εκδουλεύσεων τον ενέταξαν στους αξιωματικούς. Τιμήθηκε το 1833 με αργυρούν Αριστείον Αγώνος. Το 1834 βεβαίωσε την πολεμική δράση συμπολιτών του. Κατά το 1836 συναντήθηκε στο Ναύπλιο με τον Βασιλιά Όθωνα και την Βασίλισσα Αμαλία και ζήτησε να μην καταδικασθούν εις θάνατον οι δύο υιοί του, οι οποίοι είχαν δολοφονήσει την Ασημίνα Μίλησι διότι κατά τα λεγόμενά τους είχε προσβάλει την οικογένειά τους. Η επαφή του με το βασιλικό ζεύγος εξασφάλισε το 1837 για τους δύο εγκληματίες επταετή φυλάκιση.

Απεβίωσε στις 16 Σεπτεμβρίου 1839. Ο μακαριστός μητροπολίτης Κορίνθου Π. Καρανικόλας, τον αναφέρει στο έργο του «Το Κρανίδι», σελ. 69-71.

 

Υποσημειώσεις


[1]Σύμφωνα με τον κληρονόμο – εγγονό  των Μονοχαρτζαίων, Άγγελο Μπούζο, η οικογένεια Μονοχάρτζη ή Μοροχάρτζη αρχικά ονομαζόταν Κατρακή ή Κατράλη, καταγόταν από την Κωνσταντίνη της Αλγερίας και εγκαταστάθηκε στον Κάτω Ναχαγιέ το 1650, αν και αναφέρεται ήδη από το 1621 η ύπαρξη κάποιου κληρικού στην περιοχή ονόματι Νικήτα Θ. Μονο­χάρτζη. Κατά τα τέλη του ΙΖ’ αιώνα και την έναρξη του ΓΗ’ αναφέρεται ότι κατοικούσαν στο Κρανίδι οι οι­κογένειες Ηρακλή X. Μονοχάρτζη και Νικολάου Λ. Μονοχάρτζη.

[2] Παντελεήμονος Κ. Καρανικόλα, Το Κρανίδι, Κομμάτια από τη Χαμένη Ιστορία του, Κόρινθος, 1980, σ. 186.

 

Γεώργιος Μ. Βουτσίνος*

*Ο ερευνητής, Γεώργιος Μ. Βουτσίνος κατέφυγε στην Εθνική (Βαλιάνειο) Βιβλιοθήκη – στο τμήμα Χειρογράφων και Ομοιοτύπων -, συνέταξε έναν ονομαστικό κατάλογο των πολεμιστών του Κρανιδίου, βασισμένο επάνω στα επίσημα στρατιωτικά μητρώα της επί των θυσιών του Αγώνος Εξεταστικής Επιτροπής του έτους 1865 και, αφού ανέτρεξε στους ατομικούς φακέλους τους, κατέγραψε λεπτομερώς όσες πληροφορίες εντόπισε για τους αγωνιστές αυτούς.

«Μητρώον Κρανιδιωτών Αγωνιστών της Ελληνικής Παλιγγενεσίας», έκδοση Δημοτικής Βιβλιοθήκης Δήμου Κρανιδίου, Αθήνα, 2010.

 

 Διαβάστε ακόμη:

 

 

Λάμπρου Νικόλαος (Κόλιας)

$
0
0

Λάμπρου Νικόλαος (Κόλιας) ή καπετάν Κρανιδιώτης του Γκίκα


 

Κρανιδιώτης κτηματίας, μπουλουξής σώματος ατάκτων, 30 ετών κατά την έναρξη της Επαναστάσεως. Στις 4 Απριλίου 1821 ηγήθηκε της κάτω ναχαΐτικης πλαγιοφυλακής 200 αντρών που κατευθύνθηκε προς το Ναύπλιο από τον παράλιο δρόμο (εξωτερικό δρομολόγιο). Έλαβε μέρος στις πολιορκίες Ναυπλίας, δεύτερη Κορίνθου και Νεοκάστρου.

Λάμπρου Νικόλαος (Κόλιας) ή καπετάν Κρανιδιώτης

Συμμετείχε στις μάχες Άργους κατά τη διάρκεια της οποίας τραυματίστηκε στην παρειά, Δερβενακίων, Μύλων, Βερβένων, σε διάφορες άλλες κατά των Αιγυπτίων, καθώς και στην εκστρατεία του Πειραιά επικεφαλής 150 αντρών. Μετά τον θάνατο του παπα-Αρσένη Κρέστα ανέλαβε μαζί με άλλους Κάτω Ναχαΐτες οπλαρχηγούς την αρχηγία των όπλων του Κάτω Ναχαγιέ. Από τις 18 Ιουνίου 1822 και έως την κάθοδο του Δράμαλη διετέλεσε φρούραρχος στο Μπούρτζι. Στις 24 Ιουνίου 1823 ανέλαβε την επιστράτευση στο Κρανίδι. Στις 3 Ιουλίου 1824 έλαβε τον βαθμό του στρατηγού (ΑΕΠ –  Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας).

Κατά το 1823 εξελέγη βουλευτής Κάτω Ναχαγιέ και διορίσθηκε Επιστάτης εσόδων της επαρχίας του. Χρημάτισε δημογέροντας Κρανιδίου κατά τα έτη 1823, 1824 και Εκλέκτορας του χωριού του το 1824 και 1829.

Κατά τον πρώτο εμφύλιο υπηρέτησε ως σύνδεσμος αξιωματικός δίπλα στον στρατηγό Ι. Γκούρα, όταν ο τελευταίος εισέβαλε στην Πελοπόννησο. Στις 2 Απριλίου 1827 ανέλαβε να εκτιμήσει την αξία δύο αιχμαλωτισθέντων εχθρικών πλοίων στον πορθμό του Ευρίπου (ΑΕΠ).

Μαχόμενος, επέδειξε πατριωτισμό. Οι διάφορες επιτροπές εκδουλεύσεων τον ενέταξαν στους αξιωματικούς βαθμού Δ΄ (ταγματάρχης). Τιμήθηκε με αργυρούν Αριστείον Αγώνος, κατά το έτος 1844. Τα στοιχεία του αναφέρονται σε πίνακες ενόρκων Ερμιονίδος των ετών 1850-1852 (ΦΕΚ 1850 Α, 1851 Α, 1852). Από τις 4 θυγατέρες του ζήτησε να μη διεκδικήσουν καμιά αποζημίωση για την προσφορά του.

 

Αργυρούν Αριστείον Αγώνος Νικολάου Γκ. Λάμπρου (ΓΑΚ).

 

Με την από 8 Ιουνίου 1865 αίτησή τους προς το Υπουργείο Οικονομικών, οι τέσσερεις θυγατέρες του, αξίωσαν την προβλεπόμενη από τον νόμο περί προικοδοτήσεως αμοιβή για την προσφορά του στον Αγώνα. Μετεπαναστατικά βεβαίωσε την πολεμική δράση συμπολιτών του. Ο Προκοπίου Τσιμάνης τον αναφέρει στο έργο του «Μνήμες Ερμιονίδος», Αθήναι: Εκδόσεις Χαρτοβιβλιοεκδοτική, 1975, σελ. 329, 337.

 

Γεώργιος Μ. Βουτσίνος*

*Ο ερευνητής, Γεώργιος Μ. Βουτσίνος κατέφυγε στην Εθνική (Βαλιάνειο) Βιβλιοθήκη – στο τμήμα Χειρογράφων και Ομοιοτύπων -, συνέταξε έναν ονομαστικό κατάλογο των πολεμιστών του Κρανιδίου, βασισμένο επάνω στα επίσημα στρατιωτικά μητρώα της επί των θυσιών του Αγώνος Εξεταστικής Επιτροπής του έτους 1865 και, αφού ανέτρεξε στους ατομικούς φακέλους τους, κατέγραψε λεπτομερώς όσες πληροφορίες εντόπισε για τους αγωνιστές αυτούς.

«Μητρώον Κρανιδιωτών Αγωνιστών της Ελληνικής Παλιγγενεσίας», έκδοση Δημοτικής Βιβλιοθήκης Δήμου Κρανιδίου, Αθήνα, 2010.

 

 Διαβάστε ακόμη:

 

 

Υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη των αγωνιστών του 1821

$
0
0

Υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη των αγωνιστών του 1821 – Θεόδωρος Ι. Δαρδαβέσης, Καθηγητής Τμήματος Ιατρικής, Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας Α.Π.Θ.


 

Εισαγωγή

 

Η περίοδος της Οθωμανικής καταδυνάστευσης, παρά τη μακραίωνη διάρκειά της, υπήρξε για την ομαδική συνείδηση των υπόδουλων Ελλήνων μια διαρκής προσωρινότητα, μέσα στην οποία καλλιεργήθηκε η μόνιμη αιτιολογία της εθνικής παλιγγενεσίας και η απελευθερωτική ιδεολογία των αλυτρώτων.

Το όραμα για την επανασυγκρότηση του δικαιούχου κράτους που καταλύθηκε το 1453 με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, υπήρξε όχι μόνο παθητική μνήμη συντήρησης της ιδέας της ελευθερίας, αλλά και ενεργητική υπενθύμιση ενός ανοιχτού λογαριασμού, που περνούσε από γενεά σε γενεά και όταν ευνοούσαν οι τρέχουσες συγκυρίες, εκδηλωνόταν ως εξέγερση.

Στα τετρακόσια χρόνια της Τουρκοκρατίας έχει καταγραφεί αξιοσημείωτος αριθμός εξε­γέρσεων ποικίλης εμβέλειας, οι οποίες ανεξάρτητα από την ατυχή έκβασή τους λειτούργησαν ως πεδία ζύμωσης αξιών και συσσώρευσης εμπειριών, που συνέτειναν στο έπος του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 και στην ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.

 

Μεταφορά τραυματία από τη μάχη. Άγνωστος ζωγράφος. Λάδι σε μουσαμά, 60 x 50 εκ. Συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη. Εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη, Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Για την επιτυχή έκβαση ενός απελευθερωτικού αγώνα της σημασίας και της διάστασης της ελληνικής επανάστασης του 1821 απαραίτητες προϋποθέσεις υπήρξαν, αφενός η ψυχική προετοι­μασία των υπόδουλων Ελλήνων και αφετέρου η δημιουργία της ενδεδειγμένης υποδομής, που αφο­ρούσε, μεταξύ άλλων, στη συγκρότηση αξιόμαχων δυνάμεων, στην εξασφάλιση πόρων και εφοδίων και στην οργάνωση επιμελητείας.

Η ανάπτυξη των χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων είχε ως βάση τα σώματα των κλεφτών και των αρματολών, ενώ οι ναυτικές δυνάμεις οργανώθηκαν σταδιακά με την μετατροπή των σιτοκάραβων [1] της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών σε πολεμικά πλοία. [2] Η εξασφάλιση πόρων και εφοδίων υπήρξε αρχικά ευθύνη της Φιλικής Εταιρείας [3] και στη συνέχεια των συγκροτηθέντων αρ­χών της επανάστασης, όπως της Πελοποννησιακής Γερουσίας, του Αρείου Πάγου και άλλων. [4]

Οι συνεχείς, όμως, προσπάθειες και πρωτοβουλίες στήριξης της επανάστασης με τη δημιουρ­γία οργανωτικών δομών και την εξασφάλιση πόρων και εφοδίων, δεν περιελάμβαναν ιδιαίτερη μέριμνα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των μαχητών και την ιατροκοινωνική προστασία των αμάχων.

Κατά τα τελευταία χρόνια της προεπαναστατικής περιόδου ο αριθμός των ιατρών, που εξυπη­ρετούσε τις ανάγκες 1.000.000 περίπου κατοίκων, δεν υπερέβαινε τους 90. Μετά την επανάσταση [5] και με την άφιξη στην Ελλάδα Ελλήνων και φιλελλήνων ιατρών από το εξωτερικό ο συνολικός αριθμός τους ουδέποτε υπερέβη τους 500, ενώ οι υπάρχουσες ανάγκες [6] λόγω του πλήθους των τραυ­ματιών από τις πολεμικές διενέξεις [7] και των ασθενών από την εκδήλωση επιδημιών υπήρξαν τερά­στιες. Τα δεδομένα αυτά, τα οποία είναι άξια κριτικής προσέγγισης και ανάλυσης, αναδει­κνύουν τις τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 και αποδεικνύουν το μεγαλείο της ψυχής και την πίστη στην ελευθερία του σκλαβωμένου έθνους.

 

Οι συνθήκες δημόσιας υγείας

 

Οι συνθήκες υγιεινής διαβίωσης, ένδυσης και διατροφής, της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπόδουλων Ελλήνων, θα μπορούσαν να αξιολογηθούν ως υποβαθμισμένες και να χαρακτηριστούν ως άθλιες την περίοδο της διεξαγωγής του αγώνα για την ελευθερία.

Οι παράγοντες, που συνεισέφεραν στη συνεχή υποβάθμιση της δημόσιας υγείας στα χρόνια της εθνικής παλιγγενεσίας αφορούσαν στις απρογραμμάτιστες και αλλεπάλληλες μετακινήσεις των αγωνιστών, στον αναγκαστικό συνωστισμό πληθυσμιακών ομάδων σε αστικά κέντρα, στις συχνές πολιορκίες πόλεων και οχυρών και στις συνεχείς πολεμικές αντιπαραθέσεις, που συνεπάγονταν αφενός ταλαιπωρίες, σε βαθμό ψυχοσωματικής εξόντωσης και αφετέρου έλλειψη πόσιμου νερού, τροφίμων, φαρμάκων και άλλων εφοδίων.[8] Επιπρόσθετα, σε ορισμένες περιοχές της χώρας το υγρό κλίμα και το γεωφυσικό περιβάλλον ευνοούσαν την εκδήλωση επιδημιών, που επιβάρυναν ακόμη περισσότερο την ήδη δυσμενή κατάσταση των αγωνιστών και των οικογενειών τους.[9]

Ειδικότερα, η αγωνιώδης αναζήτηση προστασίας των κατοίκων της υπαίθρου συνεισέφερε στη συγκέντρωση πλήθους ανθρώπων σε οργανωμένες και οχυρωμένες πόλεις. [10] Η συμβίωσή τους υπό άθλιες συνθήκες, χωρίς μηχανισμούς απομάκρυνσης των απορριμμάτων, με ελλείψεις στις υποδο­μές ύδρευσης και αποχέτευσης, οδηγούσε συχνά σε εκδήλωση σοβαρών επιδημιών.

Η πρώτη καταγεγραμμένη επιδημία μετά την κήρυξη της επανάστασης εκδηλώθηκε στην Τρίπολη, [11] είχε ως αιτία τον εξανθηματικό τύφο και προκάλεσε περίπου 3.000 θανάτους, ενώ επιδη­μία τύφου εκδηλώθηκε, αργότερα, στο Ναύπλιο και σε άλλες πόλεις που τελούσαν υπό πολιορκία.[12]

 

Τρίπολη, 1836. Υδατογραφία του Hans Hanke από το έργο του Ludwig Köllnberger.

 

Η διατροφή των αγωνιζομένων Ελλήνων περιλάμβανε κυρίως ψωμί, παξιμάδια, βρασμένο κα­λαμπόκι και σπανιότερα κρέας και ψάρια. Περιλάμβανε, επίσης, κρασί και ρακή, ενώ το λάδι, φαί­νεται, ότι ήταν το μόνο προϊόν διατροφής, που υπήρχε σε επάρκεια καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα.[13]

Σε περιπτώσεις πολιορκιών, [14] όπως αυτή του Μεσολογγίου, [15] οι πολιορκημένοι μετά την εξάντληση των αποθεμάτων τροφίμων αναγκάστηκαν να καταναλώσουν οτιδήποτε ήταν δυνατό να μασηθεί. [16] Στην αρχή κατανάλωσαν όλα τα κατοικίδια ζώα που υπήρχαν, όπως άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια, καμήλες, σκύλους, γάτες, στη συνέχεια ποντικούς και κάθε άλλο «ακάθαρτο ζώο», ενώ χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και δέρματα ζώων για τον κορεσμό της πείνας. [17] Στην απόγνωσή τους κάποιοι κατέφυγαν στη νεκροφαγία [18] πτωμάτων και μάλιστα συγγενών τους.[19]

Η ακατάλληλη διατροφή προκαλούσε δυσεντερία, που εξαντλούσε ακόμη περισσότερο τους αποδυναμωμένους οργανισμούς των αγωνιστών του 1821, ενώ έκδηλα ήταν τα συμπτώματα αβιταμινώσεων, κυρίως από την έλλειψη της βιταμίνης C, που προκαλούσε σκορβούτο.

Η πρόσβαση σε αποθέματα υγιεινού πόσιμου νερού ήταν συχνά προβληματική, είτε γιατί δεν επαρκούσαν οι διαθέσιμες ποσότητες για τις υφιστάμενες ανάγκες, είτε γιατί ο εχθρός κυρίευε τις πηγές υδροδοσίας και ανέκοπτε την ύδρευση πόλεων και περιοχών, που τελούσαν υπό τον έλεγχο των Ελλήνων.

Τα νερά των πηγαδιών μολύνονταν είτε προσχεδιασμένα από τους μαχητές της ελευθερίας, για να μη χρησιμοποιούνται από τους Τούρκους, είτε με τα χάλκινα σκεύη, τα οποία έρριπταν οι Έλλη­νες στα πηγάδια για να τα κρύψουν, ιδιαίτερα την περίοδο της εκστρατείας του Δράμαλη:[20]

 

«Τα πηγάδια του Άργους είχαν σχεδόν εξαντληθεί και τα ολίγα νερά που είχαν απομείνει είχαν δηλητηριασθεί από την οξείδωσιν των χαλκίνων σκευών που είχαν ρίψει μέσα φεύγοντας οι κάτοικοι δια να τα αποκρύψουν και να τα επανεύρουν αργότερα».

 

Οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου έπιναν το γλυφό νερό της λιμνοθάλασσας, των λίγων πη­γαδιών και των δύο δεξαμενών που ήταν γεμάτα πτώματα. Για το θέμα αυτό ο Κασομούλης αναφέρει στα «Απομνημονεύματά» του, τα εξής:[21] «…το νερό των δεξαμενών είχεν γίνει ένα μίγμα αλλόκοτον· ότι ήθελες μέσα εύρισκες· μυαλά, εντόσθια, αίμα, κεφάλια – και οι Έλληνες έπιναν και υπέμνεσκαν με όλην την αδιαφορίαν».

Συχνά, τα διάφορα λάφυρα[22] και ιδιαίτερα τα ενδύματα που έπαιρναν οι ρακένδυτοι αγωνιστές από τους νεκρούς αντιπάλους τους, αποτελούσαν αιτίες σοβαρών λοιμώξεων που εξελισσόταν σε θανατηφόρες.[23]

Γενικότερα, οι συνθήκες δημόσιας υγείας της εποχής και τα δεινά που προκαλούσε ο αγώνας για την ελευθερία ευνοούσαν την εκδήλωση σοβαρών ασθενειών, από τις οποίες οι κυριότερες ήταν η δυσεντερία, η χολέρα, η πανώλης, η ευλογιά και η ελονοσία, που προκάλεσαν αθροιστικά περισ­σότερους θανάτους, συγκριτικά με τις απώλειες στα πεδία των μαχών. [24] Οι ασθένειες αυτές, που συχνά εξελίσσονταν σε επιδημίες και γενικότερα οι αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν, δεν έκαμψαν το ηθικό των Ελλήνων, που αγωνίζονταν νηστικοί, άρρωστοι, πληγωμένοι, αλλά με πείσμα, με αισιοδοξία και με πίστη για την κατάκτηση της ελευθερίας.

 

Οι επιστήμονες ιατροί κατά την επανάσταση του 1821

 

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί νέοι από διάφορες περιοχές της υπόδουλης Ελ­λάδος, προερχόμενοι σχεδόν αποκλειστικά από εύπορες αστικές οικογένειες, έσπευδαν σε πανεπιστήμια ευρωπαϊκών πόλεων για να σπουδάσουν, κατά προτίμηση Ιατρική, διότι κατά τον Κοραή «…θηριώδες έθνος εις μόνους τους ιατρούς αναγκάζεται να υποκρίνεται κάποιαν ημερότητα».[25]

Τα πανεπιστήμια επιλογής των Ελλήνων για ιατρικές σπουδές ήταν κυρίως της Πάδοβας, της Παβίας, της Πίζας και της Βιέννης, από τα οποία αποφοιτούντες με διπλώματα που έφεραν την αναφορά «Natione Graecus», επέστρεφαν στην υπόδουλη πατρίδα και συνέτειναν στο να αμβλύ­νουν τον πόνο των ραγιάδων αδελφών τους και στο να διατηρήσουν άσβεστη την πίστη στην ελευθερία. [26] Κάποιοι εξ αυτών, ανερχόμενοι στην κλίμακα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απέκτησαν αξιώματα, όπως οι γιατροί Μαυροκορδάτος και Νικούσιος που έγιναν Μεγάλοι Διερμηνείς. Ορι­σμένοι, όπως ο Ηπίτης οργάνωσαν φιλελληνικά κομιτάτα στην Ευρώπη. Άλλοι, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής κατέστησαν διαφωτιστές του έθνους ή πολιτικοί της επανάστασης, όπως ο Α. Μαυροκορ­δάτος και ο Ι. Κωλέττης.

Τον Ρήγα Φεραίο τον πλαισίωσαν και τον στήριξαν στους αγώνες του οι ιατροί Εμμανουήλ Ιωάννης από την Καστοριά, Πολύζος Νικόλαος, Κυρίτσης Ιωάννης, Νικολαΐδης Δημήτριος, Φράγκος Πέτρος και οι φοιτητές της Ιατρικής Καρακάσης Κωνσταντίνος, Περραιβός Χριστόφορος και Σακελλάριος Γεώργιος.[27]

Στη Φιλική Εταιρεία συμμετείχαν ως μέλη δεκάδες ιατροί, [28] ενώ αρκετοί υπήρξαν ευεργέτες του αγώνα όπως ο Αρσάκης από την Ήπειρο, ο Δελλαπόρτας από την Κεφαλλονιά, [29] ο Σακελλάριος από την Κοζάνη και ο Φλέβας από τη Νάουσα. Τέλος, ιατρός ήταν ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας.[30]

Από τους επιστήμονες ιατρούς, [31] λίγοι σχετικά, επέλεξαν να εμπλακούν στο ένοπλο σκέλος της εθνεγερσίας και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους αγωνιστές της επανάστασης (Πιν. 1). Όσοι τελικά ενεπλάκησαν, [32] ασχολήθηκαν περισσότερο με την αντιμετώπιση παθολογικών καταστάσεων και ελάχιστα με τη φροντίδα τραυμάτων και κακώσεων, με συνέπεια η ιατρονοσηλευτική περί­θαλψη να στηριχθεί σε φιλέλληνες αλλοδαπούς ιατρούς [33] και κυρίως στους λεγόμενους πρακτικούς ή εμπειρικούς ιατρούς, οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με τους κομπογιαννίτες και τους τσαρλατάνους.[34]

 

Πίν. 1. Κατανομή των επιστημόνων ιατρών που ενεπλάκησαν ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, κατά ονοματεπώνυμο, τόπο καταγωγής και Ιατρική Σχολή φοίτησης.

 

Οι πρακτικοί ιατροί κατά την επανάσταση του 1821

 

 Οι πρακτικοί ή εμπειρικοί ιατροί ασκούσαν τη λεγόμενη «Δημώδη Ιατρική», κυρίως, στις ορεινές περιοχές της χώρας. [35] Ήταν ιδιαίτερα επιδέξιοι στην ανάταξη εξαρθρημάτων και κα­ταγμάτων, στην περιποίηση τραυμάτων και στην πραγματοποίηση μικροεπεμβάσεων, με συνέπεια να καλούνται και «ιατροχειρουργοί». Τους αποκαλούσαν, επίσης, «ιατροφαρμακοποιούς», γιατί, εκτός των ιατρικών πράξεων που επιτελούσαν, παρασκεύαζαν φάρμακα και συνέλεγαν βότανα, τα οποία χορηγούσαν, κατά περίπτωση, σε ασθενείς και τραυματίες.[36]

Οι πρακτικοί ιατροί διακρίνονταν σε εξοχότατους, σε καλογιατρούς και βοτανοπώλες και έχαιραν εκτίμησης, διότι ήταν κοντά στους απλούς ανθρώπους στους οποίους προσέφεραν τις υπη­ρεσίες τους χωρίς ή με συμβολική αμοιβή.

Συνήθως, η μετάδοση των γνώσεων και των εμπειριών στην άσκηση της πρακτικής ιατρικής ήταν οικογενειακή υπόθεση και περνούσε από τον πατέρα στα παιδιά του. Πρέπει, όμως, να επισημανθεί η λειτουργία πρακτικών ιατροφαρμακευτικών σχολείων στην Αθήνα, το Καρπενήσι, [37] τη Σπάρτη, [38] τη Χίο [39] και αλλού, στα οποία διδάσκονταν σχετικά μαθήματα. Ένα τέτοιο ιατρο­φαρμακευτικό σχολείο ιδρύθηκε στο Μυστρά από τον Παναγιώτη Γιατράκο πριν από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα. Στο σχολείο αυτό μαθήτευσαν οι πέντε νεώτεροι αδελφοί του Ανδρέας, Γεώργιος, Ηλίας, Μιχαήλ και Νικόλαος και αρκετοί άλλοι πρακτικοί ιατροί, όπως ο Ευαγόρας, ο Καστάνης, ο Παπαδάκης, ο Πετιμεζάς, ο Στρατάκης και ο Χασανάκος. Ορισμένοι εξ αυτών, εκτελούντες διπλά καθήκοντα γιατρού και πολεμιστού, έπεσαν ενδόξως μαχόμενοι.[40]

 

Προσωπογραφία του αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου, έργο του Σπυρίδωνα Προσαλέντη. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Ο Παναγιώτης Γιατράκος είχε σπουδάσει για βραχύ χρονικό διάστημα Ιατρική στην Ιταλία και για το λόγο αυτό θεωρείτο από τους σύγχρονούς του επιστήμονας ιατρός και όχι πρακτικός. Ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και οπλαρχηγός σώματος, με το οποίο έλαβε μέρος σε αρκετές μάχες. Σε ανύποπτο χρόνο, πριν από την κήρυξη της επανάστασης, είχε προμηθευτεί τριακόσια (300) κιβώτια γεμάτα με χειρουργικά εργαλεία και φάρμακα, υλικό που αποδείχθηκε πολύτιμο κατά την πρώτη περίοδο του αγώνα.[41]

[Σημ. Βιβλιοθήκης]: Αργείος ονομαστός πρακτικός γιατρός ήταν ο Μιχαήλ Κάββας, ο οποίος υπηρέτησε σε όλο τον αγώνα ως οπλαρχηγός και γιατρός. Πριν την επανάσταση διέμενε στη Τρίπολη ως αρχίατρος της Πελοποννήσου, προσφέροντας της υπηρεσίες του στους πασάδες αυτής. Φυλακίστηκε από τους Τούρκους και ελευθερώθηκε λίγο την άλωση της πόλης. Ήταν μυημένος στην Φιλική Εταιρεία από το 1819 και διετέλεσε παραστάτης (βουλευτής) το 1824 του Άργους. Στην επανάσταση προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες, όπως  επίσης και 33.038 γρόσια, μία οκά ασήμι, και το διαμαντένιο του δακτυλίδι για μισθούς 10 καραβιών αποσταλέντων στο Μεσολόγγι.

Στη Φιλική Εταιρεία [42] με το βαθμό του κατηχητή [43] συμμετείχαν οι πρακτικοί ιατροί [44] Γιατράκος, [45] Α. Πελοπίδας και Χρυσοσπάθης, ενώ ενεργό εμπλοκή στον απελευθερωτικό αγώνα [46] είτε παρέχο­ντας ιατρικές υπηρεσίες, [47] είτε μαχόμενοι, [48] είχαν δεκάδες άλλοι πρακτικοί ιατροί (πίνακας 2). Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται τουλάχιστον μία γυναίκα, η Ελένη, σύζυγος του οπλαρχηγού Βάσου Μαυροβουνιώτη.

Στους πρακτικούς ιατρούς του Λιασκοβετσίου αναφέρεται, ιδιαίτερα, ο Γάλλος ιατρός και πρόξενος της Γαλλίας στην Ελλάδα C. Pouqueville, επισημαίνοντας τον ανταγωνισμό τους με τους Κεφαλλονίτες ιατρούς, οι περισσότεροι των οποίων ήταν απόφοιτοι Ιατρικών Σχολών της Ευρώπης.[49]

 

Πίν. 2. Κατανομή των πρακτικών ιατρών που ενεπλάκησαν ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, κατά ονοματεπώνυμο και τόπο καταγωγής.

 

Κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι

 

Παράλληλα με τους επιστήμονες και τους πρακτικούς ιατρούς ασκούσαν ιατρικές πράξεις και χορηγούσαν φαρμακευτικά παρασκευάσματα, κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι.

Οι κομπογιαννίτες και οι τσαρλατάνοι ήταν ψευτογιατροί με ενδιαφέρον αποκλειστικά επι­κεντρωμένο στο οικονομικό όφελος και με τάση να περιαυτολογούν για τις θεραπευτικές τους επι­τυχίες σε βαθμό τερατολογίας. Έφεραν ειδική ένδυση και κάλυπταν το κεφάλι τους με σαμαροκάλπακο στο οποίο τοποθετούσαν, εμφανώς, φάρμακα πρώτης ανάγκης. Σε άλλες περιπτώσεις τοποθετούσαν τα φάρμακα σε σακούλες, τις οποίες κρεμούσαν σε εμφανή σημεία της ένδυσής τους και για το λόγο αυτό ονομάζονταν και σακουλαραίοι. Συνήθως είχαν ως συνοδεία έναν βοηθό, ο οποίος διαλαλούσε «γιατρός! γιατρικά! βότανα για κάθε αρρώστια!», ενώ μεταξύ τους χρησιμο­ποιούσαν ιδιαίτερη συντεχνιακή διάλεκτο.[50]

Οι κομπογιαννίτες και οι τσαρλατάνοι είχαν, επίσης, τα προσωνύμια «Βικογιατροί», όταν συγκέντρωναν βότανα από την κοιλάδα του Βίκου ή «Ματσοκάριδες» γιατί κρατούσαν ρόπαλο (mazuca), κυρίως για να αμύνονται από τις επιθέσεις των συγγενών του ασθενούς, σε περίπτωση αποτυχίας της θεραπείας που εφάρμοζαν.[51]

Η θεραπευτική αγωγή που συνιστούσαν, απαιτούσε αφενός υλικά για την παρασκευή φαρ­μάκων, τα οποία ήταν σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν και αφετέρου υιοθέτηση οδηγιών ιδιαίτερα πολύπλοκων στην εφαρμογή τους, ώστε σε περίπτωση κακής έκβασης της ασθένειας η ευθύνη να βαρύνει τον ασθενή και τους οικείους του.

Στην απίθανη περίπτωση ίασης του ασθενή, που ήταν πάντα συμπτωματική, εδραιώνονταν η φήμη του κομπογιαννίτη, ο οποίος γινόταν πρόσθετα περιζήτητος, αλλά και πρόσθετα επικίνδυ­νος. [52] Ενδεικτικό γεγονός, που αναδεικνύει την κατάσταση, είναι η παρακάτω περιγραφή ενός πε­ριστατικού από τον Max Raybaud:[53]

 

«Είδα μέσα στην μάχη, δια την οποίαν θα ομιλήσω, ένα νέον Έλληνα – Αλβανό, τραυματισμένον ανάμεσα κροτάφου και του δεξιού αυτιού, από ένα πυροβολισμό, του οποίου το βόλι εξήλθεν από το αριστερό μάτι. Ένας εμπειρικός γιατρός, ενδεδυμένος με ράκη, στερούμενος εργαλείων, φαρμάκων και γνώσεων, απέσπασε με ψαλλίδια αυτό το μάτι, το οποίον εκρατείτο ακόμη και επέρασε μίαν τεραστίαν κορδέλλα εντός του ειδεχθούς τούτου τραύματος. Ο ασθενής δεν είχεν ούτε μια στιγμή πυρετό και εθεραπεύθη μετ’ ολίγον και­ρό, μόνον το μάτι, το οποίον του απέμεινε είχεν πειραχθή εσωτερικώς, έμεινε σχεδόν τυ­φλός. Εν τούτοις ο τσαρλατάνος απέδωσεν εις την τέχνη του, αυτή την περίφημον θερα­πείαν, η οποία δεν ήτο πιθανώς παρά η ευεργεσία μιας μεγάλης νεότητος, ενός πολύ κα­θαρού αίματος και μιας εξαιρετικής κράσεως και η φήμη του ηυξήθη μέχρι σημείου, ώστε όταν τον συνήντησα εξ μήνας αργότερα εις το Άργος, ήτο κομψότατα ενδεδυμένος, ανεβασμένος επί ενός λαμπρού αλόγου Συρίας και περιεστοιχίζετο από πολυαρίθμους υπηρέτας».

  

 Υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη

 

Η παρεχόμενη υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη, κατά την περίοδο της εθνικής παλιγγε­νεσίας, ήταν ανάλογη με το υφιστάμενο επίπεδο των ιατρικών γνώσεων της εποχής. Ιατρικές πράξεις και διαδικασίες όπως είναι η χορήγηση αναισθησίας, η μετάγγιση αίματος, η ασηψία, η αντισηψία και άλλες, ήταν παντελώς άγνωστες και η συνεισφορά του υγειονομικού προσωπικού στην περίθαλψη των τραυματιών και των ασθενών υποτυπώδης.

 

Ευρωπαίος γιατρός περιθάλπει Έλληνα αγωνιστή. Λιθογραφία από την έκδοση Histoire d’une Epingle et Bluettes του σχεδιαστή H. Gerard Fontallard. Συλλογή χαρακτικών ΕΙΜ.

 

Στα πεδία των μαχών οι ελαφρά τραυματισμένοι ετύγχαναν φροντίδας, επί τόπου, από τους συμπολεμιστές τους, ενώ οι φέροντες βαριά τραύματα διακομίζονταν προς νοσηλεία σε μοναστήρια όπως η Μονή του Ομπλού, της Βελανιδιάς και άλλες και αργότερα σε υποτυπώδη νοσοκομεία, τα οποία εν τω μεταξύ είχαν αρχίσει να συγκροτούνται.[54]

Η φροντίδα των τραυμάτων περιλάμβανε καθαρισμό της εξωτερικής τους επιφάνειας με ρακή και εισαγωγή στο εσωτερικό τους αλοιφής παρασκευασμένης από λεύκωμα αυγού αναμεμιγμένου με κοινό λάδι και ρακή. Στη συνέχεια ετίθετο επί του τραύματος αλοιφή παρασκευασμένη από σα­πούνι και ρακή και ακολουθούσε, κατά διαλείμματα η επίβρεξή του με ρακή, που φαίνεται ότι ήταν θεραπευτικό μέσο συνεχούς χρήσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις απολύμαναν την πληγή με καυτό λίπος, όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Μακρυγιάννης:[55] «…Της έβγαλα το παλούκι από το ποδάρι της και το ζεμάτισα με ξύγκι. Όμως έγινε τούμπανο…».

Η επίδεση του τραύματος, ανεξάρτητα του βαθμού της σοβαρότητάς του, πραγματοποιείτο με ταινίες υφάσματος και μικρά καλάμια ή νάρθηκες κατασκευασμένους από ξύλο ή ναστόχαρτο.[56]

Για την αιμόσταση των μεγάλων αγγείων χρησιμοποιείτο πυρακτωμένο σίδερο, για την αιμόσταση των τριχοειδών οινόπνευμα, ενώ για τον έλεγχο των αιμοπτύσεων λόγω τραυμάτων του θώρακα χορηγείτο ζεσταμένο κρασί αναμεμιγμένο με κοινό βούτυρο.[57]

Για τη συρραφή τραυμάτων, εκτός της κλασσικής τεχνικής με τη χρήση βελόνας και κοινής κλωστής, αναφέρεται από το Στρατηγό Μακρυγιάννη στα «Απομνημονεύματά» του, η χρήση κεφα­λών μυρμήγκων:[58]

 

«…Του ρίχτηκαν οι Τούρκοι απάνω του, παίρνει ένα γιαταγηάνι Τούρκικον και σκοτώνει τέσσερους· κι εκεί όπου τον πολεμούσαν του δίνουν μίαν μαχαιριά εις την κοιλιά και σκοτώνει τον Τούρκον και με το μαχαίρι εις την κοιλιά ήρθε εκεί όπου είμαστε εμείς εις το ταμπούρι. Και δεν του πειράξαμε το μαχαίρι· με τούτο εις την κοιλιά τον πήγαμε εκεί οπούταν οι ειδικοί μας και ήταν ο γιατρός· και τόβγαλε το μαχαίρι και με των μερμήγκων τα κεφάλια τούρραψε την κοιλιά. Και τράβηξε ο καημένος κοντά ένα χρόνο να γιατρευτεί. Γέρευε και πάλι ξηλώνεταν κι έβγαιναν οι κοπριές από την κοιλιά οπούταν η πληγή. Και ζει τώρα και δεν έχει ψωμί να φάγει…».

 

Για τη συγκεκριμένη πρακτική της συρραφής των τραυμάτων ο Γιάννης Βλαχογιάννης σημειώνει τα εξής:[59]

 

«Η δια των κεφαλών των μυρμήγκων ραφή τραυμάτων, γνώριμος τοις εμπειρικοίς ιατροίς των χρόνων εκείνων, εγίνετο ως εξής: Προσαγόμενοι μεγάλοι ζωντανοί μέρ­μηγκες, έδακνον τα χείλη του τραύματος, κεκλεισμένα, αμέσως δι’ αποκοπτομένου του σώματος αυτών, έμενεν η κεφαλή σχηματίζουσα ούτω βελονιάν ικανώς ισχυράν».

 

Η θεραπευτική προσέγγιση παθολογικών καταστάσεων [60] είχε χαρακτήρα εμπειρικό και υποτυ­πώδη. Ενδεικτικά αναφέροντας, οι συστάσεις για την αντιμετώπιση των πυρετών αφορούσαν σε μαλάξεις με λάδι και για τις γριππώδεις συνδρομές χορήγηση αφεψήματος ξηρών σύκων και ξυλο­κεράτων ή ζεσταμένου κρασιού με πιπέρι.[61]

Για την αντιμετώπιση των οιδημάτων και των μωλώπων χρησιμοποιείτο ζεστό βούτυρο, για το οποίο ο Φωτάκος, υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, αναφέρει τα εξής:[62]

 

«…Αποφασίσαμεν λοιπόν και τον εποτίσαμεν βούτυρον ζεστόν· τούτο εις την Πελο­πόννησον είναι γνωστό ως ιατρικόν, όταν πέσει και δεν έχει έξωθεν του σώματος πληγήν, αλλά μώλωπας. Αφού δε έπιε ζεστόν βούτυρον, έπειτα τον εβάλαμεν εις ένα μέρος δια να μην τον φυσάει αέρας, και του ερρίψαμεν δια σκεπάσματος δυο καπότες… Το βάρος αυτό και το βούτυρο, το οποίον άναψε μέσα του, έφερεν ιδρώτας πολλούς και δι’ αυτών έφυγαν από το κορμί του τα ζουπήματα».

 

Τα φάρμακα, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι επιστήμονες ιατροί και πολλοί από τους εμπει­ρικούς, ήταν κυρίως δρόγες (αλόη, θεριακή, κάρδαμο, κίνα, πιπερόριζα, σαμπούκο, σαρκοτρόφι, σίλφιο κ.ά.), η χρήση των οποίων ανάγεται στην εποχή του Διοσκουρίδη και η εντόπισή τους είναι εύκολη στη χλωρίδα της ελληνικής υπαίθρου.[63]  Ήταν, επίσης, ορισμένες φαρμακευτικές και χημι­κές ουσίες (άλας αψινθίας, βόραξ, γόμμα Αραβική, εμετική τρυξ, μίνιον, νίτριον, οξύμελι κ.ά.) και διάφορα σκευάσματα (balsamo di Tolu, elixir propriepatis, laudano di Barbaro κ.ά.), τα οποία προμηθεύονταν, όταν είχαν τη δυνατότητα, από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τα Επτάνησα και την Τεργέστη.[64]

Εκτός των προαναφερθέντων δρογών, φαρμακευτικών και χημικών ουσιών, παρασκευάζονταν και ορισμένα φάρμακα βασισμένα σε μυστικές συνταγές, κυρίως από διάφορους εμπειρικούς γιατρούς, κομπογιαννίτες και τσαρλατάνους, οι οποίοι μετέδιδαν το μυστικό της σύνθεσης και της παρασκευής μόνο στους απογόνους τους.[65]

Ως υπνωτικό χρησιμοποιείτο το αφιόνι, για το οποίο το ΙΕ’ άρθρο του συμφωνητικού, που υπέγραψαν οι αρχηγοί της Φρουράς του Μεσολογγίου πριν από την ηρωική έξοδο, αναφέρει:[66] «…Τα μικρά παιδιά όλα να τα ποτίσουν αφιόνι οι γονείς, άμα σκοτειδιάσει για να μη κλαίνε».

Κανέλλος Δεληγιάννης, ελαιογραφία.

Για τα οιδήματα των κάτω άκρων χρησιμοποιείτο αλατόνερο, για το οποίο ο Κανέλλος Δεληγιάννης αναφέρει στα «Απομνημονεύματά» του, τα εξής:[67]

«…Απηυδισμένοι λοιπόν ημείς, από είκοσι ωρών οδοιπορίαν πεζοί, επέσαμεν ημιθανείς, ώστε δεν ηδυνάμεθα ουδείς τους πόδας μας να πατήσουμε, καθ’ ότι ήτον πρησμένοι· και εκάμαμεν σαλαμούραν με αλάτι και τους επαστώσαμε».

Ως εμετικό χρησιμοποιούνταν «κόκοι τάταρου», οι οποίοι φαίνεται ότι ήταν υπέρ του δέοντος δραστικοί, τουλάχιστον για τον Αθανάσιο Κανακάρη, το θάνατο του οποίου ο Κ. Δεληγιάννης περιγράφει ως εξής:[68]

 

«…Αλλά κατά δυστυχίαν της πατρίδος εις εκείνην την εποχήν ευρισκόμενος ο Θάνος Κα­νακάρης, Αντιπρόεδρος της Διοικήσεως, εις την Ερμιόνην με το Εκτελεστικόν και ησθενήσας ολίγον προσεκάλεσαν επί καλή τη πίστει ως ιατρόν, να τον επισκεφθεί τον Κωλέτην. Αυτός δε, ως ελέγετο τότε, του έδωσε δέκα κόκκους τάταρον εμετικόν κι εντός 24 ωρών απεβίωσεν από θάνατον οδυνηρόν της δυσεντερίας με πόνους τρομερούς εις το στόμαχον και εις τα έντερα. Και πολλοί εκ των ευρεθέντων τότε εκεί, ειδήμονες άνθρω­ποι, διαβεβαίουν ότι εκ προθέσεως του έδωκεν αυτό το εμετικόν και τον εδηλητηρίασεν».

 

Κάρολος Φαβιέρος. Τιμητικό χάλκινο μετάλλιο του 1828, του καλλιτέχνη David d’Anger, με κεφαλή του Φαβιέρου, Συλλογή ΕΕΦ.

Μια χαρακτηριστική εικόνα της τραγικής κατάστασης που επικρατούσε στο πεδίο της περί­θαλψης των τραυματιών του Αγώνα, παρέχει ο Χρ. Βυζάντιος, ο οποίος περιγράφοντας την εκστρατεία του Φαβιέρου στην Κάρυστο, αναφέρει τα εξής:[69]

 

«… Οι πληγωμένοι ενταύθα υπέστησαν τα πάνδεινα, διότι ουδείς εφρόντιζε περί της μετα­φοράς αυτών εις το στρατόπεδον, όπερ έκειτο ου μακράν από του τόπου της εφόδου, ήτοι ενός τετάρτου της ώρας. Οι πληγωμένοι όθεν επορεύοντο εκείσε, όπως εδύναντο άλλοι μεν συρόμενοι, άλλοι δε βοηθούμενοι υπό των τυχόντων προσήρχοντο προς τον εκεί χειρούργον. Το δε θέαμα της πρώτης βοηθείας των πληγωμένων παρά του αρχιχειρούργου Τράιβερ ήτο φρικώδες. Περίπου διακόσιοι πληγωμένοι, κείμενοι εκτάδην εντός περιβολίου λεμονεώνος εξέβαλλον γοεράς φωνάς, ιδίως οι πληγωμένοι εκ σφαίρας πυροβόλων.

Εκεί φύλλον θύρας έκειτο επί πετρών, χρησιμεύον ως τράπεζα, επ’ αυτής δε στρατιώται τινες του πυροβολικού, ων ως ερρέθη εν τη ιστορία, οι άξονες των πυροβόλων είχον θραυσθή, ελάμβανον ανά ένα των πληγωμένων χερσί τε και ποσί και κατέκλινον αυτόν επί της ούτω κειμένης τραπέζης. Ο δε ειρημένος αρχιχειρούργος, έχων ανασεσυρμένας τας χειρίδας του ιματίου του και κρατών μάχαιραν ανά χείρας, όλως καθημαγμένος έτεμνεν ανηλεώς τα προσβληθέντα μέλη του πληγωθέντος και είτα επέδενε ταύτα. Ανασυρομένου τούτου εκ της τραπέζης ετίθετο άλλος και ούτω καθεξής· άπαντες οι δυνηθέντες ή, κάλλιον ειπείν οι ευτυχήσαντες να έλθωσιν εκείσε, ελάμβανον την πρώτην βοήθειαν των πληγών των, ως ελάβομεν και ημείς αυτοί».

 

Επιπρόσθετα, η έλλειψη φαρμάκων και υγειονομικού υλικού ήταν συχνότατη. Ο φροντιστής της Δυτικής Ελλάδος Γιαννάκης Δροσίνης σε έγγραφό του προς τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού Γεώργιο Κουντουριώτη αναφέρει:[70] «…Χρήματα δεν έχομεν ούτε οβολόν δια να προφθάσωμεν καν τους πληγωμένους, όχι με τίποτες άλλο ειμή με κρασί δια να πλύνουν τας πληγάς των».

Προς την ίδια κατεύθυνση οι πολιορκημένοι στην Ακρόπολη Αθηνών αναφέρουν σε έγγραφό τους προς τη Διοίκηση, με ημερομηνία 17-02-1827, τα εξής:[71] «…Οι άρρωστοι αποθαίνουν αδίκως με το να μην έχουν τα αναγκαία τους· σχεδόν τίποτε, τόσον και λαβωμένοι δεν έχουν ούτε αλοιφή ούτε ξαντό, ούτε δεσίματα, αλλά βρωμίζουν και αποθαίνουν».

Τα προαναφερθέντα αναδεικνύουν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την περίοδο της επανάστασης του 1821 στο πεδίο της υγειονομικής περίθαλψης και φροντίδας των αγωνιστών της ελευθερίας. Για το λόγο αυτό η ευχή «Καλό βόλι» εξέφραζε, συν τοις άλλοις, και την επιθυμία για ένα γρήγορο, ανώδυνο και ηρωικό θάνατο.

 

Η Υγειονομική Υπηρεσία του τακτικού στρατού

 

Dr Heinrich Traiber (Ερρίκος Τράϊμπερ, 1797-1882). Γερμανός φιλέλληνας, ιατρός του αγώνα του 1821, μετέπειτα Καθηγητής Χειρουργικής στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο το 1837 και Αρχίατρος του Ελληνικού Στρατού.

Ο τακτικός στρατός του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους συνεστήθη με το Νόμο αρ. 8/01-04-1822. [72] Η πρώτη στρατιωτική μονάδα που συγκροτήθηκε, βάσει του συγκεκριμένου νόμου, ήταν το 1ο Σύνταγμα Βαρέως Πεζικού, στο οποίο τοποθετήθηκε ως ιατρός ο Γερμανός Heinrich Trieber.[73]

Τον Απρίλιο του 1822 συνεστήθη το Τάγμα των Φιλελλήνων με ιατρό το Γερμανό Johann Deniel Elster και με βοηθό του το Δανό Friedrich Johannsen. [74] Οι δύο αυτοί Φιλέλληνες ιατροί συγκρότησαν στο Μεσολόγγι πρόχειρο νοσοκομείο, στα πλαίσια της προετοιμασίας της εκστρα­τείας προς την Ήπειρο το 1822. Το νοσοκομείο αυτό λειτούργησε αρχικά με χορηγίες Φιλελλήνων της Ελβετίας, το έτος 1824 με χορηγίες του Λόρδου Βύρωνα και φαίνεται ότι διατηρήθηκε σε λειτουργία μέχρι την έξοδο του Μεσολογγίου το 1826, υπό τη Διεύθυνση του Ελβετού ιατρού Johann Jakob Meyer.[75]

Τον Ιανουάριο του 1823 συνεστήθη η Γερμανική Λεγεώνα, στην οποία αναφέρεται ότι τοποθετήθηκε ως ιατρός ο Γερμανός Johann Knoeffel, ενώ μετά τη διάλυση του Τάγματος των Φιλελ­λήνων συγκροτήθηκε η ολιγάριθμη Λεγεώνα των Φιλελλήνων, στην οποία υπηρέτησε ως ιατρός αρχικά ο H. Trieber και στη συνέχεια ο K.F. Bojons.[76]

Το 1824 ανέλαβε τη Διοίκηση του τακτικού στρατού ο συνταγματάρχης και ιατρός Πανα­γιώτης Ρόδιος, ο οποίος ενδιαφερόμενος για τη δημιουργία υποδομών περίθαλψης των τραυματιών, πρότεινε την ίδρυση συστηματικού στρατιωτικού νοσοκομείου στο Ναύπλιο. Την ίδια περίοδο ως ιατρός του τακτικού στρατού υπηρετούσε ο H. Trieber, ο οποίος το 1826 ανέλαβε τη θέση του ιατρού του στρατού της Ρούμελης υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη.[77]

 

Παναγιώτης Ρόδιος (Ρόδος, 1789 – Ναύπλιο, 1851) αγωνιστής του 1821, πολιτικός και συγγραφέας. Με το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής Αργολίδος και ήταν πληρεξούσιος Ναυπλίου στην Εθνοσυνέλευση του 1843 όπου εκλέχτηκε μέλος της συντακτικής Επιτροπής του Συντάγματος. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

 

Στο στρατόπεδο της Σαλαμίνας ο Trieber συνέστησε πρόχειρο νοσοκομείο, το οποίο εγκατα­στάθηκε στη Μονή της Φανερωμένης και κάλυπτε τις ανάγκες νοσηλείας τόσο των ανδρών του Καραϊσκάκη, όσο και των ανδρών του τακτικού στρατού, που εν τω μεταξύ είχε στρατοπεδεύσει στα Μέγαρα. [78] Στη Σαλαμίνα ο Trieber αντικαταστάθηκε από το Γερμανό ιατρό E. Borman, ο οποίος υπη­ρέτησε ως ιατρός και στο νέο τακτικό στρατό μετά το 1833.

Από το μήνα Μάρτιο του 1829 και μετέπειτα διορίστηκαν ως ιατροί του τακτικού στρατού οι εξής:[79]

α. Ως ιατρός του Συντάγματος Πυροβολικού: Ο Henri Dumont από την Ελβετία.

β. Ως ιατρός Τάγματος:

– Ο Στυλιανός Αιμίλιος από τη Λέσβο.

– Ο Χρονίας Δροσινός από τα Αμπελάκια.

– Ο Στέφανος Κρίτης από την Κέρκυρα.

– Ο Αντώνης Πολυλάς από την Κέρκυρα.

γ. Ως ιατρός του Ιππικού: Ο E. Borman από τη Γερμανία.

δ. Ως ιατρός του νοσοκομείου στο Ναύπλιο: Ο Friedrich Huebel από τη Γερμανία.

Εκτός των προαναφερθέντων, διορίστηκε ως Διευθυντής του Στρατιωτικού Φαρμακείου στο Ναύπλιο ο Γερμανός φαρμακοποιός Adolf Mann.

Οι Έλληνες και αλλοδαποί επιστήμονες ιατροί, που στελέχωσαν τον τακτικό στρατό του ελεύ­θερου ελληνικού κράτους, προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες για την ευόδωση του απελευθερω­τικού Αγώνα. Παρά το γεγονός ότι ήταν ολιγάριθμοι, διέθεταν ελάχιστα μέσα, εργάζονταν υπό αντίξοες συνθήκες και είχαν ως πρόσθετο βάρος το υφιστάμενο χαμηλό επίπεδο δημόσιας υγείας και τις ιδιόμορφες κλιματολογικές συνθήκες, που επικρατούσαν στις εμπόλεμες ζώνες, απέδωσαν έργο υπεύθυνο και αξιομνημόνευτο.

 

Σχόλιο

 

Ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 διεξήχθη κάτω από αντίξοες συνθήκες και με συνεχή αναδιάταξη δεδομένων, τα οποία συνδυαστικά με τον ιδιόμορφο χαρακτήρα των Ελλήνων απει­λούσαν συνεχώς την ευόδωση της πορείας του.

Εξ ανάγκης οι προτεραιότητες αφορούσαν στην κάλυψη των στρατιωτικών και δημοσιονομι­κών αναγκών και ελάχιστα στην αντιμετώπιση θεμάτων δημόσιας υγείας, υγειονομικής περίθαλψης και ιατροκοινωνικής πρόνοιας.

Η Υπηρεσία Επιμελητείας η οποία συγκροτήθηκε αμέσως μετά την έναρξη της επανάστασης, ώστε να διασφαλιστεί ο εφοδιασμός σε όπλα, πολεμοφόδια και τρόφιμα, καθώς και η τακτικότητα της μισθοδοσίας των ενόπλων, ελάχιστα ασχολήθηκε με την τροφοδοσία σε υγειονομικό υλικό και φάρμακα. Όταν, μάλιστα, κατά την πορεία του αγώνα οι εισροές πόρων ελαχιστοποιήθηκαν, τότε κατέστη ελλιπέστατη έως ανύπαρκτη η διοικητική μέριμνα στα πεδία της σίτισης και της υγειονο­μικής περίθαλψης.

Τα προαναφερθέντα δικαιολογούν τις ανεπαρκείς υποδομές νοσηλευτικής φροντίδας, τον περιορισμένο αριθμό του υγειονομικού προσωπικού και τις σοβαρές ελλείψεις σε φαρμακοεπιδεσμικό υλικό, αναδεικνύοντας παράλληλα τη δύναμη ψυχής των ιατρών εκείνων που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον αγώνα. Κυρίως, όμως, αναδεικνύουν την πίστη του σκλαβωμένου γένους για το όραμα της ελευθερίας, το οποίο με τις στερήσεις, τους αγώνες και το αίμα έγινε πράξη, επιβεβαιώνοντας τους στίχους:

 

«…Η μεγαλοσύνη στα Έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα,

με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα».

 

Υποσημειώσεις


[1] Δ. Κόκκινος, Η Ελληνική Επανάστασις, Αθήνα 1931.

[2] Ι. Θεοφανίδης, Ιστορία του Ελληνικού Ναυτικού 1824-1826, Αθήνα 1932.

[3] Γ. Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1965.

[4]  Γ. Δημακόπουλος, Η διοικητική οργάνωσις κατά την ελληνικήν επανάστασιν 1821-1827, Αθήνα 1961.

[5] Φίνλεϋ, ό,π. (σημ. 3).

[6] Ι. Παπαγεωργίου, Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των αγωνιστών του 1821, Ηράκλειο 1965.

[7] Α. Αγαπητός, Οι ένδοξοι Έλληνες του 1821, Πάτρα 1877.

[8] Κόκκινος, ό.π. (σημ. 1).

[9] Θεοφανίδης, ό.π. (σημ. 2).

[10] Δημακόπουλος, ό.π. (σημ. 4).

[11] Κ. Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1957

[12] Μ. Οικονόμου, Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας και ο Ιερός των Ελλήνων Αγών, Αθήνα 1873.

[13] Μπ. Άννινος, Ιστορικά σημειώματα, Αθήνα 1925.

[14] Κόκκινος, ό.π. (σημ. 1).

[15] Σπυρομήλιος, Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου, Αθήνα 1957.

[16] Α. Σμοκοβίτης, Οι συνθήκες υγιεινής στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, Θεσσαλονίκη 1972.

[17] Δεληγιάννης, ό.π. (σημ. 11).

[18] Σπυρομήλιος,ό.π. (σημ. 14 )

[19] Α. Μίχος, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1883.

[20] Κόκκινος, ό.π. (σημ. 1).

[21] Ν. Κασομούλης, Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων (1821-1833), Αθήνα 1940.

[22] Δεληγιάννης, ό.π. (σημ. 11).

[23] Σ. Μελάς, Ο Γέρος του Μοριά, Αθήνα 1957.

[24] F.-C.-H.-L. Pouqueville, Histoire de la régénération de la Grèce: Comprenant le precis des evenements depouis 1740 jusqu’en 1824, Paris 1824.

[25] Γ. Πουρναρόπουλος, Ιατρική και Ιατροί κατά την Εθνεγερσίαν, Νέα Εστία 1970.

[26] Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Τουρκοκρατία, τ. Β΄, Θεσσαλονίκη 1961.

[27] Πουρναρόπουλος, ό.π. (σημ. 23).

[28] Παπαγεωργίου, ό.π. (σημ. 6).

[29] Κ. Αλιβιζάτος, Η συμβολή των Κεφαλλήνων Ιατρών εις την επιστήμην και εις τον Εθνικόν αγώνα, Ηώς (1962).

[30] Οικονόμου, ό.π. (σημ. 12).

[31] Σ. Αραβαντινός, Βιογραφική Συλλογή Λογίων της Τουρκοκρατίας, Ιωάννινα 1960.

[32] Π. Παναγιωτάκος, Οι Έλληνες Ασκληπιάδαι, Αθήνα 1953

[33] Γ. Πουρναρόπουλος, Έλληνες και Ξένοι Ιατροί κατά την Επανάστασιν του 1821, ΔΙΕΑ 1953.

[34] Γ. Κωνσταντίνου, Η Ιστορία των Στρατιωτικών Νοσοκομείων στη Νεότερη Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 2010.

[35] Μ. Λαμπρινίδης, Του Πασχάλη τα χάπια, Ημερολόγιο Σκόκου (1915).

[36] Ε. Εμμανουήλ, Ιστορία της Φαρμακευτικής, Αθήνα 1948.

[37] Π. Βασιλείου, Η Επισκοπή Λίτζας και Αγράφων επί Τουρκοκρατίας: Με τους Επισκόπους της και με σύντομη ανασκόπηση της ιστορίας της Ευρυτανίας, των Μοναστηριών και των Σχολών της, Αθήνα 1960.

[38] Α. Αθανασόπουλος, Πελοποννήσιοι ιατροί κατά τον Ιερόν Αγώνα του 1821, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά (1965).

[39] Μ. Παϊδούσης, Η Ιατρική εις την Χίο κατά τοις τελευταίοις αιώνας (1600-1900), Αργέντης (1939) 2.

[40] Αθανασόπουλος, ό.π. (σημ. 32).

[41] Αθανασόπουλος, ό.π. (σημ. 32).

[42] Κόκκινος, ό.π. (σημ. 1).

[43] Π. Π. Γερμανός, Απομνημονεύματα., Αθήνα 1956.

[44] Παπαγεωργίου, ό.π. (σημ. 6).

[45] Φ. (Φωτάκος) Χρυσανθόπουλος, Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών, Φιλολογικά Χρονικά (1960).

[46] Δεληγιάννης, ό.π. (σημ. 11).

[47] Κωνσταντίνου, ό.π. (σημ. 28).

[48] Κασομούλης, ο.π. (σημ. 19).

[49] Pouqueville, ό.π. (σημ. 22).

[50] Ε. Εμμανουήλ, Ιατροσόφια και Τσαρλατάνοι, Αρχεία Φαρμακευτικής (1938) 3.

[51] Π. Πατσέλης, Οι κομπογιαννίτες ιατροί του Ζαγορίου, Ιωάννινα 1952.

[52] Δ. Καμπούρογλου, Ιστορία των Αθηνών. Τουρκοκρατία, τ. Γ΄, Αθήνα 1900.

[53] Πουρναρόπουλος, ό.π. (σημ. 23).

[54] Πουρναρόπουλος, ό.π. (σημ. 23).

[55] Ι. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1957.

[56] Α. Κούζης, Η Ιατρική κατά τον Αγώνα. Αρχεία Ιατρικής, τ. Γ΄, Αθήνα 1907.

[57] Κούζης, ό.π. (σημ. 50)

[58] Μακρυγιάννης, ό.π. (σημ. 49).

[59] Μακρυγιάννης, ό.π. (σημ. 49).

[60] Πουρναρόπουλος, ό.π. (σημ. 23).

[61] Καμπούρογλου, ό.π. (σημ. 46).

[62] Χρυσανθόπουλος, ό.π. (σημ. 39).

[63] Ε. Τράιμπερ, Αναμνήσεις από την επανάστασιν του 1821, Αθήνα 1960.

[64] Εμμανουήλ, ό.π. (σημ. 30).

[65] Εμμανουήλ, ό.π. (σημ. 44).

[66] Κόκκινος, ό.π. (σημ. 1).

[67] Δεληγιάννης, ό.π. (σημ. 11).

[68] Δεληγιάννης, ό.π. (σημ. 11).

[69] Χ. Βυζάντιος, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατείαν και μαχών, ων συμμετέσχεν ο τακτικός στρατός από του 1821 μέχρι του 1833, Αθήνα 1956.

[70] Αρχεία Λάζαρου και Γεωργίου Κουντουριώτου, τ. Δ΄, σσ. 570-571.

[71] Α. Μαμούκας, Τα κατά την Αναγέννησιν της Ελλάδος, τ. ΣΤ΄, Αθήνα 1841.

[72] Τράιμπερ, ό.π. (σημ. 57).

[73] Επιστημονική Ένωση Υγειονομικών Ενόπλων Δυνάμεων, Ιστορία της Στρατιωτικής Ιατρικής στην Ελλάδα, Αθήνα 2000 (στο εξής: ΕΕΥΕΔ).

[74] Χ. Βυζάντιος, Ιστορία του Τακτικού Στρατού, Αθήνα 1837.

[75] ΕΕΥΕΔ,ό.π. (σημ. 67).

[76] Γ. Δημακόπουλος, Η επί του Αγώνος υπέρ της Δημόσιας Υγείας ασκηθείσα κυβερνητική πολιτική, Επιστημονική Επετηρίς της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών (Αθήνα 1972).

[77] Τράιμπερ, ό.π. (σημ. 57).

[78] Τράιμπερ, ό.π. (σημ. 57).

[79] Μαμούκας, ό.π. (σημ. 65).

 

Θεόδωρος Ι. Δαρδαβέσης,

Καθηγητής Τμήματος Ιατρικής,

Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας Α.Π.Θ.

Πανηγυρικός λόγος για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου που εκφωνήθηκε στις 23 Μαρτίου 2011.

Εθνική Βιβλιοθήκη, Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, τεύχος 56, Θεσσαλονίκη, 2011.

* Οι  επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που παρατίθενται στο κείμενο, οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

Σχετικά θέματα:

Παρουσίαση του βιβλίου «Οι Συμβολαιογράφοι |Σημειογράφοι – Μνήμονες – Συμβολαιογράφοι Ναυπλίου 1831- 2009»

$
0
0

Παρουσίαση του βιβλίου του Νικολάου Γ. Τόμπρα – «Οι Συμβολαιογράφοι | Σημειογράφοι – Μνήμονες – Συμβολαιογράφοι Ναυπλίου 1831- 2009»,  Σάββατο 12 Ιουνίου στις 7.30 το βράδυ στο «Φουγάρο».


 

Το βιβλίο «Οι Συμβολαιογράφοι, Σημειογράφοι – Μνήμονες – Συμβολαιογράφοι του Ναυπλίου, 1831 – 2009», του Νικολάου Γεωργίου Τόμπρα εν ενεργεία συμβολαιογράφου Ναυπλίου, αποτέλεσμα μιας προσπάθειας πέντε περίπου ετών στα οποία ο συγγραφέας με επίπονη προσπάθεια, κόπο και συστηματική έρευνα κατάφερε να συγκεντρώσει στοιχεία για τους συνάδελφούς του  και να προσδιορίσει την περίοδο που υπηρέτησαν τον θεσμό της Συμβολαιογραφίας, θα παρουσιαστεί το Σάββατο 12 Ιουνίου στις 7.30 το βράδυ στο «Φουγάρο» Ασκληπιού 98, στο Ναύπλιο.  

 

Για το βιβλίο θα μιλήσουν:

 

  • Η Χαρίκλεια Δημακοπούλου, Ιστορικός του Δικαίου των Θεσμών, δικηγόρος, δημοσιογράφος και συγγραφέας.
  • Ο Ιστορικός – Αρχειονόμος, πρώην διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους Νομού Αργολίδας, Δημήτρης Χ. Γεωργόπουλος.
  • Η Σταματίνα Γκόγκα Μάνατζερ ανάπτυξης αναλυτικών προγραμμάτων, Κέντρου Ελληνικών Σπουδών Ελλάδος  του Πανεπιστημίου Harvard.

Την εκδήλωση συντονίζει η Μαρία Ζορέγκου δικηγόρος και μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου.   

Συμμετέχει το σωματείο «Φίλοι των Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.Α.Κ.) Αργολίδας».

 

Οι Συμβολαιογράφοι | Σημειογράφοι – Μνήμονες – Συμβολαιογράφοι Ναυπλίου 1831- 2009

 

Λίγα λόγια για το βιβλίο

 

Ενώ ο Αγώνας για την Ανεξαρτησία εξελίσσεται και η προσπάθεια για τη δημιουργία σύγχρονου Ελληνικού Κράτους εντατικοποιείται, προκύπτει η ανάγκη δημιουργίας σύγχρονων θεσμών και σχετικού νομοθετικού πλαισίου. Ένας από τους πρώτους θεσμούς που θα ιδρυθεί είναι και αυτός της Συμβολαιογραφίας. Η πορεία σύλληψης και εξέλιξής του και οι δημόσιοι λειτουργοί που τον υπηρέτησαν στην πρώτη επίσημη πρωτεύουσα του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους, κατά τη διάρκεια του 19ου  αλλά και του 20ου  αιώνα, αποτελούν το αντικείμενο αυτού του πονήματος.

Η προσωπική και επαγγελματική πορεία των συμβολαιογράφων του Ναυπλίου, που ήρθαν από κάθε σημείο του ορίζοντα όπου υπήρχε Ελληνισμός, είναι ενδιαφέρουσα. Ήταν Φιλικοί, έμποροι, κτηματίες, τραπεζικοί, γραφείς, υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, δικαστές, δικηγόροι, κατάσκοποι, πολεμιστές, άνθρωποι των γραμμάτων, συγγραφείς, ποιητές, δωρητές, πολιτικοί, απόφοιτοι της Νομικής, αν και όχι πάντα, απλοί συμβολαιογράφοι, συνδικαλιστές. Αυτοί αντιπροσωπεύουν την πληρέστερη και χωρίς κανένα κενό αλυσίδα λειτουργών του θεσμού.

Παράλληλα, εξετάζεται η πορεία γέννησης και ωρίμανσης του θεσμού των υποθηκοφυλάκων και οι λειτουργοί αυτού στην πόλη καθώς και η διαδικασία δημιουργίας του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Ναυπλίου και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων του.

Το Ναύπλιο αποτέλεσε μια πολυπολιτισμική πόλη και οι κάτοικοί του προσήλθαν από την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, την Οδησσό, τη Χίο. την Κρήτη, την Μακεδονία, την Κέρκυρα και ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ήταν Έλληνες και ξένοι φιλέλληνες, ο καθένας με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Η ιστορία τους αποτελεί μέρος της ιστορίας της πόλης του Ναυπλίου, της επαρχίας Ναυπλίας αλλά και του σύγχρονου Ελληνικού κράτους.

 

Επιμέλεια

Τάσος Τσάγκος

Γενικός Γραμματέας Αργολικής Βιβλιοθήκης

 

Viewing all 639 articles
Browse latest View live